ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2017:C85
(2017) 3 ΑΑΔ 226
16 Μαρτίου, 2017
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΠΑΝΑΓΗ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΛΙΑΤΣΟΣ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/στές]
Αναφορικα με το αρθρο 140 του ΣυνταγματοΣ
ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Αιτητής,
v.
ΒΟΥΛΗΣ ΤΩΝ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΩΝ (ΑΡ. 2),
Καθ' ης η αίτηση.
(Αναφορά Αρ. 1/2016)
Συνταγματικό Δίκαιο ― Συνταγματικότητα Νόμου ― Παραβίαση Άρθρου 23 του Συντάγματος για το δικαίωμα ιδιοκτησίας και του Άρθρου 26 του Συντάγματος του δικαιώματος να συμβάλλεσθαι ελευθέρως.
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας επιζήτησε με την παρούσα αναφορά γνωμάτευση του Ανωτάτου Δικαστηρίου για το κατά πόσον ο Νόμος με συνοπτικό τίτλο «Ο περί Εξυγίανσης Πιστωτικών Ιδρυμάτων και Επενδυτικών Υπηρεσιών (Τροποποιητικός) Νόμος του 2016» (ο Νόμος) είναι αντίθετος και ασύμφωνος με τα Άρθρα 21, 23, 26 και 35 του Συντάγματος της Δημοκρατίας.
Η Πλήρης Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, γνωματεύοντας ότι ο συγκεκριμένος νόμος καταστρατηγεί τα Άρθρα 23 και 26 του Συντάγματος έκρινε ότι είναι αντισυνταγματικός και αποφάσισε ότι:
Ο Νόμος και συγκεκριμένα το Άρθρο 30Α, το οποίο προστίθεται με το Νόμο, στο βασικό Νόμο, παραβιάζει τα Άρθρα 23 και 26 του Συντάγματος, για τους λόγους που θα εξηγήσουμε.
Με το Νόμο επιβάλλεται στους υπόλοιπους ιδιοκτήτες μετοχών (εκτός από τους επηρεαζόμενους) στα υπό εξυγίανση Πιστωτικά Ιδρύματα, ότι το ποσοστό των διοικητικών συμβούλων οι οποίοι εκλέγονται από τους επηρεαζομένους μετόχους και ανεξαρτήτως του ποσοστού τους στην ιδιοκτησία του συνόλου των μετοχών, θα είναι τουλάχιστον 20% και τούτο εις βάρος των μή επηρεαζομένων μετόχων. Αυτό σημαίνει ότι οι μή επηρεαζόμενοι μέτοχοι στερούνται του δικαιώματος της, κατ' αναλογίαν των μετοχών τους, εκπροσώπησης τους στο διοικητικό συμβούλιο των Ιδρυμάτων, διά των προσώπων που οι ίδιοι επιλέγουν να τους εκπροσωπούν στο διοικητικό συμβούλιο.
Αυτό καταστρατηγεί και το δικαίωμα του «συμβάλλεσθαι ελευθέρως», το οποίο κατοχυρώνεται από το Άρθρο 26 του Συντάγματος, αλλά και το δικαίωμα ιδιοκτησίας που κατοχυρώνεται από το Άρθρο 23 του Συντάγματος. Το δικαίωμα του «συμβάλλεσθαι ελευθέρως» έχει επεξηγηθεί στη νομολογία μας ως δικαίωμα που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, την ελευθερία της επιλογής του συμβαλλομένου, της διαμόρφωσης του περιεχομένου της συμφωνίας και της προσχώρησης ή μη σε σύμβαση. Στην προκείμενη περίπτωση με την επιβολή, στους μη επηρεαζόμενους μετόχους, προσώπων που θα τους εκπροσωπούν στο διοικητικό συμβούλιο του υπό εξυγίανση Πιστωτικού Ιδρύματος, ανεξάρτητα από τη βούληση τους όπως αυτή εκφράζεται μέσα από ιδιωτικές εταιρικές συμβάσεις (το Άρθρο 21 του περί Εταιρειών Νόμου Κεφ. 113, είναι σχετικό), παραβιάζεται το δικαίωμα της ελευθερίας του συμβάλλεσθαι.
Ακόμα πιο σημαντική είναι η παραβίαση του δικαιώματος της περιουσίας των μή επηρεαζομένων μετόχων οι οποίοι στερούνται του δικαιώματος τους να εκπροσωπούνται στο διοικητικό συμβούλιο του Πιστωτικού Ιδρύματος κατ' αναλογίαν της ιδιοκτησίας των μετοχών τους. Το δικαίωμα ιδιοκτησίας, που κατοχυρώνεται στο Άρθρο 23 του Συντάγματος, επεκτείνεται και στο δικαίωμα που, οι μετοχές εκάστου μετόχου, του παρέχουν στην εκλογή μελών του διοικητικού συμβουλίου κατ' αναλογίαν προς τις μετοχές τους. Το ίδιο δικαίωμα προστατεύεται και από το Άρθρο 1 του Πρωτοκόλλου Ι της ΕΣΔΑ. Με το Νόμο τίθεται περιορισμός στην απόλαυση των δικαιωμάτων των μετόχων, τα οποία απορρέουν από τις μετοχές τους στο υπό εξυγίανση ίδρυμα και συγκεκριμένα στην άσκηση του δικαιώματος που απορρέει από τις μετοχές τους να αποφασίζουν και να επιλέγουν, κατ' αναλογίαν προς την αξία των μετοχών τους, τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου του συγκεκριμένου ιδρύματος και κατ' επέκταση να επηρεάζουν τη διαχείριση του ιδρύματος.
Ολόκληρος ο Νόμος περιλαμβάνει ουσιαστικά την προσθήκη του νέου Άρθρου 30Α στο βασικό Νόμο και δεν μπορεί να διαχωριστεί.
Για τους πιο πάνω λόγους κρίθηκε από την Πλήρης Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου ότι ο Νόμος καταστρατηγεί τα Άρθρα 23 και 26 του Συντάγματος και επομένως γνωματεύομε ότι είναι αντισυνταγματικός.
Γνωμάτευση ως ανωτέρω.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Πρόεδρος της Δημοκρατίας v. Βουλής των Αντιπροσώπων (1997) 3 Α.Α.Δ. 36,
In re Efthymiou (1987) 1 C.L.R. 329,
Πρόεδρος της Δημοκρατίας v. Βουλής των Αντιπροσώπων (2017) 3 , ECLI:CY:AD:2017:C21A.A.Δ. 14,
Tadeusz Olczak v. Poland, Αίτηση αρ. 30417/1996.
Αναφορά.
Γνωμάτευση κατά πόσον ο Νόμος με συνοπτικό τίτλο «Ο περί Εξυγίανσης Πιστωτικών Ιδρυμάτων και Επενδυτικών Υπηρεσιών (Τροποποιητικός) Νόμος του 2016» είναι αντίθετος και ασύμφωνος με τα Άρθρα 21, 23, 26 και 35 του Συντάγματος της Δημοκρατίας.
Δ. Λυσάνδρου και Ν. Ιωάννου (κα), Ανώτεροι Δικηγόροι της Δημοκρατίας για τον Αιτητή.
Θ. Ιωαννίδης με Μ. Ιωαννίδου (κα), για την Καθ' ης η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η Γνωμάτευση είναι ομόφωνη και θα δοθεί από τον Νικολάτο, Π..
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Με την παρούσα Αναφορά ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ζητά γνωμάτευση του Ανωτάτου Δικαστηρίου για το κατά πόσον ο Νόμος με συνοπτικό τίτλο «Ο περί Εξυγίανσης Πιστωτικών Ιδρυμάτων και Επενδυτικών Υπηρεσίων (Τροποποιητικός) Νόμος του 2016» (ο Νόμος) είναι αντίθετος και ασύμφωνος με τα Άρθρα 21, 23, 26 και 35 του Συντάγματος της Δημοκρατίας.
Με το Νόμο, προστίθεται στον περί Εξυγίανσης Πιστωτικών Ιδρυμάτων και Επενδυτικών Εταιρειών Νόμο του 2016 (Νόμος 22(Ι)/2016 - ο βασικός Νόμος) το νέο Άρθρο 30Α το οποίο προβλέπει τα ακόλουθα:
30Α.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία προς εφαρμογή μέτρων εξυγίανσης, επηρεαζόμενα πρόσωπα αποκτούν μετοχές στο κεφάλαιο του υπό εξυγίανση ιδρύματος, τα πρόσωπα αυτά αποκτούν δικαίωμα εκπροσώπησης στο διοικητικό συμβούλιο αυτού, δια της εκλογής αριθμού μελών που αντιστοιχεί σε ποσοστό τουλάχιστον είκοσι επί τοις εκατόν (20%) του συνόλου των μελών του διοικητικού συμβουλίου.
(2) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου ισχύουν για περίοδο πέντε (5) ετών από την ημερομηνία εφαρμογής του μέτρου της διάσωσης με ίδια μέσα, ανεξαρτήτως εάν το υπό εξυγίανση ίδρυμα κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής έχει εξέλθει από το καθεστώς εξυγίανσης.
(3) Για σκοπούς συμμόρφωσης με τις διατάξεις του εδαφίου (1) διενεργείται ξεχωριστή ψηφοφορία στην οποία μετέχουν μόνο τα επηρεαζόμενα πρόσωπα κατ' επιλογήν τους.
(4) Κατά τη διαδικασία της ψηφοφορίας, κάθε επηρεαζόμενο πρόσωπο έχει δικαίωμα μιας ψήφου για κάθε μετοχή που αυτό κατέχει στο κεφάλαιο του υπό εξυγίανση ιδρύματος.
(5) Το υπό εξυγίανση ίδρυμα οφείλει εντός προθεσμίας ενός (1) μηνός από την εφαρμογή του μέτρου της διάσωσης με ίδια μέσα, ή στην περίπτωση που τα μέτρα εξυγίανσης είχαν ληφθεί πριν από την έναρξη της ισχύος των διατάξεων του περί Εξυγίανσης Πιστωτικών Ιδρυμάτων και Επενδυτικών Εταιρειών (Τροποποιητικού) Νόμου του 2016, εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών από την ημερομηνία κατά την οποία οι διατάξεις του παρόντος άρθρου τίθενται σε ισχύ, να λάβει όλα τα αναγκαία μέτρα προς συμμόρφωση με τις διατάξεις των εδαφίων (1) και (3), περιλαμβανομένης της σύγκλησης γενικής συνέλευσης στην οποία να καλείται κάθε επηρεαζόμενο πρόσωπο.
(6) Κατά τη γενική συνέλευση που συγκαλείται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος εδαφίου -
(α) εάν υπάρχει ικανοποιητικός αριθμός κενών θέσεων στο διοικητικό συμβούλιο ώστε με την πλήρωση τους να ικανοποιούνται οι διατάξεις του εδαφίου (1), τότε διεξάγεται ψηφοφορία για την πλήρωση των θέσεων αυτών, στην οποία δικαίωμα ψήφου έχουν μόνο τα επηρεαζόμενα πρόσωπα.
(β) εάν δεν υπάρχει ικανοποιητικός αριθμός κενών θέσεων τότε -
(i) Η θητεία των υφιστάμενων μελών του διοικητικού συμβουλίου τερματίζεται και τα εν λόγω μέλη θεωρούνται ικανά προς επανεκλογήν,
(ii) Διεξάγεται ψηφοφορία στην οποία μετέχουν όλοι οι μέτοχοι για την ανάδειξη του ογδόντα τοις εκαντόν (80%) των μελών του διοικητικού συμβουλίου, και
(iii) Διεξάγεται επιπρόσθετη ψηφοφορία στην οποία μετέχουν μόνο τα επηρεαζόμενα πρόσωπα για την ανάδειξη του υπολοίπου είκοσι τοις εκαντόν (20%) των μελών του διοικητικού συμβουλίου.
(7) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται ανεξαρτήτως των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου εν ισχύι Νόμου, Κανονισμού ή οδηγίας ή των προνοιών του καταστατικού του υπό εξυγίανση ιδρύματος.»
Είναι η θέση του Αιτητή ότι με το Νόμο επιβάλλεται υποχρέωση στα υπό Εξυγίανση Ιδρύματα να παραχωρήσουν τουλάχιστον το 20% των θέσεων στο Διοικητικό τους Συμβούλιο, σε μετόχους που έχουν επηρεαστεί από μέτρα διάσωσης με ίδια μέσα ή από μέτρα πώλησης εργασιών (επηρεαζόμενα πρόσωπα) ανεξαρτήτως της αναλογίας των μετοχών τους στο σύνολο των μετοχών του Ιδρύματος, και ανεξαρτήτως της βούλησης των υπολοίπων μετόχων και του ίδιου του Ιδρύματος.
Κατά τον Αιτητή, με το Νόμο παραβιάζεται το Άρθρο 26 του Συντάγματος με το οποίο κατοχυρώνεται το δικαίωμα του «συμβάλλεσθαι ελευθέρως», επειδή επιβάλλεται στους υπόλοιπους μετόχους, οι οποίοι δεν συνιστούν επηρεαζόμενα πρόσωπα, αλλά και στην ίδια την εταιρεία (το πιστωτικό ίδρυμα) να παραχωρήσουν τουλάχιστον το 20% των θέσεων στο Διοικητικό Συμβούλιο του Ιδρύματος, σε επηρεαζόμενους μετόχους, ανεξαρτήτως της θελήσεως των υπολοίπων.
Κατά τον Αιτητή, με το Νόμο παραβιάζεται και το Άρθρο 23 του Συντάγματος το οποίο προστατεύει το δικαίωμα απόκτησης, κυριότητας, κατοχής, απόλαυσης και διάθεσης κινητής ή ακίνητης ιδιοκτησίας. Αιτιολογείται αυτή η θέση με το σκεπτικό ότι η ιδιοκτησία μετοχών στα υπό Εξυγίανση Ιδρύματα περιλαμβάνει και το ανάλογο δικαίωμα άσκησης επιλογής Μελών του Διοικητικού Συμβουλίου στα εν λόγω ιδρύματα, δικαίωμα που εφόσον απορρέει από την ιδιοκτησία των μετοχών είναι και αυτό, κατ' επέκταση, περιουσιακό δικαίωμα.
Είναι, επιπρόσθετα, θέση του Αιτητή ότι η ένσταση της Καθ' ης η αίτηση είναι δικονομικά απαράδεκτη και απορριπτέα. Τούτο διότι η ένσταση δεν συνάδει με τον Κανονισμό 5(1) του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, καθότι δεν έγινε σύμφωνα με το Έντυπο αρ. 2 του Παραρτήματος του Διαδικαστικού Κανονισμού. Αυτή η παρατυπία είναι μοιραία για την ένσταση, εισηγείται ο Έντιμος Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, ο οποίος εμφανίζεται για τον Αιτητή.
Παρά την προδικαστική ένσταση επί της ένστασης, θεωρούμε ότι, εφόσον ζητείται γνωμοδότηση από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, για τη συνταγματικότητα Νόμου, αυτή καθηκόντως θα πρέπει να δοθεί ανεξάρτητα από την εγκυρότητα της ένστασης.
Ενόψει των προαναφερομένων εισηγήσεων ο Αιτητής ζητά όπως ολόκληρος ο Νόμος θεωρηθεί ως αντισυνταγματικός εφόσον το Άρθρο 3 του Νόμου, με το οποίο προστίθεται το Άρθρο 30Α στο βασικό Νόμο, είναι αναπόσπαστο και αδιαχώριστο από τις λοιπές διατάξεις του Νόμου.
Είναι η θέση της Καθ' ης η αίτηση ότι δεν υπάρχει οποιαδήποτε παραβίαση οποιουδήποτε Άρθρου του Συντάγματος από τον υπό εξέταση Νόμο, ούτε και τίθεται ζήτημα ακυρότητας της ένστασης της Καθ' ης η αίτηση. Στην προκείμενη περίπτωση δεν περιορίζεται καθ' οιονδήποτε τρόπον το δικαίωμα του «συμβάλλεσθαι ελευθέρως» καθότι δεν υπάρχει οποιοσδήποτε περιορισμός στο δικαίωμα απόκτησης μετοχών στα υπό Εξυγίανση Πιστωτικά Ιδρύματα. Εν πάση περιπτώσει οι επηρεαζόμενοι μέτοχοι υπέρ των οποίων έγινε ο Νόμος είναι τα άτομα των οποίων τα συμβατικά δικαιώματα περιορίστηκαν στο παρελθόν, λόγω επέμβασης της Νομοθετικής και της Εκτελεστικής Εξουσίας, οι οποίες προέβησαν σε διενέργεια εξυγίανσης και σε μέτρα διάσωσης των Πιστωτικών Ιδρυμάτων, με ίδια μέσα. Πρόκειται δηλαδή για αντισταθμιστικά μέτρα που ο Νομοθέτης λαμβάνει για να αντισταθμίσει τον περιορισμό των συμβατικών δικαιωμάτων που ο ίδιος επέφερε, με το βασικό Νόμο, εις βάρος των επηρεαζομένων προσώπων. Επομένως ο υπό εξέταση Νόμος δεν μπορεί να είναι αντισυνταγματικός.
Όσον αφορά το Άρθρο 23 του Συντάγματος ο ευπαίδευτος συνήγορος της Καθ' ης η αίτηση εισηγήθηκε ότι ο περιορισμός που επιβάλλεται από το Νόμο γίνεται για ένα από τους σκοπούς που ρητά αναφέρονται στην παράγραφο 3 του Άρθρου 23 του Συντάγματος και συγκεκριμένα την προστασία των δικαιωμάτων τρίτων. Ο Νόμος δηλαδή διασώζεται δυνάμει του Άρθρου 23.3 του Συντάγματος επειδή ο περιορισμός που επιβάλλεται είναι απολύτως αναγκαίος για την προστασία των οικονομικών συμφερόντων και δικαιωμάτων τρίτων προσώπων.
Εξετάσαμε με προσοχή όλα τα ενώπιον μας στοιχεία και ειδικά τις πρόνοιες του Νόμου μέσα στο πλαίσιο της τροποποίησης του βασικού Νόμου και αντιπαραθέσαμε τις πρόνοιες του Νόμου με τα Άρθρα 23 και 26 του Συντάγματος. Βοηθηθήκαμε στο έργο μας από τις ικανές αγορεύσεις των ευπαιδεύτων συνηγόρων των δύο πλευρών. Καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι ο Νόμος και συγκεκριμένα το Άρθρο 30Α, το οποίο προστίθεται με το Νόμο, στο βασικό Νόμο, παραβιάζει όντως τα Άρθρα 23 και 26 του Συντάγματος, για τους λόγους που θα εξηγήσουμε.
Με το Νόμο επιβάλλεται στους υπόλοιπους ιδιοκτήτες μετοχών (εκτός από τους επηρεαζόμενους) στα υπό εξυγίανση Πιστωτικά Ιδρύματα, ότι το ποσοστό των διοικητικών συμβούλων οι οποίοι εκλέγονται από τους επηρεαζομένους μετόχους και ανεξαρτήτως του ποσοστού τους στην ιδιοκτησία του συνόλου των μετοχών, θα είναι τουλάχιστον 20% και τούτο εις βάρος των μή επηρεαζομένων μετόχων. Αυτό σημαίνει ότι οι μή επηρεαζόμενοι μέτοχοι στερούνται του δικαιώματος της, κατ' αναλογίαν των μετοχών τους, εκπροσώπησης τους στο διοικητικό συμβούλιο των Ιδρυμάτων, διά των προσώπων που οι ίδιοι επιλέγουν να τους εκπροσωπούν στο διοικητικό συμβούλιο.
Κατά την κρίση μας αυτό καταστρατηγεί και το δικαίωμα του «συμβάλλεσθαι ελευθέρως», το οποίο κατοχυρώνεται από το Άρθρο 26 του Συντάγματος, αλλά και το δικαίωμα ιδιοκτησίας που κατοχυρώνεται από το Άρθρο 23 του Συντάγματος. Το δικαίωμα του «συμβάλλεσθαι ελευθέρως» έχει επεξηγηθεί στη νομολογία μας ως δικαίωμα που περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, την ελευθερία της επιλογής του συμβαλλομένου, της διαμόρφωσης του περιεχομένου της συμφωνίας και της προσχώρησης ή μη σε σύμβαση (Δέστε: Πρόεδρος της Δημοκρατίας v. Βουλής των Αντιπροσώπων (1997) 3 Α.Α.Δ. 36, In re Efthymiou (1987) 1 C.L.R. 329 και Πρόεδρος της Δημοκρατίας v. Βουλής των Αντιπροσώπων(2017) 3 , ECLI:CY:AD:2017:C21A.A.Δ. 14). Στην προκείμενη περίπτωση με την επιβολή, στους μη επηρεαζόμενους μετόχους, προσώπων που θα τους εκπροσωπούν στο διοικητικό συμβούλιο του υπό εξυγίανση Πιστωτικού Ιδρύματος, ανεξάρτητα από τη βούληση τους όπως αυτή εκφράζεται μέσα από ιδιωτικές εταιρικές συμβάσεις (το Άρθρο 21 του περί Εταιρειών Νόμου Κεφ. 113, είναι σχετικό), παραβιάζεται το δικαίωμα της ελευθερίας του συμβάλλεσθαι.
Ακόμα πιο σημαντική είναι η παραβίαση του δικαιώματος της περιουσίας των μή επηρεαζομένων μετόχων οι οποίοι στερούνται του δικαιώματος τους να εκπροσωπούνται στο διοικητικό συμβούλιο του Πιστωτικού Ιδρύματος κατ' αναλογίαν της ιδιοκτησίας των μετοχών τους. Το δικαίωμα ιδιοκτησίας, που κατοχυρώνεται στο Άρθρο 23 του Συντάγματος, επεκτείνεται και στο δικαίωμα που, οι μετοχές εκάστου μετόχου, του παρέχουν στην εκλογή μελών του διοικητικού συμβουλίου κατ' αναλογίαν προς τις μετοχές τους. Το ίδιο δικαίωμα προστατεύεται και από το Άρθρο 1 του Πρωτοκόλλου Ι της ΕΣΔΑ, όπως επεξηγήθηκε και στη νομολογία του ΕΔΔΑ (Δέστε: Αίτηση αρ. 30417/1996, Tadeusz Olczak v. Poland). Το ΕΔΔΑ, σε εκείνη την απόφαση, παρατήρησε ότι ιδιοκτησία μετοχής σε εταιρεία περιλαμβάνει, εκτός των άλλων, και το ανάλογο δικαίωμα ψήφου αλλά και επιρροής ως προς τη διαχείριση της εταιρείας. Με το Νόμο τίθεται περιορισμός στην απόλαυση των δικαιωμάτων των μετόχων, τα οποία απορρέουν από τις μετοχές τους στο υπό εξυγίανση ίδρυμα και συγκεκριμένα στην άσκηση του δικαιώματος που απορρέει από τις μετοχές τους να αποφασίζουν και να επιλέγουν, κατ' αναλογίαν προς την αξία των μετοχών τους, τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου του συγκεκριμένου ιδρύματος και κατ' επέκταση να επηρεάζουν τη διαχείριση του ιδρύματος.
Η θέση της Καθ' ης η αίτηση ότι ο προαναφερόμενος περιορισμός μπορεί να διασωθεί δυνάμει της παραγράφου 3 του Άρθρου 23 του Συντάγματος, επειδή είναι απαραίτητος για την προστασία δικαιωμάτων τρίτων, δεν μπορεί να γίνει δεκτή, καθότι η προστασία των δικαιωμάτων τρίτων (των επηρεαζομένων μετόχων) δεν είναι επιτρεπτό να γίνεται εις βάρος των συνταγματικά κατοχυρωμένων περιουσιακών δικαιωμάτων των υπολοίπων μετόχων. Εν πάση περιπτώσει, η οποιαδήποτε τυχόν θεραπεία στα ενδιαφερόμενα πρόσωπα για την απώλεια των μετοχών τους, δεν μπορεί να έχει τη μορφή παροχής θέσεων στο Διοικητικό Συμβούλιο της εταιρείας.
Ολόκληρος ο Νόμος περιλαμβάνει ουσιαστικά την προσθήκη του νέου Άρθρου 30Α στο βασικό Νόμο και δεν μπορεί να διαχωριστεί.
Για τους λόγους που εξηγήσαμε κρίνουμε ότι ο Νόμος καταστρατηγεί τα Άρθρα 23 και 26 του Συντάγματος και επομένως γνωματεύομε ότι είναι αντισυνταγματικός. Υπό τις περιστάσεις δεν θεωρούμε σκόπιμο να εξετάσουμε τους υπόλοιπους λόγους στους οποίους βασίζεται ο Αιτητής.
Η παρούσα Γνωμάτευση κοινοποιείται, σύμφωνα με το Άρθρο 140.2 του Συντάγματος, στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και στη Βουλή των Αντιπροσώπων.
Γνωμάτευση ως ανωτέρω.