ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Παπαδόπουλος ν. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 973
Δημοκρατία ν. Γεώργιου Mατθαίου (1990) 3 ΑΑΔ 2452
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ANAΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 608/2013)
17 Δεκεμβρίου, 2013
[Δ. ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Π., Γ. ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ,
Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΔΔ.]
FBME BANK LTD,
Αιτητές,
ν.
1. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
2. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ΄ων η Αίτηση.
Γ. Ζ. Γεωργίου με Κ. Οικονόμου (κα) και Ν. Απληκιώτου (κα), για τους Αιτητές.
Ρ. Παπαέτη (κα) με Μ. Θεοκλήτου (κα), για τους Καθ' ων η αίτηση 1.
Α. Ευαγγέλου με Μ. Φράγκου (κα), για τους Καθ' ων η αίτηση 2.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Αναφορικά με την πρώτη από τις τρεις προδικαστικές ενστάσεις, η απόφαση της πλειοψηφίας, φαίνεται να στηρίζεται στην πλειοψηφική απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στις υποθέσεις Χριστοδούλου κ.α. ν. Κεντρικής Τράπεζας κ.α., Υποθ. Αρ. 551/2013 κ.α, ημερ. 7.6.2013. Σε εκείνες τις υποθέσεις είχαν εγερθεί παρόμοιες προδικαστικές ενστάσεις και είχα διαφοροποιηθεί από την απόφαση της πλειοψηφίας. Θεώρησα, για τους λόγους που εξήγησα ότι οι εκεί προσβαλλόμενες πράξεις ανάγονται στον τομέα του δημοσίου δικαίου και όχι του ιδιωτικού και ότι μπορούσαν να προσβληθούν δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Επίσης θεώρησα ότι οι πράξεις αν και κανονιστικές διοικητικές, αποτελούσαν το σύνολο πολλών ατομικών πράξεων με αποτέλεσμα να μπορούν κατ' εξαίρεση να προσβληθούν. Κατέληξα ότι εκείνη η πράξη ήταν εκτελεστή και ως τέτοια μπορούσε να προσβληθεί δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Επί των πιο πάνω θεμάτων παρόμοιο ήταν και το σκεπτικό της αδελφής δικαστού Παπαδοπούλου στην ίδια υπόθεση.
Διατηρώντας τις απόψεις μου, θεωρώ ότι τα ίδια ισχύουν κατ' αναλογία και στην παρούσα περίπτωση. Όμως δεν χρειάζεται να επεκταθώ εφόσον η απόφαση της πλειοψηφίας στη Χριστοδούλου κ.α., ανωτέρω, η οποία ακολουθείται και στην παρούσα περίπτωση, είναι δεσμευτική ως προς το δικαστικό της λόγο.
Με τη δεύτερη και τρίτη προδικαστική ένσταση, εγείρονται και δύο νέα ζητήματα, τα οποία έχουν ως κεντρικό άξονα την έλλειψη εννόμου συμφέροντος εκ μέρους του Αιτητή. Δύο είναι οι λόγοι που τέθηκαν από τους Καθ' ων η αίτηση προς υποστήριξη των συγκεκριμένων προδικαστικών ενστάσεων. Πρώτον, ότι η ισχύς του προσβαλλόμενου διατάγματος είχε λήξει από 5.4.2013 και δεύτερο, ότι στην προσφυγή όχι μόνο δεν γίνεται επαρκής προσδιορισμός του κατ' ισχυρισμόν κατάλοιπου ζημιάς, αλλά ούτε και υπάρχει κατάλοιπο ζημιάς στην τράπεζα, δεδομένου ότι η ισχύς του διατάγματος έχει λήξει.
Είναι γνωστές οι νομολογιακές αρχές ότι η δίκη, αναφορικά με πράξεις που κατά το χρόνο έκδοσης τους είναι εκτελεστές, αλλά στη συνέχεια για διάφορους λόγους χάνουν την εκτελεστότητα τους, για παράδειγμα επειδή έπαυσαν να ισχύουν, κατά κανόνα καθίσταται άνευ αντικειμένου, εκτός εάν η πράξη που έπαυσε να ισχύει, δημιούργησε ζημιογόνες συνέπειες ενώ ίσχυε. Πολύ εύστοχα ο δικηγόρος των Αιτητών έκαμε αναφορά στην υπόθεση Ανδρέου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 46/2008, ημερ. 23.10.2009 στην οποία ο Κραμβής, Δ., παραπέμπει στο πιο κάτω απόσπασμα από τα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959, σελ. 242-243. Το σχετικό μέρος της απόφασης έχει ως ακολούθως:-
«Για να θεωρηθεί ότι το έννομο συμφέρον του αιτητή εξακολουθεί και μετά την ανάκληση ή τη λήξη της επίδικης πράξης πρέπει ο τελευταίος να πιθανολογήσει ζημία, η οποία μπορεί να δημιουργήσει απαίτηση δυνάμει του Άρθρου 146.6 του Συντάγματος. (Ιωσηφίδης ν. Δημοκρατίας (1998) 3 ΑΑΔ 490).
Στα Πορίσματα Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929-1959 στις σελίδες 242 και 243 αναφέρονται τα εξής:-
«δδ΄. Πράξεις περιωρισμένης χρονικής ισχύος. Διοικητική πράξις, ισχύουσα εφ΄ ωρισμένον χρονικόν διάστημα, παραδεκτώς προσβάλλεται δι΄ αιτήσεως ακυρώσεως και μετά την παρέλευσιν του χρονικού διαστήματος καθ΄ ον ίσχυσεν, εφ΄ όσον κατέλιπε διοικητικής φύσεως συνεπείας, ων την άρσιν διώκει η αίτησις. Εφ΄ όσον όμως η προσβαλλόμενη πράξις δεν ίσχυεν πλέον κατά τον χρόνον της καταθέσεως της αιτήσεως ακυρώσεως, ουδέ διετήρησε διοικητικής φύσεως αποτελέσματα έναντι του αιτούντος, δεν προσβάλλεται παραδεκτώς και η αίτησις στερείται αντικειμένου. Η πλέον πρόσφατος όμως νομολογία προσανατολίζεται προς την άποψιν, ότι εφ΄ όσον η προσβαλλομένη πράξις εφηρμόσθη και παρήγαγεν αποτέλεσμα καθ΄ ον χρόνον ίσχυσεν, παραδεκτώς προσβάλλεται δι΄ αιτήσεως ακυρώσεως, έστω και αν κατά την συζήτησιν έχη λήξει η ισχύς ταύτης, εφ΄ όσον δεν ήρθησαν τα κατά τον χρόνον της ισχύος της παραχθέντα έννομα αποτελέσματα.»»
Με κάθε σεβασμό στην απόφαση της πλειοψηφίας, δεν μπορώ να συμφωνήσω ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν προσδιορίζεται επαρκώς ο ισχυρισμός για το κατάλοιπο ζημιάς στην Τράπεζα. Κατά την άποψή μου η νομολογία είναι σαφής ότι η δίκη δεν καταργείται αν μέχρι τη δίκη λήξει η ισχύς της πράξης, εφόσον κατά τη διάρκεια της ισχύος της η πράξη άφησε κατάλοιπο ζημίας (βλ. Παπαδόπουλος ν. Δημοκρατίας (1989) 3(Β) ΑΑΔ 973, Δημοκρατία ν. Ματθαίου (1990) 3 ΑΑΔ 2452 και Ν. Χαραλάμπους «Η Δράση και Έλεγχος της Δημόσιας Διοίκησης», Έκδοση 2004, σελ. 54-55).
Περαιτέρω θα πρέπει να αναφερθεί ότι για τη θεμελίωση της ύπαρξης έννομου συμφέροντος, «αρκεί ο εύλογος (δηλαδή όχι προφανώς ασύστατος) ισχυρισμός ότι η προσβαλλόμενη πράξη θίγει έννομο συμφέρον του προσφεύγοντος· δεν απαιτείται δηλαδή απόδειξη αλλ' αρκεί η πιθανολόγηση» (βλ. Σοφούλλα Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (1996) 3 ΑΑΔ 73, 78, 79). Στην προκειμένη περίπτωση οι Αιτητές κατά την άποψή μου έχουν καταφέρει να πιθανολογήσουν ζημιά και κατ' επέκταση έννομο συμφέρον.
Ενόψει των πιο πάνω και με κάθε σεβασμό στην απόφαση της πλειοψηφίας, θα απέρριπτα τις τρεις προδικαστικές ενστάσεις και θα επέτρεπα στους Αιτητές να προωθήσουν την προσφυγή τους.
(Υπ.) Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.
/ΕΠς