ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
PARALIMNI BUS CO. LTD. ν. REPUBLIC (MINISTER OF INTERIOR AND ANOTHER) (1967) 3 CLR 559
LANITIS FARM LTD. ν. REPUBLIC (1982) 3 CLR 124
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
Δεν έχει εντοπιστεί απόφαση η οποία να κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή
(2004) 3 ΑΑΔ 680
2 Δεκεμβρίου, 2004
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ,
ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στές]
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΜΥΝΑΣ,
Εφεσείοντες,
v.
ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΔΑΝΙΗΛ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ,
Εφεσίβλητης.
(Aναθεωρητική Έφεση Αρ. 3353)
Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Αίτηση για τροποποίηση του αιτητικού της προσφυγής για να διορθωθεί ο χρόνος έκδοσης της επίδικης απόφασης ― Πρέπει να καταχωρείται εντός 75 ημερών από την ημέρα που ο αιτητής έλαβε γνώση του ορθού χρόνου ― Η δυνατότητα να λάβει τη σχετική γνώση ο αιτητής μέσω δικογράφου της διαδικασίας.
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Προθεσμία ― Τροποποίηση του αιτητικού της προσφυγής, με τρόπο που συνιστούσε παράκαμψή της ― Περιστάσεις και συνέπειες.
Η εφεσείουσα Δημοκρατία ζήτησε με την έφεση την ακύρωση της πρωτόδικης απόφασης που αποδέχθηκε την προσφυγή της εφεσίβλητης κατά της απόφασης ως προς την σειρά αρχαιότητάς της στην επετηρίδα αξιωματικών που υπαγόταν. Κύριος ισχυρισμός της εφεσείουσας ήταν ότι η προσφυγή ήταν εκπρόθεσμη, εν όψει και της τροποποίησης του αιτητικού της που είχε επιτραπεί πρωτοδίκως.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αποδεχόμενη την έφεση, αποφάσισε ότι:
Το εύρημα του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι η αιτήτρια προσέβαλε εμπρόθεσμα την απόφαση του 1995, είναι εσφαλμένο.
Η αίτηση για τροποποίηση καταχωρήθηκε στις 16/11/00. Εφόσον λοιπόν υπήρχε εύρημα ότι η αιτήτρια έμαθε γι' αυτή την απόφαση από τις 29/1/98, η αίτηση για τροποποίηση που καταχωρήθηκε στις 16/11/00 ήταν εκπρόθεσμη. Ακόμα αν το θέμα εξεταστεί και με βάση τα όσα η ίδια η αιτήτρια-εφεσίβλητη αναφέρει στη δική της ένορκη δήλωση προς υποστήριξη της αίτησης για τροποποίηση και πάλιν φαίνεται ότι η αίτηση για τροποποίηση καταχωρήθηκε καθυστερημένα και με τρόπο που παραβιάζει τις πρόνοιες του Άρθρου 146.3 του Συντάγματος.
Η απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Αλίκη Γεωργίου ν. Δήμου Λάρνακας (1998) 3 Α.Α.Δ. 197 ότι δεν μπορεί να αποδίδεται γνώση σε ένα αιτητή μέσω του δικογράφου, διαφοροποιείται από την παρούσα για τους εξής λόγους: (α) Εκεί το δικόγραφο που γινόταν αναφορά ήταν σε άλλη υπόθεση και (β) Εδώ είναι η ίδια η αιτήτρια που δήλωσε και μάλιστα ενόρκως ότι έλαβε γνώση της απόφασης του 1995 μέσω του δικογράφου των καθών η αίτηση, γεγονός στο οποίο βασίστηκε το Δικαστήριο για σκοπούς εξέτασης της αίτησής της. Έπρεπε η αίτηση για τροποποίηση να καταχωρηθεί πριν την παρέλευση 75 ημερών αφότου έλαβε γνώση η αιτήτρια της απόφασης του 1995. Επομένως η αίτηση για τροποποίηση δεν έπρεπε να επιτραπεί, αφού ουσιαστικά είχε ως συνέπεια την παράκαμψη του χρόνου που προνοείται από το Άρθρο 146.3 του Συντάγματος.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Γεωργίου v. Δήμου Λάρνακας, (1998) 3 Α.Α.Δ. 197,
Paralimni Bus Co. Ltd v. Republic (1967) 3 C.L.R. 559,
Lanitis Farm Ltd v. Republic (1982) 3 C.L.R. 124,
Kkeli v. Republic (1986) 3 C.L.R. 2030.
Έφεση.
Έφεση από τους Καθ' ων η αίτηση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Υπόθεση Αρ. 335/98), ημερομηνίας 12/11/2001, με την οποία έγινε δεκτή η προσφυγή της αιτήτριας μόνιμης Αξιωματικού του Σώματος Στρατού Ξηράς, Υγιειονομικό Σώμα, κατά της κατάταξης του ενδιαφερόμενου μέρους υπεράνω της αιτήτριας σε σειρά αρχαιότητας στην Επετηρίδα των Αξιωματικών Σώματος του Στρατού της Ξηράς στο βαθμό του Λοχαγού στο Υγιειονομικό Σώμα.
Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Εφεσείοντες.
Δ. Κακουλλής, για την Εφεσίβλητη.
Γ. Γιάγκου, για το Ενδιαφερόμενο μέρος.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ: Την ομόφωνη απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Μ. Φωτίου.
ΦΩΤΙΟΥ, Δ.: Με την παρούσα έφεση η Κυπριακή Δημοκρατία ζητά την ακύρωση απόφασης του πρωτόδικου δικαστηρίου με την οποία είχε αποδεχθεί την προσφυγή (335/98) της αιτήτριας-εφεσίβλητης και ακύρωσε την απόφαση της καθής η αίτηση που λήφθηκε «κατά ή περί το έτος 1995» αναφορικά με τη σειρά αρχαιότητας της στην Επετηρίδα των Αξιωματικών Σώματος του Στρατού της Ξηράς στο βαθμό του Λοχαγού στο Υγιεινομικό Σώμα.
Η αιτήτρια είναι Μόνιμος Αξιωματικός του Σώματος Στρατού της Ξηράς στο Υγιεινομικό Σώμα. Διορίστηκε την 1/2/93 με απευθείας διορισμό στο βαθμό του Λοχαγού και από την ίδια ημερομηνία αποσπάστηκε για υπηρεσία στην Εθνική Φρουρά.
Το ενδιαφερόμενο μέρος (ε.μ.) Λοΐζος Πατσαλίδης είναι επίσης αξιωματικός στο βαθμό Λοχαγού με απευθείας διορισμό από την 1/2/93 όπως και η αιτήτρια και υπηρετεί στο Σώμα Πληροφορικής-Μηχανογράφησης.
Για να γίνουν πιο εύκολα κατανοητοί οι λόγοι έφεσης προτιμούμε να παραθέσουμε αυτούσιο το αρχικό αιτητικό της προσφυγής και το νέο αιτητικό, όπως αυτό διαμορφώθηκε μετά την τροποποίηση, η οποία τροποποίηση επίσης προσβάλλεται με την παρούσα έφεση:
(α) Πριν την τροποποίηση
«(Α) Δήλωση και/ή απόφαση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των καθ' ων η Αίτηση ημερ. 24.1.1998, της οποίας η Αιτήτρια έλαβε γνώση στις 29.1.1998, οσον αφορά τη σειρά αρχαιότητάς της στην επετηρίδα των Αξκών Σωμάτων του Στρατού Ξηράς στο βαθμό του Λοχαγού που πληρούν τις προϋποθέσεις για κρίση σε σχέση με τα Ενδιαφερόμενα Μέρη, ως επίσης και η κατάταξη του Λοχαγού (ΠΖ) Πατσαλίδη Λοΐζου στο Υγειονομικό Σώμα από το Σώμα Πληροφορικής Μηχανογράφησης, είναι άκυρη και εστερημένη οποιουδήποτε νομικού αποτελέσματος.
(Β) Ακύρωση της πιο πάνω αναφερομένης απόφασης των Καθ' ων η Αίτηση της οποίας η Αιτήτρια έλαβε γνώση στις 29.1.1998.»
(β) Μετά την τροποποίηση
«(Α) Δήλωση και/ή απόφαση του Δικαστηρίου ότι η απόφαση των Καθ' ων η Αίτηση ημερ. κατά ή περί το έτος 1995, της οποίας η Αιτήτρια έλαβε γνώση στις 29.1.1998, όσον αφορά τη σειρά αρχαιότητάς της στην επετηρίδα των Αξκών Σωμάτων του Στρατού Ξηράς στο βαθμό του Λοχαγού που πληρούν τις προϋποθέσεις για κρίση σε σχέση με τα Ενδιαφερόμενα Μέρη.
(Β) Ακύρωση της πιο πάνω αναφερομένης απόφασης των Καθ' ων η Αίτηση της οποίας η Αιτήτρια έλαβε γνώση στις 29.1.1998.»
Σημειώνουμε εδώ ότι στην ένσταση που είχε καταχωρηθεί από τη Δημοκρατία στην προσφυγή (όπως αυτή, δηλαδή η προσφυγή είχε τροποποιηθεί με απόφαση του δικαστηρίου ημερ. 27/4/01) προβάλλοντο, μεταξύ άλλων, και οι ακόλουθες προδικαστικές ενστάσεις:
(α) Η αίτηση δεν είναι δεόντως αιτιολογημένη αφού παραλείπεται η πλήρης διεύθυνση της αιτήτριας.
(β) Η προσφυγή, ακόμα και μετά την τροποποίηση είναι εκπρόθεσμη.
(γ) Η αιτούμενη θεραπεία είναι αόριστη και δεν προσδιορίζει την προσβαλλόμενη πράξη.
Διαζευκτικά των πιο πάνω προδικαστικών ενστάσεων οι καθών η αίτηση (εφεσείοντες) υποστήριξαν το νόμιμο της ουσίας της προσβαλλόμενης απόφασης. Το πρωτόδικο δικαστήριο αφού απέρριψε τον ισχυρισμό (α) ότι δεν ήταν διοικητική πράξη και (β) ότι ήταν εκπρόθεσμη η προσφυγή, αναφορικά με την ουσία της προσφυγής ανέφερε τα ακόλουθα:
«Συζητήθηκε ως προς την ουσία το κατά πόσο η απόφαση να τεθεί το ενδιαφερόμενο πρόσωπο υπεράνω της αιτήτριας σε αρχαιότητα ήταν αιτιολογημένη. Ο συνήγορος της αιτήτριας πρότεινε ότι η σειρά καταλληλότητας στην οποία αναφέρεται ο Καν. 14(2)(β) - τον οποίο παρέθεσα - δεν μπορούσε να καλύψει την περίπτωση αφού η αιτήτρια και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ανήκαν σε διαφορετικές κατηγορίες προσληφθέντων, και ότι δεν λήφθηκαν υπόψη ουσιώδεις παράγοντες με βάση τους οποίους το αποτέλεσμα θα έπρεπε να ήταν διαφορετικό. Ενώ ο συνήγορος της Δημοκρατίας εισηγήθηκε ότι το μόνο κριτήριο ήταν η σειρά καταλληλότητας με βάση την οποία προηγείτο το ενδιαφερόμενο πρόσωπο αφού είχε εξασφαλίσει ψηλότερη τελική βαθμολογία από την αιτήτρια, ανεξάρτητα από το ότι οι αντίστοιχες εξετάσεις, στις οποίες υποβλήθηκαν, δεν είχαν το ίδιο αντικείμενο.
Δεν υπάρχει όμως κείμενο απόφασης ή κάποιο μνημόνιο αναφορικά με τη λήψη της. Παραμένει, ακόμα, εντελώς άγνωστο ποιός έλαβε την απόφαση. Καθίσταται, επομένως, ανέφικτος ο δικαστικός έλεγχος. Επί των όσων συζητήθηκαν σχετικά με τη δοθείσα λύση, βάσει της οποίας ενημερώθηκε η Επετηρίδα, δεν μπορώ να εκφράσω πρωτογενώς άποψη.
Η προσφυγή επιτυγχάνει. Έχοντας υπόψη την πορεία της, δεν εκδίδω διαταγή για έξοδα.»
Οι εφεσείοντες (Κυπριακή Δημοκρατία) προβάλλουν τους ακόλουθους 4 λόγους έφεσης:
(1) Το πρωτόδικο δικαστήριο λανθασμένα επέτρεψε την τροποποίηση της αιτούμενης θεραπείας στην αίτηση ακύρωσης
(2) Το πρωτόδικο δικαστήριο λανθασμένα αποφάσισε ότι η προσφυγή και μετά την τροποποίηση της δεν ήταν εκπρόθεσμη
(3) Το πρωτόδικο δικαστήριο λανθασμένα αποφάσισε ότι δεν ήταν σε θέση να ελέγχει τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης και
(4) Το πρωτόδικο δικαστήριο λανθασμένα δε διαπίστωσε ότι η προσβαλλόμενη πράξη δεν ήταν εκτελεστή διοικητική πράξη.
Θεωρούμε ότι υπάρχει συνάφεια μεταξύ του πρώτου και δεύτερου λόγου έφεσης αφού η ουσία των δυο αυτών λόγων είναι ότι η προσφυγή, ως έχει τροποποιηθεί, είναι εκπρόθεσμη.
Με το θέμα αυτό της τροποποίησης το πρωτόδικο δικαστήριο ασχολήθηκε με την απόφαση του ημερ. 27/4/01. Έκρινε εκεί ότι «Στις 29 Ιανουαρίου 1998, με αφορμή την κοινοποίηση διαταγής ημερ. 24 Ιανουαρίου 1998, στην οποία περιλαμβάνονταν τα ονόματα αξιωματικών για τις τακτικές κρίσεις του 1998, η αιτήτρια έλαβε για πρώτη φορά γνώση ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο Λοχαγός Λοΐζος Πατσαλίδης, κατόπιν μετάταξης του στο Υγιεινομικό Σώμα του Στρατού Ξηράς, στο οποίο ήδη ανήκε αυτή, είχε τοποθετηθεί στην Επετηρίδα σε σειρά αρχαιότητας ψηλότερα από την ίδια». Έτσι καταχώρησε προσφυγή που αμφισβητούσε απόφαση ημερ. 24/1/98, «στην έκταση που την αντιλαμβανόταν να αναφέρεται στη σειρά αρχαιότητας και στην μετάταξη του ενδιαφερομένου προσώπου». Αναφέρει περαιτέρω το δικαστήριο ότι μετά την καταχώρηση της προσφυγής η αιτήτρια πληροφορήθηκε με την ένσταση της Δημοκρατίας, ότι η απόφαση για μετάταξη του ενδιαφερομένου προσώπου και η επακόλουθη κατάταξη του στη σχετική Επετηρίδα έγινε κατά το 1995 και ότι την πληροφορία αυτή την επιβεβαίωσε και ο συνήγορος της αργότερα από το διοικητικό φάκελο. Έτσι πριν την καταχώρηση γραπτής απαντητικής αγόρευσης και μετά την επαναφορά της προσφυγής που είχε απορριφθεί ένεκα έλλειψης προώθησης της, υποβλήθηκε η αίτηση για τροποποίηση. Το Δικαστήριο θεώρησε ότι με την τροποποίηση δε θα εισήγετο για σκοπούς προσβολής της άλλη απόφαση. Η ουσία της ήταν η μεταβολή της σειράς αρχαιότητας. Έτσι επέτρεψε την τροποποίηση με τρόπο που να προσβάλλεται απόφαση «ημερ. κατά ή περί το 1995». Το ουσιώδες μέρος της απόφασης για να επιτραπεί η τροποποίηση έχει ως εξής:
«Πέρα όμως από αυτό, δεν συμμερίζομαι την άποψη ότι με την τροποποίηση θα εισαχθεί άλλη, διαφορετική απόφαση. Μου φαίνεται ότι η προσφυγή εξ αρχής απέβλεπε στην προσβολή της κατάταξης της αιτήτριας σε σειρά αρχαιότητας έναντι του ενδιαφερομένου προσώπου Λοΐζου Πατσαλίδη. Με τη σκοπούμενη τροποποίηση θα τεθεί ο χρόνος, διορθωμένος πια, της μιας και μόνης απόφασης για την εν λόγω κατάταξη και θα διαγραφεί το δεύτερο ζήτημα το οποίο δεν έχει θέση σε αυτή τη διαδικασία. Θα διευκρινίζεται, δηλαδή, η προσβαλλόμενη απόφαση σε σχέση με την οποία διεξήχθη, με τις καταχωρισθείσες γραπτές αγορεύσεις, η μέχρι τώρα συζήτηση. Υπό το φως αυτής της θεώρησης δεν προκύπτει λοιπόν ζήτημα εκπροθέσμου βάσει του Άρθρου 146.3 του Συντάγματος. Με αυτό ως δεδομένο, όχι μόνο δικαιολογείται αλλά και επιβάλλεται η τροποποίηση.
Η αίτηση εγκρίνεται. Δίδεται άδεια για τροποποίηση.»
Από τα όσα τέθηκαν ενώπιόν μας από την πλευρά του εφεσείοντα αλλά και από το εύρημα του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι η αιτήτρια-εφεσίβλητη είχε λάβει γνώση της απόφασης του 1995 για πρώτη φορά στις 29/1/98 και σε άλλο μέρος της απόφασης «με την ένσταση των καθών η αίτηση», κρίνουμε ότι το εύρημα ότι η αιτήτρια προσέβαλε εμπρόθεσμα την απόφαση του 1995 είναι εσφαλμένο. Τούτο καθίσταται πρόδηλο αν το θέμα εξεταστεί και υπό το φως του δεύτερου λόγου έφεσης ότι δηλαδή το πρωτόδικο δικαστήριο λανθασμένα αποφάσισε ότι η προσφυγή και μετά την τροποποίηση της δεν ήταν εκπρόθεσμη.
Σημειώνουμε εδώ ότι η αίτηση για τροποποίηση καταχωρήθηκε στις 16/11/00. Εφόσον λοιπόν υπήρχε εύρημα ότι η αιτήτρια έμαθε γιαυτή την απόφαση από τις 29/1/98, η αίτηση για τροποποίηση που καταχωρήθηκε στις 16/11/00 ήταν εκπρόθεσμη. Ακόμα αν το θέμα εξεταστεί και με βάση τα όσα η ίδια η αιτήτρια-εφεσίβλητη αναφέρει στη δική της ένορκη δήλωση προς υποστήριξη της αίτησης για τροποποίηση και πάλιν φαίνεται ότι η αίτηση για τροποποίηση καταχωρήθηκε καθυστερημένα και με τρόπο που παραβιάζει τις πρόνοιες του άρθρ. 146.3 του Συντάγματος. Στην ένορκη δήλωση της (λεπτομέρειες της οποίας παραθέτουμε κατωτέρω) αναφέρει ότι έλαβε γνώση της απόφασης του 1995 «μετά την καταχώρηση των δικογράφων από τους καθών η αίτηση». Δεν διευκρινίζει σε ποιό δικόγραφο αναφέρεται. Το Δικαστήριο έκρινε ότι η αιτήτρια αναφέρεται στην ένσταση. Η ένσταση καταχωρήθηκε στις 10/11/98. Έτσι η αίτηση τροποποίησης ημερ. 16/11/00 είναι σαφώς εκπρόθεσμη. Ακόμα αν θεωρήσουμε ότι η αιτήτρια εννοούσε την αρχική γραπτή αγόρευση των καθών η αίτηση, αυτή καταχωρήθηκε στις 17/4/00. Με οποιαδήποτε ημερομηνία και αν κριθεί ότι έλαβε γνώση, είτε την 29/1/98, είτε την 10/11/98, είτε την 17/4/00, η αίτηση για τροποποίηση ήταν κατά πολύ εκπρόθεσμη.
Παραθέτουμε εδώ την διατύπωση όπως αυτή φαίνεται στην ένορκη δήλωση της εφεσίβλητης ημερ. 9/10/00 που υποστηρίζει την αίτηση για τροποποίηση αναφορικά με το χρόνο που έλαβε γνώση της απόφασης του «κατά ή περί το 1995».
«1. .................................................................................................
2. Την 29/1/98 μου κοινοποιήθηκε έγγραφο με ημερ. 24/1/98 από το Γ.Ε.Ε.Φ. από το οποίο διαπίστωσα ότι η σειρά μου για κρίση ως αξιωματικός δεν ήταν ορθή και/ή δεν έγινε σύμφωνα με τους Κανονισμούς.
3. Παρά το γεγονός ότι με επιστολή μου ημερ. 2/4/98 ζήτησα την Επετηρίδα των Αξιωματικών Σωμάτων της Εθνικής Φρουράς, μέχρι σήμερα δεν μου έχει κοινοποιηθεί.
4. Ουδέποτε προηγούμενα ενημερώθηκα σχετικά με την Επετηρίδα του έτους 1995 και η μόνη πληροφόρηση μου σχετικά με αυτήν ήτο μετά την καταχώρηση των δικογράφων από τους καθών η αίτηση».
Τα δικόγραφα που καταχωρήθηκαν από τους καθών η αίτηση ήταν: (α) η ένσταση στις 10/11/98 και (β) η γραπτή αγόρευση στις 17/4/00. Η αίτηση για τροποποίηση ούτως ώστε αντί να αμφισβητείται απόφαση ημερ. 24/1/98 να αμφισβητείται απόφαση που λήφθηκε «κατά ή περί το έτος 1995» καταχωρήθηκε στις 16/11/00. Επομένως με βάση τη δική της ένορκη δήλωση η αιτήτρια φαίνεται να έλαβε γνώση της απόφασης του 1995 πολύ πριν την καταχώρηση της αίτησης για τροποποίηση. Η απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Αλίκη Γεωργίου ν. Δήμου Λάρνακας, Α.Ε. 1989, ημερ. 27/2/98,(τώρα δημοσιευμένη στο (1998) 3 Α.Α.Δ. 197) ότι δεν μπορεί να αποδίδεται γνώση σε ένα αιτητή μέσω του δικογράφου, κρίνουμε ότι διαφοροποιείται από την παρούσα για τους εξής λόγους: (α) Εκεί το δικόγραφο που γινόταν αναφορά ήταν σε άλλη υπόθεση και (β) Εδώ είναι η ίδια η αιτήτρια που δήλωσε και μάλιστα ενόρκως ότι έλαβε γνώση της απόφασης του 1995 μέσω του δικογράφου των καθών η αίτηση, γεγονός στο οποίο βασίστηκε το Δικαστήριο για σκοπούς εξέτασης της αίτησης της. Έπρεπε η αίτηση για τροποποίηση να καταχωρηθεί πριν την παρέλευση 75 ημερών αφότου έλαβε γνώση η αιτήτρια της απόφασης του 1995. Επομένως η αίτηση για τροποποίηση δεν έπρεπε να επιτραπεί αφού ουσιαστικά είχε ως συνέπεια την παράκαμψη του χρόνου που προνοείται από το άρθρ. 146.3 του Συντάγματος (βλ. μεταξύ άλλων Paralimni Bus Co. Ltd. v. The Republic (1967) 3 C.L.R. 559, Lanitis Farm Ltd. V Republic (1982) 3 C.L.R. 124 και Theodora Alexandrou Kkeli v. The Republic (1986) 3 C.L.R. 2030). Το περί του αντιθέτου εύρημα του πρωτόδικου δικαστηρίου θα πρέπει να ανατραπεί.
Ενόψει των πιο πάνω δε χρειάζεται να εξετάσουμε τους υπόλοιπους λόγους έφεσης.
Ως αποτέλεσμα η παρούσα έφεση επιτυγχάνει. H πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Η εφεσίβλητη-αιτήτρια να καταβάλει τα έξοδα της παρούσας έφεσης, όπως αυτά θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.