ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Απόκρυψη Αναφορών (Noteup off) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων



ΑΝΑΦΟΡΕΣ:

Δεν έχει εντοπιστεί νομοθεσία ή απόφαση ή δικονομικός θεσμός στον οποίο να κάνει αναφορά η απόφαση αυτή

Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:




ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΠΟΦΑΣΗΣ:

(2004) 3 ΑΑΔ 524

8 Σεπτεμβρίου, 2004

[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ,

ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στές]

ΝΕΣΤΩΡΑΣ ΙΩΑΝΝΟΥ,

Εφεσείων-Αιτητής,

v.

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΥΔΑΤΟΠΡΟΜΗΘΕΙΑΣ ΛΕΜΕΣΟΥ,

Εφεσιβλήτου-Καθ'ου η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3325)

 

Συμβούλιο Υδατοπρομήθειας Λεμεσού ― Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Στοιχεία κρίσης ― Περιεχόμενο προσωπικών φακέλων ― Νόμιμα λήφθηκε υπόψη πρόσφατο πειθαρχικό αδίκημα του αιτητή, ο οποίος υπερείχε τόσο σε αξία όσο και στην βαθμολογία της προφορικής συνέντευξης ― Προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους επικυρώθηκε.

Ο εφεσείων επεδίωξε τόσο πρωτόδικα όσο και κατ' έφεση, την ακύρωση της απόφασης προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους, αντί του ιδίου.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

Από τον Κανονισμό 20(4)(α) της Κ.Δ.Π. 111/96, είναι φανερό ότι ένα από τα απαραίτητα στοιχεία που έπρεπε να λάβει υπόψη το Συμβούλιο, ήταν και το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων, μέρος του οποίου αποτελούσε η πειθαρχική καταδίκη του εφεσείοντα. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια κρίνεται ότι η απόφαση του εφεσίβλητου Συμβουλίου στις 3/3/2000, να λάβει υπόψη το πειθαρχικό παράπτωμα ήταν εύλογα επιτρεπτή, λαμβανομένου μάλιστα υπόψη του γεγονότος ότι επρόκειτο για πρόσφατο παράπτωμα του 1998.

Η προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου πάνω στο θέμα κατοπτρίζεται συμπεριληπτικά στο πιο κάτω απόσπασμα της σχετικής απόφασης:

"...... Μου φαίνεται δε ότι η άποψη του Συμβουλίου επί της ουσίας του θέματος ήταν εύλογα επιτρεπτή. Σημειώνω σχετικά ότι τα στοιχεία στον προσωπικό φάκελο του αιτητή παρείχαν κάποιο έδαφος για την ανησυχία που το Συμβούλιο εξέφρασε σχετικά με τη συμπεριφορά του αιτητή. Εύλογα επιτρεπτή κατά την άποψή μου, ήταν και η κατάληξη, κατόπιν στάθμισης, ότι η υπέρ του αιτητή διαφορά σε βαθμολογημένη αξία, αρχαιότητα και απόδοση στην προσωπική συνέντευξη - μιας διαφοράς την οποία, ανεξάρτητα από χαρακτηρισμούς, το Συμβούλιο ορθά διέκρινε - δεν θα έπρεπε εν προκειμένω να υπερισχύσει."

Το Δικαστήριο συμφωνεί με την πιο πάνω προσέγγιση, που καλύπτει και το δεύτερο λόγο έφεσης και δεν έχει πεισθεί ότι υπάρχουν λόγοι που θα δικαιολογούσαν την επέμβασή του.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Έφεση.

Έφεση από τον αιτητή εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Υπόθεση Αρ. 627/2000), ημερομηνίας 26/9/2001, με την οποία απέρριψε την προσφυγή του εναντίον της προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Ανώτερου Γραφέα στο καθ' ου η αίτηση Συμβούλιο, αντί του ιδίου.

Α.Σ. Αγγελίδης, για τον Εφεσείοντα.

Α. Σολουκίδου, για Δημητριάδη, Μουσιούττα & Σία, για τον Εφεσίβλητο.

Μ. Καλλίγερου, για το Ενδιαφερόμενο μέρος.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Τ. Ηλιάδης.

ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα έφεση ο Νέστορας Ιωάννου (εφεσείων) αμφισβητεί την ορθότητα πρωτόδικης απόφασης με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή του για ακύρωση της προαγωγής από το Συμβούλιο Υδατοπρομήθειας Λεμεσού (εφεσίβλητο Συμβούλιο) του Πανίκου Χαραλάμπους (ενδιαφερόμενου μέρους) στη θέση Ανώτερου Γραφέα του Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού.

(α) Τα γεγονότα και η πρωτόδικη απόφαση.

Ο εφεσείων και το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχαν τη θέση του Γραφέα στο εφεσίβλητο Συμβούλιο και συμπεριλαμβάνονταν μέσα στους τέσσερις διεκδικητές προαγωγής στη θέση του Ανώτερου Γραφέα. Τα θεσμοθετηθέντα κριτήρια σύμφωνα με τον Κανονισμό 20(4)(β)(iii) των σχετικών Κανονισμών (Κ.Δ.Π. 111/96) ήταν η επαγγελματική κατάρτιση, η απόδοση, το υπηρεσιακό ενδιαφέρον, η υπευθυνότητα, η πρωτοβουλία, η συνεργασία/σχέσεις, η συμπεριφορά προς τους πολίτες και η διευθυντική/διοικητική ικανότητα. Στα πιο πάνω κριτήρια τόσο ο εφεσείων όσο και το ενδιαφερόμενο μέρος ήταν ίσοι, με μόνη διαφορά στο τελευταίο κριτήριο της διευθυντικής/διοικητικής ικανότητας για την οποία ο εφεσείων είχε βαθμολογηθεί "πολύ ικανοποιητικά" για τα χρόνια 1995-1998, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος είχε βαθμολογηθεί "ικανοποιητικά" για τα χρόνια 1995-1997 και "πολύ ικανοποιητικά" για το 1998. Στα προσόντα είχαν θεωρηθεί και οι δύο ισοδύναμοι, στην προσωπική συνέντευξη ο εφεσείων απεκόμισε "γενικά πολύ καλή εντύπωση" ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος "γενικά καλή" εντύπωση και στην αρχαιότητα ο εφεσείων είχε ένα ελαφρύ προβάδισμα 8 μηνών. Ο Διευθυντής προέβηκε στη σύσταση του εφεσείοντα υποδεικνύοντας ότι υπερτερούσε σε αξία και αρχαιότητα, σημειώνοντας επίσης ότι κατείχε τα απαιτούμενα προσόντα για προαγωγή. Συμπεριέλαβε ωστόσο στη σύσταση του και μια αναφορά σε πειθαρχικό παράπτωμα που είχε διαπράξει ο εφεσείων, το οποίο κατά την άποψη του Διευθυντή δεν μπορούσε να επηρεάσει την προοπτική του εφεσείοντα για προαγωγή.

Το παράπτωμα προέκυψε από παράπονο που υποβλήθηκε από το σύζυγο πελάτιδας του εφεσίβλητου Συμβουλίου. O παραπονούμενος σύζυγος ισχυρίστηκε ότι όταν η σύζυγος του επισκέφθηκε το Συμβούλιο Υδατοπρομήθειας Λεμεσού για θέματα που αφορούσαν στην υδατοπρομήθεια, κατά τη διάρκεια της αναμονής της για να εξυπηρετηθεί, ο εφεσείων άρχισε να συζητά μαζί της θέματα άσχετα με την υδατοπρομήθεια. Συγκεκριμένα την ρώτησε αν εργαζόταν και της πρότεινε να εργαστεί σε οίκο μόδας (modeling) στον οποίο ο εφεσείων είχε προσωπικό επαγγελματικό ενδιαφέρον και της έδωσε προς τούτο την επαγγελματική κάρτα του οίκου. Η θέση του εφεσείοντος για το πιο πάνω επεισόδιο ήταν, όπως την παρουσίασε ο ίδιος, η πιο κάτω:

"Κατά τη διάρκεια της παραμονής της στα Γραφεία και μέχρι την εξυπηρέτησή της μου είχε αναφέρει για κάποιο γυμναστήριο και είχε επιδείξει ενδιαφέρον για απασχόλησή της σε εργασία. Της συνέστησα οίκο modeling που ανήκει σε συγγενικό μου και φιλικό μου πρόσωπο και ενδιαφέρθηκε για συνεργασία. Η ως άνω κυρία απευθύνθηκε για διευθέτηση λογαριασμού στο συνάδελφο ταμία και πριν την αποχώρησή της μου ζήτησε αν έχω κάποιο τρόπο επικοινωνίας με τον πιο πάνω οίκο και την προμήθευσα με κάρτα του οίκου την οποία έτυχε να κατέχω.

Η καθ' όλα συμπεριφορά μου προς την εν λόγω κυρία όσο και προς όλους τους καταναλωτές του Συμβουλίου είναι πάντοτε στα πλαίσια της κοσμιότητας."

Ο Διευθυντής βρήκε τον εφεσείοντα ένοχο και του επέβαλε ποινή αυστηρής επίπληξης. Ο εφεσείων δεν προσέβαλε την απόφαση.

Αντίθετα με την άποψη του Διευθυντή ότι το πειθαρχικό αυτό παράπτωμα έπρεπε να θεωρηθεί σαν μεμονωμένο και ότι δεν εδικαιολογείτο να επηρεάσει την κρίση για προαγωγή, το εφεσίβλητο Συμβούλιο θεώρησε ότι το περιστατικό ήταν αρκετά σοβαρό και έκρινε ότι η συγκεκριμένη πειθαρχική καταδίκη του εφεσείοντα, επιδρώντας στο κριτήριο της αξίας, τον καθιστούσε υποδεέστερο έναντι του ενδιαφερόμενου μέρους. Το εφεσίβλητο Συμβούλιο αιτιολόγησε την πιο πάνω απόφασή του ως ακολούθως:

"Το Συμβούλιο έκρινε ότι το πρόσφατο πειθαρχικό παράπτωμα του υποψηφίου Ν. Ιωάννου για το οποίο καταδικάστηκε το 1998 και του επιβλήθηκε από το Διευθυντή η ποινή της αυστηρής επίπληξης είναι τόσο σοβαρό ώστε να θεωρηθεί ότι ο Ιωάννου υστερεί στο κριτήριο αξία έναντι του Π. Χαραλάμπους και διεφώνησε με την γνώμη της αξιολογούσας επιτροπής ότι το θέμα θα μπορούσε να θεωρηθεί μεμονωμένο. Από το συνδυασμένο αποτέλεσμα της αξίας, των προσόντων και της αρχαιότητας των υποψηφίων προς πλήρωση της κενής θέσης, δεν διαπιστώνεται τέτοιας φύσης υπεροχή υπέρ του υποψηφίου Ν. Ιωάννου.

Η ολιγόμηνη διαφορά στην αρχαιότητα του Ν. Ιωάννου από τον Π. Χαραλάμπους δεν θεωρήθηκε από το Συμβούλιο ικανοποιητικός λόγος να ανατραπεί η σειρά κατάταξης ούτε η μικρή διαφορά στην εντύπωση κατά την προσωπική συνέντευξη. Τα προσόντα θεωρήθηκαν τα ίδια.

Η πιο πάνω απόφαση του Συμβουλίου αιτιολογεί τη διαφορά που υπάρχει με την τελική σύσταση του Διευθυντή."

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι το εφεσίβλητο Συμβούλιο είχε τη δυνατότητα να σχηματίσει τη δική του άποψη αναφορικά με τη σημασία του πειθαρχικού παραπτώματος, χωρίς να δεσμεύεται από τον τρόπο προσέγγισης του θέματος από το Διευθυντή και ότι η απόφαση του να το λάβει υπόψη ήταν εύλογα επιτρεπτή.

(β) Η έφεση.

Με την παρούσα έφεση ο εφεσείων αμφισβητεί την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης, ισχυριζόμενος ότι το εφεσίβλητο Συμβούλιο απέτυχε να επιλέξει τον καλύτερο και επαναλαμβάνοντας, όπως και πρωτόδικα, ότι εσφαλμένα λήφθηκε υπόψη η καταδίκη του πειθαρχικού παραπτώματος που οδήγησε τελικά στην προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους.

Η εισήγηση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή.

Ο Κανονισμός 20(4)(α) της Κ.Δ.Π. 111/96 προνοεί ότι,

"Κατά την προαγωγή το Συμβούλιο λαμβάνει ανάλογα υπόψη τις ετήσιες υπηρεσιακές εκθέσεις για τους υποψηφίους, το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων, τις αιτιολογημένες συστάσεις του Διευθυντή και την εντύπωση που απεκόμισε το Συμβούλιο κατά την προσωπική συνέντευξη ή/και τα αποτελέσματα γραπτών εξετάσεων αν αυτές έχουν γίνει."

Από τον πιο πάνω Κανονισμό είναι φανερό ότι ένα από τα απαραίτητα στοιχεία που έπρεπε να λάβει υπόψη το Συμβούλιο ήταν και το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλων, μέρος του οποίου αποτελούσε η πειθαρχική καταδίκη του εφεσείοντα. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια κρίνεται ότι η απόφαση του εφεσίβλητου Συμβουλίου στις 3/3/2000 να λάβει υπόψη το πειθαρχικό παράπτωμα ήταν εύλογα επιτρεπτή, λαμβανομένου μάλιστα υπόψη του γεγονότος ότι επρόκειτο για πρόσφατο παράπτωμα του 1998.

Η προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου πάνω στο θέμα κατοπτρίζεται συμπεριληπτικά στο πιο κάτω απόσπασμα της σχετικής απόφασης:

"................................................................ Μου φαίνεται δε ότι η άποψη του Συμβουλίου επί της ουσίας του θέματος ήταν εύλογα επιτρεπτή. Σημειώνω σχετικά ότι τα στοιχεία στον προσωπικό φάκελο του αιτητή παρείχαν κάποιο έδαφος για την ανησυχία που το Συμβούλιο εξέφρασε σχετικά με τη συμπεριφορά του αιτητή. Εύλογα επιτρεπτή κατά την άποψή μου, ήταν και η κατάληξη, κατόπιν στάθμισης, ότι η υπέρ του αιτητή διαφορά σε βαθμολογημένη αξία, αρχαιότητα και απόδοση στην προσωπική συνέντευξη - μιας διαφοράς την οποία, ανεξάρτητα από χαρακτηρισμούς, το Συμβούλιο ορθά διέκρινε - δεν θα έπρεπε εν προκειμένω να υπερισχύσει."

Συμφωνούμε με την πιο πάνω προσέγγιση που καλύπτει και το δεύτερο λόγο έφεσης και δεν έχουμε πεισθεί ότι υπάρχουν λόγοι που θα δικαιολογούσαν την επέμβασή μας.

Η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα σε βάρος του εφεσείοντος.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο