ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Αυγούστη κ.α. ν. Υπ. Εσωτερίκων (1993) 3 ΑΑΔ 496
Χαραλάμπους Σύλβια Παναγιώτη και Άλλη ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2001) 3 ΑΑΔ 149
Κυπριακή Δημοκρατία και Άλλοι ν. Μιχαήλ Αντωνίου και Άλλης (2001) 3 ΑΑΔ 921
Mίχαλος Δημητρίου Λτδ και Άλλοι ν. Kυπριακής Δημοκρατίας (2009) 3 ΑΑΔ 675
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Υπόθεση Αρ. 132/2011)
29 Μαΐου 2012
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 146 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΗΣ ΣΠΑΝΑΣΙΗ,
Αιτητής,
- ΚΑΙ -
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ΄ ης η αίτηση.
-----------------------------------
Αγ. Ευσταθίου (κα), για τον Αιτητή.
Δ. Εργατούδη (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας,
για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
-------------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Στις 3.11.2009, η Ε.Δ.Υ. προήγαγε με τέσσερεις διαφορετικές, αλλά διαδοχικές αποφάσεις της, εννέα λειτουργούς του Τμήματος Γεωργίας στη μόνιμη θέση Ανώτερου Γεωργικού Λειτουργού από 15.11.2009. Μεταξύ αυτών ήταν και ο Δημήτρης Κετώνης και ο παρών αιτητής. Σύμφωνα με τις τότε αποφάσεις της Ε.Δ.Υ., ο λειτουργός Γεώργιος Πάπαδος δεν συμπεριελήφθη στους υποψηφίους που πληρούσαν την απαίτηση του σχεδίου υπηρεσίας για πολύ καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας. Ως εκ τούτου παρέμεινε εκτός σύγκρισης κατά τις περαιτέρω διαβουλεύσεις της Ε.Δ.Υ.
Εναντίον της απόφασης της Ε.Δ.Υ. να προάξει τον αιτητή καταχωρήθηκαν δύο προσφυγές, η μια υπ΄ αρ. 1755/2009, από τον αποκλεισθέντα υποψήφιο Γεώργιο Πάπαδο. Η άλλη προσφυγή υπ΄ αρ. 26/2010, ηγέρθηκε από δύο συνυποψηφίους του αιτητή οι οποίοι δεν κρίθηκαν προάξιμοι. Εν μέσω της εξέλιξης των προσφυγών αυτών και στη βάση επιστολής ημερ. 21.10.2010 που απέστειλε προς την Ε.Δ.Υ., η Νομική Υπηρεσία, η Ε.Δ.Υ. αντιλήφθηκε ότι κακώς απεκλείσθη ο Γεώργιος Πάπαδος από τις προηγούμενες διαδικασίες προαγωγής διότι ήταν εν τέλει κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου που του έδιδε το τεκμήριο της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας. Εκ παραδρομής όμως θεωρήθηκε ως μη κάτοχος της πολύ καλής γνώσης της γλώσσας αυτής, λόγω του ότι στον κατάλογο αρχαιότητας, ο μεταπτυχιακός του τίτλος ήταν γραμμένος στα Ελληνικά, αντί στα Αγγλικά. Το αποτέλεσμα ήταν η Ε.Δ.Υ. να ανακαλέσει την προαγωγή του αιτητή με απόφαση της ημερ. 19.11.2010 και με αναδρομική ισχύ από 15.11.2009.
Στη συνέχεια η Ε.Δ.Υ. προέβη σε επανεξέταση του όλου θέματος λαμβάνοντας υπόψη τα νέα δεδομένα περιλαμβάνοντας αυτή τη φορά στον κατάλογο των υποψηφίων και τον Γεώργιο Πάπαδο. Υπό το φως και της σύστασης της Διευθύντριας του Τμήματος Γεωργίας, των στοιχείων που προέκυπταν από τους προσωπικούς φακέλους και τις υπηρεσιακές εκθέσεις, η Ε.Δ.Υ. προήξε τον Γεώργιο Πάπαδο θεωρώντας ότι ήταν ο καταλληλότερος προς προαγωγή προσφέροντας του τη μόνιμη θέση του Ανώτερου Γεωργικού Λειτουργού αναδρομικά από 15.11.2009.
Ο αιτητής επιδιώκει την ακύρωση αυτής της ανακλητικής πράξης εισηγούμενος ότι δεν ήταν δυνατό για την Ε.Δ.Υ. να ανακαλέσει στοχευμένα και επιλεκτικά την προαγωγή του, και όχι και την προαγωγή του Δημήτρη Κετώνη, ο οποίος είχε επιλεγεί στην ίδια διαδικασία με τον αιτητή. Ταυτόχρονα όμως και η προαγωγή και των υπόλοιπων επτά λειτουργών που είχαν επιλεγεί στις προηγούμενες διαδικασίες, έπρεπε να τύχει επίσης ανάκλησης εφόσον οι πράξεις της Ε.Δ.Υ. ήταν απόλυτα συναφείς και αλληλένδετες με την τελευταία διαδικασία. Αυτό σύμφωνα με την αρχή της νομιμότητας και τη βασική υποχρέωση της διοίκησης να αποκαταστήσει τη νομιμότητα ανεξαρτήτως προσφυγής στη δικαιοσύνη από ορισμένο άτομο. Κατά τον αιτητή και με βάση αυτή την υποχρέωση για αποκατάσταση της νομιμότητας, η Ε.Δ.Υ. είχε υποχρέωση να ανακαλέσει όλες τις αποφάσεις που είχε λάβει στις 3.11.2009 και στις οποίες ο Γεώργιος Πάπαδος δεν είχε, λανθασμένα, συμπεριληφθεί από τότε ως προσοντούχος υποψήφιος. Η Ε.Δ.Υ., κατά την εισήγηση, τελούσε υπό την πεπλανημένη πεποίθηση ότι επειδή υπήρχε προσφυγή του Γ. Πάπαδου που αφορούσε μόνο τον παρόντα αιτητή, θα έπρεπε να ανακαλέσει την προαγωγή του αιτητή και μόνο και όχι και των υπολοίπων επιλεγέντων στις τέσσερεις διαδοχικές συνεδρίες ή τουλάχιστον την προαγωγή του Δημήτρη Κετώνη, ο οποίος είχε επιλεγεί στην ίδια ακριβώς διαδικασία με τον αιτητή. Ο αιτητής τονίζει ότι σε κάθε διαδικασία ο υποψήφιος που επιλεγόταν προς προαγωγή εξαιρείτο, ως προαχθείς, από την επόμενη διαδικασία επιλογής. Όλοι, όμως, κατά συνάφεια είχαν επιλεγεί προς προαγωγή με δεδομένο τον αποκλεισμό, που εκ των υστέρων απεδείχθη λανθασμένος, του Γεώργιου Πάπαδου. Επομένως, η κάθε πράξη προαγωγής της Ε.Δ.Υ., αποτελούσε προϋπόθεση της άλλης.
Η Ε.Δ.Υ., αντίθετα, θεωρεί με την ένσταση και την αγόρευση της, ως ορθή και νόμιμη την ανάκληση που έγινε αποκαθιστώντας τη νομιμότητα των δεδομένων εφόσον διαπίστωσε ότι παρανόμως εκδόθηκε διοικητική πράξη. Καθηκόντως, επομένως, όφειλε να ανακαλέσει αυτή την παράνομη διοικητική πράξη, σύμφωνα με τις αρχές του διοικητικού δικαίου που δικαιολογούν την ανάκληση παρανόμων διοικητικών πράξεων εντός ευλόγου χρόνου, ή, και οποτεδήποτε εφόσον το επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον ή η ανακαλούμενη πράξη στηρίχθηκε σε δόλια ή απατηλή ενέργεια του ενδιαφερομένου. Ο αιτητής δεν έχει δικαίωμα να καλέσει το Δικαστήριο να εξετάσει τη νομιμότητα των προηγηθεισών της ανάκλησης διοικητικών πράξεων και ούτε μπορεί να επιζητεί από το Δικαστήριο να ελέγξει πράξεις που δεν είναι αντικείμενο της παρούσας προσφυγής. Αντικείμενο είναι μόνο η πράξη ανάκλησης της προαγωγής του αιτητή και όχι οι πράξεις προαγωγής των υπολοίπων τότε υποψηφίων, οι οποίες και δεν αποτελούν συναφείς ή εξαρτώμενες πράξεις, αλλά αποτελούν ξέχωρες διοικητικές αποφάσεις. Ούτε και η πράξη προαγωγής του Δημήτρη Κετώνη αποτελεί αντικείμενο της παρούσας προσφυγής. Εν τέλει, η Ε.Δ.Υ. εισηγείται ότι ο αιτητής δεν έχει συμφέρον να επιδιώκει την ανάκληση των προαγωγών των υπολοίπων λειτουργών και επομένως η προσφυγή θα πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, σύμφωνα με την αρχή ότι αν η ακύρωση μιας πράξης δεν οφελεί τον αιτητή, τότε αυτός δεν έχει δικαίωμα να την προσβάλει.
Είναι θεμελιωμένο ότι η ανάκληση παράνομης διοικητικής πράξης είναι δυνατή σε οποιοδήποτε στάδιο και όπως αναφέρεται και στο σύγγραμμα του Ε.Π. Σπηλιωτόπουλου: «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου» 12η έκδ., Τόμος 1, σελ. 193-194, παρ. 177,
«.. επιτρέπεται ελεύθερα η ανάκληση των παρανόμων ή πλημμελών ατομικών ή ατομικών γενικού περιεχομένου .. διοικητικών πράξεων (και αν ακόμη χαρακτηρίζονται ... ως οριστικές ή ανέκκλητες ..) ανεξάρτητα από το εάν από τις πράξεις αυτές έχουν απορρεύσει δικαιώματα των διοικουμένων .. εφόσον η ανάκληση γίνει μέσα σε εύλογο χρόνο από την έκδοση τους ..».
Οι καθ΄ ων δέχονται εδώ ότι η αρχική έκδοση της πράξης προαγωγής ήταν παράνομη διότι εκδόθηκε κατά πλάνη περί τα πράγματα, όπως ακριβώς εξηγείται και στο πιο πάνω σύγγραμμα. Ταυτόχρονα, οι καθ΄ ων δέχονται ότι καθηκόντως ανακάλεσαν τη διοικητική πράξη εφόσον υπεδείχθη σε αυτούς από τη νομική υπηρεσία ότι λανθασμένα κατά τη διαδικασία προαγωγών δεν θεωρήθηκε ο Γ. Πάπαδος ως πληρών την απαίτηση του σχεδίου υπηρεσίας για πολύ καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας. Πρόκειται επομένως για κλασσική περίπτωση όπου χωρεί ανάκληση για λόγους νομιμότητας και όχι για διαφορετική εκτίμηση των ιδίων πραγματικών περιστατικών. Όπως αναφέρθηκε και στην Σύλβια Παναγιώτη Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 149, έχει αναγνωρισθεί από τη νομολογία σύμφυτο δικαίωμα στη διοίκηση για ανάκληση διοικητικών πράξεων, όπου έχουν προκύψει νέα γεγονότα που διασαλεύουν το θεμέλιο της ληφθείσας απόφασης. Υπάρχει τότε καθήκον για επανεξέταση (Αυγουστή κ.ά. ν. Υπουργού Εσωτερικών (1993) 3 Α.Α.Δ. 496). Όπως εξηγείται και στο σύγγραμμα του Π.Δ. Δαγτόγλου: «Γενικό Διοικητικό Δίκαιο» 5η έκδ. σελ. 373, παρ. 685, πλάνη περί τα πράγματα, νοείται,
«... η πλήρως εσφαλμένη αντίληψη της διοικήσεως για την ύπαρξη ή μη ύπαρξη των πραγματικών προϋποθέσεων της διοικητικής πράξεως, είτε αυτές απαιτούνται αμέσως από το νόμο, είτε στήριξε σε αυτές η διοίκηση την άσκηση της διακριτικής της ευχέρειας.».
Τα πιο πάνω έχουν αναφερθεί και επιδοκιμαστεί και στην υπόθεση Μίχαλος Δημητρίου Λτδ κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 675.
Η ανάκληση και μόνο της προαγωγής του αιτητή γενόμενη κατ΄ επιλογήν των καθ΄ ων, ασφαλώς και είναι άκυρη διότι αντιστρατεύεται τη βασική αρχή ότι η διοίκηση οφείλει να επαναφέρει τη νομιμότητα της τάξης πραγμάτων όταν διαπιστώνει ότι η διοικητική πράξη έλαβε χώραν κάτω από πλάνη περί τα πράγματα. Γίνεται τότε λόγος για ακυρότητα των διοικητικών πράξεων και, όπως το εξηγεί το σύγγραμμα του Σπηλιωτόπουλου - ανωτέρω - σελ. 194:
«Παράνομες ή πλημμελείς στην προκείμενη περίπτωση είναι οι διοικητικές πράξεις που πάσχουν από ακυρότητα και οι οποίες εάν προσβάλλονταν με αίτηση ακυρώσεως ή προσφυγή, θα ακυρώνονταν.»
Η ανάκληση εδώ έγινε κατά τη διαδικασία προσφυγής του Γ. Πάπαδου με την υπ΄ αρ. υπόθεση 1775/09, κατά τη διάρκεια της οποίας λήφθηκε επιστολή από τη Νομική Υπηρεσία ημερ. 21.10.2010, με την οποία εξηγήθηκε ότι ο Γ. Πάπαδος κατείχε το προσόν της καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας. Στην προσφυγή αυτή ενδιαφερόμενο μέρος ήταν μόνο ο παρών αιτητής. Στην ίδια όμως προαγωγική πράξη προήχθη όχι μόνο ο αιτητής, αλλά και ο Δημήτριος Κετώνης. Η αποκατάσταση της νομιμότητας επί ανακλήσεως παρανόμου πράξεως επιβάλλει την αποκατάσταση των πραγμάτων ως εάν η παράνομη πράξη να μην είχε εκδοθεί. Όπως εξηγείται στο σύγγραμμα του Ε. Σπηλιωτόπουλου - ανωτέρω - σελ. 198, η ανάκληση των παρανόμων πράξεων,
«... τις εξαφανίζει εξ υπαρχής και ανατρέχει στο χρόνο της έκδοσης τους, αποκαθιστά δε τη νομική κατάσταση που υπήρχε πριν από την έκδοση των ανακαλούμενων πράξεων (Σ.Ε. 15/1978, 3667/1993).».
Τα ίδια αναφέρονται και στο σύγγραμμα του Δημήτριου Κόρσου: «Διοικητικό Δίκαιο Γενικό Μέρος» 3η έκδ. σελ. 442, ότι η ανάκληση των παρανόμων ατομικών διοικητικών πράξεων ενεργεί αναδρομικώς, ανατρέχει, δηλαδή, στο χρόνο εκδόσεως της ανακαλούμενης πράξης. Μάλιστα προστίθεται ότι:
«η αναδρομική ισχύς της ανακλήσεως παρανόμου (ατομικής) διοικητικής πράξεως φέρει την ανάκληση αυτή εις εγγύτητα προς την ακύρωση παρανόμου ατομικής διοικητικής πράξεως διά της δικαστικής οδού (Συμβούλιο της Επικρατείας ή Τριμελών Διοικητικών Εφετείων). Εξ ου συχνά η θεωρία και η νομολογία (στην περίπτωση αυτή) ομιλούν περί ακυρώσεως της διοικητικής πράξεως διά της διοικητικής οδού.».
Ο λόγος για τον οποίο η προσφυγή του Γ. Πάπαδου καταχωρήθηκε μόνο εναντίον του παρόντος αιτητή δεν ενδιαφέρει, διότι ήταν δική του η επιλογή ως προς το ποίο πρόσωπο θα καταστούσε ενδιαφερόμενο μέρος. Όμως η Ε.Δ.Υ. ως συνταγματικό και ανεξάρτητο όργανο το οποίο οφείλει να τηρεί όλα τα εχέγγυα αμεροληψίας και ανεξαρτησίας και να τηρεί όλους τους κανόνες νομιμότητας, τελούσε υπό ουσιώδη πλάνη ανακαλώντας μόνο την προαγωγή του αιτητή και όχι ταυτόχρονα και την προαγωγή τουλάχιστον του Δ. Κετώνη, ο οποίος είχε επίσης προαχθεί την ίδια ημερομηνία με τον αιτητή και με ταυτόχρονο δεδομένο ότι ο Γ. Πάπαδος ήταν, τότε, αποκλεισθείς υποψήφιος. Περαιτέρω, ο αποκλεισμός του Γ. Πάπαδου έλαβε χώραν από την αρχική διαδικασία εξέτασης των προαγωγών εξ ου, όπως ορθά εισηγείται ο αιτητής στην αγόρευση του, η Ε.Δ.Υ. τελούσα υπό πλάνη περί τα πράγματα, τον θεώρησε μη προσοντούχο και μη υποψήφιο στις τέσσερεις διαδοχικές της συνεδρίες που έγιναν όμως την ίδια ημέρα στις 3.11.2009. Επομένως, η επαναφορά της τάξης πραγμάτων στη νομιμότητα, επέβαλλε η ανάκληση να λάβει χώραν και να επηρεάσει όλες τις προαγωγές που είχαν γίνει στις τέσσερεις διαδοχικές συνεδρίες ιδιαιτέρως διότι η Ε.Δ.Υ. ήταν, τουλάχιστον από τις 19.4.2010, ενήμερη ότι πεπλανημένα δεν είχε πιστώσει τον Γ. Πάπαδο με την απαιτούμενη γνώση της Αγγλικής γλώσσας. Αυτή η γνώση ήταν δεδομένη στις 19.4.2010, όταν ο Γ. Πάπαδος προήχθη εν τέλει στη θέση του Ανώτερου Γεωργικού Λειτουργού.
Αναμφίβολα ο αιτητής έχει έννομο συμφέρον να αποκατασταθεί η νομιμότητα με την ανάκληση να λαμβάνει χώραν και να επηρεάζει όλες τις προαγωγές που έγιναν κατ΄ αποκλεισμό του Γ. Πάπαδου ώστε τα πράγματα να τύχουν επανεξέτασης από την Ε.Δ.Υ. για προαγωγικούς σκοπούς κατά τον ορθό και νόμιμο τρόπο με όλους τους υποψήφιους κρινόμενους στην ίδια βάση. Εάν η προαγωγή που είχε τότε γίνει αφορούσε μόνο τον αιτητή και τον Γ. Πάπαδο, ως μόνους υποψηφίους και η απόφαση είχε στηριχθεί στον λανθασμένο αποκλεισμό του τελευταίου, η ανάκληση ήταν οφειλόμενο καθήκον και ο αιτητής δεν θα μπορούσε βάσιμα να παραπονείτο. Η ανάκληση θα έφερνε ισότητα ώστε αμφότεροι να κρίνονταν για προαγωγή με ίσο μέτρο κρίσης.
Εδώ όμως η επιλεκτική και μόνο ανάκληση της δικής του προαγωγής λόγω της καταχώρησης εναντίον του προσφυγής από τον Γ. Πάπαδο, τον θέτει σε δυσμενέστερη θέση έναντι των υπολοίπων. Ακριβώς αυτή είναι και η διατυπωμένη στην προσφυγή θέση του αιτητή, στις παρ. 7 και 8 των νομικών σημείων. Το ότι η διαδικασία των προαγωγών των εννέα λειτουργών ήταν συνδεδεμένη και αλληλένδετη η μία με την άλλη, προκύπτει άλλωστε ευθέως και από το γεγονός ότι τα πρακτικά που τηρήθηκαν από την Ε.Δ.Υ., πιστοποιούν χωρίς αμφιβολία ότι σε κάθε επόμενη εξέταση, έστω την ίδια ημέρα, δεν τίθεντο προς επιλογή οι ήδη αμέσως προηγουμένως προαχθέντες.
Όπως δεικνύουν τα γεγονότα, ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, είχε ζητήσει με τρεις διαδοχικές επιστολές του ημερ. 21.8.2009, 26.8.2009 και 23.10.2009, την πλήρωση δύο, τεσσάρων και μιάς κενών θέσεων αντίστοιχα,Ανώτερου Λειτουργού Γεωργίας. Στις κάθε μια από τις πιο πάνω προτάσεις επιλέγησαν αντίστοιχα για προαγωγή οι Ευριπίδης Ευριπίδου και Πασχάλης Φελλά (για τη πληρωμή των δύο πρώτων κενών θέσεων με την επιστολή ημερ. 21.8.2009), οι Λοΐζος Κασάπης, Πανίκος Χ»Γεωργίου, Μιχάλης Κωνσταντινίδης και Κυριάκος Αλεξάνδρου (για την πλήρωση των τεσσάρων θέσεων με την επιστολή ημερ. 26.8.2009) και ο Πέτρος Ξυστούρης (για την πλήρωση μίας κενής θέσης με την επιστολή ημερ. 23.10.2009). Σε κάθε μια από τις συνεδρίες αυτές, όπως ρητά αναφέρεται στην αρχή της εξέτασης του θέματος προαγωγής, δεν λαμβάνονταν υπόψη όλοι οι προηγουμένως προαχθέντες, διότι «.. επιλέγηκαν σα πλαίσια της εξέτασης των θεμάτων Β(2)(1) και Β(2)(2) που προηγήθηκαν.».
Εν τέλει προήχθη και ο αιτητής και ο Δημήτριος Κετώνης στις 3.11.2009, σε διαδικασία προαγωγής για πλήρωση των άλλων και τελευταίων δύο κενών θέσεων που υπήρχαν, σύμφωνα με νέα επιστολή του Γενικού Διευθυντή επίσης ημερ. 23.10.2009 (επισυνημμένα 2 και 3 στην ένσταση των καθ΄ ων). Τα προηγούμενα πρακτικά κατατέθηκαν εκ συμφώνου κατά τις διευκρινίσεις. Και στην τελευταία αυτή προαγωγή δεν λήφθηκαν υπόψη όλοι οι προηγουμένως προαχθέντες, επτά συνολικά, τα ονόματα των οποίων καταγράφησαν και είναι αυτοί που έτυχαν σταδιακώς προαγωγής, όπως λεπτομερώς ανεφέρθη στην προηγούμενη παράγραφο.
Το σημαντικό είναι ότι από την πρώτη προαγωγική πράξη, όπου επιλέγησαν οι Ευριπίδου και Φελλάς, ο Γ. Πάπαδος είχε αποκλειστεί ως μη κάτοχος του προσόντος της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας. Η θέση της Ε.Δ.Υ. ότι οι πράξεις δεν είναι συναφείς ή εξαρτώμενες μεταξύ τους, από την άποψη των αρχών του διοικητικού δικαίου, δεν είναι το ζητούμενο εδώ. Βεβαίως και οι πράξεις, προαγωγής μεταξύ τους αποτελούν ξέχωρες διοικητικές διαδικασίες που οδήγησαν σε χωριστές και ανεξάρτητες πράξεις, αλλά το ουσιώδες και το ζητούμενο είναι κατά πόσο η ανάκληση από πλευράς της Ε.Δ.Υ. ήταν ορθή, ληφθείσα με βάση τα ορθά νομολογιακά πλαίσια, ή, κατά πλάνη ως προς τα πραγματικά και νομικά ζητήματα που ανέκυπταν ως εκ της ανάκλησης μιας και μόνο προαγωγής.
Δεν ελέγχεται εδώ η νομιμότητα της πράξης που ακολούθησε την ανάκληση με την οποία η Ε.Δ.Υ. επέλεξε για προαγωγή τον Γ. Πάπαδο, κρίνοντας τον ότι υπερτερεί του αιτητή (δέστε τα πρακτικά της Ε.Δ.Υ. ημερ. 20.12.2010 - Παράρτημα 5 στην ένσταση). Δεν είναι αυτό το αντικείμενο της προσφυγής. Η προαγωγή του Γ. Πάπαδου αποτέλεσε βεβαίως άλλη διοικητική πράξη. Η όλη επιχειρηματολογία του αιτητή εδράζεται στο απλό και σαφές υπόβαθρο της νομιμότητας και της αποκατάστασης της τάξης πραγμάτων υπό το φως της ανάκλησης. Όπως αναφέρεται στο σύγγραμμα του Δ. Κόρσου: Διοικητικό Δίκαιο - ανωτέρω - σελ. 437, οι παράνομες διοικητικές πράξεις «.. είναι όλες ελευθέρως, ανακλητές, ασχέτως αν δημιούργησαν υπέρ των διοικουμένων δικαιώματα .. Η έννομη τάξη δεν επιτρέπεται να χειροκροτεί το παράνομο.»
Το ότι η ανάκληση ανατρέχει στο χρόνο έκδοσης της αρχικής πράξης προκύπτει και από την πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στην Ιάκωβος Δημητρίου κ.ά. ν. Δημοκρατίας μέσω Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, Α.Ε. αρ. 68/09, ημερ. 2.3.2012, όπου παρομοίως η Ε.Δ.Υ., εν μέσω προσφυγών που ασκήθηκαν κατά το κύρος διορισμού του ενδιαφερομένου μέρους, προέβηκε σε ανάκληση της πράξης ενόψει ληφθείσας γνωμάτευσης από τον Γενικό Εισαγγελέα ότι η διαπίστωση της κατοχής από το ενδιαφερόμενο πρόσωπο του προσόντος της πολύ καλής γνώμης θεμάτων πολιτικής αεροπορίας, δεν ήταν ορθό να γινόταν διά μέσω προφορικής εξέτασης, ως ένα εξόχως εξειδικευμένο θέμα, υπό το φως και της απόφασης της Ολομέλειας, στη Δημοκρατία ν. Αντωνίου (2001) 3 Α.Α.Δ. 921. Η Ε.Δ.Υ., πράγματι ανακάλεσε την πράξη διορισμού και μετά από επανεξέταση διόρισε το ίδιο ενδιαφερόμενο μέρος, ενώ οι προσφυγές που είχαν ασκηθεί αποσύρθηκαν ως στερηθείσες του αντικειμένου τους. Τέθηκε θέμα κατά πόσο ο Πρόεδρος της Ε.Δ.Υ. ορθώς ή όχι δεν είχε συμμετάσχει κατά την επανεξέταση διότι δεν είχε συμμετοχή σ΄ ορισμένες από τις προηγούμενες συνεδρίες, αλλά είχε συμμετοχή στη συνεδρία όπου κρίθηκε η κατοχή των προσόντων. Αποφασίστηκε από την Ολομέλεια, πως εφόσον το ζήτημα της κατοχής του απαιτούμενου προσόντος, προηγείτο παντός άλλου θέματος, η Ε.Δ.Υ. όφειλε κατά την επανεξέταση να είχε πλήρη σύνθεση και κακώς ο Πρόεδρος της, δεν έλαβε μέρος.
Κατ΄ αναλογίαν, η κατοχή από τον Γ. Πάπαδο του προσόντος της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας, προηγείτο παντός άλλου θέματος, εξ ου και ο αποκλεισμός του από όλη την περαιτέρω διαδικασία προαγωγής που τεμαχίσθηκε, ως ανεφέρθη, σε τέσσερεις διαδοχικές πράξεις. Η ανάκληση της προαγωγής του αιτητή λήφθηκε χωρίς να ληφθούν ουσιαστικές παράμετροι της νομολογίας υπόψη, ως εξηγήθησαν ανωτέρω. Και περαιτέρω, υπό πλάνη περί των νομίμων επιπτώσεων που θα προέρχονταν από την ανάκληση αυτή, επί είτε του έτερου των τότε προαχθέντων, Δ. Κετώνη, είτε επί όλων των διενεργηθεισών προαγωγών που είχαν ως πραγματικό υπόβαθρο την κατοχή ή μη απαραίτητου προσόντος για να κριθούν προάξιμοι οι διάφοροι υποψήφιοι. Ποιά θα ήταν η σύσταση του Διευθυντή και ποιά η επιλογή της Ε.Δ.Υ., αν στη διαδικασία προαγωγής συμπεριλαμβανόταν ορθά και εξ αρχής ο Γ. Πάπαδος, ως έπρεπε, ανήκει στη σφαίρα της εικασίας.
Η προσφυγή επιτυγχάνει με έξοδα υπέρ του αιτητή και εναντίον των καθ΄ ων, ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Η προσβαλλόμενη πράξη ακυρώνεται με βάση το Άρθρο 146.4(β) του Συντάγματος.
Στ. Ναθαναήλ,
Δ.
/ΕΘ