ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
ΔΩΡΟΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ν. ΙΑΚΩΒΟΣ ΛΟΙΖΙΔΗΣ κ.α., Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 160/2009, 12/11/2013
ΛΑΜΠΡΟΣ ΛΑΜΠΡΟΥ ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3866, 11 Φεβρουαρίου 2009
Κυπριακή Δημοκρατία ν. Καλομοίρας Σωκράτους (2016) 3 ΑΑΔ 441, ECLI:CY:AD:2016:C474
Λάμπρου Λάμπρος ν. Κυπριακής Δημοκρατίας και Άλλου (2009) 3 ΑΑΔ 79
Γεωργιάδης Δώρος ν. Ιάκωβου Λοϊζίδη και άλλου (2013) 3 ΑΑΔ 695
Κυπριακή Δημοκρατία ν. Καλομοίρας Σωκράτους και Άλλων (2015) 3 ΑΑΔ 361, ECLI:CY:AD:2015:C457
(2007) 3 ΑΑΔ 609
20 Δεκεμβρίου, 2007
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στές]
(Υπόθεση Αρ. 341/2004)
ΠΑΙΔΙΚΟ ΚΑΝΑΛΙ ΤΟ ΕΝΑ ΛΙΜΙΤΕΔ,
Αιτητές,
v.
ΑΡΧΗΣ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ης η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 423/2004)
FRED T.V. LIMITED,
Αιτητές,
v.
ΑΡΧΗΣ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ης η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 549/2004)
GUSSI HOLDINGS LIMITED,
Αιτητές,
v.
ΑΡΧΗΣ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ης η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 604/2004)
TOUCH HOME SHOP T.V. LTD,
Αιτητές,
v.
ΑΡΧΗΣ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ης η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 611/2004)
K. K. NEW EXTRA LTD,
Αιτητές,
v.
ΑΡΧΗΣ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,
Καθ' ης η αίτηση.
(Συνεκδικαζόμενες Υποθέσεις Αρ. 341/2004, 423/2004, 549/2004, 604/2004, 611/2004)
Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου ― Χορήγηση άδειας ίδρυσης, εγκατάστασης και λειτουργίας τηλεοπτικού σταθμού παγκύπριας εμβέλειας ― Επικύρωση της κατά τα λοιπά διαδικασίας χορήγησης της άδειας, αλλά διαπίστωση πλημμέλειας ως προς συγκεκριμένη πτυχή δέουσας έρευνας, που δεν πραγματοποιήθηκε από την Αρχή, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο πλάνης ― Περιστάσεις και συνέπειες.
Μετά την επιτυχία των Αναθεωρητικών Εφέσεων που είχαν καταχωριστεί τόσο από την καθ' ης η αίτηση και το ενδιαφερόμενο μέρος για το μέρος της απόφασης που κατέληγε σε ακύρωση της επίδικης απόφασης, όσο και από δύο αιτητές των οποίων οι προσφυγές απορρίφθηκαν, οι προσφυγές ορίστηκαν για εξέταση των λόγων ακυρώσεως που δεν εξετάστηκαν πρωτόδικα.
Οι προσφυγές προσέβαλλαν τη νομιμότητα της απόφασης της Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, να χορηγήσει άδεια παγκύπριου τηλεοπτικού σταθμού στην ενδιαφερόμενη εταιρεία, αντί στους ιδίους.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, κάνοντας δεχτές τις προσφυγές, αποφάσισε ότι:
1. Στα τεθέντα ζητήματα αξιολόγησης και βαθμολογίας, η διαδικασία την οποία η Αρχή ακολούθησε δεν ήταν πλημμελής και η αιτιολογία, η επάρκεια της οποίας είναι συναρτημένη με τις περιστάσεις, δεν υπολείπεται εν προκειμένω του αναγκαίου αν λάβει κανείς υπόψη, όπου η Αρχή δεν εξειδίκευσε λόγους, το σαφές έρεισμα υλικού στο διοικητικό φάκελο. Αυτά όμως ισχύουν στη βάση των δεδομένων επί των οποίων η Αρχή προέβη στην αξιολόγηση και βαθμολογία των αιτήσεων ενώ, σε σχέση με τα δεδομένα της περίπτωσης του ενδιαφερομένου προσώπου, απομένει σοβαρό ζήτημα.
2. Οι αιτητές προβάλλουν, ότι το τεχνικό και κατασκευαστικό μέρος της αίτησης αποτελούσε αντιγραφή σχεδίων άλλου αδειούχου σταθμού, το όνομα του οποίου συνέχιζε ακόμα να φαίνεται στα σχέδια. Παραπονούνται επομένως ότι, όπως το θέτει ένας από αυτούς, δόθηκε η άδεια «σε μια εταιρεία που δεν υπέβαλε δικά της στοιχεία αλλά αντέγραψε τα στοιχεία μια άλλης εταιρείας στην οποία χορηγήθηκε παλιότερα άδεια για ίδρυση και λειτουργία τηλεοπτικού σταθμού παγκύπριας εμβέλειας».
Η Αρχή αντιτείνει ότι δεν είχε υποχρέωση να διερευνήσει το θέμα και ότι δεν επρόκειτο για θέμα το οποίο έχρηζε διερεύνησης γιατί, όπως το έθεσε:
«.. οι αιτητές αυτοδεσμεύονται με την αίτησή τους ότι θα δημιουργήσουν τηλεοπτικό σταθμό που θα πληροί όλες τις προδιαγραφές, τις οποίες εισηγήθηκαν στην αίτησή τους, βάσει των οποίων αξιολογήθηκαν και που θα αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της άδειας τους ως όροι, η παράβαση των οποίων σημαίνει αποστέρηση της άδειας αυτής βάσει του Νόμου 7(Ι)/98.»
Παρατηρείται ωστόσο ότι κατόπιν των επισημάνσεων του Υπουργείου, του οποίου είχαν ζητηθεί οι απόψεις, η Αρχή θεώρησε ότι χρειαζόταν διερεύνηση του θέματος ή τουλάχιστον κάποιας πτυχής του, γι' αυτό και επανειλημμένα κάλεσε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο να παρουσιάσει σχετικά στοιχεία.
Η Αρχή όφειλε, ενόψει της φύσης των επισημάνσεων του Υπουργείου, να επιχειρούσε μια πιο δραστική διερεύνηση. Αλλά ούτε και αυτά που ζήτησε δεν τα πήρε. Εισηγείται τώρα η Αρχή, μέσω της συνηγόρου της, ότι δεν χρειαζόταν διερεύνηση γιατί, όπως την αντιληφθήκαμε να λέγει, και ξένα να ήταν τα όσα συνέθεταν το τεχνικό μέρος των προτάσεων των αιτητών, αυτοί δεσμεύονταν να τα πραγματώσουν. Αυτή την άποψη δεν την είδαμε στα πρακτικά και, πάντως, πρόκειται για άποψη τη λογική της οποίας δυσκολευόμαστε να παρακολουθήσουμε. Οι τεχνικές προτάσεις των αιτητών αξιολογούνταν με βάση το δικό τους ιδιαίτερο περιεχόμενο, η διακρίβωση του οποίου αποτελούσε προϋπόθεση. Γι' αυτό χρειαζόταν από τότε απάντηση στο όποιο ερωτηματικό. Η Αρχή όφειλε να κατευθύνει την προσοχή της στις επισημάνσεις του Υπουργείου και να προωθήσει τη διερεύνηση. Ή, αν τελικά θεωρούσε ότι επρόκειτο για θέμα άνευ σημασίας, όφειλε να εξηγήσει το γιατί.»
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα.
Αναφερόμενη Υπόθεση:
Παιδικό Κανάλι το Ένα Λτδ κ.ά. ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, Υπόθ. Αρ. 341/04 κ.ά., ημερ. 27.4.2005.
Προσφυγές.
Χρ. Χριστοφίδης, για τους Αιτητές στις Υποθέσεις Αρ. 341/04 και 423/04.
Μ. Καλλιγέρου, για την Καθ' ης η αίτηση σε όλες τις υποθέσεις.
Γ. Μυλωνάς, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος σε όλες τις υποθέσεις.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Αιτητές στην Υπόθεση Αρ. 549/04.
Γ. Γεωργιάδης, για τους Αιτητές στην Υπόθεση Αρ. 604/04.
Χρ. Πουργουρίδης, για τους Αιτητές στην Υπόθεση Αρ. 611/04.
Cur. adv. vult.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάου.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Δημοσιεύτηκε, στις 12 Σεπτεμβρίου, 2003 (με σχετική διόρθωση στις 19 Σεπτεμβρίου, 2003), το Τελικό Αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο Κατανομής Συχνοτήτων Ραδιοφώνου στη Ζώνη Συχνοτήτων VHF και Τηλεόρασης στη Ζώνη Συχνοτήτων UHF και, στις 27 Σεπτεμβρίου, 2003, η Αρχή Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου ανακοίνωσε ότι δέχεται αιτήσεις. Το σχέδιο συμπεριλάμβανε μια συχνότητα για λειτουργία τηλεοπτικού σταθμού παγκύπριας εμβέλειας. Για τη χορήγηση άδειας σε σχέση με αυτό τον σταθμό, υποβλήθηκαν αιτήσεις από το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Deste Digital Service Ltd και τους αιτητές στις παρούσες προσφυγές. Με την προσβαλλόμενη απόφαση, ημερ. 17 Μαρτίου, 2004, η Αρχή χορήγησε την άδεια ίδρυσης, εγκατάστασης και λειτουργίας του σταθμού στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο.
Ο συνάδελφος, ο οποίος επιλήφθηκε των προσφυγών, εξέτασε κατά προτεραιότητα διάφορες ενστάσεις της Αρχής και του ενδιαφερομένου προσώπου. Αφού απέρριψε μερικές, στις οποίες δεν χρειάζεται να αναφερθούμε, αποδέχθηκε δύο από τις οποίες μόνο η μια έχει παρούσα σημασία. Αφορούσε το έννομο συμφέρον των αιτητών, Fred T.V. Ltd και K.K. New Extra Ltd. Επειδή αυτοί οι αιτητές κατείχαν άδεια τηλεοπτικού σταθμού τοπικής εμβέλειας και επειδή το Άρθρο 18 του περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Νόμου του 1998, Ν. 7(Ι)/98 (όπως τροποποιήθηκε) δεν επέτρεπε περισσότερο από μια άδεια, ο συνάδελφος θεώρησε ότι δεν είχαν έννομο συμφέρον και επομένως απέρριψε τις προσφυγές τους ως μη παραδεκτές. Έπειτα, ανάμεσα στους κοινούς ισχυρισμούς ουσίας, οι οποίοι υποβλήθηκαν από τους αιτητές, ήταν και το κατά πόσο το ενδιαφερόμενο πρόσωπο είχε υποβάλει έγκυρη αίτηση. Ο συνάδελφος έδωσε αρνητική απάντηση στο ερώτημα και έτσι ακύρωσε την υπέρ του ενδιαφερομένου προσώπου απόφαση: βλ. Παιδικό Κανάλι το Ένα Λτδ κ.ά. ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, Υπόθ. Αρ. 341/04 κ.ά., ημερ. 27.4. 2005.
Οι δύο αιτητές, των οποίων οι προσφυγές απορρίφθηκαν, εφεσίβαλαν την πρωτόδικη απόφαση με αναφορά στον αποκλεισμό τους, ο δε αποκλεισμός του ενδιαφερομένου προσώπου εφεσιβλήθηκε από την Αρχή και από το ίδιο το ενδιαφερόμενο πρόσωπο. Η Ολομέλεια με απόφαση, ημερ. 4 Ιουλίου, 2007, δέχθηκε τις εφέσεις. Έκρινε, αφενός, ότι οι αιτητές Fred T.V. Ltd και K.K. New Extra Ltd είχαν έννομο συμφέρον αφού, αν επιτύγχαναν, η άδεια τους για σταθμό παγκύπριας εμβέλειας θα τους χορηγείτο σε υποκατάσταση της άδειας σταθμού τοπικής εμβέλειας• και, αφετέρου, έκρινε ότι θα έπρεπε υπό τις περιστάσεις, τις οποίες εξήγησε, να θεωρείτο ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο είχε υποβάλει αίτηση. Κατ' ακολουθίαν, σύμφωνα με πάγια πρακτική, η Ολομέλεια όρισε τις προσφυγές για να εξετάσει η ίδια τα νομικά σημεία στα οποία ο συνάδελφος, ενόψει των εν λόγω καταλήξεων του, δεν χρειάστηκε να προχωρήσει.
Σημειώνουμε πρώτα από όλα την άποψη των αιτητών, Παιδικό Κανάλι το Ένα Λτδ ότι θα έπρεπε να είχαν επιλεγεί αυτοί επειδή πρότειναν «παιδικό, νεανικό σταθμό» αφού σταθμοί γενικού ενδιαφέροντος, όπως τον προταθέντα από το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, υπήρχαν ήδη αρκετοί. Επίσης σημειώνουμε την άποψη των αιτητών, Touch Homeshop T.V. Ltd ότι θα έπρεπε να είχε προτιμηθεί ο δικός τους σταθμός επιλογής προϊόντων από καταναλωτές μέσω τηλεόρασης, γιατί αυτή η υπηρεσία θα διευκόλυνε τους καταναλωτές και έτσι θα προωθούσε το δημόσιο συμφέρον. Έχουμε την άποψη πως δεν δικαιολογείται δικαστική παρέμβαση σε τέτοιου είδους επιλογές που αποτελούν μέρος της εκάστοτε πολιτικής της Αρχής.
Ως προς τα λοιπά, οι αιτητές έθεσαν και προώθησαν με τις αντίστοιχες προσφυγές τους τα ίδια στην ουσία ζητήματα, παρόλον που σε μερικές πτυχές διέφερε σε κάποιο βαθμό η οπτική γωνία και η έμφαση. Οι αιτητές Παιδικό Κανάλι το Ένα Λτδ, Fred T.V. Ltd και Gussi Holdings Ltd υπέβαλαν κατ' αρχάς ότι η Αρχή «έχει επηρεαστεί από εξωγενείς πολιτικές παρεμβάσεις». Αναφέρθηκαν σε επιστολή του Προέδρου της Δημοκρατίας προς το Υπουργείο Συγκοινωνιών και Έργων το οποίο, εν συνεχεία, διαβίβασε την επιστολή στην Αρχή. Η Αρχή υπέδειξε, με δική της επιστολή, την αυτονομία και ανεξαρτησία της από την κυβερνητική μηχανή. Αυτό έθεσε τέρμα στο θέμα και δεν άφησε οποιαδήποτε αμφιβολία ότι η Αρχή ενεργούσε με βάση μόνο τη δική της κρίση. Ούτε συμφωνούμε με την περαιτέρω άποψη των αιτητών ότι επρόκειτο για παρέμβαση η οποία, «άσχετα αν επηρέασε ή όχι τη λήψη της συγκεκριμένης απόφασης, καθιστά την όλη διαδικασία τρωτή και κατά συνέπεια την επίδικη απόφαση άκυρη». Και ύστερα τι θα γινόταν δηλαδή, δεν θα λαμβανόταν ποτέ απόφαση;
Προχωρούμε με τα ζητήματα τα οποία αφορούν στους εμπειρογνώμονες και την εν συνεχεία αξιολόγηση των αιτήσεων. Το Αρθρο 3(4) του Νόμου παρέχει στην Αρχή τη δυνατότητα «να εργοδοτεί επ' αμοιβή εμπειρογνώμονες». Η Αρχή ανέθεσε σε εμπειρογνώμονες να μελετήσουν τις αιτήσεις για να τη συμβουλεύσουν σε θέματα της αρμοδιότητας τους, τόσο σε σχέση με το κατά πόσο οι αιτητές πληρούσαν τους απαιτούμενους όρους όσο και σε σχέση με την αξιολόγηση των αιτήσεων. Οι αιτητές, με εξαίρεση τους K.K. New Extra Ltd, προβάλλουν ότι η εν λόγω ανάθεση ήταν παράνομη διότι η Αρχή «όρισε» τους εμπειρογνώμονες επ' αμοιβή ενώ, κατά τον Νόμο, θα έπρεπε να τους είχε καταστήσει εργοδοτούμενους της, δηλαδή υπαλλήλους της εντός της έννοιας του Αρθρου 2 του περί Τερματισμού Απασχολήσεως Νόμου, Ν. 24/67. Θεωρούμε, με κάθε εκτίμηση, πως πρόκειται για άποψη προδήλως αβάσιμη, την οποία μπορούμε να απορρίψουμε συνοπτικά χωρίς να επεκταθούμε.
Έπειτα, οι προαναφερθέντες αιτητές παραπονούνται για το ότι, σε σχέση με τον νομικό έλεγχο των αιτήσεων, έλαβε μέρος και δικηγόρος ο οποίος δεν είχε ορισθεί ειδικά αλλά ήταν συνεργάτης του ονομαστικώς ορισθέντος. Όπως ορθά υπέδειξε η Αρχή, ο νομικός έλεγχος δεν συνδεόταν με την αξιολόγηση των αιτήσεων ούτε και παραμένει οποιαδήποτε αμφισβήτηση ότι από νομικής πλευράς το ενδιαφερόμενο πρόσωπο πληρούσε τους όρους.
Οι αιτητές Παιδικό Κανάλι το Ένα Λτδ, Fred T.V. και Gussi Holdings Ltd προβάλλουν γενικότερα, ως προς την αξιολόγηση, ότι η Αρχή ακολούθησε λανθασμένη διαδικασία. Έχουν την άποψη ότι η Αρχή επινόησε την εισαγωγή ανύπαρκτων κριτηρίων ή ότι χρησιμοποίησε πλασματικά κριτήρια και ότι βαθμολόγησε τις αιτήσεις με τρόπο ξένο στη δημόσια λειτουργία και το δημόσιο συμφέρον. Εννοούν, πιο συγκεκριμένα, ότι «θα έπρεπε τα κριτήρια βαθμολόγησης των υποστοιχείων και η αντίστοιχη βαθμολογία τους να είχαν προ πολλού καθοριστεί». Εξ άλλου, όλοι οι αιτητές παραπονούνται, τουλάχιστον σε σχέση με ορισμένα από τα κριτήρια, ότι η Αρχή δεν αιτιολόγησε επαρκώς ή καθόλου την αξιολόγηση στην οποία προέβη, δηλαδή ότι δεν εξειδίκευσε τους λόγους για την αντίστοιχη βαθμολογία των υποστοιχείων στην κάθε περίπτωση. Επιπλέον, οι αιτητές K.K. New Extra Ltd αναφέρονται ειδικότερα στο κριτήριο «Οικονομικά» για να εισηγηθούν ότι η Αρχή δεν διερεύνησε πλήρως την οικονομική κατάσταση του ενδιαφερομένου προσώπου και, επομένως, σε αυτό το κριτήριο δεν υπήρχε επαρκές έρεισμα για τη βαθμολογία του. Υποδείχθηκε όμως απαντητικά από την Αρχή ότι οι αιτητές είχαν υπόψη τους μια παλαιότερη οικονομική κατάσταση ενώ παρουσιάστηκε νεότερη, με αυξημένο μετοχικό κεφάλαιο, η οποία δικαιολογούσε πλήρως τη δοθείσα βαθμολογία.
Η άποψη μας είναι πως, στα τεθέντα ζητήματα αξιολόγησης και βαθμολογίας, η διαδικασία την οποία η Αρχή ακολούθησε δεν ήταν πλημμελής και ότι η αιτιολογία, η επάρκεια της οποίας είναι συναρτημένη με τις περιστάσεις, δεν υπολείπεται εν προκειμένω του αναγκαίου αν λάβει κανείς υπόψη, όπου η Αρχή δεν εξειδίκευσε λόγους, το σαφές έρεισμα υλικού στο διοικητικό φάκελο. Αυτά όμως ισχύουν στη βάση των δεδομένων επί των οποίων η Αρχή προέβη στην αξιολόγηση και βαθμολογία των αιτήσεων ενώ, σε σχέση με τα δεδομένα της περίπτωσης του ενδιαφερομένου προσώπου, απομένει σοβαρό ζήτημα με το οποίο θα ασχοληθούμε στη συνέχεια.
Σε σχέση λοιπόν με την αίτηση του ενδιαφερομένου προσώπου, οι αιτητές προβάλλουν ότι δεν διεξήχθη δέουσα έρευνα. Αναφέρονται σε συγκεκριμένη πτυχή την οποία το Υπουργείο Συγκοινωνιών και Έργων επεσήμανε με επιστολή του Γενικού Διευθυντή, ημερ. 24 Οκτωβρίου, 2001, προς τον Διευθυντή της Αρχής, σε σχέση με τεχνικά θέματα για τα οποία είχαν ζητηθεί οι απόψεις του Υπουργείου. Παραθέτουμε ολόκληρο το κείμενο της επιστολής:
« Αίτηση για Άδεια Τηλεοπτικού Σταθμού - Deste Digital Services Ltd
1. Αναφέρομαι στην επιστολή σας με αρ. φακ. 1.5.05(Α) και ημερ. 18/10/01 σχετικά με το πιο πάνω θέμα και σας πληροφορώ ότι τα συμπληρωματικά στοιχεία που μας διαβιβάσατε δεν έχουν σχέση με το δίκτυο μετάδοσης του αιτητή και ως εκ τούτου το Υπουργείο Συγκοινωνιών και Έργων δεν μπορεί να εκφέρει οποιαδήποτε άποψη αναφορικά με τα στοιχεία αυτά.
2. Όσον αφορά το δίκτυο μετάδοσης, η σχετική έκθεση που σας έχει σταλεί με την ταυτάριθμη επιστολή μου ημερ. 7/8/01, που αναφερόταν στην εταιρεία "ΤΕΚ Κυπριακές Τηλεοπτικές Επιχειρήσεις Λτδ.", ισχύει αφού δεν έχει αλλάξει οτιδήποτε που αφορά το δίκτυο μετάδοσης.
3. Συγκρίνοντας όμως τα στοιχεία που περιέχονται στην αίτηση της εταιρείας "Πληροφορική και Πολιτιστική Εταιρεία Ο ΛΟΓΟΣ" και τα στοιχεία της παρούσας αίτησης, έχουμε παρατηρήσει ότι τα προτεινόμενα δίκτυα μετάδοσης είναι στην ουσία πανομοιότυπα, δηλαδή ο εξοπλισμός, τα προτεινόμενα κανάλια και τα χαρακτηριστικά εκπομπής από τους διάφορους σταθμούς εκπομπής είναι τα ίδια. Συνεπώς εγείρεται το ερώτημα κατά πόσο η αίτηση αυτή είναι διαφορετική από την αίτηση που έχει υποβάλει η εταιρεία "Πληροφορική και Πολιτιστική Εταιρεία Ο ΛΟΓΟΣ".»
4. Είμαι στη διάθεση σας για περισσότερες πληροφορίες ή/και διευκρινίσεις.»
Στο περιθώριο της εν λόγω επιστολής σημειώθηκε χειρογράφως, μέσα σε κύκλο, ότι: «είναι διαφορετική αίτηση» και προσετέθη πιο κάτω, με υπογράμμιση, το εξής: «και να υποβληθούν νέα στοιχεία για το δίκτυο εκπομπής». Η σημείωση, με ημερομηνία 24.10.01, συμπληρώθηκε με μονογραφή, καθώς προκύπτει, του Διευθυντή της Αρχής.
Η Αρχή ζήτησε από το ενδιαφερόμενο πρόσωπο νέα συμπληρωματικά στοιχεία αλλά και τα νέα προσκομισθέντα δεν θεωρήθηκαν ικανοποιητικά. Με επιστολή, ημερ. 13 Φεβρουαρίου 2002, το Υπουργείο ανέφερε στην Αρχή ότι και πάλι αδυνατούσε να εκφέρει άποψη γιατί «τα στοιχεία που έχει αποστείλει ο αιτητής δεν έχουν οποιαδήποτε σχέση με το δίκτυο μετάδοσης». Γι' αυτό η Αρχή με επιστολή, ημερ. 4 Απριλίου 2002, πληροφόρησε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ότι για την περαιτέρω εξέταση της αίτησης χρειάζονταν «στοιχεία και επεξηγήσεις» σε σχέση, μεταξύ άλλων, και με το δίκτυο εκπομπής. Ανέφερε το εξής το οποίο, προφανώς, παρέπεμπε στην επιστολή του Υπουργείου, ημερ. 13 Φεβρουαρίου 2002 η οποία επισυνάπτετο:
«(2) Σε ό,τι αφορά το δίκτυο εκπομπής σας επισυνάπτουμε σχετική επιστολή του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων το περιεχόμενο της οποίας μιλά από μόνο του.»
Το ενδιαφερόμενο πρόσωπο απάντησε με επιστολή, ημερ. 15 Απριλίου, 2002, για να επιβεβαιώσει ότι πράγματι τίποτε δεν είχε προσθέσει στα αρχικά στοιχεία:
«Όσον αφορά τα σχόλια του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων σχετικά με το δίκτυο εκπομπής, θα θέλαμε να σας πληροφορήσουμε ότι τα στοιχεία που αφορούν στο προτεινόμενο δίκτυο, παραμένουν τα ίδια ως έχουν ήδη υποβληθεί στην πρώτη μας αίτηση.»
Η Αρχή, άγνωστο πως, θεώρησε ότι αυτή η απάντηση συνιστούσε διευκρίνιση στο θέμα και επομένως με επιστολή της, ημερ. 30 Απριλίου 2002, πληροφόρησε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ότι «θα ενημερωθεί και πάλιν το αρμόδιο Υπουργείο για τη σχετική διευκρίνιση», επεσύναψε δε τις παρατηρήσεις του Υπουργείου επί της αρχικής αιτήσεως σε σχέση με το δίκτυο εκπομπής. Ακολούθησε νέα επιστολή του ενδιαφερομένου προσώπου, ημερ. 10 Μαΐου, 2002, με την οποία το θέμα μετατίθετο σε άλλο πεδίο:
« ΘΕΜΑ: Απάντηση επιστολής σας Ημερ. 30 Απριλίου 2002
Αναφορικά με την πιο πάνω επιστολή σας σχετικά με τις παρατηρήσεις του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων για το δίκτυο εκπομπής το οποίο είχαμε προτείνει με την τωρινή μας αίτηση, και εξακολουθεί να ισχύει ως πρόταση, και σας πληροφορούμε ότι δεσμευόμαστε πως, εάν και εφόσον το συγκεκριμένο σχέδιο εγκριθεί και υλοποιηθεί, η εταιρεία μας θα συμμορφωθεί με τις υποδείξεις του Υπουργείου.
Είμαι στη διάθεση σας για οποιεσδήποτε περαιτέρω διευκρινίσεις ή πληροφορίες χρειάζεστε που αφορούν την αίτηση μας.»
Δεν φαίνεται να δόθηκε συνέχεια. Η Αρχή, κατά τη λήψη της προσβαλλόμενης απόφασης σε συνεδρία, ημερ. 15 Μαρτίου, 2005, ανέφερε μεταξύ άλλων ότι έλαβε υπόψη και «τις απόψεις του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων σε ό,τι αφορά τα θέματα των αιτήσεων που είναι της αρμοδιότητας του», χωρίς όμως να αναφερθεί συγκεκριμένα σε ο,τιδήποτε που να σχετιζόταν με το θέμα που είχε εγερθεί από το Υπουργείο στην προαναφερθείσα επιστολή του, ημερ. 24 Οκτωβρίου, 2001.
Κατά τους αιτητές, η μη διερεύνηση του εν λόγω θέματος από την Αρχή αφήνει την προσβαλλόμενη απόφαση έκθετη σε πλάνη ως προς τα πράγματα. Οι αιτητές προβάλλουν, πιο συγκεκριμένα, ότι το τεχνικό και κατασκευαστικό μέρος της αίτησης αποτελούσε αντιγραφή σχεδίων άλλου αδειούχου σταθμού, το όνομα του οποίου συνέχιζε ακόμα να φαίνεται στα σχέδια. Παραπονούνται επομένως ότι, όπως το θέτει ένας από αυτούς, δόθηκε η άδεια «σε μια εταιρεία που δεν υπέβαλε δικά της στοιχεία αλλά αντέγραψε τα στοιχεία μια άλλης εταιρείας στην οποία χορηγήθηκε παλιότερα άδεια για ίδρυση και λειτουργία τηλεοπτικού σταθμού παγκύπριας εμβέλειας».
Η Αρχή αντιτείνει ότι δεν είχε υποχρέωση να διερευνήσει το θέμα και ότι δεν επρόκειτο για θέμα το οποίο έχρηζε διερεύνησης γιατί, όπως το έθεσε:
«.. οι αιτητές αυτοδεσμεύονται με την αίτησή τους ότι θα δημιουργήσουν τηλεοπτικό σταθμό που θα πληροί όλες τις προδιαγραφές, τις οποίες εισηγήθηκαν στην αίτησή τους, βάσει των οποίων αξιολογήθηκαν και που θα αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της άδειας τους ως όροι, η παράβαση των οποίων σημαίνει αποστέρηση της άδειας αυτής βάσει του Νόμου 7(Ι)/98.»
Παρατηρούμε ωστόσο ότι κατόπιν των επισημάνσεων του Υπουργείου, του οποίου είχαν ζητηθεί οι απόψεις, η Αρχή θεώρησε ότι χρειαζόταν διερεύνηση του θέματος ή τουλάχιστον κάποιας πτυχής του, γι' αυτό και επανειλημμένα κάλεσε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο να παρουσιάσει σχετικά στοιχεία.
Έχουμε κατ' αρχάς την άποψη ότι η Αρχή όφειλε, ενόψει της φύσης των επισημάνσεων του Υπουργείου, να επιχειρούσε μια πιο δραστική διερεύνηση. Αλλά ούτε και αυτά που ζήτησε δεν τα πήρε. Εισηγείται τώρα η Αρχή, μέσω της συνηγόρου της, ότι δεν χρειαζόταν διερεύνηση γιατί, όπως την αντιληφθήκαμε να λέγει, και ξένα να ήταν τα όσα συνέθεταν το τεχνικό μέρος των προτάσεων των αιτητών, αυτοί δεσμεύονταν να τα πραγματώσουν. Αυτή την άποψη δεν την είδαμε στα πρακτικά και, πάντως, πρόκειται για άποψη τη λογική της οποίας δυσκολευόμαστε να παρακολουθήσουμε. Οι τεχνικές προτάσεις των αιτητών αξιολογούνταν με βάση το δικό τους ιδιαίτερο περιεχόμενο, η διακρίβωση του οποίου αποτελούσε προϋπόθεση. Γι' αυτό χρειαζόταν από τότε απάντηση στο όποιο ερωτηματικό. Η Αρχή όφειλε να κατευθύνει την προσοχή της στις επισημάνσεις του Υπουργείου και να προωθήσει τη διερεύνηση. Ή, αν τελικά θεωρούσε ότι επρόκειτο για θέμα άνευ σημασίας, όφειλε να εξηγήσει το γιατί.
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν. Η προσβαλλόμενη απόφαση ακυρώνεται βάσει του Άρθρου 146.4(β) του Συντάγματος. Έξοδα, £1.000 στην κάθε μια, εναντίον της Αρχής.
Οι προσφυγές επιτυγχάνουν με έξοδα.