ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Νικολάτος, Μύρων-Μιχαήλ Γεωργίου Ναθαναήλ, Στέλιος Σταύρου Παναγή, Περσεφόνη Λιάτσος, Αντώνης Γιασεμή, Γιασεμής Ν. Ρένα Παπαέτη (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τον Γενικό Εισαγγελέα, για την Εφεσείουσα Ξενής Ξενοφώντος, για τον Εφεσίβλητο CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2014-02-26 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ ν. ΑΝΔΡΕΑ ΞΕΝΟΦΩΝΤΟΣ, Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 210/09, 26/2/2014 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2014:C143

(2014) 3 ΑΑΔ 57

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ                    

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

                                                  (Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 210/09)

 

26 Φεβρουαρίου, 2014

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΝΑΓΗ, ΛΙΑΤΣΟΣ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/στές]

 

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

                                                            Εφεσείουσα / Καθ΄ης η αίτηση,

 

-        KAI  -

 

ΑΝΔΡΕΑ ΞΕΝΟΦΩΝΤΟΣ

                                                            Εφεσίβλητου / Αιτητή,

  ---------------------------------------

 

Ρένα Παπαέτη (κα), Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τον Γενικό Εισαγγελέα, για την Εφεσείουσα

Ξενής Ξενοφώντος,  για τον Εφεσίβλητο

----------------------------------------

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.:  Την ομόφωνη απόφαση του

Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Λιάτσος.

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.:    Ο Εφεσίβλητος κατατάχθηκε κανονικά στην Εθνική Φρουρά, αλλά υπηρέτησε για θητεία συνολικής διάρκειας δεκατεσσάρων μηνών αντί είκοσι έξι, οπόταν και απαλλάγηκε για το υπόλοιπο της υποχρέωσής του, λόγω προβλημάτων στην όραση.  Ως κάτοχος πτυχίου δασκάλου και υποψήφιος για διορισμό, αιτήθηκε όπως του παραχωρηθεί, κατ΄ακολουθία των προβλεπομένων στο άρθρο 28Β.(3)(δ) των περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων του 1969-2014 (ο Νόμος), μία μονάδα για υπηρεσία στην Εθνική Φρουρά.   Η Εφεσείουσα, ενεργώντας και στη βάση γνωμάτευσης της Νομικής Υπηρεσίας, απέρριψε το υπό αναφορά αίτημα, επικαλούμενη, αφενός, το γεγονός ότι ο Εφεσίβλητος δεν συμπλήρωσε πλήρη θητεία είκοσι έξι μηνών και, αφετέρου, θέτοντας πως το πιο πάνω άρθρο δεν παρέχει διακριτική ευχέρεια  για απονομή μέρους της μονάδας σε περίπτωση υπηρεσίας μικροτέρας των είκοσι έξι μηνών.  Η απορριπτική απόφαση, ημερομηνίας 12/1/2007, κοινοποιήθηκε στον Εφεσίβλητο με επιστολή ημερομηνίας 19/7/2007.  Αντιδρώντας ο Εφεσίβλητος αναζήτησε νομική προστασία, καταχωρώντας σχετική προσφυγή και στηριζόμενος στα Άρθρα 28 και 146 του Συντάγματος.

 

Ο πρωτόδικος Δικαστής διατύπωσε ως ακολούθως το ζήτημα που εγέρθη ενώπιόν του προς δικαστικό έλεγχο και απόφανση:

 

«Εφόσον με το άρθρο 28Β(3)(δ) των περί Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων του 1969-2006 η σειρά προτεραιότητας στους πίνακες διοριστέων καθορίζεται με κριτήρια μεταξύ των οποίων είναι και η υπηρεσία στην Εθνική Φρουρά για την οποία παραχωρείται 1 μονάδα, στον αιτητή ο οποίος υπηρέτησε μεν στην Εθνική Φρουρά όχι όμως για πλήρη θητεία 26 μηνών αλλά για 14 μήνες οπότε απολύθηκε για λόγους υγείας, δεν πρέπει ή μπορεί να δοθεί αυτή η μονάδα ή μέρος της;»

 

Εξετάζοντας, ακολούθως, το βασικό επιχείρημα του Αιτητή / Εφεσίβλητου − σύμφωνα με το οποίο ορθή ερμηνεία της διάταξης 28Β.(3)(δ) δίδει τη δυνατότητα απόδοσης μίας μονάδας ή έστω μέρους της σε πρόσωπα όπως ο Αιτητής, τα οποία κατατάγηκαν στην Εθνική Φρουρά και υπηρέτησαν για ικανό διάστημα − ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής, αναλύοντας τους λόγους ύπαρξης της υπό αναφορά διάταξης, έκρινε ότι εσφαλμένα ερμηνεύτηκε και εφαρμόστηκε από την Εφεσείουσα στην περίπτωση του Εφεσίβλητου.  Αποφάσισε, προχωρώντας περαιτέρω, ότι:

 

«Με δεδομένο ότι ο Νόμος δίδει στην Επιτροπή το δικαίωμα απόδοσης  μίας ολόκληρης μονάδας για επιτέλεση της υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας, τίποτε δεν απέκλειε τη δυνατότητα άσκησης διακριτικής ευχέρειας για εξέταση του ενδεχομένου απόδοσης μέρους της μονάδας σε περίπτωση επιτέλεσης θητείας μικρότερης διάρκειας από την προνοούμενη με την εν ισχύει νομοθεσία.  Η άσκηση ασφαλώς μιας τέτοιας διακριτικής ευχέρειας δεν υποχρεώνει την Επιτροπή σε απλούς αριθμητικούς υπολογισμούς για κάθε μήνα επιτέλεσης θητείας.  Μπορεί να ληφθούν υπόψη παράγοντες όπως είναι η συνολική έκταση της επιτελεσθείσας θητείας, οι λόγοι της μη συνέχισης και συμπλήρωσης της, το υπολειπόμενο μέρος της κλπ.  Το δε αποτέλεσμα της άσκησης αυτής της διακριτικής ευχέρειας μπορεί να είναι είτε η απόδοση μιας ολόκληρης μονάδας, είτε μέρους της, είτε καθόλου, ανάλογα με τους παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη και την αξία η οποία μπορεί ν΄ αποδοθεί στον καθένα απ΄ αυτούς από την Επιτροπή.»

 

Με τα πιο πάνω ως δεδομένα, ήταν η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η Εφεσείουσα εσφαλμένα ερμήνευσε την επίμαχη διάταξη του Νόμου ως μη παρέχουσα, σε αυτήν, διακριτική ευχέρεια και, συνακόλουθα, παρέλειψε να ασκήσει οποιαδήποτε διακριτική εξουσία είχε στην περίπτωση του Εφεσίβλητου.

 

Η Εφεσείουσα προσβάλλει την πιο πάνω καταληκτική κρίση ως εσφαλμένη, με ένα λόγο έφεσης.  Αιτιολογώντας, θέτει ότι η φρασεολογία του επίμαχου άρθρου, δεν αποκαλύπτει οποιαδήποτε πρόθεση του Νομοθέτη να δώσει στην Εφεσείουσα διακριτική ευχέρεια να προβαίνει σε διαδικασία και υπολογισμούς για απονομή ποσοστού της μονάδας σε υποψηφίους οι οποίοι δε συμπλήρωσαν, για οποιονδήποτε λόγο, το σύνολο της υποχρεωτικής υπηρεσίας τους στην Εθνική Φρουρά.   Προεκτείνοντας, θέτει ότι η ερμηνεία που έδωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο στο υπό αναφορά άρθρο, τροποποιεί, ουσιαστικά, την πρόθεση του Νομοθέτη, με τρόπο που δεν προκύπτει από το σαφές λεκτικό της σχετικής διάταξης και από το αντικείμενο και τον σκοπό του Νόμου.

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος για την Εφεσείουσα εισηγήθηκε ότι η φρασεολογία της υπό κρίση διάταξης είναι σαφής και δεν παρέχει οποιαδήποτε διακριτική ευχέρεια στην Εφεσείουσα να προβαίνει σε διαδικασία και υπολογισμούς για απονομή ποσοστού της μονάδας σε υποψηφίους.  Προεκτείνοντας, έθεσε ότι ορθή ερμηνεία νομοθετικών διατάξεων δεν επιτρέπει πρόσθεση λέξεων ή φράσεων στο συγκεκριμένο άρθρο, που να του προσδίδουν την ερμηνεία που απέδωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο.  Αναφερόμενη στη δυνατότητα εφαρμογής των γενικών αρχών του διοικητικού δικαίου, έθεσε ότι αυτές έχουν συμπληρωματικό χαρακτήρα και ισχύουν, όπως είναι πάγια νομολογημένο, όταν δεν υπάρχει σχετικός κανόνας, ο οποίος έχει θεσπιστεί με πράξη νομοθετικού οργάνου.  Στη συγκεκριμένη περίπτωση, κατέληξε, υφίσταται σαφής και επιτακτική για τη διοίκηση υποχρέωση όπως ενεργήσει μόνο κατά συγκεκριμένο τρόπο και δεν προκύπτει κατ΄ουδένα τρόπο δικαίωμα άσκησης διακριτικής ευχέρειας.  Ούτε το Ανώτατο Δικαστήριο έχει δικαιοδοσία να νομοθετεί διευρύνοντας νομοθετικές ρυθμίσεις που δεν έτυχαν της έγκρισης της Βουλής.

 

Ο ευπαίδευτος συνήγορος του Εφεσίβλητου, ευθυγραμμισμένος πλήρως με την πρωτόδικη κατάληξη, εισηγήθηκε ότι η απόφαση της Εφεσείουσας υιοθετεί μία άκαμπτη, παράνομη και αντισυνταγματική προσέγγιση και ερμηνεία της επίμαχης διάταξης.  Η δε κρίση της, ότι δεν είχε οποιαδήποτε διακριτική ευχέρεια να αποδώσει μέρος της μονάδας, ήταν «δρακόντεια και απέληγε σε μια προκρούστεια λύση», αφού άτομα τα οποία δεν είχαν συμπληρώσει πλήρη θητεία στην Εθνική Φρουρά, αν και είχαν απολέσει πολύτιμο χρόνο από τη ζωή και τη σταδιοδρομία τους, κατέληγαν να αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο με άτομα τα οποία δεν υπηρέτησαν καθόλου στην Εθνική Φρουρά.

 

Αυτούσιο το άρθρο 28Β.(3)(δ) του Νόμου έχει ως εξής: 

 

«28Β.(1) ....................

(2) .......................

(3)      Μεταξύ των υποψηφίων που αναφέρονται στο εδάφιο (2) και οι οποίοι απέκτησαν τον πρώτο τίτλο σπουδών τους το ίδιο έτος η σειρά προτεραιότητας καθορίζεται με βάση τα ακόλουθα κριτήρια:

 

(α) .....................

 

(β) .......................

 

Νοείται ότι σε περίπτωση υποψηφίου που έχει πέραν του ενός πρόσθετα ακαδημαϊκά προσόντα μόνο ένα θα λαμβάνεται υπόψη∙

 

(γ)      εκπαιδευτική προϋπηρεσία: ½ μονάδα για κάθε σχολικό έτος∙

 

(δ)      1 μονάδα για υπηρεσία στην Εθνική Φρουρά.»

 

Ο σκοπός του Νομοθέτη, θεσπίζοντας το εν λόγω άρθρο,  παρουσιάζεται να ήταν, όπως και ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής εντόπισε, η παροχή μίας μονάδας σε υποψήφιο ο οποίος υπηρέτησε στην Εθνική Φρουρά, ως αντιστάθμισμα των δύο σχολικών ετών που είχε απολέσει από τη σταδιοδρομία του, λόγω, ακριβώς, της καθυστέρησης στο χρόνο έναρξης των σπουδών του.  Εφόσον, λοιπόν, για κάθε σχολικό έτος ο υποψήφιος, κατ΄ακολουθία του εδαφίου 28Β.(3)(γ), λαμβάνει μισή μονάδα ως εκπαιδευτική προϋπηρεσία, η αναμενόμενη διετής υπηρεσία στην Εθνική Φρουρά ενός υποψηφίου για διορισμό, καλυπτόταν από μία μονάδα, όχι ως επιβράβευση όλων όσων επιτελούν κανονικά τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις, αλλά προς διόρθωση μιας αδικίας, η οποία, αναπόφευκτα, προέκυπτε για όσους άρρενες υποψήφιους εκτελούσαν τις στρατιωτικές τους υποχρεώσεις.  

 

Δεν τελεί υπό αμφισβήτηση ότι η εκπλήρωση του συνόλου της στρατιωτικής θητείας ενεργοποιούσε την επίδικη διάταξη, με αποτέλεσμα την παροχή της μίας μονάδας.   Το κρίσιμο ερώτημα που τίθεται προς απάντηση είναι, όμως,  εάν η Εφεσείουσα είχε εκ του Νόμου διακριτική ευχέρεια να απονέμει μέρος της μονάδας σε περιπτώσεις όπως αυτήν του Εφεσίβλητου.   Όπου, δηλαδή, υποψήφιος υπηρέτησε στην Εθνική Φρουρά για διάρκεια μικρότερη της εκ του Νόμου προβλεπομένης.

 

Η απουσία ρητής νομοθετικής κάλυψης οδήγησε την πλευρά της Εφεσείουσας να προβάλει ότι τέτοια διακριτική ευχέρεια δεν υπάρχει και ότι, υπό τις συνθήκες, το πρωτόδικο Δικαστήριο, εκφεύγοντας από τα πλαίσια δικαιοδοσίας του, προέβη σε διευρυντική εφαρμογή νομοθετικής ρύθμισης, παραβιάζοντας τη θεμελιώδη αρχή της διάκρισης των εξουσιών.

 

Με όλο τον σεβασμό, δεν μας βρίσκει σύμφωνους η πιο πάνω προσέγγιση.  Καταρχάς, σημειώνεται ότι ο ορισμός της φράσης «υπηρεσία στην Εθνική Φρουρά» δεν υπάρχει στο Νόμο.  Η έννοια της λέξης «υπηρεσία» δεν αποκλείεται, είτε να σημαίνει «συμπεπληρωμένη  υπηρεσία», είτε «υπηρεσία» που έχει αρχίσει, έστω και αν διήρκησε μικρότερο χρόνο από τον ανώτατο καθορισμένο.  Ουδείς βάσιμα, είτε λογικά, είτε νομικά, θα μπορούσε να επιχειρηματολογήσει ότι ο Εφεσίβλητος εδώ δεν «υπηρέτησε» στην Εθνική Φρουρά, εφόσον εντάχθηκε κανονικά και νομίμως στις τάξεις της αλλά στην πορεία απολύθηκε, και πάλι νόμιμα, για λόγους υγείας.  Ο προαποκλεισμός της δυνατότητας παροχής από την Εφεσείουσα, έστω και μέρους της μονάδας, στον Εφεσίβλητο, ερμηνεύοντας κατά απόλυτο τρόπο την επίδικη διάταξη για υπηρεσία στην Εθνική Φρουρά μόνο ως πλήρη υπηρεσία, ήταν λανθασμένος.  Δεν εντοπίζεται σαφής και επιτακτική υποχρέωση της διοίκησης όπως ενεργήσει μόνο κατά συγκεκριμένο τρόπο.

 

Όπως ορθά εντοπίζεται και στην πρωτόδικη απόφαση, η απουσία ρητής δυνατότητας δεν επιφέρει κατ΄ανάγκη και αδυναμία άσκησης διακριτικής ευχέρειας κατ΄ αναλογία και κατ΄ακολουθία ερμηνείας του Νόμου, με τρόπο ώστε να εντάσσεται στα πλαίσια του Συντάγματος, το οποίο περικλείει και την αρχή της αναλογικότητας.  Πολύ περισσότερο, όταν η άσκηση διακριτικής ευχέρειας δεν θα ήταν ασυμβίβαστη με τις γενικές αρχές του διοικητικού δικαίου, που περιλαμβάνουν τις αρχές της αναλογικότητας και της ισότητας και εφόσον, εκ των πραγμάτων, παρείχετο η δυνατότητα της διοίκησης να επιλέξει ανάμεσα σε εξίσου νόμιμες και πιο δίκαιες λύσεις, αποφεύγοντας, ταυτόχρονα, ανεπιεικείς και άδικες λύσεις.

 

Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, συμφωνούμε με την κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου.  Ως εκ τούτου, η Έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται.  Τα έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., αν υπάρχει, επιδικάζονται υπέρ του Εφεσίβλητου και εναντίον της Εφεσείουσας, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον αρμόδιο Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.         .................

 

 

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.         .................

 

 

ΠΑΝΑΓΗ, Δ.               .................

 

 

ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.               .................

 

 

ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.            .................

 

 

 

 

/ΜΣ

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο