ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2008) 3 ΑΑΔ 199
15 Μαΐου, 2008
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ,
ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ/στές]
ΑΝΔΡΕΑΣ ΜΑΤΣΑΓΚΟΣ,
Εφεσείων-Αιτητής,
v.
ΑΡΧΗΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,
Εφεσίβλητης-Καθ' ης η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 26/2006)
Αρχή Ηλεκτρισμού Κύπρου ― Προαγωγές ― Σύσταση του Διευθυντή ― Η παραγνώρισή της, όπως και της συνακόλουθης εισήγησης της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής, κρίθηκε αναιτιολόγητη στην κριθείσα περίπτωση.
Ο εφεσείων αξίωσε την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή του κατά της προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Τεχνικού Επιθεωρητή Β΄.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αποδεχόμενη την έφεση, αποφάσισε ότι:
Η σύσταση του Διευθυντή συνιστά ένα ξεχωριστό και σημαντικό στοιχείο κρίσης. Η σύσταση προέρχεται από ένα λειτουργό της υπηρεσίας ο οποίος βρίσκεται στην καλύτερη δυνατή θέση που του παρέχει την ευχέρεια να καθορίσει τις ιδιότητες και να αξιολογήσει την αξία ενός εκάστου για την επιτυχή εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης από ένα υποψήφιο. Όμως όταν το διορίζον όργανο αποκλίνει από τη σύσταση του Διευθυντή, η απόκλιση αυτή πρέπει μέσα στα πιο πάνω πλαίσια να είναι πειστική και να περιέχει την απαραίτητη εκείνη αιτιολογία που θα δικαιολογούσε την απόκλιση.
Από τα στοιχεία που έχουν παρουσιαστεί, προκύπτει ότι η απόκλιση από τη σύσταση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής δεν περιέχει την απαραίτητη εκείνη αιτιολογία που θα δικαιολογούσε την απόκλιση. Ο γενικός ισχυρισμός ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερέχει σε προσόντα σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης έναντι του εφεσείοντος, δεν μπορεί να αποτελέσει ικανοποιητική αιτιολογία για τη σημειωθείσα παρέκκλιση αν ληφθούν υπόψη όλα τα στοιχεία.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Makrides v. Republic (1983) 3 C.L.R. 622,
Δημοκρατία v. Χριστούδη (1996) 3 Α.Α.Δ. 267,
Κέντα v. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 485,
Δημοκρατία v. Ψωμά (1997) 3 Α.Α.Δ. 422,
Ιωάννου v. Α.Η.Κ. (1998) 3 Α.Α.Δ. 624,
Theodossiou v. Republic, 2 R.S.C.C. 44,
HjiConstantinou a.o. v. Republic (1973) 3 C.L.R. 65,
Republic v. Kastellanos (1988) 3 C.L.R. 2249,
Δήμος Λευκωσίας v. Κοσμά (1996) 3 Α.Α.Δ. 244,
Ιωάννου v. Α.Η.Κ. (1998) 3 Α.Α.Δ. 624,
Γεωργίου v. Α.Η.Κ. (1999) 3 Α.Α.Δ. 674.
Έφεση.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Κραμβής, Δ.), (Yπ. Aρ. 180/05), ημερ. 31/1/06.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Εφεσείοντα.
Κ. Στιβαρού για Κακογιάννης & Δημητρίου, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Τ. Ηλιάδης.
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.:
(α) Τα γεγονότα και η πρωτόδικη απόφαση.
Με την παρούσα έφεση ο Ανδρέας Ματσάγκος (ο εφεσείων) αμφισβητεί την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή που είχε ασκήσει κατά της προαγωγής του Ανδρέα Γρηγοριάδη (ενδιαφερόμενου μέρους) στη θέση του Τεχνικού Επιθεωρητή Β΄ στην Επιχειρησιακή Μονάδα Εξυπηρέτησης Πελατών - Γραφείου της Περιφέρειας Λεμεσού.
Σύμφωνα με τα γεγονότα όπως προκύπτουν από τα στοιχεία που έχουν παρουσιαστεί και από τις δύο πλευρές, για την πλήρωση δύο θέσεων Τεχνικού Επιθεωρητή Β΄ η Μεικτή Συμβουλευτική Επιτροπή Επιλογής για προαγωγές Γραφειακού και Τεχνικού Προσωπικού της Αρχής επέλεξε πέντε αιτητές, μεταξύ των οποίων τον αιτητή και το ενδιαφερόμενο μέρος και η εισήγηση της υποβλήθηκε στη Συμβουλευτική Υπεπιτροπή. Στη σχετική συνεδρία της πιο πάνω Υπεπιτροπής παρέστη και ο αναπληρωτής Γενικός Διευθυντής, ο οποίος συνέστησε τον εφεσείοντα και ένα άλλο πρόσωπο με την ακόλουθη αιτιολογία:
"Μελέτησα τους προσωπικούς φακέλους και τις υπηρεσιακές εκθέσεις όλων των υποψηφίων που ενδιαφέρθηκαν για τις κρινόμενες θέσεις και πήρα πληροφορίες από τους άμεσα προϊσταμένους και αξιολογούντες λειτουργούς τους.
Κατόπιν δικής μου έρευνας διαπιστώνω ότι οι υποψήφιοι Σάββας Χατζηλούκας και Ανδρέας Καβάζης οι οποίοι παρουσιάζονται στον κατάλογο χρώματος ροζ, δεν πληρούν τις απαιτήσεις του Σχεδίου Υπηρεσίας, οπόταν δεν είναι προσοντούχοι για τις κρινόμενες θέσεις.
Προχωρώντας στην εξέταση των υπολοίπων υποψηφίων, οι οποίοι παρουσιάζονται στους καταλόγους χρώματος λευκού και κίτρινου, διαπιστώνω ότι όλοι τους κατέχουν τα προβλεπόμενα από το Σχέδιο Υπηρεσίας προσόντα.
Με βάση όλα τα ενώπιον μου στοιχεία συστήνω ως τους καταλληλότερους υποψήφιους για τις κρινόμενες θέσεις τους Ανδρέα Ματσάγκο και Δανιήλ Χατζηδανιήλ."
Ακολούθως τα μέλη της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής αφού εξέτασαν τα στοιχεία που βρίσκονταν ενώπιόν τους αποφάσισαν ομόφωνα να συστήσουν την προαγωγή του εφεσείοντος και του Δανιήλ Χατζηδανιήλ. Το Διοικητικό Συμβούλιο της εφεσίβλητης Αρχής, αφού αξιολόγησε όλα τα στοιχεία που υπήρχαν ενώπιον του, αποφάσισε να αποκλίνει από τη σύσταση του αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή και την εισήγηση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και επέλεξε (κατά πλειοψηφία) το ενδιαφερόμενο μέρος αντί τον εφεσείοντα. Η σχετική αιτιολογία που προβλήθηκε για την απόκλιση ήταν η ακόλουθη:
"Τα Μέλη που δεν αποδέκτηκαν τη σύσταση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής για προαγωγή του Ανδρέα Ματσάγκου στη μία από τις δύο προς πλήρωση θέσεις, έκριναν ότι ενόψει της υπεροχής του Ανδρέα Γρηγοριάδη σε προσόντα απόλυτα σχετικά με την άσκηση των καθηκόντων της θέσης έναντι του Ανδρέα Ματσάγκου, ο Ανδρέας Γεωργιάδης υπερέχει και συνεπώς η σύσταση υπέρ του Ανδρέα Ματσάγκου δε μπορεί να γίνει αποδεκτή."
(Φαίνεται ότι εκ λάθους το όνομα του Ανδρέα Γρηγοριάδη αναφέρεται στη σχετική απόφαση ως Ανδρέας Γεωργιάδης)
Ο αιτητής προσέβαλε την εγκυρότητα της πιο πάνω απόφασης ισχυριζόμενος ότι η απόκλιση από τη σύσταση του αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή και της εισήγησης της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής ήταν αναιτιολόγητη. Το Ανώτατο Δικαστήριο στην πρωτόδικη του δικαιοδοσία απέρριψε την προσφυγή αφού αποφάνθηκε ότι η σχετική απόφαση ήταν αιτιολογημένη και εύλογα επιτρεπτή.
(β) Η έφεση.
Με την παρούσα έφεση ο εφεσείων ισχυρίζεται ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι λανθασμένη, επαναλαμβάνοντας τον ισχυρισμό που πρόβαλε πρωτόδικα ότι η απόκλιση τόσο από τη σύσταση του αναπληρωτή Διευθυντή όσο και από την εισήγηση της Συμβουλευτικής Επιτροπής πάσχει από έλλειψη αιτιολογίας.
Στην παρούσα περίπτωση όπως προκύπτει από τους πίνακες αξιολόγησης της περιόδου 1997-2003 το ενδιαφερόμενο μέρος υπερέχει οριακά σε αξία, αφού έχει συγκεντρώσει στη βαθμολογία των 11 κριτηρίων, 34Α και 33Β+ έναντι 32Α και 35Β του εφεσείοντος.
Αναφορικά με τα προσόντα πάνω στα οποία βασίστηκε και η απόκλιση από τη σύσταση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής και του Αναπληρωτή Γενικού Διευθυντή, η κατοχή του πτυχίου ΚΑΤΕΕ Πατρών (Τμήμα Τεχνολόγων Ηλεκτρολόγων), προσδίδει ένα ελαφρό προβάδισμα στο ενδιαφερόμενο μέρος.
Στην αρχαιότητα παρατηρείται μια υπεροχή του εφεσείοντος, αφού είχε προβάδισμα 3½ χρόνων στην ημερομηνία πρόσληψης (12/5/1978 έναντι 15/10/1981 του ενδιαφερόμενου μέρους) και δύο περίπου χρόνων στην ημερομηνία προαγωγής στη θέση του Τεχνικού 1ης Τάξης, αφού ο εφεσείων είχε προαχθεί στην πιο πάνω θέση την 1/5/1989 ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος την 1/10/1991.
Σχετικά με το θέμα της πείρας, οι αρμόδιοι Προϊστάμενοι των δύο υποψηφίων ανέφεραν στην Επιτροπή Επιλογής για μεν τον εφεσείοντα ότι "έχει ευρύτατη πείρα ως Τεχνικός στο Σχεδιαστήριο και ευρύτατη πείρα ως Τεχνικός στο Τμήμα Υπογείων Κατασκευών της Περιφέρειας", για δε το ενδιαφερόμενο μέρος ότι "έχει ευρύτατη πείρα στο Τμήμα Κατασκευών και πείρα ως Τεχνικός στα Τμήματα Μελετών".
Σχετικά με την αιτιολογία για την επιλογή του ενδιαφερόμενου μέρους τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της εφεσίβλητης Αρχής που δεν αποδέχθηκαν τη σύσταση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής έκριναν ότι ενόψει της υπεροχής του ενδιαφερόμενου μέρους σε προσόντα απόλυτα σχετικά με την άσκηση των καθηκόντων της θέσης, το ενδιαφερόμενο μέρος υπερείχε και έτσι η σύσταση προς όφελος του εφεσείοντος δεν μπορούσε να γίνει αποδεκτή.
Η σύσταση του Διευθυντή συνιστά ένα ξεχωριστό και σημαντικό στοιχείο κρίσης. Η σύσταση προέρχεται από ένα λειτουργό της υπηρεσίας ο οποίος βρίσκεται στην καλύτερη δυνατή θέση που του παρέχει την ευχέρεια να καθορίσει τις ιδιότητες και να αξιολογήσει την αξία ενός εκάστου για την επιτυχή εκτέλεση των καθηκόντων της θέσης από ένα υποψήφιο. (Βλ. Makrides v. Republic (1983) 3 C.L.R. 622, Δημοκρατία v. Χριστούδη (1996) 3 Α.Α.Δ. 267, Κέντα v. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 485, Δημοκρατία v. Ψωμά (1997) 3 Α.Α.Δ. 422 και Ιωάννου v. Α.Η.Κ. (1998) 3 Α.Α.Δ. 624). Όμως όταν το διορίζον όργανο αποκλίνει από τη σύσταση του Διευθυντή, η απόκλιση αυτή πρέπει μέσα στα πιο πάνω πλαίσια να είναι πειστική και να περιέχει την απαραίτητη εκείνη αιτιολογία που θα δικαιολογούσε την απόκλιση. (Βλ. Theodossiou v. Republic, 2 R.S.C.C. 44, HjiConstantinou a.o. v. Republic (1973) 3 C.L.R. 65, Republic v. Kastellanos (1988) 3 C.L.R. 2249, Δήμος Λευκωσίας v. Κοσμά (1996) 3 Α.Α.Δ. 244, Ιωάννου v. Α.Η.Κ. (1998) 3 Α.Α.Δ. 624 και Γεωργίου v. Α.Η.Κ. (1999) 3 Α.Α.Δ. 674).
Από τα στοιχεία που έχουν παρουσιαστεί προκύπτει ότι η απόκλιση από τη σύσταση της Συμβουλευτικής Υπεπιτροπής δεν περιέχει την απαραίτητη εκείνη αιτιολογία που θα δικαιολογούσε την απόκλιση. Ο γενικός ισχυρισμός ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερέχει σε προσόντα σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης έναντι του εφεσείοντος, δεν μπορεί να αποτελέσει ικανοποιητική αιτιολογία για τη σημειωθείσα παρέκκλιση αν ληφθούν υπόψη όλα τα στοιχεία.
Έχοντας υπόψη ότι η προσφερθείσα αιτιολογία για την απόκλιση δεν είναι ικανοποιητική, η έφεση επιτυγχάνει και η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται με €1,200 έξοδα σε βάρος των εφεσίβλητων.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.