ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
(2010) 3 ΑΑΔ 338
22 Ιουνίου, 2010
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ,
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
ΠΕΤΡΟΣ ΣΩΤΗΡΙΟΥ,
Εφεσείων,
ν.
1. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ, ΩΣ ΑΡΜΟΔΙΑ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΗ ΑΡΧΗ
2. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗ ΕΠΑΡΧΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΩΣ ΚΑΤΑ ΝΟΜΟ ΑΡΜΟΔΙΟΥ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΟΙΚΟΔΟΜΗΣ ΣΤΟ ΧΩΡΙΟ ΑΓΡΟΣ ΚΑΙ/ 'Η
3. ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΑΓΡΟΥ,
Εφεσιβλήτων.
(Aναθεωρητική Έφεση Αρ. 73/2007)
Διοικητική Πράξη ― Εκτελεστή, σε αντιδιαστολή προς πράξη στερούμενη εκτελεστότητας ― Η ρητή ή σιωπηρή άρνηση της διοίκησης να ανακαλέσει πράξη της, δεν συνιστά εκτελεστή απόφαση ― Πορίσματα νομολογίας και θεωρίας.
Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Καθορισμός του καθ' ου η αίτηση στο τίτλο της προσφυγής ― Σχόλιο για τον εσφαλμένο καθορισμό στην κριθείσα περίπτωση.
Αναθεωρητική Έφεση ― Επίδοσή της στους εφεσίβλητους ― Παράλειψη επίδοσης της έφεσης σε ένα εκ των εφεσιβλήτων στην κριθείσα περίπτωση δεν εμπόδισε την έκδοση απόφασης του Δικαστηρίου, με την οποία η έφεση απορρίφθηκε ― Περιστάσεις και θεμελίωση.
Ο εφεσείων αμφισβήτησε την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή του κατά της απόρριψης αιτήματός του για ανάκληση της επίδικης διοικητικής απόφασης.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
1. Η ρητή ή σιωπηρή άρνηση της διοίκησης να ανακαλέσει παράνομη πράξη της, δεν θεωρείται εκτελεστή πράξη. Το κριτήριο για την εκτελεστότητα διοικητικής πράξης ή απόφασης είναι η παραγωγή εννόμων αποτελεσμάτων, δηλαδή η γένεση εξ αυτής δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Πράξη είναι εκτελεστή εφ' όσον επιβάλλει υποχρεώσεις στο διοικούμενο μη υφιστάμενες πριν την έκδοσή της, η μη εκπλήρωση των οποίων παρέχει το δικαίωμα στη διοίκηση να επικαλεστεί τα μέσα του δικαίου για την εκτέλεσή της.
Τα δικαιώματα του εφεσείοντα δεν επηρεάστηκαν από την άρνηση ανάκλησης, αλλά από τη χορήγηση αρχικά της πολεοδομικής άδειας και στη συνέχεια της άδειας οικοδομής στο ενδιαφερόμενο μέρος. Ο εφεσείων θα έπρεπε να προσβάλει εμπροθέσμως την εγκυρότητα των εν λόγω αδειών.
2. Αν τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα του εφεσείοντα έχουν τυχόν επηρεαστεί αρνητικά, αυτό έγινε από την έκδοση της πολεοδομικής άδειας και της άδειας οικοδομής και όχι από την άρνηση της διοίκησης να ανακαλέσει την απόφασή της. Ο εφεσείων είχε κάθε δικαίωμα, αλλά και κάθε ευκαιρία, να προσφύγει τότε στο δικαστήριο και να ζητήσει την ακύρωσή τους.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
ΣτΕ 4090, 4091/87 - Νο.Β 38, 693,
Δημοκρατία ν. Sunoil Bunkering Ltd (1994) 3 A.A.Δ 26.
Έφεση.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Φωτίου, Δ.), (Υπόθεση Aρ. 1031/04), ημερ. 12/4/07.
Γ. Σεραφείμ, για τον Εφεσείοντα.
Δ. Καλλίγερος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Εφεσίβλητους 1 και 2.
Καμιά εμφάνιση, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα απαγγείλει ο Δικαστής Νικολαΐδης.
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Στις 18.10.1999 το ενδιαφερόμενο μέρος υπέβαλε αίτηση για πολεοδομική άδεια για προσθηκομετατροπές σε ισόγεια κατοικία, ιδιοκτησίας του, στον Αγρό. Οι προσθήκες ουσιαστικά καταργούσαν δύο υφιστάμενα παράθυρα στον πρώτο όροφο της κατοικίας του εφεσείοντα. Το ενδιαφερόμενο μέρος ύστερα από πρόσκληση της πολεοδομικής αρχής προσκόμισε βεβαιώσεις ότι τα παράθυρα είχαν ανοιχτεί μέσα στα τελευταία 15 χρόνια, σε αντίθεση με τον εφεσείοντα ο οποίος κατέθεσε δηλώσεις από άλλα άτομα που επιβεβαίωναν ότι τα παράθυρα είχαν ανοιχτεί προηγουμένως.
Τελικά η πολεοδομική άδεια εκδόθηκε στις 11.4.2001 και στις 5.9.2001 υποβλήθηκε στον Έπαρχο αίτηση για έκδοση της σχετικής άδειας οικοδομής. Στις 27.11.2001 ελήφθη στο γραφείο του Επάρχου επιστολή του αρχιτέκτονα του αιτητή με την οποία εζητείτο όπως παρά την έκδοση της πολεοδομικής άδειας μη χορηγηθεί άδεια οικοδομής. Η αντίδραση του Επάρχου ήταν αρνητική. Στις 12.12.2002 η άδεια οικοδομής εκδόθηκε.
Στις 26.5.2003 ο εφεσείων μέσω των δικηγόρων του ζήτησε ανάκληση της πολεοδομικής άδειας, αίτηση η οποία απορρίφθηκε στις 5.6.2003. Η άρνηση ανάκλησης αποτέλεσε και το αντικείμενο της υπ΄ αρ. 768/03 προσφυγής την οποία καταχώρησε ο εφεσείων. Η προσφυγή απορρίφθηκε στις 31.1.2005, αλλά η απόφαση προσβλήθηκε με την Α.Ε. 21/2005 η οποία εκκρεμεί.
Ο εφεσείων επανήλθε και στις 22.4.2004 ζήτησε και πάλι ανάκληση της πολεοδομικής άδειας, αίτημα που απορρίφθηκε με επιστολή ημερομηνίας 3.6.2004. Η απόρριψη της απόφασης αυτής προσβάλλεται με το αιτητικό (Α) της προσφυγής υπ' αρ. 1031/2004 η οποία αποτελεί και τη βάση της παρούσας διαδικασίας. Παρόμοιο αίτημα που υποβλήθηκε στον Έπαρχο Λεμεσού για ανάκληση της άδειας οικοδομής απορρίφθηκε στις 20.8.2004 και αποτελεί το αντικείμενο του αιτητικού (Β) της ίδιας προσφυγής.
Το πρωτόδικο δικαστήριο εξετάζοντας προδικαστικές ενστάσεις που υπέβαλαν οι καθ' ων η αίτηση έκρινε ότι η άρνηση της αρμόδιας αρχής να ανακαλέσει τόσο την πολεοδομική άδεια, όσο και την άδεια οικοδομής που προσβάλλονταν με την προσφυγή, δεν αποτελούσε εκτελεστή διοικητική πράξη εντός της εννοίας του Άρθρου 146 και απέρριψε την προσφυγή. Παρ' όλα αυτά το δικαστήριο κατέληξε επίσης ότι η προσφυγή ήταν εκπρόθεσμη, αλλά προχώρησε και σε εξέταση της ουσίας.
Με την παρούσα έφεση ο εφεσείων εγείρει αριθμό λόγων. Υποστηρίζει κυρίως ότι η κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου, ότι η άρνηση της αρμόδιας αρχής να ανακαλέσει την πολεοδομική άδεια ή την άδεια οικοδομής που προσβλήθηκαν με την προσφυγή δεν αποτελεί εκτελεστή διοικητική πράξη εντός της εννοίας του Άρθρου 146.1 του Συντάγματος, είναι λανθασμένη.
Ισχυρίζεται ότι οι προσβαλλόμενες με την προσφυγή αρνήσεις ανάκλησης είναι πράξεις εκτελεστές, γιατί τέθηκε, για πρώτη φορά, με νέα στοιχεία που είχαν δοθεί πριν τη λήψη των προσβαλλομένων αποφάσεων, ότι οι εφεσίβλητοι είχαν εξαπατηθεί. Τα στοιχεία αυτά οι καθ' ων η αίτηση όφειλαν, τουλάχιστον, να διερευνήσουν.
Ο εφεσείων αναφέρεται σε 35 βεβαιώσεις κατοίκων του χωρίου Αγρός ότι τα δύο παράθυρα στη δυτική πλευρά της οικοδομής του υφίσταντο τουλάχιστον πέραν των 30 ετών. Αυτό και σε συνδυασμό με μελέτη εμπειρογνώμονα αποδεικνύει ότι οι βεβαιώσεις που είχαν δοθεί από το ενδιαφερόμενο μέρος περί πρόσφατου ανοίγματος των παραθύρων ήταν παραπλανητικές.
Ο εφεσείων επικαλείται αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας ότι παράνομες διοικητικές πράξεις μπορούν να ανακληθούν εντός ευλόγου χρόνου εφ' όσον τούτο επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον και όπου η ανακαλούμενη πράξη στηρίχθηκε σε δόλια ή απατηλή ενέργεια του ενδιαφερόμενου.
Ο λόγος έφεσης δεν ευσταθεί. Η ρητή ή σιωπηρή άρνηση της διοίκησης να ανακαλέσει παράνομη πράξη της δεν θεωρείται εκτελεστή πράξη (ΣτΕ 4090, 4091/87 - Νο.Β 38, 693. Βλέπε επίσης Βασιλικής Οικονομοπούλου, Αίτηση Ακυρώσεως: Θεωρία-Νομολογία-Υποδείγματα (Νομική Βιβλιοθήκη - 1998), παραγρ. 802).
Το κριτήριο για την εκτελεστότητα διοικητικής πράξης ή απόφασης είναι η παραγωγή εννόμων αποτελεσμάτων, δηλαδή η γένεση εξ αυτής δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Πράξη είναι εκτελεστή εφ' όσον επιβάλλει υποχρεώσεις στο διοικούμενο μη υφιστάμενες πριν την έκδοσή της, η μη εκπλήρωση των οποίων παρέχει το δικαίωμα στη διοίκηση να επικαλεστεί τα μέσα του δικαίου για την εκτέλεσή της (Δημοκρατία ν. Sunoil Bunkering Ltd (1994) 3 A.A.Δ. 26, 31).
Τα δικαιώματα του εφεσείοντα δεν επηρεάστηκαν από την άρνηση ανάκλησης, αλλά από τη χορήγηση αρχικά της πολεοδομικής άδειας και στη συνέχεια της άδειας οικοδομής στο ενδιαφερόμενο μέρος. Ο εφεσείων θα έπρεπε να προσβάλει εμπροθέσμως την εγκυρότητα των εν λόγω αδειών.
Ο εφεσείων προσβάλλει περαιτέρω και την κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη, καθώς και το συμπέρασμα ότι ακόμα και αν η προσβαλλόμενη πράξη ήταν εκτελεστή θα έπρεπε να απορριφθεί και για λόγους ουσίας.
Από τη στιγμή που έχουμε καταλήξει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση δεν είναι εκτελεστή πράξη δεν μπορούμε να υπεισέλθουμε και να εξετάσουμε τα θέματα αυτά.
Ο εφεσείων υποστηρίζει τέλος ότι θίγονται παρανόμως με την επικύρωση από το πρωτόδικο δικαστήριο των προσβαλλομένων αποφάσεων τα ιδιοκτησιακά δικαιώματά του, με βάση το Άρθρο 23 του Συντάγματος αλλά και το Άρθρο 1 του Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Σύμβασης για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών.
Αν τα ιδιοκτησιακά δικαιώματα του εφεσείοντα έχουν τυχόν επηρεαστεί αρνητικά αυτό έγινε από την έκδοση της πολεοδομικής άδειας και της άδειας οικοδομής και όχι από την άρνηση της διοίκησης να ανακαλέσει την απόφασή της. Ο εφεσείων είχε κάθε δικαίωμα, αλλά και κάθε ευκαιρία να προσφύγει τότε στο δικαστήριο και να ζητήσει την ακύρωσή τους.
Θα θέλαμε, πριν τελειώσουμε, να σχολιάσουμε δύο θέματα. Το πρώτο αφορά τον τίτλο της προσφυγής και ιδιαίτερα τους καθ' ων η αίτηση-εφεσίβλητους. Η Κυπριακή Δημοκρατία φαίνεται να έχει περιληφθεί στον τίτλο, λανθασμένα, δύο φορές. Μία μέσω του Επαρχιακού Λειτουργού Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως και μία μέσω του Αναπληρωτή Επάρχου Λεμεσού, αρμόδιου για την έκδοση άδειας οικοδομής. Ως καθ' ου η αίτηση 3 περιλήφθηκε το Κοινοτικό Συμβούλιο Αγρού. Αντιλαμβανόμαστε τους λόγους για τους οποίους ο εφεσείων-αιτητής επέλεξε αυτή την οδό, η οποία όμως είναι πέρα για πέρα λανθασμένη. Η Κυπριακή Δημοκρατία θα πρέπει να αναφέρεται ως καθ' ης η αίτηση μόνο μία φορά, ανεξαρτήτως των τμημάτων που εμπλέκονται. Περαιτέρω δεν έχουμε αντιληφθεί με ποιο τρόπο οι καθ' ων η αίτηση-εφεσίβλητοι 3 συνδέονται με την Κυπριακή Δημοκρατία και γιατί χρησιμοποιήθηκαν οι σύνδεσμοι «και/ή» πριν την αναφορά σ' αυτούς. Ούτως ή άλλως, το Κοινοτικό Συμβούλιο Αγρού δεν είχε οποιανδήποτε ανάμειξη στην άρνηση ανάκλησης των εκδοθεισών αδειών και κακώς περιελήφθη.
Κατά τη μελέτη της υπόθεσης έγινε αντιληπτό ότι ο εφεσείων παρέλειψε να επιδώσει την ειδοποίηση έφεσης στους εφεσίβλητους 3. Αποφασίσαμε να προχωρήσουμε στην έκδοση της απόφασης χωρίς να προβούμε σε επανάνοιγμα και διόρθωση του διαδικαστικού λάθους, για δύο ουσιαστικά λόγους. Ο πρώτος είναι γιατί, όπως φαίνεται και στη συνέχεια η έφεση απορρίπτεται ούτως ή άλλως και συνεπώς η μη επίδοση της ειδοποίησης έφεσης στους εφεσίβλητους 3 δεν είχε αρνητικά αποτελέσματα γι' αυτούς. Ο δεύτερος λόγος είναι ακριβώς γιατί, όπως είδαμε και προηγουμένως, οι εφεσίβλητοι 3 ουδεμία ανάμειξη είχαν στην υπόθεση, αφού με την προσφυγή αξιώνεται η ακύρωση της απόφασης των αρμόδιων κυβερνητικών τμημάτων να μην ανακαλέσουν την πολεοδομική άδεια και την άδεια οικοδομής που είχαν εκδώσει.
Εν όψει των πιο πάνω η παρούσα έφεση απορρίπτεται, με €2.000 έξοδα, εναντίον του εφεσείοντα.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.