ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ECLI:CY:AD:2017:C86

(2017) 3 ΑΑΔ 235

16 Μαρτίου, 2017

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΠΑΝΑΓΗ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΛΙΑΤΣΟΣ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/στές]

 

Αναφορικα με το αρθρο 140 του ΣυνταγματοΣ

 

ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

 

Αιτητής,

 

v.

 

ΒΟΥΛΗΣ ΤΩΝ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΩΝ (ΑΡ. 3),

 

Καθ' ης η αίτηση.

 

(Αναφορά Αρ. 3/2016)

 

 

Συνταγματικό Δίκαιο ― Δικαίωμα της ιδιοκτησίας ― Άρθρο 23 του Συντάγματος ― Με το Άρθρο 3 του νόμου περιορίζονται δικαιώματα περιουσιακής φύσης και κεκτημένα οικονομικά συμφέροντα.

 

Συνταγματικό Δίκαιο ― Δικαίωμα συμβάλλεσθαι ελευθέρως ― Άρθρο 26 του Συντάγματος ― Με το Άρθρο 3 περιορίζονται τα συμφωνηθέντα συμβατικά δικαιώματα του Πιστωτικού Ιδρύματος, έναντι  συγκεκριμένων δανειοληπτών.

 

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ζήτησε γνωμάτευση σε σχέση με το κατά πόσον ο περί της Ρύθμισης των Αναδιαρθρώσεων Πιστωτικών Διευκολύνσεων Νόμος του 2016» (ο Νόμος), είναι αντίθετος και ασύμφωνος με τα Άρθρα 23, 26, 28 και 35 του Συντάγματος της Δημοκρατίας.

 

Η Πλήρης Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου κρίνοντας το Άρθρο 3 του σχετικού νόμου αντισυνταγματικό, γνωμάτευσε ότι:

 

Σύμφωνα με την Πλήρη Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου το Άρθρο 3 του Νόμου καταστρατηγεί το Άρθρο 23 του Συντάγματος και το δικαίωμα της ιδιοκτησίας, το οποίο προστατεύεται από αυτό, καθότι επιβάλλει περιορισμούς στο ποσό που το Πιστωτικό Ίδρυμα μπορεί να διεκδικήσει αλλά και εις τον συμβατικό τόκο και τον τόκο υπερημερίας που δικαιούται να διεκδικήσει.

 

Όπως αποφασίστηκε, η έννοια της ιδιοκτησίας ή της περιουσίας, η οποία προστατεύεται από το Άρθρο 23, είναι ευρεία και καλύπτει όλα τα περιουσιακά δικαιώματα.

 

Με το Άρθρο 3 του Νόμου όταν οι προϋποθέσεις πληρούνται, επιβάλλεται συμψηφισμός του ποσού της χορήγησης, με την ονομαστική αξία των αξιογράφων ή μετοχών (του δανειολήπτη), αφαιρουμένης της τρέχουσας αξίας των μετοχών, κατά την ημερομηνία αναδιάρθρωσης. Επίσης περιορίζεται, κατά τρόπον ανεπίτρεπτο, το ποσό που το Πιστωτικό Ίδρυμα μπορεί να διεκδικήσει, έτσι ώστε το μέγιστον ποσό διεκδίκησης να είναι η οφειλή σύμφωνα με την αρχικά συναφθείσα σύμβαση για παροχή χορήγησης εκ μέρους του Πιστωτικού Ιδρύματος, με συμβατικό τόκο και τόκο υπερημερίας ο οποίος δεν μπορεί να υπερβαίνει το 2%. Με το Άρθρο 3 του Νόμου περιορίζεται ακόμα και ο συμβατικός τόκος και ο τόκος υπερημερίας, επί των καθυστερημένων δόσεων αλλά και άλλα έξοδα τα οποία επιβλήθηκαν από την 29.3.2013 και μετά, τα οποία δεν μπορούν να περιλαμβάνονται στη διεκδίκηση του Πιστωτικού Ιδρύματος εναντίον του δανειολήπτη.

 

Με το Άρθρο 3 του Νόμου περιορίζονται δικαιώματα περιουσιακής φύσης και κεκτημένα οικονομικά συμφέροντα, υπό την έννοια που επεξηγήθηκε ανωτέρω, κατά τρόπον ανεπίτρεπτον από το Άρθρο 23 του Συντάγματος.

 

Όπως αποφασίστηκε από την Πλήρη Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, εκτός από τον ανεπίτρεπτο περιορισμό στο δικαίωμα περιουσίας υπάρχει και ανεπίτρεπτος περιορισμός στο δικαίωμα του «συμβάλλεσθαι ελευθέρως», που κατοχυρώνεται από το Άρθρο 26 του Συντάγματος, όπως επεξηγήθηκε από τη νομολογία μας, εφόσον με το Άρθρο 3 περιορίζονται τα συμφωνηθέντα συμβατικά δικαιώματα του Πιστωτικού Ιδρύματος, έναντι συγκεκριμένων δανειοληπτών.

 

Η Πλήρης Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου αποφάσισε πως το άρθρο 3 του Νόμου καταστρατηγεί τα Άρθρα 23 και 26 του Συντάγματος και επομένως κρίθηκε αντισυνταγματικό.

 

Γνωμάτευση ως ανωτέρω.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Χαραλάμπους κ.ά. v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά., Συνεκδ. Υποθ. Αρ. 1480/2011 κ.ά., ημερ. 11.6.2014,

 

Δικηγορικός Σύλλογος Καλαμάτας κ.ά. v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά., Υπόθεση Αρ. 1283/2012, ημερ. 2.2.2012,

 

Πρόεδρος της Δημοκρατίας v. Βουλής των Αντιπροσώπων (1997) 3 Α.Α.Δ. 36,

 

In re Efthmiou (1987) 1 C.L.R. 329,

 

Πρόεδρος της Δημοκρατίας v. Βουλής των Αντιπροσώπων (2017) 3 Α.Α.Δ. 14, ECLI:CY:AD:2017:C21.

 

Αναφορά.

 

Γνωμάτευση κατά πόσον ο Νόμος με συνοπτικό τίτλο «Ο περί της Ρύθμισης των Αναδιαρθρώσεων Πιστωτικών Διευκολύνσεων Νόμος του 2016» είναι αντίθετος και ασύμφωνος με τα Άρθρα 23, 26, 28, 30 και 35 του Συντάγματος της Δημοκρατίας. 

 

Δ. Λυσάνδρου και Ν. Ιωάννου (κα), Ανώτεροι Δικηγόροι της Δημοκρατίας, για τον Αιτητή.

 

Θ. Ιωαννίδης με Μ. Ιωαννίδου (κα), για την Καθ' ης η αίτηση.

 

Cur. adv. vult.

 

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η Γνωμάτευση είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Νικολάτο, Π..

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Με την παρούσα Αναφορά ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ζητά γνωμάτευση κατά πόσον ο Νόμος με συνοπτικό τίτλο «Ο περί της Ρύθμισης των Αναδιαρθρώσεων Πιστωτικών Διευκολύνσεων Νόμος του 2016» (ο Νόμος), είναι αντίθετος και ασύμφωνος με τα Άρθρα 23, 26, 28 και 35 του Συντάγματος της Δημοκρατίας.

 

Το Άρθρο 3 του υπό Αναφορά Νόμου προβλέπει τα εξής:

 

3. Σε περίπτωση παραχώρησης χορήγησης από ΑΠΙ προς δανειολήπτη μη επαγγελματία επενδυτή ή/και μεταβίβασης των δικαιωμάτων που προκύπτουν από τη χορήγηση από ΑΠΙ προς δανειολήπτη μη επαγγελματία επενδυτή δυνάμει των περί Εξυγίανσης Πιστωτικών και Άλλων Ιδρυμάτων Νόμων του 2013 έως 2014 και των δυνάμει αυτού εκδοθέντων περί της Πώλησης Ορισμένων Εργασιών της Cyprus Popular Bank Public Co Ltd Διαταγμάτων του 2013, η οποία εξασφαλίζεται με αξιόγραφα ή μετοχές, το ΑΠΙ κατά τη διάρκεια αναδιάρθρωσης προχωρεί στο συμψηφισμό του ποσού της χορήγησης με την ονομαστική αξία των αξιογράφων ή μετοχών, αφαιρούμενης της τρέχουσας αξίας των μετοχών αυτών κατά την ημερομηνία υπογραφής της αναδιάρθρωσης, τα οποία αποτελούν εξασφάλιση της χορήγησης, αφαιρουμένων οποιωνδήποτε τόκων πληρώθηκαν επί των συγκεκριμένων αξιογράφων ή των μερισμάτων που πληρώθηκαν επί των συγκεκριμένων μετοχών:

 

Νοείται ότι, το μέγιστο ποσό το οποίο ΑΠΙ μπορεί να διεκδικήσει, είναι το ποσό το οποίο αποτελεί οφειλή βάσει αρχικά συναφθείσας σύμβασης για παροχή οποιασδήποτε χορήγησης εκ μέρους πιστωτικού ιδρύματος και περιλαμβάνει το συμβατικό τόκο και τον τόκο υπερημερίας, ο οποίος δεν δύναται να υπερβαίνει το ποσοστό του δύο τοις εκατόν (2%) επί των καθυστερημένων δόσεων, συνυπολογιζομένων κατά τον καθορισμό του εν λόγω τόκου υπερημερίας οποιωνδήποτε δόσεων έχουν ήδη καταβληθεί από το χρεώστη:

 

Νοείται περαιτέρω ότι, ο συμβατικός τόκος, ο τόκος υπερημερίας επί καθυστερημένων δόσεων, καθώς και οποιαδήποτε άλλα έξοδα αντιστοιχούν στη σύμβαση της χορήγησης και επιβλήθηκαν από την 29η Μαρτίου 2013 και εντεύθεν δεν περιλαμβάνονται στο ποσό το οποίο ΑΠΙ μπορεί να διεκδικήσει, σύμφωνα με τις διατάξεις των πρώτης επιφύλαξης.»  

 

Κατά τον Αιτητή, το Άρθρο 3 του Νόμου παραβιάζει, μεταξύ άλλων, το δικαίωμα της ιδιοκτησίας, το οποίο προστατεύεται από το Άρθρο 23 του Συντάγματος καθότι επιβάλλει ανεπίτρεπτο περιορισμό στο ποσόν το οποίο το Πιστωτικό Ίδρυμα (ΑΠΙ), ως δανειοδότης, μπορεί να διεκδικήσει από το δανειολήπτη/οφειλέτη.  Επιπρόσθετα, περιορίζει και το ποσό του οφειλόμενου τόκου υπερημερίας, το οποίο το Πιστωτικό Ίδρυμα έχει δικαίωμα να διεκδικήσει. Κατ' αυτόν τον τρόπο το Άρθρο 3 του Νόμου επεμβαίνει και στο δικαίωμα του συμβάλλεσθαι το οποίο κατοχυρώνεται από το Άρθρο 26 του Συντάγματος, εφόσον στερεί ή περιορίζει τα συμβατικά δικαιώματα του δανειοδότη.

 

Η Καθ' ης η αίτηση αναφέρεται στο σκοπό της αναδιάρθρωσης πιστωτικών διευκολύνσεων ώστε, σε περίπτωση δανειολήπτη μη επαγγελματία επενδυτή, του οποίου η πιστωτική διευκόλυνση εξασφαλίζεται με αξιόγραφα, το Πιστωτικό Ίδρυμα να προβαίνει σε συμψηφισμό του ποσού της χορήγησης με την ονομαστική αξία των αξιογράφων ή μετοχών που αποτελούν την εξασφάλιση κατά την ημερομηνία υπογραφής της αναδιάρθρωσης, αφαιρουμένων οποιονδήποτε τόκων πληρώθηκαν επί των συγκεκριμένων αξιογράφων ή των μερισμάτων των μετοχών. Κατά τον ευπαίδευτο συνήγορο της Καθ' ης η αίτηση δεν υπάρχει οποιαδήποτε παραβίαση συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος αλλά αυτό που γίνεται είναι ρύθμιση των αστικών ενοχικών σχέσεων από τον Νομοθέτη, με σκοπό την προστασία δικαιωμάτων τρίτων και αυτό συνιστά δικαίωμα του Νομοθέτη και εν πάση περιπτώσει καλύπτεται από την εξαίρεση της παραγράφου 3 του Άρθρου 23 του Συντάγματος.

 

Σύμφωνα με την Καθ' ης η αίτηση, δεν περιορίζεται το δικαίωμα του «συμβάλλεσθαι ελευθέρως» εξαιτίας του Νόμου καθότι αυτός κινείται εντός των ορίων της αρχής της αναλογικότητας.

 

Αναφορικά με την εισήγηση του Αιτητή ότι η ένσταση της Καθ' ης η αίτηση είναι δικονομικά άκυρη, η Καθ' ης η αίτηση απαντά ότι αυτό δεν ισχύει αλλά ότι, εν πάση περιπτώσει, η υπό εξέταση Αναφορά θα μπορούσε να εξεταστεί από το Δικαστήριο ακόμα και χωρίς ένσταση.

 

Παρά την προδικαστική ένσταση επί της ένστασης, θεωρούμε ότι, εφόσον ζητείται γνωμοδότηση από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, για τη συνταγματικότητα Νόμου, αυτή καθηκόντως θα πρέπει να δοθεί ανεξάρτητα από την εγκυρότητα της ένστασης.

 

Εξετάσαμε με προσοχή τα ενώπιον μας στοιχεία και καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι οι θέσεις του Αιτητή είναι βάσιμες, τουλάχιστον όσον αφορά τα Άρθρα 23 και 26 του Συντάγματος. Κατά την κρίση μας το Άρθρο 3 του Νόμου καταστρατηγεί το Άρθρο 23 του Συντάγματος και το δικαίωμα της ιδιοκτησίας, το οποίο προστατεύεται από αυτό, καθότι όντως επιβάλλει περιορισμούς στο ποσό που το Πιστωτικό Ίδρυμα μπορεί να διεκδικήσει αλλά και εις τον συμβατικό τόκο κα τον τόκο υπερημερίας που δικαιούται να διεκδικήσει.

 

Η έννοια της ιδιοκτησίας ή της περιουσίας, η οποία προστατεύεται από το Άρθρο 23, είναι ευρεία και καλύπτει όλα τα περιουσιακά δικαιώματα (Δέστε: Χαραλάμπους κ.ά. v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά., Συνεκδ. Υποθ. Αρ. 1480/2011 κ.ά., ημερ. 11.6.2014). Στην υπόθεση εκείνη έγινε αναφορά στην απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας της Ελλάδος στην απόφαση Δικηγορικός Σύλλογος Καλαμάτας κ.ά. v. Υπουργού Οικονομικών κ.ά., Υπόθεση Αρ. 1283/2012, ημερ. 2.2.2012, στην οποίαν (Σκέψη 30), τονίστηκε ότι στην έννοια της περιουσίας περιλαμβάνονται όχι μόνον τα εμπράγματα δικαιώματα αλλά και όλα τα δικαιώματα περιουσιακής φύσεως καθώς και τα κεκτημένα οικονομικά συμφέροντα. Καλύπτονται, δηλαδή, και τα ενοχικής φύσεως περιουσιακά δικαιώματα και ειδικότερα οι απαιτήσεις που απορρέουν από έννομες σχέσεις του δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου είτε αναγνωρισμένες με δικαστική απόφαση, είτε απλώς γεννημένες κατά το Εθνικό Δίκαιο, εφόσον υπάρχει νόμιμη προσδοκία, με βάση το ισχύον δίκαιο, ότι μπορεί να ικανοποιηθούν δικαστικώς.   Δηλαδή, όταν υπάρχει επαρκής νομική βάση, για την απαίτηση, και ιδίως εκεί όπου η απαίτηση θεμελιώνεται σε νομοθετική ή κανονιστική διάταξη ή σε παγιωμένη νομολογία.

 

Στην προκείμενη περίπτωση, με το Άρθρο 3 του Νόμου όταν οι προϋποθέσεις πληρούνται, επιβάλλεται συμψηφισμός του ποσού της χορήγησης, με την ονομαστική αξία των αξιογράφων ή μετοχών (του δανειολήπτη), αφαιρουμένης της τρέχουσας αξίας των μετοχών, κατά την ημερομηνία αναδιάρθρωσης. Επίσης περιορίζεται, κατά τρόπον ανεπίτρεπτο, το ποσό που το Πιστωτικό Ίδρυμα μπορεί να διεκδικήσει, έτσι ώστε το μέγιστον ποσό διεκδίκησης να είναι η οφειλή σύμφωνα με την αρχικά συναφθείσα σύμβαση για παροχή χορήγησης εκ μέρους του Πιστωτικού Ιδρύματος, με συμβατικό τόκο και τόκο υπερημερίας ο οποίος δεν μπορεί να υπερβαίνει το 2%. Με το Άρθρο 3 του Νόμου περιορίζεται ακόμα και ο συμβατικός τόκος και ο τόκος υπερημερίας, επί των καθυστερημένων δόσεων αλλά και άλλα έξοδα τα οποία επιβλήθηκαν από την 29.3.2013 και μετά, τα οποία δεν μπορούν να περιλαμβάνονται στη διεκδίκηση του Πιστωτικού Ιδρύματος εναντίον του δανειολήπτη. 

 

Με το Άρθρο 3 του Νόμου περιορίζονται δικαιώματα περιουσιακής φύσης και κεκτημένα οικονομικά συμφέροντα, υπό την έννοια που επεξηγήθηκε ανωτέρω, κατά τρόπον ανεπίτρεπτον από το Άρθρο 23 του Συντάγματος.

 

Εκτός από τον ανεπίτρεπτο περιορισμό στο δικαίωμα περιουσίας υπάρχει και ανεπίτρεπτος περιορισμός στο δικαίωμα του «συμβάλλεσθαι ελευθέρως», που κατοχυρώνεται από το Άρθρο 26 του Συντάγματος, όπως επεξηγήθηκε από τη νομολογία μας, εφόσον με το Άρθρο 3 περιορίζονται τα συμφωνηθέντα συμβατικά δικαιώματα του Πιστωτικού Ιδρύματος, έναντι συγκεκριμένων δανειοληπτών (Δέστε: Πρόεδρος της Δημοκρατίας v. Βουλής των Αντιπροσώπων (1997) 3 Α.Α.Δ. 36, In re Efthmiou (1987) 1 C.L.R. 329 και  Πρόεδρος της Δημοκρατίας v. Βουλής των Αντιπροσώπων (2017) 3 , ECLI:CY:AD:2017:C21A.A.Δ. 14).

 

Το Ανώτατο Δικαστήριο γνωματεύοντας επί Αναφοράς του Προέδρου της Δημοκρατίας δεν μπορεί να υπεισέλθει στα κίνητρα ή στους σκοπούς της Βουλής κατά τη θέσπιση ενός Νόμου αλλά περιορίζεται στην γνώμη του αναφορικά με το κατά πόσον ο Νόμος είναι αντισυνταγματικός ή όχι (στο σύνολό του ή εν μέρει), αντιπαραβαλλόμενος με τα σχετικά Άρθρα και τις σχετικές θεμελιωμένες αρχές του Συντάγματος.

 

Στην προκείμενη περίπτωση θεωρούμε ότι το Άρθρο 3 του Νόμου καταστρατηγεί τα Άρθρα 23 και 26 του Συντάγματος και επομένως γνωμοδοτούμε ότι είναι αντισυνταγματικό.

 

Υπό τις περιστάσεις δεν είναι απαραίτητο να εξετάσουμε τους άλλους λόγους ακυρότητας που επικαλείται ο Αιτητής ή την εγκυρότητα της ένστασης της Καθ' ης η αίτηση.

 

Η παρούσα Γνωμάτευση κοινοποιείται, σύμφωνα με το Άρθρο 140.2 του Συντάγματος, στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και στη Βουλή των Αντιπροσώπων.

 

Γνωμάτευση ως ανωτέρω.

 

 

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο