ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                  Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 35/09

(Υπόθεση Αρ. 535/07)

 

23 Μαρτίου, 2012

 

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.,  ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΕΡΩΤΟΚΡIΤΟΥ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ,  Δ/στές]

 

1.    ΘΩΜΑΣ ΛΟΙΖΟΥ ΙΩΣΗΦ,

2.    ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΙΩΣΗΦ,

3.    ΜΑΡΙΑ ΣΠΥΡΟΥ ΙΑΚΩΒΟΥ,

4.    ΔΗΜΗΤΡΟΥΛΑ ΠΑΝΤΖΙΑΡΑ,

5.    ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΛΟΥΚΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,

6.    ΚΩΣΤΑΚΗΣ ΛΟΥΚΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,

7.    ΗΛΙΑΝΑ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΙΩΣΗΦ,

8.    ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ ΤΣΑΤΤΑΛΟΣ,

9.    ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ ΧΡΙΣΤΟΦΗ Χ" ΣΤΑΣΗ,

10.                    ΛΟΙΖΟΣ ΙΩΣΗΦ,

11.                    ΗΛΙΑΝΑ ΛΟΙΖΟΥ ΙΩΣΗΦ,

12.                    ΜΑΡΟΥΛΑ ΛΟΥΚΑ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,

13.                    ΝΙΚΟΣ ΧΡ. ΚΑΠΛΑΝΗΣ,

14.                    ΚΩΣΤΑΣ ΛΟΙΖΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,

15.                    ΣΙΜΟΣ ΛΟΙΖΟΥ ΙΩΣΗΦ,

16.                    ΜΑΡΙΑ ΛΟΙΖΟΥ ΣΙΜΟΥ,

17.                    ΠΕΤΡΟΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,

                                                                      Εφεσείοντες-Αιτητές,

και

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ,

Εφεσίβλητης-Καθ΄ης η αίτηση.

― ― ― ―

Γ. Καραπατάκης, για εφεσείοντες

Δ. Καλλίγερος,  Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για εφεσίβλητη

Α. Ευσταθίου (κα), για Ενδιαφερόμενο Μέρος

 

Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον

Π. Αρτέμη, Π.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η  

 

ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.:  Το Τμήμα Πολεοδομίας και Οικήσεως Λευκωσίας, με απόφασή του ενέκρινε αίτηση του ενδιαφερομένου μέρους Χριστάκη Νεοφύτου Ανδρονίκου και του χορήγησε πολεοδομική άδεια για την κατασκευή βιολογικού σταθμού επεξεργασίας χοιρολυμάτων, που θα εξυπηρετούσε τόσο το χοιροστάσιο του ιδίου, όσο και το χοιροστάσιο του Γεώργιου Νεοφύτου, που βρισκόταν σε άλλο τεμάχιο γης.

 

Ο επίδικος βιολογικός σταθμός βρίσκεται κοντά σε βιομηχανική περιοχή και περιοχή οικιστικών ζωνών της Έγκωμης, της Μακεδονίτισσας και του Αρχαγγέλου. 

 

Πριν την έκδοση της άδειας, λήφθηκαν και οι απόψεις των αρμόδιων φορέων.

 

Το Υπουργείο Εμπορίου και Βιομηχανίας δεν έφερε ένσταση, η Ομοσπονδία Περιβαλλοντικών και Οικολογικών Οργανώσεων δεν εξέφρασε άποψη, το Τμήμα Γεωργίας, όπως και το Τμήμα Κτηνιατρικών Υπηρεσιών, σύστησαν τη χορήγηση άδειας, θεωρώντας ότι το αποτέλεσμα της λειτουργίας του σταθμού θα μείωνε τη δυσοσμία και η Επαρχιακή Διοίκηση Λευκωσίας θεώρησε ότι το έργο θα βελτίωνε την υφιστάμενη κατάσταση του περιβάλλοντος στην περιοχή.

 

Ο Πρόεδρος του Κοινοτικού Συμβουλίου Παλαιομετόχου ήταν αρνητικός, γιατί θεωρούσε πως οι ιδιοκτήτες των χοιροστασίων θα έπρεπε να είχαν εξασφαλίσει πολεοδομική άδεια για τα υποστατικά των μονάδων τους και μετά να κατασκευασθεί βιολογικός σταθμός.

 

Η Περιβαλλοντική Αρχή, τέλος, εισηγήθηκε όπως στις άδειες που θα χορηγούνταν τεθούν  ανάλογα με την περίπτωση, οι κατάλληλοι περιβαλλοντικοί όροι, λαμβάνοντας καθοριστικά υπόψη ότι:  (α) οι εν λόγω μονάδες βρίσκονταν ήδη σε ανάπτυξη και λειτουργούσαν εδώ και αρκετά χρόνια, και (β) η σημερινή δυναμικότητα και των δύο μονάδων είχε ως αποτέλεσμα να εμπίπτουν στις πρόνοιες του Νόμου για Ολοκλήρωση, Πρόληψη και Έλεγχο της Ρύπανσης (Ν. 56(Ι)/2003) και είχαν υποχρέωση τόσο προς την Ευρωπαϊκή Οδηγία, όσο και με βάση τις απαιτήσεις του κράτους, όπως εγκαταστήσουν τέτοια συστήματα για διαχείριση των αποβλήτων τους, ώστε να ελαχιστοποιήσουν τις επιπτώσεις στο περιβάλλον για όσο καιρό θα υφίστανται σε λειτουργία.

 

 Έτσι, τελικά στις 8.11.06, η Πολεοδομική Αρχή αποφάσισε να εγκρίνει τη χορήγηση πολεοδομικής άδειας υπό όρους και στις 20.12.06 χορηγήθηκε η σχετική πολεοδομική έγκριση.

 

Οι εφεσείοντες-αιτητές είναι ιδιοκτήτες ακίνητης ιδιοκτησίας στις περιοχές Παλαιομετόχου και Κοκκινοτριμιθιάς.  Με την  προσφυγή που καταχώρησαν, επιδίωκαν την ακύρωση της απόφασης του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως Λευκωσίας και, το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού εκδίκασε την προσφυγή τους, κατέληξε πως «οι αιτητές απέτυχαν να πιθανολογήσουν καμιά δυσμενή συνέπεια που να προκύπτει άμεσα από την επίδικη πράξη . .  .» και κρίθηκε ότι η προσφυγή «δεν είναι παραδεκτή λόγω έλλειψης έννομου συμφέροντος των αιτητών . . .»

 

Οι εφεσείοντες, με το μόνο λόγο προσφυγής τους, αμφισβητούν την πιο πάνω κατάληξη του Δικαστηρίου, δίδοντας την πλήρη αιτιολογία τους για την πιο πάνω αμφισβήτηση.

 

Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος Δικαστής, αφού αναφέρθηκε στην Ελληνική νομολογία, κατέληξε πως «το έννομο συμφέρον στις περιπτώσεις φυσικών προσώπων, θεμελιώνεται μόνο όταν ο αιτητής αποδειχθεί ΄περίοικος ή γείτονας΄ όπου λόγω της χωρικής σχέσης του και μόνο υφίσταται βλαπτικές συνέπειες από την προσβαλλόμενη πράξη, . . .».

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο παρατήρησε, επίσης, πως οι περισσότεροι αιτητές είναι κάτοικοι Παλαιομετόχου, αλλά δεν επικαλούνταν αυτή τους την ιδιότητα για τη θεμελίωση του έννομου συμφέροντός τους.  Είναι, όμως, και ιδιοκτήτες ακινήτων που βρίσκονται περιμετρικά σε διάφορες αποστάσεις από το  τεμάχιο της επίδικης εγκατάστασης.  Παρατηρεί επίσης ότι οι πλησιέστεροι οικισμοί είναι οι κοινότητες Παλαιομετόχου και Αγίων Τριμιθιάς νοτιοδυτικά, σε απόσταση περίπου 5 χιλ. και δυτικά, στην ίδια επίσης απόσταση, η κοινότητα Κοκκινοτριμιθιάς. 

 

Με αναφορά στην Τhanos Club Hotels Ltd v. ΕΤΕΚ (2000) 3ΑΑΔ 323, ο πρωτόδικος Δικαστής επισημαίνει  πως η  ιδιοκτησία γειτνιάζοντος ακινήτου προς το ακίνητο στο οποίο δόθηκε πολεοδομική άδεια δεν είναι αρκετή για να δημιουργήσει, αυτομάτως και από μόνη της, έννομο συμφέρον υπέρ τρίτου, για προσβολή της άδειας.  Παραθέτει δε το πιο κάτω απόσπασμα από την εν λόγω απόφαση:

 

«Νομιμοποίηση θα μπορούσε να υπάρξει μόνο όπου κάποιος έχει την ιδιότητα περιοίκου - που σημαίνει αμεσότητα λόγω εγγύτητας χώρου - οπότε, όπως και στη Σοφούλλα Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας, (ανωτέρω), το περιβάλλον εξετάζει ΄υπό την σκοπιά του συμφέροντος του προσφεύγοντος για την προστασία των όρων διαβίωσης του στη συγκεκριμένη περιοχή και των περιουσιακών του δικαιωμάτων στο βαθμό που επηρεάζονται από την επίδικη πράξη.΄»

 

Στη σελ. 8 της απόφασής του ο πρωτόδικος Δικαστής αναφέρει τα πιο κάτω:

 

«Η ακίνητη περιουσία των αιτητών, προς την οποία συναρτάται το έννομο συμφέρον τους, δεν χρησιμοποιείται ως κατοικία από κανένα.  Η περιουσία αυτή βρίσκεται εντός γεωργικών/κτηνοτροφικών ζωνών όπου οι συντελεστές δόμησης είναι απαγορευτικοί για κάθε οικιστική ανάπτυξη.  Συνεπώς, αφού δεν συντρέχει οικιστική χρήση των εν λόγω γειτονικών προς την επίδικη ανάπτυξη ακινήτων, οι αιτητές, ως οι ιδιοκτήτες των εν λόγω ακινήτων, δεν νομιμοποιούνται ως «περίοικοι» ούτε πιθανολογείται άμεσος επηρεασμός των ανέσεων τους από οχληρία που ενδεχομένως θα προκληθεί εξαιτίας της προτεινόμενης ανάπτυξης.»

 

Το πιο πάνω απόσπασμα μας βρίσκει απόλυτα σύμφωνους και θεωρούμε πως δεν δικαιολογείται οποιαδήποτε παρέμβαση σε αυτή την κατάληξη του Δικαστηρίου.   Συμφωνούμε με τη διαπίστωση του Δικαστηρίου πως οι αιτητές απέτυχαν να πιθανολογήσουν βλάβη από οποιαδήποτε γειτνίαση ή να καταδείξουν δυσμενή επηρεασμό από τις αρνητικές περιβαλλοντικές συνέπειες.  Όπως επίσης και με τη διαπίστωση ότι δεν υπήρξε πιθανολόγηση επηρεασμού όσον αφορά την οικιστική αξιοποίηση των ακινήτων τους, αφού στην παρούσα περίπτωση πρόκειται για κτήματα που βρίσκονται σε γεωργική/κτηνοτροφική ζώνη, χωρίς να είναι γνωστό πόσο απέχουν από την οικιστική και, έτσι, οι δυνατότητες αξιοποίησής τους είναι μηδαμινές στο παρόν στάδιο, ώστε να θεωρηθεί ότι η επέμβαση  μειώνει ουσιωδώς την αξία τους.  Επίσης, ορθά παρατηρεί το Δικαστήριο ότι η οχληρία από τη δυσοσμία που ενδεχομένως προκαλείται πρέπει να εξετάζεται σε συνάρτηση με το χαρακτήρα των τεμαχίων των αιτητών ως γεωργικής/κτηνοτροφικής γης  για να θεωρηθεί ως περιβαλλοντική συνέπεια.  Η ίδια η Περιβαλλοντική Αρχή, μέσα από όρους που έθεσε και έγιναν εξ ολοκλήρου αποδεκτοί, φαίνεται να θεωρούσε ότι η διαχείριση των αποβλήτων από τις κτηνοτροφικές μονάδες μέσω του βιολογικού σταθμού θα ελαχιστοποιούσε τις επιπτώσεις στο περιβάλλον.

 

Όσον αφορά τη θέση των εφεσειόντων ότι με τη δημιουργία βιολογικών σταθμών θα παρατεινόταν η λειτουργία των χοιροτροφικών μονάδων απ΄άπειρον, το πρωτόδικο Δικαστήριο παραπέμπει στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Γερίου (1998) 3 Α.Α.Δ. 210, και συγκεκριμένα στο πιο κάτω απόσπασμα:

 

«Εξετάζεται ακολούθως το κατά πόσο θεμελιώνεται εν προκειμένω το επικαλούμενο έννομο συμφέρον με αναφορά στα όσα προτείνονται ως στοιχεία που συνθέτουν δυσμενή επηρεασμό.  Το βάρος το έχουν βέβαια οι αιτητές.  Το θέμα εμφανίζεται να συνίσταται στην εκτίμηση δύο προδιαγραφομένων, εκ της χορήγησης άδειας, δεδομένων.  Το πρώτο είναι η σημαντική μείωση της νυν προκαλούμενης οχληρίας.  Το δεύτερο είναι η παράταση ζωής του τουβλοποιείου.  Η θέση του Συμβουλίου Βελτιώσεως Γερίου ότι θα επέλθει δυσμενής επηρεασμός στηρίζεται στην άποψη, που εξήγησε ο συνήγορος του, ότι η συνάρτηση μεταξύ των δύο δεδομένων απολήγει σε αρνητικό αποτέλεσμα για το φυσικό περιβάλλον της περιοχής.  Σύμφωνα με αυτή την άποψη, θα είναι επαχθέστερη η μικρότερη οχληρία για μεγαλύτερο διάστημα παρά η μεγαλύτερη για μικρότερο.  Είναι μία άποψη σεβαστή που δικαιολογεί προβληματισμό. Πάντως, το ισοζύγιο είναι δύσκολο να το διακρίνει κανείς στην απουσία εξειδίκευσης των δεδομένων σε μεγέθη, ύψους οχληρίας και χρόνου.  Εκείνο όμως που εν τέλει βαραίνει στη σκέψη μας είναι το ότι με βάση το ισχύον νομικό καθεστώς της ζώνης στην οποία βρίσκεται το τουβλοποιείο - και η νομιμότητα αυτού του καθεστώτος δεν αμφισβητήθηκε - η διάρκεια ζωής υφισταμένων βιομηχανικών μονάδων δεν είχε χρονικό περιορισμό, πτυχή που υπογραμμίζεται από την πρόνοια για τη δυνατότητα μερικής έστω επέκτασης τους.  Ελλείπει λοιπόν, κατά τη γνώμη μας, έρεισμα για την επιδίωξη εκδίωξης βιομηχανικών μονάδων με τη στέρηση δυνατοτήτων που θα ήταν άλλως εφικτές στη βάση του τεθέντος καθεστώτος.  Ό,τι κατ΄ακολουθίαν απομένει είναι η διαπίστωση πως ενόψει τη βελτίωσης που θα επέλθει με την ουσιαστική μείωση της οχληρίας, η κοινότητα δεν επηρεάζεται δυσμενώς από τη χορήγηση άδειας.  Συνεπώς, το Συμβούλιο Βελτιώσεως Γερίου στερείται εννόμου συμφέροντος.»

 

 

Υιοθετούμε το σκεπτικό της απόφασης  του ευπαίδευτου πρωτόδικου Δικαστή.  Εν πάση, όμως, περιπτώσει, θεωρούμε πώς, έστω και αν πιθανολογείται επηρεασμός και, κατ΄ακολουθία, ύπαρξη εννόμου συμφέροντος για προσβολή της επίδικης απόφασης, δεν έχει, τελικά αποδειχθεί οποιοσδήποτε πραγματικός επηρεασμός στις περιουσίες των εφεσειόντων ή στους ιδίους.

 

Κάτω από το φως των πιο πάνω θεωρούμε ορθή την πρωτόδικη απόφαση και απορρίπτουμε την έφεση με έξοδα εναντίον των εφεσειόντων, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

 

 

Π. Αρτέμης, Π.             Δ. Χατζηχαμπής, Δ.        Ε. Παπαδοπούλου, Δ.

 

 

 

Γ. Ερωτοκρίτου, Δ.                      Α. Πασχαλίδης, Δ.

 

 

 

/Χ.Π.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο