ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομολογία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
ANDREAS KOUSOULIDES AND OTHERS ν. REPUBLIC (PUBLIC SERVICE COMMISSION) (1967) 3 CLR 438
KOUMIS HJI MICHAEL AND OTHERS ν. REPUBLIC (COUNCIL OF MINISTERS AND ANOTHER) (1972) 3 CLR 246
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
(2004) 3 ΑΑΔ 125
18 Φεβρουαρίου, 2004
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ,
ΑΡΕΣΤΗΣ Δ/στές]
ΙΩΑΝΝΑ ΙΩΑΝΝΟΥ,
Εφεσείουσα-Αιτήτρια,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Εφεσίβλητης-Καθ' ης η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3221)
Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί ― Προαγωγές ― Συνεντεύξεις ― Κριτήρια αξιολόγησης ― Δεν ήταν εξωγενή αλλά σχετικά με το σχέδιο υπηρεσίας.
Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί ― Προαγωγές ― Συνεντεύξεις ― Παρουσία Πρώτου Λειτουργού Εκπαίδευσης κατά τις συνεντεύξεις ― Νόμιμη ― Άρθρο 35Β(9) επιτρέπει την παρουσία εκπροσώπων.
Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί ― Προαγωγές ― Μονάδες ― Παραχώρηση διαφορετικών μονάδων σε διαφορετικές διαδικασίες προαγωγών για το ίδιο πτυχίο ― Άσχετο ζήτημα ως προς την εξέταση της νομιμότητας της μίας απόφασης.
Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί ― Προαγωγές ― Μονάδες ― Κατανομή των 5 μονάδων σε 4 για την προφορική συνέντευξη, 0.75 για προσωπικούς φακέλους και 0.25 για υπηρεσιακούς φακέλους ― Υπό τις περιστάσεις ήταν αιτιολογημένη.
Επιδιώχθηκε και κατ' έφεση, όπως και πρωτόδικα από την εφεσείουσα, η ακύρωση της απόφασης προαγωγής των Ε/Μ, στη θέση διευθυντή σχολείων δημοτικής εκπαίδευσης.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
1. Όπως ορθά και ο συνήγορος της ίδιας της εφεσείουσας σημειώνει, σκοπός της κάθε συνέντευξης είναι να διαμορφωθεί με τις ερωτήσεις αντικειμενική κρίση για την καταλληλότητα εκάστου υποψηφίου για τη συγκεκριμένη θέση. Δεν φαίνεται ότι τα τεθέντα κριτήρια όπως καταγράφονται και στην πρωτόδικη απόφαση, εξυπηρετούν άλλο σκοπό. Ο γενικός και αόριστος ισχυρισμός ότι είναι έξω από τα σχέδια υπηρεσίας, παραμένει ατεκμηρίωτος. Δεν υποδείχθηκε με αναφορά στο συγκεκριμένο σχέδιο υπηρεσίας που βρίσκεται η αντινομία μεταξύ των δύο.
2. Με το δεύτερο λόγο έφεσης προσβάλλεται η απόφαση του δικαστηρίου ότι η παρουσία του Πρώτου Λειτουργού Εκπαίδευσης κατά τη διάρκεια των συνεντεύξεων ήταν νόμιμη.
Είναι η θέση του συνηγόρου της εφεσείουσας ότι από τη στιγμή που στη συνέντευξη δεν ήταν παρόντες ένας από τα πρόσωπα που κατονομάζει ο Νόμος, έπρεπε να αποδειχθεί η εξουσιοδότηση που είχε το πρόσωπο που εμφανίστηκε σαν εκπρόσωπος τους.
Δεν τεκμηριώνεται με οποιοδήποτε τρόπο η θέση αυτή από τη στιγμή που ρητά επιτρέπεται η παρουσία εκπροσώπου των προσώπων που ο νόμος κατονομάζει. Δεν μπορεί ο κ. Κωνσταντίνου να θεωρηθεί σαν πρόσωπο που συμμετείχε χωρίς εξουσιοδότηση.
3. Σαν τρίτος λόγος έφεσης προβάλλεται η παράλειψη του δικαστηρίου να εξετάσει τον ισχυρισμό της εφεσείουσας για έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας.
Όσον αφορά την παραχώρηση 2 μονάδων για το ίδιο προσόν από την Ε.Ε.Υ. στις 25/11/99, όπως και πάλιν ο συνήγορος της εφεσείουσας ισχυρίζεται φαίνεται ότι και πάλιν παραπέμπει σε διαδικασία άσχετη με την πλήρωση των επίδικων θέσεων, εφόσον η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε πολύ πριν και δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 30/4/99. Από το φάκελο φαίνεται ότι αφορούσε διαδικασία πλήρωσης 28 θέσεων Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης μεταγενέστερη της επίδικης.
Αποκτά επομένως σημασία η θέση της συνηγόρου της εφεσίβλητης ότι είναι άσχετο το τι δόθηκε σ' άλλη διαδικασία για το ίδιο προσόν. Η θέση είναι ορθή και βρίσκει έρεισμα στην υπόθεση Νικολαΐδη ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 2583.
4. Όσον αφορά τον τρόπο κατανομής των 5 μονάδων, είναι η θέση της συνηγόρου της εφεσίβλητης, ότι η κατανομή έγινε σε πλήρη συμμόρφωση με τις πρόνοιες του Άρθρoυ 35Β (10) του περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου έχοντας αιτιολογήσει πλήρως την απόφαση πολιτικής που εξέδωσε. Το Δικαστήριο βρίσκει ότι υπάρχει πλήρης αιτιολογία με παραπομπή μάλιστα σε νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου για τους λόγους που οδήγησαν στον συγκεκριμένο τρόπο κατανομής. Ειδικά εξηγεί γιατί δίνονται 4 μονάδες για την προφορική συνέντευξη των υποψηφίων. Και αυτό το σκέλος του τρίτου λόγου έφεσης είναι αβάσιμο γι' αυτό και απορρίπτεται και αυτός ο λόγος.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Στυλιανού κ.ά. v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 982/99, ημερ. 25/10/2000,
Δημητρίου v. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 102,
Κωνσταντινίδου v. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 465/98, ημερ. 8/3/2000,
Νικολαΐδης v. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 2583.
Έφεση.
Έφεση από την αιτήτρια εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Υπόθεση Αρ. 900/99) ημερομηνίας 16/3/2001, με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή την οποία άσκησε κατά της προαγωγής του Ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης, από 1/3/99, θέση Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής.
Α. Σ. Αγγελίδης, για την Εφεσείουσα.
Ρ. Παπαέτη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ: Την απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει ο δικαστής Αρέστης.
ΑΡΕΣΤΗΣ, Δ.: Η εφεσείουσα με την προσφυγή της προσέβαλε την απόφαση της εφεσίβλητης με την οποία προήγαγε τα ε.μ. στη θέση διευθυντή σχολείων δημοτικής εκπαίδευσης από 1/3/99. Το δικαστήριο πρωτόδικα απέρριψε την προσφυγή. Μεταφέρουμε τα γεγονότα όπως καταγράφησαν στην πρωτόδικη απόφαση:
«Η θέση Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης καθορίζεται στα σχέδια υπηρεσίας ως πρώτου διορισμού και προαγωγής. Για την πλήρωση 27 κενών θέσεων υποβλήθηκαν 119 αιτήσεις, μετά που ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού είχε διαβιβάσει, στις 17.7.98 τη σχετική έγκριση για πλήρωση των θέσεων.
Για την επιλογή των καταλληλοτέρων για διορισμό-προαγωγή ακολουθήθηκε η διαδικασία που προβλέπεται στους περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμους 1969 έως (αριθμός 5) του 1998. Οι αιτήσεις τέθηκαν ενώπιον της Συμβουλευτικής Επιτροπής η οποία, αφού τις εξέτασε, υπέβαλε στην Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας κατάλογο με 89 υποψήφιους, με τη σειρά προτεραιότητας της σύστασης. Αναφορικά με την απόδοση μονάδων είχε αποφασίσει να δίδονται 3 μονάδες για το προσόν Μ.Α., δύο για τα διπλώματα φιλολογίας, 1.50 για παιδαγωγικά (δίπλωμα εξομοίωσης) και μια μονάδα για πτυχίο νομικής, αντίστιξης, δίπλωμα της Παντείου Σχολής και Certificate in Design and Technology.
Η αιτήτρια υπέβαλε ένσταση γιατί η Συμβουλευτική Επιτροπή δεν της παραχώρησε δυο μονάδες για το πτυχίο της στη νομική. Η ένσταση της αρχικά απορρίφθηκε, τελικά όμως η Ε.Ε.Υ. αποφάσισε να της παραχωρήσει δύο μονάδες γι' αυτό το προσόν. Η αιτήτρια κατατάγηκε 42η στη σειρά του καταλόγου, παίρνοντας 194.75 μονάδες, πριν από την προφορική συνέντευξη ενώπιον της Ε.Ε.Υ., για την οποία καθόρισε τα πιο κάτω κριτήρια αξιολόγησης της απόδοσης των υποψηφίων:
(α) βαθμός ενημέρωσης σε παιδαγωγικά θέματα και σε θέματα διοίκησης σχολείων,
(β) βαθμός ενημέρωσης του ρόλου και των ευθυνών του διευθυντή,
(γ) τεκμηρίωση απόψεων,
(δ) προσωπικότητα, και
(ε) γλωσσική επάρκεια, άνεση και διαφάνεια στη διατύπωση απόψεων.
Στη συνέντευξη η αιτήτρια υστέρησε, σε σύγκριση με άλλους υποψήφιους. Οι μονάδες που συγκέντρωσε την έθεταν έξω από τους πρώτους 27 που επιλέγηκαν για διορισμό.»
Θέλουμε να διευκρινίσουμε ότι όπως θα διαφανεί και πιο κάτω αυτό που αναφέρεται στην πρωτόδικη απόφαση ότι η Ε.Ε.Υ. παραχώρησε στην εφεσείουσα 2 μονάδες για το πτυχίο νομικής δεν αφορούσε την επίδικη διαδικασία, αλλά άλλη μεταγενέστερη.
Με τον πρώτο λόγο έφεσης προσβάλλεται η απόφαση του δικαστηρίου ότι τα κριτήρια που καθόρισε η Ε.Ε.Υ. για την αξιολόγηση της απόδοσης των υποψηφίων στις προφορικές συνεντεύξεις, δεν αποτελούν εξωγενή στοιχεία μη περιλαμβανόμενα στις απαιτήσεις των σχεδίων υπηρεσίας. Ο αδελφός μας δικαστής με αναφορά σε απόσπασμα από προηγούμενη απόφαση του στην υπόθεση Στέλιου Στυλιανού κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Προσφ. Αρ. 982/99, ημερ. 25/10/00, έκρινε ότι «τα στοιχεία που αποφάσισε να λάβει υπόψη της στις συνεντεύξεις (η Επιτροπή) είναι προδήλως απαραίτητα για οποιοδήποτε εκπαιδευτικό .................».
Ήταν ενώπιον μας η θέση του συνηγόρου της εφεσείουσας ότι η επιλογή των κριτηρίων ήταν αυθαίρετη, αναιτιολόγητη και άσχετη προς το σχέδιο υπηρεσίας, με αποτέλεσμα την καθιέρωση εξωγενών στοιχείων.
Η απάντηση της συνηγόρου της εφεσίβλητης είναι πως τα κριτήρια είναι μέσα στα όρια της διακριτικής ευχέρειας της Ε.Ε.Υ. και δεν είναι εξωγενή στοιχεία. Μας παρέπεμψε μεταξύ άλλων και στην απόφαση της Ολομέλειας Δημητρίου ν. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 102.
Η πρωτόδικη απόφαση επί του σημείου αυτού ήταν ορθή. Όπως αναφέρεται και στην απόφαση Δημητρίου (ανωτέρω): «Η Ε.Ε.Υ. ως το διορίζον όργανο έχει τη διακριτική ευχέρεια επιλογής των κριτηρίων και του τρόπου αξιολόγησης των υποψηφίων». Όπως ορθά και ο συνήγορος της ίδιας της εφεσείουσας σημειώνει σκοπός της κάθε συνέντευξης είναι να διαμορφωθεί με τις ερωτήσεις αντικειμενική κρίση για την καταλληλότητα εκάστου υποψηφίου για τη συγκεκριμένη θέση. Δεν μας φαίνεται ότι τα τεθέντα κριτήρια όπως καταγράφονται και στην πρωτόδικη απόφαση εξυπηρετούν άλλο σκοπό. Ο γενικός και αόριστος ισχυρισμός ότι είναι έξω από τα σχέδια υπηρεσίας παραμένει ατεκμηρίωτος. Δεν μας υποδείχθηκε με αναφορά στο συγκεκριμένο σχέδιο υπηρεσίας που βρίσκεται η αντινομία μεταξύ των δύο.
Με το δεύτερο λόγο έφεσης προσβάλλεται η απόφαση του δικαστηρίου ότι η παρουσία του Πρώτου Λειτουργού Εκπαίδευσης κατά τη διάρκεια των συνεντεύξεων ήταν νόμιμη. Αναφέρονται πρωτόδικα τα εξής:
«Η παρουσία του Πρώτου Λειτουργού Εκπαίδευσης κατά την διεξαγωγή των συνεντεύξεων ήταν νόμιμη, καθώς ρητά προβλέπεται στο άρθρο 35.Β(9) του Νόμου ότι στις συνεντεύξεις μπορεί να παρευρίσκεται ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου ή ο Διευθυντής του οικείου τμήματος ή εκπρόσωπος τους ο οποίος και εκφέρει τις κρίσεις του για την απόδοση των υποψηφίων.»
Είναι η θέση του συνηγόρου της εφεσείουσας ότι από τη στιγμή που στη συνέντευξη δεν ήταν παρόντες ένας από τα πρόσωπα που κατονομάζει ο Νόμος έπρεπε να αποδειχθεί η εξουσιοδότηση που είχε το πρόσωπο που εμφανίστηκε σαν εκπρόσωπος τους.
Δεν τεκμηριώνεται με οποιοδήποτε τρόπο η θέση αυτή από τη στιγμή που ρητά επιτρέπεται η παρουσία εκπροσώπου των προσώπων που ο νόμος κατονομάζει. Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο κ. Κωνσταντίνου, που παρουσιάστηκε ενώπιον της Ε.Ε.Υ. ήταν ο Πρώτος Λειτουργός Εκπαίδευσης. Υπάρχει απόφαση επί του θέματος στην οποία η κα Παπαέτη μας παρέπεμψε όπου ηγέρθη και απαντήθηκε ακριβώς το ίδιο ζήτημα. Πρόκειται για την υπόθεση Α. Κωνσταντινίδου ν. Δημοκρατίας, Προσφ. Αρ. 465/98, ημερ. 8/3/00. Τα γεγονότα φαίνονται ταυτόσημα. Παραθέτουμε σχετικό απόσπασμα:
«Ο επόμενος λόγος ακύρωσης σχετίζεται με την παρουσία του Πρώτου Λειτουργού Εκπαίδευσης κ. Λοϊζίδη κατά τις συνεδριάσεις της ΕΕΥ. Έρεισμα για το σχετικό λόγο ακύρωσης αποτέλεσε το αρ. 5(10) του Νόμου σύμφωνα με το οποίο «κατά τις συνεντεύξεις μπορεί να παρευρίσκεται ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Παιδείας ή ο Διευθυντής του οικείου Τμήματος ή εκπρόσωπος τους και να εκφέρει τις κρίσεις του για την απόδοση των υποψηφίων σ' αυτές.
Υποστηρίχθηκε ότι ο κ. Λοϊζίδης «που δεν είναι Γενικός Διευθυντής ή Διευθυντής χωρίς να ορίζεται ως ο αντιπρόσωπος του Γενικού Διευθυντή ο οποίος μάλιστα διατύπωσε κρίση μετά τη συνέντευξη» δεν ήταν εξουσιοδοτημένος να παραστεί στις εργασίες της ΕΕΥ και η παρουσία μη εξουσιοδοτημένου προσώπου οδηγεί σε ακύρωση ..........
Στη σφαίρα του διοικητικού δικαίου λειτουργεί τεκμήριο κανονικότητας των διοικητικών πράξεων (βλ. Kasoulides v. Republic (1967) 3 C.L.R. 438, HjiMichael and others v. Republic (1972) 3 C.L.R. 246 και Kolokotroni v. Republic (1980) 3 C.L.R. 419). Το βάρος ανατροπής ή κάμψης του τεκμηρίου το φέρει η αιτήτρια η οποία δεν το έχει αποσείσει. Λαμβανομένης υπόψη της σχετικής νομοθετικής διάταξης και της θέσης που κατείχε ο κ. Λοϊζίδης θεωρώ ότι το τεκμήριο της κανονικότητας δικαιολογεί την παρουσία του ως εξουσιοδοτημένου προσώπου (βλ. και Πρωτοπαπά, πιο πάνω).»
Πιστεύουμε ότι όσα πιο πάνω αναφέρονται απαντούν και το ζήτημα που εδώ μας απασχολεί. Δεν μπορεί ο κ. Κωνσταντίνου να θεωρηθεί σαν πρόσωπο που συμμετείχε χωρίς εξουσιοδότηση.
Βρίσκουμε και αυτό το λόγο έφεσης αβάσιμο και απορρίπτεται.
Σαν τρίτος λόγος έφεσης προβάλλεται η παράλειψη του δικαστηρίου να εξετάσει τον ισχυρισμό της εφεσείουσας για έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας. Η πρωτόδικη απόφαση αναφέρει σχετικά:
«Προβάλλεται επίσης ισχυρισμός για έλλειψη δέουσας έρευνας και αιτιολογίας. Τέτοιο θέμα δεν υπεισέρχεται εύκολα προς εξέταση ενόψει της διαδικασίας επιλογής που προβλέπει ο Νόμος. Η όποια αναφορά σε άλλα προσόντα ή αξιολογήσεις, εκτός του ότι λήφθηκαν υπόψη, εξετάζεται κάτω από το δεδομένο πως η θέση καθορίζεται πλέον στα σχέδια υπηρεσίας ως πρώτου διορισμού και προαγωγής.»
Με την αγόρευση του ο συνήγορος της εφεσείουσας κάτω από αυτό το λόγο έφεσης θίγει δύο θέματα:
(α) Δεν υπήρξε δέουσα έρευνα αναφορικά με την ένσταση της για παραχώρηση σ' αυτή μιας αντί δύο μονάδων για το πτυχίο νομικής που κατείχε.
(β) Δεν αιτιολογείται και είναι αυθαίρετη η απόφαση της ΕΕΥ να καθιερώσει την παραχώρηση 4 μονάδων για τη συνέντευξη και 0.75 για τους προσωπικούς φακέλους και 0.25 για τις υπηρεσιακές εκθέσεις. Κατά την εισήγηση του συνηγόρου της εφεσείουσας η πιο πάνω κατανομή των 5 μονάδων που ο νόμος παραχωρεί στην ΕΕΥ έγινε άσχετα με τις απαιτήσεις του σχεδίου υπηρεσίας και κατέληξε να καθιστά την προφορική συνέντευξη το αποφασιστικό κριτήριο επιλογής.
Όσον αφορά το πρώτο σκέλος του λόγου αυτού έφεσης η απάντηση της συνηγόρου της εφεσίβλητης συνοψίζεται στα εξής: Η Συμβουλευτική Επιτροπή στ' αρχικά στάδια της διαδικασίας προκαθόρισε τις μονάδες για πρόσθετα προσόντα και σε κανένα υποψήφιο δεν δόθηκε πέραν της 1 μονάδας για πτυχίο νομικής. Αν σε άλλες διαδικασίες δόθηκαν περισσότερες μονάδες στην εφεσείουσα για το ίδιο πτυχίο είναι άσχετο.
Στη γραπτή του ενώπιον μας αγόρευση ο συνήγορος της εφεσείουσας ισχυρίζεται ότι για το ίδιο προσόν ο Πρόεδρος της Ε.Ε.Υ. στις 27/6/87 γραπτώς απάντησε στην αιτήτρια ότι παραχωρούνται σ' αυτήν 2 μονάδες. Δε διευκρινίζεται κάτω από ποιές περιστάσεις έγινε κάτι τέτοιο. Αυτό όμως που μπορεί να λεχθεί λαμβάνοντας υπόψη την ημερομηνία που κατ' ισχυρισμό δόθηκαν 2 μονάδες για το πτυχίο νομικής είναι ότι αφορούσε διαδικασία άσχετη με την πλήρωση των επίδικων θέσεων.
Όσον αφορά την παραχώρηση 2 μονάδων για το ίδιο προσόν από την Ε.Ε.Υ. στις 25/11/99 όπως και πάλιν ο συνήγορος της εφεσείουσας ισχυρίζεται φαίνεται ότι και πάλιν παραπέμπει σε διαδικασία άσχετη με την πλήρωση των επίδικων θέσεων εφόσον η προσβαλλόμενη απόφαση λήφθηκε πολύ πριν και δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 30/4/99. Από το φάκελο φαίνεται ότι αφορούσε διαδικασία πλήρωσης 28 θέσεων Διευθυντή Σχολείων Δημοτικής Εκπαίδευσης μεταγενέστερη της επίδικης.
Αποκτά επομένως σημασία η θέση της συνηγόρου της εφεσίβλητης ότι είναι άσχετο το τι δόθηκε σ' άλλη διαδικασία για το ίδιο προσόν. Η θέση είναι ορθή και βρίσκει έρεισμα στην υπόθεση Νικολαϊδη ν. Δημοκρατίας (1991) 4 Α.Α.Δ. 2583, στην οποία μεταξύ άλλων μας παρέπεμψε. Και αυτό το σκέλος του τρίτου λόγου έφεσης απορρίπτεται.
Όσον αφορά το δεύτερο σκέλος για τον τρόπο κατανομής των 5 μονάδων είναι η θέση της συνηγόρου της εφεσίβλητης ότι η κατανομή έγινε σε πλήρη συμμόρφωση με τις πρόνοιες του άρθρ. 35Β (10) του περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμου έχοντας αιτιολογήσει πλήρως την απόφαση πολιτικής που εξέδωσε. Την εξετάσαμε. Βρίσκουμε ότι υπάρχει πλήρης αιτιολογία με παραπομπή μάλιστα σε νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου για τους λόγους που οδήγησαν στον συγκεκριμένοτρόπο κατανομής. Ειδικά εξηγεί γιατί δίνονται 4 μονάδες για την προφορική συνέντευξη των υποψηφίων.
Βρίσκουμε ότι και αυτό το σκέλος του τρίτου λόγου έφεσης είναι αβάσιμο γιαυτό και απορρίπτεται και αυτός ο λόγος.
Κατά συνέπεια η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Η εφεσείουσα να πληρώσει τα έξοδα.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.