ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 112/2008)
29 Νοεμβρίου, 2012
[ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΝΙΚΟΣ ΑΤΤΑ,
ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΥΡΙΑΚΟΥ,
ΑΝΤΩΝΗΣ ΔΑΜΙΑΝΟΥ,
Εφεσείοντες/Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Εφεσιβλήτων/Καθ'ων η αίτηση.
Α.Σ. Αγγελίδης, για τους Εφεσείοντες.
Κ. Σταυρινός, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Εφεσιβλήτους.
Γ. Βαλιαντής για Λ. Παπαφιλίππου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 1.
Μ. Καλλιγέρου (κα), για το Ενδιαφερόμενο Μέρος 2.
ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Πασχαλίδης.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Με απόφαση της που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 20/8/2004, η Ε.Δ.Υ. προήγαγε στη μόνιμη θέση Επιθεωρητή Πλοίων Α΄, Τμήμα Εμπορικής Ναυτιλίας, τους Γ. Παλατέ και Χρ. Αταλιανή, ενδιαφερόμενα μέρη 1 και 2, αντίστοιχα (Ε.Μ. 1 και Ε.Μ. 2), στις προσφυγές στα πλαίσια των οποίων εκδόθηκε η εκκαλούμενη με την παρούσα έφεση, απόφαση και ακόμα δύο άλλα πρόσωπα και συγκεκριμένα, τους Κ. Κωσταρά και Γ. Δημητριάδη.
Εναντίον της προαγωγής και των τεσσάρων πιο πάνω προσώπων, οι εφεσείοντες, αρχικά, καταχώρισαν τις Προσφυγές 866/2004 (Προσφυγή εφεσείοντα 1), 891/2004 (Προσφυγή εφεσείοντα 2) και 1014/2004 (Προσφυγή εφεσείοντα 3). Στην πορεία και κατόπιν που έγινε δεκτή ένσταση της εφεσίβλητης ότι με τις εν λόγω τρεις προσφυγές στην ουσία προσβάλλονταν δύο διαφορετικές διοικητικές πράξεις, διατάχθηκε διαχωρισμός δικογράφων. Ως αποτέλεσμα, προέκυψαν οι προσφυγές στα πλαίσια των οποίων εκδόθηκε η εκκαλούμενη με την παρούσα προσφυγή απόφαση, ήτοι η Προσφυγή 474/2005 (Προσφυγή εφεσείοντα 1), 598/2005 (Προσφυγή εφεσείοντα 2) και 599/2005 (Προσφυγή εφεσείοντα 3).
Οι προσφυγές που είχαν αρχικά καταχωρηθεί και οι οποίες ως αποτέλεσμα του διαχωρισμού δικογράφων περιορίστηκαν στις προαγωγές των Κ. Κωσταρά και Γ. Δημητριάδη, συνεκδικάστηκαν και απορρίφθηκαν με απόφαση ημερομηνίας 29/3/2008. Εναντίον της απόφασης καταχωρήθηκε η Αναθεωρητική Έφεση 55/2008, στα πλαίσια της οποίας είχαν προβληθεί τέσσερις λόγοι έφεσης. Με απόφαση της Ολομέλειας που εκδόθηκε στα πλαίσια της εν λόγω έφεσης στις 18/1/2012, η απορριπτική πρωτόδικη απόφαση παραμερίστηκε και η προαγωγή των Κ. Κωσταρά και Γ. Δημητριάδη ακυρώθηκε, καθότι κρίθηκε ότι η σύσταση του Διευθυντή ήταν «αντίθετη με τη βαθμολογημένη αξία των αιτητών στις ετήσιες εκθέσεις αξιολόγησης από τις οποίες προκύπτει ουσιαστική ισοδυναμία μεταξύ αιτητών και ενδιαφερόμενων μερών».
Οι προσφυγές που προέκυψαν από το διαχωρισμό δικογράφων και οι οποίες ως αποτέλεσμα του διαχωρισμού περιορίστηκαν στην προαγωγή των Ε.Μ. 1 και 2, αντίστοιχα, συνεκδικάστηκαν από τον ίδιο Δικαστή που εκδίκασε τις τρεις προσφυγές που είχαν καταχωρηθεί αρχικά. Με απόφαση του που εκδόθηκε στις 3/6/2008, την εκκαλούμενη δηλαδή με την παρούσα προσφυγή απόφαση, ο αδελφός μας Δικαστής απέρριψε και τις τρεις νέες προσφυγές στο βαθμό και την έκταση που αυτές στρέφοντο εναντίον της προαγωγής του Ε.Μ. 1 Παλατέ Γιαννάκη. Στο βαθμό και την έκταση που οι προσφυγές αφορούσαν το Ε.Μ. 2 Αταλιανή Χρίστο, το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι η Ε.Δ.Υ. περιέπεσε σε πλάνη ως προς την αρχαιότητα των αιτητών έναντι του Ε.Μ 2 και έκαμε δεκτές τις προσφυγές. Ως αποτέλεσμα, ακυρώθηκε η προαγωγή του Ε.Μ. 2, ενώ επικυρώθηκε η προαγωγή του Ε.Μ. 1.
Εναντίον της απορριπτικής απόφασης καταχωρήθηκε η παρούσα έφεση η οποία αφενός στρέφεται εναντίον του μέρους εκείνου της πρωτόδικης απόφασης με το οποίο απορρίφθηκαν οι προσφυγές και επικυρώθηκε η προαγωγή του Ε.Μ. 1 και αφετέρου εναντίον του μέρους εκείνου της απόφασης με το οποίο απορρίφθηκαν συγκεκριμένοι ισχυρισμοί των εφεσειόντων, οι οποίοι αφορούσαν στο Ε.Μ. 2.
Στο στάδιο ακρόασης της έφεσης, η έφεση του εφεσείοντα 1 Ν. Αττά, αιτητή στην Προσφυγή 474/2005, αποσύρθηκε και απορρίφθηκε, με αποτέλεσμα η ακροαματική διαδικασία να περιοριστεί στις εφέσεις των Α. Κυριάκου και Α. Δαμιανού, εφεσειόντων 2 και 3, αντίστοιχα, ήτοι των αιτητών στις Προσφυγές 598/2005 και 599/2005, αντίστοιχα.
Η ορθότητα της εκκαλούμενης απόφασης αμφισβητείται με πέντε συνολικά λόγους έφεσης. Τρεις από αυτούς και συγκεκριμένα οι λόγοι έφεσης 1, 2 και 4, στην ουσία, είναι οι ίδιοι με τους τρεις (λόγοι έφεσης 1, 2 και 4) από τους τέσσερις λόγους έφεσης που είχαν προβληθεί στα πλαίσια της Α.Ε. 55/2008, ενώ η αιτιολογία του τρίτου λόγου έφεσης και στις δύο εφέσεις είναι ουσιαστικά πανομοιότυπη. Ο πέμπτος λόγος έφεσης, προβάλλεται για πρώτη φορά στα πλαίσια της παρούσας έφεσης. Επισημαίνουμε πως και οι λόγοι ακύρωσης που προβλήθηκαν στις δύο περιπτώσεις, δηλαδή στην περίπτωση των προσφυγών που είχαν αρχικά καταχωρηθεί, όπως και στην περίπτωση των προσφυγών που προέκυψαν ως αποτέλεσμα του διαχωρισμού, όπως επίσης και η σχετική με αυτούς επιχειρηματολογία των εφεσειόντων, κυλούν πάνω στις ίδιες γραμμές και ουσιαστικά συμπίπτουν.
Παραθέτουμε τους λόγους έφεσης που εγείρονται στην παρούσα έφεση:
"Λόγος Έφεσης 1
Εσφαλμένα κρίθηκε Πρωτόδικα ότι δεν θυματοποιήθηκαν οι Εφεσείοντες / αιτητές λόγω της επιλεκτικής αναφοράς ή επίκλησης ως κριτηρίων του Διευθυντή κατά τη σύσταση του μετά από διαβουλεύσεις άγνωστες που είχε με τους Προϊσταμένους: (α) στα καθήκοντα που εκτελούσαν τα ενδιαφ. πρόσωπα, (β) στα θέματα που εξειδικεύτηκαν και (γ) στην πείρα που απέκτησαν λόγω της εκτέλεσης των συγκεκριμένων, ως τους ανατέθηκαν, καθηκόντων τους.
Λόγος Έφεσης 2
Εσφαλμένα κρίθηκε Πρωτόδικα ότι η σύσταση του Διευθυντή και η απόφαση της ΕΔΥ είναι νόμιμες και αιτιολογημένες, σύμφωνα με τα στοιχεία των φακέλων και ότι δήθεν αξιολόγησε η ΕΔΥ ορθά τα αντικειμενικά κριτήρια κρίσεως, ενώ ανέτρεψε αναξιοκρατικά την πραγματική καταλληλότητα.
Λόγος Έφεσης 3
Εσφαλμένα δεν εξετάστηκε πρωτοδίκως ο ισχυρισμός των αιτητών ότι (α) υπήρχε πλάνη του Διευθυντή και της ΕΔΥ όσον αφορά τα προσόντα του ενδιαφ. προσώπου Παλατέ και (β) ότι οι Εφεσείοντες υπερέχουν σε πρόσθετα προσόντα.
Λόγος Έφεσης 4
Εσφαλμένα το Πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι οι υπηρεσιακές εκθέσεις των Εφεσειόντων Αττά και Κυριάκου για το έτος 2000 είναι νόμιμες και δεν υπήρχαν λόγοι για αναθεώρηση αυτών ή και ότι τελικά λήφθηκαν υπόψη εκθέσεις υπηρεσιακές που ήσαν παράνομες.
Λόγος Έφεσης 5
Εσφαλμένα το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν εξέτασε τον ισχυρισμό των Εφεσειόντων / Αιτητών ότι ο Διευθυντής και η ΕΔΥ απέδωσαν αναξιοκρατική και/ή αυθαίρετα υπέρμετρη βαρύτητα στο PhD που κατέχει το ενδιαφ. πρόσωπο Αταλιανή κατά παραγνώριση των δικών τους πρόσθετων προσόντων."
Στο στόχαστρο των πρώτων τριών λόγων έφεσης, τους οποίους θα εξετάσουμε μαζί, βρίσκεται η ορθότητα της σύστασης του Διευθυντή την οποία και παραθέτουμε, στο βαθμό βέβαια και την έκταση που μας ενδιαφέρει. Υπενθυμίζουμε ότι οι προσφυγές απορρίφθηκαν μόνο στο βαθμό και την έκταση που αυτές στρέφονταν εναντίον της προαγωγής του Ε.Μ. 1, Παλατέ Γιαννάκη, η έφεση όμως στρέφεται και εναντίον εκείνου του μέρους της απόφασης με το οποίο απορρίφθηκε ο ισχυρισμός των εφεσειόντων ότι η σύσταση του Διευθυντή έπασχε και σε σχέση με το Ε.Μ. 2. Υπενθυμίζουμε επίσης ότι η έφεση του εφεσείοντα 1 Ν. Αττά αποσύρθηκε και απορρίφθηκε.
"Γνωρίζω προσωπικά όλους τους υποψηφίους. Προκειμένου όμως να προβώ σε συστάσεις έχω διαβουλευθεί με τους άμεσα προϊσταμένους τους και έχω μελετήσει τόσο τους Προσωπικούς Φακέλους όσο και τους Φακέλους των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων. Με βάση τα πιο πάνω και έχοντας υπόψη τα καθιερωμένα κριτήρια στο σύνολό τους - αξία, προσόντα, αρχαιότητα -, καθώς και τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας της υπό πλήρωση θέσης και τις ικανότητες και δυνατότητες ενός εκάστου των υποψηφίων, κρίνω ως καταλληλότερους και συστήνω για προαγωγή τους Αταλιανή Χρήστο και Παλατέ Γιαννάκη.
Ο Αταλιανής Χρήστος υπερτερεί σε αξία των άλλων υποψηφίων και ισοβαθμεί με τον Αλιούρη Κυριάκο, ενώ υπερτερεί όλων των υποψηφίων σε σχέση με τα προσόντα, αφού είναι κάτοχος Ph.D. στην Υδρομηχανική. Είναι εξαίρετος υπάλληλος, με εκτενή πείρα στη ναυτιλία. Υπηρετεί τώρα ως προϊστάμενος του Ναυτιλιακού Γραφείου στη Νέα Υόρκη.
Ο Παλατέ Γιαννάκης υπερτερεί σε αξία των Δαμιανού Αντώνιου, Αττά Νίκου και Κυριάκου Ανδρέα και είναι ίσος με τον Αλιούρη Κυριάκο και σ' ό,τι αφορά την αρχαιότητα υπερτερεί των Αττά Νίκου και Κυριάκου Ανδρέα ως προς την ημερομηνία γέννησης και του Αλιούρη Κυριάκου κατά ένα περίπου χρόνο στην παρούσα τους θέση. Είναι εξαίρετος υπάλληλος, με εκτενή πείρα στη ναυτιλία. Έχει εξειδικευθεί σε θέματα ασφαλείας των ακτοπλοϊκών επιβατηγών σκαφών και συνθηκών εργασίας των ναυτικών."
Παραθέτουμε επίσης τη σχετική με την επιλογή των Ε.Μ. 1 και 2 για προαγωγή στην επίδικη θέση, απόφαση της Επιτροπής, όπως αυτή καταγράφεται στα πρακτικά της συνεδρίασης, από την οποία προκύπτει με ασφάλεια ότι η Επιτροπή βάσισε την απόφαση της και στην υπέρ των Ε.Μ. σύσταση του Διευθυντή:
"Η Επιτροπή, επιλέγοντας τον Παλατέ, έλαβε υπόψη ότι αυτός, σ' ό,τι αφορά την αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές τους Εκθέσεις, ουδενός υστερεί και/ή υπερέχει των υπόλοιπων υποψηφίων και, επιπλέον, διαθέτει υπέρ του και τη σύσταση του Διευθυντή, η οποία συνάδει με τα στοιχεία των Φακέλων. Επίσης, η Επιτροπή έλαβε υπόψη ότι ο επιλεγείς ουδενός υστερεί σε αρχαιότητα πλην του Δαμιανού Αντώνιου, ο οποίος όμως προηγείται σε αρχαιότητα, λόγω ημερομηνίας γέννησης και, ως εκ τούτου, κρίνεται ως οριακή και ο οποίος υστερεί του επιλεγέντος σε αξία. Συνεπώς, η Επιτροπή έκρινε, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, ως καταλληλότερο για προαγωγή των Παλατέ.
..........................................................................................................
Η Επιτροπή, επιλέγοντας τον Αταλιανή, έλαβε υπόψη ότι αυτός υπερτερεί σε αξία των μη επιλεγέντων πλην του Αλιούρη, που έπεται σε αρχαιότητα, με τον οποίο ισοβαθμεί, όπως η αξία αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές τους Εκθέσεις, αξιολογηθείς ως καθόλα εξαίρετος, υπερτερεί όλων των υποψηφίων σε προσόντα, αφού κατέχει Ph.D. (Doctor of Philosophy in Hydromechanics, Newcastle Upon Tyne University), το οποίο κρίνεται ως σχετικό με τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης και ως εκ τούτου του αποδίδεται η ανάλογη βαρύτητα, και, επιπλέον, διαθέτει υπέρ του και τη σύσταση του Διευθυντή, η οποία συνάδει με τα στοιχεία των Φακέλων. Η Επιτροπή δεν παρέλειψε να σημειώσει ότι ο επιλεγείς υστερεί σε αρχαιότητα έναντι των Δαμιανού Αντώνιου, Αττά Νίκου και Κυριάκου Ανδρέα, αρχαιότητα η οποία ανάγεται στην ημερομηνία γέννησής τους και κρίνεται ως οριακή και, ως εκ τούτου, έκρινε ότι το στοιχείο της αρχαιότητας από μόνο του δεν μπορεί να υπερακοντίσει τη γενική υπεροχή του επιλεγέντος, όπως αυτή αναφέρθηκε αναλυτικά πιο πάνω."
Κεντρικό άξονα γύρω από τον οποίο περιστρέφεται η σχετική με τον πρώτο λόγο έφεσης επιχειρηματολογία των ευπαίδευτων συνηγόρων των εφεσειόντων, συνιστά η πιο κάτω θέση.
Επικεντρώνοντας τη σύσταση του για τα Ε.Μ. στον τρόπο που αυτά εκτελούσαν τα καθήκοντα που η προϊστάμενη αρχή τους είχε αναθέσει, ο Διευθυντής παρουσίασε στην ουσία την εργασία τους ως εξειδίκευση λόγων υπεροχής τους έναντι των εφεσειόντων. Εφόσον, ήταν η θέση του κ. Αγγελίδη, εφεσείοντες και Ε.Μ. ήταν, σύμφωνα με τις υπηρεσιακές τους εκθέσεις, ίσοι σε αξία και είχαν κριθεί ότι πληρούσαν τα προσόντα για την επίδικη θέση, η αναφορά στη σύσταση του Διευθυντή στην πείρα που τα Ε.Μ. απέκτησαν κατά τη διάρκεια εκτέλεσης των καθηκόντων που τους είχαν ανατεθεί, οδήγησε σε θυματοποίηση των εφεσειόντων καθότι δημιούργησε μια εικόνα παραπλανητική και ανύπαρκτης ανισότητας σε αξία, υπέρ των Ε.Μ.
Η πιο πάνω θέση προβλήθηκε και πρωτόδικα, απορρίφθηκε όμως με βάση το εξής σκεπτικό:
"Ο δικηγόρος των αιτητών πρόβαλε ότι η σύσταση του Διευθυντή πάσχει. Υποστήριξε πως η αναφορά του Διευθυντή στα θέματα που έχουν εξειδικευτεί τα ΕΜ και στην πείρα που έχουν αποκτήσει, οδηγεί σε θυματοποίηση των αιτητών.
Ο ισχυρισμός απορρίπτεται. Η σχετική αναφορά είναι μια απλή περιγραφή των υπηρεσιακών στοιχείων των ΕΜ που σκιαγραφεί τη σταδιοδρομία τους χωρίς να προσδίδει σ' αυτούς οποιοδήποτε πλεονέκτημα. Ο ίδιος ισχυρισμός προβλήθηκε και στις συνεκδικασθείσες προσφυγές αρ. 866/04 κ.α. (πιο πάνω) και τον απέρριψα."
Θα πρέπει να πούμε ότι την ίδια θέση, οι εφεσείοντες είχαν προβάλει και στα πλαίσια των Προσφυγών 866/2004, 891/2004 και 1014/2004, σχετικά με πανομοιότυπη αναφορά στη σύσταση του Διευθυντή αναφορικά με τα Ε.Μ. στην εν λόγω προσφυγή, απορρίφθηκε όμως και εκεί πρωτόδικα για τον ίδιο ακριβώς λόγο που απορρίφθηκε πρωτόδικα και στην παρούσα περίπτωση, δηλαδή για το λόγο ότι πρόκειται για απλή περιγραφή των καθηκόντων των Ε.Μ. Όμως, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, η επί του προκειμένου κρίση του πρωτόδικου δικαστηρίου ανατράπηκε κατ' έφεση, και η εκεί πρωτόδικη απόφαση παραμερίστηκε με απόφαση της Ολομέλειας στην Α.Ε. 55/2008.
Η διάσταση ως προς τις αρχές που μέχρι το πρόσφατο παρελθόν, όντως χαρακτήριζε τη νομολογία μας και η οποία διάσταση δικαιολογημένα θα λέγαμε είχε δημιουργήσει αμφιβολίες ως προς το ποιο είναι το ορθό πλαίσιο μέσα στο οποίο οι συστάσεις του προϊσταμένου, με προεξάρχοντα ρόλο την προσωπική του άποψη, μπορούν να διαμορφωθούν, εξαλείφθηκε με την απόφαση της πλειοψηφίας της Πλήρους Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Μοδίτης ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 695. Στην εν λόγω υπόθεση, η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, κάμνοντας εκτενή αναφορά στη μέχρι τότε νομολογία μας, αφού επεσήμανε το γεγονός της διάστασης που χαρακτήριζε τη νομολογία μας επί του συγκεκριμένου ζητήματος και την «υποβόσκουσα», όπως την χαρακτηρίζει, αμφιβολία που δημιουργήθηκε, έθεσε το σχετικό πλαίσιο ως εξής:
"Καταλήγουμε πως η σύσταση του προϊσταμένου εκδήλως δεν μπορεί να προσθέτει ή να αφαιρεί από την υπηρεσιακή εικόνα των υπαλλήλων. Δεν είναι πηγή τέτοιας πληροφόρησης και δε συναρτάται προς την αξία, ως του ενός από τα κριτήρια που προβλέπει ο Νόμος. Η σύσταση, στην οποία αναφέρεται ο Νόμος, εμπεριέχει μόνο τη συμβουλή ή γνώμη του προϊσταμένου ως προς τον κατάλληλο για προαγωγή στη βάση του συνόλου των κριτηρίων, με δοσμένη την υπηρεσιακή τους εικόνα όπως την αποτυπώνουν οι φάκελοι. Ο προϊστάμενος του τμήματος στο οποίο υφίσταται η κενή θέση γνωρίζει στην πράξη τις ανάγκες εκείνης της θέσης και εξ αυτού προκύπτει και ο ρόλος του. Να επισημάνει τί από τα δεδομένα, δηλαδή από τις ιδιότητες και τις ικανότητες που καταφαίνεται ότι έχει ένας υπάλληλος, ταιριάζει καλύτερα σ' αυτές τις ανάγκες ώστε αυτός να αναδεικνύεται ως ο καταλληλότερος. Οπότε, και στην περίπτωση που η ΕΔΥ έχει άλλη άποψη ως προς το ποιος είναι ο καταλληλότερος, να χρειάζεται να αιτιολογήσει αυτή την απόκλιση ειδικά."
Έχει νομολογηθεί ότι, με κάποιες εξαιρέσεις, η φύση των καθηκόντων που ανατίθενται σε υπάλληλο δεν αποτελεί νόμιμο κριτήριο για την προτίμηση υπαλλήλου έναντι συναδέλφου του, γιατί αυτό ισοδυναμεί ουσιαστικά με θυματοποίηση και άνιση μεταχείριση των υποψηφίων. (Βλ. Σταυρινίδης ν. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 145, στην οποία κρίθηκε ότι το είδος ή η φύση των καθηκόντων δεν αποτελούν νόμιμο μέτρο κρίσης της αξίας τους και Γεωργίου ν. Α.Η.Κ. (1999) 3 Α.Α.Δ. 674, στην οποία κρίθηκε ότι η ικανότητα των υποψηφίων κρίνεται από την αντικειμενική αξία που εξάγεται από τις βαθμολογίες των εμπιστευτικών εκθέσεων. Χρήσιμη αναφορά μπορεί επίσης να γίνει στις υποθέσεις Γεωργιάδης ν. Α.Η.Κ. (1996) 3 Α.Α.Δ. 249, Δημοκρατία ν. Αλεξάνδρου (1997) 3 Α.Α.Δ. 540, Κούλη ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 852, Κουρσάρος ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου (1999) 3 Α.Α.Δ. 345, Παπαδοπούλου κ.ά. ν. Ρ.Ι.Κ. (2009) 3 Α.Α.Δ. 362 και Νίκος Αττάς κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 55/2008, ημερομηνίας 18/1/2012).
Με όλο το σέβας προς τον αδελφό Δικαστή που εκδίκασε τις προσφυγές πρωτόδικα, διαφωνούμε με την κατάληξη του ότι η αναφορά στη σύσταση του Διευθυντή στα θέματα που τα Ε.Μ. είχαν εξειδικευθεί, δεν συνιστούσε οτιδήποτε άλλο από μια απλή περιγραφή των καθηκόντων τους. Όπως προκύπτει από την απόφαση της Επιτροπής, η εξειδίκευση των Ε.Μ. στους τομείς που η προϊστάμενη αρχή τους είχε αναθέσει καθήκοντα, αποτελεί έναν από τους δύο βασικούς λόγους (ο άλλος ήταν ότι τα Ε.Μ. υπερείχαν σε αξία) για τους οποίους τα Ε.Μ. επελέγησαν ως καταλληλότεροι και συστήθηκαν για προαγωγή. Έχουμε την άποψη πως η επί του προκειμένου απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου, κρινόμενη υπό το φως της πιο πάνω νομολογίας, είναι εσφαλμένη γιατί όπως κρίθηκε και στην Α.Ε. 55/2008 (πιο πάνω), είναι «αντίθετη με τη βαθμολογημένη αξία των αιτητών στις ετήσιες εκθέσεις αξιολόγησης από τις οποίες προκύπτει ουσιαστική ισοδυναμία μεταξύ αιτητών και ενδιαφερόμενων μερών».
Το πρωτόδικο δικαστήριο βέβαια, απορρίπτοντας τη θέση των εφεσειόντων περί οριακής μόνο υπεροχής των Ε.Μ. έναντι τους σε βαθμολογία, στοιχείο το οποίο στην περίπτωση του Ε.Μ.1, δικαιολογούσε, σύμφωνα με την κρίση του πρωτόδικου δικαστηρίου, παράκαμψη της έστω και με βάση την ημερομηνία γέννησης τους, αρχαιότητας που είχαν έναντι του τελευταίου, δεν έκαμε δεκτή τη θέση περί ισοδυναμίας τους με το Ε.Μ. 1. Το σχετικό απόσπασμα από το σκεπτικό του πρωτόδικου δικαστηρίου, η ορθότητα του οποίου βρίσκεται στο στόχαστρο των λόγων έφεσης 2 και 3, έχει ως ακολούθως:
"Από τη μελέτη των ετήσιων υπηρεσιακών εκθέσεων, διαπίστωσα ότι το ΕΜ Παλατέ έχει αξιολογηθεί με εξαίρετα στα επτά στοιχεία αξιολόγησης και με πολύ ικανοποιητικά σε ένα στοιχείο το έτος 1999 και με εξαίρετα και στα οκτώ στοιχεία αξιολόγησης τα έτη 2000 - 2003. Οι αιτητές Αττάς και Κυριάκου έχουν αξιολογηθεί με εξαίρετα στα επτά στοιχεία αξιολόγησης και με πολύ ικανοποιητικά σε ένα στοιχείο τα έτη 1999 - 2000 και με εξαίρετα και στα οκτώ στοιχεία αξιολόγησης τα έτη 2001 - 2003. Ο αιτητής Δαμιανού έχει αξιολογηθεί με εξαίρετα στα έξι στοιχεία αξιολόγησης και με πολύ ικανοποιητικά στα δύο στοιχεία τα έτη 1999 - 2000, με εξαίρετα στα επτά στοιχεία και με πολύ ικανοποιητικά σε ένα στοιχείο το έτος 2001 και με εξαίρετα και στα οκτώ στοιχεία τα έτη 2002 - 2003.
Ο ίδιος ισχυρισμός προβλήθηκε και στις συνεκδικασθείσες προσφυγές με αρ. 866/04 κ.α. (πιο πάνω).
Παραθέτω το πιο κάτω απόσπασμα από την απόφασή μου αυτή:
«Η βαθμολογική διαφορά μεταξύ αιτητών και ΕΜ δε θα έλεγα ότι είναι οριακή. Έχοντας υπόψη την ισοπεδωτική βαθμολόγηση των δημόσιων υπαλλήλων που σε ένα τεράστιο ποσοστό των αξιολογικών εκθέσεων εμφανίζονται όλοι εξαίρετοι, η οποιαδήποτε διαφορά σε αξία πρέπει να λαμβάνεται υπόψη (Κατερίνα Θεμιστοκλέους ν. Κυπριακή Δημοκρατία, υπ. Αρ. 654/2001, ημερομηνία 19.11.2002).
Η ΕΔΥ είχε να επιλέξει μεταξύ της συμβολικής αρχαιότητας λόγω ηλικίας των αιτητών, όπως παρατέθηκε πιο πάνω και της υπεροχής του ΕΜ Παλατέ σε αξία και η πλάστιγγα έκλινε υπέρ του κριτηρίου της αξίας. Δε χωρεί επέμβαση του Δικαστηρίου στην απόφασή της.»"
Με όλο το σέβας προς το πρωτόδικο δικαστήριο, έχουμε την άποψη ότι η εικόνα που αναδύεται μέσα από τις υπηρεσιακές εκθέσεις των τελευταίων πέντε χρόνων των εφεσειόντων και του Ε.Μ. 1, Παλατέ, δεν δικαιολογεί την κατάληξη περί υπεροχής του δεύτερου σε αξία έναντι των πρώτων. Είναι πιστεύουμε αρκετό να επισημάνουμε ότι Ε.Μ. 1 και Κυριάκου (εφεσείων 2), έχουν τον ίδιο αριθμό «εξαίρετος» και «πολύ ικανοποιητικός», ενώ ο εφεσείων Δαμιανού υπολείπεται μόνο δύο «εξαίρετος». Πρόκειται για οριακή διαφορά. Όπως έχει κατ' επανάληψη λεχθεί μικρές διαφορές στις αξιολογήσεις συνιστούν οριακές διαφορές μη δυνάμενες να προσδώσουν υπεροχή σε αξία στα Ε.Μ. Αντίθετα, αναδεικνύουν υποψήφιους ουσιαστικά ισοδύναμους σε αξία. (Βλ. Republic v. Roussos (1987) 3 C.L.R. 1217, Βασιλειάδης κ.ά. ν. Τσιάππα κ.ά. (2005) 3 Α.Α.Δ. 403, Λοϊζος Παναγή ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 156/2008, ημερομηνίας 29/9/2011 και Νίκος Αττάς κ.ά. ν. Δημοκρατίας (πιο πάνω).)
Ενόψει των πιο πάνω, θεωρούμε ότι τόσο η σύσταση του Διευθυντή, όσο και η απόφαση της Ε.Δ.Υ. ότι το Ε.Μ. 1 Παλατέ υπερείχε σε αξία των εφεσειόντων, λήφθηκε υπό πλάνη. Όπως πολύ εύστοχα επισημαίνεται στην Α.Ε. 55/2008 (πιο πάνω), αντίθετα με την υπόθεση Κατερίνα Θεμιστοκλέους (πιο πάνω), την οποία επικαλέστηκε το πρωτόδικο δικαστήριο για να διαμορφώσει την επί του προκειμένου κρίση του και στην οποία γινόταν αναφορά σε οριακή διαφορά στην αξία, στην παρούσα περίπτωση ο Διευθυντής και η Ε.Δ.Υ. αναφέρθηκαν επανειλημμένα σε υπεροχή των Ε.Μ. σε αξία.
Ως αποτέλεσμα όλων των πιο πάνω, η έφεση θα πρέπει να επιτύχει και η προσβαλλόμενη απόφαση, στο βαθμό και την έκταση που αφορά το Ε.Μ. 1 Παλατέ, να παραμεριστεί. Το θέμα επανεξέτασης εμπίπτει αποκλειστικά στην αρμοδιότητα της Ε.Δ.Υ., η οποία να το επανεξετάσει υπό το φως πλέον του δεδομένου ότι οι εφεσείοντες και τα Ε.Μ. είναι ουσιαστικά ίσοι ως προς την αξία.
Ενόψει της πιο πάνω κατάληξης μας, δεν χρειάζεται να ενδιατρίψουμε και να αποφανθούμε επί των υπόλοιπων λόγων έφεσης.
Ως αποτέλεσμα όλων των πιο πάνω, η έφεση επιτυγχάνει, με έξοδα, περιλαμβανομένων και αυτών της πρωτόδικης διαδικασίας, πλέον Φ.Π.Α., αν υπάρχει, υπέρ των εφεσειόντων και εναντίον της εφεσίβλητης.
Όσον αφορά το Ε.Μ. 1, Παλατέ, η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Η προσβαλλόμενη με τις προσφυγές απόφαση ακυρώνεται, σύμφωνα με το άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.
Δ.
Δ.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΔΓ