ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2007) 3 ΑΑΔ 315
28 Ιουνίου, 2007
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ,
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3910)
ΑΓΓΛΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,
Εφεσείουσα-Καθ' ης η αίτηση,
v.
ΔΩΡΑΣ ΧΑΣΑΠΟΠΟΥΛΟΥ,
Εφεσίβλητης-Αιτήτριας.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3915)
ΑΝΤΙΓΟΝΗ ΚΟΙΛΙΑΡΗ,
Εφεσείουσα-Ενδιαφερόμενο Μέρος,
v.
ΔΩΡΑΣ ΧΑΣΑΠΟΠΟΥΛΟΥ,
Εφεσίβλητης-Αιτήτριας,
v.
ΑΓΓΛΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,
Καθ' ης η αίτηση.
(Aναθεωρητικές Eφέσεις Aρ. 3910, 3915)
Διοικητική Πράξη ― Εκτελεστή διοικητική σε αντιδιαστολή προς πράξη προερχόμενη από μη δημόσιο όργανο ― Κατά πόσο η Αγγλική Σχολή Λευκωσίας αποτελεί Οργανισμό Δημοσίου Δικαίου.
Αγγλική Σχολή Λευκωσίας ― Νομικό καθεστώς και ταξινόμηση ― Δεν αποτελεί όργανο δημοσίου δικαίου με συνέπεια οι πράξεις που εκδίδει να μην είναι διοικητικές.
Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Αυτεπάγγελτη εξέταση ζητημάτων δημόσιας τάξης ― Η περίπτωση της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου ― Κατά πόσο μπορεί να εξεταστεί αυτεπαγγέλτως, ανεξάρτητα από την ύπαρξη δεδικασμένου και την διενέργεια επανεξέτασης στη βάση του.
Με τις δύο εφέσεις αμφισβητήθηκε η πρωτόδικη απόφαση με την οποία ακυρώθηκε ο κατ' επανεξέταση διορισμός του ενδιαφερομένου μέρους στη θέση Βοηθού Διευθυντή της Αγγλικής Σχολής Λευκωσίας.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας τις εφέσεις, αποφάσισε ότι:
1. Δεν τέθηκε πρωτοδίκως ούτε και τίθεται με τις εφέσεις ζήτημα αναφορικά με το κατά πόσο η προσβληθείσα απόφαση είναι ή όχι εκτελεστή διοικητική. Πρόκειται όμως για ζήτημα δημόσιας τάξης, το οποίο αφορά στη δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος και η εξέτασή του δεν μπορεί να εμποδισθεί είτε από δεδικασμένο είτε από τη γενικότερη αρχή - βλ. Ναζίρης ν. Ρ.Ι.Κ. (2007) 3 A.A.Δ. 38 - ότι η επανεξέταση διενεργείται με βάση το ακυρωτικό αποτέλεσμα και όχι εφ' όλης της ύλης.
2. Η Αγγλική Σχολή δεν αποτελεί διοικητικό όργανο δημοσίου δικαίου.
Η συμμετοχή ξένου αντιπροσώπου στο διοικητικό της συμβούλιο υπογραμμίζει ότι η Σχολή παραμένει, όπως διαχρονικά ήταν, το δημιούργημα εμπιστεύματος ενταγμένου στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου όσο και αν εν τέλει δόθηκε νομοθετική ισχύς στο εμπίστευμα. Ενώ γενικά η εκπαίδευση αποτελεί θέμα δημόσιου ενδιαφέροντος, μπορεί να είναι όχι μόνο δημόσια αλλά και ιδιωτική. Με το σύστημα δημόσιας εκπαίδευσης, όπως νομοθετικά διαμορφώθηκε μετά την κατάργηση της Ελληνικής Κοινοτικής Συνέλευσης - αρχικά με τον Ν. 12/65 και ύστερα με άλλες νομοθετικές διατάξεις - συνυπάρχει και η ιδιωτική εκπαίδευση, ρυθμιζόμενη νομοθετικά σε κάποιους τομείς. Σε αυτή την ιδιωτική εκπαίδευση είναι που, ανήκει η Αγγλική Σχολή με βάση το Κεφ. 167.
Η προσφυγή δεν προσέβαλλε εκτελεστή διοικητική απόφαση και ως εκ τούτου η προσφυγή δεν ήταν παραδεκτή.
3. Με αυτά τα δεδομένα οι εφέσεις απορρίπτονται. Δεν εκδίδεται διαταγή για έξοδα.
Διαταγή ως ανωτέρω.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Μαυρομμάτης v. Αγγλικής Σχολής κ.ά. (1999) 4 A.A.Δ. 802,
Ναζίρης v. Ρ.Ι.Κ. (2007) 3 A.A.Δ. 38.
Eφέσεις.
Eφέσεις από τις εφεσείουσες εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Yπ. Aρ. 837/2003), ημερ. 29/10/2004.
Γ. Τριανταφυλλίδης, για την Εφεσείουσα στην A.E. 3910 και για την Kαθ' ης η αίτηση στην A.E. 3915.
Κ. Βελάρης, για την Εφεσείουσα στην A.E. 3915.
Α. Σ. Αγγελίδης, για την Εφεσίβλητη και στις δύο Yποθέσεις.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάου.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Με απόφαση, ημερ. 11 Μαΐου, 2001, το διοικητικό συμβούλιο της Αγγλικής Σχολής διόρισε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, Αντιγόνη Κοιλιάρη, στη θέση Βοηθού Διευθυντή. Η απόφαση προσεβλήθη από την παρούσα αιτήτρια, Δώρα Χασαποπούλου, και ακόμα ένα υποψήφιο, τον Γιάννη Γεωργίου, με τις προσφυγές υπ' αρ. 625/01 και 526/01 αντιστοίχως.
Στις 3 Ιουνίου, 2003, η απόφαση διορισμού ακυρώθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο για λόγους στους οποίους δεν χρειάζεται να αναφερθούμε. Σημειώνουμε όμως ότι το Δικαστήριο εξέτασε και το κατά πόσο το συμβούλιο της Σχολής αποτελούσε «Οργανισμό Δημοσίου Δικαίου», ώστε η προσβληθείσα απόφαση να ήταν εκτελεστή διοικητική. Το Δικαστήριο έδωσε καταφατική στο ερώτημα απάντηση, ακολουθώντας την πρωτόδικη απόφαση άλλου συναδέλφου στη Μαυρομμάτης v. Αγγλικής Σχολής κ.ά. (1999) 4 A.A.Δ. 802. Εκεί, με το ακόλουθο σκεπτικό, η Αγγλική Σχολή χαρακτηρίστηκε ως «Κρατική Σχολή της Κυπριακής Δημοκρατίας»:
«Έχοντας υπόψη ότι η κινητή και ακίνητη περιουσία της Σχολής ανήκει στο Υπουργικό Συμβούλιο, που έχει την υποχρέωση να εξασφαλίζει τη συνέχιση της λειτουργίας της, να ελέγχει έμμεσα με το διορισμό των 8 από τα 9 μέλη της Επιτροπής Διαχείρισης τη διαχείριση της Σχολής και να έχει τον τελικό λόγο ως προς τη διάλυση της, έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η Αγγλική Σχολή είναι Οργανισμός Δημόσιου Δικαίου.
Η λειτουργία της Επιτροπής Διαχείρισης που έχει ως απώτερο σκοπό την προώθηση ενός δημόσιου σκοπού, δηλαδή την ανάπτυξη της εκπαίδευσης, δεν μου αφήνει καμιά αμφιβολία ότι η προσβαλλόμενη πράξη υπάγεται στον τομέα του Δημόσιου Δικαίου. (Ίδε The Greek Registrar of the Co-operative Societies and/or The Commissioner and Greek Registrar of Co-Operative Societies (1965) 3 C.L.R. 164.)»
Το συμβούλιο προέβη σε επανεξέταση και με απόφαση ημερ. 1 Ιουλίου 2003 επαναδιόρισε την κα Κοιλιάρη. Η κα Χασαποπούλου προσέβαλε τη δεύτερη αυτή απόφαση με την προσφυγή αρ. 837/03 στην οποία, στις 29 Οκτωβρίου 2004, εκδόθηκε η ακυρωτική απόφαση εναντίον της οποίας στρέφονται οι παρούσες εφέσεις.
Δεν τέθηκε πρωτοδίκως ούτε και τίθεται με τις εφέσεις ζήτημα αναφορικά με το κατά πόσο η προσβληθείσα απόφαση είναι ή όχι εκτελεστή διοικητική. Το θέσαμε όμως αυτεπαγγέλτως. Πρόκειται για ζήτημα δημόσιας τάξης το οποίο αφορά στη δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος και, αντίθετα με ό,τι εισηγήθηκε ο συνήγορος της κας Χασαποπούλου, η εξέταση του δεν μπορεί να εμποδισθεί είτε από δεδικασμένο είτε από τη γενικότερη αρχή - βλ. Ναζίρης v. Ρ.Ι.Κ. (2007) 3 A.A.Δ. 38 - ότι η επανεξέταση διενεργείται με βάση το ακυρωτικό αποτέλεσμα και όχι εφ' όλης της ύλης.
Δεν συμμεριζόμαστε την άποψη, η οποία εκφράστηκε στις δύο προαναφερθείσες υποθέσεις, ότι η Αγγλική Σχολή αποτελεί διοικητικό όργανο δημοσίου δικαίου. Όπως φαίνεται από τα έγγραφα τα οποία μας παρουσίασε ο συνήγορος της Σχολής και στα οποία παραπέμπει εξ άλλου το προοίμιο του περί της Αγγλικής Σχολής (Διοίκηση και Έλεγχος) Νόμου, Κεφ. 167, (όπως τροποποιήθηκε με τους Ν.Α. 13/60 και Ν. 9/69) η Σχολή ιδρύθηκε κατά το 1900 από βρεττανό ιδιώτη. Αργότερα, το 1930, αυτός προέβη σε διευθέτηση με την οποία η περιουσία της Σχολής περιήλθε, υπό όρους, σε συσταθέν Συμβούλιο Επιτρόπων (Board of Trustees) μέχρι που με τον εν λόγω Νόμο ενεγράφη στο όνομα του Κυβερνήτη της τότε αποικίας της Κύπρου και εν συνεχεία, μετά την ανεξαρτησία, διαβιβάστηκε στο Υπουργικό Συμβούλιο.
Το Αρθρο 4 του Νόμου ανέθεσε τη διοίκηση («management») και τον έλεγχο («control») της Σχολής σε διοικητικό συμβούλιο (Board of Management), αποτελούμενο από εκπρόσωπο του Βρεττανικού Συμβουλίου και οκτώ άλλα μέλη διορισθέντα από τον Κυβερνήτη. Με τον τροποποιητικό Ν. 9/69 τα οκτώ μέλη αυξήθηκαν σε δέκα, τα οποία διορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο ενώ παραμένει ως μέλος και ο αντιπρόσωπος του Βρεττανικού Συμβουλίου. Αυτό το τελευταίο γεγονός αποβαίνει από μόνο του καθοριστικό.
Η συμμετοχή ξένου αντιπροσώπου υπογραμμίζει, κατά την άποψη μας, ότι η Σχολή παραμένει, όπως διαχρονικά ήταν, το δημιούργημα εμπιστεύματος ενταγμένου στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου όσο και αν εν τέλει δόθηκε νομοθετική ισχύ στο εμπίστευμα. Το ότι εν προκειμένω η περιουσία της Σχολής ανήκει στο Υπουργικό Συμβούλιο, το οποίο διορίζει τα 10 από τα 11 μέλη (όχι τα 8 από τα 9 όπως εσφαλμένα θεωρήθηκε στη Μαυρομμάτης ανωτέρω) και δύναται να δώσει οδηγίες για το κλείσιμο της Σχολής εάν το διοικητικό συμβούλιο της Σχολής εισηγηθεί πως η λειτουργία της έπαυσε να είναι πια χρήσιμη, όπως και το ότι η Σχολή με την ανάπτυξη της εκπαίδευσης προωθεί δημόσιο σκοπό, δεν καθιστούν άνευ ετέρου τη Σχολή όργανο δημοσίου δικαίου. Παρατηρούμε, σε σχέση με τον τελευταίο παράγοντα, ότι ενώ γενικά η εκπαίδευση αποτελεί θέμα δημόσιου ενδιαφέροντος, μπορεί να είναι όχι μόνο δημόσια αλλά και ιδιωτική. Με το σύστημα δημόσιας εκπαίδευσης, όπως νομοθετικά διαμορφώθηκε μετά την κατάργηση της Ελληνικής Κοινοτικής Συνέλευσης - αρχικά με τον Ν. 12/65 και ύστερα με άλλες νομοθετικές διατάξεις - συνυπάρχει και η ιδιωτική εκπαίδευση, ρυθμιζόμενη νομοθετικά σε κάποιους τομείς. Σε αυτή την ιδιωτική εκπαίδευση είναι που, κατά την κρίση μας, ανήκει η Αγγλική Σχολή με βάση το Κεφ. 167.
Καταλήγουμε λοιπόν ότι η προσφυγή δεν προσέβαλλε εκτελεστή διοικητική απόφαση και ότι ως εκ τούτου η προσφυγή δεν ήταν παραδεκτή.
Με αυτά τα δεδομένα οι εφέσεις απορρίπτονται. Δεν εκδίδεται διαταγή για έξοδα.
Διαταγή ως ανωτέρω.