ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
HADJISAVVA ν. REPUBLIC (1982) 3 CLR 76
HJIIOANNOU ν. REPUBLIC (1983) 3 CLR 1041
Σωτηρίου Σ. και Άλλοι ν. Xαράλαμπου Kολοκοτρώνη και Άλλων (1998) 3 ΑΑΔ 452
Θεοχαρίδης Χριστάκης ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2004) 3 ΑΑΔ 644
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
(2009) 3 ΑΑΔ 251
12 Μαΐου, 2009
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΗΛΙΑΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ,
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
ΒΡΑΧΙΜΗΣ Ι. ΧΑΤΖΗΧΑΝΝΑΣ,
Εφεσείων - Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ (ΑΡ. 1),
Εφεσιβλήτων - Καθ'ων η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 160/2006)
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Προφορικές συνεντεύξεις ― Όρια του ελέγχου της αιτιολογίας ως προς τις εντυπώσεις στις συνεντεύξεις, στο πλαίσιο της αναθεωρητικής δικαιοδοσίας.
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Επανεξέταση μετά από ακυρωτική δικαστική απόφαση ― Κατά πόσο επιβάλλεται η διεξαγωγή προφορικής συνέντευξης ― Το Άρθρο 34(8) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου αρ. 1/90 και η εφαρμογή του στην κριθείσα περίπτωση.
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Λόγοι ακυρώσεως ― Έκδηλη υπεροχή ― Δεν αποδείχθηκε στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις.
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Διορισμοί/Προαγωγές ― Σύσταση του Διευθυντή ― Κατά πόσο δύναται να επιβάλλεται η αιτιολόγησή της, παρά τις πρόνοιες του Άρθρου 34(9) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου αρ. 1/90.
Ο εφεσείων επεδίωξε την ανατροπή της πρωτόδικης δικαστικής απόφασης με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή του κατά της εκ νέου προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους αντί του ιδίου στη θέση Διευθυντή Διαχείρισης Τουρκοκυπριακών Περιουσιών.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
1. Το Δικαστήριο δεν υπεισέρχεται στη νοητική λειτουργία των μελών ενός διοικητικού οργάνου σχετικά με την απόδοση των υποψηφίων στις προσωπικές τους συνεντεύξεις. Στην παρούσα περίπτωση ο εφεσείων αξιολογήθηκε ως "πάρα πολύ καλός" και το ενδιαφερόμενο μέρος ως "εξαίρετος". Η πιο πάνω κατάληξη της Συμβουλευτικής Επιτροπής έχει αιτιολογηθεί πλήρως, αφού έχουν καταγραφεί οι λόγοι που οδήγησαν στην πιο πάνω αξιολόγηση.
2. Για την επανεξέταση έχει νομοθετηθεί ότι η διεξαγωγή συνέντευξης είναι δυνητική. Σχετικό είναι το Άρθρο 34(8) του Νόμου 1/90. Προκύπτει ότι η Ε.Δ.Υ. δεν είχε υποχρέωση να καλέσει τους υποψήφιους σε συνέντευξη και ο σχετικός λόγος της έφεσης απορρίπτεται.
Η αιτιολογία που δόθηκε εν προκειμένω ήταν επαρκής για την παραγνώριση του πλεονεκτήματος του αιτητή.
3. Οι προεκτάσεις και η ερμηνεία της έκδηλης υπεροχής έχουν εξεταστεί σε αριθμό αποφάσεων και οι διάφορες προσεγγίσεις υποδεικνύουν ότι η έκδηλη υπεροχή περικλείει το συγκέρασμα των προσόντων, της αξίας και της αρχαιότητας των υποψηφίων, που προκύπτει αβίαστα από τα προσωπικά τους δεδομένα. Στην παρούσα περίπτωση ενώ ο εφεσείων υπερείχε ως προς τα προσόντα και την κατοχή του πλεονεκτήματος, υστερούσε σε αξία και αρχαιότητα έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους που βαθμολογήθηκε καλύτερα στην προφορική συνέντευξη και είχε υπέρ του και τη σύσταση του Διευθυντή. Ο εφεσείων που είχε το σχετικό βάρος, απέτυχε να αποδείξει έκδηλη υπεροχή έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους.
4. Το Άρθρο 34(9) που αφορά πλήρωση θέσεων πρώτου διορισμού και προαγωγής, δεν απαιτεί ότι η σύσταση του Διευθυντή πρέπει να είναι αιτιολογημένη. Ο εφεσείων απέτυχε να αποδείξει ότι στην παρούσα περίπτωση επιβαλλόταν η ύπαρξη σχετικής αιτιολογίας στη σύσταση του Διευθυντή. Οι λόγοι που έχει υποδείξει ότι επέβαλλαν την αιτιολόγηση της σύστασης, δεν συνιστούν στοιχεία που θα μπορούσαν να επιβάλουν την ύπαρξη αιτιολογίας της σύστασης.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Θεοχαρίδης ν. Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ. 644,
Σωτηρίου κ.ά. ν. Κολοκοτρώνη (1998) 3 Α.Α.Δ. 452,
Χρυσάφη ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 493,
Χ"Σάββα ν. Δημοκρατίας (1982) 3 Α.Α.Δ. 76,
Χ"Ιωάννου ν. Δημοκρατίας (1983) 3 Α.Α.Δ. 1041.
Έφεση.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Χατζηχαμπής, Δ.), (Υπόθεση Aρ. 425/05), ημερ. 16.10.06.
Ο Εφεσείων είναι παρών και εμφανίζεται προσωπικά.
Ρ. Παπαέτη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Τ. Ηλιάδης.
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα έφεση ο Βραχίμης Χατζηχάννας (εφεσείων) αμφισβητεί την εγκυρότητα της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία απορρίφθηκε προσφυγή του για την ακύρωση της προαγωγής μετά από επανεξέταση του Κυριάκου Φραγκόπουλου στη θέση του Διευθυντή Διαχείρισης Τουρκοκυπριακών Περιουσιών από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (Ε.Δ.Υ.).
(α) Τα γεγονότα.
Ως αποτέλεσμα της έκδοσης απόφασης από το Ανώτατο Δικαστήριο στην αναθεωρητική έφεση 3534 (προσφυγή 916/2000), που αφορούσε το διορισμό του Κυριάκου Φραγκόπουλου στη θέση του Διευθυντή Διαχείρισης Τουρκοκυπριακών Περιουσιών από την 1/6/2000, η Ε.Δ.Υ. απέστειλε τις αιτήσεις όλων των υποψηφίων στον Αναπληρωτή Γενικό Διευθυντή για τη σύσταση νέας Συμβουλευτικής Επιτροπής, η οποία θα υπέβαλλε κατάλογο των υποψηφίων που θα συστήνονταν, μαζί με αιτιολογημένη έκθεση. Η Συμβουλευτική Επιτροπή υπέβαλε το σχετικό κατάλογο στην Ε.Δ.Υ., τα μέλη της οποίας αφού έλαβαν υπόψη τα στοιχεία που υπήρχαν ενώπιον τους, όπως επίσης και τη σύσταση του Γενικού Διευθυντή, αποφάσισε εκ νέου την προαγωγή του Κυριάκου Φραγκόπουλου. Η προσφυγή 425/2005 που καταχωρήθηκε από τον εφεσείοντα εναντίον του πιο πάνω διορισμού, απορρίφθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στην πρωτόδικη του δικαιοδοσία και με την παρούσα έφεση ο εφεσείων αμφισβητεί την ορθότητα της πιο πάνω απορριπτικής απόφασης για διάφορους λόγους που εξετάζονται πιο κάτω.
(β) Οι λόγοι της έφεσης.
(i) Η έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής ήταν αναιτιολόγητη και λήφθηκε χωρίς τη διεξαγωγή δέουσας έρευνας.
Ο εφεσείων ισχυρίζεται ότι το Ανώτατο Δικαστήριο στην πρωτόδικη του δικαιοδοσία κατέληξε σε λανθασμένο συμπέρασμα ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή αιτιολόγησε επαρκώς την προφορική της εξέταση και ότι η έκθεση ήταν αιτιολογημένη και αποτέλεσμα δέουσας έρευνας.
Σύμφωνα με την πρωτόδικη απόφαση η Συμβουλευτική Επιτροπή είχε αιτιολογήσει επαρκώς την άποψη της για την απόδοση ενός εκάστου υποψηφίου.
Ο λόγος αυτός της έφεσης είναι ανεδαφικός. Το Δικαστήριο δεν υπεισέρχεται στη νοητική λειτουργία των μελών ενός διοικητικού οργάνου σχετικά με την απόδοση των υποψηφίων στις προσωπικές τους συνεντεύξεις. (Βλ. Θεοχαρίδης ν. Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ. 644, Σωτηρίου κ.ά. ν. Κολοκοτρώνη (1998) 3 Α.Α.Δ. 452 και Χρυσάφη ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 493). Στην παρούσα περίπτωση ο εφεσείων αξιολογήθηκε ως "πάρα πολύ καλός" και το ενδιαφερόμενο μέρος ως "εξαίρετος". Η πιο πάνω κατάληξη της Συμβουλευτικής Επιτροπής έχει αιτιολογηθεί πλήρως αφού έχουν καταγραφεί οι λόγοι που οδήγησαν στην πιο πάνω αξιολόγηση.
Η σχετική εισήγηση απορρίπτεται.
(ii) Εσφαλμένα κρίθηκε ότι η εφεσίβλητη δεν ήταν υπόχρεη να καλέσει σε συνέντευξη τους υποψήφιους.
Το Ανώτατο Δικαστήριο στην πρωτόδικη του δικαιοδοσία αποφάνθηκε ότι η Ε.Δ.Υ. δεν είχε υποχρέωση, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Άρθρου 34(8) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου (αρ. 1/90), να καλέσει τον εφεσείοντα σε συνέντευξη.
Έχει υποβληθεί από τον εφεσείοντα ότι η Ε.Δ.Υ. θα έπρεπε να είχε καλέσει τους υποψήφιους σε συνέντευξη, ιδιαιτέρως αφού ο εφεσείων δεν είχε υποβληθεί σε συνέντευξη από την Ε.Δ.Υ. ούτε την πρώτη, ούτε και με τη νέα σύνθεση της Ε.Δ.Υ.
Η εισήγηση είναι ανεδαφική αφού για την επανεξέταση έχει νομοθετηθεί ότι η διεξαγωγή συνέντευξης είναι δυνητική. Όπως προνοεί το Άρθρο 34(8) του Νόμου 1/90,
"34.(8) Η Επιτροπή, πριν κάμει την τελική επιλογή μπορεί να καλέσει σε προφορική εξέταση τους υποψηφίους οι οποίοι συστήθηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή όπως επίσης και οποιοδήποτε άλλο υποψήφιο που κατά την κρίση της έπρεπε να ήταν στον κατάλογο αυτών που συστήθηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή."
Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι η Ε.Δ.Υ. δεν είχε υποχρέωση να καλέσει τους υποψήφιους σε συνέντευξη και ο σχετικός λόγος της έφεσης απορρίπτεται.
(iii) Εσφαλμένα κρίθηκε ότι η εφεσίβλητη έδωσε ειδική αιτιολογία για την παραγνώριση του πλεονεκτήματος του αιτητή.
Έχει υποβληθεί ότι η πρωτόδικη απόφαση στην οποία αναφέρεται ότι προκύπτει από το σκεπτικό της Ε.Δ.Υ. ότι είχε δοθεί η δέουσα ειδική αιτιολογία για την παραγνώριση του πλεονεκτήματος του αιτητή και ότι υπήρξε η αναγκαία αιτιολογία και διεξαγωγή δέουσας έρευνας, είναι λανθασμένη. Σύμφωνα με τον εφεσείοντα η Ε.Δ.Υ. έπρεπε να είχε δώσει ειδική, σαφή και πειστική αιτιολογία για την αναγνώριση του πλεονεκτήματος του, πράγμα που παρέλειψε να πράξει.
Αιτιολογώντας την επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους σε σχέση με τον εφεσείοντα που κατείχε το πλεονέκτημα, η Ε.Δ.Υ. σημείωσε τα πιο κάτω:
"Συγκρίνοντας η Επιτροπή τον επιλεγέντα με το Χατζηχάννα Βραχίμη, που επίσης κατέχει το πλεονέκτημα, καθώς και δύο μεταπτυχιακά προσόντα σχετικά με τα καθήκοντα και τις ευθύνες της θέσης, παρατήρησε ότι ο επιλεγείς έχει αξιολογηθεί σε υψηλότερο από το Χατζηχάννα επίπεδο κατά την τελική αξιολόγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Συγκεκριμένα, ο επιλεγείς αξιολογήθηκε ως Εξαίρετος, ενώ ο Χατζηχάννας ως Πάρα πολύ καλός. Επίσης, ο επιλεγείς υπερέχει του Χατζηχάννα σε αξία, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις Ετήσιες Υπηρεσιακές Εκθέσεις, με έμφαση σε αυτές των πέντε τελευταίων προ του ουσιώδους χρόνου ετών, καθώς και σε αρχαιότητα. Τέλος, ο επιλεγείς διαθέτει την υπέρ του σύσταση του Γενικού Διευθυντή. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή έκρινε ότι η κατοχή του πλεονεκτήματος και των επιπρόσθετων σχετικών προσόντων, που δεν προβλέπονται ως πλεονέκτημα ή πρόσθετο προσόν από το οικείο Σχέδιο Υπηρεσίας και, ως εκ τούτου, τους αποδόθηκε η ανάλογη βαρύτητα, δεν μπορούν να ανατρέψουν την υπεροχή του επιλεγέντος."
Έχουμε εξετάσει τη σχετική εισήγηση και έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η πιο πάνω αιτιολογία ήταν επαρκής για την παραγνώριση του πλεονεκτήματος του αιτητή.
(iv) Εσφαλμένα κρίθηκε ότι ο εφεσείων δεν υπερτερούσε έκδηλα του ενδιαφερόμενου μέρους.
Αναφορικά με τον ισχυρισμό του εφεσείοντος ότι αυτός υπερτερούσε έκδηλα του ενδιαφερόμενου μέρους, το Ανώτατο Δικαστήριο στην πρωτόδικη του δικαιοδοσία σημείωσε τα πιο κάτω:
"Ο κ. Χατζηχάννας κάνει και εισήγηση για έκδηλη υπεροχή του, ιδιαίτερα σε προσόντα. Έκδηλη υπεροχή βέβαια ουδόλως προκύπτει. Τα δε όποια υπέρτερα προσόντα του κ. Χατζηχάννα, και δη τα δύο μεταπτυχιακά του, ανεγνωρίσθησαν ως υπέρτερα και ως σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης και τους εδόθη η δέουσα βαρύτητα. Το να λέγεται όμως, όπως ουσιαστικά εισηγείται ο κ. Χατζηχάννας, ότι θα έπρεπε να κριθεί ως εκ τούτου έκδηλα υπέρτερος ή και καταλληλότερος του κ. Φραγκόπουλου, θα ισοδυναμούσε με υποκατάσταση της κρίσης της Ε.Δ.Υ. ως θέμα διακριτικής ευχέρειας και συνεκτίμησης όλων των στοιχείων. Η Ε.Δ.Υ., ως μόνη αρμόδια, επέλεξε να δώσει βαρύτητα στα στοιχεία τα οποία αναφέρονται στο πρακτικό της και στα οποία υπερείχε το Ε.Μ. Η κρίση της δεν ήταν έξω από τα πλαίσια του εύλογα επιτρεπτού."
Ο εφεσείων ισχυρίζεται ότι η πιο πάνω εκτίμηση είναι λανθασμένη.
Οι προεκτάσεις και η ερμηνεία της έκδηλης υπεροχής έχουν εξεταστεί σε αριθμό αποφάσεων και οι διάφορες προσεγγίσεις υποδεικνύουν ότι η έκδηλη υπεροχή περικλείει το συγκέρασμα των προσόντων, της αξίας και της αρχαιότητας των υποψηφίων που προκύπτει αβίαστα από τα προσωπικά τους δεδομένα. (Βλ. Χ" Σάββα ν. Δημοκρατίας (1982) 3 Α.Α.Δ. 76 και Χ" Ιωάννου ν. Δημοκρατίας (1983) 3 Α.Α.Δ. 1041).
Στην παρούσα περίπτωση ενώ ο εφεσείων υπερείχε ως προς τα προσόντα και την κατοχή του πλεονεκτήματος, υστερούσε σε αξία και αρχαιότητα έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους που βαθμολογήθηκε καλύτερα στην προφορική συνέντευξη και είχε υπέρ του και τη σύσταση του Διευθυντή.
Μέσα στα πιο πάνω πλαίσια έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι ορθή. Ο εφεσείων που είχε το σχετικό βάρος, απέτυχε να αποδείξει έκδηλη υπεροχή έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους. Η σχετική εισήγηση απορρίπτεται.
(v) Εσφαλμένα κρίθηκε ότι ο Διευθυντής δεν είχε υποχρέωση να αιτιολογήσει τη σύσταση του.
Ο εφεσείων ισχυρίζεται ότι η πρωτόδικη απόφαση ότι ο Διευθυντής δεν είχε υποχρέωση να αιτιολογήσει τη σύσταση του είναι λανθασμένη. Και τούτο αν και το Άρθρο 34(9) του Νόμου 1/90 δεν προνοεί για αιτιολογημένη σύσταση, στην παρούσα περίπτωση για διάφορους λόγους ο Διευθυντής έπρεπε να αιτιολογήσει τη σύσταση του. Οι λόγοι που έχουν προβληθεί που επέβαλλαν την αιτιολόγηση της σύστασης, περιλάμβαναν ισχυρισμούς ότι η Ε.Δ.Υ. δεν διεξήγαγε νέες συνεντεύξεις, ότι ο αιτητής δεν είχε κληθεί σε προφορική συνέντευξη, ότι το ενδιαφερόμενο μέρος ήταν συνταξιούχο και ότι το ενδιαφερόμενο μέρος δεν κατείχε το πλεονέκτημα της θέσης.
Η εισήγηση είναι ανεδαφική. Το Άρθρο 34(9) που αφορά πλήρωση θέσεων πρώτου διορισμού και προαγωγής, δεν απαιτεί ότι η σύσταση του Διευθυντή πρέπει να είναι αιτιολογημένη. Ο εφεσείων απέτυχε να αποδείξει ότι στην παρούσα περίπτωση επιβαλλόταν η ύπαρξη σχετικής αιτιολογίας στη σύσταση του Διευθυντή. Οι λόγοι που έχει υποδείξει ότι επέβαλλαν την αιτιολόγηση της σύστασης δεν συνιστούν στοιχεία που θα μπορούσαν να επιβάλουν την ύπαρξη αιτιολογίας της σύστασης.
Η έφεση απορρίπτεται με €1.700 έξοδα σε βάρος του εφεσείοντος.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.