ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Κυπριακή Δημοκρατία ν. Ανδρέα Χατζηβασιλείου και Άλλων (2001) 3 ΑΑΔ 1150
Κουρίδης Χρίστος Δρ. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2006) 4 ΑΑΔ 1031
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Ν. 102(I)/2004 - Ο περί Εγγραφής Ιατρών (Τροποποιητικός) Νόμος του 2004
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
(2009) 3 ΑΑΔ 404
2 Ιουλίου, 2009
[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ,
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
ΦΑΙΔΡΑ ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ,
Εφεσείουσα - Αιτήτρια,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Εφεσίβλητης - Καθ' ης η αίτηση.
(Aναθεωρητική Έφεση Αρ. 38/2007)
Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Λόγοι εφέσεως ― Η απαίτηση να καλύπτονται από τα δικόγραφα ― Καν. 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962 και εφαρμογή του στην κριθείσα περίπτωση.
Έννομο Συμφέρον ― Δημοσίου υπαλλήλου να προσβάλει την προαγωγή συναδέλφων του, ενώ ο ίδιος δεν κατέχει τα απαιτούμενα προσόντα για προαγωγή.
Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Το δόγμα της απαγόρευσης της ταυτόχρονης επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας.
Η αιτήτρια ζήτησε την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία απορρίφθηκε ως απαράδεκτη η προσφυγή της κατά της επιλογής των ενδιαφερομένων μερών για πλήρωση της θέσης Ιατρικού Λειτουργού 1ης Τάξεως.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
1. Η Εφεσείουσα πρωτοδίκως ουδέποτε αμφισβήτησε τη Σημείωση (3) του Σχεδίου Υπηρεσίας. Η Σημείωση (3) του Σχεδίου Υπηρεσίας, για πρώτη φορά αμφισβητήθηκε με το λόγο έφεσης 2. Σύμφωνα με τον Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, κάθε διάδικος είναι υπόχρεος με τις έγγραφές του προτάσεις να εκθέτει τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται, αιτιολογώντας ταύτα πλήρως. Στην προκειμένη περίπτωση, δεν έχει διατυπωθεί τέτοιο νομικό σημείο, ώστε να νομιμοποιείται η Εφεσείουσα να το εγείρει κατ' έφεση.
Ο προτεινόμενος λόγος έφεσης 2, δεν καλύπτεται από τα δικόγραφα και ως εκ τούτου δεν μπορεί να συζητηθεί στην ουσία του.
2. Ούτε ο λόγος έφεσης 1 ευσταθεί. Η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η Εφεσείουσα δεν πληρούσε τα απαιτούμενα προσόντα κατά τον ουσιώδη χρόνο προκήρυξης της θέσης είναι ορθή, αφού είναι αποδεκτό ότι απέκτησε τον τίτλο της ειδικότητας στη Γενική Ιατρική από το αρμόδιο Ιατρικό Συμβούλιο Κύπρου, στις 15.5.2003, δηλαδή μετά την προκήρυξη της θέσης το 2002.
3. Περαιτέρω, η Εφεσείουσα με το να ισχυρίζεται ότι θα έπρεπε να επιλεγεί η ίδια αντί του ΕΜ, στην ουσία επιδοκιμάζει το Σχέδιο Υπηρεσίας, ενώ ταυτόχρονα το αποδοκιμάζει με το να αμφισβητεί πρόνοιές του.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Κουρίδης ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 739/05, ημερ. 21.12.2006,
Δημοκρατία ν. Χατζηβασιλείου κ.ά. (2001) 3 Α.Α.Δ. 1150.
Έφεση.
Έφεση από την εφεσείουσα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Kρονίδης, Δ.), (Υπόθεση Aρ. 950/04), ημερ. 9/2/07.
Α. Σ. Αγγελίδης, για την Εφεσείουσα - Αιτήτρια.
Λ. Ουστά, για την Εφεσίβλητη - Καθ'ης η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ. Ερωτοκρίτου.
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Υγείας, με επιστολή του ημερομηνίας 8.7.2002 ζήτησε από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) να προβεί στην πλήρωση, μεταξύ άλλων, και 52 θέσεων Ιατρικού Λειτουργού, 1ης Τάξης. Πληροφόρησε την ΕΔΥ για τον τρόπο με τον οποίο η αρμόδια αρχή αποφάσισε να τις κατανέμει κατά ειδικότητα. Δέκα από αυτές είχαν κατανεμηθεί στη Γενική Ιατρική. Στην ίδια ειδικότητα κατανεμήθηκαν άλλες 2 από τις 5 θέσεις στις Πρώτες Βοήθειες. Έτσι οι κενές θέσεις στην Γενική Ιατρική έγιναν 12. Επειδή οι 12 αυτές θέσεις, ήταν θέσεις πρώτου διορισμού και προαγωγής, θα έπρεπε να δημοσιευτούν στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
Η ΕΔΥ, σε συνεδρία της στις 27.9.2002, αφού έλαβε υπόψη το περιεχόμενο της διευκρινιστικής επιστολής του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Υγείας, ημερομηνίας 12.9.2002, τελικά έκρινε ότι από τις 12 θέσεις, οι 8 που είχαν δημιουργηθεί με συμπληρωματικό προϋπολογισμό, θα έπρεπε να δημοσιευθούν στην Επίσημη Εφημερίδα, αφού γι' αυτές δεν εφαρμόζεται η Σημείωση (3) του Σχεδίου Υπηρεσίας, το οποίο προβλέπει ότι:-
«(3) Σε περίπτωση που κενούται θέση Ιατρικού Λειτουργού, 1ης Τάξης, με καθήκοντα Ειδικής Ιατρικής και δεν υπάρχουν Ιατρικοί Λειτουργοί, 1ης Τάξης, που κατέχουν την απαιτούμενη ειδικότητα, τότε, και νοουμένου ότι υπηρετούν Ιατρικοί λειτουργοί, 2ης Τάξης, που κατέχουν την ειδικότητα αυτή και οι οποίοι τοποθετήθηκαν στη θέση αυτή σύμφωνα με την παράγρ. (2) πιο πάνω, ανατίθενται τα καθήκοντα αυτά σε ένα τέτοιο Ιατρικό Λειτουργό, 2ης Τάξης, που κρίνεται ο καταλληλότερος μετά από απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας, και αυτός τοποθετείται στη θέση Ιατρικού Λειτουργού, 1ης Τάξης.»
Ωστόσο, η δημοσίευση τους αποφασίστηκε να γίνει μετά που η αρμόδια αρχή ξεκαθαρίσει κατά πόσο δύο λειτουργοί που υπηρετούν σύμφωνα με τη Σημείωση (3) του Σχεδίου Υπηρεσίας, είναι κατάλληλοι για να τους ανατεθούν καθήκοντα, αναφορικά με τις υπόλοιπες τέσσερις θέσεις στην ειδικότητα της Γενικής Ιατρικής.
Στο μεταξύ, ο Γενικός Διευθυντής με νέα επιστολή του ημερομηνίας 8.1.2003, ζήτησε την πλήρωση ακόμα μιας θέσης Ιατρικού Λειτουργού, 1ης Τάξης, στην ειδικότητα της Γενικής Ιατρικής, η οποία κενώθηκε στις 18.9.2002 λόγω θανάτου του κατόχου της, Α. Σωφρονίου. Για τη θέση αυτή, ο Γενικός Διευθυντής πληροφόρησε την ΕΔΥ ότι τυγχάνει εφαρμογής η Σημείωση (3) του Σχεδίου Υπηρεσίας και ότι τρεις Ιατρικοί Λειτουργοί κατέχουν ειδικότητα στη Γενική Ιατρική.
Η ΕΔΥ, στις 24.6.2004 υπό νέα σύνθεση, προχώρησε με τη διαδικασία ανάθεσης καθηκόντων για τις 4 θέσεις Ιατρικού Λειτουργού, 1ης Τάξης στην Ειδικότητα της Γενικής Ιατρικής, δυνάμει της Σημείωσης (3) του Σχεδίου Υπηρεσίας. Τελικά οι υποψήφιοι ανήλθαν στους 5: οι Φροσούλα Θεοκλέους, Δημήτριος Γιαννούκος (ΕΜ 1), Χρίστος Ροδοσθένους, Ευάγγελος Ευαγγέλου (ΕΜ 3) και Κυριάκος Χατζηοδυσσέως (ΕΜ 2). Η Αναπληρωτής Διευθύντρια Ιατρικών Υπηρεσιών, σύστησε την Φρ. Θεοκλέους, Δ. Γιαννούκο (ΕΜ 1), Χρ. Ροδοσθένους και Ε. Ευαγγέλου (ΕΜ 3). Η ΕΔΥ, αφού αξιολόγησε τους υποψηφίους με βάση τα θεσμοθετημένα κριτήρια, επέλεξε να αναθέσει καθήκοντα στην ειδικότητα της Γενικής Ιατρικής και να προσφέρει τοποθέτηση στη μόνιμη θέση Ιατρικού Λειτουργού 1ης Τάξης, Γενική Ιατρική, στους Φ. Θεοκλέους, Δ. Γιαννούκο (ΕΜ 1), Χρ. Ροδοσθένους και Ε. Ευαγγέλου (ΕΜ 3).
Στην ίδια συνεδρία της, 24.6.04, η ΕΔΥ με ξεχωριστή διαδικασία επιλήφθηκε και της άλλης κενής θέσης Ιατρικού Λειτουργού 1ης Τάξης, που κενώθηκε με το θάνατο του Α. Σωφρονίου. Η Αν. Διευθύντρια, σύστησε τον μοναδικό υποψήφιο που παρέμεινε, Κυριάκο Χατζηοδυσσέως (ΕΜ 2). Η ΕΔΥ ακολουθώντας τη σύσταση και θεωρώντας τον συγκεκριμένο υποψήφιο κατάλληλο, με ξεχωριστή απόφαση της ανέθεσε στον Χατζηοδυσσέως τα καθήκοντα Ιατρικού Λειτουργού, 1ης Τάξης, στην ειδικότητα της Γενικής Ιατρικής, δυνάμει της Σημείωσης (3) του Σχεδίου Υπηρεσίας και του πρόσφερε τοποθέτηση στην αντίστοιχη μόνιμη θέση.
Στις 27.7.04 η ΕΔΥ πληροφορήθηκε για την αποδοχή της προσφοράς από τον Κ. Χατζηοδυσσέως. Επίσης, πληροφορήθηκε ότι από τους άλλους 4 στους οποίους προτάθηκε ανάθεση καθηκόντων, οι τρεις πρώτοι αποδέχτηκαν την ανάθεση καθηκόντων στην ειδικότητα της Γενικής Ιατρικής και την τοποθέτηση τους στη μόνιμη θέση δυνάμει της Σημείωσης (3) του Σχεδίου Υπηρεσίας, όχι όμως και ο Χρ. Ροδοσθένους, η προσφορά προς τον οποίο τελικά ακυρώθηκε. Η τοποθέτηση όλων ορίστηκε να αρχίζει από 1.8.04.
Η Εφεσείουσα, η οποία δεν ήταν υποψήφια ούτε για τις 4 κενές θέσεις, ούτε και για 5η η οποία εξετάστηκε ξεχωριστά, προσέβαλε την απόφαση της ΕΔΥ η οποία δημοσιεύτηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 10.9.2004. Ενδιαφερόμενα Μέρη κατέστησαν οι Δ. Γιαννούκος (ΕΜ1), Κ. Χατζηοδυσσέως (ΕΜ2) και Ε. Ευαγγέλου (ΕΜ3). Κατά τη διάρκεια της πρωτόδικης διαδικασίας, η Εφεσείουσα απέσυρε την προσφυγή της εναντίον του ΕΜ 2, δεχόμενη την προδικαστική ένσταση ότι ο διορισμός του ΕΜ 2 έγινε με ξεχωριστή διοικητική απόφαση. Για τα υπόλοιπα δύο Ενδιαφερόμενα Μέρη, η Εφεσείουσα προέβαλε τον ισχυρισμό ότι η ΕΔΥ αγνοώντας τον Κανονισμό Κ.Δ.Π. 456/04, πλανήθηκε θεωρώντας λανθασμένα την Εφεσείουσα ως μη υποψήφια με αποτέλεσμα να προάξει το ΕΜ αντί της ίδιας.
Οι καθ'ων η αίτηση ήγειραν προδικαστική ένσταση, ότι η Εφεσείουσα στερείτο εννόμου συμφέροντος να προσβάλει την επίδικη απόφαση, γιατί ως μη προσοντούχος, δεν ήταν μια από τους υποψηφίους.
Ο συνάδελφος μας που εκδίκασε την προσφυγή, αποδέχθηκε την προδικαστική ένσταση και απέρριψε την προσφυγή, με την εξής αιτιολογία:-
«Από το διοικητικό φάκελο της αιτήτριας φαίνεται ότι αυτή απέκτησε τον τίτλο της ειδικότητας στη Γενική Ιατρική μόλις στις 15.5.2003, πολύ μετά την πρόταση και την προκήρυξη για πλήρωση των επίδικων θέσεων. Είναι πάγια νομολογημένο ότι ουσιώδης χρόνος που λαμβάνεται υπόψη για σκοπούς κατοχής των προσόντων είναι η ημερομηνία προκήρυξης της θέσης. Η αιτήτρια δεν ήταν δυνατό ούτε και με τη Σημείωση (3) του Σχεδίου Υπηρεσίας να θεωρηθεί ότι κατείχε τα απαιτούμενα προσόντα.
Είναι πάγια νομολογημένο, που δεν χρειάζεται να παραθέσω σχετικές αυθεντίες, ότι υπάλληλος που δεν κατέχει τα απαιτούμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα, στερείται εννόμου συμφέροντος, βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, να προσβάλλει οποιεσδήποτε προαγωγές ή διορισμούς.»
Η Εφεσείουσα που διαφωνεί με την κρίση του συναδέλφου μας, με τον πρώτο λόγο έφεσης ισχυρίζεται ότι η ΕΔΥ δεν θα έπρεπε να εφαρμόσει ένα Σχέδιο Υπηρεσίας που ήταν ανίσχυρο ή αντίθετο προς τον περί Εγγραφής Ιατρών (Τροποποιητικός) Νόμο του 2004 (Ν.102(Ι)/2004) - εναρμονιστικός - και τον Κανονισμό 8Α της Κ.Δ.Π. 456/04. Όπως εισηγήθηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος της, η Εφεσείουσα νομιμοποιείτο να προσβάλλει την επιλογή των ΕΜ αντί της ίδιας, αφού αν συγκαταλεγόταν και η ίδια ως υποψήφια, θα επιλεγόταν αυτή κατ' αποκλεισμό ενδιαφερομένων προσώπων.
Με το δεύτερο λόγο έφεσης, παραπονείται ότι εσφαλμένα ο αδελφός Δικαστής που εκδίκασε την προσφυγή, δεν εξέτασε κατά πόσον η Σημείωση (3) του Σχεδίου Υπηρεσίας ήταν αντίθετη με το Νόμο 102/04 και άρα ultra vires του Άρθρου 29(1) του Νόμου 33/1967 και του Άρθρου 27(1) του Νόμου 1/90 και ότι η διαδικασία «ανάθεσης» καθηκόντων είναι άγνωστη στο Νόμο 1/90.
Οι λόγοι έφεσης δεν ευσταθούν.
Θα αρχίσουμε από τον λόγο έφεσης 2. Η Εφεσείουσα πρωτοδίκως ουδέποτε αμφισβήτησε τη Σημείωση (3) του Σχεδίου Υπηρεσίας. Με την προσφυγή της παραπονείται για το ότι δεν ανατέθηκαν και στην ίδια καθήκοντα στην ειδικότητα της Γενικής Ιατρικής και για το ότι δεν τοποθετήθηκε και η ίδια στη θέση του Ιατρικού Λειτουργού, 1ης Τάξης, Γενική Ιατρική. Όμως, καμιά αναφορά δεν έγινε στην αγόρευση του ευπαίδευτου δικηγόρου της που να θέτει υπό αμφισβήτηση τη Σημείωση (3) του Σχεδίου Υπηρεσίας. Εκείνο που πρωτοδίκως ήγειρε με την αγόρευση του ο κ. Αγγελίδης, ήταν σε σχέση με το απαιτούμενο από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόν (1), το οποίο προέβλεπε:-
«(1) Εγγραφή στο Μητρώο Ιατρών Κύπρου. Σε περίπτωση που οι ανάγκες της υπηρεσίας απαιτούν την εκτέλεση καθηκόντων Ειδικής Ιατρικής, οι υποψήφιοι θα πρέπει να κατέχουν και μεταπτυχιακό δίπλωμα ή τίτλο στην ειδικότητα στην οποία θα απασχοληθούν, που αναγνωρίζεται στη χώρα που αποκτήθηκε και να θεωρούνται ως ειδικοί σύμφωνα με τον περί Εγγραφής Ιατρών Νόμο.»
Η εισήγηση του κ. Αγγελίδη πρωτοδίκως, ήταν ότι στην περίπτωση της Αιτήτριας, η ΕΔΥ θα έπρεπε να εφαρμόσει το Σχέδιο Υπηρεσίας, χωρίς να λαμβάνει υπόψη από το πιο πάνω απαιτούμενο προσόν (1), την πρόνοια που απαιτούσε την κατοχή τίτλου «.. που αναγνωρίζεται στη χώρα που αποκτήθηκε..». Ήταν η θέση του κ. Αγγελίδη ότι το σχετικό μέρος του Σχεδίου Υπηρεσίας θα έπρεπε να ερμηνευθεί ότι για να αναγνωριστεί ένας υποψήφιος ως ειδικός, αρκούσε η εγγραφή του «σύμφωνα με τον περί Εγγραφής Ιατρών Νόμο». Αυτό όμως είναι εντελώς διαφορετικό θέμα από τη Σημείωση (3) του Σχεδίου Υπηρεσίας, η οποία για πρώτη φορά αμφισβητήθηκε με το λόγο έφεσης 2.
Κατά την άποψη μας, η Εφεσείουσα δεν ήγειρε ένα τέτοιο λόγο ακύρωσης πρωτοδίκως. Σύμφωνα με τον Κανονισμό 7 του Διαδικαστικού Κανονισμού του Ανωτάτου Συνταγματικού Δικαστηρίου του 1962, κάθε διάδικος είναι υπόχρεος με τις έγγραφές του προτάσεις να εκθέτει τα νομικά σημεία επί των οποίων στηρίζεται, αιτιολογώντας ταύτα πλήρως. Στην προκειμένη περίπτωση, δεν έχει διατυπωθεί τέτοιο νομικό σημείο ώστε να νομιμοποιείται η Εφεσείουσα να το εγείρει κατ' έφεση. Η γενική αναφορά στην αίτηση σε «προφανή παράβαση του Νόμου, Κανονισμών και Διαδικασίας», είναι τόσο αόριστη που δεν μπορεί να περισώσει την κατάσταση.
Η υπόθεση Χρίστος Κουρίδης ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 739/05, ημερ. 21.12.2006, στην οποία έκαμε αναφορά ο κ. Αγγελίδης, διαφοροποιείται. Εκεί, όπως αναφέρεται στην ίδια την απόφαση, προβλήθηκε ειδικά ως λόγος ακύρωσης «ότι η διαδικασία 'ανάθεσης' καθηκόντων με κριτήρια ως της προαγωγής, δεν είναι γνωστή στο Νόμο 1/90 και ούτε είναι επιτρεπτό κατά Νόμο να εφαρμόζεται αντίστοιχα ότι προβλέπει η διαδικασία προαγωγής.» Ήταν με αφορμή τον συγκεκριμένο λόγο ακύρωσης που ο Γαβριηλίδης, Δ., ήγειρε θέμα ultra vires της Σημείωσης (3) του οικείου Σχεδίου Υπηρεσίας.
Είναι η κατάληξη μας, ότι ο προτεινόμενος λόγος έφεσης 2, δεν καλύπτεται από τα δικόγραφα και ως εκ τούτου δεν μπορεί να συζητηθεί στην ουσία του.
Ούτε ο λόγος έφεσης 1 ευσταθεί. Η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η Εφεσείουσα δεν πληρούσε τα απαιτούμενα προσόντα κατά τον ουσιώδη χρόνο προκήρυξης της θέσης είναι ορθή, αφού είναι αποδεκτό ότι απέκτησε τον τίτλο της ειδικότητας στη Γενική Ιατρική από το αρμόδιο Ιατρικό Συμβούλιο Κύπρου, στις 15.5.2003, δηλαδή μετά την προκήρυξη της θέσης το 2002 (Δημοκρατία ν. Χατζηβασιλείου κ.ά. (2001) 3 Α.Α.Δ. 1150).
Περαιτέρω, η Εφεσείουσα με το να ισχυρίζεται ότι θα έπρεπε να επιλεγεί η ίδια αντί του ΕΜ, στην ουσία επιδοκιμάζει το Σχέδιο Υπηρεσίας, ενώ ταυτόχρονα το αποδοκιμάζει με το να αμφισβητεί πρόνοιες του.
Κατά την άποψη μας, ορθά ο συνάδελφος μας που εκδίκασε πρωτοδίκως την προσφυγή, έκρινε ότι η Εφεσείουσα στερείτο εννόμου συμφέροντος να προσβάλει τους διορισμούς.
Η έφεση απορρίπτεται με €2.000 έξοδα υπέρ των καθ'ων η αίτηση.
H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.