ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

(2006) 3 ΑΑΔ 347

19 Ιουνίου, 2006

[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στές]

PETROLINA LTD ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ,

Εφεσείοντες-Αιτητές,

v.

ΑΡΧΗΣ ΛΙΜΕΝΩΝ ΚΥΠΡΟΥ,

Εφεσίβλητης-Καθ' ης η αίτηση.

(Αναθεωρητική Εφεση Αρ. 3559)

 

Αρχή Λιμένων Κύπρου ― Λιμενικά δικαιώματα για πετρέλευση πλοίων ― Καταβάλλονται ανεξάρτητα από τη χρήση των παρεχομένων υπηρεσιών ― Ορθά απορρίφθηκε αίτηση για μαρτυρία ως προς τη μη παροχή υπηρεσιών από την Αρχή Λιμένων.

Αρχή Λιμένων Κύπρου ― Λιμενικά δικαιώματα για πετρέλευση πλοίων ― Επιβολή £0.50 σεντ για κάθε τόνο πετρελαίου για την πετρέλευση ― Νόμιμη επιβολή του δικαιώματος αυτού, λαμβανομένων των εξόδων καθιέρωσης, συντήρησης και επίβλεψης της παροχής των υπηρεσιών.

Οι περί Αρχής Λιμένων Κύπρου (Καταβλητέα Δικαιώματα) (Τροποποιητικοί) Κανονισμοί (Κ.Δ.Π. 277/99) ― Επιβολή δικαιωμάτων για την πετρέλευση πλοίων ― Δεν είναι ultra vires του Άρθρου 25 των περί Αρχής Λιμένων Κύπρου Νόμων (1973-1977).

Οι εφεσείουσες εταιρείες επεδίωξαν, τόσο πρωτόδικα, όσο και κατ' έφεση, την ακύρωση των αποφάσεων της εφεσίβλητης να τους επιβάλει δικαιώματα £0,50 σεντ για κάθε τόνο πετρελαίου που προμήθευσαν στα πλοία τους κατά την πετρέλευσή τους στο λιμάνι.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

1. Οι εφεσείουσες εταιρείες αμφισβητούν την ορθότητα της απορριπτικής ενδιάμεσης απόφασης ισχυριζόμενες ότι θα έπρεπε να επιτραπεί η προσκόμιση προφορικής μαρτυρίας, αφού έτσι θα τους παρεχόταν η ευχέρεια να τεκμηριώσουν το λόγο ακύρωσης της διοικητικής απόφασης και πιο συγκεκριμένα ότι κατά την πετρέλευση των πλοίων τόσο εντός όσο και εκτός λιμένος η Αρχή Λιμένων Κύπρου δεν παρέχει καμιά απολύτως υπηρεσία ως αντάλλαγμα ή αντιπαροχή των επιβληθέντων τελών.

    Ορθώς τονίστηκε πρωτοδίκως ότι τα δικαιώματα καταβάλλονται ανεξαρτήτως του αν εκείνος που έχει υποχρέωση να τα καταβάλει, χρησιμοποιεί τις παρεχόμενες υπηρεσίες ή όχι.

2. Ο σκοπός επιβολής κάποιου τέλους είναι η μερική ή και ολική κάλυψη της δαπάνης μιας προσφερόμενης υπηρεσίας. Όπως έχει σημειωθεί στην υπόθεση I.B.S. Ltd. v. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 220,

"Το "τέλος" μπορεί γενικά να λεχθεί ότι είναι μια επιβάρυνση για μια ειδική υπηρεσία που προσφέρεται στους ιδιώτες από κάποιο κυβερνητικό όργανο και βασίζεται πάνω στα έξοδα τα οποία υφίσταται προσφέροντας μια τέτοια υπηρεσία, παρόλο που σε πλείστες ίσως περιπτώσεις τα έξοδα υπολογίζονται αυθαίρετα."

    Όπως επίσης αναφέρεται στο σύγγραμμα "Ελληνικό Διοικητικό Δίκαιο" του Κυριακόπουλου, Τόμος 3, Ειδικό μέρος, στη σελίδα 354,

     "Δια του τέλους σκοπείται να καλυφθώσιν εν όλω ή εν μέρει αι δαπάναι της λειτουργίας δημοσίας τινός υπηρεσίας ή δημοσίου τινός ιδρύματος."

    Ο ισχυρισμός των εφεσειουσών ότι τις περισσότερες φορές η πετρέλευση διενεργείται στο αγκυροβόλιο το οποίο βρίσκεται έξω από το λιμάνι, είναι ανεδαφικός γιατί το αγκυροβόλιο θεωρείται μέρος του λιμανιού σύμφωνα με τις πρόνοιες του Αρθρου 3 των περί Αρχής Λιμένων Κύπρου Νόμων 1973-1977 και το περί Τελωνειακών Λιμένων Διάταγμα του 1968 (Αρ. 100/68).

    Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι κανένα όφελος δεν προσφέρεται από την εφεσίβλητη Αρχή ως αντάλλαγμα για το επιβληθέν τέλος, μπορεί να σημειωθούν τα πιο κάτω. Όπως έχει αναφερθεί από την ευπαίδευτη συνήγορο της εφεσίβλητης Αρχής, η περιοχή του λιμανιού η οποία αποτελεί ιδιοκτησία της Αρχής χρησιμοποιείται από τα πλοία που εισέρχονται στο λιμάνι για να εφοδιαστούν με καύσιμα. Αυτό εξυπακούει χρήση του ιδιόκτητου χώρου της Αρχής για την πετρέλευση. Η πιο πάνω παραχώρηση περιλαμβάνει και τη διάθεση κρηπιδωμάτων για την πρόσδεση των πλοίων και την παρουσία λιμενικού λειτουργού, ο οποίος επιβλέπει τις εργασίες πετρέλευσης. Η εφεσίβλητη Αρχή ρυθμίζει επίσης την τροχαία κίνηση μέσα στο λιμάνι για την απρόσκοπτη εκτέλεση των εργασιών πετρέλευσης, με σχετικές σηματοδοτήσεις και με την παρουσία δύο λιμενικών λειτουργών. Επιπρόσθετα προς τα πιο πάνω η εφεσίβλητη Αρχή έχει την υποχρέωση να προβαίνει σε συντήρηση και επιδιορθώσεις των εγκαταστάσεων του λιμανιού οι οποίες χρησιμοποιούνται για την πετρέλευση.

    Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω στην παρούσα περίπτωση η επιβολή του ποσού των £0.50 σεντ κατά τόνο πετρελαίου για την πετρέλευση δεν μπορεί να θεωρηθεί ως άκυρη ή παράνομη, έχοντας υπόψη τα έξοδα της καθιέρωσης, συντήρησης και επίβλεψης της παροχής των προσφερόμενων υπηρεσιών.

3. Οι εφεσείουσες ισχυρίζονται ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την εισήγηση τους ότι η Κ.Δ.Π. 277/99, η οποία επιτρέπει την επιβολή δικαιωμάτων πετρέλευσης βρίσκεται εκτός της εξουσιοδότησης την οποία παρέχει το Άρθρο 25 των περί Αρχής Λιμένων Κύπρου Νόμων 1973-1977, όπως έχει τροποποιηθεί. Το επιχείρημα των εφεσειουσών προς υποστήριξη της πιο πάνω εισήγησης βασίζεται στο ότι η εφεσίβλητη Αρχή δεν προσφέρει προς τούτο καμιά υπηρεσία και/ή αντάλλαγμα κατά τη διάρκεια της πετρέλευσης πλοίων. Έπεται ότι οι σχετικοί κανονισμοί δεν μπορούν να υπαχθούν στην έννοια του τέλους και κατ' επέκταση πρέπει να θεωρούνται ότι εκδόθηκαν καθ' υπέρβαση της νομοθετικής εξουσιοδότησης που παρέχει το Άρθρο 25 των περί Αρχής Λιμένων Κύπρου Νόμων 1973-1977. Το θέμα έχει ήδη εξεταστεί και απαντηθεί στο δεύτερο λόγο έφεσης και κρίνεται ότι δεν υπάρχει λόγος επανάληψής του.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Sportsman Betting Company Ltd v. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 591,

I.B.S. Ltd v. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 220,

Δήμος Λεμεσού ν. Zenios Closures Ltd (1995) 3 C.L.R. 249.

Έφεση.

Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Συνεκδ. Υπ. Αρ. 223/2000, 224/2000, 225/2000, 226/2000, 227/2000), ημερ. 4/4/2002.

Π. Κυπριανού για Α. Παπαχαραλάμπους, για τους Εφεσείοντες στις Προσφυγές 223/2000, 226/2000 και 227/2000.

Ξ. Ξενόπουλος, για τους Εφεσείοντες στις Προσφυγές 224/2000 και 225/2000.

Αλ. Κουντουρή για Τ. Παπαδόπουλος & Σία, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Τ. Ηλιάδης.

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.:

(α) Τα γεγονότα και η πρωτόδικη απόφαση.

Η Αρχή Λιμένων Κύπρου (η εφεσίβλητη Αρχή), που είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, ασκεί τις αρμοδιότητες της σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Αρχής Λιμένων Κύπρου Νόμου (αρ. 38/1973). Την 19/11/99 δημοσιεύθηκαν οι περί Αρχής Λιμένων Κύπρου (Καταβλητέα Δικαιώματα) (Τροποποιητικοί) Κανονισμοί του 1999 (Κ.Δ.Π. 277/99), σύμφωνα με τους οποίους κάθε προμηθευτής πετρελαίου που χρησιμοποιεί την περιοχή λιμανιού για πετρέλευση πλοίου που βρίσκεται μέσα στην περιοχή λιμανιού, θα πρέπει να καταβάλλει στην Αρχή Λιμένων Κύπρου ως δικαιώματα 0.50 σεντ για κάθε τόνο πετρελαίου ή μέρος αυτού το οποίο προμηθεύει σε πλοίο.

Σύμφωνα με τους πιο πάνω Κανονισμούς η εφεσίβλητη Αρχή επέβαλε υπό τύπο δικαιωμάτων 0.50 σεντ για κάθε τόνο πετρελαίου για την πετρέλευση πλοίων των εφεσειόντων εταιρειών, οι οποίες, αφού κατέβαλαν τα καθορισθέντα ποσά προσέφυγαν στο Ανώτατο Δικαστήριο αμφισβητώντας τη νομιμότητα του επιβληθέντος δικαιώματος. Το Ανώτατο Δικαστήριο στην πρωτόδικη του δικαιοδοσία απέρριψε τις προσφυγές των εφεσειουσών εταιρειών.

(β) Οι λόγοι της έφεσης.

Με την παρούσα έφεση οι εφεσείουσες αμφισβητούν την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης γιατί,

(i) Η ενδιάμεση απορριπτική απόφαση της 4/4/2002 για την προσαγωγή προφορικής μαρτυρίας είναι λανθασμένη.

(ii)     Λανθασμένα απορρίφθηκε η εισήγηση των εφεσειουσών ότι τα επιβληθέντα λιμενικά δικαιώματα των 0.50 σεντ για κάθε τόνο πετρελαίου δεν εμπίπτουν στην έννοια του "τέλους", αφού δεν παρέχεται προς τούτο από την εφεσίβλητη Αρχή οποιαδήποτε υπηρεσία ή ωφέλημα ως αντάλλαγμα.

(iii) Λανθασμένα απορρίφθηκε η εισήγηση των εφεσειουσών ότι τα δικαιώματα πετρέλευσης στηρίχθηκαν σε Κανονισμούς οι οποίοι έχουν εκδοθεί πέραν της νομοθετικής εξουσιοδότησης (ultra vires) που καθορίζει το άρθρο 25 των περί Αρχής Λιμένων Κύπρου Νόμων.

(i) Η ενδιάμεση απορριπτική απόφαση της 4/4/2002 για την προσαγωγή προφορικής μαρτυρίας είναι λανθασμένη.

Οι αιτήτριες εταιρείες, οι οποίες επιζητούν την ακύρωση της επιβολής δικαιωμάτων που τους είχαν επιβληθεί για την πετρέλευση πλοίων, καταχώρισαν ενδιάμεση αίτηση με την οποία ζητούσαν άδεια για την καταχώριση ενόρκων δηλώσεων για να καταστεί δυνατή η απόδειξη ότι,

 (i)   Η πετρέλευση πλοίων (για τις Προσφυγές 224/2000 και 225/2000) γίνεται από πλοίο σε πλοίο και τις περισσότερες φορές στα αγκυροβολία που βρίσκονται εκτός ή εντός λιμένος.

(ii)   Ανάλογα δικαιώματα πετρέλευσης πλοίων δεν επιβάλλονται σε διάφορα λιμάνια του εξωτερικού.

(iii)   Η πετρέλευση πλοίων (για τις Προσφυγές 226/2000 και 227/2000) γίνεται αποκλειστικά με ειδικά πλήρως εξοπλισμένα σκάφη, χωρίς τη χρήση βυτιοφόρων οχημάτων, ενώ η Αρχή Λιμένων Κύπρου δεν προσφέρει καμιά υπηρεσία προς τούτο, και

(iv)   Κατά την πετρέλευση πλοίων με σκάφη (για τις Προσφυγές 226/2000 και 227/2000) στις εξαιρετικές περιπτώσεις που χρησιμοποιούνται βυτιοφόρα οχήματα, είτε εκτός λιμένος, η Αρχή Λιμένων Κύπρου δεν προσφέρει οποιαδήποτε υπηρεσία.

Το Ανώτατο Δικαστήριο στην πρωτόδικη του δικαιοδοσία απέρριψε την αίτηση επισημαίνοντας ότι η μαρτυρία για το τι εφαρμόζεται σε άλλες χώρες δεν δεσμεύει την Κυπριακή Δημοκρατία και δεν μπορεί να έχει οποιαδήποτε νομική, δεσμευτική ή πειστική αξία με τα επίδικα θέματα. (Βλ. Sportsman Betting Company Ltd v. Δημοκρατίας (2000) 3 A.A.Δ. 591).

Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι για την πετρέλευση πλοίων, ακόμα και στις εξαιρετικές περιπτώσεις κατά τις οποίες χρησιμοποιούνται βυτιοφόρα, η Αρχή Λιμένων Κύπρου δεν προσφέρει οποιαδήποτε υπηρεσία είτε εντός είτε εκτός λιμένος, το Δικαστήριο θεώρησε ότι τα επιβληθέντα δικαιώματα συνιστούν τέλος, δηλαδή υποχρέωση καταβολής έναντι ωφελήματος το οποίο παρέχεται από την Αρχή, ανεξάρτητα αν ο υπόχρεος προς την καταβολή δεν χρησιμοποιεί τις παρεχόμενες υπηρεσίες. (Βλ. I.B.S. Ltd v. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 220 και Δήμος Λεμεσού ν. Zenios Closures Ltd (1995) 3 C.L.R. 249).

Οι εφεσείουσες εταιρείες αμφισβητούν την ορθότητα της απορριπτικής ενδιάμεσης απόφασης ισχυριζόμενες ότι θα έπρεπε να επιτραπεί η προσκόμιση προφορικής μαρτυρίας, αφού έτσι θα τους παρεχόταν η ευχέρεια να τεκμηριώσουν το λόγο ακύρωσης της διοικητικής απόφασης και πιο συγκεκριμένα ότι κατά την πετρέλευση των πλοίων τόσο εντός όσο και εκτός λιμένος η Αρχή Λιμένων Κύπρου δεν παρέχει καμιά απολύτως υπηρεσία ως αντάλλαγμα ή αντιπαροχή των επιβληθέντων τελών.

Ορθώς τονίστηκε πρωτοδίκως ότι τα δικαιώματα καταβάλλονται ανεξαρτήτως του αν εκείνος που έχει υποχρέωση να τα καταβάλει, χρησιμοποιεί τις παρεχόμενες υπηρεσίες ή όχι.

(ii)        Λανθασμένα απορρίφθηκε η εισήγηση των εφεσειουσών ότι τα επιβληθέντα λιμενικά δικαιώματα των 0.50 σεντ για κάθε τόνο πετρελαίου δεν εμπίπτουν στην έννοια του "τέλους", αφού δεν παρέχεται προς τούτο από την εφεσίβλητη Αρχή οποιαδήποτε υπηρεσία ή ωφέλημα ως αντάλλαγμα.

Το Ανώτατο Δικαστήριο στην πρωτόδικη του δικαιοδοσία αποφάνθηκε ότι τα επιβληθέντα δικαιώματα συνιστούν υποχρέωση καταβολής, ανεξάρτητα από την ύπαρξη ανταποδοτικού χαρακτήρα και ανεξάρτητα από τη χρησιμοποίηση ή όχι των παρεχόμενων υπηρεσιών.

Είναι η θέση των εφεσειουσών ότι το τέλος επιβάλλεται μονομερώς και συνιστά αντάλλαγμα για κάποια χρήση, υπηρεσία ή ωφέλεια που προσφέρεται σε ένα ιδιώτη. Ο σκοπός της επιβολής του τέλους είναι η μερική ή ολική κάλυψη των δαπανών της λειτουργίας μιας υπηρεσίας ή ενός ιδρύματος. Επειδή δε η εφεσίβλητη αρχή δεν προσφέρει οποιαδήποτε υπηρεσία είτε εντός λιμένων είτε εκτός λιμένων κατά τη διάρκεια της πετρέλευσης πλοίων, η απόφαση για την επιβολή δικαιωμάτων £0.50 σεντ κατά τόνο πετρελαίου, είναι άκυρη και στερημένη οποιασδήποτε νομικής αξίας.

Ο σκοπός επιβολής κάποιου τέλους είναι η μερική ή και ολική κάλυψη της δαπάνης μιας προσφερόμενης υπηρεσίας. Όπως έχει σημειωθεί στην υπόθεση I.B.S. Ltd. v. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 220,

"Το 'τέλος' μπορεί γενικά να λεχθεί ότι είναι μια επιβάρυνση για μια ειδική υπηρεσία που προσφέρεται στους ιδιώτες από κάποιο κυβερνητικό όργανο και βασίζεται πάνω στα έξοδα τα οποία υφίσταται προσφέροντας μια τέτοια υπηρεσία, παρόλο που σε πλείστες ίσως περιπτώσεις τα έξοδα υπολογίζονται αυθαίρετα."

Όπως επίσης αναφέρεται στο σύγγραμμα "Ελληνικό Διοικητικό Δίκαιο" του Κυριακόπουλου, Τόμος 3, Ειδικό μέρος, στη σελίδα 354,

"Δια του τέλους σκοπείται να καλυφθώσιν εν όλω ή εν μέρει αι δαπάναι της λειτουργίας δημοσίας τινός υπηρεσίας ή δημοσίου τινός ιδρύματος."

Ο ισχυρισμός των εφεσειουσών ότι τις περισσότερες φορές η πετρέλευση διενεργείται στο αγκυροβόλιο το οποίο βρίσκεται έξω από το λιμάνι, είναι ανεδαφικός γιατί το αγκυροβόλιο θεωρείται μέρος του λιμανιού σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 3 των περί Αρχής Λιμένων Κύπρου Νόμων 1973-1977 και το περί Τελωνειακών Λιμένων Διάταγμα του 1968 (Αρ. 100/68).

Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι κανένα όφελος δεν προσφέρεται από την εφεσίβλητη Αρχή ως αντάλλαγμα για το επιβληθέν τέλος, μπορεί να σημειωθούν τα πιο κάτω. Όπως έχει αναφερθεί από την ευπαίδευτη συνήγορο της εφεσίβλητης Αρχής, η περιοχή του λιμανιού η οποία αποτελεί ιδιοκτησία της Αρχής χρησιμοποιείται από τα πλοία που εισέρχονται στο λιμάνι για να εφοδιαστούν με καύσιμα. Αυτό εξυπακούει χρήση του ιδιόκτητου χώρου της Αρχής για την πετρέλευση. Η πιο πάνω παραχώρηση περιλαμβάνει και τη διάθεση κρηπιδωμάτων για την πρόσδεση των πλοίων και την παρουσία λιμενικού λειτουργού, ο οποίος επιβλέπει τις εργασίες πετρέλευσης. Η εφεσίβλητη Αρχή ρυθμίζει επίσης την τροχαία κίνηση μέσα στο λιμάνι για την απρόσκοπτη εκτέλεση των εργασιών πετρέλευσης, με σχετικές σηματοδοτήσεις και με την παρουσία δύο λιμενικών λειτουργών. Επιπρόσθετα προς τα πιο πάνω η εφεσίβλητη Αρχή έχει την υποχρέωση να προβαίνει σε συντήρηση και επιδιορθώσεις των εγκαταστάσεων του λιμανιού οι οποίες χρησιμοποιούνται για την πετρέλευση.

Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω στην παρούσα περίπτωση η επιβολή του ποσού των £0.50 σεντ κατά τόνο πετρελαίου για την πετρέλευση δεν μπορεί να θεωρηθεί ως άκυρη ή παράνομη, έχοντας υπόψη τα έξοδα της καθιέρωσης, συντήρησης και επίβλεψης της παροχής των προσφερόμενων υπηρεσιών, όπως αυτά έχουν αναφερθεί πιο πάνω.

Η σχετική εισήγηση απορρίπτεται.

(iii)       Λανθασμένα απορρίφθηκε η εισήγηση των εφεσειουσών ότι τα δικαιώματα πετρέλευσης στηρίχθηκαν σε Κανονισμούς οι οποίοι έχουν εκδοθεί πέραν της νομοθετικής εξουσιοδότησης (ultra vires) που καθορίζει το άρθρο 25 των περί Αρχής Λιμένων Κύπρου Νόμων.

Οι εφεσείουσες ισχυρίζονται ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την εισήγηση τους ότι η Κ.Δ.Π. 277/99, η οποία επιτρέπει την επιβολή δικαιωμάτων πετρέλευσης βρίσκεται εκτός της εξουσιοδότησης την οποία παρέχει το άρθρο 25 των περί Αρχής Λιμένων Κύπρου Νόμων 1973-1977, όπως έχει τροποποιηθεί. Το επιχείρημα των εφεσειουσών προς υποστήριξη της πιο πάνω εισήγησης βασίζεται στο ότι η εφεσίβλητη Αρχή δεν προσφέρει προς τούτο καμιά υπηρεσία και/ή αντάλλαγμα κατά τη διάρκεια της πετρέλευσης πλοίων. Έπεται ότι οι σχετικοί κανονισμοί δεν μπορούν να υπαχθούν στην έννοια του τέλους και κατ' επέκταση πρέπει να θεωρούνται ότι εκδόθηκαν καθ' υπέρβαση της νομοθετικής εξουσιοδότησης που παρέχει το άρθρο 25 των περί Αρχής Λιμένων Κύπρου Νόμων 1973-1977. Το θέμα έχει ήδη εξεταστεί και απαντηθεί στο δεύτερο λόγο έφεσης και κρίνουμε ότι δεν υπάρχει λόγος επανάληψής του.

Η σχετική εισήγηση απορρίπτεται.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα σε βάρος των εφεσειουσών.

H έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο