ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2010) 3 ΑΑΔ 8
26 Ιανουαρίου, 2010
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ,
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
ΣΤΥΛΙΑΝΟΣ ΠΕΤΡΟΥ,
Εφεσείων - Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Εφεσίβλητης - Καθ΄ης η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 12/2007)
Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί ― Προαγωγές ― Πρόσθετα, μη απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας, ακαδημαϊκά προσόντα ― Η απαίτηση να διεξάγεται έρευνα ως προς την συνάφειά τους με τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης ― Η έρευνα δεν διεξήχθη στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις και συνέπειες.
Ο εφεσείων ζήτησε τον παραμερισμό της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή του κατά της προαγωγής του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση Επιθεωρητή.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, επιτρέποντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
Στην παρούσα περίπτωση, ναι μεν η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας δεν αναφέρθηκε γενικά στα προσόντα του αιτητή, αλλά τόσο αυτή όσο και η Συμβουλευτική Επιτροπή, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου και τα επισυναπτόμενα στην ένσταση πρακτικά, έκριναν πως τα πρόσθετα προσόντα του αιτητή, που δεν απαιτούνταν από το σχέδιο υπηρεσίας, δεν ήταν συναφή με τα καθήκοντα της θέσης, χωρίς να διεξαχθεί οποιαδήποτε έρευνα σε σχέση με το περιεχόμενο των σπουδών αυτών.
Κατά συνέπεια, η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας απέτυχε να διεξαγάγει την αναγκαία έρευνα επί του προκειμένου, που θα μπορούσε ενδεχομένως, αν δηλαδή ήταν θετικό το αποτέλεσμα της έρευνας, να διαμόρφωνε, ευνοϊκότερη άποψη για τον εφεσείοντα.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενη Υπόθεση:
Γιαγκουλλής ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 481.
Έφεση.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Xατζηχαμπής, Δ.), (Υπόθεση Aρ. 1597/05), ημερ. 18/12/06.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Eφεσείοντα.
Ελ. Λοϊζίδου, Ανωτ. Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Eφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΔIKAΣTHPIO: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Π. Αρτέμη, Π..
ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.: Ο εφεσείων-αιτητής προσέβαλε την απόφαση της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (ΕΕΥ), με την οποία προήχθηκε στη θέση Επιθεωρητή Γενικών Μαθημάτων Δημοτικής Εκπαίδευσης το ενδιαφερόμενο μέρος (ΕΜ). Η Συμβουλευτική Επιτροπή (ΣΕ) δεν τον είχε περιλάβει στον κατάλογο των τριών, τους οποίους σύστησε στην ΕΕΥ για το λόγο ότι «. . . υστερεί σε αρχαιότητα και προσόντα έναντι του ΑΡΙΣΤΕΙΔΟΥ ΣΑΒΒΑ και σε προσόντα έναντι των ΑΡΙΣΤΕΙΔΟΥ ΑΡΙΣΤΕΙΔΗ και ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ ΜΙΛΤΙΑΔΗ, αφού το πτυχίο Πολιτικών Επιστημών και το Διδακτορικό που κατέχει από το Πάντειο Πανεπιστήμιο δεν είναι συναφή με τα υπό του σχεδίου υπηρεσίας (παρ. 3[1]) απαιτούμενα προσόντα.»
Η ένσταση που υπέβαλε ο αιτητής προς την ΕΕΥ για αναθεώρηση του καταλόγου της ΣΕ απορρίφθηκε, αφού κρίθηκε πως ορθά η ΣΕ δεν τον είχε περιλάβει στον κατάλογο των συστηθέντων. Το σκεπτικό για την απόρριψη της ένστασης ήταν το ακόλουθο:
«(α) Όλοι οι αιτητές θεωρούνται ισοδύναμοι σε αξία και αρχαιότητα, αφού οποιαδήποτε διαφορά τους είναι οριακή.
(β) Οι υποψήφιοι κ.κ. Ερωτοκρίτου, Αριστείδου και Ονουφρίου υπερέχουν σε προσόντα.
(γ) Το πτυχίο Πολιτικών Επιστημών καθώς και το Διδακτορικό που κατέχει από το Πάντειο Πανεπιστήμιο δεν θεωρούνται συναφή με την εκπαίδευση ή την ειδικότητά του ή τα καθήκοντα της θέσης, όπως προνοεί το Άρθρο 35Β, παρ. (3)(β) της Εκπαιδευτικής Νομοθεσίας, οπόταν δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη.»
Τελικά η ΕΕΥ, αφού δέχθηκε ένσταση άλλου υποψηφίου κατέληξε στο διορισμό του ΕΜ στην επίδικη θέση.
Ήταν η θέση του αιτητή, τόσο πρωτόδικα όσο και κατ΄έφεση, ότι η ΣΕ δεν αιτιολόγησε επαρκώς την σύστασή της και ότι απέτυχε να διεξαγάγει επαρκή έρευνα. Το ίδιο και η ΕΕΥ. Υποβλήθηκε, επίσης, ότι τα πιο πάνω διοικητικά όργανα τελούσαν υπό πλάνη ως προς τα μεταπτυχιακά προσόντα του αιτητή, σε συνάρτηση με τη συνάφεια τους προς το σχέδιο υπηρεσίας, όπου και βασικά επικεντρώνεται η αμφισβήτηση της νομιμότητας της απόφασης.
Τα πρόσθετα προσόντα του αιτητή, μη απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας, ήταν πτυχίο Πολιτικών Επιστημών της Παντείου και Διδακτορικό Δίπλωμα της Παντείου, όπως και πτυχίο διετούς μετεκπαίδευσης στο Μαράσλειο.
Το ΕΜ είχε MA in Education Management του Πανεπιστημίου Bath, πτυχίο του Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Αθηνών και πτυχίο της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Με αυτά τα δεδομένα, ο πρωτόδικος Δικαστής θεώρησε ότι δεν ήταν αναιτιολόγητη η σύσταση της ΣΕ, αλλά ούτε και της ΕΕΥ. Τόνισε πως ήταν δική τους η αρμοδιότητα ερμηνείας του σχεδίου υπηρεσίας όσο και η κρίση της συνάφειας πρόσθετων προσόντων προς αυτό.
Όσον αφορά το θέμα της έρευνας, αν προσόντα του αιτητή που δεν απαιτούνται από το σχέδιο υπηρεσίας, είναι συναφή προς τα καθήκοντα της επίδικης θέσης, στην υπόθεση Γιαγκουλλής ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 481, λέχθηκαν και τα ακόλουθα:
«Η ΕΔΥ εδώ είχε καθήκον να διερευνήσει το θέμα και να μην το παρακάμψει λέγοντας απλώς ότι λήφθηκαν υπόψη επίσης τα προσόντα των υποψηφίων. Δεν εξέτασε η ΕΔΥ - σ΄αυτήν ανήκει η αρμοδιότητα και όχι στο δικαστήριο - αν τα στοιχεία αυτά μπορούσαν να συσχετισθούν με τα καθήκοντα ή τις ευθύνες της θέσης. Οπόταν υπήρχε πιθανότητα μεταβολής της γενικής εικόνας. Αν στο ερώτημα η απάντηση ήταν καταφατική θα διαμορφωνόταν ίσως ευνοϊκότερη κατάσταση για τον εφεσείοντα που κρίθηκε ότι ήταν, στο τομέα αυτό, σε ίση περίπου μοίρα με το ενδιαφερόμενο μέρος. Η αρχή της διαφάνειας επέβαλλε έρευνα η οποία δεν έγινε. Η επίδικη πράξη είναι, για το λόγο αυτό τρωτή.»
Στην παρούσα περίπτωση, ναι μεν η ΕΕΥ δεν αναφέρθηκε γενικά στα προσόντα του αιτητή, αλλά τόσο αυτή όσο και η ΣΕ, όπως προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου και τα επισυναπτόμενα στην ένσταση πρακτικά, έκριναν πως τα πρόσθετα προσόντα του αιτητή, που δεν απαιτούνταν από το σχέδιο υπηρεσίας, δεν ήταν συναφή με τα καθήκοντα της θέσης χωρίς να διεξαχθεί οποιαδήποτε έρευνα σε σχέση με το περιεχόμενο των σπουδών αυτών.
Κατά συνέπεια, κρίνουμε πως η ΕΕΥ απέτυχε να διεξαγάγει την αναγκαία έρευνα επί του προκειμένου, που θα μπορούσε ενδεχομένως, αν δηλαδή ήταν θετικό το αποτέλεσμα της έρευνας, να διαμόρφωνε, όπως κρίθηκε και στην πιο πάνω υπόθεση, ευνοϊκότερη άποψη για τον εφεσείοντα.
Γι' αυτό το λόγο η έφεση επιτυγχάνει και η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Η επίδικη διοικητική απόφαση ακυρώνεται. Επιδικάζονται €2.000 έξοδα υπέρ του εφεσείοντα.
H έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.