ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ECLI:CY:AD:2016:C474

(2016) 3 ΑΑΔ 441

6 Οκτωβρίου, 2016

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΝΑΓΗ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ,

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ/στές]

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,

 

Eφεσείοντες,

 

v.

 

ΚΑΛΟΜΟΙΡΑΣ ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ,

 

Εφεσίβλητης.

 

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 78/2011)

 

 

Ακυρωτική Δικαστική Απόφαση ― Επανεξέταση ― Η υποχρέωση λήψη υπόψη του νομικού και πραγματικού καθεστώτος του ουσιώδους χρόνου ― Δεν παραβιάστηκε στην κριθείσα περίπτωση.

 

Αναγκαστική Απαλλοτρίωση ― Δέουσα έρευνα ― Όταν η απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής, προκύπτει από το διοικητικό φάκελο.και δεν επιστνάπτεται στην ένσταση δεν προκύπτει λόγος ακυρώσεως.

 

Αναγκαστική Απαλλοτρίωση ― Αιτιολογία ― Δεν απαιτείται να περιέχεται εκτενής αιτιολογία στο διάταγμα  ― Η αιτιολογία μπορεί να συμπληρωθεί και από τα στοιχεία του φακέλου.

 

Αναγκαστική Απαλλοτρίωση ― Δέουσα έρευνα ― Η διαδικασία και ο τρόπος έρευνας που θα ακολουθηθεί ανάγεται στην ευχέρεια της διοίκησης.

 

Αναγκαστική Απαλλοτρίωση ― Κατάχρηση εξουσίας ― Η έγερση απλής υπόνοιας για ύπαρξη κατάχρησης εξουσίας δεν είναι αφ' εαυτής αρκετή και ουδέποτε εξετάζεται από το Δικαστήριο αυτεπαγγέλτως.

 

Μετά την επιτυχία της έφεσης που ασκήθηκε από την Κυπριακή Δημοκρατία και ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης, προχωρούμε στην εξέταση των λόγων ουσίας εφόσον το Δικαστήριο περιορίστηκε στην εξέταση και μόνο της προδικαστικής ένστασης, ως προς την εξουσία και αρμοδιότητα των Κοινοτικών Συμβουλίων για απαλλοτρίωση.

Με την προσφυγή προσέβαλε την νέα γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης του ακινήτου της εφεσίβλητης για σκοπούς δημιουργίας χώρου στάθμευσης στο χωριό Κάμπος και επιδιώκει, την ακύρωση της απόφασης των καθ' ων η αίτηση η οποία λήφθηκε μετά από επανεξέταση.

 

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:

 

Μετά την επιτυχία της έφεσης που ασκήθηκε από την Κυπριακή Δημοκρατία και ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης, προχωρούμε στην εξέταση των λόγων ουσίας εφόσον το Δικαστήριο περιορίστηκε στην εξέταση μόνο της προδικαστικής ένστασης, ως προς την εξουσία και αρμοδιότητα των Κοινοτικών Συμβουλίων για απαλλοτρίωση.

 

Επικαλείται ο συνήγορος της αιτήτριας 1-εφεσίβλητης τις Κόκκινος κ.ά. ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2004) 4 Α.Α.Δ. 463 και Κλεοπάτρα Θεοφάνους ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1103/98, 3.10.2003, για να εισηγηθεί, ότι ο λόγος των ανωτέρω αποφάσεων τυγχάνει εφαρμογής και στην παρούσα περίπτωση εφόσον το έργο, όπως και στις εκεί υποθέσεις, είχε ήδη κατασκευαστεί και η εκ των υστέρων δημοσίευση του διατάγματος απαλλοτρίωσης, μοναδικό σκοπό είχε τη νομιμοποίηση της παρανομίας: Οι ενέργειες της διοίκησης σαφέστατα παραβίασαν το δεδικασμένο όπως προέκυπτε από την απόφαση του Νικολάου, Δ. (ανωτέρω) και τη δεσμευτική νομολογία και δεν παρείχε στη διοίκηση τη δυνατότητα να ενεργήσει κατ' αντίθεση προς τα νομολογηθέντα. Η Κόκκινος και Θεοφάνους (ανωτέρω) θεωρούμε ότι δεν τυγχάνουν εφαρμογής στην παρούσα περίπτωση η οποία και διαφοροποιείται.

 

Σε κάθε περίπτωση θεωρούμε ότι οι καθ' ων η αίτηση συνεμορφώθηκαν με το δεδικασμένο όπως προέκυψε από την απόφαση Μανέντζου ν. Κοινοτικού Συμβουλίου Κάμπου κ.ά. (2003) 4 Α.Α.Δ. 48 και συννόμως προχώρησαν στις ανωτέρω επίδικες πράξεις δυνάμει του Άρθρου 63(1) του Ν. 86(Ι)/99 εφόσον ήταν, εν όψει της άρνησης της αιτήτριας να διαπραγματευθεί την πώληση του ακινήτου της, η μόνη πλέον νόμιμη οδός. Στο τέλος της ημέρας η όποια επέμβαση στο ακίνητο της αιτήτριας, δια της κατασκευής του έργου, από τη δημοσίευση του πρώτου διατάγματος απαλλοτρίωσης μέχρι την ακύρωση του από το Δικαστήριο (Μανέντζου (ανωτέρω)) αποζημιώθηκε, από το Επαρχιακό Δικαστήριο.

 

Ο συναφής λόγος ακυρότητας απορρίπτεται.

 

Προωθείται ως λόγος ακύρωσης η μη παρουσίαση της απόφασης της Υπουργικής Επιτροπής μετά την εξέταση της υποβληθείσας ένστασης της αιτήτριας. Στην παράγραφο 33 των γεγονότων της ένστασης γίνεται αναφορά για διαβίβαση της στο Υπουργείο Εσωτερικών και απόρριψη της από την αρμόδια Επιτροπή. Στο διάταγμα απαλλοτρίωσης γίνεται επίσης αναφορά στην ίδια απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής. Είναι ισχυρισμός της αιτήτριας ότι το γεγονός μη παρουσίασης της απόφασης στην ένσταση, συνιστά λόγο ακύρωσης.

 

Το Δικαστήριο ανέτρεξε στο διοικητικό φάκελο όπου διαπιστώνεται από το κυανούν 52, «πρακτικά της συνεδρίας της Υπουργικής Επιτροπής για εξέταση ενστάσεων εναντίον σκοπουμένων απαλλοτριώσεων και λήψη απόφασης για την έκδοση ή όχι διαταγμάτων απαλλοτρίωσης, ημερ. 31.3.2009, (μετά το πέρας της συνεδρίας του Υπουργικού Συμβουλίου ΥΔΔΤ 5.21.002.47(71))». Από τα στοιχεία του φακέλου και το ανωτέρω πρακτικό διαπιστώνουμε ότι η κατάληξη της Επιτροπής ότι το Κοινοτικό Συμβούλιο Κάμπου προέβη στην απαλλοτρίωση με σκοπό την επέκταση του χώρου στάθμευσης για τις ανάγκες της κοινότητας και ότι από κάθε άποψη συνιστά το ιδανικότερο μέρος για κατασκευή του έργου, μορφοποιήθηκε κατόπιν ενδελεχούς μελέτης και δέουσας έρευνας. Ως εκ τούτου και αυτός ο λόγος ακυρότητας απορρίπτεται.

 

Ως προς τον ισχυρισμό για έλλειψη αιτιολογίας δεν χρειάζεται να λεχθούν πολλά. Όπως καθορίζεται από το Άρθρο 28(1) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, Ν. 158(Ι)/1999, η αιτιολογία της πράξης δεν πρέπει να αφήνει αμφιβολίες για τον πραγματικό λόγο που οδήγησε το διοικητικό όργανο στη λήψη της απόφασης του. Η αιτιολογία μπορεί να συμπληρωθεί ή αναπληρωθεί και από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, Άρθρο 29.

 

O Νόμος 15/1962 δεν απαιτεί όπως το διάταγμα απαλλοτρίωσης είναι αιτιολογημένο. Η συγκεκριμένη απαλλοτρίωση έγινε για τη διαμόρφωση χώρου στάθμευσης για σκοπούς δημόσιας ωφελείας, των ανέσεων δηλαδή της περιοχής και κατ' επέκταση της κοινότητας. Η επιλογή της συγκεκριμένης ακίνητης ιδιοκτησίας έγινε με βάση σειρά κριτηρίων που τέθηκαν κατά τις συνεδρίες του Συμβουλίου Βελτιώσεως Κάμπου κατά τα έτη 1998-1999. Μεταξύ των κριτηρίων, όπως προκύπτει και από το διοικητικό φάκελο, λήφθηκαν υπόψη και η μορφολογία του εδάφους η οποία δεν παρείχε τη δυνατότητα στο Κοινοτικό Συμβούλιο να προβεί σε δημιουργία χώρου στάθμευσης σε άλλη τοποθεσία. Κρίθηκε επίσης ως λόγος που ενίσχυε την επιλογή του ότι θα αποτελούσε επέκταση ήδη απαλλοτριωμένου χώρου για τον ίδιο σκοπό, το ότι το ακίνητο βρισκόταν σε κεντρική τοποθεσία, ακριβώς απέναντι από τον Αστυνομικό Σταθμό, τα γραφεία του Τμήματος Δασών, το Αγροτικό Υγειονομικό Κέντρο, καθώς και το Κοινοτικό Συμβούλιο, θα εξυπηρετούσε δε τόσο τους υπαλλήλους όλων των ανωτέρω υπηρεσιών αλλά και τους επισκέπτες και άλλους διερχόμενους διαμέσου της κοινότητας.

 

Απορριπτέος επίσης είναι ο ισχυρισμός ότι δεν ετοιμάστηκαν τα κατάλληλα αρχιτεκτονικά σχέδια: τα σχέδια ετοιμάστηκαν από ιδιώτη αρχιτέκτονα και εγκρίθηκαν από το Τμήμα Δημοσίων Έργων. Δεν υπήρξε περαιτέρω συγκεκριμενοποίηση του λόγου ακυρότητας ως προς τα «κατάλληλα».

 

Ακόμη ότι η εκτίμηση των πραγματικών στοιχείων ανήκει στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης, η οποία ως τέτοια είναι ανέλεγκτη από το ακυρωτικό Δικαστήριο. Κατά τεκμήριο είναι η διοίκηση που έχει την ευθύνη για την επιλογή της καταλληλότερης τεχνικής επιλογής και είναι σε θέση να σταθμίσει στο σύνολο τους όλα τα δεδομένα που αφορούν ένα έργο.

 

Εν όψει των διαπιστώσεων ότι υφίσταται ανάγκη αποκτήσεως από τη διοίκηση χώρου προς ικανοποίηση σκοπών δημοσίας ωφέλειας, ότι ο χώρος είναι κατάλληλος για να καλύψει τη διαπιστωθείσα ανάγκη, ότι είναι ο πλέον κατάλληλος εκ των περισσοτέρων χώρων που προσφέρονται, όπως προκύπτει από τα αρχιτεκτονικά σχέδια, ότι ο χώρος που επιλέγηκε είναι ως προς την έκταση του ο απαιτούμενος, το εμβαδό του απαλλοτριωθέντος τεμαχίου είναι 632 τ.μ., συνυπολογίζεται δε με το γειτνιάζον τεμάχιο, τα επιχειρήματα της αιτήτριας για έλλειψη δέουσας έρευνας, αιτιολογίας και απουσίας αρχιτεκτονικής μελέτης δεν ευσταθούν και απορρίπτονται.

 

Εν κατακλείδι, η αιτήτρια απέτυχε να αποδείξει κατάχρηση εξουσίας. Τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου ουδόλως δύνανται να υποστηρίξουν τις αιτιάσεις της. Οι προηγούμενες ενέργειες των καθ' ων όπως ανωτέρω καταγράφηκαν, αλλεπάλληλες είναι η αλήθεια προωθήσεις διαδικασιών απαλλοτρίωσης, δεν καρποφόρησαν για λόγους τυπικούς ή λόγω ολιγωρίας της διοίκησης και δεν είναι δυνατόν να εκληφθούν ως κατάχρηση εξουσίας εκ μέρους των καθ' ων. Η έγερση απλής υπόνοιας για ύπαρξη κατάχρησης εξουσίας δεν είναι αφ' εαυτής αρκετή και ουδέποτε εξετάζεται από το Δικαστήριο αυτεπαγγέλτως. Πολύ περισσότερο όταν η επιλογή της περιουσίας, όπως στην υπό κρίση υπόθεση, κρίνεται ως απολύτως αναγκαία και η απόφαση των καθ' ων αιτιολογημένη.

 

Η προσφυγή απορρίφθηκε με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Παιδικό Κανάλι Το Ένα Λτδ ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 609,

 

Λάμπρου ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2009) 3 Α.Α.Δ. 79,

 

Μανέντζου ν. Κοινοτικού Συμβουλίου Κάμπου κ.α. (2003) 4 Α.Α.Δ. 48,

 

Κόκκινος κ.ά. ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2004) 4 Α.Α.Δ. 463,

 

Κλεοπάτρα Θεοφάνους ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1103/98, 3.10.2003,

 

Σταυρίδης ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 309,

 

Latomia Estate Ltd κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672,

 

Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345,

 

Republic v. Georgiades (1972) 3 C.L.R. 394,

 

Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171,

 

Ζάκου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2016) 3 Α.Α.Δ. 138, ECLI:CY:AD:2016:C135,

 

Koukkoulis a.o. v. The Republic, 3 R.S.C.C. 134,

 

Νικολαΐδη ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 210.

 

Έφεση-Προσφυγή.

 

Εξέταση των υπολοίπων λόγων ακυρότητας της προσφυγής μετά την επιτυχία της Έφεσης από τους Καθ' ων η αίτηση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Χατζηχαμπής, Δ.), (Υπόθεση Αρ. 997/2010), ημερ. 10/5/2011.

 

Κ. Σταυρινός, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσείοντες.

 

Α. Αγγελίδης, για την Εφεσίβλητη.

 

Α. Ντορζής, για το Κοινοτικό Συμβούλιο Κάμπου.

 

Cur. adv. vult.

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα απαγγείλει η Δικαστής Μιχαηλίδου.

 

ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.: Μετά την επιτυχία της έφεσης που ασκήθηκε από την Κυπριακή Δημοκρατία και ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης, προχωρούμε στην εξέταση των λόγων ουσίας εφόσον το Δικαστήριο περιορίστηκε στην εξέταση και μόνο της προδικαστικής ένστασης, ως προς την εξουσία και αρμοδιότητα των Κοινοτικών Συμβουλίων για απαλλοτρίωση (Παιδικό Κανάλι Το Ένα Λτδ ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου (2007) 3 Α.Α.Δ. 609 και Λάμπρου ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2009) 3 Α.Α.Δ. 79).

 

Η αναγκαιότητα για δημιουργία χώρου στάθμευσης στο χωριό Κάμπος όπως προνοούν τα κατασκευαστικά σχέδια, εντός των τεμαχίων 731 και 732, Φ/ΣΧ. 27/54, τα οποία αποτελούν ιδιωτική ακίνητη ιδιοκτησία, ενεργοποίησαν τη διαδικασία απαλλοτρίωσης, εφόσον η απόκτηση του τεμαχίου 731 θα επέρχετο με φιλικό διακανονισμό, σε αντίθεση με το τεμάχιο 732, το οποίο ανήκει στην αιτήτρια. Η μελέτη και τα κατασκευαστικά σχέδια ετοιμάστηκαν από αρχιτεκτονικό γραφείο, η δε προκαταρκτική εκτίμηση της δαπάνης ορίστηκε στο ποσό των £80.000. Η επιλογή του καταλληλότερου χώρου για τη δημιουργία του έργου έγινε από τους καθ' ων η αίτηση 1 (Κοινοτικό Συμβούλιο Κάμπου), ενώ ζητήθηκαν προσφορές με κατακύρωση της προσφοράς σε εργοληπτική εταιρεία για το ποσό των £89.345. Για την εκτέλεση του έργου δαπανήθηκε εν τέλει το ποσό των £113.801.

 

Η Επαρχιακή Διοίκηση Λευκωσίας με επιστολή της προς το Διευθυντή Τμήματος Κτηματολογίου, 4.11.1999, ζήτησε την ετοιμασία των αναγκαίων σχεδίων με σκοπό να προωθηθεί διαδικασία επίταξης και απαλλοτρίωσης του επηρεαζόμενου τεμαχίου 732. Μετά την ετοιμασία των εν λόγω σχεδίων δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με αρ. 3430, 1.9.2002, η γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης ΑΔΠ 631. Εναντίον της γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης υποβλήθηκε ένσταση από την αιτήτρια μέσω του δικηγόρου της, με επιστολή του τελευταίου ημερ. 16.2.2001. Προσπάθειες για διαπραγμάτευση με την αιτήτρια δεν καρποφόρησαν.

 

Απορριφθείσης της ένστασης από την αρμόδια Υπουργική Επιτροπή δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με Αρ. 3526, ημερ. 31.8.2001 το διάταγμα απαλλοτρίωσης ΑΔΠ αρ. 826. Η ιδιοκτήτρια προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο, με αποτέλεσμα η απαλλοτρίωση να ακυρωθεί Μανέντζου ν. Κοινοτικού Συμβουλίου Κάμπου κ.ά. (2003) 4 Α.Α.Δ. 48.

 

Οι καθ' ων η αίτηση 1 με απόφαση τους ημερ. 18.9.2003, ζήτησαν εκ νέου την απαλλοτρίωση του εν λόγω τεμαχίου, αλλά και του τεμαχίου 731, λόγω υπαναχώρησης της ιδιοκτήτριας του για πώληση του. Ετοιμάστηκαν νέα σχέδια και πίνακας περιγραφής με σκοπό την προώθηση της διαδικασίας απαλλοτρίωσης και των δύο τεμαχίων, οπότε στις 21.11.2003 δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με αρ. 3771 ειδοποίηση δυνάμει του Άρθρου 63(2) του περί Κοινοτήτων Νόμου, Ν. 86(Ι)/1999, ΑΔΠ Αρ. 1104.

 

Κατά της πιο πάνω ειδοποίησης υποβλήθηκε και πάλι ένσταση από την αιτήτρια μέσω του δικηγόρου της, με επιστολή ημερ. 4.12.2003. Η υποβληθείσα ένσταση απορρίφθηκε από τους καθ' ων η αίτηση 1 και το Γραφείο Επαρχιακής Διοίκησης Λευκωσίας, ενώ όλα τα αναγκαία έγγραφα διαβιβάστηκαν με σκοπό να δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας διάταγμα έγκρισης απαλλοτρίωσης δυνάμει του Άρθρου 63(4) του Νόμου 86(Ι)/1999. Η δημοσίευση δεν έγινε κατορθωτή: Δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις έγκρισης της δημοσίευσης του διατάγματος απαλλοτρίωσης, σχετική η επιστολή του Γενικού Διευθυντή Υπουργείου Εσωτερικών ημερ. 27.1.2006.

 

Στις 4.5.2007 δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με αρ. 4161 νέα ειδοποίηση. Κατά της πιο πάνω ειδοποίησης δεν υποβλήθηκε οποιαδήποτε ένσταση, οπότε δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με αρ. 4217, 15.2.2008, διάταγμα έγκρισης απαλλοτρίωσης σύμφωνα με το Άρθρο 63(4) του Νόμου 86(Ι)/1999, ΑΔΠ 180, η δε γνωστοποίηση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 24.4.2008, με αρ. 4233, σύμφωνα με το Άρθρο 4 του περί Απαλλοτριώσεως Νόμου, Ν. 15/1962, ΑΔΠ 422. Κατά της ως άνω γνωστοποίησης υποβλήθηκε ένσταση από την αιτήτρια 1 με επιστολή του δικηγόρου της ημερ. 24.6.2008. Η ένσταση απορρίφθηκε από την αρμόδια Υπουργική Επιτροπή οπότε και δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με αρ. 4294, 23.3.2009, διάταγμα απαλλοτρίωσης ΑΔΠ 303, το οποίο όμως ήταν εκπρόθεσμο, οπότε η όλη διαδικασία ατόνισε.

 

Δημοσιεύθηκε και πάλι στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με αρ. 4310, στις 31.7.2009, νέα γνωστοποίηση απαλλοτρίωσης, ΑΔΠ 619. Υποβλήθηκε και πάλι ένσταση από την ιδιοκτήτρια, αιτήτρια 1, επιστολή της ημερ. 13.8.2009, η οποία και πάλι απορρίφθηκε από την αρμόδια Υπουργική Επιτροπή, οπότε και δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με αρ. 4361, 28.5.2010 το διάταγμα απαλλοτρίωσης ως ΑΔΠ 435.

 

Με την παρούσα προσφυγή η αιτήτρια επιδιώκει, όπως το θέτει, την ακύρωση της τελευταίας απόφασης των καθ' ων η αίτηση, η οποία λήφθηκε κατόπιν επανεξέτασης. Oι καθ' ων απαλλοτριώνοντας εκ νέου την ακίνητη ιδιοκτησία, μετά από την ακυρωτική απόφαση που πέτυχε η αιτήτρια, συνετέλεσαν στη συνέχιση της παράνομης επέμβασης στο κτήμα, που ξεκίνησε από την 1.9.2000.  Σημειώνεται ότι η αιτήτρια, όπως κατ' έφεση πληροφορηθήκαμε, προς προστασία των συμφερόντων της καταχώρισε στις 22.7.2003 αγωγή στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας για παράνομη επέμβαση των καθ' ων η αίτηση στο κτήμα της εφόσον το έργο είχε ήδη εκτελεστεί και στις 9.3.2007 εκδόθηκε απόφαση υπέρ της. Το μέγιστο, όπως το χαρακτηρίζει ο συνήγορος της αιτήτριας, της παρανομίας, συνίσταται ακριβώς στη διαρκή προσπάθεια των καθ΄ ων μετά την ανωτέρω ακυρωτική απόφαση, να νομιμοποιήσουν εκ των υστέρων τις παράνομες ενέργειες τους.

 

Παρατηρούμε ότι στην Μανέντζου (ανωτέρω) υπό Νικολάου, Δ., η ακύρωση της πρώτης χρονικά απαλλοτρίωσης είχε ως υπόβαθρο το λανθασμένο της ακολουθητέας διαδικασίας, δυνάμει του περί Αναγκαστικής Απαλλοτρίωσης Νόμου, Ν. 15/1962: Δεν έγινε ρητή αναφορά στο Άρθρο 63 του περί Κοινοτήτων Νόμου 1999, Ν. 86(Ι)/1999, το οποίο ειδικά ρυθμίζει περιπτώσεις αναγκαστικής απαλλοτρίωσης ακίνητης ιδιοκτησίας από Κοινοτικό Συμβούλιο.

 

Επομένως, η εμβέλεια του δεδικασμένου, ως εκ της ανωτέρω ακυρωτικής απόφασης, περιορίζεται ακριβώς σε αυτή την παράμετρο.

 

Επικαλείται ο συνήγορος της αιτήτριας 1-εφεσίβλητης και τις Κόκκινος κ.ά. ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2004) 4 Α.Α.Δ. 463 και Κλεοπάτρα Θεοφάνους ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1103/98, 3.10.2003, για να εισηγηθεί, ότι ο λόγος των ανωτέρω αποφάσεων τυγχάνει εφαρμογής και στην παρούσα περίπτωση εφόσον το έργο, όπως και στις εκεί υποθέσεις, είχε ήδη κατασκευαστεί και η εκ των υστέρων δημοσίευση του διατάγματος απαλλοτρίωσης, μοναδικό σκοπό είχε τη νομιμοποίηση της παρανομίας: Οι ενέργειες της διοίκησης σαφέστατα παραβίασαν το δεδικασμένο όπως προέκυπτε από την απόφαση του Νικολάου, Δ. (ανωτέρω) και τη δεσμευτική νομολογία και δεν παρείχε στη διοίκηση τη δυνατότητα να ενεργήσει κατ' αντίθεση προς τα νομολογηθέντα.

 

Η Κόκκινος και Θεοφάνους (ανωτέρω) θεωρούμε ότι δεν τυγχάνουν εφαρμογής στην παρούσα περίπτωση η οποία και διαφοροποιείται. Εκεί, όπως προκύπτει από τα γεγονότα, υπήρξαν έκνομες ενέργειες των αρμοδίων αρχών προ της δημοσίευσης του διατάγματος επίταξης, δημοσίευση η οποία επακολούθησε τη διάνοιξη του δρόμου, την οποία το Δικαστήριο έκρινε ως παράνομη, Κόκκινος (ανωτέρω) ή επέμβαση στα τεμάχια των αιτητών προτού δημοσιευθεί διάταγμα απαλλοτρίωσης και/ή διάταγμα επίταξης, όπως τη Θεοφάνους (ανωτέρω). Το Δικαστήριο στην τελευταία υπόθεση έκανε δεκτή την εισήγηση της αιτήτριας ότι οι καθ΄ ων η αίτηση παραβιάζοντας το δεδικασμένο που προέκυψε από ακυρωτική απόφαση σε άλλη προσφυγή, προχώρησαν στην έκδοση νέας γνωστοποίησης διατάγματος απαλλοτρίωσης χωρίς τη διεξαγωγή οιασδήποτε έρευνας. Θεωρώντας λοιπόν το Δικαστήριο ότι η δημοσίευση της απαλλοτρίωσης που ακολούθησε, είχε διαφοροποιημένο από την αρχική απαλλοτρίωση σκοπό και ότι στόχευε στην νομιμοποίηση παράνομης κατάστασης πραγμάτων, στη βάση του προηγουμένου ευρήματος του για εκτέλεση του έργου πριν τη δημοσίευση διατάγματος απαλλοτρίωσης και διατάγματος επίταξης της επίδικης περιουσίας, ακύρωσε την επίδικη πράξη.

 

Σε κάθε περίπτωση θεωρούμε ότι οι καθ' ων η αίτηση συνεμορφώθηκαν με το δεδικασμένο όπως προέκυψε από την απόφαση Μανέντζου (ανωτέρω) και συννόμως προχώρησαν στις ανωτέρω επίδικες πράξεις δυνάμει του Άρθρου 63(1) του Ν. 86(Ι)/1999 εφόσον ήταν, εν όψει της άρνησης της αιτήτριας να διαπραγματευθεί την πώληση του ακινήτου της, η μόνη πλέον νόμιμη οδός. Στο τέλος της ημέρας η όποια επέμβαση στο ακίνητο της αιτήτριας, δια της κατασκευής του έργου, από τη δημοσίευση του πρώτου διατάγματος απαλλοτρίωσης μέχρι την ακύρωση του από το Δικαστήριο (Μανέντζου (ανωτέρω)) αποζημιώθηκε, από το Επαρχιακό Δικαστήριο.

 

Ο συναφής λόγος ακυρότητας απορρίπτεται.

 

Προωθείται ως λόγος ακύρωσης η μη παρουσίαση της απόφασης της Υπουργικής Επιτροπής μετά την εξέταση της υποβληθείσας ένστασης της αιτήτριας. Στην παράγραφο 33 των γεγονότων της ένστασης γίνεται αναφορά για διαβίβαση της στο Υπουργείο Εσωτερικών και απόρριψη της από την αρμόδια Επιτροπή. Στο διάταγμα απαλλοτρίωσης γίνεται επίσης αναφορά στην ίδια απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής. Είναι ισχυρισμός της αιτήτριας ότι το γεγονός μη παρουσίασης της απόφασης στην ένσταση, συνιστά λόγο ακύρωσης.

Η Δημοκρατία θεωρεί ότι ο λόγος θα πρέπει να απορριφθεί: δεν συνιστά, απαραίτητη προϋπόθεση η καταχώριση της απόφασης ως παράρτημα στην ένσταση και χωρίς οποιαδήποτε άλλη διευκρίνιση ή βοήθεια στο Δικαστήριο, παραπέμπει στο διοικητικό φάκελο.

 

Το Δικαστήριο ανέτρεξε στο διοικητικό φάκελο όπου διαπιστώνεται από το κυανούν 52, «πρακτικά της συνεδρίας της Υπουργικής Επιτροπής για εξέταση ενστάσεων εναντίον σκοπουμένων απαλλοτριώσεων και λήψη απόφασης για την έκδοση ή όχι διαταγμάτων απαλλοτρίωσης, ημερ. 31.3.2009, (μετά το πέρας της συνεδρίας του Υπουργικού Συμβουλίου ΥΔΔΤ 5.21.002.47(71))», ότι εμπεριέχεται όλο το σκεπτικό της υπόθεσης και η όλη συλλογιστική της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου με ρητή αναφορά τόσο στο πρακτικό του Κοινοτικού Συμβουλίου Κάμπου όσο και την έκθεση του Επάρχου Λευκωσίας. Από τα στοιχεία του φακέλου και το ανωτέρω πρακτικό διαπιστώνουμε ότι η κατάληξη της Επιτροπής ότι το Κοινοτικό Συμβούλιο Κάμπου προέβη στην απαλλοτρίωση με σκοπό την επέκταση του χώρου στάθμευσης για τις ανάγκες της κοινότητας και ότι από κάθε άποψη συνιστά το ιδανικότερο μέρος για κατασκευή του έργου, μορφοποιήθηκε κατόπιν ενδελεχούς μελέτης και δέουσας έρευνας.

 

Ως εκ τούτου και αυτός ο λόγος ακυρότητας απορρίπτεται.

 

Ως προς τον ισχυρισμό για έλλειψη αιτιολογίας δεν χρειάζεται να λεχθούν πολλά.  Όπως καθορίζεται από το Άρθρο 28(1) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου, Ν. 158(Ι)/1999, η αιτιολογία της πράξης δεν πρέπει να αφήνει αμφιβολίες για τον πραγματικό λόγο που οδήγησε το διοικητικό όργανο στη λήψη της απόφασης του. Η αιτιολογία μπορεί να συμπληρωθεί ή αναπληρωθεί και από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου, Άρθρο 29. Για την αιτιολόγηση της απόφασης για απαλλοτρίωση, η παραπομπή στα ενυπάρχοντα στοιχεία έχοντας υπόψη τη φύση του θέματος, προσφέρει την αναγκαία αιτιολόγηση και επιτρέπει το δικαστικό έλεγχο, Σταυρίδης ν. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 309, 319, Latomia Estate Ltd κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 672, όπου επικυρώθηκε κατ' έφεση ο τρόπος που προσεγγίζουν τα Δικαστήρια το θέμα. O Νόμος 15/1962 δεν απαιτεί όπως το διάταγμα απαλλοτρίωσης είναι αιτιολογημένο. Η συγκεκριμένη απαλλοτρίωση έγινε για τη διαμόρφωση χώρου στάθμευσης για σκοπούς δημόσιας ωφελείας, των ανέσεων δηλαδή της περιοχής και κατ'  επέκταση της κοινότητας. Η επιλογή της συγκεκριμένης ακίνητης ιδιοκτησίας έγινε με βάση σειρά κριτηρίων που τέθηκαν κατά τις συνεδρίες του Συμβουλίου Βελτιώσεως Κάμπου κατά τα έτη 1998-1999. Μεταξύ των κριτηρίων, όπως προκύπτει και από το διοικητικό φάκελο, λήφθηκαν υπόψη και η μορφολογία του εδάφους η οποία δεν παρείχε τη δυνατότητα στο Κοινοτικό Συμβούλιο να προβεί σε δημιουργία χώρου στάθμευσης σε άλλη τοποθεσία. Κρίθηκε επίσης ως λόγος που ενίσχυε την επιλογή του ότι θα αποτελούσε επέκταση ήδη απαλλοτριωμένου χώρου για τον ίδιο σκοπό, το ότι το ακίνητο βρισκόταν σε κεντρική τοποθεσία, ακριβώς απέναντι από τον Αστυνομικό Σταθμό, τα γραφεία του Τμήματος Δασών, το Αγροτικό Υγειονομικό Κέντρο, καθώς και το Κοινοτικό Συμβούλιο, θα εξυπηρετούσε δε τόσο τους υπαλλήλους όλων των ανωτέρω υπηρεσιών αλλά και τους επισκέπτες και άλλους διερχόμενους διαμέσου της κοινότητας.

 

Οι ισχυρισμοί της αιτήτριας ότι ο χώρος στάθμευσης αποτελεί στοιχείο περιβαλλοντικά και αισθητικά ξένο προς το χώρο και ότι η συγκέντρωση αριθμού αυτοκινήτων ανέτρεψε τη δομή του παραδοσιακού κέντρου της κοινότητας, δεν ευσταθεί. Ορθά παρατηρεί η Δημοκρατία, παραπέμποντας στα στοιχεία του φακέλου, ότι η αιτήτρια 1 ενοικίαζε ήδη το εν λόγω τεμάχιο και προ της απαλλοτρίωσης στο Τμήμα Δασών, ακριβώς για σκοπούς στάθμευσης οχημάτων, όπως καταγράφεται και στα πρακτικά της συνεδρίας της Υπουργικής Επιτροπής, κατά τη διαδικασία εξέτασης της ένστασης της αιτήτριας.

 

Ούτε όμως και ο ισχυρισμός της αιτήτριας 1 ότι το τεμάχιο βρίσκεται σε κεντρικότατο σημείο του χωριού και ότι με την απαλλοτρίωση του η αιτήτρια αποστερήθηκε του δικαιώματος της ανάπτυξης του, νοουμένου ότι αυτό βρίσκεται σε οικιστική περιοχή και εφάπτεται κεντρικού δρόμου. Οι ανωτέρω διαπιστώσεις μας απαντούν ήδη στις επιμέρους αιτιάσεις της αιτήτριας.  Προκύπτει από τη σχετική τεχνική μελέτη που διεξήχθη και τα πρακτικά της Υπουργικής Επιτροπής, ότι το εν λόγω κτήμα βρίσκεται δυτικότερα του κεντρικού δρόμου και συγκεκριμένα προς το χωριό Τσακίστρα, είναι πρανές και διασχίζεται από αργάκι μεταφοράς ομβρίων υδάτων, ώστε να καθίσταται ακατάλληλο για οικιστικούς σκοπούς και πλέον κατάλληλο για χώρο στάθμευσης. Υπό τις περιστάσεις θεωρούμε ότι οι προϋποθέσεις που πρέπει να τηρούνται προκειμένου ένα διάταγμα απαλλοτρίωσης να θεωρείται αιτιολογημένο, πληρούνται.

 

Απορριπτέος επίσης είναι ο ισχυρισμός ότι δεν ετοιμάστηκαν τα κατάλληλα αρχιτεκτονικά σχέδια: τα σχέδια ετοιμάστηκαν από ιδιώτη αρχιτέκτονα και εγκρίθηκαν από το Τμήμα Δημοσίων Έργων.  Δεν υπήρξε περαιτέρω συγκεκριμενοποίηση του λόγου ακυρότητας ως προς τα «κατάλληλα».

 

Όπως έχει επανειλημμένα λεχθεί κατά πόσο μια έρευνα είναι επαρκής εξαρτάται από τα συγκεκριμένα περιστατικά της υπόθεσης. Εναπόκειται στη διοίκηση να καταλήξει ποιος είναι ο πλέον ενδεδειγμένος τρόπος για εκπλήρωση της υποχρέωσης της σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση. Η τελική εκτίμηση των γεγονότων και η λήψη της σχετικής απόφασης συνιστά καθήκον του αρμοδίου οργάνου. Η διαδικασία και ο τρόπος έρευνας που θα ακολουθηθεί ανάγεται και πάλι στην ευχέρεια της διοίκησης (Ράφτης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 345). Το Δικαστήριο δεν επεμβαίνει όταν η έρευνα κρίνεται επαρκής. Ακόμη ότι η εκτίμηση των πραγματικών στοιχείων ανήκει στη διακριτική ευχέρεια της διοίκησης, η οποία ως τέτοια είναι ανέλεγκτη από το ακυρωτικό Δικαστήριο (Tσάτσος: Η αίτηση ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, σ.250, Republic v. Georgiades (1972) 3 C.L.R. 394).  Κατά τεκμήριο είναι η διοίκηση που έχει την ευθύνη για την επιλογή της καταλληλότερης τεχνικής επιλογής και είναι σε θέση να σταθμίσει στο σύνολο τους όλα τα δεδομένα που αφορούν ένα έργο. Αν δεν θεμελιωθεί από τους αιτητές πλάνη ή υπέρβαση εξουσίας της διοίκησης το Δικαστήριο δεν μπορεί να υπεισέλθει στο σχεδιασμό και υλοποίηση του έργου που συνιστούν θέματα τεχνικά (Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1171), όπως είχαμε πρόσφατα ως Αναθεωρητικό Εφετείο την ευκαιρία να επιβεβαιώσουμε στην Ζάκου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2016) 3 Α.Α.Δ. 138, ECLI:CY:AD:2016:C135.

 

Εν όψει των διαπιστώσεων μας ότι υφίσταται ανάγκη αποκτήσεως από τη διοίκηση χώρου προς ικανοποίηση σκοπών δημοσίας ωφέλειας, ότι ο χώρος είναι κατάλληλος για να καλύψει τη διαπιστωθείσα ανάγκη, ότι είναι ο πλέον κατάλληλος εκ των περισσοτέρων χώρων που προσφέρονται, όπως προκύπτει από τα αρχιτεκτονικά σχέδια, ότι ο χώρος που επιλέγηκε είναι ως προς την έκταση του ο απαιτούμενος, το εμβαδό του απαλλοτριωθέντος τεμαχίου είναι 632 τ.μ., συνυπολογίζεται δε με το γειτνιάζον τεμάχιο, τα επιχειρήματα των αιτητών για έλλειψη δέουσας έρευνας, αιτιολογίας και απουσίας αρχιτεκτονικής μελέτης δεν ευσταθούν και απορρίπτονται.

 

Εν κατακλείδι, η αιτήτρια απέτυχε να αποδείξει κατάχρηση εξουσίας. Τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου ουδόλως δύνανται να υποστηρίξουν τις αιτιάσεις της. Οι προηγούμενες ενέργειες των καθ' ων όπως ανωτέρω καταγράφηκαν, αλλεπάλληλες είναι η αλήθεια προωθήσεις διαδικασιών απαλλοτρίωσης, δεν καρποφόρησαν για λόγους τυπικούς ή λόγω ολιγωρίας της διοίκησης και δεν είναι δυνατόν να εκληφθούν ως κατάχρηση εξουσίας εκ μέρους των καθ' ων. Η έγερση απλής υπόνοιας για ύπαρξη κατάχρησης εξουσίας δεν είναι αφ' εαυτής αρκετή και ουδέποτε εξετάζεται από το Δικαστήριο αυτεπαγγέλτως (Koukkoulis a.o. v. The Republic, 3 R.S.C.C. 134, Νικολαΐδη ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 210). Πολύ περισσότερο όταν η επιλογή της περιουσίας, όπως στην υπό κρίση υπόθεση, κρίνεται ως απολύτως αναγκαία και η απόφαση των καθ' ων αιτιολογημένη.

 

Εν όψει των ανωτέρω η παρούσα προσφυγή απορρίπτεται με €1.500 έξοδα εναντίον της αιτήτριας.

 

Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.

 



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο