ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2005) 3 ΑΑΔ 209

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

                                                                        Αναθεωρητική Έφεση αρ. 3489

 

 

13 Ιουνίου, 2005

 

[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ,

 ΦΩΤΙΟΥ,  Δ/στές]

 

 

 

ΣΩΚΡΑΤΗΣ ΟΡΦΑΝΟΥ

Εφεσείων/αιτητής

 

- ν. -

 

ΕΦΟΡΟΥ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΕΩΣ

Εφεσίβλητου/καθού η αίτηση

 

-------------------------------

Α. Σ. Αγγελίδης με Ξ. Ευγενίου (κα),  για τον εφεσείοντα

 

Λ. Χριστοδουλίδου-Ζαννέττου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τον εφεσίβλητο

 

----------------------

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ:  Την απόφαση του δικαστηρίου θα

δώσει ο δικαστής Μ. Φωτίου.

 

---------------------

 

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

 

 

Μ. ΦΩΤΙΟΥ, Δ:  Ο αιτητής διεκδίκησε τη θέση Εσωτερικού Ελεγκτή στη Συνεργατική Πιστωτική Εταιρεία Ύψωνα-Λόφου (Σ.Π.Ε.) χωρίς όμως να επιλεγεί.  Επιλέγηκε άλλος υποψήφιος, η Λητώ Προκοπίου, η οποία, σύμφωνα με τον ισχυρισμό του αιτητή, δεν πληρούσε όλες τις απαιτήσεις του σχεδίου υπηρεσίας και/ή είχε βαθμό συγγένειας με μέλος της Επιτροπείας της Σ.Π.Ε.  Έτσι ο αιτητής με επιστολή του δικηγόρου του ημερ. 17/11/00 ζήτησε από τον Έφορο Συνεργατικών Εταιρειών και Συνεργατικής Αναπτύξεως (εφεσίβλητο/καθού η αίτηση) την παραπομπή του θέματος της μη πρόσληψης του, σε διαιτησία σύμφωνα με τον Καν. 78(1) των περί Συνεργατικών Εταιρειών Θεσμών του 1987 (Κ.Δ.Π. 142/87) και το Άρθρο 52 του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου του 1985 (Νόμος 22/85 όπως έχει τροποποιηθεί με το Ν. 68/87). Ο εφεσίβλητος με επιστολή του ημερ. 23/1/01 η οποία απευθυνόταν προς το δικηγόρο του αιτητή, απέρριψε το αίτημα με το ακόλουθο σκεπτικό, το οποίο και παραθέτουμε αυτούσιο:

 

«Αναφέρομαι στην επιστολή σας με ημερομηνία 17.11.2000 σχετικά με την μη πρόσληψη του κ. Σωκράτη Ορφανού υπαλλήλου της Σ.Π.Ε. Ύψωνα-Λόφου, στη θέση του Εσωτερικού Ελεγκτή και ύστερα από εξέταση του θέματος σας πληροφορώ τα πιο κάτω:

 

       (α) Η θέση του Εσωτερικού Ελεγκτή είναι θέση πρώτου διορισμού και προαγωγής.  Η θέση προκηρύχθηκε κανονικά με βάση το Νόμο και τους Κανονισμούς Υπηρεσίας της Εταιρειας.

 

       (β) Επτά από τους οκτώ υποψηφίους πληρούσαν τα προσόντα για σκοπούς σχεδίων υπηρεσίας.  Η αξιολόγηση των αιτητών έγινε από ειδικό αξιολογητή ο οποίος βαθμολόγησε τρεις από αυτούς «πολύ καλά» ενώ ο κ. Σωκράτης Ορφανός βαθμολογήθηκε «καλά».  Συνεπώς ήταν εκτός των τριών επικρατέστερων υποψηφίων με βάση την κατάταξη του αξιολογητή.

 

(γ)  Η διορισθείσα είναι σύζυγος του αδελφότεκνου της συζύγου του προέδρου της Επιτροπείας.

 

(δ) Εν όψει των ανωτέρω διαπιστώνω ότι η Επιτροπεία ενήργησε νομότυπα και δεν βλέπω διαφορά για παραπομπή του θέματος σε διαιτησία.»

 

Ο αιτητής εναντίον της πιο πάνω απόφασης του καθού η αίτηση καταχώρησε την προσφυγή με αρ. 277/01 στην οποία η πλευρά του καθού η αίτηση, στο στάδιο της γραπτής τους αγόρευσης ήγειρε προδικαστική ένσταση ότι η εν λόγω απόφαση δεν ενέπιπτε στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου, αλλά του ιδιωτικού και επομένως δεν μπορούσε να αποτελέσει αντικείμενο προσφυγής με βάση το Άρθρο 146 του Συντάγματος.

 

Το πρωτόδικο δικαστήριο δέχθηκε την ένσταση και απέρριψε την προσφυγή με το ακόλουθο σκεπτικό:

 

«Το άρθρο 52 του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου του 1985, Ν. 22/85, όπως τροποποιήθηκε με το Νόμο 68/87, προβλέπει ότι οσάκις εγείρεται οποιαδήποτε διαφορά που αγορά τις εργασίες εγγεγραμμένης συνεργατικής εταιρείας μεταξύ διαφόρων προσώπων και της εταιρείας, της επιτροπείας ή του συμβουλίου της, ή οιουδήποτε αξιωματούχου, η διαφορά αυτή θα παραπέμπεται στον Έφορο.  Τα πρόσωπα που αναφέρονται στο άρθρο 52 είναι μέλη, πρώην μέλη, πρόσωπα αξιούντα μέσω μέλους, πρώην μέλους ή αποβιώσαντος μέλους της εταιρείας.  Σε καμιά περίπτωση δεν περιλαμβάνονται και υποψήφιοι για την πλήρωση θέσης στο προσωπικό της εταιρείας.

 

Οι συνεργατικές πιστωτικές εταιρείες (ΣΠΕ) δεν είναι πρόσωπα δημοσίου δικαίου, αλλά ιδιωτικές εταιρείες, οι πράξεις των οποίων δεν υπόκεινται σε προσφυγή. Αυτός ειναι και ο λόγος που ο αιτητής απέφυγε να στραφεί εναντίον της απόφασης της Επιτροπής της ΣΠΕ Υψωνα-Λόφου, με την οποία διορίστηκε η Προκοπίου και προτίμησε να στραφεί εναντίον της απόφασης του Εφόρου Συνεργατικής Ανάπτυξης, με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα του για παραπομπή σε διαιτησία.

 

Η πράξη του Εφόρου να απορρίψει το αίτημα για διαιτησία δεν εμπίπτει εντός των πλαισίων του δημόσιου δικαίου, αλλά αποτελεί απόφαση δημόσιου λειτουργού που κείται στην περιοχή του ιδιωτικού δικαίου (Valana v. The Republic and Others, 3 RSCC 91,93).

 

Το πεδίο του δημόσιου δικαίου διακρίνεται από το ιδιωτικό δίκαιο ανάλογα με το σκοπό τον οποίο η νομοθεσία αποβλέπει να προάξει και το ενδιαφέρον του κοινού στη συγκεκριμένη λειτουργία (Tamasos Tobaco Supplies and Co. v. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 407).

 

Για να αποφασιστεί κατά πόσο πράξη ή παράλειψη δημόσιου οργάνου είναι πράξη που εμπίπτει στην έννοια του Άρθρου 146.1 του Συντάγματος, θα πρέπει να εξετάζεται η φύση και ο χαρακτήρας της, αλλά επίσης κυρίως θα πρέπει να εξετάζονται οι εξουσίες και τα καθήκοντα που έχουν αποδοθεί στο δημόσιο όργανο και στις λειτουργίες του γενικά, όπως επίσης και στη συγκεκριμένη φύση της απόφασης, της πράξης ή της παράλειψης που μας ενδιαφέρει (Sevastides v. The Electricity Authority of Cyprus (1963) 2 C.L.R. 497, 500, 501.  Bλέπε επίσης Δρ. Γεωργίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1995) 3 Α.Α.Δ. 424).

 

Στην παρούσα υπόθεση η επιλογή που είναι και η βάση της παρούσας προσφυγής, έγινε από ιδιωτική εταιρεία και η απόφαση της Επιτροπής κείται σαφώς εκτός της δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου.  Περαιτέρω, το θέμα που εγείρεται δεν είναι καν μέσα στα πλαίσια που θέτει το άρθρου 52 του Νόμου για παραπομπή σε διαιτησία.»

 

Η έφεση

Ο εφεσείων εφεσίβαλε την πιο πάνω απόφαση και προβάλλει τους ακόλουθους δυο λόγους έφεσης:

 

«1.  Η πρωτόδικη απόφαση εσφαλμένα απέρριψε την προσφυγή θεωρώντας ότι η απόφαση του Εφεσίβλητου που λήφθηκε ως εξουσία ή αρμοδιότητα προβλεπομένη και/ή παρεχομένη κατά το Δημόσιο Δίκαιο από το Νόμο και τους Κανονισμούς, είναι απόφαση ιδιωτικού δικαίου.

 

2. Εσφαλμένα η πρωτόδικη απόφαση έκρινε ή ανέφερε αναιτιολόγητα ή παρεμπιπτόντως ότι η διαφορά ενώπιον του Εφόρου δεν εμπίπτει στα πλαίσια του άρθρου 52 του Νόμου.»

 

Αναπτύσσοντας τους πιο πάνω λόγους έφεσης ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα, μεταξύ άλλων, αναφέρει ότι το πρωτόδικο δικαστήριο εσφαλμένα συνέδεσε το θέμα με την απόφαση της Σ.Π.Ε., της ιδιωτικής δηλαδή εταιρείας, να μην προσλάβει τον αιτητή στην υπηρεσία της, αφού η προσφυγή στρεφόταν εναντίον της απόφασης του Εφόρου να μην παραπέμψει το θέμα σε διαιτησία, εξουσία που ασκήθηκε με βάση το άρθρο 52 του Νόμου.  Επικαλέστηκε την υπόθεση Ιωσηφίδου κ.α. ν. Εφόρου Συνεργατικής Αναπτύξεως, υποθ. 107/99, ημερ. 23/1/2001.

 

Το άρθρο 52 του προαναφερθέντος νόμου, στην έκταση που είναι σχετικό, έχει ως ακολούθως:

 

«52(1) Οσάκις εγείρεται οιαδήποτε διαφορά αφορώσα τας εργασίας εγγεγραμμένης εταιρείας -

       (α) μεταξύ μελών, πρώην μελών, και προσώπων αξιούντων μέσω μελών. ή

 

       (β) μεταξύ μέλους, πρώην μέλους ή προσώπου αξιούντος μέσω μέλους, πρώην μέλους ή αποβιώσαντος μέλους και της εταιρείας, της επιτροπείας ή του  συμβουλίου αυτής ή οιουδήποτε αξιωματούχου, αντιπροσώπου ή υπαλλήλου της εταιρείας. ή

 

       (γ) μεταξύ της εταιρείας ή της επιτροπείας ή του συμβουλίου αυτής και οιουδήποτε αξιωματούχου, αντιπροσώπου ή υπαλλήλου της εταιρείας. ή

 

       (δ) μεταξύ της εταιρείας και οιασδήποτε ετέρας εγγεγραμμένης εταιρείας,

 

η τοιαύτη διαφορά θα παραπέμπηται υφ' οιουδήποτε εξ αυτών εις τον Έφορον.

.................................................................................................................»

 

 

Μελετήσαμε τις αντίστοιχες θέσεις.  Καταρχήν σημειώνουμε ότι η υπόθεση Ιωσηφίδου (πιο πάνω), που επικαλείται η πλευρά του εφεσείοντα, διαφοροποιείται από την παρούσα καθότι εκεί η απόφαση που ήταν αντικείμενο της προσφυγής ενέπιπτε με σαφήνεια στις πρόνοιες του άρθρου 52 αφού αφορούσε τη διαγραφή των αιτητών από μέλη της Σ.Π.Ε. Αθηαίνου.  Στη δική μας περίπτωση, όπως ορθά έθιξε και το πρωτόδικο δικαστήριο, το θέμα το οποίο ο αιτητής - εφεσείων ζητούσε με την επιστολή του δικηγόρου του ημερ. 17/11/00 να παραπέμψει σε διαιτησία ο Έφορος, δηλαδή παράπονο για τη μη πρόσληψη του από τη Σ.Π.Ε., δεν ήταν θέμα το οποίο καλυπτόταν από το άρθρο 52.  Την εν λόγω κατάληξη του το πρωτόδικο δικαστήριο στήριξε σε αριθμό αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου.  Κρίνουμε ότι ορθά το δικαστήριο συνέδεσε το αίτημα για παραπομπή με το παράπονο του εφεσείοντα που αφορούσε τη μη πρόσληψη του από τη Σ.Π.Ε. την απόφαση της οποίας, εν πάση περιπτώσει, δεν προσέβαλε.  Αναφορικά με τον Καν. 78 των προαναφερθέντων θεσμών αυτός δε διευρύνει τις περιπτώσεις που καλύπτει το άρθρο 52 του Νόμου για σκοπούς διαιτησίας.  Απλώς προβλέπει πώς πρέπει να γίνεται η παραπομπή.

 

Ενόψει όλων των πιο πάνω συμφωνούμε με την πρωτόδικη απόφαση χωρίς την ανάγκη να προσθέσουμε οτιδήποτε άλλο.

 

Ως αποτέλεσμα η έφεση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ του εφεσίβλητου.

 

 

Δ.                            Δ.                    Δ.                                Δ.                    Δ.

/ΚΑς


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο