ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2013) 3 ΑΑΔ 427
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπoθέσεις Αρ. 551/2013, 553/2013, 555/2013, 556/2013, 557/2013, 558/2013, 559/2013,
560/2013, 561/2013, 562/2013, 563/2013, 564/2013. 565/2013, 566/2013, 567/2013, 569/2013, 570/2013, 571/2013, 575/2013, 581/2013, 582/2013, 583/2013, 586/2013,
587/2013, 590/2013, 591/2013, 592/2013, 593/2013, 594/2013, 595/2013, 596/2013,
597/2013, 598/2013, 599/2013, 600/2013, 601/2013, 602/2013, 603/2013, 604/2013,
605/2013, 606/2013, 607/2013, 609/2013, 610/2013, 611/2013, 612/2013, 613/2013,
614/2013, 615/2013, 616/2013, 617/2013, 618/2013, 619/2013, 620/2013, 670/2013)
7 Ιουνίου, 2013
[ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ,
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΚΛΗΡΙΔΗΣ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,
ΠΑΝΑΓΗ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δικαστές]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
(Υπόθεση Αρ. 551/2013)
1. ΜΥΡΤΩ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,
2. ΑΝΤΩΝΙΑ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,
3. ΜΕΛΑΝΘΩ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,
Αιτήτριες,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
3. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 553/2013)
1. ΧΡΙΣΤΟΣ ΜΑΚΛΩΚΛΑΣ,
2. ΕΛΕΝΗ ΜΑΚΛΩΚΛΑ,
3. ΟΜΝΙ MEDIKA LTD,
Αιτητές,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 555/2013)
YIANNOS DEMETRIOU INVESTMENTS LIMITED,
Αιτήτρια,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 556/2013)
LAKELIGHT ENTERPRISES LTD,
Αιτητές,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 557/2013)
REN JIANJUN,
Αιτητής,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, ΚΑΙ ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΩΣ ΑΡΧΗΣ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ,
2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ, ΔΙΑ ΤΟΥ
ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΔΙΑ ΤΟΥ
ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 558/2013)
1. Λ. ΠΑΠΑΦΙΛΙΠΠΟΥ & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε.,
2. Λ. ΠΑΠΑΦΙΛΙΠΠΟΥ & ΣΙΑ,
Αιτητές,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, ΚΑΙ ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΩΣ ΑΡΧΗΣ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ,
2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ, ΔΙΑ ΤΟΥ
ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΔΙΑ ΤΟΥ
ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 559/2013)
1. Λ. ΠΑΠΑΦΙΛΙΠΠΟΥ & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε.,
2. Λ. ΠΑΠΑΦΙΛΙΠΠΟΥ & ΣΙΑ,
Αιτητές,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, ΚΑΙ ΥΠΟ ΤΗΝ
ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΩΣ ΑΡΧΗΣ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ,
2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ, ΔΙΑ ΤΟΥ
ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΔΙΑ ΤΟΥ
ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Καθ' ων η Αίτηση.
__________________________
(Υπόθεση Αρ. 560/2013)
REN JIANJUN,
Αιτητής,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ, ΚΑΙ ΥΠΟ ΤΗΝ
ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΩΣ ΑΡΧΗΣ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ,
2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ, ΔΙΑ ΤΟΥ
ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΔΙΑ ΤΟΥ
ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 561/2013)
ΧΑΡΙΛΑΟΣ ΣΤΑΥΡΑΚΗΣ,
Αιτητής,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 562/2013)
FAIRHOPE FINANCE S.A.,
Αιτήτρια,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 563/2013)
MAINSTREAM INTERNATIONAL LIMITED,
Αιτήτρια,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 564/2013)
ΚΙΣΣΟΝΕΡΓΗΣ ΚΥΠΡΟΣ,
Αιτητής,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 565/2013)
1. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΜΙΧΑΛΗΣ,
2. ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΝΙΚΗ,
Αιτητές,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 566/2013)
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΑΤΖΗΑΡΓΥΡΟΥ,
Αιτητής,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 567/2013)
PICABO INTERNATIONAL LIMITED,
Αιτήτρια,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 569/2013)
WATLMP CO LIMITED,
Αιτήτρια,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ,
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 570/2013)
PELECANOS & PELECANOU LLC,
Αιτήτρια,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ,
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 571/2013)
DAZZLECAST ENTERPRISES LTD,
Αιτήτρια,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 575/2013)
ΜΑΡΙΝΕΛΛΑ ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
3. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 581/2013)
KRYPTO SECURITY (CYPRUS) LTD,
Αιτήτρια,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ,
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 582/2013)
SLPI SWISS LINE PROPERTY INVESTMENT
HOLDING LIMITED,
Αιτήτρια,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 583/2013)
VORNESTO HOLDINGS LIMITED,
Αιτήτρια,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 586/2013)
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΖΑΝΟΣ,
Αιτητής,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
ΩΣ ΑΡΧΗ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ,
2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 587/2013)
1. ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΑΒΒΑ ΚΑΦΦΑ,
2. ΚΟΥΛΛΑ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΑΚΗ ΚΑΦΦΑ,
3. N.P.P. BETOMIX LTD,
Αιτητές,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ.590/2013)
1. MIKIS HADJIKKOS PAINTS LTD,
2. ΜΙΚΗΣ ΧΑΤΖΗΚΚΟΣ,
Αιτητές,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
ΩΣ ΑΡΧΗ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ.
2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 591/2013)
M.I. MARITIME LTD,
Αιτήτρια,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ , ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 592/2013)
PNS HOLDINGS LTD,
Αιτήτρια,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 593/2013)
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΚΑΦΦΑ,
Αιτητής,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 594/2013)
ΑΝΤΡΕΑΣ ΤΣΙΑΚΚΑΡΙΑΣ & ΥΙΟΙ ΛΤΔ,
Αιτήτρια,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 595/2013)
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ , ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 596/2013)
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ ΠΑΝΑΓΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,
Αιτητής,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ,
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 597/2013)
1. ΙΩΑΝΝΗΣ ΟΚΚΑΣ,
2. ΑΝΤΡΙΑ ΟΚΚΑ,
Αιτητές,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ,
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 598/2013)
ΧΡΥΣΟΥΛΑ Ν. ΣΙΑΚΟΛΑ,
Αιτήτρια,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 599/2013)
ΕΛΕΝΗ Ν. ΣΙΑΚΟΛΑ,
Αιτήτρια,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 600/2013)
1. IACOVOU-ZEMCO JOINT VENTURE,
2. IACOVOU BROTHERS (CONSTRUCTIONS) LTD,
3. ZEMCO CONSTRUCTION LTD,
Αιτητές,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 601/2013)
NOBEL TRUST LTD,
Αιτήτρια,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
ΩΣ ΑΡΧΗ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ,
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ
ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Καθ' ων η Αίτηση.
__________________________
(Υπόθεση Αρ. 602/2013)
ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Δ.Ε.Π.Ε.,
Αιτητές,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
ΩΣ ΑΡΧΗ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ,
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ
ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 603/2013)
ΜΑΡΙΝΑ ΣΙΑΚΟΛΑ,
Αιτήτρια,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 604/2013)
1. SEFA CONTRACTORS JV,
2. ATLASPANTOU CO LTD,
3. CYBARCO PLC,
4. GENERAL CONSTRUCTIONS COMPANY LTD,
5. IACOVOU BROTHERS (CONSTRUCTIONS) LTD,
6. ZEMCO CONSTRUCTION LTD,
Αιτητές,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 605/2013)
IACOVOU BROTHERS (CONSTRUCTIONS) LTD,
Αιτήτρια,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 606/2013)
ΣΚΥΡΑ ΛΙΜΑ ΔΗΜΟΣΙΑ ΛΙΜΙΤΕΔ,
Αιτήτρια,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 607/2013)
1. ΑΠΟΣΤΟΛΑΚΗΣ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ,
2. ΙΩΑΝΝΑ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ,
Αιτητές,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ,
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 609/2013)
1. ΑΝΔΡΕΟΥ ΝΙΚΟΣ,
2. ΑΝΔΡΕΟΥ ΙΣΜΗΝΗ,
Αιτητές,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ,
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 610/2013)
1. BIOTRONICS LTD,
2. ΒΑΡΝΑΒΑ ΒΑΡΝΑΒΑΣ,
3. ΒΑΡΝΑΒΑ ΘΕΟΠΙΣΤΗ,
Αιτητές,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ,
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 611/2013)
DAINVILLE INVESTMENTS LIMITED,
Αιτητές,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 612/2013)
I.V. EDUCATIONAL MANAGEMENTS SERVICES LIMITED,
Αιτήτρια,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 613/2013)
GELADES LTD,
Αιτήτρια,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 614/2013)
VYSHNEVSKYY VADYM,
Αιτητές,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 615/2013)
STEELWAY ALLIANCE LIMITED,
Αιτήτρια,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
ΩΣ ΑΡΧΗ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ,
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ
ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 616/2013)
GOODWAY ALLIANCE LIMITED,
Αιτήτρια,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
ΩΣ ΑΡΧΗ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ,
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ
ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 617/2013)
1. ΧΟΒΧΑΝΝΕΣ ΤΑΤΑΡΙΑΝ,
2. ΠΑΙΛΑΚ ΤΑΤΑΡΙΑΝ,
3. ΒΤΑΚ ΤΑΤΑΡΙΑΝ,
Αιτητές,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ,
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 618/2013)
1. ΚΩΣΤΑΣ ΠΑΝΤΕΛΗ ΞΙΟΥΡΟΥΠΠΑΣ,
2. ΕΛΕΝΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΞΙΟΥΡΟΥΠΠΑ,
3. PANTELIS D. XIOUROUPPAS & SONS LIMITED,
Αιτητές,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ,
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 619/2013)
1. ΣΩΤΗΡΟΥΛΑ ΤΗΛΕΜΑΧΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,
2. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΤΗΛΕΜΑΧΟΥ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,
3. ΤΗΛΕΜΑΧΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,
4. ΜΑΡΩ ΣΩΤΗΡΗ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,
5. G & S TELEMACHOU BAKERIES LTD,
Αιτητές,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ,
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 620/2013)
XΡΙΣΤΙΝΑ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ,
Αιτήτρια,
ν.
1. ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
2. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΤΗΣ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ,
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
(Υπόθεση Αρ. 670/2013)
1. ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΑΜΠΗ,
2. ΜΑΡΙΤΣΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ,
Αιτητές,
ν.
1. ΔΙΟΙΚΗΤΗ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ,
2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
3. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ,
Καθ' ων η Αίτηση.
_________________________
Κ. Μιχαηλίδου (κα), για Μιχαηλίδου και Κωνσταντίνου, για τους Αιτητές στην Υπόθεση Αρ. 551/2013.
Μ. Ορφανίδης και Χρ. Πουτζουρής, με Χρ. Σιακαλλή (κα), για τους Αιτητές στις Υποθέσεις Αρ. 553/2013, 581/2013, 596/2013, 597/2013, 607/2013, 609/2013, 610/2013 και 617/2013 - 620/2013.
Α. Δημητρίου, με Ε. Μιχαήλ (κα) και Α. Χρίστου (κα), Κ. Καλλής και Στ. Αμερικάνος, με Σ. Κώστα, για τους Αιτητές στις Υποθέσεις Αρ. 555/2013, 556/2013, 561/2013 - 566/2013, 582/2013, 583/2013, 598/2013 - 606/2013 και 611/2013 - 614/2013.
Κ. Χαβιαράς, για τους Αιτητές στην Υπόθεση Αρ. 567/2013.
Λ. Παπαφιλίππου, με Χρ. Χριστοφίδη, Γ. Βαλιαντή και Π. Χριστοφίδη, για τους Αιτητές στις Υποθέσεις Αρ. 557/2013, 558/2013, 559/2013 και 560/2013.
Α. Πελεκάνος, Χρ. Ιωάννου και Γ. Πολυχρόνης, για τους Αιτητές στις Υποθέσεις Αρ. 569/2013, 570/2013 και 571/2013.
Ρ. Ερωτοκρίτου, με Α. Κυπρίζογλου, για τους Αιτητές στην Υπόθεση Αρ. 575/2013.
Κ. Χατζηϊωάννου, με Ν. Χατζηϊωάννου (κα), για τους Αιτητές στις Υποθέσεις Αρ. 586/2013 και 590/2013.
Α. Τσάρκατζης, για τους Αιτητές στις Υποθέσεις Αρ. 587/2013, 592/2013 και 593/2013.
Χρ. Κληρίδης, με Ξ. Ξενοφώντος, για τους Αιτητές στην Υπόθεση Αρ. 591/2013.
Γ. Ιωάννου, για τους Αιτητές στις Υποθέσεις Αρ. 594/2013 και 595/2013.
Στ. Αμερικάνος, με Σ. Κώστα, για τους Αιτητές στις Υποθέσεις Αρ. 615/2013 και 616/2013.
Π. Αγγελίδης, για τους Αιτητές στην Υπόθεση Αρ. 670/2013.
A. Ευαγγέλου, με Μ. Φράγκου (κα), για τους Καθ' ων η Αίτηση Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου και Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου και για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 2 στην Υπόθεση Αρ. 591/2013.
Π. Κληρίδης, Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, με Κ. Λυκούργο, Ανώτερο Δικηγόρο της Δημοκρατίας, Ρ. Παπαέτη (κα), Ανώτερη Δικηγόρο της Δημοκρατίας, Ε. Συμεωνίδου (κα), Δικηγόρο της Δημοκρατίας, Μ. Λοΐζου (κα), Δικηγόρο της Δημοκρατίας, Μ. Θεοκλήτου (κα), Δικηγόρο της Δημοκρατίας και Ε. Γαβριήλ (κα), Δικηγόρο της Δημοκρατίας, για την Καθ' ης η Αίτηση Κυπριακή Δημοκρατία.
Ε. Ρήγα (κα), για Α. Νεοκλέους, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 1 στην Υπόθεση Αρ. 591/2013.
Μ. Αντωνίου (κα), για Χρυσαφίνη και Πολυβίου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος Τράπεζα Κύπρου.
_________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Το ιστορικό των υποθέσεων, το οποίο, με λεπτομέρεια, περιγράφεται στην ένσταση και δεν αμφισβητείται από τους αιτητές, συνοψίζεται στην απόφαση της πλειοψηφίας. Δε θα το επαναλάβω. Θα αναφερθώ μόνο σε σημεία αυτού, που θεωρώ ότι βοηθούν στην ευκολότερη κατανόηση των ζητημάτων με τα οποία, στη συνέχεια, θα ασχοληθώ, για να καταλήξω, όμως, με κάθε σεβασμό προς την απόφαση της πλειοψηφίας, σε διαφορετικό αποτέλεσμα.
Στις 22/3/2013, η Βουλή των Αντιπροσώπων, στο πλαίσιο διάσωσης της κυπριακής οικονομίας, ψήφισε σειρά νόμων, περιλαμβανομένου και του περί Εξυγίανσης Πιστωτικών και ΄Αλλων Ιδρυμάτων Νόμου του 2013, (Ν. 17(Ι)/2013), (ο «Ν. 17(Ι)/2013») ο οποίος δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας την ίδια ημέρα.
Στις 25/3/2013, επιτεύχθηκε, στο Eurogroup, πολιτική συμφωνία με την Κυπριακή Κυβέρνηση για την εγκαθίδρυση ενός προγράμματος οικονομικής προσαρμογής, προς αποφυγή χρεωκοπίας και των συνεπειών μιας τέτοιας εξέλιξης για την Κύπρο. Μεταξύ άλλων, συμφωνήθηκε όπως η Λαϊκή Τράπεζα διαχωριστεί σε καλή και κακή τράπεζα και όπως η καλή τράπεζα, στη συνέχεια, ενταχθεί στην Τράπεζα Κύπρου. Συμφωνήθηκε, επίσης, ότι οι πόροι του προγράμματος οικονομικής βοήθειας προς την Κύπρο μέχρι €10.000.000.000 δε θα χρησιμοποιηθούν για ανακεφαλαίωση της Λαϊκής Τράπεζας και της Τράπεζας Κύπρου. Περαιτέρω, συμφωνήθηκε όπως, με την καλή Λαϊκή Τράπεζα, μεταφερθούν στην Τράπεζα Κύπρου τα €9.000.000.000 της έκτακτης ρευστότητας που παραχωρήθηκε στη Λαϊκή Τράπεζα από την Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου, (η «Κεντρική Τράπεζα»), με τη σύμφωνη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Τα περιουσιακά στοιχεία, τα οποία είχε παραχωρήσει η Λαϊκή Τράπεζα ως εξασφαλίσεις για την παροχή σ' αυτή της έκτακτης ρευστότητας και τα οποία μεταβιβάστηκαν, δυνάμει του Διατάγματος της Κ.Δ.Π. 104/2013, στην Τράπεζα Κύπρου, καλύπτουν την υποχρέωση σε σχέση με την έκτακτη ρευστότητα που παραχωρήθηκε στη Λαϊκή Τράπεζα και μεταβιβάστηκε στην Τράπεζα Κύπρου.
Με βάση την απόφαση του Eurogroup της 25/3/2013, η Κεντρική Τράπεζα, ως Αρχή Εξυγίανσης, άσκησε τις εξουσίες που της παρέχονται, από το Ν. 17(Ι)/2013. Αφού έλαβε υπόψη της την ΄Εκθεση της αρμόδιας Εποπτικής Αρχής για την τρέχουσα οικονομική κατάσταση των πιστωτικών ιδρυμάτων που υπόκεινται σε εξυγίανση, το Σχέδιο Εξυγίανσης που ετοιμάστηκε και το ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις του ΄Αρθρου 6(1) του Ν. 17(Ι)/2013 - ((α) ότι το επηρεαζόμενο ίδρυμα δεν είναι βιώσιμο, ή πιθανόν να καταστεί μη βιώσιμο, (β) χωρίς τη λήψη μέτρων εξυγίανσης, άλλες ενέργειες, που δυνατόν να ληφθούν, δεν επαρκούν, ώστε το ίδρυμα να τηρεί τις απαιτήσεις κεφαλαιακής επάρκειας και (γ) το μέτρο εξυγίανσης είναι αναγκαίο για την προαγωγή της δημόσιας ωφέλειας) - εξέδωσε, μεταξύ άλλων, τα πιο κάτω Διατάγματα:-
(α) Το περί της Πώλησης Εργασιών της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρίας Λτδ. Διάταγμα του 2013, (Κ.Δ.Π. 93/2013), (το «Διάταγμα 93»). Προνοεί, γενικά, ότι εφαρμόζεται το μέτρο της πώλησης των εργασιών της Τράπεζας Κύπρου.
(β) Το περί της Πώλησης Εργασιών της Cyprus Popular Bank Public Co Ltd. Διάταγμα του 2013, (Κ.Δ.Π. 94/2013), (το «Διάταγμα 94»). Προνοεί, γενικά, ότι εφαρμόζεται το μέτρο της πώλησης των εργασιών της Λαϊκής Τράπεζας.
(γ) Το περί της Πώλησης Εργασιών των εν Ελλάδι Εργασιών της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρίας Λτδ Διάταγμα του 2013, (Κ.Δ.Π. 96/2013), (το Διάταγμα 96»). Προνοεί για την πώληση των εργασιών της Τράπεζας Κύπρου στην Ελλάδα στην Τράπεζα Πειραιώς.
(δ) Το περί της Πώλησης Εργασιών των εν Ελλάδι Εργασιών της Cyprus Popular Bank Public Co Ltd Διάταγμα του 2013, (Κ.Δ.Π. 97/2013), (το «Διάταγμα 97»). Προνοεί για την πώληση των εργασιών της Λαϊκής Τράπεζας στην Ελλάδα στην Τράπεζα Πειραιώς.
(ε) Το περί Διάσωσης με ΄Ιδια Μέσα της Τράπεζας Κύπρου Δημόσιας Εταιρείας Λτδ Διάταγμα του 2013, (Κ.Δ.Π. 103/13), (το «Διάταγμα 103»).
(στ) Το περί της Πώλησης Ορισμένων Εργασιών της Cyprus Popular Bank Public Co Ltd Διάταγμα του 2013, (Κ.Δ.Π. 104/2013), (το «Διάταγμα 104»). Προνοεί για την πώληση ορισμένων εργασιών της Λαϊκής Τράπεζας στην Τράπεζα Κύπρου.
(ζ) Το περί της Πώλησης Ορισμένων Εργασιών στο Ηνωμένο Βασίλειο της Cyprus Popular Bank Public Co Ltd του 2013, (Κ.Δ.Π. 105/2013), (το «Διάταγμα 105»). Προνοεί για την πώληση ορισμένων εργασιών της Λαϊκής Τράπεζας στην Αγγλία στην Τράπεζα Κύπρου στην Αγγλία.
Οι ενώπιόν μας προσφυγές εντάσσονται σε δύο κατηγορίες: Αφορούν: η μία, τα Διατάγματα σε σχέση με τη Λαϊκή Τράπεζα και, ειδικότερα, το Διάταγμα 104, και, η άλλη, τα Διατάγματα σε σχέση με την Τράπεζα Κύπρου και, ειδικότερα το Διάταγμα 103. Μερικές από τις προσφυγές αμφισβητούν τη νομιμότητα και των Διαταγμάτων 94, 105, ως και την Α.Δ.Π. 197/2013.
΄Ηταν η θέση του κ. Ευαγγέλου, δικηγόρου της Κεντρικής Τράπεζας και του Διοικητή της, ότι τα Διατάγματα 93 και 94 δεν επηρεάζουν ευθέως δικαιώματα των αιτητών, αφού, με αυτά, δε ρυθμίζεται η πώληση των εργασιών της Τράπεζας Κύπρου και της Λαϊκής Τράπεζας, αλλά, απλά, τίθενται οι δύο τράπεζες, αντίστοιχα, υπό καθεστώς εξυγίανσης, διά της εξαγγελίας της εφαρμογής του μέτρου πώλησης των εργασιών τους.
Ανάλογα υποστηρίχθηκαν και από το Γενικό Εισαγγελέα για την Κυπριακή Δημοκρατία ως προς τα Διατάγματα 94, 97 και 105.
Σε σχέση με τα Διατάγματα 93 και 94 συμφωνώ με την απόφαση της πλειοψηφίας, δηλαδή ότι αυτά δε συσχετίζονται με επηρεασμό συγκεκριμένων συμφερόντων των αιτητών, ώστε να είναι δεκτικά προσβολής με αίτηση ακυρώσεως. Σημειώνεται, βέβαια, ότι το Διάταγμα 93 δεν προσβάλλεται. Κατά τα λοιπά, όμως, δε συμφωνώ, για τους λόγους που θα εξηγήσω στη συνέχεια.
Ως προς τα Διατάγματα 97, 104, 105, 96[1], 103, (τα «Διατάγματα»), χρήζουν εξέτασης, εκτός από την προδικαστική ένσταση που ηγέρθη από πλευράς της Κυπριακής Δημοκρατίας, ότι, δηλαδή, αυτά δεν αποτελούν εκτελεστές διοικητικές πράξεις, αλλά είναι «πράξεις κυβερνήσεως», τα ζητήματα που τέθηκαν από το Δικαστήριο· συγκεκριμένα εάν η διαφορά που γεννάται με τα Διατάγματα είναι διαφορά ιδιωτικού δικαίου, ως εκ του γεγονότος ότι η σχέση των αιτητών με τη Λαϊκή Τράπεζα και την Τράπεζα Κύπρου είναι σχέση ιδιωτικού δικαίου και εάν αυτά αποτελούν ατομικές διοικητικές πράξεις, δεκτικές προσβολής δι' αιτήσεως ακυρώσεως.
Ως προς τα ζητήματα που έθεσε το Δικαστήριο, ήταν η θέση του Γενικού Εισαγγελέα - και με αυτή συμφωνούν οι δικηγόροι όλων των αιτητών - ότι τα Διατάγματα αποτελούν ατομικές διοικητικές πράξεις, που αφορούν τόσο τις πιο πάνω τράπεζες όσο και τους μετόχους, τους κατόχους αξιογράφων και τους καταθέτες τους. Αναγνωρίζοντας ο Γενικός Εισαγγελέας ότι η σχέση μεταξύ των εν λόγω τραπεζών και των αιτητών είναι συμβατική και εμπίπτει στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου, υποστήριξε ότι, στην παρούσα περίπτωση, υπάρχει παρέμβαση της Κεντρικής Τράπεζας και του Υπουργού Οικονομικών, η οποία έγινε για μια φορά μόνο και για πρόσωπα που δεν είναι αόριστα, παρά το μεγάλο αριθμό τους. Η παρέμβαση αυτή έγινε με εξουσίες ξένες προς το ιδιωτικό δίκαιο, οι οποίες δίδονται από το Ν. 17(Ι)/2013 στην Κεντρική Τράπεζα και τον Υπουργό Οικονομικών. Τα Διατάγματα, κατέληξε, αποτελούν γενικές ατομικές διοικητικές πράξεις και, συνεπώς, είναι δεκτικά προσβολής από όλα τα πρόσωπα που είναι σε θέση να αποδείξουν έννομο συμφέρον.
Από τους δικηγόρους των αιτητών, υποστηρίχθηκε, με αναφορά στα Διατάγματα, ειδικότερα στα Διατάγματα 103 και 104, και το Ν. 17(Ι)/2013, ότι τα συμφέροντα των καταθετών, από τη στιγμή που η τράπεζά τους τελεί υπό διαδικασία εξυγίανσης, θίγονται και αυτοί νομιμοποιούνται, δυνάμει του ΄Αρθρου 146 του Συντάγματος, να προσφύγουν στο Ανώτατο Δικαστήριο. Με το Διάταγμα 103, οι καταθέτες της Τράπεζας Κύπρου, εφόσον η διάσωσή της γίνεται με ίδια μέσα, στερούνται ένα μεγάλο μέρος των καταθέσεών τους. Ο κ. Χρίστος Κληρίδης, με αναφορά στα ΄Αρθρα 3(1), (2)(β)(δ)(ζ), 4, 7 και 9 του Ν. 17(Ι)/2013, όπου, μεταξύ άλλων, προβλέπεται ότι, κατά τη λήψη των μέτρων εξυγίανσης, οι πιστωτές ιδρύματος που υπόκειται σε εξυγίανση επωμίζονται τις ζημιές μετά τους μετόχους, εισηγήθηκε ότι, από τη στιγμή που η τράπεζά των πελατών του - (η Λαϊκή Τράπεζα) - τελεί υπό διαδικασία εκκαθάρισης, επηρεάζονται τα συμφέροντά τους. Με το Διάταγμα 104, η Λαϊκή Τράπεζα μεταβιβάζει όλα τα περιουσιακά στοιχεία της στην Τράπεζα Κύπρου και, όσον αφορά τις υποχρεώσεις της, μεταβιβάζει μέρος αυτών, αλλά αφήνει πίσω τους καταθέτες άνω των €100.000,00· δηλαδή το Διάταγμα χωρίζει τη Λαϊκή Τράπεζα σε καλή και κακή τράπεζα, η πρώτη μεταφέρεται στην Τράπεζα Κύπρου, εκτός από τους καταθέτες άνω των €100.000,00, γεγονός που έχει άμεσο αντίκτυπο στη δυνατότητά τους να εισπράξουν το ποσό που θα τους αναλογούσε, σε περίπτωση εκκαθάρισης, σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113.
Στο ΄Αρθρο 3(1) του Ν. 17(Ι)/2003, αναφέρονται οι γενικές αρχές εξυγίανσης, ενώ, στο ΄Αρθρο 3(2) αυτού προβλέπεται ότι, κατά τη λήψη και εφαρμογή των μέτρων εξυγίανσης, εφαρμόζονται, μεταξύ άλλων, οι πιο κάτω αρχές:-
«(β) οι πιστωτές ιδρύματος που υπόκειται σε εξυγίανση επωμίζονται τις ζημιές μετά τους μετόχους, σύμφωνα με τη σειρά προτεραιότητας των απαιτήσεων τους δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 4,
................................................................................................................
(δ) οι πιστωτές του ιδρύματος που υπόκειται σε εξυγίανση δεν βρίσκονται σε δυσμενέστερη οικονομική θέση ως αποτέλεσμα της εφαρμογής μέτρων εξυγίανσης συγκριτικά με τη θέση που θα βρίσκονταν εάν το εν λόγω ίδρυμα τίθετο εναλλακτικά σε εκκαθάριση,
................................................................................................................
(ζ) η επέμβαση επί των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας δεν υπερβαίνει πρόνοιες του Συντάγματος και της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων,»
Οι προϋποθέσεις για τη λήψη μέτρων εξυγίανσης ορίζονται στο ΄Αρθρο 6(1) του Ν. 17(1)/2013, το οποίο προβλέπει ότι:-
«6.(1) Η Αρχή Εξυγίανσης λαμβάνει μέτρα εξυγίανσης σε επηρεαζόμενο ίδρυμα, μόνο εάν ισχύουν όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) το επηρεαζόμενο ίδρυμα δεν είναι βιώσιμο ή πιθανόν να καταστεί μη βιώσιμο, σύμφωνα με την αξιολόγηση της Αρχής Εξυγίανσης, βάσει της οποίας διαφαίνεται εύλογος κίνδυνος ότι το επηρεαζόμενο ίδρυμα δυνατό να μην είναι σε θέση να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του ή και να συνεχίσει να λειτουργεί ως δρώσα οικονομική μονάδα,
(β) χωρίς τη λήψη μέτρων εξυγίανσης, άλλες ενέργειες που δυνατό να ληφθούν σε εύλογο χρόνο από το επηρεαζόμενο ίδρυμα ή από την αρμόδια εποπτική αρχή, σύμφωνα με την αξιολόγηση της Αρχής Εξυγίανσης, δεν επαρκούν ούτως ώστε το ίδρυμα να μπορεί να τηρεί τις απαιτήσεις κεφαλαιακής επάρκειας ή και ρευστότητας, και
(γ) το μέτρο εξυγίανσης είναι αναγκαίο για την προαγωγή της δημόσιας ωφέλειας και την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος.»
Το ΄Αρθρο 4(1) του Ν. 17(/)/2013 προβλέπει ότι, σε περίπτωση εκκαθάρισης ιδρύματος που υπόκειται σε εξυγίανση, εφαρμόζονται, κατά προτεραιότητα, τα εδάφια (1) και (2) του ΄Αρθρου 300 του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113.
Στο ΄Αρθρο 7 του Ν. 17(Ι)/2013, αναφέρονται τα μέτρα εξυγίανσης, τα οποία η Αρχή Εξυγίανσης έχει εξουσία να απαιτήσει από επηρεαζόμενο ίδρυμα είτε μεμονωμένα είτε σε συνδυασμό. Μεταξύ των μέτρων αυτών είναι η αύξηση κεφαλαίου, η πώληση εργασιών, η διάσωση με ίδια μέσα, η μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων και δικαιωμάτων σε εταιρεία διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων. Το τελευταίο αυτό μέτρο, όμως, είναι δυνατό να εφαρμοστεί, εφόσον εφαρμοστούν ένα ή περισσότερα από τα προβλεπόμενα μέτρα.
Σύμφωνα με το ΄Αρθρο 146.1 του Συντάγματος, το Ανώτατο Δικαστήριο έχει αποκλειστική δικαιοδοσία να αποφασίζει επί προσφυγής εναντίον αποφάσεως, πράξεως ή παραλείψεως οιουδήποτε οργάνου, αρχής ή προσώπου, ασκούντων εκτελεστική ή διοικητική λειτουργία. Σύμφωνα με το ΄Αρθρο 146.2 του Συντάγματος:-
«2. Η προσφυγή ασκείται υπό παντός προσώπου, του οποίου προσεβλήθη ευθέως διά της αποφάσεως, της πράξεως ή της παραλείψεως ίδιον, ενεστώς έννομον συμφέρον, όπερ κέκτηται τούτο είτε ως άτομον είτε ως μέλος κοινότητός τινος.»
Το Δικαστήριο, κατά την εξέταση του κατά πόσο μια πράξη εμπίπτει στη δικαιοδοσία του βάσει του ΄Αρθρου 146.1 του Συντάγματος, λαμβάνει, πρωτίστως, υπόψη τη φύση και το χαρακτήρα της συγκεκριμένης πράξης. Λαμβάνει, επίσης, υπόψη την υπόσταση του οργάνου που λαμβάνει την απόφαση και τις περιστάσεις λήψης της, αφού είναι δυνατό το ίδιο όργανο να ενεργεί, άλλοτε, εντός της σφαίρας του ιδιωτικού δικαίου και άλλοτε εντός της σφαίρας του δημοσίου δικαίου, ανάλογα με τη φύση της απόφασης.
Στη Ναυτικός ΄Ομιλος Πάφου ν. Αρχής Λιμένων (1992) 1 Α.Α.Δ. 882, αναφέρονται τα εξής:- (σελ. 893-894)
«Στην Κύπρο, έχει κατ' επανάληψη αναγνωριστεί ότι στη δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, και κατ' ακολουθία στην αποκλειστική του αρμοδιότητα, υπάγονται μόνο εκτελεστές πράξεις δημόσιων αρχών που επενεργούν στον τομέα του δημόσιου δικαίου [βλ. μεταξύ άλλων, Achilleas HadjiKyriakou v. Theologia Hadjiapostolou 3 R.S.C.C. 89; Savvas Yianni Valana v. Republic 3 R.S.C.C. 91]. Εμπειρική υπήρξε η προσέγγιση στην ταξινόμηση των διοικητικών πράξεων ως προς το πεδίο δικαίου, δημόσιο ή ιδιωτικό, στο οποίο επενεργούν. Η ουσία και όχι ο τύπος ή η μορφή την οποία λαμβάνει η πράξη, συνιστά το κριτήριο για την κατάταξή τους σε πράξεις εξουσίας ή πράξεις διαχείρισης. Η διάκριση των δυο τομέων δικαίου και τα κριτήρια για το διαχωρισμό τους, απασχόλησαν το Ανώτατο Δικαστήριο ειδικά στην Antoniou and Others v. Republic (1984) 3 C.L.R. 623, και Machlouzarides v. Republic (1985) 3 C.L.R. 2342. Ο σκοπός για τον οποίο λαμβάνεται η απόφαση, ή γίνεται πράξη σε συνάρτηση με τις εξουσίες δημόσιας αρχής, αποτελεί το γνώμονα για την ταξινόμησή τους στο ένα ή το άλλο πεδίο του δικαίου. Εφόσον η πράξη ανάγεται ή σχετίζεται με την επίτευξη των σκοπών δημόσιας αρχής ή οργάνου, αυτή επενεργεί στον τομέα του δημόσιου δικαίου. Δημόσιος σκοπός είναι εκείνος για τον οποίο εξ αντικειμένου το κοινό ή τμήμα του έχουν εκ της φύσεως των πραγμάτων συμφέρον στην ευόδωσή του.»
Μια πράξη, για να είναι δεκτική προσβολής με αίτηση ακυρώσεως, δεν αρκεί να προέρχεται από διοικητικό όργανο· πρέπει και το περιεχόμενό της να είναι διοικητικό.
Κανονιστική διοικητική πράξη είναι πράξη που θέτει κανόνες, ως επί το πλείστον κανόνες δικαίου, και δημιουργεί, λόγω της φύσης της, καταστάσεις γενικές, απρόσωπες και αντικειμενικές. Το νομικό περιεχόμενο της κανονιστικής διοικητικής πράξης δεν εξαντλείται με μία εφαρμογή, αλλά διατηρεί τη δυνατότητα εφαρμογής σε αόριστες και μέλλουσες περιπτώσεις που συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις που θέτει η πράξη. Οι κανονιστικές πράξεις της διοίκησης που έχουν νομοθετικό περιεχόμενο δεν προσβάλλονται απευθείας με προσφυγή, η νομιμότητά τους, όμως, ελέγχεται παρεμπιπτόντως στα πλαίσια προσφυγής εναντίον απόφασης που λήφθηκε κατ' εφαρμογή τους. Σε αντίθεση, η ατομική διοικητική πράξη δημιουργεί υποκειμενικές καταστάσεις, εξατομικεύοντας έναν κανόνα δικαίου, τον οποίο εφαρμόζει σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση και είναι δεκτική απευθείας προσβολής δι' αιτήσεως ακυρώσεως - (βλ. George S. Papaphilippou and The Republic (Council of Ministers) 1 R.S.C.C. 62· Kanika Hotels κ.ά. ν. Συμβ. Αποχ. Λ/σού-Αμα/ντας (1996) 3 Α.Α.Δ. 169).
Σύμφωνα με το «Γενικό Διοικητικό Δίκαιο», του Π.Δ. Δαγτόγλου, Τετάρτη Αναθεωρημένη Έκδοση, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή, 1997, σελ. 75-76:-
«Η διάκριση μεταξύ κανονιστικής πράξεως της διοικήσεως και ατομικής διοικητικής πράξεως βασίζεται κατά την κλασσική θεωρία στην διάκριση μεταξύ γενικής και αφηρημένης αφ' ενός και ειδικής και συγκεκριμένης αφ' ετέρου επιταγής.
..............................................................................................................
... Κανόνας δικαίου δεν είναι επίσης ούτε η λεγόμενη γ ε ν ι κ ή δ ι ο ι κ η τ ι κ ή π ρ ά ξ η (Allgemeinverfügung), έστω και αν ο αριθμός των προσώπων προς τα οποία απευθύνεται δεν μπορεί να διαπιστωθεί ακριβώς, όπως π.χ. όταν η αστυνομία διατάσσει τους μετέχοντες σε μια παράνομη συγκέντρωση να διαλυθούν. Σημασία έχει ότι η διαταγή αυτή αναφέρεται και περιορίζεται σε μια συγκεκριμένη περίπτωση.»
Στην εργασία του Α.Ι. Τάχου - «Η Διοικητική Πράξη Γενικής Εφαρμογής» - Τόμος Τιμητικός του Συμβουλίου της Επικρατείας 1929 - 1979, Ι, ΄Εκδοσις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήναι - Κομοτηνή 1979, σελ. 317, σε σχέση με τη διοικητική πράξη γενικής εφαρμογής ή γενικού περιεχομένου, αναφέρονται τα εξής:- (σελ. 327-329)
«1. Η διοικητική πράξη γενικής εφαρμογής ή γενικού περιεχομένου είναι γνωστή τόσο στο δίκαιο της Ελλάδος, όσο και των Κρατών με πολιτειακό και οικονομικό-κοινωνικό καθεστώς όμοιο προς το ελληνικό. ...
Κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα της εννοίας της διοικητικής πράξεως γενικής εφαρμογής είναι ότι εκλαμβάνεται σαν πράξη α τ ο μ ι κ ή και όχι σαν κανονιστική. Γι' αυτό τον λόγο, ορθότερος κρίνεται ο όρος 'γενικής εφαρμογής' αντί του όρου 'γενικού περιεχομένου'. Η ατομική αυτή διοικητική πράξη φέρει, ειδικώτερα, τα ακόλουθα γνωρίσματα:
α) Αφορά την εξατομίκευση της εφαρμογής του νόμου σε π λ ε ί ο ν α ά τ ο μ α και όχι μόνον σ' ένα· συνεπώς αποτελεί διοικητική πράξη που αφορά π λ ε ί ο ν ε ς α τ ο μ ι κ έ ς π ε ρ ι π τ ώ σ ε ι ς και δεν αποτελεί απλώς ατομική διοικητική πράξη κατά την συνήθη έννοια του όρου.
β) Αφορά πλείονες ατομικές περιπτώσεις που σ υ ν δ έ ο ν τ α ι μεταξύ τους με το κοινό γνώρισμα της τ α υ τ ό τ η τ α ς απολαύσεως δικαιωμάτων ή εκπληρώσεως υποχρεώσεων των οικείων προσώπων.
γ) Η παραπάνω ταυτότητα οδηγεί στην σ υ σ σ ώ ρ ε υ σ η ή στο ά θ ρ ο ι σ μ α των ατομικών περιπτώσεων, που δεν συγχωνεύονται, αλλά κατά την εφαρμογή της γενικής διοικητικής πράξεως α ν α λ ύ ο ν τ α ι, στην ουσία, σε τόσες ατομικές διοικητικές πράξεις όσες είναι και οι αντίστοιχες ατομικές περιπτώσεις.»
Περαιτέρω, στις σελ. 331 - 333 του πιο πάνω Τιμητικού Τόμου, αναφέρονται τα ακόλουθα ως χαρακτηριστικά γνωρίσματα της διοικητικής πράξεως γενικής εφαρμογής:-
«α) Αφορά, εφόσο θεωρείται σαν ατομική πράξη (...), την ρύθμιση πλειόνων α τ ο μ ι κ ώ ν περιπτώσεων. ...
β) Αφορά σ υ γ κ ε κ ρ ι μ έ ν ε ς περιπτώσεις, δηλ. ορισμένες-προσδιορισμένες αριθμητικώς (ποσοτικώς) και κατά τα γνωρίσματα (ποιοτικώς) περιπτώσεις (πρόσωπα και πράξεις). ...
γ) Αποτελεί ά θ ρ ο ι σ μ α περιπτώσεων ατομικών και συγκεκριμένων. ...
δ) Ε ξ α ν τ λ ε ί τ α ι η ισχύς της ένεκα του γεγονότος ότι έγινε ε φ α ρ μ ο γ ή αυτής για τα ά τ ο μ α που αφορά. ...»
Ως παραδείγματα διοικητικής πράξεως γενικής εφαρμογής αναφέρονται, μεταξύ άλλων:- (σελ. 328 του εν λόγω Τιμητικού Τόμου)
«α) Τα Διατάγματα περί εφαρμογής της πολεοδομικής νομοθεσίας, δηλ. περί εγκρίσεως, επεκτάσεως ή τροποποιήσεως σχεδίων πόλεων ή ρυμοτομικών και περί καθορισμού τομέων (ενδεικτικώς ΣΕ 105/1933, 1077, 1215, 2108/1956, 953/1957, 31, 2065/1958, 114, 711, 738/1959, 1804/1960, 810/1963, 2296/1964, 2127/1965, 2135/1966, 3094/1968, 2195/1971, 567/1974, 2952/1975, 3962/1976 κ.ά.). Ορισμένες αποφάσεις του ΣτΕ χαρακτηρίζουν τα παραπάνω Διατάγματα σαν μη κανονιστικά, χωρίς να τους προσδίδουν τον χαρακτήρα των διοικητικών πράξεων γενικής εφαρμογής (ΣΕ 622/1959, 739/1970, 21/1971 κ.ά.). ΄Αλλες αποφάσεις τα χαρακτηρίζουν απλώς σαν ατομικές διοικητικές πράξεις (ΣΕ 753/1964, 295/1970 κ.ά.). Στις περιπτώσεις που τα Διατάγματα θεσπίζουν υποχρεώσεις, όρους, περιορισμούς ή απαγορεύσεις δομήσεως, χαρακτηρίζονται σαν κανονιστικά (ΣΕ 787/1939, 2826/1967, 3248/1971, 571/1974, 2521/1976 κ.ά.).»
«στ) Υπουργική απόφαση περί χορηγήσεως βοηθήματος και καθορισμού του ύψους του, στους μετόχους Ασφαλιστικού Ταμείου (ΑΠ 826/1973, ΝοΒ, 1974, 332).»
«θ) ..., οι αποφάσεις που ρυθμίζουν, κατ' έτος, την καλλιέργεια καπνού ...»
΄Εχοντας υπόψη τα πιο πάνω, θεωρώ ότι τα Διατάγματα αποτελούν κλασσική περίπτωση ατομικής διοικητικής πράξεως/διοικητικής πράξεως γενικής εφαρμογής. Καίτοι η σχέση των τραπεζών με τους αιτητές είναι σχέση ενοχική, με τα Διατάγματα, παρεμβάλλεται διοικητική διαδικασία, η οποία αφορά, εκτός από τις τράπεζες - (σημειώνεται ότι δεν επέλεξαν οι ίδιες την πώληση των εργασιών τους ούτε τη διάσωσή της (η Τράπεζα Κύπρου) με ίδια μέσα) - τους αιτητές που έχουν με αυτές συμβατικές σχέσεις, από τις οποίες έλκουν συμφέροντα, νομιμοποιώντας τους, έτσι, στην αμφισβήτηση των Διαταγμάτων, λαμβανομένου υπόψη ότι δεν έχει, καθ' οιονδήποτε τρόπο, αμφισβητηθεί η σχέση τους ως καταθετών των ισχυριζόμενων ποσών στις τράπεζες στις οποίες αφορούν τα Διατάγματα.
Το γεγονός ότι τα Διατάγματα, τα οποία δε χωρεί αμφιβολία ότι αποσκοπούν στην προώθηση δημόσιου σκοπού - (αποβλέπουν στην εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος) - εκδόθηκαν ως κανονιστικές διοικητικές πράξεις είναι χωρίς σημασία. Ο χαρακτήρας τους προσδιορίζεται από τη φύση τους και δε μεταβάλλεται με τον αυτοπροσδιορισμό τους.
Με την κατάληξή μου, πιο πάνω, προχωρώ να εξετάσω την προδικαστική ένσταση, η οποία αφορά στο χαρακτηρισμό τόσο της απόφασης του Eurogroup, ημερομηνίας 25/3/2013, όσο και των Διαταγμάτων ως «πράξεων κυβερνήσεως» ή «πολιτικών αποφάσεων».
Είναι η θέση του Γενικού Εισαγγελέα ότι η συμφωνία της 25/3/2013 ήταν συμφωνία πολιτικής φύσεως, άρα «πράξη κυβερνήσεως» και ότι τα Διατάγματα, το περιεχόμενο των οποίων προβλέπεται στην εν λόγω συμφωνία, έχουν την ίδια φύση με αυτή και εκδόθηκαν για σκοπούς υλοποίησής της. Περαιτέρω, υποστηρίχθηκε ότι τα Διατάγματα εκδόθηκαν, για να καταστεί δυνατή η συνομολόγηση και η υλοποίηση διεθνών συμβάσεων, δηλαδή του Μνημονίου και της Δανειακής Σύμβασης, τα οποία, έστω και αν δεν αποτελούσαν ακόμη, κατά το χρόνο έκδοσης των Διαταγμάτων, διεθνείς συμβάσεις, τα κείμενά τους ήταν, ήδη, συμφωνημένα και η διαδικασία συνομολόγησής τους βρισκόταν σε τελικό στάδιο. Σημειώνεται εδώ ότι, στις 30/4/2013, δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ο περί της Συμφωνίας Διευκόλυνσης Χρηματοδοτικής Στήριξης (Κυρωτικός) Νόμος του 2013, (Ν. 1(ΙΙΙ)/2013), ο οποίος κύρωσε τη Συμφωνία Διευκόλυνσης Χρηματοδοτικής Στήριξης μεταξύ του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας και της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, (η «Συμφωνία»), και περιλαμβάνει τους γενικούς και τους ειδικούς όρους της Συμφωνίας και το Μνημόνιο Συναντίληψης. Περαιτέρω, υποστηρίχθηκε, με αναφορά στο ΄Αρθρο 26(1) του Ν. 17(Ι)/2013, ότι οι αιτητές δε στερούνται δικαστικής προστασίας. ΄Εχουν δικαίωμα να εγείρουν αγωγή για αποζημιώσεις στα πολιτικά δικαστήρια.
Ο Γενικός Εισαγγελέας, προς υποστήριξη της θέσης ότι η Συμφωνία της 25/3/2013 με το Eurogroup αποτελεί «πράξη κυβερνήσεως», αναφέρθηκε στα κρατούντα τόσο στη Γαλλία όσο και στην Ελλάδα. Δεν υπάρχει, ανέφερε, σταθερό και, γενικά, αποδεκτό κριτήριο, στη βάση του οποίου μπορεί να διαπιστωθεί κατά πόσο μια πράξη είναι «πράξη κυβερνήσεως». Παρέπεμψε δε σχετικά σε διάφορα συγγράμματα διοικητικού δικαίου και σε νομολογία τόσο ελληνική όσο και κυπριακή. Η συνάντηση, ανέφερε της 25/3/2013, στο Eurogroup, δεν ήταν μια άτυπη συνάντηση, όπως ισχυρίστηκαν οι αιτητές, αλλά ήταν μια συμφωνία πολιτική, υψίστης σημασίας για την Κυπριακή Δημοκρατία και το σύνολο της Ευρωζώνης. Καίτοι δέχτηκε ότι το Eurogroup δεν είναι θεσμικό όργανο της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης αλλά είναι σχηματισμός, στον οποίο συμμετέχουν οι Υπουργοί Οικονομικών των κρατών - μελών που έχουν υιοθετήσει το ευρώ ως το νόμισμά τους, εντούτοις, η συμφωνία που επιτεύχθηκε με αυτό, εισηγήθηκε, ήταν πολιτική, αφού μεταγενέστερα εγκρίθηκε από τα Κοινοβούλια των κρατών - μελών της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης. Στο Eurogroup, η Κυπριακή Κυβέρνηση, ασκώντας εξουσία, καθαρά πολιτική, συμφώνησε με τα άλλα κράτη - μέλη της Ευρωζώνης, καθώς και με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, συγκεκριμένα μέτρα οικονομικής πολιτικής, με σκοπό την αποφυγή της οικονομικής κατάρρευσης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Τα μέτρα που αποφασίστηκαν είναι τα μέτρα που περιλαμβάνονται στα Διατάγματα, τα οποία δεν μπορούν να αποσπαστούν, όπως ήταν η εισήγηση των αιτητών, από την πολιτική συμφωνία, από την οποία και προβλέπονταν.
Αναφερόμενος ο Γενικός Εισαγγελέας στη διατύπωση της Δήλωσης του Eurogroup της 25ης Μαρτίου, 2013 - Παράρτημα 12 στην ένσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας - όπου αναφέρεται: "The Eurogroup has reached an agreement with the Cypriot authorities on the key elements necessary for a future macroeconomic adjustment programme", υποστήριξε τη συνομολόγηση πολιτικής συμφωνίας, η οποία, υπέβαλε, ανάγεται στη διαχείριση πολιτικής εξουσίας. Η πολιτική συμφωνία του Eurogroup, το Μνημόνιο και η Συμφωνία Χρηματοδοτικής Στήριξης, εισηγήθηκε, είναι αλληλένδετα και αποσκοπούν στην αντιμετώπιση της ανάγκης για άμεση κάλυψη των οικονομικών αναγκών του Κράτους, καθώς και στη βελτίωση της δημοσιονομικής και οικονομικής κατάστασής του. Τα Διατάγματα εκδόθηκαν, για να καταστεί δυνατή η συνομολόγηση των συμφωνιών και, συνεπώς, δεν αποτελούν εκτελεστές διοικητικές πράξεις.
Εκ διαμέτρου αντίθετη ήταν η θέση των δικηγόρων των αιτητών, οι οποίοι, χωρίς να διαφωνούν με τις νομολογιακές αρχές που εφαρμόζονται ως προς το χαρακτηρισμό πράξεως ως «πράξεως κυβερνήσεως», εισηγήθηκαν ότι τα Διατάγματα, τα οποία επηρεάζουν άμεσα ιδιωτικά δικαιώματα, δικαιώματα ιδιοκτησίας και κατηγοριοποιούν καταθέτες, δεν μπορούν να θεωρηθούν ως «πράξεις κυβερνήσεως». ΄Αλλωστε, κατά την έκδοσή τους, δεν υπήρχε συνομολογημένη οποιαδήποτε συμφωνία, υπό την έννοια «διεθνούς συμφωνίας». Η Διοίκηση, με τα Διατάγματα, τα οποία εκδόθηκαν στη βάση του Ν. 17(Ι)/2013, έχει, κατά τρόπο κυριαρχικό, επέμβει επί περιουσιακών και άλλων δικαιωμάτων των αιτητών. Τα Διατάγματα έχουν άμεσα αποτελέσματα και θίγουν τα συμφέροντα των αιτητών απευθείας. Στην αιτιολογία των Διαταγμάτων, δε γίνεται οποιαδήποτε αναφορά στη συμφωνία του Eurogroup, η οποία, εν πάση περιπτώσει, ήταν μια άτυπη πολιτική διακήρυξη και τίποτε άλλο, από την οποία δεν προκύπτει οποιαδήποτε διεθνής νομική υποχρέωση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Δεν είναι όλες οι πράξεις που σχετίζονται με διεθνείς σχέσεις, υπέβαλαν, «πράξεις κυβερνήσεως». Υπάρχουν πράξεις, κυρίως στην περίπτωση των διεθνών συμβάσεων, που μπορούν να αποσπαστούν και αυτών εξετάζεται η νομιμότητά τους. Πρόκειται για την κατηγορία των «αποσπαστών πράξεων» - (actes détachables).
Η «κυβερνητική πράξη», στο Ελληνικό Δίκαιο, έχει εισαχθεί με τον ιδρυτικό του Συμβουλίου της Επικρατείας Νόμο 3713/1928 (περί Συμβουλίου της Επικρατείας - Αρθρο 46, το οποίο κωδικοποιούσε τη γαλλική νομολογία). Η διάταξη του ΄Αρθρου 46 περιλαμβάνεται σήμερα στο Προεδρικό Διάταγμα 18/1989, το οποίο ρητά προβλέπει ότι «δεν υπόκεινται σε αίτηση ακυρώσεως οι κυβερνητικές πράξεις και διαταγές που ανάγονται στη διαχείριση της κυβερνητικής εξουσίας».
Στο σύγγραμμα του Ιωάννου Δ. Σαρμά «Η Συνταγματική και Διοικητική Νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας» Β΄ ΄Εκδοση, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα - Κομοτηνή 1994, αναφέρονται τα εξής:- (σελ. 374)
«Διά της ΣτΕ 56/1930 εγκαινιάζεται η νομολογία του Συμβουλίου επί των εν γένει κυβερνητικών πράξεων. Συμφωνίες με την Τουρκία, την Βουλγαρία και άλλα Κράτη προέβλεπαν τις διαδικασίες και τα μέσα αποζημιώσεως των Ελλήνων πολιτών που εξ αιτίας των σημαντικών ανακατατάξεων οι οποίες ακολούθησαν τους πολέμους των προηγουμένων ετών ζημιώθηκαν περιουσιακώς. Η ΣτΕ 56/1930, εξεδόθη εξ αφορμής μιας υποθέσεως όπου μια χριστιανή πρόσφυξ από τη Μικρά Ασία ζητούσε από το Υπουργείο των Οικονομικών την, με βάση την ελληνοτουρκική συμφωνία της 7 Δεκ. 1926 και του κυρώσαντος αυτή νόμου 3372, αποκατάστασή της. Εφαρμόζοντας την θεωρία των κυβερνητικών πράξεων, ως θα έπραττε και το Conseil d'Etat, το Συμβούλιο της Επικρατείας απαντά στην αιτούσα ότι 'η ενέργεια προς εκτέλεσιν της συμβάσεως, και η περί τούτου βεβαίωσις, ως και η περαιτέρω ενδεχομένη έτι εξέλιξις των συμβατικών όρων και υποχρεώσεων, είναι έργον ουσιωδώς κυβερνητικόν διαφεύγον την αρμοδιότητα του Συμβουλίου', εξηγώντας όμως ότι δεν υπήρχε επί του προκειμένου περίπτωση δημιουργίας δικαιώματος υπέρ ιδιώτου δεδομένου ότι 'ούτε εν τη μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας συμβάσει (...) ούτε εις τον τηρούντα ταύτην (...) νόμον (...) διαλαμβάνεται θετική διάταξις ορίζουσα ότι οι υπ' αυτών μνημονευόμενοι υπήκοοι ΄Ελληνες ή ομογενείς ων αι κτηματικαί περιουσίαι θα περιήρχοντο εις την κυριότητα της Τουρκικής Κυβερνήσεως θέλουσιν αποζημιωθή εις το ακέραιον'.»
Στο «Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο», του Βασιλείου Σκουρή, Εκδόσεις Σάκκουλα, Θεσσαλονίκη 1991, σελ. 57 - 62, αναφέρεται ότι οι «κυβερνητικές πράξεις» αποτελούν περισσότερο θεωρητική κληρονομιά του παρελθόντος και λιγότερο έκφραση της σύγχρονης νομικής πραγματικότητας. Η επιστήμη, όμως, του δημοσίου δικαίου δεν τις αποκηρύσσει ως ξεχωριστή κατηγορία αποφάσεων της Εκτελεστικής Εξουσίας. Σε ένα κράτος, όμως, δικαίου, ο πολιτικός χαρακτήρας ή η πολιτική φύση μιας ενέργειας δε δικαιολογεί είτε την ευμενέστερη είτε τη δυσμενέστερη μεταχείρισή της. Με την προσφυγή σε δυσδιάκριτα πολιτικά ελατήρια ή σε αόριστες πολιτικές σκοπιμότητες δεν επιτυγχάνεται η αποδέσμευση από το νόμο και δεν αποκρούεται ο δικαστικός έλεγχος τηρήσεώς του.
Στο δικό μας σύστημα, δεν υπάρχει οποιαδήποτε νομοθετική πρόνοια ότι οι «πράξεις κυβερνήσεως» που ανάγονται στη διαχείριση της κυβερνητικής εξουσίας εκφεύγουν του αναθεωρητικού ελέγχου, είναι, όμως, νομολογημένο ότι αυτές δεν υπόκεινται στην ακυρωτική δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Αυτό, βέβαια, δε σημαίνει ότι οι πράξεις κυβερνήσεως βρίσκονται εκτός και υπεράνω των περιορισμών που επιβάλλουν οι αρχές της νομιμότητας και του κράτους δικαίου. Μπορούν να ελεγχθούν δικαστικά παρεμπιπτόντως, στα πλαίσια αγωγής για αποζημιώσεις - (βλ. Λ. Θεοχαροπούλου - «Η Αρχή της Ισότητας στα Δημόσια Βάρη και η Αστική Ευθύνη του Κράτους» και Επαμεινώνδα Σπηλιωτοπούλου - «Εγχειρίδιον Διοικητικού Δικαίου», Τόμος 1, 1993, σελ. 98).
Στη Χατζηανδρέου ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 352, αναφέρεται:- (σελ. 355-356).
«΄Οπως διαφαίνεται από τη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου ως κυβερνητικές πράξεις θεωρούνται η απόφαση για απονομή ή άρνηση χάριτος (Demetriou v. The Republic 3 RSCC 121), ο κατά το Σύνταγμα διορισμός του Προέδρου και των Μελών της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (Louca v. The President of the Republic (1983) 3 C.L.R. 783)*[2], ο διορισμός του Αρχηγού ή Υπαρχηγού της Αστυνομίας (Stokkos v. The Republic (1983) 3(B) C.L.R. 1411), και η άρνηση και/ή παράλειψη εξέτασης και ικανοποίησης αιτήματος για απομάκρυνση πρεσβείας από ορισμένο δρόμο (Ελένη Παντελάκη Λοΐζου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 2643). Δεν υπόκειται, επίσης, σε δικαστικό έλεγχο ο διορισμός Δικαστών του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Level Tachexcavans Ltd (Αρ. 1) (1995) 1 Α.Α.Δ. 1075). Αντίθετα, όπως κρίθηκε στην Karaliota v. Republic (1985) 3 C.L.R. 2053, η άρνηση χορήγησης άδειας εισόδου αλλοδαπού στη Δημοκρατία δεν συνιστά κυβερνητική πράξη. Στην ίδια απόφαση επισημάνθηκε και τονίστηκε η σύγχρονη τάση της νομολογίας του διοικητικού δικαίου για περιορισμό των κυβερνητικών πράξεων.»
Οι «πράξεις κυβερνήσεως» δεν είναι εκ των προτέρων καθορισμένες. Ο χαρακτηρισμός μιας πράξεως ως «πράξεως κυβερνήσεως» ανήκει στην αρμοδιότητα του Δικαστηρίου. Αυτό, όμως, δεν είναι πάντοτε εύκολο εγχείρημα, αφού δεν υπάρχει σταθερό και, γενικά, αποδεκτό κριτήριο, στη βάση του οποίου μπορεί να διαπιστωθεί κατά πόσο μια πράξη είναι «πράξη κυβερνήσεως». Για το χαρακτηρισμό αυτό, λαμβάνονται υπόψη συνταγματικές και άλλες αρχές, όπως αρχές της νομιμότητας, της διάκρισης των εξουσιών, του κράτους δικαίου και της κατοχύρωσης του δικαιώματος πρόσβασης στη Δικαιοσύνη.
Ο χαρακτηρισμός διοικητικής πράξεως ως «πράξεως κυβερνήσεως», όπως προκύπτει και από τη νομολογία, γίνεται με φειδώ και αφορά σε περιορισμένη κατηγορία. Αύξηση του αριθμού των «πράξεων κυβερνήσεως» θα έχει ως αποτέλεσμα τον περιορισμό της ακυρωτικής δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η οποία κατοχυρώνεται από το Σύνταγμα, και του δικαιώματος παροχής δικαστικής προστασίας - (΄Αρθρο 30 του Συντάγματος και ΄Αρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως διά την προάσπισιν των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και των Θεμελιωδών Ελευθεριών).
Μελέτη αριθμού αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας αποκαλύπτει ότι, στην κατηγορία των «κυβερνητικών πράξεων», ανήκουν, κυρίως, εκείνες που αφορούν: στην λειτουργία του πολιτικού συστήματος, όπως είναι: διάταγμα διάλυσης της βουλής και προκήρυξης εκλογών - (ΣτΕ 250/1930, ΣτΕ 1789/1951, ΣτΕ 1810/1961, ΣτΕ 1299/1986) - αποδοχή παραιτήσεως υπουργού της κυβερνήσεως ή της κυβέρνησης και εντολή σχηματισμού νέας - (ΣτΕ 1467/1967, ΣτΕ 1631/1975) - άσκηση νομοθετικής πρωτοβουλίας εκ μέρους των οργάνων της εκτελεστικής εξουσίας - (ΣτΕ 347/1937 - Η εν λόγω απόφαση αφορούσε αίτηση ακυρώσεως που ασκήθηκε από αξιωματικό εναντίον της παράλειψης εισήγησης από τη διοίκηση νομοθετικής διάταξης, που να επιτρέπει την εκ νέου κρίση της περίπτωσής του), πράξεις που αφορούν στις διεθνείς σχέσεις της χώρας, όπως είναι η σύναψη και η εκτέλεση διεθνών συμβάσεων - (ΣτΕ 2389/1953, ΣτΕ 1317/1972, ΣτΕ 210/1933, ΣτΕ 678/1939, ΣτΕ 3235/1969). Ως «κυβερνητικές πράξεις» θεωρήθηκαν, επίσης, πράξεις που αφορούν στην εσωτερική και στην εξωτερική ασφάλεια του κράτους, όπως είναι η κήρυξη πολέμου και επιστράτευσης - (ΣτΕ 164/1940) - η απονομή χάριτος ή η απόρριψη τέτοιου αιτήματος - (ΣτΕ 2161-2163/1946) - η απόρριψη παραχώρησης άδειας από τον Υπουργό Δικαιοσύνης για επίσπευση αναγκαστικής εκτέλεσης δικαστικής απόφασης εναντίον του ιρακινού δημοσίου, με σκοπό την είσπραξη δικηγορικής αμοιβής - (ΣτΕ 22/2007).
΄Εχοντας υπόψη όλα τα πιο πάνω, σε συνδυασμό με τη θεμελιώδη αρχή ότι, στη συνταγματική έννομη τάξη μας, αλλά και σε κάθε έννομη τάξη κράτους δικαίου, η δράση όλων των οργάνων, άρα και των οργάνων της Εκτελεστικής Εξουσίας, υπόκειται στο Σύνταγμα, θεμέλιο του οποίου είναι η αρχή της νομιμότητας της δράσης της διοίκησης, εκτός όπου υπάρχει θέμα καθαρά διαχείρισης της πολιτικής εξουσίας, θεωρώ ότι τα Διατάγματα δεν αποτελούν «πράξεις κυβερνήσεως». Με τα όσα έχουν αναφερθεί από τον έντιμο Γενικό Εισαγγελέα δεν έχει καταδειχθεί η σύναψη πολιτικής συμφωνίας, όπως ο ίδιος χαρακτήρισε τη συμφωνία με το Eurogroup. Σύμφωνα με τη μέχρι σήμερα νομολογία, ό,τι συμφωνήθηκε με το Eurogroup δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως «πολιτική συμφωνία», αφού το Eurogroup ούτε θεσμικό όργανο της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης είναι, αλλά ούτε και έχει οποιαδήποτε υπόσταση.
Ανεξάρτητα, όμως, από τα πιο πάνω, και αν ακόμα γινόταν δεκτό ότι η συμφωνία με το Eurogroup της 25/3/2013 μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «πράξη κυβερνήσεως», τα Διατάγματα, τα οποία εκδόθηκαν από διοικητικό όργανο, κατ' εξουσιοδότηση νόμου, με επιπτώσεις στην άσκηση του συνταγματικά κατοχυρωμένου δικαιώματος της ιδιοκτησίας - (΄Αρθρο 23) - θα αποτελούσαν «αποσπαστές πράξεις» και θα μπορούσαν να ελεγχθούν από το Ανώτατο Δικαστήριο. Ειδικότερα, σε περιπτώσεις ατομικών δικαιωμάτων που προστατεύονται από το Σύνταγμα αλλά μπορούν να υπαχθούν σε περιορισμούς, όπως το δικαίωμα ιδιοκτησίας, οποιοσδήποτε περιορισμός ή επέμβαση γίνεται σ' αυτά, κατά νομοθετική εξουσιοδότηση, από διοικητική ενέργεια, πρέπει να ελέγχεται από το Ανώτατο Δικαστήριο, με σκοπό να διαπιστωθεί εάν ο περιορισμός ή η επέμβαση δικαιολογείται από λόγους δημοσίου συμφέροντος, δεν παραβιάζει τον πυρήνα του δικαιώματος και τηρεί την αρχή της αναλογικότητας. Περαιτέρω, θεωρώ ότι η νομιμότητα των Διαταγμάτων, τα οποία εκδόθηκαν μετά από άσκηση διακριτικής εξουσίας της Αρχής Εξυγίανσης, δε θα πρέπει να διαφύγει του αναθεωρητικού ελέγχου, με σκοπό να διαπιστωθεί εάν υπάρχει υπέρβαση των ακραίων ορίων της διακριτικής εξουσίας του οργάνου.
Ενόψει των πιο πάνω, θα απέρριπτα την προδικαστική ένσταση και θα εξέταζα τις προσφυγές στην ουσία τους.
Ε. Παπαδοπούλου,
Δ.
/ΜΠ
[1] Δεν προσβάλλεται.
[2] «* Η πρωτόδικη απόφαση εφεσιβλήθηκε, όμως, τελικά, ο εφεσείων απέσυρε την έφεση, ως είχε δικαίωμα να το πράξει, σύμφωνα με την απόφαση της πλειοψηφίας του δικαστηρίου. (The President of the Republic v. Louca & Others (1984) 3 CLR 241).»