ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 62/09

(Υποθέσεις Αρ. 368/07, 369/07)

 

23 Μαρτίου, 2012

 

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.,  ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΕΡΩΤΟΚΡIΤΟΥ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,  Δ/στές]

 

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΣΙΤΗΡΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,

                                                                   Εφεσείοντες-Καθ΄ων η αίτηση,

και

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΧΩΡΑΤΤΑΣ (368/07)

ΦΡΙΞΟΣ ΚΟΓΚΟΡΟΖΗΣ, (369/07)

Εφεσίβλητοι-Αιτητές.

― ― ― ―

Μ. Ιεροκηπιώτου (κα) για Α. Τριανταφυλλίδη, για εφεσείοντες

Ξ. Ευγενίου(κα) για Α.Σ. Αγγελίδη, για εφεσίβλητους

Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον

Π. Αρτέμη, Π.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η  

 

ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.:  Το ιστορικό της υπόθεσης αυτής είναι μακροσκελές.  Μετά από μία σειρά ακυρωτικών αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, οι καθ΄ων η αίτηση, με απόφασή τους ημερομηνίας 14.7.06, έκριναν πως κανένας από τους υποψήφιους δεν πληρούσε το απαιτούμενο προσόν της πολύ καλής γνώσης της αγγλικής γλώσσας και αποφάσισαν πως «η διαδικασία ολοκληρώνεται χωρίς την προαγωγή οποιουδήποτε».

 

Η υπόθεση αφορά δύο προσφυγές, που κάθε μία προσέβαλλε δύο αποφάσεις, αφού αφορούσαν δύο θέσεις Επαρχιακού Μηχανικού (Α και Β) για τις οποίες οι αρχικές αποφάσεις ήταν ξεχωριστές και σε διαφορετική ημερομηνία.  Όμως, στην πορεία, οι καθ΄ων η αίτηση εξέτασαν τις προσφυγές των οποίων τα θέματα  ήταν κοινά μαζί και κατέληξαν στην προσβαλλόμενη απόφαση, στη βάση της ίδιας αιτιολογίας.

 

Το ιστορικό της υπόθεσης φαίνεται τόσο στην απόφαση όσο και στα περιγράμματα των αγορεύσεων των δύο πλευρών. 

 

Η αρχική απόφαση για την μία θέση Επαρχιακού Διευθυντή φέρει ημερομηνία 28.12.96 και με αυτή ο  Κ. Μαγκλής διορίστηκε στη θέση Επαρχιακού Διευθυντή (ενδιαφερόμενο μέρος).  Ο Φρ. Κονγκορόζης, αιτητής στην προσφυγή 369/07, άσκησε προσφυγή με αριθμό 368/97.  Οι εφεσείοντες αποφάσισαν πως όσοι υποψήφιοι δεν κατείχαν τεκμήριο γνώσης της αγγλικής γλώσσας στο απαιτούμενο επίπεδο, θα υποβάλλονταν σε εξετάσεις.

 

Το ενδιαφερόμενο μέρος περιλαμβανόταν σε όσους κρίθηκαν πως κατείχαν τεκμήριο γνώσης, ενώ, αντίθετα, ο Φρ. Κογκορόζης (εφεσίβλητος) απέτυχε στις εξετάσεις και αποκλείστηκε.  Η προσφυγή πέτυχε για το λόγο ότι κρίθηκε ως ελλιπής η έρευνα, καθώς και η αιτιολογία της απόφασης σε σχέση με όσα θεωρήθηκε πως συνιστούν τεκμήριο γνώσης.

 

Το θέμα επανεξετάστηκε και η απόφαση των καθ΄ων η αίτηση-εφεσειόντων, ημερομηνίας 15.6.99 για προαγωγή του ενδιαφερομένου μέρους ακυρώθηκε στην προσφυγή 1008/99.

 

Η αρχική  απόφαση για τη δεύτερη θέση λήφθηκε στις 3.11.95 και προάχθηκε ο  Π. Αναστασίου (ενδιαφερόμενο μέρος 2).  Εναντίον της πιο πάνω απόφασης ο Φρ. Κογκορόζης  (αιτητής στην προσφυγή με αριθμό 369/07), Κ. Κυπριανού, Κ. Μαγκλής και Θ. Χωραττάς (αιτητής στην προσφυγή με αριθμό 368/07), άσκησαν τις προσφυγές 33/96, 46/96, 47/96 και 60/96 που συνεκδικάστηκαν.  Οι πιο πάνω προσφυγές πέτυχαν.  Οι καθ΄ων η αίτηση - εφεσείοντες επανεξέτασαν την πλήρωση της θέσης και προήγαγαν εκ νέου το ενδιαφερόμενο μέρος.  Εναντίον της πιο πάνω απόφασης ασκήθηκαν τρεις προσφυγές.  Η προσφυγή με αριθμό 793/98 από τους Κ. Κυπριανού και Φρ. Κογκορόζη, η προσφυγή 919/98 από το Θ. Χωραττά και η προσφυγή 933/98 από τον Λ. Παπαλουκά.  Οι προσφυγές πέτυχαν και η προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους ακυρώθηκε.  Ακολούθησε νέα επανεξέταση στις 27.3.00, που κατέληξε στην προαγωγή και πάλι του ενδιαφερόμενου μέρους, εναντίον της οποίας οι Θ. Χωραττάς, Κ. Κυπριανού και Φρ. Κογκορόζης άσκησαν την προσφυγή με αριθμό 654/00.  Η προσφυγή πέτυχε με απόφαση ημερομηνίας 12.5.01.

 

Στη συνέχεια, επανεξετάστηκαν και οι δύο θέσεις μαζί.  Η απόφαση των καθ΄ων η αίτηση-εφεσειόντων λήφθηκε στις 4.2.02.  Οι καθ΄ων η αίτηση- εφεσείοντες έκριναν πως κανένας δεν ήταν κάτοχος του τεκμηρίου της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής Γλώσσας.  Εναντίον της πιο πάνω απόφασης ο Θ. Χωραττάς άσκησε την προσφυγή με αριθμό 308/02 η οποία απορρίφθηκε καθ΄ότι ο ίδιος δε νομιμοποιείτο να προσβάλλει την απόφαση των καθ΄ων η αίτηση - εφεσειόντων.  Εναντίον της πιο πάνω απόφασης  ασκήθηκε  έφεση από τον Θ. Χωραττά,  με την οποία ακυρώθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση.

 

Η επανεξέταση της πλήρωσης των δύο θέσεων συμπληρώθηκε στις 14 Ιουλίου 2006 και οι καθ΄ων η αίτηση - εφεσείοντες έκριναν πως κανένας από τους υποψηφίους δεν κατείχε τεκμήριο πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής Γλώσσας, ενόψει επανακαθορισμού των αποδεκτών τεκμηρίων.

 

Εναντίον της πιο πάνω απόφασης ασκήθηκαν οι προσφυγές  Θεόδωρος Χωραττάς ν. Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου, 368/07 και  Φρίξος Κογκορόζης ν. Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου, 369/07, οι οποίες συνεκδικάστηκαν και η απόφαση στις οποίες αποτελεί αντικείμενο της παρούσας έφεσης.

 

Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής έκαμε δεκτές τις πιο πάνω προσφυγές, με το αιτιολογικό ότι «η αλλαγή πλεύσης, με τον καθορισμό νέων τεκμηρίων άλλα από εκείνα που ως τότε θεωρούνταν επαρκή, που οδήγησαν στην κρίση πως οι αιτητές δεν ήταν προσοντούχοι επειδή δεν κατείχαν κάποια απ΄αυτά τα νέα τεκμήρια» ήταν ανεπίτρεπτη.

 

Η ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσειόντων εισηγήθηκε πως καθήκον των καθ΄ων η αίτηση ήταν να διεξαγάγουν τη δέουσα έρευνα για να διαπιστώσουν την κατοχή της καλής γνώσης των αγγλικών, κάτι που επιτρεπτά έγινε μέσω του καθορισμού νέων κριτηρίων για το τεκμήριο της γνώσης, συνοδευόμενου από αιτιολογία.

 

Αντίθετα, ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσιβλήτων, μεταξύ άλλων, πρόβαλε πως οι αρχές του δεδικασμένου και της χρηστής διοίκησης καθιστούσαν ανεπίτρεπτη κατά τη νέα επανεξέταση την αλλαγή και επανακαθορισμό των λεγόμενων τεκμηρίων έξω απ΄ότι ίσχυε κατά τον ουσιώδη χρόνο και μεταγενέστερα του χρόνου αυτού.

 

Ο πρωτόδικος Δικαστής στην απόφασή του έκαμε αναφορά στην Χωραττάς ν. Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου (2006) 3 Α.Α.Δ. 1, που παραμέρισε την πρωτόδικη απόφαση στην προσφυγή 308/02, με αναφορά και στο πιο κάτω απόσπασμα:

 

«Η διαδικασία που ακολούθησε η Επιτροπή παραβιάζει την υποχρέωση της να συμμορφωθεί με τις ακυρωτικές  αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, όπως επιβάλλει το Άρθρο 146.5 του Συντάγματος.  Η Επιτροπή όφειλε να επανεξετάσει το ζήτημα πλήρωσης των θέσεων και μέσα σε αυτή τη διαδικασία να αξιολογήσει τα προσόντα των υποψηφίων και να αιτιολογήσει την απόφαση της να διορίσει ή μη κάποιο ο οποίος είχε τα προσόντα και να απορρίψει άλλους οι οποίοι, κατά τη γνώμη της, δεν τα είχαν, δίδοντας έτσι σε όλους τους υποψήφιους τη δυνατότητα να προσβάλουν, καθώς έχουν δικαίωμα, την όποια απόφαση της Επιτροπής.»

 

Ακολούθως το Δικαστήριο ανέφερε τα ακόλουθα:

 

«Η επανεξέταση συμπληρώθηκε στις 14.7.06 και οι καθ΄ων η αίτηση έκριναν πως κανένας, πλέον, από τους υποψηφίους δεν κατείχε τεκμήριο πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής ενόψει «καθορισμού» των «αποδεκτών τεκμηρίων».  Αυτά τα «αποδεκτά τεκμήρια» τα απαρίθμησαν σε ειδικά πρακτικά και αφού οι υποψήφιοι δεν κατείχαν οποιαδήποτε από αυτά, κατέληξαν πως κανένας δεν πληρούσε το συζητούμενο προσόν και πως «η διαδικασία επανεξέτασης . . . . ολοκληρώνεται χωρίς την προαγωγή οποιουδήποτε . . .».»

 

Διερωτήθηκε, ακολούθως, ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής αν, εν όψει των αρχών της καλής πίστης, της χρηστής διοίκησης και της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης του πολίτη προς το κράτος δικαίου, μπορούσαν οι καθ΄ων η αίτηση να διαφοροποιήσουν εκείνα που αρχικώς καθορίζονταν ως αποδεκτά τεκμήρια και μάλιστα στη βάση τεκμηρίων που ο αιτητής Χωραττάς κρίθηκε ως προσοντούχος σε πολλές διαδικασίες προηγουμένως.  Όπως κρίθηκε και για τον Φρ. Κονκορόζη σε σχέση με την όμοια θέση Β, με αποτέλεσμα και οι δύο να μην υποβληθούν όπως άλλοι, που δε θεωρήθηκε πως κατείχαν τέτοιο κριτήριο, σε εξετάσεις.  Περιττεύει, όπως παρατηρεί το Δικαστήριο, περαιτέρω έρευνα αναφορικά με το προσόν της καλής γνώσης της γλώσσας εκεί όπου ικανοποιείται το τεκμήριο.  Για τις περιπτώσεις όμως εκείνων που δεν κατέχουν τέτοιο τεκμήριο γνώσης, αναλαμβάνεται τότε έρευνα προς διαπίστωση της κατοχής του προσόντος. 

 

Έτσι, ο Χωραττάς που θεωρήθηκε ότι κατείχε το τεκμήριο γνώσης δεν κλήθηκε σε εξετάσεις, με αποτέλεσμα την απώλεια της δυνατότητας έστω και με αυτό τον τρόπο να ελεγχθεί η γνώση του.  Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση του Φρ. Κογκορόζη τόσο ως προς τη θέση Β αλλά και ως προς τη θέση Α που τα απαιτούμενα προσόντα ήταν τα ίδια, αφού οι εξετάσεις, όπως παρατηρεί το Δικαστήριο, στις οποίες τότε υποβλήθηκε κατά το δεδικασμένο της προσφυγής 268/97 δεν ήταν αξιόπιστες. 

 

Η πιο πάνω ανάλυση του πρωτόδικου Δικαστή μας βρίσκει απόλυτα σύμφωνους και για τους ίδιους λόγους που πέτυχαν οι προσφυγές  με τον καταληκτικό του λόγο που παραθέσαμε στην σελ. 4 της απόφασής μας, θεωρούμε  πως πρέπει να απορριφθεί και η έφεση.

 

Η έφεση απορρίπτεται.  Επιδικάζονται έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων, τα οποία να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και να εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

Π.  Αρτέμης, Π.             Δ. Χατζηχαμπής, Δ.       Ε. Παπαδοπούλου, Δ.

 

 

 

Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.                      Α. Πασχαλίδης, Δ.

 

 

/Χ.Π.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο