ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2011) 3 ΑΑΔ 440
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
[KΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, XATZHXAΜΠΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ Δ/στες]
20 Mαϊου, 2011
- Και -
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΟΥ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΚΥΠΡΟΥ
- - - - - - - -
Α.Μαρκίδης με Π.Παναγιώτου, για την Εφεσείουσα
Π.Πολυβίου, για εφεσίβλητους
-------- ----------- --------
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Κ.Παμπαλλής.
ΑΠΟΦΑΣΗ
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η εφεσείουσα υπέβαλε αίτηση για τη θέση του Διευθυντή Προσωπικού και Διοίκησης (η «θέση») στο Ραδιοφωνικό ΄Ιδρυμα Κύπρου (το «ΡΙΚ»). Με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΡΙΚ, ημερ. 30 Μαρτίου 2005, κρίθηκε ότι η εφεσείουσα, όπως και ο έτερος που διεκδίκησε τη θέση, δεν πληρούσε τους όρους του Σχεδίου Υπηρεσίας και ως αποτέλεσμα τούτου η αίτηση τους απορρίφθηκε.
Καταχωρήθηκε η προσφυγή 716/05, με στόχο την αμφισβήτηση της νομιμότητας της πιο πάνω απόφασης, η οποία απορρίφθηκε στις 22 Απριλίου 2008.
Με την παρούσα έφεση, αμφισβητήθηκε αρχικώς το συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, που χαρακτήρισε ως ορθή την απόφαση των εφεσιβλήτων να εφαρμόσουν, κατά το στάδιο της επιλογής, τις πρόνοιες του Σχεδίου Υπηρεσίας ημερ. 3 Νοεμβρίου 2004 και όχι του Σχεδίου Υπηρεσίας ημερ. 18 Μαρτίου 2003. (όγδοος λόγος έφεσης).
Κατά το στάδιο της συζήτησης της έφεσης έγινε αποδεχτό ότι στις 27 Οκτωβρίου 2004, το Διοικητικό Συμβούλιο του ΡΙΚ, αποφάσισε «την προκήρυξη της θέσης εντός του ΡΙΚ, ως θέσης «προαγωγής». Στις 3 Νοεμβρίου 2004, το Διοικητικό Συμβούλιο, ενέκρινε το νέο Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης και στη συνέχεια, κατά τη συνεδρία του ιδίου συμβουλίου, ημερ. 15 Δεκεμβρίου 2004, αποφασίστηκε:
«Το Συμβούλιο αποφάσισε την άμεση προκήρυξη της θέσης του Διευθυντή Προσωπικού & Διοίκησης (Θέση Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής) ως θέσης Προαγωγής, όπως η σχετική του απόφαση ημερ. 27.10.2004»
Αυτή τούτη η απόφαση ημερ. 27 Οκτωβρίου 2004 για πλήρωση της θέσης, έθεσε σε λειτουργία τη διαδικασία πλήρωσης και δεν ήταν επιτρεπτό, υποστήριξε η εφεσείουσα, να γίνει αλλαγή του σχεδίου υπηρεσίας, με αποτέλεσμα, να εξεταστούν οι υποβληθείσες αιτήσεις με βάση το νέο Σχέδιο Υπηρεσίας, αλλά έπρεπε αυτή να γίνει με βάση το προηγούμενο. Η τροποποίηση ήταν σημαντική, επεσήμαναν οι συνήγοροι της εφεσείουσας, αφού το νέο σχέδιο αύξησε τα χρόνια της απαιτούμενης πείρας και απέδωσαν αλλότρια κίνητρα στην ενέργεια αυτή του ΡΙΚ, ώστε να αποκλειστεί η εφεσείουσα.
Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι της εφεσείουσας στήριξαν το επιχείρημα τους στην υπόθεση Δημοκρατία ν. Χατζηβασιλείου κ.ά. (2001) 3(Β) Α.Α.Δ. 1150. Στην εν λόγω απόφαση είχε, με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 35(2) του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου 1990 (Ν.1/90), επιβεβαιωθεί η αναγκαιότητα ύπαρξης, των προβλεπομένων προσόντων του Σχεδίου Υπηρεσίας, τόσο κατά το στάδιο της υποβολής, από την αρμοδία αρχή πρότασης για πλήρωση της θέσης (προαγωγής), όσο και κατά το στάδιο λήψης της απόφασης για διορισμό. Συγκεκριμένα ενώ είχε υποβληθεί η πρόταση του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Γεωργίας Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος προς την ΕΔΥ, για πλήρωση 10 θέσεων (προαγωγής) Κτηνιατρικού Επιθεωρητή, το υπάρχον τότε, Σχέδιο Υπηρεσίας, αντικαταστάθηκε με άλλο.
Στην υπόθεση Χατζηβασιλείου, η ΕΔΥ, εφαρμόζοντας το παλαιό σχέδιο υπηρεσίας προχώρησε και ολοκλήρωσε τη διαδικασία των προαγωγών, βασιζόμενη σ΄αυτό. Πρωτοδίκως η διαδικασία στη βάση του παλαιού σχεδίου κρίθηκε άκυρη, επειδή η κατάργηση και αντικατάσταση του σχεδίου υπηρεσίας που ίσχυε κατά το χρόνο της πρότασης για πλήρωση των θέσεων ματαίωσε την εκκρεμούσα διαδικασία. Η Ολομέλεια, έκρινε ότι σύμφωνα με το άρθρο 35(2)(β) του Νόμου 1/90, δεν αρκεί ένας υποψήφιος να έχει τα προσόντα του σχεδίου υπηρεσίας κατά τον πρώτο ουσιώδη χρόνο, πρέπει να τα έχει και «κατά το χρόνο που λαμβάνεται η απόφαση». Αυτά δε, τονίστηκε, πρέπει να είναι τα ίδια και όχι άλλα. Κατέληξε δε παραμερίζοντας την πρωτόδικη απόφαση ότι:
«Ο Νόμος επιβάλλει να είναι ένα το σχέδιο υπηρεσίας στη βάση του οποίου κρίνονται οι προσοντούχοι υποψήφιοι και πως αυτό είναι το σχέδιο υπηρεσίας που ίσχυε κατά τον πρώτο ουσιώδη χρόνο».
Στην υπό εξέταση περίπτωση τα δεδομένα είναι διαφορετικά και δεν συμμεριζόμαστε την εισήγηση ότι εφαρμόζεται η νομολογία, όπως αναλύθηκε πιο πάνω.
Σύμφωνα με το άρθρο 29(1) του Ν.1/90, η ΕΔΥ προχωρά στην πλήρωση μιας θέσης στη δημόσια υπηρεσία, μόνο, μετά από «λήψη γραπτής πρότασης από την αρμοδία αρχή». Ταυτοχρόνως, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι με βάση το άρθρο 35(1) του Ν.1/90 «κενή θέση Προαγωγής πληρούται χωρίς δημοσίευση με την προαγωγή υπαλλήλου που υπηρετεί στην αμέσως κατώτερη θέση ...».
Τώρα, επανερχόμενοι στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, καθίσταται κρίσιμο να απαντηθεί το ερώτημα, πότε θεωρείται ότι αρχίζει η διαδικασία πλήρωσης της θέσης.
Με βάση τις πρόνοιες του άρθρου 12(1) του περί Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Νόμου, Κεφ.300Α (ο «Νόμος») το ΡΙΚ εξέδωσε Κανονισμούς σε σχέση με το διορισμό, και προαγωγή των υπαλλήλων του. Οι περί Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου (Διορισμοί και Προαγωγαί) Κανονισμοί του 1987 (ΚΔΠ 317/87) (οι «Κανονισμοί»), και ιδιαιτέρως ο Καν.13, ρυθμίζει την πλήρωση θέσεων. Στην παρ.(3) του εν λόγω Κανονισμού, αναφέρεται:
«(3) Κενή θέσις προαγωγής πληρούται δια της προαγωγής υπαλλήλων υπηρετούντων εις το ΄Ιδρυμα κατόπιν δημοσιεύσεως της θέσεως εις τον επίσημον πίνακα ανακοινώσεων του Ιδρύματος».
Βλέπουμε συνεπώς μια διαφοροποίηση με τα ισχύοντα στη δημόσια υπηρεσία, που εστιάζεται στην αναγκαιότητα δημοσίευσης της θέσης βεβαίως εσωτερικώς, υπέρ των ήδη υπαλλήλων. Υπάρχει, μπορούμε να πούμε, μια αντιστοιχία με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 32 του Ν.1/90, και αφορά πλήρωση θέσης πρώτου διορισμού, που απαιτείται δημοσίευση για έναρξη της διαδικασίας πλήρωσης μιας θέσης και στη διαδικασία της παρ.(15) του άρθρου 33 του Ν.1/90, όπου η ΕΔΥ δεν δικαιούται να προβεί σε διορισμό υποψηφίου παρά μόνο «αν κατέχει τα προσόντα που προβλέπονται από το σχέδιο υπηρεσίας για τη θέση αυτή κατά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων και κατά το χρόνο που λαμβάνεται η απόφαση».
Στην εξεταζόμενη υπόθεση, η απόφαση για τροποποίηση του Σχεδίου Υπηρεσίας της θέσης, λήφθηκε στις 3 Νοεμβρίου 2004. Η δημοσίευση, με την ανάρτηση στον Πίνακα ανακοινώσεων του ΡΙΚ, έγινε στις 20 Δεκεμβρίου 2004. Τελευταία ημέρα υποβολής αιτήσεων ήταν η 7 Γενάρη 2005. Αυτή ήταν η καθοριστική ημέρα για τη διαπίστωση ύπαρξης των προσόντων της εφεσείουσας και όχι προηγουμένως.
Συνακόλουθα βρίσκουμε ότι ορθώς αποφασίστηκε πρωτοδίκως ότι η διαδικασία πλήρωσης της θέσης έπρεπε να γίνει με βάση το Σχέδιο Υπηρεσίας ημερ. 3 Νοεμβρίου 2004, και ο λόγος αυτός έφεσης απορρίπτεται.
Υποστηρίχθηκε με τον πρώτο λόγο έφεσης η απουσία επαρκούς αιτιολογίας και η αντιφατικότητα στον τρόπο λήψης απόφασης από τους καθ΄ων η αίτηση. Η εισήγηση αυτή δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Στο πρακτικό της συνεδρίας του Διοικητικού Συμβουλίου του ΡΙΚ ημερομηνίας 30 Μαρτίου 2005, εστίασε την προσοχή του το πρωτόδικο Δικαστήριο, αναφέροντας ότι καταγράφει επαρκώς τα διαδραματισθέντα, και ορθώς κατά την άποψη μας. Προσδιορίζεται με ακρίβεια ο λόγος που θεωρήθηκε ότι η εφεσείουσα δεν κάλυπτε το απαιτούμενο προσόν της πενταετούς πείρας στην «υπεύθυνη θέση στον τομέα των Εργασιακών Σχέσεων και/ή της Διοίκησης Προσωπικού». Συνεπώς ο λόγος αυτός απορρίπτεται.
Η εισήγηση για ανυπαρξία επαρκούς έρευνας, εστιάζεται στην απουσία κατάλληλης σύγκρισης των προσόντων της εφεσείουσας, που κατείχε τη θέση του Πρώτου Λειτουργού Προσωπικού και Διοίκησης, θέση στην οποία είχε προαχθεί την 1η Αυγούστου 2002 και των απαιτουμένων στην υπό εξέταση θέση. Μια σύγκριση των προβλεπομένων προσόντων της πιο πάνω θέσης που κατείχε η εφεσείουσα, με βάση το Σχέδιο Υπηρεσίας 28.12.2001, είναι αναγκαία.
«Θέση: «Πρώτος Λειτουργός Προσωπικού και Διοίκησης»
«Απαιτούμενα προσόντα»
1 ...
2. Τριετής τουλάχιστον ευδόκιμη υπηρεσία σε θέση που το σχέδιο υπηρεσίας προβλέπει την άσκηση διοικητικών και εποπτικών καθηκόντων».
Η προαγωγή της εφεσείουσας, που έγινε την 1η Αυγούστου 2002, υποστήριξαν οι συνήγοροι της, υποδηλοί ύπαρξη πείρας σε άσκηση διοικητικών και εποπτικών καθηκόντων. Αν, εισηγήθηκαν, είχε την πιο πάνω τριετή πείρα, και υπηρέτησε μέχρι της υποβολής αίτησης για την επίδικη θέση, 7 Ιανουαρίου 2005, τότε συμπλήρωνε τα πέντε χρόνια πείρα που απαιτείτο, και αφετέρου δεν ήταν ορθή η ερμηνεία που δόθηκε από τους καθ΄ων η αίτηση στην υπάρχουσα πείρα της, άρα υπήρχε πλάνη περί τα πράγματα, ή και έλλειψη δέουσας έρευνας. (λόγοι έφεσης 2 και 3). Σημειώνουμε ότι το Σχέδιο Υπηρεσίας της θέσης προβλέπει:
«Θέση: Διευθυντής Προσωπικού και Διοίκησης»
Απαιτούμενα προσόντα:
1...3 «πενταετής τουλάχιστον πείρα σε υπεύθυνη θέση στον τομέα των Εργασιακών Σχέσεων και/ή της Διοίκησης Προσωπικού.»
Κατ΄αρχήν δεν μας βρίσκει σύμφωνους η εισήγηση ότι δεν υπήρξε δέουσα έρευνα. Στο πρακτικό του Διοικητικού Συμβουλίου ημερ. 30 Μαρτίου 2005, γίνεται ευρεία αναφορά στο θέμα αυτό.
Η ανάλυση που γίνεται στο εν λόγω πρακτικό, στηρίζεται στη νομική γνωμάτευση που δόθηκε, επί του προκειμένου, η οποία κατεύθυνε και επηρέασε την επίδικη απόφαση, υποστηρίχθηκε με τον πέμπτο λόγο έφεσης. Η χορήγηση νομικής συμβουλής, ιδιαιτέρως όταν πρόκειται για ερμηνεία σχεδίου υπηρεσίας, που περιλαμβάνει και όρους που χρήζουν νομικής ανάλυσης δεν είναι μεμπτή αλλά και είναι και αναμενόμενη βλ.Αθανασιάδου ν. ΡΙΚ Αρ.Υπ.304/99 ημερ. 30 Μαϊου 2000. Όπως ορθά εξηγείται στην πρωτόδικη απόφαση, της υιοθέτησης της ερμηνείας που δόθηκε από νομικό σύμβουλο, προηγήθηκε συζήτηση και λήψη απόφασης από το Διοικητικό Συμβούλιο, κατά πλειοψηφία.
Ως προς την ουσία της ανάλυσης που έγινε, σε σχέση με τα απαιτούμενα προσόντα της πενταετούς πείρας, θεωρούμε ότι υπήρξε, όπως πρωτοδίκως αναλύθηκε, ενδελεχής έρευνα και η κατάληξη εύλογα επιτρεπτή, έχοντας πάντα ως κατευθυντήρια αρχή ότι την ευθύνη ερμηνείας των όρων του Σχεδίου Υπηρεσίας έχει το διορίζον όργανο. Καμπανελλάς ν. Συμβούλιο Υδατοπρομήθειας Λάρνακας ΑΕ 116/2007, ημερ. 23 Απριλίου 2010 και ΑΕ201/2009 και 205/2009 Δημοκρατία ν. Ασσιώτη, ημερ. 13 Ιουλίου 2010. Συνεπώς και αυτός ο λόγος πρέπει να απορριφθεί, όπως ο συναφής με το θέμα έβδομος λόγος έφεσης.
Υπήρξε μεροληπτικός ο Γενικός Διευθυντής εναντίον της εφεσείουσας, γεγονός που δεν συνάδει με το συμπέρασμα του πρωτόδικου Δικαστή ότι τούτο δεν αποδείχθηκε, προβλήθηκε με τον τέταρτο λόγο έφεσης.
Η ύπαρξη προκατάληψης πρέπει να αποδεικνύεται με βεβαιότητα (Αρσαλίδης ν. ΑΗΚ (1997) 3 Α.Α.Δ. 474), να τεκμηριώνεται (Παπαντωνίου ν. ΡΙΚ (1999) 3 Α.Α.Δ. 462) και να προκύπτει αβίαστα από τα γεγονότα και έγγραφα (Δημοκρατία ν. Γεωργίου (2004)3 Α.Α.Δ. σελ.703).
Σε συνάρτηση με την πιο πάνω εισήγηση που προτάθηκε και πρωτοδίκως, ο συνάδελφος μας, πέραν από την έλλειψη πειστικών στοιχείων που επισήμανε, έκαμε αναφορά στο πρακτικό ημερ. 30 Μαρτίου 2005, για να επισημάνει ότι η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΡΙΚ, ήταν αποτέλεσμα έρευνας του ιδίου του Συμβουλίου και μελέτης της γνωμάτευσης του νομικού συμβούλου ως προς την ερμηνεία της επίδικης πρόνοιας του, και όχι υιοθέτηση της θέσης του Γενικού Διευθυντή. Συνακόλουθα ούτε αυτός ο λόγος έφεσης ευσταθεί.
Η επίδικη απόφαση ήταν αποτέλεσμα κατάχρησης εξουσίας προς επίτευξη αλλότριου σκοπού, υποστηρίχθηκε με τον έκτο λόγο έφεσης. Προσδιορίζεται, με την ανάπτυξη του εν λόγω λόγου έφεσης, η όλη δραστηριότητα του Διοικητικού Συμβουλίου που ξεκινά με τη διαφοροποίηση του σχεδίου υπηρεσίας και επεκτείνεται στην, κατ΄αρχήν, σημείωση του Γενικού Διευθυντή ότι υπάρχουν υποψήφιοι και καταλήγει με την ανάλυση των προνοιών του σχεδίου υπηρεσίας που στόχευε στον αποκλεισμό της εφεσείουσας.
Όλα τα πιο πάνω ουσιαστικώς απαντήθηκαν με την ανάλυση των υπολοίπων λόγων έφεσης. Εκείνο που μπορούμε να πούμε, σ΄αυτό το στάδιο, είναι ότι δεν έχει καταδειχθεί πρωτοδίκως οτιδήποτε που να οδηγεί σ΄αυτό το συμπέρασμα. Ούτε η εφεσείουσα έχει προσδιορίσει οποιοδήποτε σφάλμα στην πρωτόδικη απόφαση που να απολήγει σε διαπίστωση κατάχρησης της διαδικασίας, όταν η ευθύνη, με βάση το άρθρο 10 του Κεφ.300Α, σε συνδυασμό με τον Καν.11 της ΚΔΠ317/87 για τη διαμόρφωση του σχεδίου υπηρεσίας ανήκει στο Διοικητικό Συμβούλιο του ΡΙΚ. Ως προς το θέμα της τροποποίησης και του τρόπου προσέγγισης των αιτήσεων των δυο υποψηφίων, για τη θέση, έχουμε ασχοληθεί προηγουμένως. Συνεπώς και αυτός ο λόγος έφεσης αποτυγχάνει.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα, πλέον ΦΠΑ, αν υπάρχει, υπέρ των εφεσιβλήτων και εναντίον της εφεσείουσας, όπως θα αποφασιστούν από τον Πρωτοκολλητή για να υποβληθούν στο Δικαστήριο προς έγκριση.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.
ΝΙΚΟΛΑÏΔΗΣ, Δ.
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.