ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2010) 3 ΑΑΔ 12

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ       

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Aναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 103/2005)

 

1 Φεβρουαρίου, 2010

 

[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ,

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]

 

 

ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΑΦΑ,

 

Εφεσείων,

 

ν.

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,

 

Εφεσιβλήτων.

_________________

 

Α. Κωνσταντίνου, για τον εφεσείοντα.

Δ. Λυσάνδρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Εφεσίβλητους.

Α. Σ. Αγγελίδης, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.

__________________

 

ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

θα απαγγείλει ο Δικαστής Νικολαΐδης.

 

_______________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.: Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (στο εξής «η Επιτροπή») στη συνεδρία της ημερ. 24.3.2004 κατέληξε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος ήταν ο καταλληλότερος υποψήφιος και του προσέφερε προαγωγή στη θέση Διευθυντή Κέντρου Παραγωγικότητας.  Είχε προηγηθεί προφορική εξέταση των υποψηφίων και αξιολόγηση της απόδοσής τους από τη Γενική Διευθύντρια του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

 

Ο εφεσείων προσέβαλε την πιο πάνω απόφαση, αλλά το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή του.  Κατ΄ έφεση ο εφεσείων ισχυρίζεται ότι η Επιτροπή παρέλειψε να προβεί σε δέουσα έρευνα των απαιτουμένων προσόντων του ενδιαφερόμενου μέρους.  Υποστηρίζει ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν ασχολήθηκε με το θέμα όπως τέθηκε, αλλά απέρριψε την εισήγηση του εφεσείοντα γιατί θεώρησε ότι η γενική εντύπωση της Επιτροπής για την απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση ήταν αιτιολογημένη.  Το θέμα όμως, σύμφωνα πάντα με τον εφεσείοντα, δεν ήταν αν η Επιτροπή αιτιολόγησε ή όχι τη γενική εντύπωσή της για την απόδοση των υποψηφίων, αλλά ότι δεν κατέγραψε στο πρακτικό γιατί κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε το απαιτούμενο προσόν.

 

Σύμφωνα με το σχέδιο υπηρεσίας τα απαιτούμενα προσόντα εκτός του πανεπιστημιακού διπλώματος ή τίτλου ή ισότιμου προσόντος σε οποιοδήποτε θέμα και μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο σε οποιοδήποτε κλάδο της διεύθυνσης ή διοίκησης, ήταν και δεκαετής τουλάχιστον μεταπτυχιακή πείρα σε θέματα σχετικά με τις δραστηριότητες του Κέντρου Παραγωγικότητας, άριστη γνώση των γενικών οικονομικών και επιχειρηματικών προβλημάτων της Κύπρου, ιδιαίτερα σε σχέση με τη λειτουργικότητα και αποδοτικότητα δημοσίων και/ή ιδιωτικών οργανισμών και επιχειρήσεων, καθώς και πολύ καλή γνώση των εργασιακών σχέσεων της Κύπρου και του ρόλου που διαδραματίζουν στην παραγωγικότητα και την ανάπτυξη της οικονομίας τα συμμετέχοντα σ΄ αυτές μέρη.  Απαιτούσε ακόμα ακεραιότητα χαρακτήρα, οργανωτική, διοικητική και διευθυντική ικανότητα, υπευθυνότητα, πρωτοβουλία και ευθυκρισία, αλλά και πολύ καλή γνώση της ελληνικής και αγγλικής γλώσσας.

 

Της επιλογής προηγήθηκε προφορική εξέταση και όπως είπαμε αξιολόγηση της Γενικής Διευθύντριας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, η οποία χαρακτήρισε τον μεν εφεσείοντα ως «πολύ καλό» το δε ενδιαφερόμενο μέρος ως «εξαίρετο».  Η Γενική Διευθύντρια σύστησε στη συνέχεια για προαγωγή το ενδιαφερόμενο μέρος και αποχώρησε από τη συνεδρία, ενώ η Επιτροπή προχώρησε σε δική της αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων, κρίνοντας τον εφεσείοντα και το ενδιαφερόμενο μέρος με τον ίδιο τρόπο, όπως και η Γενική Διευθύντρια.

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε εισήγηση, όπως αναφέρει, του εφεσείοντα ότι η διαπίστωση της Επιτροπής δεν ήταν ικανοποιητική, επειδή δεν επεξηγεί τον τρόπο με τον οποίο κατέληξε στο σχετικό συμπέρασμα.  Η πιο πάνω εισήγηση απορρίφθηκε γιατί καταγράφηκε στα πρακτικά και αιτιολογήθηκε η γενική εντύπωση της Επιτροπής.

 

Για το ενδιαφερόμενο μέρος η Επιτροπή κατέγραψε στα πρακτικά:

«5.   ΜΟΔΙΤΗΣ Ιωάννης:  Εξαίρετος. ΄Εχει άριστες εμπειρίες και απόψεις για τις ευθύνες και τα καθήκοντα της υπό πλήρωση θέσης.  Έχει συγκροτημένη σκέψη και υψηλού βαθμού κριτική ικανότητα, ευθυκρισία, αυτοπεποίθηση και διαθέτει διευθυντική ικανότητα.  Απάντησε ορθά, με σαφήνεια, συντομία και χωρίς πλεονασμούς σε όλες τις ερωτήσεις που του τέθηκαν.  Είναι ευγενικός, ψύχραιμος και εμπνέει εμπιστοσύνη.  Είναι μια ολοκληρωμένη προσωπικότητα.»

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε ότι η Επιτροπή αιτιολόγησε επαρκώς την απόφασή της, αφού δεν ήταν υποχρεωμένη να καταγράψει τις ερωτήσεις που τέθηκαν και τις απαντήσεις που δόθηκαν οι οποίες την οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι οι υποψήφιοι διέθεταν την απαιτούμενη άριστη γνώση των γενικών οικονομικών και επιχειρηματικών προβλημάτων της Κύπρου.

 

Θα συμφωνήσουμε με τον εφεσείοντα.  Πράγματι εκείνο που εξετάστηκε από το δικαστήριο ήταν κατά πόσο η Επιτροπή αιτιολόγησε ή όχι τη γενική εντύπωσή της για την απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση.    Το θέμα όμως που τέθηκε από τον εφεσείοντα ήταν κατά πόσο αιτιολογήθηκε η κατοχή συγκεκριμένων απαιτουμένων προσόντων από το ενδιαφερόμενο μέρος.  Όπως απαιτεί η νομολογία (Δημοκρατία κ.α. ν. Αντωνίου κ.α. (2001) 3 Α.Α.Δ. 921) θα πρέπει να καταγράφεται στο πρακτικό εξήγηση αναφορικά με τον τρόπο κατά τον οποίο το διορίζον όργανο διά μέσου της προφορικής εξέτασης κατέληξε στο συμπέρασμα για κατοχή από τους υποψήφιους απαιτούμενου προσόντος.

 

Και στην παρούσα υπόθεση το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κρίθηκε για τη γενική του απόδοση.  Όμως, δεν μας απασχολεί εδώ το ζήτημα της γενικής εντύπωσης.  Υπό συζήτηση είναι η κατάληξη της Επιτροπής σε σχέση με το απαιτούμενο προσόν.  Και αυτό το θέμα δεν φαίνεται να απασχόλησε την Επιτροπή καθόλου.  Στην υπόθεση Αντωνίου, ανωτέρω,  τονίστηκε ότι διαπιστώνεται αιτία ακυρότητας αφού, εν όψει της εντελώς γενικής διατύπωσης στο πρακτικό της Επιτροπής, με δοσμένο το γεγονός ότι ο συγκεκριμένος τομέας εκείνης της θέσης (όπως και εδώ) είναι εξόχως εξειδικευμένος, ελλείπει οποιαδήποτε εξήγηση αναφορικά με τον τρόπο κατά τον οποίο η Επιτροπή, διά μέσου της προφορικής εξέτασης, κατέληξε σε δικά της συμπεράσματα αναφορικά με την απαιτούμενη γνώση.  Κρίθηκε ότι κάτω από τις συνθήκες, εγείρεται βασίμως ζήτημα ως προς την έρευνα που διεξήχθη και, συναφώς, ενδεχόμενο πλάνης.

 

Στην παρούσα υπόθεση η γενική αναφορά ότι από την προφορική εξέταση διαπιστώθηκε η απαιτούμενη γνώση από το ενδιαφερόμενο μέρος, δεν αρκεί.  Δεν αναφέρεται στο πρακτικό βάσει ποιων δεδομένων η Επιτροπή προέβη στην κατάληξη αυτή και επομένως δεν υπάρχει η δυνατότητα δικαστικού ελέγχου.

 

Όπως τονίστηκε στην υπόθεση  Καρακόκκινου κ.α. ν. Αρχής Λιμένων Κύπρου, Υποθ. Αρ. 956/01 κ.α., ημερ. 5.12.2002, αφού αναφερόμαστε όχι στις υποκειμενικές εκτιμήσεις των μελών του συλλογικού οργάνου σε σχέση με την απόδοση κάποιου υποψήφιου στη συνέντευξη, αλλά σε συγκεκριμένες ουσιώδεις διαπιστώσεις στο πλαίσιο του σχεδίου υπηρεσίας, αυτές πρέπει να συνοδεύονται απαραιτήτως με εξήγηση που να επιτρέπει το δικαστικό έλεγχο.

 

Η έφεση θα πρέπει να επιτύχει και η προσβαλλόμενη πράξη να ακυρωθεί.  Όμως, θα θέλαμε να προβούμε και σε ένα περαιτέρω σχόλιο το οποίο μπορεί να είναι βοηθητικό.  Ο εφεσείων υποστηρίζει με άλλο λόγο έφεσης ότι η σύσταση της Γενικής Διευθύντριας συγκρούεται με τα στοιχεία των φακέλων, θέμα στο οποίο ο πρωτόδικος δικαστής απάντησε ότι η Γενική Διευθύντρια κατέληξε στη σύστασή της με βάση την αξιολόγηση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση.  Βέβαια στα πρακτικά δεν αναφέρεται οτιδήποτε σχετικό, αφού η σύσταση εξαντλείται μονολεκτικά στην αναφορά του ονόματος του ενδιαφερόμενου μέρους, αλλά θα θέλαμε να σημειώσουμε ότι κάτι τέτοιο αν είχε γίνει, δεν είναι, εν πάση περιπτώσει, επιτρεπτό.  Η προφορική εξέταση γίνεται επ΄ ωφελεία της Επιτροπής και μόνο αυτή είναι το όργανο το οποίο είχε δικαίωμα, σύμφωνα με το Νόμο, να βασιστεί στην προφορική εξέταση και να αξιολογήσει τους υποψήφιους ανάλογα.  Η τυχόν παρουσία του προϊσταμένου στην εξέταση σκοπό έχει να βοηθηθεί η Επιτροπή στην αξιολόγησή της.  Δεν επιτρέπεται στον προϊστάμενο να χρησιμοποιεί τη συνέντευξη για να αξιολογήσει τους υποψήφιους και να καταλήξει στη σύστασή του.  Η σύσταση θα πρέπει να στηρίζεται στις προηγούμενες του εμπειρίες για τον συγκεκριμένο υποψήφιο, τις συστάσεις των άμεσων προϊσταμένων του και την εξέταση των υπηρεσιακών φακέλων.  Η εντύπωση από τη συνέντευξη συνιστά εξωγενή παράγοντα.

 

Η έφεση επιτυγχάνει και η προσβαλλόμενη πράξη ακυρώνεται, με έξοδα τα οποία υπολογίζουμε στις €3.000, πλέον Φ.Π.Α. εναντίον των εφεσιβλήτων.

 

 

Π. Αρτέμης, Π.

 

 

 

Φρ. Νικολαΐδης, Δ.

 

 

 

Ε. Παπαδοπούλου, Δ.

 

 

 

Μ. Νικολάτος, Δ.

 

 

 

Κ. Παμπαλλής, Δ.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

/ΜΔ

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο