ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2010) 3 ΑΑΔ 90

15 Μαρτίου, 2010

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ,

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]

ΙΕΡΑ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΗ ΚΥΠΡΟΥ,

Εφεσείοντες - Αιτητές,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

Εφεσιβλήτων - Καθ' ων η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 119/2006)

 

Δεδικασμένο ― Προϋποθέσεις γένεσης ― Εύρος του δεδικασμένου από ακυρωτική απόφαση στην κριθείσα περίπτωση ― Η δυνατότητα έκδοσης όμοιας διοικητικής πράξης κατά την επανεξέταση.

Αναθεωρητική Διαδικασία ― Όροι επεμβάσεως του ακυρωτικού δικαστηρίου στην κρίση του οργάνου που έλαβε την προσβαλλόμενη απόφαση.

Οι εφεσείοντες αξίωσαν την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης που απέρριψε την προσφυγή τους κατά της απόρριψης της ιεραρχικής τους προσφυγής που στρεφόταν εναντίον της επίδικης πολεοδομικής απόφασης. 

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

1.  Είναι νομολογημένο ότι το δεδικασμένο προϋποθέτει, κατ' αρχήν, δικαστική απόφαση επί της ουσίας εγειρομένης διαφοράς και όχι επί καταλήξεων, όταν αυτές είναι αποτέλεσμα της έλλειψης των προϋποθέσεων για την εξέταση της ουσίας.

     Εξετάζοντας εν προκειμένω το περιεχόμενο της ακυρωτικής απόφασης, η οποία οδήγησε σε επανεξέταση, διαπιστώνεται ότι η απόφαση στην οποία αφορούσε είχε ακυρωθεί για τυπικούς λόγους, ώστε παρεχόταν δυνατότητα, κατά την επανεξέταση, να εκδοθεί νέα ταυτόσημη πράξη, εφόσον, βέβαια, αυτή στηριζόταν σε νόμιμη και επαρκή αιτιολογία.

2.  Τα περί πλάνης και ανεπαρκούς έρευνας ορθά πρωτοδίκως κρίθηκε ότι δεν ευσταθούν.  Οι εφεσίβλητοι, κατά την επανεξέταση, είχαν ενώπιόν τους όσα κατά τον ουσιώδη χρόνο διαπιστώθηκαν και, αφού τα ερεύνησαν, κατέληξαν σε απόρριψη της αίτησης, για λόγους οι οποίοι συνιστούν επαρκή αιτιολογία. 

3.  Είναι νομολογημένο ότι η σφαίρα των εξουσιών του διοικητικού Δικαστηρίου περιορίζεται στον έλεγχο της νομιμότητας της προσβαλλόμενης απόφασης και δεν επεκτείνεται στην κρίση του αρμοδίου οργάνου, εκτός εάν φανεί ότι υπήρξε πλάνη περί τα πράγματα ή το νόμο, ή υπέρβαση εξουσίας.  Ως θέμα αρχής, η εκτίμηση των γεγονότων από το διοικητικό όργανο δεν ανατρέπεται στις περιπτώσεις που αυτή βρίσκεται στα όρια του λογικά εφικτού και εδώ δε διαπιστώνεται οποιαδήποτε υπέρβαση σ' αυτά.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 75/03, ημερ. 30.4.2004,

Δρουσιώτης ν. Δήμου Λατσιών (1992) 3 Α.Α.Δ. 437,

Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 349,

Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2007) 3 Α.Α.Δ. 147.

Έφεση.

Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Hλιάδης, Δ.), (Υπόθεση Aρ. 409/05), ημερ. 28/7/06.

Χρ. Νικολάου, για Π. Παύλου, για τους Εφεσείοντες.

Δημ. Λυσάνδρου, Νομικός Λειτουργός, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.:  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Ε. Παπαδοπούλου.

ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.: Αντικείμενο της προσφυγής, στην οποία εκδόθηκε η εφεσιβαλλόμενη απόφαση, ήταν η κατόπιν επανεξέτασης απορριπτική απόφαση των εφεσιβλήτων σε αίτημα των εφεσειόντων για μετατροπή ενός χωραφιού σε οικόπεδο.

Για να γίνουν κατανοητά τα θέματα της έφεσης, θεωρούμε αναγκαίο να αναφερθούμε, σε συντομία, στα πραγματικά περιστατικά που σχετίζονται με την ακυρωτική απόφαση, η οποία οδήγησε στην επανεξέταση και στην απόφαση που αφορά η έφεση:-

Οι εφεσείοντες είναι ιδιοκτήτες του τεμαχίου με αρ. 1429, Φ/Σχ. LIV/33, στην Αγία Φύλα, στη Λεμεσό.  Το τεμάχιο αυτό προέκυψε από διαχωρισμό μεγαλύτερου κτήματος που έγινε το 1986 και το οποίο, μαζί με άλλα τεμάχια που είχαν προκύψει από το διαχωρισμό, ενεγράφη ως χωράφι αντί οικόπεδο, για το λόγο ότι επηρεαζόταν από εναέρια γραμμή μεταφοράς ηλεκτρικού ρεύματος υψηλής τάσης.

Στις 13/12/2000, οι εφεσείοντες υπέβαλαν στο Δήμο Λεμεσού, ως Πολεοδομική Αρχή, αίτηση για μετατροπή του χωραφιού σε οικόπεδο.  Η Πολεοδομική Αρχή, στις 27/9/2001, απέρριψε το αίτημα, «... για το λόγο ότι το χωράφι προέκυψε από διαχωρισμό οικοπέδων ... και διέπεται από εναέρια γραμμή υψηλής τάσης, η ΑΗΚ ... δεν δίνει την συγκατάθεση της και το τεμάχιο έχει πρόσοψη μόνο 8 μ., λιγότερο από το ελάχιστο επιτρεπόμενο.». 

Οι εφεσείοντες εναντίον της πιο πάνω απόφασης άσκησαν ιεραρχική προσφυγή ενώπιον του Υπουργικού Συμβουλίου, η οποία εξετάστηκε από αρμόδια υπουργική Επιτροπή και απορρίφθηκε, για τους ίδιους λόγους για τους οποίους το αίτημα απορρίφθηκε από την Πολεοδομική Αρχή.

Εναντίον της εν λόγω απόφασης οι εφεσείοντες καταχώρισαν την Προσφυγή Αρ. 75/03, το αποτέλεσμα της οποίας ήταν η ακύρωση της απόφασης της υπουργικής Επιτροπής, για λόγους που αφορούσαν στην αιτιολογία της.  Συγκεκριμένα:- (βλ. Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 75/09, ημερ. 30/4/2004).

«... - δεν εξηγείται γιατί η ένσταση της Α.Η.Κ. θεωρήθηκε ως 'ουσιώδης παράγων' και καθοριστικός για την απόφαση της Πολεοδομικής Αρχής και αργότερα της Υπουργικής Επιτροπής.  Περαιτέρω καθήκον της Διοίκησης ήταν η αξιολόγηση όλων των ουσιωδών στοιχείων πριν καταλήξει στην απόφαση της και η αιτιολόγηση της με αναφορά προς το αποτέλεσμα αυτής της διεργασίας.  Υπάρχει επομένως κενό στην αιτιολογία της απόφασης το οποίο δεν μπορεί αναντίλεκτα να πληρωθεί από τα στοιχεία του φακέλου.  Έπεται πως η αιτιολογία του πρώτου σκέλους της προσβαλλόμενης απόφασης - ότι η Α.Η.Κ. δεν δίνει τη συγκατάθεση της λόγω της ύπαρξης υψηλής τάσης - είναι ελλιπής.  Για το λόγο αυτό η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται.  Υπάρχει βέβαια και το δεύτερο σκέλος της αιτιολογίας - ότι το τεμάχιο έχει πρόσοψη μόνο 8 μ. λιγότερο από το ελάχιστο επιτρεπόμενο.  Ωστόσο είναι άγνωστο κατά πόσο η διοίκηση θα απέρριπτε την αίτηση για μόνο το λόγο που σχετίζεται με το μήκος της πρόσοψης.  Ούτε και είναι έργο του Δικαστηρίου η πρωτογενής αξιολόγηση αυτού του παράγοντος. Αυτό είναι αποκλειστικά έργο της Διοίκησης.  Δεν μπορεί επομένως το Δικαστήριο να κρίνει ότι η προσβαλλόμενη απόφαση μπορεί να διασωθεί με βάση το δεύτερο σκέλος της αιτιολογίας.»

Στην απόφαση, περαιτέρω αναφέρθηκε ότι τα όσα ο Διευθυντής του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, με επιστολή του ημερομηνίας 26/2/2002 προς το Υπουργείο Εσωτερικών, επεσήμανε, για να δικαιολογήσει την εισήγησή του για απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής των αιτητών, δεν μπορούσαν να θεωρηθούν ότι είναι συνδεδεμένα με την προσβαλλόμενη απόφαση, ώστε να συμπληρώσουν την αιτιολογία της.

Μετά την πιο πάνω ακυρωτική απόφαση, η υπουργική Επιτροπή επανεξέτασε το όλο θέμα και απέρριψε εκ νέου το αίτημα, με το ακόλουθο αιτιολογικό:-

«Η αιτούμενη ανάπτυξη δεν είναι εφικτή επειδή το αναφερόμενο τεμάχιο επηρεάζεται από την ύπαρξη εναέριων καλωδίων μεταφοράς ηλεκτρικού ρεύματος υψηλής τάσης και κρίνεται αναγκαία, για σκοπούς διασφάλισης της δημόσιας υγείας, η διατήρηση λωρίδας πλάτους 25 μέτρων τουλάχιστον κάτω από τον άξονα της ανωτέρω γραμμής μεταφοράς χωρίς οποιαδήποτε ανάπτυξη.  Το εμβαδό και οι διαστάσεις των τμημάτων της ιδιοκτησίας που απομένουν εκτός της ανωτέρω ζώνης δεν επιτρέπουν την οικοπεδοποίηση της και τη διασφάλιση οικοδομικής αξιοποίησης, σύμφωνα με την επιτρεπόμενη χρήση, το συντελεστή δόμησης και το ποσοστό κάλυψης της περιοχής.»

Αδελφός μας Δικαστής, ο οποίος επιλήφθηκε πρωτόδικα της προσφυγής εναντίον της πιο πάνω απόφασης, απέρριψε και τους τρεις λόγους ακυρότητας που πρόβαλαν οι εφεσείοντες. Έκρινε, στη βάση των αποφασισθέντων στη Δρουσιώτης ν. Δήμου Λατσιών (1992) 3 Α.Α.Δ. 437 - (επανεξέταση ακυρωθείσας απόφασης αρχίζει από το στάδιο στο οποίο διαπιστώνονται οι πλημμέλειες) - ότι ορθά η επανεξέταση αναλήφθηκε από την υπουργική Επιτροπή και όχι από την Πολεοδομική Αρχή, όπως ήταν η εισήγηση των εφεσειόντων.  Ανεδαφικές θεώρησε και τις εισηγήσεις τους ότι, κατά παράβαση των αποφασισθέντων στην Προσφυγή Αρ. 75/03, δεν έγινε σε βάθος έρευνα για τον επηρεασμό της δημόσιας υγείας - κύριος λόγος άρνησης έκδοσης της αιτούμενης άδειας - και ότι, λόγω της αντιφατικής συμπεριφοράς των εφεσιβλήτων, υπήρχε παραβίαση της αρχής της καλής πίστης. Το γεγονός, κατέληξε, ότι υπήρχαν προγενέστερες διαφορετικές τοποθετήσεις της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, (η «Α.Η.Κ.»), επί του συγκεκριμένου θέματος δεν επηρεάζει, αφού αντικείμενο του Αναθεωρητικού Ελέγχου είναι η νομιμότητα της απορριπτικής απόφασης της υπουργικής Επιτροπής και όχι οι τοποθετήσεις της Α.Η.Κ.   

Η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης αμφισβητείται στην έκταση της κατάληξης ότι η προσβαλλόμενη απόφαση ήταν αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και ορθής άσκησης της διακριτικής εξουσίας, επαρκώς αιτιολογημένη και σύμφωνη με τις αρχές της χρηστής διοίκησης και της καλής πίστης. 

Είναι νομολογημένο ότι το δεδικασμένο προϋποθέτει, κατ' αρχήν, δικαστική απόφαση επί της ουσίας εγειρομένης διαφοράς και όχι επί καταλήξεων όταν αυτές είναι αποτέλεσμα της έλλειψης των προϋποθέσεων για την εξέταση της ουσίας - (βλ. Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 349, 360).  

Εξετάζοντας το περιεχόμενο της ακυρωτικής απόφασης, η οποία οδήγησε σε επανεξέταση, διαπιστώνουμε ότι η απόφαση στην οποία αφορούσε είχε ακυρωθεί για τυπικούς λόγους, ώστε παρεχόταν δυνατότητα, κατά την επανεξέταση, να εκδοθεί νέα ταυτόσημη πράξη, εφόσον, βέβαια, αυτή στηριζόταν σε νόμιμη και επαρκή αιτιολογία - (βλ. Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο του Π.Δ. Δαγτόγλου, 1985, σελ. 142).  Στην παρούσα περίπτωση, το γεγονός ότι στην αιτιολογία της απόφασης, η οποία πρωτοδίκως κρίθηκε νόμιμη, περιέχονται απόψεις του Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, οι οποίες, σύμφωνα με τα αποφασισθέντα στην Προσφυγή Αρ. 75/03, δεν μπορούσαν να συμπληρώσουν την αιτιολογία της τότε προσβαλλόμενης απόφασης, δεν επιδρά, καθ' οιονδήποτε τρόπο, στην κατόπιν επανεξέτασης εκδοθείσα απόφαση, εφόσον ερευνήθηκαν όλα τα κατά τον ουσιώδη χρόνο σχετικά στοιχεία και εκδόθηκε νέα απόφαση, με αιτιολογία που αναφέρεται και σ' αυτά.  Οι απόψεις του Διευθυντή του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως, τις οποίες επικαλούνται οι εφεσείοντες, δεν μπορούσαν να αιτιολογήσουν την προσβληθείσα με την Προσφυγή Αρ. 75/03 απόφαση, επειδή δεν ήταν συνδεδεμένες με την αιτιολογία της, συνδέονται, όμως, και αιτιολογούν με ακρίβεια την επικυρωθείσα πρωτοδίκως απόφαση.

Τα αποφασισθέντα στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2007) 3 Α.Α.Δ. 147, που, επίσης, επικαλούνται οι εφεσείοντες για να υποστηρίξουν το αναιτιολόγητο της προσβαλλόμενης απόφασης, δεν είναι, καθ' οιονδήποτε τρόπο, σχετικά.  Αφορούν στην αιτιολογία της προγενέστερης απόφασης της υπουργικής Επιτροπής, η οποία ακυρώθηκε με την απόφαση στην Προσφυγή Αρ. 75/03.

Τα περί πλάνης και ανεπαρκούς έρευνας ορθά πρωτοδίκως κρίθηκε ότι δεν ευσταθούν.  Οι εφεσίβλητοι, κατά την επανεξέταση, είχαν ενώπιόν τους όσα κατά τον ουσιώδη χρόνο διαπιστώθηκαν και, αφού τα ερεύνησαν, κατέληξαν σε απόρριψη της αίτησης, για τους λόγους που έχουμε, ήδη, παραθέσει, οι οποίοι συνιστούν επαρκή αιτιολογία. 

Είναι νομολογημένο ότι η σφαίρα των εξουσιών του διοικητικού Δικαστηρίου περιορίζεται στον έλεγχο της νομιμότητας της προσβαλλόμενης απόφασης και δεν επεκτείνεται στην κρίση του αρμοδίου οργάνου, εκτός εάν φανεί ότι υπήρξε πλάνη περί τα πράγματα ή το νόμο, ή υπέρβαση εξουσίας.  Ως θέμα αρχής, η εκτίμηση των γεγονότων από το διοικητικό όργανο δεν ανατρέπεται στις περιπτώσεις που αυτή βρίσκεται στα όρια του λογικά εφικτού και εδώ δε διαπιστώνουμε οποιαδήποτε υπέρβαση σ' αυτά.

Η έφεση απορρίπτεται, με €2.000,00 έξοδα υπέρ των εφεσιβλήτων.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο