ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2006) 3 ΑΑΔ 58

1 Μαρτίου, 2006

[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στές]

ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΑΙ ΕΡΓΩΝ, ΔΙΑ ΤΟΥ

ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ,

Εφεσείοντες-Καθ' ων η αίτηση,

v.

FAIRSEAS EXPLORER SHIPPING LTD.,

Εφεσιβλήτων-Αιτητών.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3564)

 

Συνταγματικό Δίκαιο ― Σύνταγμα ― Άρθρο 23 ― Δικαίωμα ιδιοκτησίας ― Υποκείμενο κατά το Αρθρο 23.3 του Συντάγματος σε περιορισμούς «δια νόμου» ― Κατά πόσο η φράση ερμηνεύεται αυστηρά, ώστε περιορισμοί που τίθενται με Κανονισμούς ή αποφάσεις διοικητικών οργάνων, κατ' εξουσιοδότηση νόμου, είναι αντισυνταγματικές ― Επιτρεπτό, βάσει και της νομολογίας, οι περιορισμοί να τεθούν από όργανα που εξουσιοδοτήθηκαν προς τούτο βάσει νόμου ― Τα Αρθρα 14Α και 14Β του περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Νηολόγησις, Πώλησις και Υποθήκευσις Πλοίων) Νόμου του 1963 (Ν.45/63) δεν παραβιάζουν το Αρθρο 23.3 του Συντάγματος.

Με την έφεσή τους οι εφεσείοντες προσέβαλαν την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης με την οποία κρίθηκε πως η εξουσία για να τίθενται περιορισμοί στην εγγραφή πλοίων είναι αντισυνταγματική διότι πηγάζει από τα Αρθρα 14Α και 14Β του Ν.45/63 και παραβιάζει το Αρθρο 23.3 του Συντάγματος που επιτρέπει τέτοιους περιορισμούς μόνο βάσει νόμου.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, επιτρέποντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

Η ευπαίδευτη δικηγόρος των εφεσειόντων έδωσε έμφαση κατά την αγόρευσή της, στο ότι η απαγόρευση εγγραφής υπερήλικου, όπως το είπε, πλοίου, εμπίπτει στους περιορισμούς που επιτρέπει το Σύνταγμα, δηλαδή «προς το συμφέρον της δημοσίας ασφαλείας». Η ουσία όμως της απόφασης του πρωτόδικου δικαστή δεν είναι ότι δεν επιτρέπεται τέτοιος περιορισμός, αλλά ότι τούτος τέθηκε με τρόπο αντίθετο από αυτό που προβλέπει το Σύνταγμα και συγκεκριμένα η παράγρ. 3 του Άρθρου 23.

Το ερώτημα που τίθεται, είναι αν η φράση «να υποβληθή διά νόμου» που περιέχεται στην παράγραφ. 3 του Αρθρου 23 του Συντάγματος θα πρέπει να ερμηνευθεί αυστηρά με την έννοια ότι οι όροι, δεσμεύσεις ή περιορισμοί του δικαιώματος ιδιοκτησίας που διασφαλίζει το Αρθρο 23.1, θα πρέπει να περιέχονται στον ίδιο το Νόμο ή αν είναι επιτρεπτό να αφεθεί τούτο, με βάση το νόμο, σε όργανα άλλα από τη νομοθετική εξουσία, όπως για παράδειγμα στο Υπουργικό Συμβούλιο (Αρθρο 54 του Συντάγματος) ή σε Υπουργό (Αρθρο 58 του Συντάγματος) όπως έγινε σ' αυτήν την περίπτωση.

Η απάντηση στο ερώτημα αυτό βρίσκεται στην υπόθεση Police and Hondrou, 3 R.S.C.C. 82 και ιδιαίτερα στα όσα αναφέρονται στις σελ. 85 και 86, τα οποία υιοθετήθηκαν σε αριθμό αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου.

Η επιβολή όρων και περιορισμών που προβλέπονται από το Αρθρο 23 του Συντάγματος, έγινε με βάση νόμο, ο οποίος προέβλεψε ότι τις λεπτομέρειες της πρακτικής εφαρμογής θα τις αναλάμβανε ο Υπουργός Συγκοινωνιών και Έργων, ως θέμα πια διοικητικής λειτουργίας, σύμφωνα και με τις πρόνοιες του Αρθρου 58 του Συντάγματος. Με βάση δηλαδή τα Αρθρα 14Α και 14Β (ιδιαίτερα το δεύτερο) του προαναφερθέντος Νόμου 45/63 η νομοθετική εξουσία «διά νόμου» αποφάσισε ότι ο Υπουργός δύναται μεταξύ άλλων να επιβάλει όρους αναφορικά με τη νηολόγηση πλοίων, σχετικούς «προς την ασφάλεια της ανθρώπινης ζωής εν τη θαλάσση». Όροι που αφορούν την ηλικία ενός πλοίου (ή θα λέγαμε και άλλων μεταφορικών μέσων) είναι τέτοιας φύσης που καλύπτονται από τη συνταγματική πρόνοια. Αποτελούν απλώς λεπτομέρεια που δεν ήταν απαραίτητο να ενσωματώνεται στο κείμενο του νόμου. Επομένως ήταν επιτρεπτό για τους εφεσείοντες να επιβάλουν τους σχετικούς όρους με τον προαναφερθέντα τρόπο, και η περί του αντιθέτου πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

Police and Hondrou, 3 R.S.C.C. 82,

Anastassiou v. Republic (1972) 2 C.L.R. 121,

Meridian Trading v. Minister of Commerce (1987) 3(C) C.L.R. 1930,

Syndesmos Electrologon v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1289,

Theodorides v. Central Bank (1988) 3 C.L.R. 537,

Τριανταφυλλίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 429,

Τοφίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 263.

Έφεση.

Έφεση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Yπ. Aρ. 862/2001), ημερ. 18/12/2002.

Μ. Σπηλιωτοπούλου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσείοντες.

Ντ. Σαβεριάδης, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Μ. Φωτίου.

ΦΩΤΙΟΥ, Δ.: Οι εφεσίβλητοι, που είναι κυπριακή εταιρεία με έδρα τη Λεμεσό, είχαν ζητήσει μέσω των δικηγόρων τους από το Τμήμα Εμπορικής Ναυτιλίας την προσωρινή εγγραφή του πλοίου "APTITY" το οποίο είχαν πρόσφατα αγοράσει. Με επιστολή του εν λόγω Τμήματος ημερ. 24/9/01 πληροφορήθηκαν ότι το αίτημά τους δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί για το λόγο ότι το πλοίο ήταν πέραν των 33 ετών και ως εκ τούτου η εγγραφή του προσέκρουε στην κυβερνητική πολιτική για την εγγραφή πλοίων στο Κυπριακό Νηολόγιο, όπως η πολιτική αυτή καθορίστηκε με την υπ' αρ. ΕΕ23/99 εγκύκλιο του Τμήματος Εμπορικής Ναυτιλίας ημερ. 11/11/99. Ως αποτέλεσμα οι εφεσίβλητοι καταχώρησαν την προσφυγή αρ. 862/01 η οποία είχε επιτυχή κατάληξη. Ο πρωτόδικος δικαστής ακύρωσε την άρνηση των εφεσειόντων «γιατί στηρίχθηκε σε γενική πολιτική» και/ή σε «δημόσιο συμφέρον εν γένει» που καθορίστηκαν από την εκτελεστική εξουσία στα πλαίσια των άρθρων 14Α και 14Β του περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Νηολόγησις, Πώλησις και Υποθήκευσις Πλοίων) Νόμου του 1963 (Ν. 45/63 ως έχει τροποποιηθεί) τα οποία παραβιάζουν το Αρθρο 23.3 του Συντάγματος.

Οι εφεσείοντες καταχώρησαν την παρούσα έφεση την οποία βασίζουν σε πέντε λόγους οι οποίοι στην ουσία τους περιστρέφονται στον ίδιο ισχυρισμό:  Διατείνονται δηλαδή οι εφεσείοντες ότι λανθασμένα ο πρωτόδικος δικαστής έκρινε ότι τα εν λόγω άρθρα (14Α και 14Β) παραβιάζουν το άρθρο 23.3 του Συντάγματος. Ισχυρίζονται ότι η νομοθετική εξουσία δεν έθεσε οποιαδήποτε στέρηση ή περιορισμό στο δικαίωμα απόκτησης κυριότητας, κατοχής, απόλαυσης ή διάθεσης της περιουσίας, αλλά απλώς ρύθμισε τις προϋποθέσεις εγγραφής στο κυπριακό νηολόγιο. 

Την πιο πάνω θέση ανάπτυξαν οι εφεσείοντες και στο περίγραμμα αγόρευσής τους. Αναφέρθηκαν στην παράγραφο 3 του άρθρου 23 του Συντάγματος που επιτρέπει περιορισμό του δικαιώματος που διασφαλίζει, μεταξύ άλλων, το άρθρο 23 του Συντάγματος όταν τούτο είναι απολύτως απαραίτητο προς το συμφέρον της δημόσιας ασφάλειας. Εδώ η κυβερνητική πολιτική για υπερήλικα πλοία έγινε για τα συμφέροντα της δημόσιας ασφάλειας. Θέτει γενική απαγόρευση για εγγραφή πλοίων άνω των 23 ετών, κάτι που εδικαιούτο να πράξει.

Είναι περαιτέρω ο ισχυρισμός των εφεσειόντων ότι εσφαλμένα το πρωτόδικο δικαστήριο αποφάσισε ότι η εν λόγω απαγόρευση δεν τέθηκε από τη νομοθετική εξουσία όπως προβλέπει το άρθρο 23 του Συντάγματος.

Ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσιβλήτων/αιτητών υποστήριξε την εκκαλούμενη απόφαση. Προώθησε ιδιαίτερα τη θέση ότι παράνομα η νομοθετική εξουσία εκχώρησε την εξουσία της στον κατά καιρούς υπουργό ο οποίος μπορεί, όπως το έθεσε, «να την χρησιμοποιεί και να την μεταβάλλει ανάλογα με την κατά καιρούς πολιτική της κυβέρνησης με αποτέλεσμα ουσιαστικά την πλήρη αβεβαιότητα για τον πολίτη». Τόνισε επίσης το ότι υπήρξε και περαιτέρω εκχώρηση από τον Υπουργό προς το Διευθυντή Εμπορικής Ναυτιλίας.

Για σκοπούς απόφασης του θέματος που εξετάζουμε, κρίνουμε σκόπιμο να παραθέσουμε στην παρούσα το ουσιαστικό μέρος της απόφασης του πρωτόδικου δικαστή, που έχει ως εξής:

«Προβάλλεται, μεταξύ άλλων, ως λόγος ακυρώσεως ότι η επίδικη απόφαση είναι άκυρη για το λόγο ότι στηρίζεται σε κυβερνητική πολιτική η οποία φαίνεται να καθορίσθηκε στα πλαίσια των άρθρων 14Α και 14Β του Νόμου τα οποία παραβιάζουν το άρθρο. 23.3 του Συντάγματος.

Ο προβαλλόμενος λόγος ακυρώσεως ευσταθεί.»

Αφού το δικαστήριο προχωρεί και παραθέτει το σχετικό κείμενο του άρθρου 23 του Συντάγματος και τα άρθρα 14Α και 14Β του προαναφερθέντος Νόμου, καταλήγει ως ακολούθως:

«Από το κείμενο του Άρθρου 23.3 του Συντάγματος είναι σαφές ότι η άσκηση του ατομικού δικαιώματος κατοχής και απόλαυσης ιδιοκτησίας, κινητής ή ακίνητης, δύναται να υποβληθεί σε περιορισμούς μόνο «διά νόμου». Η επιβολή, με άλλα λόγια, περιορισμών στην ιδιοκτησία τίθεται από το Σύνταγμα υπό τον έλεγχο της νομοθετικής εξουσίας κατά τρόπο που να μην είναι δυνατή η επιβολή τέτοιων περιορισμών από οποιαδήποτε άλλη κρατική εξουσία. Στην περίπτωση των άρθρων 14Α και 14Β του Νόμου, η νομοθετική εξουσία, αντί να επιβάλει η ίδια περιορισμούς στη νηολόγηση πλοίων, πάντοτε μέσα στα πλαίσια του Άρθρου 23.3 του Συντάγματος, απεμπόλησε την κατά το Σύνταγμα εξουσία της, αλλά και υποχρέωση, και την ανέθεσε, μάλιστα εν λευκώ, στην «Κυβέρνηση της Δημοκρατίας», δηλαδή στην εκτελεστική εξουσία, είτε αυτή ονομάζεται Υπουργικό Συμβούλιο, είτε Υπουργός Συγκοινωνιών και Έργων.

Η επίδικη απόφαση ακυρώνεται γιατί στηρίχθηκε σε «γενική πολιτική» και/ή σε «δημόσιον συμφέρον εν γένει» που καθορίσθηκαν από την εκτελεστική εξουσία στα πλαίσια των άρθρων 14Α και 14Β του Νόμου τα οποία, για το λόγο που εξήγησα, παραβιάζουν ευθέως το Άρθρο 23.3 του Συντάγματος.»

Όπως ήδη αναφέραμε η ευπαίδευτη δικηγόρος των εφεσειόντων έδωσε έμφαση κατά την αγόρευση της στο ότι η απαγόρευση εγγραφής υπερήλικου, όπως το είπε, πλοίου, εμπίπτει στους περιορισμούς που επιτρέπει το Σύνταγμα, δηλαδή «προς το συμφέρον της δημοσίας ασφαλείας». Η ουσία όμως της απόφασης του πρωτόδικου δικαστή δεν είναι ότι δεν επιτρέπεται τέτοιος περιορισμός, αλλά ότι τούτος τέθηκε με τρόπο αντίθετο από αυτό που προβλέπει το Σύνταγμα και συγκεκριμένα η παράγρ. 3 του άρθρου 23 η οποία, στην έκταση που μας ενδιαφέρει, έχει ως εξής:

«23.3 Η άσκησις τοιούτου δικαιώματος δύναται να υποβληθή διά νόμου εις όρους, δεσμεύσεις ή περιορισμούς απολύτως απαραιτήτους προς το συμφέρον της δημοσίας ασφαλείας ή της δημοσίας υγιείας ή των δημοσίων ηθών ή της πολεοδομίας ή της αναπτύξεως και χρησιμοποιήσεως οιασδήποτε ιδιοκτησίας προς προαγωγήν της δημοσίας ωφελείας ή προς προστασίαν των δικαιωμάτων τρίτων.

......................................................................................................»

Το ερώτημα που τίθεται, είναι αν η φράση «να υποβληθή διά νόμου» που περιέχεται στην παράγραφ. 3 του άρθρου 23 του Συντάγματος θα πρέπει να ερμηνευθεί αυστηρά με την έννοια ότι οι όροι, δεσμεύσεις ή περιορισμοί του δικαιώματος ιδιοκτησίας που διασφαλίζει το άρθρο 23.1, θα πρέπει να περιέχονται στον ίδιο το Νόμο ή αν είναι επιτρεπτό να αφεθεί τούτο, με βάση το νόμο, σε όργανα άλλα από τη νομοθετική εξουσία, όπως για παράδειγμα στο Υπουργικό Συμβούλιο (άρθρο 54 του Συντάγματος) ή σε Υπουργό (άρθρο 58 του Συντάγματος) όπως έγινε στη δική μας περίπτωση.

Την απάντηση στο ερώτημα αυτό τη βρίσκουμε στην υπόθεση Police and Hondrou, 3 R.S.C.C. 82 και ιδιαίτερα στα όσα αναφέρονται στις σελ. 85 και 86 τα οποία υιοθετήθηκαν σε αριθμό αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου (βλ. μεταξύ άλλων Anastassiou v. Republic (1972) 2 C.L.R. 121, 123-124, Meridian Trading v. Minister of Commerce (1987) 3(C) C.L.R. 1930, 1933, Syndesmos Electrologon v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1289, 1299, Theodorides v. Central Bank (1988) 3 C.L.R. 537, 546, Τριανταφυλλίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 429, 450 και Τοφίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 263, 274).

Στην Τριανταφυλλίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας (πιο πάνω) στη σελ. 450 λέχθηκαν τα ακόλουθα:

«Η νομοθετική εξουσία ασκείται από τη Βουλή των Αντιπροσώπων. Η Βουλή, όμως, εξουσιοδοτεί άλλα όργανα να νομοθετούν αναφορικά με λεπτομερειακές πρόνοιες μέσα στα πλαίσια του νόμου. Στη σύγχρονη κοινωνία με τις πολύπλοκες ανάγκες και τα πολλαπλά προβλήματα, όχι μόνο είναι επιτρεπτό, αλλά είναι κοινή τακτική η νομοθετική εξουσία να θεσπίζει νόμο και να αφήνει τις λεπτομέρειες για την εφαρμογή του να συμπληρώνονται από δευτερογενή νομοθεσία. Η νομοθετική εξουσία έχει το δικαίωμα εξουσιοδότησης και η νομοθεσία με εξουσιοδότηση είναι και αυτή έκφραση της βούλησης του λαού μέσω της λαϊκής αντιπροσωπείας - (βλ. μεταξύ άλλων, Police and Theodoros Nicola Hondrou and Another, 3 R.S.C.C. 82, Ethnikos v. K.O.A. (1984) 3 C.L.R. 1150, σελ. 1155, President of Republic v. House of Representatives (1986) 3 C.L.R. 1168).»

Στη δική μας περίπτωση η επιβολή όρων και περιορισμών που προβλέπονται από το άρθρο 23 του Συντάγματος, έγινε με βάση νόμο, ο οποίος προέβλεψε ότι τις λεπτομέρειες της πρακτικής εφαρμογής θα τις αναλάμβανε ο Υπουργός Συγκοινωνιών και Έργων, ως θέμα πια διοικητικής λειτουργίας, σύμφωνα και με τις πρόνοιες του άρθρου 58 του Συντάγματος. Με βάση δηλαδή τα Αρθρα 14Α και 14Β (ιδιαίτερα το δεύτερο) του προαναφερθέντος Νόμου 45/63 η νομοθετική εξουσία «διά νόμου» αποφάσισε ότι ο Υπουργός δύναται μεταξύ άλλων να επιβάλει όρους αναφορικά με τη νηολόγηση πλοίων, σχετικούς «προς την ασφάλεια της ανθρώπινης ζωής εν τη θαλάσση». Όροι που αφορούν την ηλικία ενός πλοίου (ή θα λέγαμε και άλλων μεταφορικών μέσων) είναι τέτοιας φύσης που καλύπτονται από τη συνταγματική πρόνοια. Αποτελούν απλώς λεπτομέρεια που δεν ήταν απαραίτητο να ενσωματώνεται στο κείμενο του νόμου. Επομένως καταλήγουμε ότι ήταν επιτρεπτό για τους εφεσείοντες να επιβάλουν τους σχετικούς όρους με τον προαναφερθέντα τρόπο, και η περί του αντιθέτου πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται.

Με βάση τα πιο πάνω η έφεση επιτρέπεται με έξοδα τόσο πρωτόδικα όσο και κατ' έφεση, τα οποία να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή.

Η προσβαλλόμενη με την προσφυγή απόφαση, επικυρώνεται.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο