ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Νικολάτος, Μύρων-Μιχαήλ Γεωργίου Κώστας Χατζηϊωάννου, μαζί με Νίτσα Χατζη?ωάννου (κα), για την Εφεσείουσα. Νίκη Κλεάνθους (κα), για Χρίστο Τριανταφυλλίδη, για τον Εφεσίβλητο. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2017-07-11 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΡΧΗ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ ν. ΕΠΙΤΡΟΠΟΥ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΩΝ, Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 140/2010, 11/7/2017 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2017:D257

(2017) 3 ΑΑΔ 612

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 140/2010)

 

11 Ιουλίου, 2017

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Προέδρος]

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ,

ΛΙΑΤΣΟΣ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/στές]

 

ΑΡΧΗ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,

Εφεσείουσα-Αιτήτρια,

ν.

 

ΕΠΙΤΡΟΠΟΥ ΡΥΘΜΙΣΗΣ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΩΝ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΤΑΧΥΔΡΟΜΕΙΩΝ

Εφεσίβλητου-Καθ' ου η Αίτηση.

_________________________

 

Κώστας Χατζηϊωάννου, μαζί με Νίτσα Χατζηïωάννου (κα), για την Εφεσείουσα.

Νίκη Κλεάνθους (κα), για Χρίστο Τριανταφυλλίδη, για τον Εφεσίβλητο.

_________________________

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.:  Την  ομόφωνη  απόφαση του Δικαστηρίου

θα δώσει ο Δικαστής Γ.Ν. Γιασεμής.

_________________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.:  Η διαφορά με την οποία ασχολείται η παρούσα έφεση ανεφύη μεταξύ της εφεσείουσας, Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου, (η «Α.ΤΗ.Κ.»), και του εφεσίβλητου Επιτρόπου Ρύθμισης Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων, (ο «Επίτροπος»).  Η Α.ΤΗ.Κ. αποτελεί οργανισμό δημοσίου δικαίου, ο οποίος ιδρύθηκε και λειτουργεί με βάση τον περί Υπηρεσίας Τηλεπικοινωνιών Νόμο, Κεφ. 302, (όπως αυτός έχει τροποποιηθεί), και παρέχει, μεταξύ άλλων, υπηρεσίες σταθερής και κινητής τηλεφωνίας.  ΄Οσον αφορά το θεσμό του Επιτρόπου, αυτός καθιερώθηκε με τον περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμο του 2004, (Ν. 112(Ι)/2004), (όπως αυτός έχει τροποποιηθεί), (ο «Ν. 112(Ι)/2004»), στον οποίο καθορίζονται οι αρμοδιότητες, οι εξουσίες και τα καθήκοντά του.

 

Η Α.ΤΗ.Κ., ως ο καθορισθείς Οργανισμός με σημαντική ισχύ στις αγορές διασύνδεσης (σταθερής και κινητής τηλεφωνίας), δημοσίευσε, ως όφειλε, στις 30.4.2007, στην ιστοσελίδα της, το Υπόδειγμα Προσφοράς Διασύνδεσης Α.ΤΗ.Κ. 2007, (το «Υ.Π.Δ.»), για την παροχή πρόσβασης προς τους ενδιαφερόμενους εναλλακτικούς παροχείς.  Ο Επίτροπος, ασκώντας τις υπό του Ν. 112(Ι)/2004 εξουσίες του, εξέδωσε το Διάταγμα 958 του 2007, με το οποίο επέβαλε τροποποιήσεις στο Υ.Π.Δ.  Μία από τις επιβαλλόμενες τροποποιήσεις αφορούσε τον όρο 2.6 του Παραρτήματος 1 αυτού, υπό τον τίτλο «Τερματισμός σε Υπηρεσίες Υπερτιμημένων Κλήσεων», είχε δε, ως αποτέλεσμα, τη διαμόρφωσή του ως εξής:-

 

«2.6.1  Η πρόσβαση σε υπηρεσίες υπερτιμημένων κλήσεων που παρέχονται από την ΑΤΗΚ περιλαμβάνει την παραλαβή κλήσεων που προέρχονται από το Δίκτυο Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών του Παροχέα και παραδίνονται σε Σημείο Διασύνδεσης με το Σταθερό Δημόσιο Δίκτυο Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών της ΑΤΗΚ για τερματισμό σε υπηρεσίες υπερτιμημένων κλήσεων, οι οποίες διακρίνονται από το εύρος αρίθμησης 900ΧΧΧΧΧ και 909ΧΧΧΧΧ.

 

2.6.2    Η ΑΤΗΚ θα αποδέχεται και θα τερματίζει κλήσεις από όπου και εάν αυτές εκκινούν [σταθερή ή κινητή (προπληρωμένη ή συνδρομητική υπηρεσία) τηλεφωνία] σε υπηρεσίες υπερτιμημένων κλήσεων με αρίθμηση που εμπίπτει στο εύρος αριθμών που έχουν εκχωρηθεί από τον Επίτροπο.»

 

 

 

Κατά την κρίση του Επιτρόπου, βάσει της τροποποίησης, η Α.ΤΗ.Κ., ως Υπόχρεος Οργανισμός Προσφοράς Υπηρεσιών Διασύνδεσης, όφειλε να παρέχει υπηρεσίες τερματισμού σε υπερτιμημένες κλήσεις σε όλους τους χρήστες κινητής τηλεφωνίας, ανεξάρτητα αν αυτοί ήταν χρήστες προπληρωμένης ή συνδρομητικής κινητής τηλεφωνίας.  Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον Επίτροπο, ο όρος 2.6.2 δεν περιοριζόταν στις κλήσεις που διενεργούνταν μέσω συνδρομητικής κινητής τηλεφωνίας σε σχέση με αριθμούς με εύρος αρίθμησης 900 και 909, τους αναφερόμενους, δηλαδή, στον όρο 2.6.1, αλλά κάλυπτε και κλήσεις προπληρωμένης κινητής τηλεφωνίας ("so easy") της Α.ΤΗ.Κ.  Συνεπώς, η τελευταία υποχρεούτο να παρέχει τις περιγραφείσες υπηρεσίες σε όλες τις περιπτώσεις.  Διαφορετική φαίνεται να ήταν η θέση της Α.ΤΗ.Κ.

 

Κατόπιν παραστάσεων συγκεκριμένου παροχέα, της εταιρείας Primetel PLC, ότι η Α.ΤΗ.Κ. δεν της παρείχε, ως η συμφωνία τους ημερομηνίας 7.1.2008, υπηρεσίες τερματισμού σε υπερτιμημένες κλήσεις όταν αυτές εκκινούσαν από την προπληρωμένη υπηρεσία κινητής τηλεφωνίας της τελευταίας, ο Επίτροπος αποφάσισε την έναρξη διαδικασίας επιβολής διοικητικού προστίμου για ενδεχόμενη παράβαση εκ μέρους της Α.ΤΗ.Κ. και την ενημέρωσε, ανάλογα, αποστέλλοντάς της όλα τα σχετικά στοιχεία και καλώντας την να υποβάλει τις γραπτές παραστάσεις της.  Με τη συμπλήρωση της διαδικασίας, ο Επίτροπος έκρινε ότι η Α.ΤΗ.Κ. είχε παραβεί την επιβαλλόμενη από το Διάταγμα 958 του 2007 υποχρέωσή της, παρά το ότι είχε, στο μεταξύ, συμμορφωθεί με αυτή, για τη χρονική περίοδο από 29.8.2007 μέχρι 27.3.2008, και της επέβαλε διοικητικό πρόστιμο, ύψους €8.000,00.  Η εν λόγω απόφαση δε βρήκε σύμφωνη την Α.ΤΗ.Κ., η οποία, προς το σκοπό ακύρωσής της, καταχώρισε την προσφυγή αρ. 1205/2008.  Ούτε, όμως, και η προσπάθειά της αυτή είχε θετικό αποτέλεσμα, οπότε καταχώρισε εναντίον της πρωτόδικης απορριπτικής απόφασης την παρούσα έφεση.

 

Η Α.ΤΗ.Κ., εφεσείουσα, πλέον, με πέντε, συνολικά, λόγους, (οι υπ' αρ. 2, 3 και 4, ουσιαστικά, συμπλέκονται), αμφισβητεί την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης.  Βρίσκεται, έτσι, αντιμέτωπη με τον εφεσίβλητο Επίτροπο, ο οποίος αντιτείνει ότι η υπό αναφορά απόφασή του, ημερομηνίας 20.6.2008, λήφθηκε ορθά, στη βάση των σχετικών άρθρων του Ν. 112(Ι)/2004 και των διατάξεων του Συντάγματος και υπό το φως όλων των ουσιωδών δεδομένων της υπόθεσης.  Τοιουτοτρόπως, υποστηρίζει την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης.

 

Προβλήθηκε πρωτόδικα και απορρίφθηκε ότι το όλο υπόβαθρο της προσβαλλόμενης απόφασης εξαφανίστηκε, ως εκ του γεγονότος ότι τρεις αποφάσεις του Επιτρόπου, (ΑΕ 51/06, ΑΕ 52/06 και ΑΕ 55/06), οι οποίες αποτέλεσαν, μεταξύ άλλων, τη νομιμοποιητική βάση αυτής, ακυρώθηκαν σε αντίστοιχες προσφυγές, μετά την έγερση της υπό αναφορά προσφυγής.  Κρίθηκε, ειδικότερα, ότι ο συγκεκριμένος ισχυρισμός δεν εγειρόταν στα νομικά σημεία της προσφυγής, με αποτέλεσμα αυτός να μην μπορεί να εξεταστεί, και ότι το περιεχόμενο των εν λόγω τριών αποφάσεων του Επιτρόπου, καθώς και οι ισάριθμες ακυρωτικές αποφάσεις δε συζητήθηκαν, ώστε ο ισχυρισμός να τεκμηριωθεί νομικά και πραγματικά.  Πρωτοδίκως, κρίθηκε, επίσης, ότι η προσφυγή εκλάμβανε ως δεδομένη τη νομιμότητα της τροποποίησης στην οποία προέβη ο Επίτροπος και ότι η Α.ΤΗ.Κ. δεν μπορούσε να αμφισβητεί, εκ των υστέρων, τη νομιμότητα του υπόβαθρου, στη βάση του οποίου ενήργησε ο Επίτροπος, εφόσον αυτή ουδέποτε αμφισβήτησε τη νομιμότητα του τροποποιητικού Διατάγματος 958 του 2007.

 

Η εφεσείουσα, με τον πρώτο λόγο έφεσης, επαναφέρει, ουσιαστικά, τον προαναφερόμενο ισχυρισμό, υποβάλλοντας ότι το εκδικάσαν Δικαστήριο αντιμετώπισε εσφαλμένα το ζήτημα της ακύρωσης των υπό αναφορά αποφάσεων του Επιτρόπου, καθώς και των διαταγμάτων του ΔΕ 5/06 και ΔΕ 3/05.  Προβάλλει, ακόμη, ότι εσφαλμένα θεωρήθηκε ότι ο συγκεκριμένος ισχυρισμός δεν εγειρόταν στα νομικά σημεία της προσφυγής.

 

Το γεγονός της μη αμφισβήτησης, από μέρους της εφεσείουσας, της νομιμότητας του τροποποιητικού Διατάγματος 958 του 2007 αποβαίνει καθοριστικό για την ίδια, αφού, όπως πολύ ορθά διαπίστωσε το εκδικάσαν Δικαστήριο, αυτό της στερεί τη δυνατότητα αμφισβήτησης, εκ των υστέρων, της νομιμότητας του υπόβαθρου επί του οποίου στηρίχτηκε ο Επίτροπος, προκειμένου να προβεί στην έκδοσή του.  Κατά συνέπεια, δεν κρίνεται αναγκαίος οποιοσδήποτε σχολιασμός είτε των προαναφερθεισών αποφάσεων του Επιτρόπου είτε των ακυρωτικών αυτών αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

 

Περαιτέρω, η διαπίστωση του εκδικάσαντος Δικαστηρίου ότι ο συγκεκριμένος ισχυρισμός δεν εγειρόταν στα νομικά σημεία της προσφυγής κρίνεται απόλυτα ορθή.  Απλή ανάγνωση των νομικών σημείων της αίτησης ακύρωσης καταδεικνύει ότι αυτά περιορίστηκαν σε: παρερμηνεία του τροποποιηθέντος όρου 2.6 του Παραρτήματος 1 του Υ.Π.Δ., υπέρβαση των εξουσιών του Επιτρόπου, δυνάμει συγκεκριμένων προνοιών του Ν. 112(Ι)/2004 και των σχετικών Κανονισμών, παράνομη επιβολή τιμωρητικού προστίμου, παράβαση της αρχής της αναλογικότητας και έλλειψη αιτιολογίας και δέουσας έρευνας.

 

Με τους επόμενους τρεις λόγους έφεσης, οι οποίοι, όπως έχει προαναφερθεί, συμπλέκονται, η εφεσείουσα εισηγείται ότι το εκδικάσαν Δικαστήριο δεν αντιλήφθηκε ορθά τη φύση του Υ.Π.Δ., τους όρους 2.6.1 και 2.6.2 αυτού, ως και τη φύση του προϊόντος "so easy".  Είναι, ειδικότερα, η θέση της ότι το Υ.Π.Δ. αποτελεί τους ελάχιστους όρους και τεχνικά δεδομένα που η ίδια είναι υποχρεωμένη να περιλαμβάνει στις συμφωνίες διασύνδεσης που συνάπτει με άλλους παρόχους ηλεκτρονικών επικοινωνιών και ότι, εν προκειμένω, υπήρξε πλήρης συμμόρφωση, από μέρους της, με τις ρυθμιστικές της υποχρεώσεις, εφόσον αυτή περιέλαβε στη συμφωνία διασύνδεσης που συνομολόγησε με την Primetel PLC όλους τους όρους του Υ.Π.Δ.  ΄Οπως επισημαίνει, στην παρούσα περίπτωση, υπήρξε παρερμηνεία των προαναφερόμενων όρων του Υ.Π.Δ., καθόσον η εξουσία του Επιτρόπου εξαντλείτο στην, από μέρους του, διαπίστωση ότι οι συγκεκριμένοι όροι περιλαμβάνονταν στη συμφωνία της ίδιας με τον παροχέα και όχι στο αν αυτοί εφαρμόζονταν ή όχι.  ΄Αλλωστε, τονίζει, το προϊόν "so easy" πάντοτε διατίθετο ως προϊόν με βάση τη ζήτηση, το οποίο εμπεριείχε φραγή προς υπηρεσίες υπερτιμημένων κλήσεων και ο Επίτροπος δεν είχε δικαίωμα να παρέμβει με τη σχεδίαση του εν λόγω προϊόντος.

 

Το περιεχόμενο των όρων 2.6.1 και 2.6.2 του Υ.Π.Δ. έχει, ήδη, παρατεθεί.  Προκύπτει, με σαφήνεια, μέσα από αυτό, πως δεν υπήρξε οποιαδήποτε παρερμηνεία των συγκεκριμένων όρων.  Αντί δε οποιουδήποτε άλλου σχολιασμού, παρατίθενται οι διαπιστώσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου, σε ό,τι αφορά τους εν λόγω ισχυρισμούς, οι οποίες κρίνονται απολύτως ορθές:-

 

«Κατ' αρχάς, ο όρος[1], με την τροποποίηση του (958/07) κατέστη σαφέστατος, ώστε να καλύπτει και την προπληρωμένη υπηρεσία, που περιλαμβάνει τη so easy, η δε τροποποίηση έγινε ακριβώς προς τούτο.  Η ΑΤΗΚ δέχεται και ουδέποτε αμφισβήτησε τη νομιμότητα του τροποποιητικού διατάγματος του Επιτρόπου.  Οι δε εξουσίες του Επιτρόπου δεν περιορίζονται, όπως εισηγείται η ΑΤΗΚ, χωρίς να αναφέρεται στις πρόνοιες του νόμου, στη διασφάλιση περίληψης των όρων των διαταγμάτων του στις συμφωνίες, αλλά επεκτείνονται και στην υποβολή διοικητικού προστίμου για παραβάσεις, όπως προκύπτει από το άρθρο 20 του Νόμου και τα άρθρα 9 και 10 των Κανονισμών, ούτε μπορεί να γίνεται διάκριση στη βάση προϊόντος με βάση τη ζήτηση, αφού εδώ το κρινόμενο δεν είναι ο σχεδιασμός του προϊόντος από την ΑΤΗΚ αλλά η παροχή υπηρεσιών σε εναλλακτικούς παροχείς στα πλαίσια των υποχρεώσεών της ως Παροχέας Καθολικής Υπηρεσίας.»

 

 

 

Τέλος, η εφεσείουσα, με συγκεκριμένο λόγο έφεσης, προβάλλει ότι εσφαλμένα το εκδικάσαν Δικαστήριο δεν ασχολήθηκε και δεν έκρινε ότι παραβιάστηκαν οι αρχές της φυσικής δικαιοσύνης και της ισότητας, ως και οι πρόνοιες των ΄Αρθρων 12 και 30 του Συντάγματος και/ή ότι το πρόστιμο που επιβλήθηκε ήταν ποινικής φύσεως.  Ούτε το συγκεκριμένο παράπονο της εφεσείουσας κρίνεται δικαιολογημένο, αφού, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη απόφαση, ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής, σχολιάζοντας την εν λόγω εισήγηση, κατέγραψε ρητά ότι αυτή «έχει ήδη απαντηθεί στην καθοριστική νομολογία».  Προφανώς, είχε υπόψη του την απόφαση στην υπόθεση Α.ΤΗ.Κ. ν. Επιτρ. Ρυθμ. Ηλεκρ. Επικοιν. & Ταχυδρομείων (2010) 3 Α.Α.Δ. 286, που δόθηκε από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, όπου προβλήθηκαν πανομοιότυποι ισχυρισμοί και απορρίφθηκαν.  Να σημειωθεί ότι και η εν λόγω υπόθεση αφορούσε σε επιβολή διοικητικού προστίμου στην Α.ΤΗ.Κ.  Το ακόλουθο απόσπασμα, από τη σελίδα 289, είναι, ιδιαίτερα, διαφωτιστικό:-

 

«Ο ευπαίδευτος συνήγορος για την Α.ΤΗ.Κ. εδέχθη ενώπιον μας ότι, όσον αφορά τους λόγους έφεσης 1 και 2, οι οποίοι αφορούν το θέμα της φυσικής δικαιοσύνης, τη φύση του διοικητικού προστίμου και τη συνταγματικότητα, αυτοί απαντώνται πλήρως εναντίον της Α.ΤΗ.Κ. στην πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Α.ΤΗ.Κ. ν. Ε.Ρ.Η.Ε.Τ. (2009) 3 Α.Α.Δ. 465, η οποία επικύρωσε την εκεί πρωτόδικη απόφαση στην προσφυγή 1339/2005 στην οποία και είχε ιδιαιτέρως βασισθεί, πέραν της άλλης νομολογίας (ίδε και την απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στην υπόθεση Sigma Radio TV Ltd v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης (2004) 3 Α.Α.Δ. 134), ο αδελφός μας Δικαστής πρωτοδίκως για να απορρίψει τις σχετικές εισηγήσεις της Α.ΤΗ.Κ..  Μας κάλεσε όμως ο κ. Χατζηϊωάννου να αποστούμε από την απόφαση αυτή.  Δεν έχουμε λόγο να πράξουμε τούτο, αφού όλες οι διαστάσεις τις οποίες είχε υπ' όψη του ο κ. Χατζηϊωάννου ελήφθησαν υπ' όψη στη νομολογία που αναφέρεται και έτσι δεν θα μας απασχολήσουν οι λόγοι έφεσης 1 και 2.»

 

 

 

Συγκεκριμένα, στην υπόθεση Α.ΤΗ.Κ. ν. Επιτρ. Ρυθμ. Ηλεκτρ. Επικοιν. και Ταχυδρομείων (2009) 3 Α.Α.Δ. 465, διαπιστώθηκε ότι είχαν εξασφαλιστεί τα ελάχιστα δικαιώματα των εκεί εφεσειόντων, τα οποία προβλέπονται από τα ΄Αρθρα 12 και 30.2 του Συντάγματος, αφού, όπως αναφέρεται:  «ακολουθήθηκαν από τον εφεσίβλητο οι προνοούμενες από το Νόμο και το Διάταγμα διαδικασίες, παρέχοντας στους εφεσείοντες την ευκαιρία να συμμορφωθούν αφενός μεν εντός τακτής προθεσμίας, αφετέρου δε να εκθέσουν αυτοπροσώπως ή διά δικηγόρου, όπως και έγινε, τις θέσεις τους ενώπιον του εφεσίλβητου πριν από την εκ μέρους του λήψη της σχετικής απόφασης», (βλ. σελίδες 473 έως 474).  Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, διασφαλίστηκαν και εν προκειμένω τα συνταγματικά δικαιώματα της εφεσείουσας.

 

Για τους λόγους που αναφέρονται πιο πάνω, η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον της εφεσείουσας, τα οποία καθορίζονται στο ποσό των €2.500,00, συν Φ.Π.Α.

 

 

 

 

                                                     Μ.Μ. Νικολάτος, Π.

 

 

 

                                                     Κ. Παμπαλλής, Δ.

 

 

 

                                                     Λ. Παρπαρίνος, Δ.

 

 

 

                                                     Α.Ρ. Λιάτσος, Δ.

 

 

 

                                                     Γ.Ν. Γιασεμής, Δ.

 

 

/ΜΠ



[1] 2.6.2


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο