ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2004) 3 ΑΑΔ 554
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3383)
16 Σεπτεμβρίου 2004
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ,
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]
Εφεσείοντες,
- ν. -
ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ
ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑΣ ΚΑΙ/Ή
ΤΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΑΛΙΕΙΑΣ,
Εφεσιβλήτων.
----------------------------
Γ. Σεραφείμ, για τους Εφεσείοντες.
Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Εφεσίβλητους.
-----------------------------
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δώσει ο Νικολάου, Δ.
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Η εφεσείουσα Lapertas Fisheries Ltd και ο διευθυντής της, κ. Π. Λαπέρτας - ο οποίος δεν φαίνεται να είχε είτε υπό την ιδιότητα του αυτή είτε προσωπικά, έννομο συμφέρον - προσέβαλαν με την προσφυγή τους ό,τι θεώρησαν ως την απόφαση του Διευθυντή Υπηρεσίας Αλιείας, η οποία τους γνωστοποιήθηκε με επιστολή ημερ. 26 Οκτωβρίου 1998, για μη ανανέωση της άδειας λειτουργίας του ιχθυοτροφείου τους σε περιοχή του λιμένος Βασιλικού, ή για ακύρωση της υφιστάμενης άδειας. Παραθέτουμε το κείμενο της επιστολής:
« Μη ανανέωση της άδειας ίδρυσης/λειτουργίας
του ιχθυοτροφείου Lapertas Fisheries Ltd
Με την επιστολή μου αυτή επιθυμώ να σας πληροφορήσω ότι το Τμήμα Αλιείας δεν προτίθεται να σας ανανεώσει την άδεια ίδρυσης/λειτουργίας του ιχθυοτροφείου σας η οποία λήγει την 27η/10/1998, καθότι δεν έχετε εξασφαλίσει άδεια χρήσης του χώρου όπου σήμερα ευρίσκεται αυτό.
Παρακαλώ σημειώστε ότι η ανανέωση της άδειας σας θα επανεξετασθεί όταν και εφόσον επιλυθεί το θέμα αυτό.»
Στη χορήγηση και ανανέωση τέτοιων αδειών αναφέρεται ο Καν. 20 των περί Αλιείας Κανονισμών του 1990 (Κ.Δ.Π. 273/90):
«20. - (1) Η ίδρυση ή η λειτουργία ιχθυοτροφείου χωρίς ειδική άδεια από το Διευθυντή της Υπηρεσίας Αλιείας απαγορεύεται.
(2) Σε οποιαδήποτε άδεια που χορηγείται με βάση την παράγραφο (1) μπορούν να αναγράφονται οποιοιδήποτε όροι τους οποίους ο Διευθυντής της Υπηρεσίας Αλιείας κρίνει σκόπιμο να επιβάλει αναφορικά με την ίδρυση ή λειτουργία του ιχθυοτροφείου.
(3) Κάθε άδεια που χορηγείται με βάση την παράγραφο (1) ισχύει για περίοδο πέντε ετών και στη συνέχεια μπορεί να ανανεώνεται κάθε έτος, εκτός αν ο Διευθυντής της Υπηρεσίας Αλιείας κρίνει ότι υπάρχει σοβαρός λόγος για τον οποίο η εν λόγω άδεια δεν πρέπει να ανανεωθεί.»
Η άδεια για την ίδρυση και λειτουργία του ιχθυοτροφείου είχε χορηγηθεί στις 27 Οκτωβρίου 1993 (σε άλλο εταιρικό όνομα) και είχε ως ημερομηνία λήξης την 27 Οκτωβρίου 1998. Προνοείτο στην άδεια ότι:
«Η άδεια αυτή εκδίδεται με βάση τις διατάξεις του Κανονισμού 20 των περί Αλιείας Κανονισμών του 1990 και μπορεί να ανακληθεί σε περίπτωση παραβίασης οποιουδήποτε από τους όρους που αναφέρονται στο επισυνημμένο Παράρτημα και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της άδειας.»
Ενδιαφέρει εν προκειμένω ο όρος 5 του αναφερθέντος Παραρτήματος:
«5. Η Εταιρεία θα εξασφαλίσει με δικά της έξοδα όλες τις άδειες και εγκρίσεις που απαιτούνται για τη χρήση του χώρου και ανέγερση και χρήση των χερσαίων εγκαταστάσεων του ιχθυοτροφείου για τις δραστηριότητες της και το προσωπικό που θα απασχολεί και θα καταβάλλει χωρίς καθυστέρηση όλα τα αναγκαία τέλη, δικαιώματα, εισφορές, συνεισφορές ή φόρους που την επιβαρύνουν και που προβλέπονται ή δυνατό να προβλεφθούν στο μέλλον από οποιοδήποτε νόμο ή Κανονισμό της Δημοκρατίας.»
Στις απαιτούμενες άδειες περιλαμβανόταν και η άδεια της Αρχής Λιμένων Κύπρου για τη χρήση του θαλάσσιου όπως και ανάλογου χερσαίου χώρου. Τέτοια άδεια είχε ήδη δοθεί βάσει συμφωνίας, ημερ. 3 Αυγούστου 1992, μεταξύ της Α.Λ.Κ. και της εταιρείας Dapa Global Fisheries Ltd με την οποία, υπό περιστάσεις που δεν ενδιαφέρουν εδώ, ταυτιζόταν εν συνεχεία η αιτήτρια εταιρεία. Σε σχέση με τη διάρκεια της άδειας, ο όρος 1.4 της συμφωνίας προνοούσε ότι:
«1.4. Η άδεια θα είναι για περίοδο πέντε χρόνων, δηλαδή από 1.8.92 μέχρι 31.7.97 αλλά θα ανανεώνεται αυτόματα στη λήξη της για χρονικές περιόδους των πέντε χρόνων με τους ίδιους όρους (εκτός από τους όρους 1.5.1 και 1.5.2 πιο κάτω για το ετήσιο δικαίωμα) εκτός αν οποιοδήποτε από τα δύο μέρη δεν επιθυμεί την ανανέωση της και ειδοποιήσει σχετικά το άλλο μέρος ένα χρόνο πριν από τη λήξη της άδειας.»
Ως προς την περίοδο προειδοποίησης, κατά την Α.Λ.Κ. η αρχικώς προβλεφθείσα προειδοποίηση ενός έτους σε περίπτωση πρόθεσης μη ανανέωσης, μειώθηκε με νεότερη συμφωνία σε οκτώ μήνες. Αναφορά σε αυτή την εξέλιξη γίνεται σε επιστολή της Α.Λ.Κ., ημερ. 29 Νοεμβρίου 1996, με την οποία επήλθε ο τερματισμός της άδειας την 31 Ιουλίου 1997. Παραθέτουμε το κείμενο της επιστολής:
«Σύμφωνα με την παρα. 1.4 της συμφωνίας σας με την Αρχή ημερ. 3.8.1992, η άδεια που σας έχει παραχωρήσει η Αρχή λήγει στις 31.7.1997 αλλά θα ανανεώνεται αυτόματα στη λήξη της για χρονικές περιόδους των πέντε χρόνων με τους ίδιους όρους (εκτός από τους όρους 1.5.1 και 1.5.2 που αφορούν το ετήσιο δικαίωμα), εκτός αν οποιοδήποτε από τα δύο μέρη δεν επιθυμεί την ανανέωσή της και ειδοποιήσει σχετικά το άλλο μέρος ένα χρόνο πριν από την λήξη της άδειας.
Η χρονική περίοδος ειδοποίησης του ενός χρόνου μειώθηκε σε 8 μήνες με την μεταξύ μας συμφωνία που επιβεβαιώθηκε με της επιστολή μας της 26.7.1996 και τη γραπτή αποδοχή σας στην ίδια επιστολή και με την ίδια ημερομηνία.
Με την παρούσα επιστολή σας παρέχεται η ειδοποίηση των οκτώ μηνών για μη ανανέωση της άδειας στη λήξη της και συνεπώς η άδεια θα τερματιστεί στις 31.7.1997.
Παρακαλώ όπως γίνουν έγκαιρα όλες οι απαραίτητες ενέργειες για απομάκρυνση του ιχθυοτροφείου από τη λιμενική περιοχή μέχρι της 31.7.1997.»
Έχει γίνει εκτενής αναφορά στο ιστορικό της μη ανανέωσης της εν λόγω άδειας χρήσης αλλά δεν χρειάζεται να μας απασχολήσει και το σημειώνουμε με τις πιο αδρές γραμμές. Η αντίρρηση για την παρουσία του ιχθυοτροφείου είχε ως κύριο λόγο τις ανάγκες της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου, συγκεκριμένα τις εγκαταστάσεις που χρειαζόταν ο νέος Ηλεκτροπαραγωγός Σταθμός στο Βασιλικό. Με επιστολή ημερ. 5 Δεκεμβρίου 1995 προς την Α.Λ.Κ. η Α.Η.Κ. ανέφερε μεταξύ άλλων τα εξής:
«Προβλέπεται ότι οι εγκαταστάσεις εκφόρτωσης πετρελαίου θα επηρεάσουν τη λειτουργία των ιχθυοτροφείων που ευρίσκονται στην περιοχή δηλ. των Lapertas Fisheries Ltd και Seawave Fisheries Ltd, δεδομένου ότι οι εγκαταστάσεις αυτές ευρίσκονται μέσα στον επιχειρησιακό χώρο του δεξαμενόπλοιου εκφόρτωσης πετρελαίου. Ο επιχειρησιακός χώρος φαίνεται στη σελίδα 8 του τηλέτυπου μηνύματος Αρ. Η34/904/95, ημερομηνίας 23.10.1995.
Παρακαλώ όπως ενεργήσετε ούτως ώστε να επιτευχθεί η εγκατάληψη του χώρου που σήμερα κατέχουν τα πιο πάνω ιχθυοτροφεία το αργότερο μέχρι το τέλος Αυγούστου, 1996.»
Λίγο αργότερα προγραμμάτισε και το Υπουργείο Άμυνας έργα στην ίδια περιοχή. Διεξήχθησαν διαβουλεύσεις για μετακίνηση του ιχθυοτροφείου όπως επιθυμούσαν οι αρμόδιες Αρχές αλλά παράλληλα και για επέκταση του την οποία επιθυμούσε η αιτήτρια εταιρεία. Στην προσπάθεια για την εξεύρεση λύσης μετείχε και το Υπουργικό Συμβούλιο. Δεν προέκυψαν θετικά αποτελέσματα. Και, καθώς αντιλαμβανόμαστε, η αιτήτρια εταιρεία συνεχίζει να διατηρεί το ιχθυοτροφείο στην αρχική του τοποθεσία.
Κρίθηκε πρωτοδίκως ότι δεν προσβάλλεται εκτελεστή διοικητική απόφαση. Θεωρήθηκε πως η επιστολή, ημερ. 26 Οκτωβρίου 1996, του Διευθυντή Υπηρεσίας Αλιείας - ήδη παραθέσαμε το κείμενο - εξέφραζε μόνο την πρόθεση της διοίκησης και όχι τη βούληση της για μη ανανέωση της άδειας λειτουργίας του ιχθυοτροφείου και επομένως δεν ήταν παρά μόνο πληροφοριακού περιεχομένου. Το σκεπτικό της πρωτόδικης απόφασης περιέχεται στο ακόλουθο απόσπασμα:
«Με την προεκτεθείσα επιστολή, μου φαίνεται ότι οι καθών η αίτηση εκφράζουν την πρόθεση τους (και όχι τη βούληση τους) να μην ανανεώσουν γιατί δεν υπήρξε συμμόρφωση με τον όρο 5. Διά της επιστολής δίδεται αυτή η πληροφορία από την οποία δεν προκύπτουν έννομα αποτελέσματα δηλαδή, δικαιώματα και υποχρεώσεις, που είναι το κύριο χαρακτηριστικό γνώρισμα της εκτελεστότητας διοικητικής πράξης: βλ. Δημοκρατία ν. Sunoil Bankerng Ltd, (1994) 3 Α.Α.Δ. 26, 27. Από μία άλλη, παρεμφερή σκοπιά, με την επίδικη επιστολή η διοίκηση γνωστοποιεί τη θέση της (εν είδει και προειδοποίησης) χωρίς να προδικάζει οτιδήποτε επί της ουσίας. Πληροφορείται η αιτήτρια για το τι χρειάζεται για να εξεταστεί αίτημα ανανέωσης της άδειας, σύμφωνα με τους όρους της. Στην επιστολή αναφέρθηκε ατυχώς, η λέξη «επανεξέταση», αλλά είναι κατάδηλο από το ιστορικό και τα στοιχεία που το υποστηρίζουν ότι δε ζητήθηκε, σε καμιά περίπτωση, η ανανέωση της υφιστάμενης άδειας .................................................. ...................
Καταλήγω ότι η επίδικη απόφαση όντας πληροφοριακού περιεχομένου στερείται εκτελεστότητας και ότι επομένως η προσφυγή είναι απαράδεκτη.»
Επιπλέον, εκφράστηκε πρωτοδίκως η άποψη πως ακόμα και αν η προσφυγή θεωρείτο παραδεκτή, θα έπρεπε να απορρίπτετο διότι δεν στοιχειοθετείτο οποιοσδήποτε λόγος ακύρωσης. Ιδιαίτερη επ΄ αυτού αναφορά έγινε στο ότι η Α.Λ.Κ. είχε ήδη τερματίσει την άδεια χρήσης του θαλάσσιου χώρου:
«Αυτό εκλήφθηκε από τους αιτητές ως ενδιάμεση πράξη. Η θεώρηση αυτή είναι ολότελα λανθασμένη. Η πράξη εκδόθηκε από άλλο όργανο την Α.Λ., ο δε λόγος τερματισμού της άδειας χρήσης δεν προσβλήθηκε με οποιοδήποτε τρόπο ούτε μπορεί να αποτελέσει θέμα της κρινόμενης προσφυγής.»
Με την έφεση αμφισβητείται η ορθότητα (α) της πρωτόδικης κρίσης ότι η προσφυγή ήταν απαράδεκτη και (β) η προστεθείσα άποψη ότι και παραδεκτή να ήταν, δεν θα μπορούσε να επιτύγχανε.
Ως προς το πρώτο, η δική μας κρίση δεν συμπίπτει με την πρωτόδικη. Κατά τη γνώμη μας, με την υπό αναφορά επιστολή του ο Διευθυντής Υπηρεσίας Αλιείας, καλώς γνωρίζοντας την επιθυμία της αιτήτριας εταιρείας για ανανέωση της άδειας, εξέφρασε στη βάση των τότε δεδομένων τη βούληση του για μη ανανέωση της άδειας η οποία, υπενθυμίζουμε, έληγε την επόμενη ημέρα, και όχι πρόθεση αναφορικά με μελλοντική του ενέργεια μη ανανέωσης. Ως προς όμως το δεύτερο, συμμεριζόμαστε την πρωτόδικη άποψη ότι η απόφαση της Α.Λ.Κ. για τερματισμό της άδειας χρήσης βρισκόταν εκτός της εμβέλειας της προσφυγής. Δεν επρόκειτο για προπαρασκευαστική ή ενδιάμεση απόφαση στη διαδικασία του Τμήματος Αλιείας ούτε και απόφαση στο πλαίσιο ενιαίας σύνθετης ενέργειας ώστε να μπορούσε να συμπροσβληθεί στο πλαίσιο της εν τέλει ληφθείσας απόφασης του Διευθυντή Υπηρεσίας Αλιείας. Επρόκειτο για απόφαση άλλης Αρχής, σε άλλη εντελώς ξεχωριστή διαδικασία, μια απόφαση ενταγμένη στη δική της ιδιαίτερη, αυτοτελή σφαίρα. Αν δε η απόφαση της Αρχής Λιμένων ήταν εκτελεστή και όχι στον τομέα ιδιωτικού δικαίου - που δεν μπορούμε αυτόματα να υποθέσουμε - θα έπρεπε να είχε η ίδια προσβληθεί με προσφυγή.
Το τελικό αποτέλεσμα είναι ότι η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται. Η προσβληθείσα διοικητική απόφαση επικυρώνεται. Ως προς τα έξοδα, έχοντας υπόψη τις επί μέρους καταλήξεις σε ό,τι απασχόλησε, δεν εκδίδουμε οποιαδήποτε διαταγή.
Δ.
Δ.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΕΘ