ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2004) 3 ΑΑΔ 572

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 3375

(Υπόθεση Αρ. 157/2001)

4 Oκτωβρίου, 2004

[Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Γ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ,

Δ. ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]

DANIEL SARIEDDINE

Eφεσείοντας/Αιτητής

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ μέσω

    1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΑΜΥΝΑΣ
    2. ΑΡΧΗΓΟΥ ΕΘΝΙΚΗΣ ΦΡΟΥΡΑΣ

Εφεσίβλητων/Καθ΄ων η αίτηση

-------------------------

Δ. Βασιλειάδου και Ν. Παρτασίδου για Γ. Τριανταφυλλίδη.

Κ. Σταυρινός, Δικηγόρος της Δημοκρατίας για τους εφεσίβλητους.

---------------------------

Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

θα δοθεί από τον Δικαστή Γ. Κωνσταντινίδη.

------------------------------

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ: Ο εφεσείων άσκησε δυο προσφυγές που συνεκδικάστηκαν. Αντικείμενο της πρώτης, της 1565/00, ήταν η απόρριψη αιτήματός του για εξαίρεση από την υποχρέωση κατάταξης στην Εθνική Φρουρά. Αυτή απορρίφθηκε ως απαράδεκτη αφού ακόμα δεν είχε κληθεί για κατάταξη και ήταν πληροφοριακού χαρακτήρα. Δεν εφεσιβάλλεται αυτή η απόφαση. Αντικείμενο της δεύτερης, της 157/01, ήταν ακριβώς η μετέπειτα κλήση του εφεσείοντα για κατάταξη στην Εθνική Φρουρά. Αυτή κρίθηκε παραδεκτή και η κατ΄ ουσίαν απόρριψή της αποτελεί το θέμα της παρούσας έφεσης.

Από το συνδυασμό των άρθρων 4Α(1) και 5(1) του περί Εθνικής Φρουράς Νόμου του 1964 (Ν. 20/64 όπως τροποποιήθηκε) (ο Νόμος), κάθε πολίτης της Δημοκρατίας, ορισμένης ηλικίας, είναι στρατεύσιμος και υπόκειται σε υποχρέωση θητείας στην Εθνική Φρουρά. Ο εφεσείων, υιός Λιβάνιου πατέρα και Κυπρίας μητέρας, είναι Kύπριος πολίτης στην ορισμένη ηλικία αλλά θεωρεί αντισυνταγματική την κλήση του. Δηλώνει μέλος της μουσουλμανικής αίρεσης των Δρούζων και εισηγείται:

  1. Οι διατάξεις του Νόμου που επιβάλλουν την κατάταξή του στην Εθνική Φρουρά αντίκεινται στο Άρθρο 18 του Συντάγματος [και στο άρθρο 9 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών που κυρώθηκε με το Ν. 39/62] που κατοχυρώνει τη θρησκευτική ελευθερία. Υπό το δεδομένο, όπως το εκλαμβάνει, πως η Εθνική Φρουρά έχει χριστιανικό ορθόδοξο χαρακτήρα. Επικαλείται συναφώς τα σύμβολα στη στολή και στην εξάρτηση των μελών της, τήρηση χριστιανικού ορθόδοξου εορτολογίου και ιεροτελεστιών στα στρατόπεδα, τίμηση αγίων της ορθόδοξης χριστιανικής πίστης, στελέχωση της Εθνικής Φρουράς από ορθόδοξους χριστιανούς και ύπαρξη σε στρατόπεδα χώρων κατάλληλων για την άσκηση των χριστιανικών καθηκόντων των ορθόδοξων χριστιανών και όχι άλλων. Σ΄αυτό το πλαίσιο υποστηρίζει πως δεν αναιρείται η αντισυνταγματικότητα επειδή, όπως ενημερώθηκε εγγράφως από το Υπουργείο, «εφόσον ζητηθεί από αλλόθρησκους ή ετερόδοξους υπηρετούντες στην Εθνική Φρουρά να ασκήσουν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα σε χώρους επιλογής τους ή μονάδα τους, τους παρέχει διευκολύνσεις.»
  2. Η μη εξαίρεσή του από την υποχρέωση για κατάταξη παραβιάζει το Άρθρο 28 του Συντάγματος που κατοχυρώνει την αρχή της ισότητας. Αυτό, κατ΄ επίκληση πλέον των προνοιών του Νόμου, ως εξής: Κατά την επιφύλαξη στο άρθρο 6(1) του Νόμου το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εξαιρέσει πρόσωπο ή κατηγορίες ή τάξεις προσώπων «οσάκις λόγοι δημοσίου συμφέροντος καθιστούν την εξαίρεσιν απαραίτητον». Με την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου Αρ. 141 που δημοσιεύτηκε στις 9.11.01 εξαιρούνται οι Τούρκοι και, εκτός αν διαφορετικά επιθυμούν και εξασφαλίσουν άδεια, τα στρατεύσιμα μέλη των θρησκευτικών ομάδων των Aρμενίων, των Mαρωνιτών και των Λατίνων. Προφανώς, όπως προτείνει ο εφεσείων, λόγω της διαφορετικότητας των θρησκευτικών πεποιθήσεών τους. Οπότε της ίδιας μεταχείρισης θα έπρεπε να είχε τύχει και ο ίδιος. Μαζί με αυτά, επικαλείται και το άρθρο 4(3)(β) του Νόμου το οποίο απευθείας εξαιρεί τους κληρικούς, χωρίς βέβαια να είναι ο ίδιος κληρικός αλλά και χωρίς κάποια εξήγηση αναφορικά με τη νοηματική ένταξη αυτής της πρόνοιας στη λογική του επιχειρήματός του πως η Εθνική Φρουρά έχει το θρησκευτικό χαρακτήρα που εξειδικεύει.

Η πρωτόδικη απόφαση, την ορθότητα της οποίας υποστηρίζουν οι εφεσίβλητοι, καταλήγει ως ακολούθως:

"Η προσφυγή είναι αβάσιμη. Όπως έχω υποδείξει πιο πάνω, ο Νόμος υποχρεώνει όλους του κύπριους πολίτες που είναι στρατεύσιμοι να καταταγούν στην εθνική φρουρά. Ο αιτητής είναι κύπριος πολίτης και με αυτή την ιδιότητα απολαμβάνει όλα τα δικαιώματα και ωφελήματα που παρέχει το κράτος στους πολίτες του, σύμφωνα με το σύνταγμα και τους νόμους, ταυτόχρονα βεβαίως υπόκειται και στις υποχρεώσεις που επιβάλλονται. Το θρήσκευμα αποτελεί επιλογή του κάθε πολίτη, η οποία διασφαλίζεται από το άρθρο 18 του Συντάγματος. Δεν αντιλαμβάνομαι με ποιο τρόπο εμποδίζεται ή επηρεάζεται η ελεύθερη λειτουργία από τον αιτητή του θρησκεύματος του επειδή θα υπηρετεί στην Εθνική Φρουρά. Αναφορικά με τις συνήθεις χριστιανικές θρησκευτικές εκδηλώσεις της Εθνικής Φρουράς, οι αρμόδιες αρχές, έχοντας υπόψη τη σχετική συνταγματική διάταξη που αναφέρεται πιο πάνω είναι βέβαιο πως θα εξαιρούν τον αιτητή απ' αυτές, και όταν χρειάζεται να διευκολύνεται στην άσκηση της δικής του θρησκευτικής λατρείας.

Αναφορικά με την εισήγηση, που βασίζεται στην αόριστη και ατεκμηρίωτη γνώ-μη των δικηγόρων του αιτητή πως οι κύπριοι πολίτες, μέλη των θρησκευτικών ομάδων λατίνων, αρμενίων και μαρωνιτών, εξαιρούνται από την κατάταξη στην εθνική φρουρά, να παρατηρήσω πως εν πάση περιπτώσει ο αιτητής δεν ανήκει σε τέτοια θρησκευτική ομάδα για να είναι στην ίδια θέση με τους ανήκοντες σ΄αυτές ώστε να ισχυρίζεται δυσμενή διάκριση. Και αν τούτο συμβαίνει δεν είναι γνωστό στο Δικαστήριο κατά πόσο η τέτοια εξαίρεση βασίζεται αποκλειστικά στο διαφορετικό θρήσκευμα των πιο πάνω ομάδων."

 

Συμφωνώντας με την εν γένει προσέγγιση του συναδέλφου μας, επισημαίνουμε και τα πιο κάτω. Όσα ο εφεσείων προσδιόρισε ως στοιχεία τα οποία, κατά την εισήγησή του, καθιστούν την Εθνική Φρουρά θεσμό με ελληνορθόδοξο χριστιανικό χαρακτήρα, δεν συναρτώνται προς οποιαδήποτε πρόνοια του Νόμου, στον οποίο, ως καθοριστική της υποχρέωσης, ορίζεται η ιδιότητα του πολίτη της Δημοκρατίας. Πρόνοια που εφόσον υπήρχε θα εξεταζόταν από την άποψη της δικής της εναρμόνισης προς το Άρθρο 18 του Συντάγματος ή το άρθρο 9 της Σύμβασης.

Σε σχέση με την αρχή της ισότητας, η εισήγηση στερείται υποβάθρου. Το δεδομένο υπό το οποίο προωθήθηκε, ότι δηλαδή οι λόγοι δημοσίου συμφέροντος για τους οποίους το Υπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε την εξαίρεση των προαναφερθέντων είναι θρησκευτικοί, δεν τεκμηριώνεται. Πολύ λιγότερο αφού προβλήθηκε χωρίς καν αναφορά στο ιδιαίτερο καθεστώς των κοινοτήτων και των θρησκευτικών ομάδων στο πλαίσιο των συνταγματικών ρυθμίσεων. Ιδίως στο Άρθρο 2(2) του Συντάγματος που ορίζει την «τουρκική κοινότητα» ως μή κατ' ανάγκην αποτελούμενη από μωαμεθανούς και στο Άρθρο 2(3) με το οποίο η «θρησκευτική ομάδα» ορίζεται και με αναφορά στον αριθμό των προσώπων τα οποία, κατά τα άλλα, την αποτελούν.

Σημειώνουμε, όμως, και όσα υποδείξαμε κατά την ακρόαση σε σχέση με το αλυσιτελές της υποβολής του ισχυρισμού, με αναφορά στην απόφαση της Ολομέλειας στη Dias United Publishing Co. Ltd. v. Δημοκρατίας (1996) 3 ΑΑΔ 550. Η διαπίστωση παράβασης της αρχής της ισότητας επάγεται τη μη εφαρμογή της αντισυνταγματικής διάταξης και όχι την επέκτασή της, για να καλύψει και άλλους, με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου η οποία, σε τέτοια περίπτωση, ανεπιτρέπτως θα προσλάμβανε νομοθετικό περιεχόμενο.

Η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα.

Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.

ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.

Γ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.

Δ. ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ.

Ε. ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ.

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο