ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ι.Γ. Μακρή Κτηματική Λτδ ν. Δημοκρατίας (1994) 3 ΑΑΔ 56
Hλιόπουλος Kωνσταντίνος ν. Aρχής Hλεκτρισμού Kύπρου (2000) 3 ΑΑΔ 438
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ECLI:CY:AD:2015:C340
(2015) 3 ΑΑΔ 203
14 Μαΐου, 2015
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ,
ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/στές]
ΣΩΤΗΡΗΣ ΧΑΤΖΗΓΕΩΡΓΙΟΥ,
Εφεσείων - Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
2. ΕΠΑΡΧΙΑΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΠΑΦΟΥ,
Εφεσιβλήτων - Καθ' ων η αίτηση.
(Aναθεωρητική Έφεση Αρ. 18/2010)
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Λόγοι ακυρώσεως ― Πλάνη περί τα πράγματα ― Περιστάσεις της στοιχειοθέτησής της στην κριθείσα περίπτωση ― Αρκεί για να επέλθει ακυρότητα ακόμη και πιθανολόγηση της πλάνης.
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Λόγοι ακυρώσεως ― Έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας ― Έννοια από την νομολογία ― Το αναιτιολόγητο στοιχειοθετήθηκε στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις και συνέπειες.
Μετά την επιτυχία της έφεσης ως προς την προδικαστική απόρριψη της προσφυγής, ακολούθησε, η εξέταση της ουσίας της.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ακυρώνοντας την επίδικη απόφαση αποφάσισε ότι:
Έχουμε εξετάσει τους λόγους ακυρότητας και κατά την κρίση μας οι δύο πρώτοι ευσταθούν. Από τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον μας, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο η διοίκηση να τελούσε υπό πλάνη ως προς την αποπεράτωση ή όχι του 3ου και 4ου υπνοδωματίου. Δεν χρειάζεται να ερμηνεύσουμε τη σχετική απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, εφόσον η υπόθεση μπορεί να κριθεί επί της πιθανολογούμενης πλάνης περί τα πράγματα, παρά επί της οποιασδήποτε πλάνης περί το Νόμο. Όμως το κυριότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση είναι η έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας. Η αιτιολογία μιας διοικητικής πράξης για να είναι επαρκής θα πρέπει να είναι σαφής, ώστε να μην αφήνει αμφιβολίες ως προς τον πραγματικό λόγο που το διοικητικό όργανο οδηγήθηκε στη λήψη της απόφασης. Σύμφωνα με το Άρθρο 28(2) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(Ι)/99), δεν αποτελεί επαρκή αιτιολογία η αναφορά στην απόφαση γενικών χαρακτηρισμών που μπορούν να εφαρμοστούν και να ισχύουν για κάθε περίπτωση. Ούτε η απλή αναφορά των γενικών όρων του Νόμου που μπορούν να τύχουν εφαρμογής σε οποιαδήποτε περίπτωση, μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί επαρκή αιτιολογία. Στην προκειμένη περίπτωση οι καθ' ων η αίτηση όντως χρησιμοποίησαν τους γενικούς όρους που θέτει η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, ώστε να καταλήξουν σε απόρριψη της αίτησης ως προς το τέταρτο υπνοδωμάτιο. Στην προσβαλλόμενη απόφαση δεν προσδιορίζεται, όπως θα έπρεπε, ποια πτυχή της σύνθεσης της οικογένειας του Εφεσείοντος ήταν εκείνη που ήταν καθοριστική της τύχης της αίτησης. Το ίδιο συμβαίνει και με τις ηλικίες των παιδιών. Δεν εξηγείται ποια ηλικία ήταν εκείνη που κατά την άποψη της διοίκησης συνηγορούσε υπέρ της απόρριψης της αίτησης. Ούτε είναι δυνατή η συμπλήρωση της αιτιολογίας από το περιεχόμενο του φακέλου, εφόσον δεν έχουμε εντοπίσει οτιδήποτε που να διευκρινίζει τι είχε υπόψη της η διοίκηση όταν επικαλείτο τη «σύνθεση της οικογένειας» και «τις ηλικίες των παιδιών». Κατά την κρίση μας η αιτιολογία που δόθηκε ήταν τόσο αόριστη που καθιστά ανέφικτο το δικαστικό έλεγχο. Το δικαστήριο θα μπορούσε να προβεί σε διάφορες εικασίες, αλλά αυτό δεν είναι επιτρεπτό. Δεν είναι έργο του δικαστηρίου η μελέτη των στοιχείων και η διαμόρφωση κρίσης αναφορικά με το τι θα μπορούσε να επενεργήσει υπέρ ή εναντίον της όποιας προσέγγισης, κάτι που αποτελεί πρωτογενή κρίση, μη επιτρεπτή για το δικαστήριο. Ενόψει της επιτυχίας των δύο πρώτων λόγων ακυρότητας, δεν προτιθέμεθα να εξετάσουμε τον τρίτο, ο οποίος εν πάση περιπτώσει δεν φαίνεται να ευσταθεί, αφού η διοίκηση δεν είχε να επιλέξει μεταξύ δύο ή περισσότερων νόμιμων λύσεων, αλλά η μόνη υποχρέωση της ήταν να εφαρμόσει το νόμο.
Η προσφυγή επέτυχε με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Ι. Γ. Μακρή Κτηματική Λτδ ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 56,
Συμεωνίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 145,
Ηλιόπουλος ν. ΑΗΚ (2000) 3 Α.Α.Δ. 438.
Έφεση.
Έφεση από τον Αιτητή εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Κραμβής, Δ.), (Υπόθεση Αρ. 1177/07), ημερομηνίας 12/1/2010.
Χρ. Χριστάκης, για τον Εφεσείοντα - Αιτητή.
Δ. Εργατούδη (κα), για τους Εφεσίβλητους - Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ. Ερωτοκρίτου.
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Ο Εφεσείων-Αιτητής με κρατική οικονομική βοήθεια ανήγειρε οικία στο χωριό Γιόλου στην οποία διάμενε μαζί με τη σύζυγό του και τα τέσσερα παιδιά τους, δύο αγόρια και δύο κορίτσια, τα οποία κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν τα μεν αγόρια ηλικίας 18 και 14 χρόνων αντίστοιχα, ενώ τα δύο κορίτσια 10 και 8 χρόνων αντίστοιχα.
Στις 8.1.2007 ο Εφεσείων υπέβαλε αίτηση για να του χορηγηθεί πρόσθετη οικονομική βοήθεια για την ανέγερση δύο πρόσθετων υπνοδωματίων, ώστε η οικία να διαθέτει τέσσερα υπνοδωμάτια. Η αίτηση διαβιβάστηκε στον Επαρχιακό Μηχανικό του Τμήματος Δημοσίων Έργων ο οποίος μετά από επιτόπια έρευνα ετοίμασε σχετικό Σημείωμα στο οποίο ανέφερε ότι οι εργασίες του τρίτου υπνοδωματίου είχαν συμπληρωθεί, ενώ το τέταρτο υπνοδωμάτιο, το οποίο βρισκόταν στο ισόγειο, ήταν ακόμη υπό ανέγερση. Η Έκθεση υποβλήθηκε στον Έπαρχο Πάφου, ο οποίος στις 18.6.2007 απάντησε στον Αιτητή ότι η αίτησή του ενεκρίθη ως προς το τρίτο υπνοδωμάτιο αλλά απερρίφθη ως προς το τέταρτο υπνοδωμάτιο με το αιτιολογικό ότι:- «.. η σύνθεση της οικογένειας σας και οι ηλικίες των παιδιών δικαιολογούν την παραχώρηση βοήθειας μόνο για 3ο υπνοδωμάτιο».
Στις 23.6.2007 ο Εφεσείων με επιστολή του στον Έπαρχο ζήτησε επανεξέταση του θέματος και παράλληλα στις 7.8.2007 καταχώρησε την επίδικη προσφυγή 1177/07, με την οποία προσέβαλλε τη νομιμότητα της απόφασης του Επάρχου να απορρίψει την αίτηση του ως προς το τέταρτο υπνοδωμάτιο. Ακολούθησε νέα έρευνα (βλ. σημ. 37 στο φάκελο), η οποία οδήγησε στην απάντηση της διοίκησης ημερ. 24.9.2007, με την οποία επιβεβαιώνετο η προηγούμενη απορριπτική απόφαση της διοίκησης. Το περιεχόμενο της νέας απάντησης έχει ως εξής:-
«Αναφέρομαι στην επιστολή σας με ημερ. 23.6.2007 και σας πληροφορώ ότι ύστερα από ενδελεχή μελέτη της ένστασης που υποβάλετε για παροχή οικονομικής βοήθειας για 4ον υπνοδωμάτιο σας πληροφορώ τα πιο κάτω:
α) Όπως σας έχω ενημερώσει με την επιστολή μου 18.6.07 έχετε εγκριθεί για οικονομική βοήθεια για προσθήκη 3ου υπνοδωματίου νοουμένου ότι θα προσκομιστεί άδεια οικοδομής. Η άδεια οικοδομής που έχετε προσκομίσει έχει λήξει από τις 28.8.05.
β) Το αίτημα σας για παροχή οικονομικής βοήθειας για 4ον υπνοδωμάτιο δεν μπορεί να ικανοποιηθεί γιατί με βάση σχετικών αποφάσεων του Υπ. Συμβουλίου παροχή βοήθειας για προσθήκη 4ου υπνοδωματίου δίνεται όταν η σύνθεση της οικογένειας το απαιτεί, κάτι που στην δική σας περίπτωση δεν συμβαίνει.
γ) Παράλληλα, σημειώνεται ότι οικονομική βοήθεια για επιπλέον υπνοδωμάτιο χορηγείται εφόσον αυτό δεν έχει ανεγερθεί. Στην δική σας περίπτωση το 4ον υπνοδωμάτιο έχει ανεγερθεί προ πολλού και κατά την επίσκεψη του αρμόδιου Λειτουργού του Τμήματος Δημοσίων Έργων υποδείξατε σ' αυτόν ως τέταρτο υπνοδωμάτιο ημιτελή αποθηκευτικό χώρο στο ισόγειο ενώ το τέταρτο υπνοδωμάτιο βρίσκεται στον όροφο αποπερατωμένο (αρ.φακ.Β 358/39).»
Η Δημοκρατία προέβαλε προδικαστική ένσταση ότι επειδή ο Εφεσείων είχε υποβάλει ένσταση κατά της απορριπτικής απόφασης των Εφεσιβλήτων, αυτή έχασε την εκτελεστότητά της, αφού ενσωματώθηκε στην πιο πάνω απάντηση ημερ. 24.9.2007, η οποία δόθηκε από τη διοίκηση επί της ένστασης.
Ο αδελφός μας δικαστής που εκδίκασε την προσφυγή έκρινε ότι μετά την ένσταση του Εφεσείοντος, διενεργήθηκε νέα έρευνα η οποία οδήγησε και πάλι σε απόρριψη της αίτησης. Όμως η νέα απόφαση συνιστούσε νέα εκτελεστή πράξη και όχι βεβαιωτική, με αποτέλεσμα η προσβαλλόμενη απόφαση ημερ. 18.6.2007 να έχει χάσει την εκτελεστότητά της λόγω της έκδοσης νέας εκτελεστής απόφασης. Ως εκ τούτου απέρριψε την προσφυγή.
Ο Εφεσείων εφεσίβαλε την ορθότητα της πρωτόδικης κρίσης. Το Εφετείο συμφώνησε μαζί του ότι τα στοιχεία τα οποία η διοίκηση θεώρησε ότι προέκυψαν από τη νέα επιτόπια έρευνα, δεν ήταν νέα στοιχεία αλλά υφιστάμενα, με αποτέλεσμα η απόφαση ημερ. 24.9.2007 να παραμείνει βεβαιωτική εκείνης της 18.6.2007. Ως εκ τούτου, η έφεση πέτυχε, με αποτέλεσμα το Εφετείο σύμφωνα με την καθιερωμένη πρακτική να είναι αναγκασμένο να προχωρήσει στην εκδίκαση της προσφυγής αναφορικά με τη νομιμότητα της απόφασης των καθ' ων η αίτηση ημερ. 18.6.2007.
Για σκοπούς πληρότητας θα πρέπει επίσης να σημειώσουμε ότι μετά την καταχώρηση της προσφυγής και μετά την επανεξέταση που έγινε ως αποτέλεσμα της ένστασης του Εφεσείοντος, οι Καθ' ων η αίτηση ανακάλεσαν την απόφασή τους για παροχή οικονομικής βοήθειας προς ανέγερση τρίτου υπνοδωματίου, καθότι η άδεια οικοδομής που προσκόμισε ο Εφεσείων ήταν ληγμένη. Η ανάκληση της απόφασης για το τρίτο υπνοδωμάτιο, ανάγκασε τον Εφεσείοντα να καταχωρήσει και δεύτερη προσφυγή (1563/07), στην οποία εκδόθηκε απόφαση στις 5.2.2009 με την οποία ακυρώθηκε η απόφαση ανάκλησης. Όμως αυτή η πτυχή της διαφοράς δεν αφορά στα επίδικα θέματα της παρούσας προσφυγής (1177/07).
Στα πλαίσια της υπό εκδίκαση προσφυγής, ο Εφεσείων αρχικά ήγειρε τέσσερις λόγους ακυρότητας, αλλά κατά την ενώπιον μας διαδικασία, απέσυρε τον τέταρτο, που αφορούσε στην παραβίαση της αρχής της ισότητας και προώθησε τους πρώτους τρεις.
Οι Καθ' ων η αίτηση στη γραπτή τους αγόρευση επικέντρωσαν την προσοχή τους στην προδικαστική ένσταση, χωρίς να επιχειρήσουν καθόλου να ασχοληθούν με τους λόγους ακυρότητας. Το μόνο που αναφέρει η δικηγόρος που τότε χειριζόταν την υπόθεση εκ μέρους της Δημοκρατίας, ήταν τα πιο κάτω, τα οποία ομολογουμένως δεν είναι πολύ βοηθητικά:-
«Βάσει της πιο πάνω προδικαστικής ένστασης δεν έχουν αντικρουστεί οι λόγοι που παρατίθενται στην αίτηση καθώς και στη γραπτή αγόρευση του Αιτητή καθότι ο νόμος προβλέπει ξεκάθαρα τα μέτρα που ακολουθούνται για την συμπλήρωση της διοικητικής διαδικασίας πράγμα το οποίο δεν συνέβηκε στην παρούσα υπόθεση και άρα σύμφωνα με τις καθιερωμένες αρχές του διοικητικού δικαίου και της νομολογίας το Σεβαστό Δικαστήριο σας θα πρέπει να απορρίψει την προσφυγή με έξοδα εναντίον του Αιτητή.»
Προτού εξετάσουμε τους λόγους ακυρότητας, θεωρούμε σκόπιμο να παραθέσουμε την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου 58.518, ημερ. 10.9.2003, με την οποία τέθηκαν τα πιο κάτω κριτήρια για την παραχώρηση από το κράτος βοήθειας για προσθήκη τέταρτου υπνοδωματίου:-
«3. Σε εξαμελείς οικογένειες που η σύνθεση τους το απαιτεί και σε επταμελείς ή μεγαλύτερες οικογένειες, παραχωρείται βοήθεια για προσθήκη τέταρτου υπνοδωματίου, ανεξαρτήτως ηλικίας των παιδιών και νοουμένου ότι το υπνοδωμάτιο δεν έχει ανεγερθεί.»
Με τον πρώτο λόγο ακυρότητας ο Αιτητής προβάλλει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση αντίκειται στα κριτήρια που τέθηκαν από το Υπουργικό Συμβούλιο και περαιτέρω ότι είναι προϊόν πλάνης και λήψης υπόψη εξωγενών παραγόντων, ήτοι της ηλικίας των παιδιών τα οποία δεν αναφέρονται στην απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου. Σύμφωνα με το δικηγόρο του Εφεσείοντος, η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου αναφέρει ρητά ότι η παραχώρηση βοήθειας για προσθήκη τέταρτου υπνοδωματίου γίνεται ανεξαρτήτως της ηλικίας των παιδιών.
Ο δεύτερος λόγος ακυρότητας, ο οποίος αποτελεί τον κυριότερο από τους λόγους που επικαλείται ο Εφεσείων για ακύρωση της απόφασης, αφορά στην έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας της απόφασης. Σύμφωνα με τον ευπαίδευτο συνήγορο του Εφεσείοντος, η αίτηση απορρίφθηκε καθότι «η σύνθεση της οικογένειας σας και οι ηλικίες των παιδιών δικαιολογούν την παραχώρηση βοήθειας μόνο για 3ο υπνοδωμάτιο». Εισηγείται ότι η συγκεκριμένη αιτιολογία δεν μπορεί να θεωρηθεί επαρκής, καθότι δεν εξηγεί ποια θα έπρεπε να ήταν η σύνθεση μιας εξαμελούς οικογένειας ώστε να δικαιολογείται η παροχή οικονομικής βοήθειας για ανέγερση τέταρτου υπνοδωματίου.
Με τον τρίτο λόγο ακυρότητας ο Εφεσείων προβάλλει ότι η διοίκηση κατά παράβαση της αρχής της αναλογικότητας δεν επέλεξε, ως όφειλε, την λιγότερο επαχθή λύση για το διοικούμενο και περαιτέρω ότι παρέβη την αρχή της καλής πίστης.
Έχουμε εξετάσει τους λόγους ακυρότητας και κατά την κρίση μας οι δύο πρώτοι ευσταθούν. Από τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον μας, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο η διοίκηση να τελούσε υπό πλάνη ως προς την αποπεράτωση ή όχι του 3ου και 4ου υπνοδωματίου. Δεν χρειάζεται να ερμηνεύσουμε τη σχετική απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, εφόσον η υπόθεση μπορεί να κριθεί επί της πιθανολογούμενης πλάνης περί τα πράγματα, παρά επί της οποιασδήποτε πλάνης περί το Νόμο. Η σύγχυση που επικρατούσε ως προς τον προσδιορισμό του 3ου και 4ου υπνοδωματίου, καθώς και ως προς την αποπεράτωσή τους, φαίνεται από τα όσα επισημαίνονται στις δύο αποφάσεις που ήδη εκδόθηκαν, ήτοι την απόφαση στην προσφυγή 1563/07, ημερ. 5.2.2009 και την απόφαση του παρόντος Εφετείου υπό άλλη σύνθεση, ημερ. 24.1.2014 και κατά την άποψή μας δεν χρειάζεται να προσθέσουμε οτιδήποτε άλλο προς επίρρωση της πιθανολογούμενης πλάνης περί τα πράγματα.
Όμως το κυριότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η απόφαση των Καθ' ων η αίτηση είναι η έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας. Η αιτιολογία μιας διοικητικής πράξης για να είναι επαρκής θα πρέπει να είναι σαφής, ώστε να μην αφήνει αμφιβολίες ως προς τον πραγματικό λόγο που το διοικητικό όργανο οδηγήθηκε στη λήψη της απόφασης. Σύμφωνα με το Άρθρο 28(2) του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(Ι)/99), δεν αποτελεί επαρκή αιτιολογία η αναφορά στην απόφαση γενικών χαρακτηρισμών που μπορούν να εφαρμοστούν και να ισχύουν για κάθε περίπτωση. Ούτε η απλή αναφορά των γενικών όρων του Νόμου που μπορούν να τύχουν εφαρμογής σε οποιαδήποτε περίπτωση, μπορεί να θεωρηθεί ότι αποτελεί επαρκή αιτιολογία.
Στην προκειμένη περίπτωση οι καθ' ων η αίτηση όντως χρησιμοποίησαν τους γενικούς όρους που θέτει η απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ώστε να καταλήξουν σε απόρριψη της αίτησης ως προς το τέταρτο υπνοδωμάτιο. Στην προσβαλλόμενη απόφαση δεν προσδιορίζεται, όπως θα έπρεπε, ποια πτυχή της σύνθεσης της οικογένειας του Εφεσείοντος ήταν εκείνη που ήταν καθοριστική της τύχης της αίτησης. Το ίδιο συμβαίνει και με τις ηλικίες των παιδιών. Δεν εξηγείται ποια ηλικία ήταν εκείνη που κατά την άποψη της διοίκησης συνηγορούσε υπέρ της απόρριψης της αίτησης. Ούτε είναι δυνατή η συμπλήρωση της αιτιολογίας από το περιεχόμενο του φακέλου, εφόσον δεν έχουμε εντοπίσει οτιδήποτε που να διευκρινίζει τι είχε υπόψη της η διοίκηση όταν επικαλείτο τη «σύνθεση της οικογένειας» και «τις ηλικίες των παιδιών». Κατά την κρίση μας η αιτιολογία που δόθηκε ήταν τόσο αόριστη που καθιστά ανέφικτο το δικαστικό έλεγχο. Το δικαστήριο θα μπορούσε να προβεί σε διάφορες εικασίες, αλλά αυτό δεν είναι επιτρεπτό. Δεν είναι έργο του δικαστηρίου η μελέτη των στοιχείων και η διαμόρφωση κρίσης αναφορικά με το τι θα μπορούσε να επενεργήσει υπέρ ή εναντίον της όποιας προσέγγισης, κάτι που αποτελεί πρωτογενή κρίση, μη επιτρεπτή για το δικαστήριο (βλ. Ι. Γ. Μακρή Κτηματική Λτδ ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 56, Συμεωνίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 145 και Ηλιόπουλος ν. ΑΗΚ (2000) 3 Α.Α.Δ. 438).
Ενόψει της επιτυχίας των δύο πρώτων λόγων ακυρότητας, δεν προτιθέμεθα να εξετάσουμε τον τρίτο, ο οποίος εν πάση περιπτώσει δεν φαίνεται να ευσταθεί, αφού η διοίκηση δεν είχε να επιλέξει μεταξύ δύο ή περισσότερων νόμιμων λύσεων, αλλά η μόνη υποχρέωση της ήταν να εφαρμόσει το νόμο.
Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται, δυνάμει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος. Επιδικάζονται έξοδα υπέρ του Εφεσείοντος, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα.