ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2004) 3 ΑΑΔ 481
6 Σεπτεμβρίου, 2004
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3273)
ΑΥΓΗ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,
Εφεσείουσα-Αιτήτρια,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Εφεσίβλητης-Καθ'ης η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3361)
ΑΥΓΗ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,
Εφεσείουσα-Αιτήτρια,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Εφεσίβλητης-Καθ'ης η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3363)
1. ΧΡΥΣΩ ΝΕΟΦΥΤΟΥ,
2. ΕΛΕΝΗ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ,
3. ΜΑΡΘΑ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ,
4. ΣΟΦΙΑ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ,
Εφεσείουσες-Αιτήτριες,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Εφεσίβλητης-Καθ'ης η αίτηση,
v.
1. ΛΟΥΚΙΑΣ ΜΟΥΝΤΗ,
2. ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥ ΜΑΧΛΟΥΖΑΡΙΔΗ,
3. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΣΤΑΥΡΙΝΙΔΗ,
4. ΜΑΙΡΗΣ ΤΕΚΚΗ,
5. ΓΙΑΝΝΟΥΛΑΣ Τ. ΧΡΙΣΤΟΥ,
6. ΘΑΛΕΙΑΣ ΛΟΪΖΟΥ-ΝΙΚΟΛΑΟΥ,
Εφεσιβλήτων-Ενδιαφερόμενων μερών.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3531)
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Εφεσείουσα-Καθ'ης η αίτηση,
v.
ΑΥΓΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ κ.ά.,
Εφεσιβλήτων-Αιτητών.
(Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ. 3273, 3361, 3363, 3531)
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Προσόντα ― Δέουσα έρευνα ως προς το προσόν γνώσης της Αγγλικής γλώσσας κατά την επανεξέταση ― Ορθά δεν διεξήχθησαν γραπτές και προφορικές εξετάσεις στο στάδιο επανεξέτασης ― Η έρευνα μέσω του Υπουργείου Παιδείας δέουσα.
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Προσόντα ― Δέουσα έρευνα σε συμμόρφωση με την ακυρωτική απόφαση ― Απόφαση της ΕΔΥ υπό τις περιστάσεις ορθά επικυρώθηκε από το πρωτόδικο δικαστήριο.
Με τις εφέσεις που συνεκδικάστηκαν τέθηκαν προς εκδίκαση ίδια ζητήματα δέουσας έρευνας, ως προς την πλήρωση των προσόντων του σχεδίου υπηρεσίας της θέσης Ανώτερου Λειτουργού Ευημερίας, σε συμμόρφωση με ακυρωτική απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, επιτρέποντας μόνο την έφεση 3531 και απορρίπτοντας τις άλλες, αποφάσισε ότι:
1. Η ΕΔΥ κινήθηκε μέσα σε επιτρεπτά όρια. Η διεξαγωγή νέας προφορικής ή γραπτής εξέτασης δεν ήταν δυνατή αφού, όπως ορθά διαπιστώθηκε στην πρωτόδικη απόφαση, η διαδικασία αφορούσε επανεξέταση, περιοριζόμενη στα δεδομένα που υπήρχαν κατά την ημερομηνία λήψης της αρχικής διοικητικής απόφασης.
Η αναζήτηση δε της άποψης του Υπουργείου Παιδείας μέσα στα πλαίσια της αξιολόγησης των πιστοποιητικών που προσκομίσθηκαν από τους υποψηφίους σε σχέση με το επίπεδο γνώσης της Αγγλικής γλώσσας ήταν απόλυτα ορθή.
2. Δεν στοιχειοθετήθηκε επίσης οποιαδήποτε αιτία που θα δικαιολογούσε συμπέρασμα ότι ο προσανατολισμός και οι εκτιμήσεις της ΕΔΥ σε σχέση με τα προσόντα του ενδιαφερόμενου μέρους Μ. Τέκκη, ήταν το αποτέλεσμα πλάνης. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού ανέλυσε τον τρόπο προσέγγισης της ΕΔΥ στο συγκεκριμένο ζήτημα, διαπίστωσε ότι ο χειρισμός του θέματος ήταν εύλογα επιτρεπτός, προσθέτοντας προς τούτο απόσπασμα από τα πρακτικά με βάση το οποίο, ορθά απέρριψε το επιχείρημα ότι δεν πληρούνταν τα προβλεπόμενα στο σχέδιο υπηρεσίας προσόντα.
Η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε σχέση με το ενδιαφερόμενο μέρος Μ. Τέκκη είναι ορθή και δεν υπάρχει περιθώριο επέμβασης στην κρίση του ότι η έρευνα στην οποία είχε προβεί η ΕΔΥ ήταν υπό τις περιστάσεις επαρκής και σε πλήρη συμμόρφωση με την ακυρωτική απόφαση.
3. Η ΕΔΥ είχε αναζητήσει και είχε υπόψη της όλα εκείνα τα στοιχεία που θα μπορούσαν να την οδηγήσουν σε ασφαλή συμπεράσματα, συμπεριλαμβανομένων και των σχετικών επιστολών του Υπουργείου Παιδείας, που ήταν το αρμόδιο σώμα προς το σκοπό γνωμάτευσης για το επίπεδο των εξετάσεων που διεξάγονται από τα ιδιωτικά φροντιστήρια και των μαθημάτων που προσφέρονται από τα Κρατικά Ινστιτούτα Επιμόρφωσης. Το Υπουργείο Παιδείας κατόπιν έρευνας που διεξήγαγε, εξέφρασε την άποψη ότι οι εξετάσεις στα Ιδιωτικά Φροντιστήρια διεξάγονται με εσωτερικές διαδικασίες και το αδιάβλητο των εξετάσεων δεν μπορεί να διασφαλιστεί, από τη στιγμή που οι διδάσκοντες ετοιμάζουν τα εξεταστικά δοκίμια, επιτηρούν στις εξετάσεις, διορθώνουν τα γραπτά και εκδίδουν ταυτόχρονα τα αποτελέσματα. Το Υπουργείο Παιδείας είχε επίσης επισημάνει προς την ΕΔΥ ότι "σχετικά με τα επίπεδα στα Αγγλικά επικρατεί μια ακαταστασία, και το κάθε φροντιστήριο, αυθαίρετα μερικές φορές, χαρακτηρίζει τα επίπεδά του Elementary, Intermediate, Advanced, G.C.E. ή 1ο, 2ο, 3ο έτος, κλπ". Με βάση τις πιο πάνω επίσημες απόψεις του Υπουργείου Παιδείας η ΕΔΥ κατέληξε στη δική της απόφαση σταθμίζοντας όλα τα στοιχεία που υπήρχαν ενώπιόν της, εξαντλώντας όλες τις διαδικασίες που θα μπορούσε να υιοθετήσει στη διερεύνηση αν οι υποψήφιοι κατείχαν την πολύ καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας. Η εισήγηση για την υποβολή των υποψηφίων σε γραπτές ή προφορικές εξετάσεις προσκρούει στη νομολογιακή αρχή που υπαγορεύει ότι η επανεξέταση περιορίζεται στα γεγονότα που υπήρχαν κατά το χρόνο έκδοσης της αρχικής απόφασης.
Η έφεση 3531 επιτυγχάνει και οι εφέσεις 3273, 3361, 3363 απορρίπτονται, με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Νεοφύτου κ.ά. v. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 345/2000 κ.ά., ημερ. 26/11/2001,
Χαραλάμπους v. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 682/2000, ημερ. 12/7/2001,
Ε.Ε.Υ. v. Ζαμπόγλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270,
Χαραλάμπους κ.ά. v. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 1252/2000 κ.ά, ημερ. 17/9/2002,
Δρουσιώτης v. Δήμου Λατσιών (1992) 3 Α.Α.Δ. 437.
Εφέσεις.
Εφέσεις από τους αιτητές εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Υποθέσεις Αρ. 682/00 κ.ά), ημερομηνίας 12/7/2001, με την οποία απορρίφθηκαν οι προσφυγές τις οποίες άσκησαν εναντίον της προαγωγής στις 30/11/99 αντίστοιχων ενδιαφερομένων μερών, κατόπιν επανεξέτασης συνεπεία δύο ακυρωτικών αποφάσεων, σε επτά κενές θέσεις Ανώτερου Λειτουργού Ευημερίας, Τμήμα Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας και έφεση από τη Δημοκρατία (Α.Ε. 3531), εναντίον της ίδιας απόφασης με την οποία έγιναν αποδεκτές οι προσφυγές των αιτητριών Αυγής Χαραλάμπους, Μάρθας Χριστοφόρου, Χρύσως Νεοφύτου, Ελένης Δημητρίου και Σοφίας Παπαδοπούλου, εναντίον της προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους Χρυσής Αδάμου, στην ίδια θέση.
Α.Σ. Αγγελίδης, για την Εφεσείουσα στις A.E. 3273, A.E. 3361 και για τους Εφεσιβλήτους στην Α.Ε. 3531.
Χρ. Κληρίδης, για τις Εφεσείουσες στην Α.Ε. 3363.
Δ. Kούσιου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Eφεσείουσα στην A.E. 3531.
Δ. Καλλίγερος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη στην Α.Ε. 3273.
Αντ. Βασιλειάδης, Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη στην Α.Ε. 3361, Α.Ε. 3363.
Χρ. Χριστοφή, για το Ενδιαφερόμενο μέρος στην Α.Ε. 3273.
Α. Μούντης, για το Ενδιαφερόμενο μέρος Μούντη στην Α.Ε. 3363.
Α. Ευσταθίου, για τα Ενδιαφερόμενα μέρη Μαχλουζαρίδη και Σταυρινίδη στην Α.Ε. 3363.
Α. Παναγιώτου, για το Ενδιαφερόμενο μέρος Τέκκη στην Α.Ε. 3363.
Χρ. Χρίστου για Α. Νεοκλέους, για το Ενδιαφερόμενο μέρος Γ. Χρίστου στην Α.Ε. 3363.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Τ. Ηλιάδης.
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την αναθεωρητική έφεση 3273 η Αυγή Χαραλάμπους (εφεσείουσα) επιδιώκει την ακύρωση της πρωτόδικης απόφασης με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή της και επικυρώθηκε στην ολότητά της η προσβαλλόμενη απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) για την προαγωγή του ενδιαφερόμενου μέρους Ζωής Αδαμίδου στη θέση Ανώτερου Λειτουργού Ευημερίας.
Με την αναθεωρητική έφεση 3361 η Αυγή Χαραλάμπους (εφεσείουσα) και με την αναθεωρητική έφεση 3363 οι Χρύσω Νεοφύτου, Ελένη Δημητρίου, Μάρθα Χριστοφόρου και Σοφία Παπαδοπούλου (εφεσείουσες) αμφισβητούν την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης (που εκδόθηκε από το Δικαστή Καλλή), με την οποία απορρίφθηκαν οι έξι προσφυγές που καταχώρησαν εναντίον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) για την προαγωγή των Λουκίας Μούντη, Χαράλαμπου Μαχλουζαρίδη, Παναγιώτη Σταυρινίδη, Μαίρης Τέκκη, Γιαννούλας Χρίστου και Θάλειας Νικολάου (ενδιαφερόμενα μέρη) στη θέση Ανώτερου Λειτουργού Ευημερίας.
Με την αναθεωρητική έφεση 3531 η Κυπριακή Δημοκρατία μέσω της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (εφεσείουσα), ζητά την ακύρωση της πρωτόδικης απόφασης (που εκδόθηκε από το Δικαστή Φρ. Νικολαΐδη), με την οποία έγιναν αποδεκτές οι προσφυγές των Αυγής Χαραλάμπους, Μάρθας Χριστοφόρου, Χρύσως Νεοφύτου, Ελένης Δημητρίου και Σοφίας Παπαδοπούλου, εναντίον της προαγωγής της Χρυσής Αδάμου (ενδιαφερόμενου μέρους) στη θέση Ανώτερου Λειτουργού Ευημερίας.
Τα ζητήματα που εγείρονται και στις τέσσερις εφέσεις είναι κοινά και αναφέρονται στην επάρκεια της έρευνας της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας σε σχέση με το απαιτούμενο στο σχέδιο υπηρεσίας της θέσης προσόν της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας. Προβάλλονται επίσης δευτερεύοντες ισχυρισμοί που αμφισβητούν τις εκτιμήσεις της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας για τις υπόλοιπες απαιτήσεις του σχεδίου υπηρεσίας.
(α) Τα γεγονότα.
Στις 30/11/99 η ΕΔΥ επανεξέτασε το θέμα της πλήρωσης επτά μόνιμων θέσεων Ανώτερου Λειτουργού Ευημερίας στο Τμήμα Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, μετά από δύο ακυρωτικές αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Σύμφωνα με την παράγραφο (5) των "Απαιτούμενων Προσόντων" της θέσης του Ανώτερου Λειτουργού Ευημερίας, ήταν απαραίτητη η πολύ καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας. Για να διαπιστώσει η ΕΔΥ αν οι υποψήφιοι κατείχαν το πιο πάνω προσόν, αποτάθηκε στο Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού για τη διαπίστωση του επιπέδου διαφόρων πιστοποιητικών Αγγλικής γλώσσας που διέθεταν οι υποψήφιοι. Το Υπουργείο Παιδείας ενημέρωσε γραπτώς την ΕΔΥ ότι το ιδιωτικό φροντιστήριο "KIMON TUTORIAL CENTRE", πιστοποιητικό του οποίου κατείχε η εφεσείουσα Αυγή Χαραλάμπους, διεξήγε εξετάσεις με εσωτερικές διαδικασίες και επομένως δεν μπορούσε να διασφαλιστεί το αδιάβλητο των εξετάσεων αυτών. Έτσι το Υπουργείο ανέφερε πως δεν ήταν σε θέση να υποβάλει στοιχειοθετημένη άποψη σχετικά με την υπόσταση, το επίπεδο και τη συγκεκριμένη σειρά μαθημάτων του υπό αναφορά ιδιωτικού φροντιστηρίου και επειδή η εφεσείουσα δεν διέθετε οποιοδήποτε άλλο τεκμήριο για την κατοχή από μέρους της, της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής, η ΕΔΥ έκρινε ότι δεν ικανοποιούνταν οι σχετικές απαιτήσεις του σχεδίου υπηρεσίας και την απέκλεισε από τη διαδικασία. Για τον ίδιο λόγο αποκλείστηκαν οι εφεσείουσες Χρύσω Νεοφύτου, Ελένη Δημητρίου, Μάρθα Χριστοφόρου και Σοφία Παπαδοπούλου, αφού η βεβαίωση του ιδιωτικού φροντιστηρίου Κ.Τ.Ε.Ε., το πιστοποιητικό επιτυχίας στην εξέταση G.C.E. O' Level με βαθμό D, η βεβαίωση του Ινστιτούτου Ξένων Γλωσσών για παρακολούθηση μαθημάτων 7ου έτους G.C.E. και το πιστοποιητικό των Κρατικών Ινστιτούτων Επιμόρφωσης, που διαβιβάστηκαν αντίστοιχα από τις εφεσείουσες, δεν αποτελούσαν σύμφωνα με τη γνώμη της ΕΔΥ και του Υπουργείου Παιδείας αποδεκτά τεκμήρια της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας. Η διαδικασία ολοκληρώθηκε με τη διαμόρφωση του καταλόγου προάξιμων υποψηφίων στον οποίο δεν συμπεριλήφθηκαν οι πιο πάνω εφεσείουσες.
(β) Οι πρωτόδικες αποφάσεις.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η σχετική έρευνα της ΕΔΥ ήταν πλήρης και επαρκής και ότι, αναφορικά με την εμπλοκή του Υπουργείου Παιδείας στην περίπτωση της εφεσείουσας Αυγής Χαραλάμπους, όπως και της Χρύσως Νεοφύτου, δεν υπήρξε οποιαδήποτε παρατυπία, αφού η ΕΔΥ αποτάθηκε στο πιο αρμόδιο και κατάλληλο σώμα ζητώντας λεπτομέρειες που καταδεικνύουν την πληρότητα της έρευνας. Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε επίσης ότι η έρευνα που έγινε σε σχέση και με τα υπόλοιπα προσόντα ήταν επαρκής, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από τα πρακτικά της ΕΔΥ που αποκαλύπτουν ότι κατά τη διαδικασία καταρτισμού του καταλόγου προαξίμων μελετήθηκαν οι πρόνοιες του υφιστάμενου σχεδίου υπηρεσίας και η σχετική σημείωση. Απορρίπτοντας δε την εισήγηση ότι στην απουσία τεκμηρίων κατοχής της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας, ήταν απαραίτητη η διεξαγωγή προφορικής ή γραπτής εξέτασης προκειμένου να διαπιστωθεί με ακρίβεια το επίπεδο γνώσης των υποψηφίων, το πρωτόδικο Δικαστήριο επεσήμανε πως κάτι τέτοιο θα ήταν αντίθετο προς τη νομολογία, υποδεικνύοντας ότι εφόσον επρόκειτο για επανεξέταση, η νομολογία επέβαλλε τον περιορισμό της διαδικασίας στα γεγονότα που υπήρχαν κατά το χρόνο της έκδοσης της αρχικής απόφασης και ότι, προφορική ή γραπτή εξέταση κατά το χρόνο λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης στις 30/11/99, θα αποκάλυπτε το επίπεδο γνώσης των υποψηφίων κατά το 1999 και όχι κατά το 1996. Στην πρωτόδικη απόφαση (Χρύσω Νεοφύτου κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Συνεκδ. Υποθ. Αρ. 345/2000 κ.ά. της 26/11/2001) εξετάστηκαν με πολλή λεπτομέρεια και έγινε εκτεταμένη και ειδική αναφορά στα προσόντα των αιτητριών-εφεσειουσών σε αντιδιαστολή με τα ανάλογα πιστοποιητικά των ενδιαφερόμενων μερών-εφεσιβλήτων. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια απορρίφθηκε επίσης ο ισχυρισμός της εφεσείουσας Μάρθας Χριστοφόρου ότι έτυχε δυσμενούς διάκρισης λόγω του ότι δεν της πιστώθηκε ως τεκμήριο πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής, η βεβαίωση του Προϊσταμένου των Κρατικών Ινστιτούτων Επιμόρφωσης ότι είχε παρακολουθήσει κανονικά τα μαθήματα του 7ου έτους στην Αγγλική γλώσσα (G.C.E.) κατά το σχολικό έτος 1985-86. Το επιχείρημα είχε ως έρεισμα την αναγνώριση του ενδιαφερόμενου μέρους-εφεσίβλητης Λουκίας Μούντη, ως προσοντούχου με βάση πιστοποιητικό φοίτησης στο 6ο έτος του Κρατικού Ινστιτούτου Ξένων Γλωσσών. Όπως διαπίστωσε το πρωτόδικο Δικαστήριο η διαφορά έγκειτο στο ότι, σε αντίθεση με το ενδιαφερόμενο μέρος που, σύμφωνα με τη βεβαίωση, έδωσε με επιτυχία τις τελικές ενιαίες γραπτές εξετάσεις, η φοίτηση της αιτήτριας στο 7ο έτος δεν συνοδευόταν από επιτυχία σε οποιεσδήποτε εξετάσεις. Ανάλογη στάση τήρησε το Δικαστήριο και απέναντι στο επιχείρημα ότι η ΕΔΥ όφειλε να αποδεχθεί ως τεκμήριο το πιστοποιητικό των Κρατικών Ινστιτούτων Επιμόρφωσης, σύμφωνα με το οποίο η αιτήτρια-εφεσείουσα Σοφία Παπαδοπούλου παρακολούθησε πριν από τριάντα χρόνια (1967-68) τα μαθήματα του 7ου έτους στα Αγγλικά και πέτυχε στις σχετικές εξετάσεις. Το Υπουργείο Παιδείας δεν ήταν σε θέση να εκφράσει άποψη, γιατί όπως διαπιστώθηκε κατά την περίοδο εκείνη (1967-68) τα δοκίμια και τα επίπεδα δεν ήταν σταθμισμένα και επομένως η στάση της ΕΔΥ να θεωρήσει ότι δεν υπήρχε τεκμήριο γνώσης σε αυτή την περίπτωση, κρίθηκε εύλογα επιτρεπτή.
(γ) Οι αναθεωρητικές εφέσεις 3273, 3361 και 3363 των εφεσειουσών.
Και οι τρεις εφέσεις προβάλλουν ως λόγους ανατροπής των πρωτόδικων αποφάσεων τις ίδιες εισηγήσεις που προωθήθηκαν πρωτόδικα. Πιο συγκεκριμένα υποβλήθηκε ότι το πρωτόδικο συμπέρασμα ότι η έρευνα της ΕΔΥ ήταν επαρκής, είναι λανθασμένο και ότι η ΕΔΥ έπρεπε να προβεί σε δική της έρευνα αναφορικά με τα προσόντα των υποψηφίων. Προς τούτο η ΕΔΥ θα έπρεπε να υποβάλει τους υποψηφίους σε γραπτές και προφορικές εξετάσεις, αφού τα στοιχεία που περιέχονται στις σχετικές επιστολές του Υπουργείου Παιδείας θα πρέπει να θεωρηθούν σαν εξωγενή και δεν έπρεπε να ληφθούν υπόψη. Υποβλήθηκε επίσης ότι το ενδιαφερόμενο μέρος-εφεσίβλητη Μαίρη Τέκκη δεν πληρούσε τα βασικά προσόντα της παρ. (1) και (2) του σχεδίου υπηρεσίας της θέσης, που απαιτούν την κατοχή Διπλώματος ή ισότιμου προσόντος στον κλάδο της Κοινωνικής Εργασίας/Ευημερίας και ειδική εκπαίδευση ή μετεκπαίδευση στο ίδιο αντικείμενο.
Οι σχετικές εισηγήσεις που υποβλήθηκαν εκ μέρους των εφεσειουσών δεν μπορούν να γίνουν αποδεκτές. Το πρωτόδικο Δικαστήριο ασχολήθηκε εκτεταμένα με τις εισηγήσεις που προβλήθηκαν και διαπίστωσε ότι η ΕΔΥ εξέτασε όλα τα πιστοποιητικά και τα υπόλοιπα στοιχεία των φακέλων και αιτιολόγησε επαρκώς τα συμπεράσματά της σε σχέση με την κατοχή των επίμαχων προσόντων. Όπως επισημαίνεται στην πρωτόδικη απόφαση (Αυγή Χαραλάμπους ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 682/2000 της 12/7/2001), την οποία υιοθετούμε,
"Όλες οι πιο πάνω λεπτομέρειες καταδεικνύουν την πληρότητα και επάρκεια της έρευνας την οποία εγκαινίασε η Ε.Δ.Υ. Το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού ανέφερε ότι «δεν είναι σε θέση να υποβάλει στοιχειοθετημένη άποψη σχετικά με την υπόσταση, το επίπεδο και τη συγκεκριμένη σειρά μαθημάτων». Ωστόσο αυτή η τοποθέτηση του Υπουργείου δεν ήταν αυθαίρετη. Ήταν το αποτέλεσμα της διαπίστωσης του «ότι οι εξετάσεις στα ιδιωτικά φροντιστήρια διεξάγονται με εσωτερική διαδικασία και επομένως το αδιάβλητο των εξετάσεων αυτών δεν μπορεί να διασφαλιστεί».
Η κα. Ευσταθίου υπέβαλε ότι η Ε.Δ.Υ. έπρεπε να προβεί στη δική της έρευνα. Πρέπει να υπενθυμίσω ότι δεν υπάρχει αρχή διοικητικού δικαίου η οποία υπαγορεύει τη διεξαγωγή έρευνας από το ίδιο το αποφασίζον όργανο. Το τελευταίο μπορεί να αναθέσει σε άλλο όργανο τη διεξαγωγή έρευνας και τη συλλογή στοιχείων. Αυτό που υπαγορεύουν οι σχετικές αρχές του διοικητικού δικαίου είναι η διεξαγωγή έρευνας με σκοπό τη διαπίστωση όλων των ουσιωδών γεγονότων. (Κυριάκου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. 317/2000/30.3.2001).
Διερωτάται ένας τι θα αποκάλυπτε η έρευνα της Ε.Δ.Υ. εν όψει της πιο πάνω διαπίστωσης του πιο αρμόδιου και κατάλληλου οργάνου - του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού - ότι οι «εξετάσεις στα ιδιωτικά φροντιστήρια διεξάγονται με εσωτερικές διαδικασίες και επομένως το αδιάβλητο των εξετάσεων αυτών δεν μπορεί να διασφαλιστεί»...................................................
Με την επίδικη απόφαση της η Ε.Δ.Υ. έκρινε ότι η αιτήτρια δεν κατέχει το προσόν της «πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας» όπως απαιτείται από το σχέδιο υπηρεσίας. Αυτό που πρέπει να εξεταστεί, στα πλαίσια του δικαστικού ελέγχου, είναι κατά πόσο με βάση το ενώπιον της υλικό η Ε.Δ.Υ. εύλογα μπορούσε να καταλήξει στο επίδικο συμπέρασμα (Petsas v. Republic, 3 R.S.C.C. 60, 63). Έχοντας υπόψη το υλικό που βρισκόταν ενώπιον της Ε.Δ.Υ. κρίνω ότι η σχετική κατάληξη της ήταν εύλογα επιτρεπτή και δεν παρέχεται περιθώριο επέμβασης του δικαστηρίου. Κρίνω περαιτέρω ότι το σχετικό συμπέρασμα της Ε.Δ.Υ. είναι δεόντως αιτιολογημένο ........................................
Τέλος η κα. Ευσταθίου υπέβαλε ότι η Ε.Δ.Υ. δεν προέβη σε δέουσα έρευνα σχετικά με το κατά πόσο το Ε.Μ. διαθέτει το απαιτούμενο προσόν της παραγ. (2) του σχεδίου υπηρεσίας η οποία προβλέπει: «Ειδική εκπαίδευσις ή μετεκπαίδευσις εις την Κοινωνικήν Εργασίαν/Ευημερίαν ήτοις να περιλαμβάνη φοίτησιν εις ανεγνωρισμένον εκπαιδευτικόν ίδρυμα και απόκτησιν σχετικού διπλώματος/πιστοποιητικού» ..........................................
Εν όψει της διερεύνησης του θέματος της κατοχής του πιο πάνω προσόντος από το Ε.Μ. σε προηγούμενη συνεδρία και της κρίσης της Ε.Δ.Υ. περί της κατοχής του από το Ε.Μ. θεωρώ ότι δεν ήταν απαραίτητη η εξέταση του θέματος και κατά τη διαδικασία λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης. Έχοντας δε υπόψη τα προσόντα του Ε.Μ. - δίπλωμα στην Κοινωνική Εργασία, Pierce College 1967-1970 - σε συνάρτηση με το λεκτικό της επίμαχης πρόνοιας του σχεδίου υπηρεσίας, κρίνω ότι το σχετικό συμπέρασμα της Ε.Δ.Υ. ήταν εύλογα επιτρεπτό και δεν διακρίνω περιθώριο επέμβασης του Δικαστηρίου. Ο σχετικός λόγος ακύρωσης δεν ευσταθεί."
Σε συμφωνία επίσης με την πρωτόδικη απόφαση στις προσφυγές Χρύσω Νεοφύτου κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Συνεκδ. Υποθ. Αρ. 345/2000 κ.ά. της 26/11/2001, στην οποία υπάρχει εκτεταμένη αναφορά για το κάθε ένα από τα ενδιαφερόμενα μέρη, έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η ΕΔΥ κινήθηκε μέσα σε επιτρεπτά όρια. Η διεξαγωγή νέας προφορικής ή γραπτής εξέτασης δεν ήταν δυνατή αφού, όπως ορθά διαπιστώθηκε στην πρωτόδικη απόφαση, η διαδικασία αφορούσε επανεξέταση, περιοριζόμενη στα δεδομένα που υπήρχαν κατά την ημερομηνία λήψης της αρχικής διοικητικής απόφασης.
Η αναζήτηση δε της άποψης του Υπουργείου Παιδείας μέσα στα πλαίσια της αξιολόγησης των πιστοποιητικών που προσκομίσθηκαν από τους υποψηφίους σε σχέση με το επίπεδο γνώσης της Αγγλικής γλώσσας ήταν απόλυτα ορθή. Παρόμοιο ζήτημα εξετάσθηκε στην ΕΕΥ ν. Ζαμπόγλου (1997) 3 Α.Α.Δ. 270, όπου μεταξύ άλλων τονίστηκαν τα ακόλουθα:
"Στην παρούσα υπόθεση εύλογα η Ε.Ε.Υ. αναζήτησε τις απόψεις του Υπουργείου Παιδείας ως προς τη σημασία που μπορούσε να αποδοθεί στο Δίπλωμα του Chelsea College που κατέχει ο αιτητής. Οι πληροφορίες που της δόθηκαν ήταν σχετικές και βασικά λήφθηκαν υπόψη. Η απάντηση βασίστηκε πάνω σε προηγούμενη γνωμάτευση του Βρετανικού Συμβουλίου ότι το Δίπλωμα είναι ισοδύναμο Ανώτερης Εκπαίδευσης.
...................................................................................................
Συνεκτιμώντας το σύνολο των στοιχείων κρίνουμε ότι έγινε η δέουσα έρευνα στο βαθμό που ήταν εύλογα αναγκαία. Η παραπομπή του θέματος στο Υπουργείο Παιδείας και η συνεκτίμηση της πιστοποίησης του Βρετανικού Συμβουλίου μέσα στα πλαίσια των υπόλοιπων δεδομένων, ήταν ενέργειες που καταδεικνύουν ότι είχε γίνει η δέουσα έρευνα αποκλειομένης πλάνης περί τα πράγματα."
Δεν στοιχειοθετήθηκε επίσης οποιαδήποτε αιτία που θα δικαιολογούσε συμπέρασμα ότι ο προσανατολισμός και οι εκτιμήσεις της ΕΔΥ σε σχέση με τα προσόντα του ενδιαφερόμενου μέρους Μ. Τέκκη, ήταν το αποτέλεσμα πλάνης. Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αφού ανέλυσε τον τρόπο προσέγγισης της ΕΔΥ στο συγκεκριμένο ζήτημα, διαπίστωσε ότι ο χειρισμός του θέματος ήταν εύλογα επιτρεπτός, προσθέτοντας προς τούτο το πιο κάτω απόσπασμα από τα πρακτικά με βάση το οποίο, ορθά, κατά τη γνώμη μας, απέρριψε το επιχείρημα ότι δεν πληρούνταν τα προβλεπόμενα στο σχέδιο υπηρεσίας προσόντα:
"H Επιτροπή μελέτησε την ανάλυση σπουδών του μεταπτυχιακού διπλώματος της Τέκκη στη Γεροντολογία-Γηριατρική, που απέκτησε ύστερα από 9μηνη φοίτηση στο Institute of Gerontology του Πανεπιστημίου της Μάλτας, το οποίο βρίσκεται στο φάκελό της και έκρινε ότι ο εν λόγω κλάδος εμπίπτει στον τομέα της ανακούφισης δυσπραγούντων, που είναι ένας από τους τομείς που καθορίζονται από την ερμηνεία του όρου ειδική εκπαίδευση στην Κοινωνική Εργασία, σύμφωνα με την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ημερ. 9.6.67.
Η Επιτροπή, ακολούθως, αφού έλαβε επίσης υπόψη ότι το πιο πάνω εκπαιδευτικό ίδρυμα είναι αναγνωρισμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα, έκρινε ότι η Τέκκη καλύπτεται από τη Σημείωση του Σχεδίου Υπηρεσίας και είναι, ως εκ τούτου, υποψήφια στα πλαίσια της παρούσας επανεξέτασης."
Η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε σχέση με το ενδιαφερόμενο μέρος Μ. Τέκκη είναι ορθή και δεν υπάρχει περιθώριο επέμβασης στην κρίση του ότι η έρευνα στην οποία είχε προβεί η ΕΔΥ ήταν υπό τις περιστάσεις επαρκής και σε πλήρη συμμόρφωση με την ακυρωτική απόφαση.
Με βάση τα πιο πάνω οι εφέσεις 3273, 3361 και 3363 απορρίπτονται, με έξοδα σε βάρος των εφεσειουσών.
(δ) Η αναθεωρητική έφεση 3531 της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Με την αναθεωρητική έφεση 3531 η Δημοκρατία προσβάλλει την απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου στην προσφυγή Αυγή Χαραλάμπους κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (Συνεκδ. Υποθ. αρ. 1252/2000 κ.ά. της 17/9/2002), σύμφωνα με την οποία ακυρώθηκε ο αποκλεισμός των εφεσιβλήτων Αυγής Χαραλάμπους, Μάρθας Χριστοφόρου, Χρύσως Νεοφύτου, Ελένης Δημητρίου και Σοφίας Παπαδοπούλου, από τη διεκδίκηση προαγωγής τους στη θέση του Ανώτερου Λειτουργού Ευημερίας. Η πρωτόδικη απόφαση αποτελούσε κατάληξη της ίδιας διαδικασίας που εξετάστηκε μέσα στα πλαίσια των αναθεωρητικών εφέσεων 3273, 3361 και 3363 (πιο πάνω). Στην παρούσα περίπτωση το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η έρευνα της ΕΔΥ αναφορικά με την κατοχή της πολύ καλής γνώσης της Αγγλικής γλώσσας δεν ήταν επαρκής. Πιο συγκεκριμένα ο πρωτόδικος Δικαστής θεώρησε ότι τα στοιχεία που είχε ενώπιόν της η ΕΔΥ δεν ήταν αρκετά, ότι το Υπουργείο Παιδείας δεν αξιολόγησε τα πιστοποιητικά για τα οποία κλήθηκε να εκφέρει άποψη και ότι η ΕΔΥ όφειλε να ερευνήσει περαιτέρω το αμφισβητούμενο ζήτημα των προσόντων των αιτητριών και να προχωρήσει ενδεχομένως σε γραπτή ή προφορική εξέταση. Ο λόγος της έφεσης ευσταθεί. Για τους λόγους που εξηγήθηκαν στις αναθεωρητικές εφέσεις 3273, 3361 και 3363, έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η ΕΔΥ είχε αναζητήσει και είχε υπόψη της όλα εκείνα τα στοιχεία που θα μπορούσαν να την οδηγήσουν σε ασφαλή συμπεράσματα, συμπεριλαμβανομένων και των σχετικών επιστολών του Υπουργείου Παιδείας, που ήταν το αρμόδιο σώμα προς το σκοπό γνωμάτευσης για το επίπεδο των εξετάσεων που διεξάγονται από τα ιδιωτικά φροντιστήρια και των μαθημάτων που προσφέρονται από τα Κρατικά Ινστιτούτα Επιμόρφωσης. Το Υπουργείο Παιδείας κατόπιν έρευνας που διεξήγαγε, εξέφρασε την άποψη ότι οι εξετάσεις στα Ιδιωτικά Φροντιστήρια διεξάγονται με εσωτερικές διαδικασίες και το αδιάβλητο των εξετάσεων δεν μπορεί να διασφαλιστεί, από τη στιγμή που οι διδάσκοντες ετοιμάζουν τα εξεταστικά δοκίμια, επιτηρούν στις εξετάσεις, διορθώνουν τα γραπτά και εκδίδουν ταυτόχρονα τα αποτελέσματα. Το Υπουργείο Παιδείας είχε επίσης επισημάνει προς την ΕΔΥ ότι "σχετικά με τα επίπεδα στα Αγγλικά επικρατεί μια ακαταστασία, και το κάθε φροντιστήριο, αυθαίρετα μερικές φορές, χαρακτηρίζει τα επίπεδά του Elementary, Intermediate, Advanced, G.C.E. ή 1ο, 2ο, 3ο έτος, κλπ". Με βάση τις πιο πάνω επίσημες απόψεις του Υπουργείου Παιδείας η ΕΔΥ κατέληξε στη δική της απόφαση σταθμίζοντας όλα τα στοιχεία που υπήρχαν ενώπιόν της, εξαντλώντας όλες τις διαδικασίες που θα μπορούσε να υιοθετήσει στη διερεύνηση αν οι υποψήφιοι κατείχαν την πολύ καλή γνώση της Αγγλικής γλώσσας. Η εισήγηση για την υποβολή των υποψηφίων σε γραπτές ή προφορικές εξετάσεις προσκρούει στη νομολογιακή αρχή που υπαγορεύει ότι η επανεξέταση περιορίζεται στα γεγονότα που υπήρχαν κατά το χρόνο έκδοσης της αρχικής απόφασης (Δρουσιώτης ν. Δήμου Λατσιών (1992) 3 Α.Α.Δ. 437, 445).
Από τα στοιχεία που έχουν παρουσιασθεί έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η ΕΔΥ διεξήγαγε πλήρη έρευνα και επεξήγησε με σαφήνεια τους λόγους που την οδήγησαν στη λήψη της απόφασής της.
Η έφεση επιτυγχάνει και η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Η εφεσίβλητη καταδικάζεται όπως καταβάλει τα έξοδα τόσο πρωτοδίκως όσο και κατ' έφεση.
Η έφεση 3531 επιτυγχάνει και οι εφέσεις 3273, 3361, 3363 απορρίπτονται, με έξοδα.