ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
CHRISTOU ν. REPUBLIC (1980) 3 CLR 437
KONTEMENIOTIS ν. C.B.C. (1982) 3 CLR 1027
SOTERIADOU AND OTHERS ν. REPUBLIC (1983) 3 CLR 921
Peppis Company Ltd ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2004) 3 ΑΑΔ 314
Δήμος Aγίας Nάπας ν. A. Klatsias Constructions Ltd (2006) 3 ΑΑΔ 96
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
(2009) 3 ΑΑΔ 236
15 Απριλίου, 2009
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΗΛΙΑΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στές]
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΙΑΚΟΥΜΗ (ΕΡΓΟΛΑΒΟΙ) ΛΤΔ,
Eφεσείοντες - Αιτητές,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ,
2. ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ
ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ,
Εφεσιβλήτων - Καθ'ων η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 138/2006)
Προσφορές ― Αποκλεισμός προσφοροδότη, λόγω ανικανότητάς του να εκτελέσει το έργο/αντικείμενο των προσφορών ― Περιστάσεις υπό τις οποίες κρίθηκε δικαιολογημένος στην εξετασθείσα υπόθεση.
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Λόγοι ακυρώσεως ― Προκατάληψη και έλλειψη αμεροληψίας ― Βάρος και απαιτούμενος βαθμός αποδείξεως ― Ο λόγος δεν στοιχειοθετήθηκε στην κριθείσα περίπτωση.
Οι εφεσείοντες αξίωσαν την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή τους κατά της κατακύρωσης των επιδίκων προσφορών στο ενδιαφερόμενο μέρος.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
Εφόσον οι εφεσίβλητοι είχαν νομικά το δικαίωμα να λάβουν υπόψη και το κριτήριο της καταλληλότητας ή μη των εφεσειόντων να εκτελέσουν το έργο, αυτό που μένει για εξέταση είναι αν η κατάληξή τους ότι οι εφεσείοντες δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν στις ανάγκες του έργου είναι αυθαίρετη και με στόχο να τους αποκλείσει από τις προσφορές, όπως είναι ο ισχυρισμός των εφεσειόντων ή το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας, όπως υποστηρίζουν οι εφεσίβλητοι.
Η διαπίστωση των εφεσιβλήτων ότι οι εφεσείοντες δεν θα ήσαν ικανοί να εκτελέσουν το έργο, έγινε μετά από δέουσα έρευνα και είναι δεόντως αιτιολογημένη αφού βασιζόταν σε προηγούμενη εμπειρία των εφεσιβλήτων. Προκύπτει επίσης ότι ο λόγος αυτός είχε διαπιστωθεί κατά την αρχική αξιολόγηση, αλλά απλώς τότε δεν τον επικαλέσθηκαν οι εφεσίβλητοι εφόσον έκριναν ότι η προσφορά ήταν άκυρη λόγω μη υπογραφής της υπεύθυνης δήλωσης. Με οδηγό την αρχή της χρηστής διοίκησης, είναι ορθό να περιλαμβάνονται όλοι οι λόγοι αποκλεισμού ενός προσφοροδότη εφόσον όντως διαπιστώνονται να συντρέχουν, καθιστώντας έτσι αχρείαστη ενδεχόμενη επανεξέταση και νέες προσφυγές. Τα γεγονότα στην παρούσα υπόθεση δείχνουν ότι δεν αποκλείσθηκαν σκόπιμα οι εφεσείοντες. Ο ισχυρισμός αυτός των εφεσειόντων, ότι δηλαδή σκόπιμα αποκλείστηκαν, ισοδυναμεί με ισχυρισμό για προκατάληψη των εφεσιβλήτων εναντίον τους.
Ισχυρισμοί περί προκατάληψης και μεροληψίας θα πρέπει να αποδεικνύονται. Απλή παράθεση και ισχυρισμός περί ύπαρξής τους, δεν είναι αρκετό. Στην παρούσα υπόθεση δεν έχει παρατεθεί οτιδήποτε που να αποδεικνύει τον ισχυρισμό των εφεσειόντων ότι ο αποκλεισμός τους ήταν σκόπιμος.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Δήμος Αγ. Νάπας ν. A. Klatsias Constructions Ltd. (2006) 3 Α.Α.Δ. 96,
Πετρίδου ν. Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ. 626.
Έφεση.
Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Νικολαΐδης, Δ.), (Υπόθεση Aρ. 494/05), ημερ. 7.9.06.
Δ. Χριστοδούλου, για τους Εφεσείοντες - Aιτητές.
Ελ. Ζαχαριάδου, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους - Kαθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Μ. Φωτίου.
ΦΩΤΙΟΥ, Δ.: Η παρούσα έφεση στρέφεται κατά της απόφασης αδελφού Δικαστή ημερ. 7/9/06 με την οποία απέρριψε την προσφυγή αρ. 494/05 που είχαν καταχωρήσει οι εφεσείοντες/αιτητές κατά της κατακύρωσης προσφοράς για την ανέγερση του Δημοτικού Σχολείου Μονοβόλικου Λεμεσού στο ενδιαφερόμενο μέρος εταιρεία Α & A Αποστολίδης Λτδ, αντί στους εφεσείοντες.
Η προκήρυξη προσφορών με αρ. ΤΥ 124/2005 (Κ.Σ.) για την ανέγερση του προαναφερθέντος Δημοτικού Σχολείου έγινε από το τμήμα Τεχνικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού και είχε δημοσιευθεί τόσο στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας όσο και στον εγχώριο τύπο. Ως τελευταία ημερομηνία για υποβολή των προσφορών ορίστηκε η 5/12/03. Μέχρι τότε υπέβαλαν προσφορά 5 προσφοροδότες οι εξής: Γεώργιος Γιακουμή (Εργολάβοι) Λτδ. (εφεσείοντες), Α & Α Αποστολίδης Λτδ (ενδιαφερόμενο μέρος), Αντώνης Ασκάνης Λτδ, K.V. Imperial Construction Ltd. και D. Stavrinos Construction Ltd. Οι πέντε προσφορές διαβιβάστηκαν στους Α/φούς Θράσου & Συνεργάτες, μελετητές του έργου, για αξιολόγηση. Τα έντυπα αξιολόγησης που συμπληρώθηκαν από τους Α/φους Θράσου διαβιβάστηκαν στις Τεχνικές Υπηρεσίας του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού. Σύμφωνα με τις παρατηρήσεις της έκθεσης της Τμηματικής Επιτροπής Αξιολόγησης Προσφορών, η προσφορά των εφεσειόντων ήταν η χαμηλότερη, αλλά κρίθηκε άκυρη για το λόγο ότι η υπεύθυνη δήλωση που τη συνόδευε δεν ήταν υπογεγραμμένη. Έτσι κατά τη συνεδρία του Συμβουλίου Προσφορών του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού ημερ. 14/4/04, αποφασίστηκε ότι οι εφεσείοντες ήταν εκτός των προδιαγραφών και γι' αυτό η προσφορά κατακυρώθηκε στον αμέσως επόμενο προσφοροδότη, την εταιρεία Α & Α Αποστολίδης Λτδ. (ενδιαφερόμενο μέρος).
Κατόπιν διαμαρτυρίας των εφεσειόντων και από νέο έλεγχο διαπιστώθηκε ότι η αναφορά ότι η υπεύθυνη δήλωση δεν ήταν υπογεγραμμένη, δεν ήταν ορθή. Ανυπόγραφο ήταν το Έντυπο Προσφοράς τους. Η διαπίστωση αυτή διαβιβάστηκε στον Πρόεδρο του Συμβουλίου με επιστολή ημερ. 6/5/04. Το Συμβούλιο σε συνεδρία του την ίδια μέρα, αφού μελέτησε την εν λόγω επιστολή, αποφάσισε να εμμείνει στην απόφαση του. Οι εφεσείοντες πληροφορήθηκαν σχετικά με επιστολή των Τεχνικών Υπηρεσιών του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού της ίδιας ημερομηνίας και συγκεκριμένα ότι ο λόγος που «η προσφορά σας έχει απορριφθεί είναι επειδή το «έντυπο προσφοράς» δεν ήταν πλήρως συμπληρωμένο και όχι η «Υπεύθυνη Δήλωση». Οι εφεσείοντες καταχώρησαν τότε την προσφυγή 533/04. Μετά από συμβουλή του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, η προσβαλλόμενη, με την προσφυγή εκείνη, απόφαση ημερ. 6/5/04 ανακλήθηκε και οι εφεσείοντες στις 13/4/05 απέσυραν την προσφυγή με έξοδα υπέρ τους.
Στο μεταξύ το θέμα επανεξετάστηκε σε νέα συνεδρία του Συμβουλίου Προσφορών, ημερ. 16/2/2005. Κρίθηκε ότι οι αιτητές δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν στις ανάγκες του έργου και έτσι αυτό ανατέθηκε σε άλλο προσφοροδότη, δηλαδή το ενδιαφερόμενο μέρος. Εναντίον της πιο πάνω απόφασης ασκήθηκε η προσφυγή 494/05, αντικείμενο της παρούσας έφεσης.
Στο πρωτόδικο δικαστήριο οι εφεσίβλητοι/καθών η αίτηση ισχυρίστηκαν, προδικαστικά, ότι η προσφυγή είναι εκπρόθεσμη, γιατί καταχωρήθηκε εκτός της προβλεπομένης από το Σύνταγμα προθεσμίας των 75 ημερών. Οι εφεσείοντες/αιτητές υποστήριξαν ότι η προσβαλλόμενη απόφαση περιήλθε σε γνώση τους στις 5/3/2005 και γι' αυτό η προσφυγή έχει καταχωρηθεί εμπροθέσμως. Ο πρωτόδικος δικαστής δέχθηκε τη θέση των εφεσειόντων και απέρριψε την προδικαστική ένσταση. Αφού εξέτασε την ουσία της προσφυγής, κατέληξε ότι ο νέος λόγος για τον οποίο οι εφεσίβλητοι απέκλεισαν τους εφεσείοντες από την προσφορά, που ήταν ότι διαπιστώθηκε ανικανότητα των εφεσειόντων «να ανταποκριθούν στις ανάγκες του έργου», τεκμηριώνεται πλήρως από το περιεχόμενο του διοικητικού φακέλου. Αφού απέρριψε επίσης και ισχυρισμούς περί έλλειψης αιτιολογίας, μη δέουσας έρευνας και μη μόνιμης συγκρότησης των εφεσιβλήτων, επικύρωσε την προσβαλλόμενη με την προσφυγή απόφαση.
Με την παρούσα έφεση προσβάλλεται η ορθότητα της πιο πάνω κατάληξης του πρωτόδικου δικαστή.
Με τον πρώτο λόγο έφεσης προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι το πρωτόδικο δικαστήριο «εσφαλμένα ή και κατά πλάνη περί τα πράγματα δεν έχει μελετήσει σε βάθος τις πραγματικές προθέσεις των καθ' ών η αίτηση-εφεσιβλήτων, οι οποίοι είχαν στόχο τον αποκλεισμό του αιτητή-εφεσείοντα από την ανάληψη του έργου».
Με το δεύτερο λόγο έφεσης, οι εφεσείοντες ισχυρίζονται ότι το πρωτόδικο δικαστήριο δεν έχει διερευνήσει μετά την ανάκληση της επίδικης απόφασης και την απόρριψη της προσφυγής 533/04 στις 13/4/05, αν έχουν οι εφεσίβλητοι ανακαλέσει την επίδικη απόφαση και πότε το έχουν πράξει.
Με τον τρίτο λόγο έφεσης προβάλλεται η θέση ότι το πρωτόδικο δικαστήριο λανθασμένα και χωρίς να λάβει υπόψη την ακυρωτική απόφαση της 13/4/05 έκρινε την απόφαση της 16/2/05 ότι είναι αιτιολογημένη.
Με τον τέταρτο λόγο έφεσης διατυπώνεται ο ισχυρισμός ότι το πρωτόδικο δικαστήριο αναιτιολόγητα και χωρίς να μελετήσει τις προθέσεις των εφεσιβλήτων, θεώρησε ορθή την απόφαση της 16/2/05.
Είναι φανερό από τα πιο πάνω ότι οι λόγοι έφεσης αλληλοσυνδέονται και επομένως είναι ευχερέστερο να εξεταστούν μαζί. Η ουσία τους είναι ότι οι εφεσίβλητοι, με στόχο των αποκλεισμό των εφεσειόντων και χωρίς τη δέουσα έρευνα και αιτιολογία, κατακύρωσαν την προσφορά στο ενδιαφερόμενο μέρος.
Από μελέτη της υπόθεσης προκύπτει ότι ο αρχικός λόγος για τον οποίο αποκλείστηκαν οι εφεσείοντες από την προσφορά, ότι δηλαδή η υπεύθυνη δήλωση που συνόδευε την προσφορά τους δεν ήταν υπογεγραμμένη, αποδείχθηκε ότι δεν ευσταθούσε. Έτσι κάτω από κανονικές συνθήκες και εφόσον η προσφορά των εφεσειόντων ήταν η χαμηλότερη, θα έπρεπε να τους είχε κατακυρωθεί. Κατά την επανεξέταση όμως του θέματος που έγινε για τελευταία φορά στις 16/2/05 (εφόσον έγινε και ανάκληση αλλης απόφασης ημερ. 6/5/04 που αποτέλεσε αντικείμενο της προσφυγής 533/04), η προσφορά των εφεσειόντων αποκλείστηκε για άλλο λόγο, δηλαδή διότι οι εφεσίβλητοι έκριναν ότι «η εφεσείουσα εταιρεία δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες του έργου». Το ερώτημα λοιπόν που τίθεται είναι αν είχαν νομικά το δικαίωμα οι εφεσίβλητοι να επικαλεστούν τέτοιο λόγο για αποκλεισμό των εφεσειόντων και αν ναι, κατά πόσο η απόφαση τους αυτή ήταν αποτέλεσμα δέουσας έρευνας και αιτιολογημένη.
Ο πρωτόδικος δικαστής αφού πρώτα ανάφερε, και ορθά κατά την άποψη μας, ότι η απόσυρση της προσφυγής 533/04 στις 13/4/05 (που έγινε κατόπιν δήλωσης εκ μέρους των εφεσιβλήτων ότι η προηγούμενη απόφαση είχε ανακληθεί) δεν δημιούργησε οποιοδήποτε δεδικασμένο, προχώρησε και εξέτασε την ουσία της νέας απόφασης των εφεσιβλήτων και κατέληξε ως ακολούθως:
«Η ανικανότητα των αιτητών να εκτελέσουν το έργο τεκμηριώνεται πλήρως στο διοικητικό φάκελο. Έτσι, αρκεί να γίνει αναφορά στην απόφαση Δήμος Αγίας Νάπας ν. A. Klatsias Constructions Ltd (2006) 3 A.A.Δ. 96, όπου αναγνωρίστηκε ότι πέραν των όρων και προϋποθέσεων μιας προσφοράς, δηλαδή της τυπικής ικανότητας ενός προσφοροδότη να συμμετάσχει σε διαγωνισμό, είναι σύμφυτο στην ίδια τη φύση και την έννοια της διαδικασίας προκήρυξης προσφορών ότι ο επιτυχών προσφοροδότης θα πρέπει να είναι και κατάλληλος να αναλάβει και να φέρει σε πέρας το έργο.
Αυτό μας φέρνει και στον επόμενο λόγο που επικαλούνται οι αιτητές για ακύρωση. Ότι δηλαδή η απόφαση του Συμβουλίου είναι αναιτιολόγητη και ελήφθη χωρίς τη δέουσα έρευνα. Από όσα είπαμε πιο πάνω προκύπτει ότι η απόφαση του Συμβουλίου είναι επαρκώς αιτιολογημένη, αφού οι αιτητές κρίθηκαν ότι δεν μπορούσαν να εκτελέσουν το έργο ικανοποιητικά. Στη συνέχεια η προσφορά κατακυρώθηκε στον αμέσως επόμενο προσφοροδότη.»
Η προαναφερθείσα υπόθεση Δήμος Αγ. Νάπας ν. A. Klatsias Constructions Ltd. (2006) 3 Α.Α.Δ. 96, με αναφορά και σε προηγούμενη νομολογία είναι σαφής περί του δικαιώματος του Συμβουλίου Προσφορών (εφεσιβλήτων) να λάβει υπόψη και το στοιχείο της ανικανότητας ενός προσφοροδότη να εκτελέσει το έργο. Σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από τη σελ. 101 της εν λόγω απόφασης:
«Κρίνουμε ότι πέραν των όρων και προϋποθέσεων μιας προσφοράς, δηλαδή της τυπικής ικανότητας ενός προσφοροδότη να συμμετάσχει στο διαγωνισμό, είναι σύμφυτο στην ίδια τη φύση και την έννοια της διαδικασίας ζήτησης προσφορών, ότι ο επιτυχών προσφοροδότης θα πρέπει να είναι και κατάλληλος για να αναλάβει και να φέρει σε πέρας, ικανοποιητικά, το έργο. Η θέση αυτή συνάδει και με το καθήκον της Διοίκησης για χρηστή διοίκηση και ορθή και δίκαιη άσκηση της διακριτικής της εξουσίας (Δέστε, συναφώς, το Άρθρο 45 του περί των Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμου του 1999 (Ν. 158(Ι)/99).
Αναφορά μπορεί να γίνει στην Peppis Co. Ltd v. Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ. 314, όπου κρίθηκε πως η γνώση της διοίκησης ότι η εταιρεία αυτή είχε αναλάβει έργα του δημοσίου στο παρελθόν, τα οποία δεν εκτέλεσε σύμφωνα με τους όρους της προσφοράς, δεν ήταν εξωγενής παράγοντας αλλά αντίθετα ήταν στοιχείο που μπορούσε να προσμετρήσει στην αξιολόγηση της προσφοράς.
Η καταλληλότητα του προσφοροδότη είναι, κατά την κρίση μας, ουσιώδες στοιχείο το οποίο είναι θεμιτό να συνυπολογίζεται και να λαμβάνεται υπόψη κατά τη διαδικασία κατακύρωσης των προσφορών του δημοσίου. Στην έννοια της καταλληλότητας, στην προκείμενη περίπτωση, περικλείεται και το στοιχείο της προηγούμενης πείρας του προσφοροδότη στην εκτέλεση παρόμοιων έργων με αυτό που θα αναλάβει εφόσον κατακυρωθεί η προσφορά σ' αυτόν, καθώς και η δυνατότητα του να το εκτελέσει.»
Εφόσον λοιπόν οι εφεσίβλητοι είχαν νομικά το δικαίωμα να λάβουν υπόψη και το κριτήριο της καταλληλότητας ή μη των εφεσειόντων να εκτελέσουν το έργο, αυτό που μένει για εξέταση είναι αν η κατάληξη τους ότι οι εφεσείοντες δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν στις ανάγκες του έργου είναι αυθαίρετη και με στόχο να τους αποκλείσει από τις προσφορές, όπως είναι ο ισχυρισμός των εφεσειόντων ή το αποτέλεσμα δέουσας έρευνας, όπως υποστηρίζουν οι εφεσίβλητοι.
Από μελέτη του υλικού που ήταν ενώπιον των εφεσιβλήτων και ιδιαίτερα της Έκθεσης Αξιολόγησης Προσφορών ημερ. 11/3/04 (παράρτημα Γ στην Ένσταση), βλέπουμε ότι εκτός του λόγου για τον οποίο αρχικά κρίθηκε άκυρη η προσφορά, δηλαδή ότι «ο προσφοροδότης δεν υπέγραψε την υπεύθυνη δήλωση» λόγος που τελικά κρίθηκε ότι δεν ευσταθεί, στην ίδια έκθεση διαβάζουμε τα εξής: (α) Κρίνεται ότι ο προσφοροδότης δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις ανάγκες του έργου (επισυνάπτεται αξιολόγηση του εργολάβου για παρόμοιας φύσης έργο)». Γίνεται δε λεπτομερής αναφορά σε άλλο έργο παρόμοιας φύσης (Ανέγερση Λυκείου Αγ. Φύλας (Λευκοθέα) Λεμεσού) που είχαν αναλάβει οι εφεσείοντες και όμως απέτυχαν να ανταποκριθούν στα συμφωνηθέντα. Ιδιαίτερα διαφωτιστική είναι η Έκθεση των Πολιτικών-Μηχανικών Αρχιτεκτόνων ΚΩΣΤΑΣ ΓΡΗΓΟΡΙΑΔΗΣ & ΣΥΝΕΤΑΙΡΟΙ ημερ. 1/12/03.
Είναι φανερό από τα πιο πάνω ότι η διαπίστωση των εφεσιβλήτων ότι οι εφεσείοντες δεν θα ήσαν ικανοί να εκτελέσουν το έργο, έγινε μετά από δέουσα έρευνα και είναι δεόντως αιτιολογημένη αφού βασιζόταν σε προηγούμενη εμπειρία των εφεσιβλήτων. Προκύπτει επίσης ότι ο λόγος αυτός είχε διαπιστωθεί κατά την αρχική αξιολόγηση, αλλά απλώς τότε δεν τον επικαλέσθηκαν οι εφεσίβλητοι εφόσον έκριναν ότι η προσφορά ήταν άκυρη λόγω μη υπογραφής της υπεύθυνης δήλωσης, λόγος όμως που αργότερα φάνηκε ότι δεν ευσταθούσε. Προσθέτουμε ότι με οδηγό την αρχή της χρηστής διοίκησης, είναι ορθό να περιλαμβάνονται όλοι οι λόγοι αποκλεισμού ενός προσφοροδότη εφόσον όντως διαπιστώνονται να συντρέχουν, καθιστώντας έτσι αχρείαστη ενδεχόμενη επανεξέταση και νέες προσφυγές. Τα γεγονότα στην παρούσα υπόθεση δείχνουν ότι δεν αποκλείσθηκαν σκόπιμα οι εφεσείοντες. Ο ισχυρισμός αυτός των εφεσειόντων, ότι δηλαδή σκόπιμα αποκλείστηκαν, ισοδυναμεί με ισχυρισμό για προκατάληψη των εφεσιβλήτων εναντίον τους. Στην υπόθεση Πετρίδου ν. Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ. 626, στη σελ. 643 διαβάζουμε τα ακόλουθα:
«Όπως έχει επανειλημμένα λεχθεί, η μεροληψία θα πρέπει να αποδεικνύεται και σε αυτή την περίπτωση, όπως ορθά κατέληξε το πρωτόδικο δικαστήριο, δεν στοιχειοθετούνται παρόμοιοι ισχυρισμοί (βλ. σχετικά Christou v. Republic (1980) 3 C.L.R. 437, Kontemeniotis v. C.B.C. (1982) 3 C.L.R. 1027 και Soteriadou & Others v. Republic (1983) 3 C.L.R. 921).»
Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι ισχυρισμοί περί προκατάληψης και μεροληψίας θα πρέπει να αποδεικνύονται. Απλή παράθεση και ισχυρισμός περί ύπαρξης τους, δεν είναι αρκετό. Στην παρούσα υπόθεση δεν έχει παρατεθεί οτιδήποτε που να αποδεικνύει τον ισχυρισμό των εφεσειόντων ότι ο αποκλεισμός τους ήταν σκόπιμος.
Με βάση όλα τα πιο πάνω κρίνουμε ότι δεν υπάρχει λόγος επέμβασης μας στην πρωτόδικη απόφαση.
Η έφεση απορρίπτεται με €1.700 έξοδα πλέον ΦΠΑ εναντίον των εφεσειόντων.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.