ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2005) 3 ΑΑΔ 224

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ.3465)

 

14 Ιουνίου, 2005

 

[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ Δ/στές.]

 

 

ANDYS MICHAELIDES TRADING HOUSE LTD,

Εφεσείουσα,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,

2. ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,

Εφεσιβλήτων.

 

_________

 

 

Φρ. Χατζηχάννας για Παπαχαραλάμπους και Αγγελίδη, για την Εφεσείουσα.

Μ. Μαλαχτού-Παμπαλλή,  Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τους Εφεσίβλητους.

 

_________________

 

 

 

 

 

Κωνσταντινίδης, Δ.:  Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει

  ο Δικαστής Δ. Χατζηχαμπής.

 

________________

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.:  Στις 22.6.2000 η Εφεσείουσα υπέβαλε αίτηση στο Επαρχιακό Γραφείο Πολεοδομίας Λευκωσίας, ως αρμόδια Πολεοδομική Αρχή στα πλαίσια του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου ("ο Νόμος"), για χορήγηση πολεοδομικής άδειας για ανάπτυξη κτήματος της στην Έγκωμη με την ανέγερση οικοδομής αποτελούμενης από δύο καταστήματα και ένα διαμέρισμα.  Η αίτηση αυτή επεδίωκε να νομιμοποιήσει ήδη αρξάμενες οικοδομικές εργασίες κατά παράβαση των όρων προηγούμενης άδειας οικοδομής για ανέγερση διόροφης μονοκατοικίας και υπόγειου χώρου στάθμευσης.  Το κτήμα ήταν στην Πολεοδομική Ζώνη Κα6 που είναι οικιστική.  Υπεβλήθη έτσι την ίδια μέρα και αίτηση προς το Υπουργικό Συμβούλιο, ως αρμόδιο δυνάμει του άρθρου 26(2) του Νόμου, για χορήγηση πολεοδομικής άδειας κατά παρέκκλιση.  Στην αίτηση εδίδετο πλήρης περιγραφή της επιδιωκόμενης παρέκκλισης και εγίνετο πλήρης ανάπτυξη των λόγων για τους οποίους υποστηρίζετο ότι αυτή δικαιολογείτο.

 

Το πράγμα πήρε την πορεία του όπως αυτή διαγράφεται στους περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας (Παρεκκλίσεις) Κανονισμούς του 1999 (ΚΔΠ 309/99) ("οι Κανονισμοί").  Το Επαρχιακό Γραφείο υπέβαλε εμπεριστατωμένη έκθεση στο Συμβούλιο Παρεκκλίσεων, με την οποία εισηγείτο απόρριψη της αίτησης.  Παραθέτουμε τις απόψεις και εισηγήσεις του:

 

"11. Η Πολεοδομική Αρχή αφού μελέτησε προσεκτικά την αίτηση και τα σχέδια και διαπίστωσε ότι:

 

(α)  Το υπό αναφορά τεμάχιο βρίσκεται σε ζώνη καθαρά οικιστική (Κα6) (παρ.4) και έξω από τις καθορισμένες περιοχές για εμπορικές αναπτύξεις που καθορίζονται από τις πρόνοιες του Κεφαλαίου 8 του Τοπικού Σχεδίου Λευκωσίας που αφορούν τη χωροθέτηση εμπορικής ανάπτυξης.

 

(β)     Δεν υπάρχουν άλλες εμπορικές αναπτύξεις στην περιοχή οι οποίες να καλύπτονται με πολεοδομική άδεια.  Βόρεια του υπό αναφορά τεμαχίου και συγκεκριμένα στα τεμάχια με αρ. 2026, 2029 και 2030, Παράρτ. 5, υφίστανται εμπορικές χρήσεις με άδεια οικοδομής που εκδόθηκαν πριν την εφαρμογή του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου, ενώ νότια το τεμάχιο εφάπτεται με κατοικία.

 

(γ)     Το τεμάχιο εφάπτεται υπηρεσιακού δρόμου και η προσπέλαση προς αυτό είναι δια μέσου της οικιστικής περιοχής.  Συνεπώς τυχόν περαιτέρω εμπορική ανάπτυξη αναμένεται να επηρεάσει αρνητικά τις ανέσεις των κατοίκων της περιοχής και την άνετη και ασφαλή διακίνηση της τροχαίας κατά παράβαση των προνοιών της παραγράφου 12.1.8 του Τοπικού Σχεδίου Λευκωσίας.

 

(δ)     Η οικοδομή έχει ανεγερθεί με διαφορές από τα υποβληθέντα με την παρούσα αίτηση σχέδια.

 

12. Έχοντας υπόψη τα πιο πάνω η Πολεοδομική Αρχή εισηγείται την απόρριψη της παρούσας αίτησης για παρέκκλιση, κρίνοντας ότι η παρούσα περίπτωση δεν εμπίπτει στα κριτήρια/αρχές που καθορίζει ο Κανονισμός 19(1) των περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας (παρεκκλίσεις) Κανονισμών του 1999."

 

 

 

Με την έκθεση του Επαρχιακού Γραφείου και την εισήγηση του για απόρριψη της αίτησης συμφώνησε ο Διευθυντής του Τμήματος Πολεοδομίας και Οικήσεως και ο Δήμος Έγκωμης.  Το Συμβούλιο Μελέτης Παρεκκλίσεων, έχοντας ενώπιον του τα πιο πάνω όπως και σημείωμα του Υπουργείου Εσωτερικών, απεφάσισε να εισηγηθεί προς το Υπουργικό Συμβούλιο απόρριψη της αίτησης, "δεδομένου ότι αυτή δεν πληροί τις πρόνοιες των Κανονισμών 19(1)(α)-(ιβ) και 27(α)-(ε), δεν θεωρείται έκτακτη και δικαιολογημένη προς το δημόσιο συμφέρον και δεν είναι ειδική περίπτωση".  Ο Υπουργός Εσωτερικών, συμφωνώντας με την εισήγηση του Συμβουλίου Παρεκκλίσεων, εισηγήθηκε και ο ίδιος προς το Υπουργικό Συμβούλιο απόρριψη της αίτησης.  Και το Υπουργικό Συμβούλιο την απέρριψε στη βάση της εισήγησης του Συμβουλίου Παρεκκλίσεων. 

 

Προσφυγή του Εφεσείοντα κατά της εν λόγω απόφασης απερρίφθη.  Οι λόγοι έφεσης συνιστούν ουσιαστικά επανάληψη των ενώπιον του αδελφού μας Δικαστή συζητηθέντων και αποριφθέντων λόγων ακύρωσης ουσιαστικά σε όλο τους το εύρος.

 

Κακώς, λέγεται στον πρώτο λόγο έφεσης, απεφασίσθη ότι δεν υπήρξε παράλειψη διεξαγωγής δέουσας έρευνας ως εκ του ότι σημαντικά στοιχεία που αφορούσαν την εμπορική οικοδομική ανάπτυξη του σχετικού μέρους της εν λόγω οδού δεν ήσαν ενώπιον του Υπουργικού Συμβουλίου.  Απορρίπτοντας το λόγο έφεσης αυτό, υπενθυμίζουμε ότι ο αδελφός μας Δικαστής, εξετάζοντας ακριβώς την ίδια εισήγηση, παρέπεμψε στην επιστολή του Δήμου Έγκωμης, όπως αυτή σχολιάζεται και στο σημείωμα του Υπουργού, στην οποία περιείχετο αναφορά στο ότι η επικρατούσα χρήση στο σχετικό μέρος της εν λόγω οδού ήταν η εμπορική αλλά και στην εισήγηση του Δήμου Έγκωμης για αλλαγή της ζώνης στο μέρος εκείνο από οικιστική Κα6 σε εμπορική Εβ6, όπως και στην έκθεση του Τμήματος στην οποία επισημαίνεται ότι οι υφιστάμενες εμπορικές χρήσεις ήσαν με άδειες οικοδομής εκδοθείσες πριν από την εφαρμογή του Νόμου.  Στο περίγραμμα του Εφεσείοντα δεν περιέχεται οτιδήποτε που να παρέχει έρεισμα στο παράπονο ότι ουσιώδη στοιχεία δεν ήσαν ενώπιον του Υπουργικού Συμβουλίου και να δικαιολογεί παρέμβαση μας.

 

Ο δεύτερος λόγος έφεσης ουσιαστικά έχει το ίδιο υπόβαθρο που έχει ο πρώτος, δηλαδή τη θέση ότι το ουσιώδες στοιχείο της εμπορικής αντί οικιστικής ανάπτυξης πλείστων οικοπέδων στο σχετικό μέρος της εν λόγω οδού δεν ελήφθη υπ΄όψη.  Τούτο, λέγεται, καθιστούσε την απόφαση καταχρηστική άσκηση διακριτικής εξουσίας και αντίθετη με τις πρόνοιες του Νόμου και των Κανονισμών.  Όπως ήδη υποδείξαμε, στερείται ερείσματος η εισήγηση ότι ουσιώδη στοιχεία δεν ελήφθησαν υπ΄όψη.  Όπως δε υπέδειξε και ο αδελφός μας Δικαστής, ουδεμία εξειδίκευση του γενικού ισχυρισμού για σύγκρουση της απόφασης με τις πρόνοιες του Νόμου και των Κανονισμών έγινε, όπως και ουδεμία γίνεται στην έφεση ή στο περίγραμμα, που να επιτρέπει περαιτέρω έλεγχο της.

 

Στον τρίτο λόγο έφεσης επαναλαμβάνεται η εισήγηση ότι η απόφαση παραβιάζει τις αρχές της ισότητας και της χρηστής διοίκησης.  Της ισότητας διότι, ενώ στα άλλα οικόπεδα επετράπη η εμπορική ανάπτυξη, σε αυτό της Εφεσείουσας δεν επετράπη, και της χρηστής διοίκησης διότι έτσι η διοίκηση ενήργησε αντιφατικά και αδικαιολόγητα, και μάλιστα αφού ήταν δεδομένη η επικρατούσα εμπορική οικοδομική ανάπτυξη.  Σε απάντηση αρκεί να επαναλάβουμε τα λεχθέντα από τον αδελφό μας Δικαστή (σ.9):

 

"Στην παρούσα υπόθεση, σύμφωνα με το ενώπιον μου υλικό, υπάρχουν μεν εμπορικά καταστήματα στην περιοχή αλλά με άδειες οικοδομής που εκδόθηκαν πριν από την εφαρμογή του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου.  Βλέπουμε επομένως πως οι δύο περιπτώσεις δεν τελούν υπό τας αυτάς συνθήκας.  Η θέσπιση του πιο πάνω Νόμου, η οποία έχει οδηγήσει στη δημιουργία πολεοδομικών ζωνών και στη δημοσίευση Τοπικού Σχεδίου Ανάπτυξης, έχει μεταβάλει τα δεδομένα τα οποία διέπουν την ανάπτυξη ακίνητης ιδιοκτησίας στην συγκεκριμένη περιοχή.

 

Το γεγονός ότι οι συγκεκριμένες εμπορικές επιχειρήσεις είχαν τύχει άδειας οικοδομής πριν από την εφαρμογή του πιο πάνω Νόμου θέτει τις δύο περιπτώσεις κάτω από διαφορετικές συνθήκες με συνέπεια να μην παραβιάζεται η αρχή της ισότητας. Ορθώς η διοίκηση εξέτασε το επίδικο αίτημα με βάση το υφιστάμενο νομικό καθεστώς και δεν μπορεί να γίνεται λόγος για αντιφατική συμπεριφορά της διοίκησης, παραβίαση των αρχών της χρηστής διοίκησης ή των χρηστών διοικητικών ηθών."

 

 

 

Πριν κλείσουμε να παρατηρήσουμε ότι κατευθύναμε την προσοχή μας στο κατά πόσο η προσβαλλόμενη απόφαση συνιστά καθόλου εκτελεστή διοικητική πράξη, έχοντας ιδιαίτερα υπ΄όψη την απόφαση στην υπόθεση Κουνούνα ν. Δημοκρατίας, (2001) 3 ΑΑΔ 1163, και την εκεί υιοθετηθείσα προηγούμενη νομολογία στις υποθέσεις Σιμιλλίδη ν. Δημοκρατίας, 571/96, 6.2.98 και Δήμος Αγίας Νάπας ν. Δημοκρατίας, 612/96, 6.3.98.  Παρατηρώντας βεβαίως ότι έχουν έκτοτε διαφοροποιηθεί οι σχετικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις (Ν. 142(Ι)/99 και ΚΔΠ 309/99).  Φρονούμε όμως ότι η προκειμένη δεν προσφέρεται ως κατάλληλη περίπτωση για να εξετάσουμε αυτεπαγγέλτως το θέμα, το οποίο δεν ηγέρθη καθόλου και δεν συζητήθηκε στην υπόθεση, και εν όψει του αποτελέσματος της έφεσης επί της ουσίας.

 

Η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα υπέρ της Εφεσίβλητης και εναντίον της Εφεσείουσας.

 

 

                                                                        Δ.

 

                                                                        Δ.

 

                                                                        Δ.

                                                                       

                                                                        Δ.

 

                                                                        Δ.

 

 

/ΚΧ"Π

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο