ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Aναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 105/2009)
1 Μαρτίου, 2012
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ,
ΦΩΤΙΟΥ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
JASON ERHIYOUWE ORGORO,
Εφεσείων,
ν.
1. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΔΙΑ
ΤΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΩΣ
2. ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΑΡΧΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΏΝ,
Εφεσιβλήτων.
_________________
Λ. Κληρίδης, για τον Εφεσείοντα.
Λ. Γρηγορίου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Εφεσίβλητους.
Ο Εφεσείων παρών.
__________________
Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δώσει ο Δικαστής Κωνσταντινίδης.
_______________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(Ex tempore)
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων, μετά από τρία χρόνια παραμονής στη Δημοκρατία, στις 4/5/2004 υπέβαλε αίτηση για πολιτικό άσυλο. Η αίτησή του στηρίχτηκε στον ισχυρισμό του ότι εγκατέλειψε τη χώρα του, τη Νιγηρία, εξ αιτίας πράξεων σοβαρής βίας που έγιναν εναντίον του, εξ αιτίας της ιδιότητάς του ως μέλος της φυλής "Itsekiri" που βρισκόταν σε πόλεμο με τη φυλή "Ijaw". Η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε το αίτημά του θεωρώντας, για λόγους στους οποίους αναφέρθηκε, ότι ήταν αναξιόπιστος.
Ο εφεσείων, εκπροσωπούμενος από νομική σύμβουλο, καταχώρησε διοικητική προσφυγή. Με αυτή την προσφυγή προσδιόρισε πως στρεφόταν εναντίον της απορριπτικής απόφασης με την οποία δεν του αναγνωρίστηκε το καθεστώς του πρόσφυγα. Ακολούθησε νέο έγγραφο, προσδιοριστικό, όπως αναφέρθηκε, των συγκεκριμένων λόγων για τους οποίους ασκείτο η διοικητική προσφυγή. Σ΄ αυτό το έγγραφο, που ήταν πολυσέλιδο, αναπτύσσεται επιχειρηματολογία σε σχέση με τους λόγους για τους οποίους ο εφεσείων θα έπρεπε να κριθεί αξιόπιστος. Στο τέλος αυτής της επιχειρηματολογίας αναφέρθηκε και πως στην περίπτωση μη αναγνώρισης του ως πρόσφυγα, θα έπρεπε να του παραχωρηθεί το καθεστώς της συμπληρωματικής προστασίας σύμφωνα με το άρθρο 19 του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, Ν.6(Ι)/2000, (όπως τροποποιήθηκε) (ο «Νόμος»). Αυτό, χωρίς αναφορά σε οτιδήποτε το συγκεκριμένο ή σε οποιοδήποτε γεγονός ή περίσταση, που θα ήταν δυνατόν να συσχετιστεί με τέτοιο θέμα.
Η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων απέρριψε τη διοικητική προσφυγή θεωρώντας πως ορθώς ο εφεσείων κρίθηκε αναξιόπιστος. Αυτό, μετά από μακρά αιτιολόγηση, που περιλαμβάνεται στην πολυσέλιδη απόφαση που εκδόθηκε. Στο τέλος, η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, αναφέρθηκε και στο άρθρο 19 αλλά και στο άρθρο 19Α του πιο πάνω Νόμου. Θεώρησε πως, όπως σημείωσε, δεν μπορούσε να τίθεται ζήτημα συμπληρωματικής προστασίας, αλλά και πως δεν πληρούνταν οι προϋποθέσεις του Νόμου για παραχώρηση καθεστώτος προσωρινής παραμονής για ανθρωπιστικούς λόγους, με βάση το άρθρο 19Α του Νόμου.
Ασκήθηκε προσφυγή δυνάμει του ΄Αρθρου 146 του Συντάγματος και αυτή, όπως προσδιορίζεται στη θεραπεία της, αφορούσε στην απόρριψη της διοικητικής προσφυγής που ασκήθηκε κατά της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, χωρίς δηλαδή να εντάσσεται στο πλαίσιό της οτιδήποτε σε σχέση με το άρθρο 19Α, που δεν είχε καν αναφερθεί στη διοικητική προσφυγή. Αναφορά στο άρθρο 19Α δεν υπάρχει, ούτε στα γεγονότα της προσφυγής, αλλά ούτε και στα νομικά σημεία της. Υπάρχει κάποια αναφορά στη γραπτή αγόρευση του ευπαιδεύτου συνηγόρου του αιτητή, που είναι διαφορετικός από εκείνον που άσκησε τη διοικητική προσφυγή, στο γεγονός ότι θα έπρεπε να είχε αιτιολογηθεί ειδικώς η απόφαση, σε σχέση με την προσωρινή διαμονή για ανθρωπιστικούς λόγους, δυνάμει του άρθρου 19Α του Νόμου, εφόσον ο εφεσείων «είναι παντρεμένος και πατέρας δύο ανήλικων τέκνων ηλικίας το ένα 5 ετών και το άλλο έντεκα μηνών που διαμένουν μαζί του στην Κύπρο».
Απορρίφθηκε η προσφυγή του πρωτοδίκως και, με τον πρώτο λόγο έφεσης, ο εφεσείων επαναφέρει το ζήτημα του άρθρου 19Α, με επίκληση του ΄Αρθρου 15 του Συντάγματος. Από όσα έχουμε αναφέρει, προκύπτει πως ουδέποτε αυτό το άρθρο είχε καν αναφερθεί κατά τη διοικητική διαδικασία και, πολύ λιγότερο, τίποτε που θα ήταν δυνατό να αποτελούσε και πραγματικό υπόβαθρο για συζήτηση, σε σχέση με τις προϋποθέσεις που εκείνο θέτει, δεν είχε τεθεί ενώπιον της διοίκησης. Δεν είναι δυνατόν, εμείς, να αξιολογήσουμε οποιουσδήποτε ισχυρισμούς περιλαμβάνονται σε γραπτή αγόρευση που, εν πάση περιπτώσει, δεν είναι παραδεκτό μέσο για θεμελίωση γεγονότων, για να καταλήξουμε, όχι σε αναθεώρηση, αλλά σε πρωτογενή διαπίστωση, μάλιστα για θέμα, το οποίο, αυστηρώς ομιλούντες, βρίσκεται εκτός και της εμβέλειας της θεραπείας που επιδιώκεται με την προσφυγή.
Με το δεύτερο λόγο έφεσης υποστηρίζεται πως η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου δεν ήταν αιτιολογημένη και επ΄ αυτού δεν θα είχαμε να προσθέσουμε οτιδήποτε, πέραν των όσων αναφέρονται στην πρωτόδικη απόφαση. Η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου ήταν αιτιολογημένη, αφού εξηγούνται σ΄ αυτή οι λόγοι για τους οποίους απορρίφθηκε το αίτημα, όπως εξηγήθηκαν, με την επίσης αιτιολογημένη απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, σε σχέση με την οποία καταχωρήθηκε η παρούσα προσφυγή.
Με τον τρίτο και τελευταίο λόγο έφεσης προβάλλεται ο ισχυρισμός πως από τα δεδομένα προκύπτει πως η Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων κακώς στηρίχθηκε στην εισήγηση του Λειτουργού Α. Αγρότη και αγνοήθηκε η εισήγηση της Λειτουργού Μ. Παπαγεωργίου, που υποβλήθηκε ακριβώς την ημερομηνία έκδοσης και της απόφασης της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων. Δεν διακρίνουμε οποιαδήποτε ουσία σε σχέση με αυτό το θέμα. Ήταν και η απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου και η απόφαση της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, δεόντως αιτιολογημένη και δεν έχει συζητηθεί οτιδήποτε σε σχέση με τα στοιχεία της αιτιολόγησης που αναφέρεται στην αξιοπιστία του εφεσείοντα, που ήταν ο λόγος που απορρίφθηκε το αίτημά του.
Η έφεση απορρίπτεται. Δεν έχουν ζητηθεί και δεν επιδικάζονται έξοδα.
Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.
ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.
Α. ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.
Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ.
Α. ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.
/ΜΔ