ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2004) 3 ΑΑΔ 379
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Aναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 3300)
4 Μαΐου, 2004
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΑΡΕΣΤΗΣ, Δ/στές]
ΠΟΠΗ ΛΟΪΖΙΔΟΥ,
Εφεσείουσα,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
,Εφεσιβλήτων.
____________
Α. Σ. Αγγελίδης,
για την Εφεσείουσα.Ρ. Παπαέτη(κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γεν.Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Εφεσιβλήτους
Α. Κωνσταντίνου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος.
___________
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ
.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα απαγγείλειο Δικαστής Φρ. Νικολαΐδης.
__________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑЇΔΗΣ, Δ
.: Η εφεσείουσα είχε πετύχει, με άλλη διαδικασία, την ακύρωση προγενέστερης προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους στη θέση Επιθεωρητή Ειδικών Μαθημάτων Δημοτικής Εκπαίδευσης στον κλάδο Επιστήμης/Σχολικών Κήπων. Ο λόγος ήταν ότι η Επιτροπή Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (στο εξής «η Επιτροπή»), είχε παραλείψει, σύμφωνα με το Δικαστήριο, να διενεργήσει έρευνα για να διαπιστώσει αν το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε ή όχι τα προβλεπόμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα. Το Δικαστήριο είχε επίσης καταλήξει ότι δεν είχε αιτιολογηθεί η απόφασή της. Συγκεκριμένα, δεν είχε αιτιολογηθεί κατά πόσο η φοίτηση του ενδιαφερόμενου μέρους στο Μαράσλειο Διδασκαλείο ή στο Hertfordshire College του Ηνωμένου Βασιλείου, συνιστούσε μετεκπαίδευση στην αιτούμενη ειδικότητα.Η Επιτροπή, ύστερα από επανεξέταση, στις 8.6.1999 προήγαγε ξανά το ενδιαφερόμενο μέρος στη θέση, με αναδρομική ισχύ από 5.2.1996. Η προαγωγή αυτή προσβλήθηκε ξανά από την εφεσείουσα, της οποίας η προσφυγή απορρίφθηκε πρωτοδίκως.
Η Επιτροπή, εκτός του ότι δέκτηκε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε τα απαραίτητα προσόντα, κατέληξε παράλληλα ότι η εφεσείουσα δεν διέθετε τα προσόντα που θα νομιμοποιούσαν την υποψηφιότητά της.
Η εφεσείουσα υποστηρίζει κατ΄ έφεση ότι η κατάληξη του Δικαστηρίου ότι η Επιτροπή ορθά εξέτασε απ΄ ευθείας και μόνο αυτή τα προσόντα των διεκδικητών της θέσης, χωρίς να προηγηθεί παραπομπή στη Συμβουλευτική Επιτροπή είναι εσφαλμένη. Το θέμα, υποστηρίζει, αφορούσε σε προσόν που κατά το νόμο και την καθορισμένη διαδικασία έπρεπε να εξεταστεί οπωσδήποτε από τη Συμβουλευτική, αφού η πλημμέλεια που οδήγησε στην ακύρωση αντανακλούσε σε ολόκληρη την προηγηθείσα διαδικασία που ακυρώθηκε, όπου η Συμβουλευτική,
χωρίς έρευνα, έκρινε το ενδιαφερόμενο μέρος ως προσοντούχο.Σύμφωνα με τη νομολογία η επανεξέταση αρχίζει από το σημείο το οποίο κρίθηκε από το Δικαστήριο ότι πάσχει. Σύμφωνα με την απόφαση στην υπόθεση Λοϊζίδου ν. Δημοκρατίας, Υποθ. Αρ. 458/96, ημερ. 3.5.
1999, με την οποία ακυρώθηκε η προηγούμενη διαδικασία, η Επιτροπή παρέλειψε να διενεργήσει έρευνα για να διαπιστώσει αν το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε τα προσόντα που προβλέπονταν από το σχέδιο υπηρεσίας και δεν δικαιολόγησε την απόφασή της. Συνεπώς, η πλημμέλεια εστιάζεται στην απόφαση της Επιτροπής και όχι στη διαδικασία της Συμβουλευτικής. ΄Ετσι το μέρος που ακυρώνεται δεν επηρεάζει τη διαδικασία της Συμβουλευτικής. Το Δικαστήριο δεν ασχολήθηκε με την έκθεση της Συμβουλευτικής, ούτε και έθιξε τη νομιμότητα ή εγκυρότητά της. Η επανεξέταση θα έπρεπε να αρχίσει από το σημείο που παρατηρήθηκε η πλημμέλεια και όχι προηγουμένως (Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 517).Με τον περί Δημόσιας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (Τροποποιητικό) (Αρ.3) Νόμο 44(Ι)/99 το άρθρο 35Β(8) αντικαταστάθηκε και έτσι η Επιτροπή μπορεί να εξετάζει τη νομιμότητα του καταλόγου ανεξάρτητα αν υποβλήθηκε ή όχι ένσταση. Σύμφωνα με την Μικελλίδου ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2701, ημερ. 27.2.2001, πριν την πιο πάνω τροποποίηση, η Επιτροπή δεν εδικαιούτο, κατά νόμο, να διαφοροποιήσει τον κατάλογο των προσοντούχων και η επιλογή του καταλληλότερου υποψήφιου έπρεπε να γίνεται μεταξύ των υποψηφίων που περιλαμβάνονταν στον κατάλογο ως προσοντούχοι.
Στην παρούσα περίπτωση η επανεξέταση έγινε στις 8.6.1999, αλλά με βάση το πραγματικό και νομικό καθεστώς της 30.1.1996, δηλαδή όχι με το Νόμο 44(Ι)/99, αλλά την ισχύουσα προηγουμένως νομοθετική πρόνοια. Εν όψει των πιο πάνω είναι φανερό ότι η Επιτροπή, είχε μεν λόγω της ακυρωτικής απόφασης υποχρέωση να εξετάσει τα προσόντα του ενδιαφερόμενου μέρους, δεν είχε όμως το δικαίωμα να εξετάσει τα προσόντα της εφεσείουσας την οποία έπρεπε να θεωρήσει ως προσοντούχα. Ωστόσο το πρωτόδικο Δικαστήριο δέκτηκε ότι η εφεσείουσα είχε έννομο συμφέρον και γι΄αυτό θα πρέπει να προχωρήσουμε.
Αμφισβητήθηκαν και τα προσόντα του ενδιαφερόμενου μέρους. Υποστηρίκτηκε ότι η Επιτροπή ύστερα από την ακυρωτική απόφαση ότι δεν διενεργήθηκε δέουσα έρευνα και αιτιολόγηση της τότε κρίσης της για τα προσόντα του ενδιαφερόμενου προσώπου, ώφειλε να αναζητήσει απόψεις άλλου αρμόδιου οργάνου, να διενεργήσει έρευνα και όχι να διατυπώσει απλές υποκειμενικές απόψεις τις οποίες ουσιαστικά αξιολόγησε ανεπίτρεπτα πρωτογενώς και το Δικαστήριο.
Ούτε το επιχείρημα αυτό ευσταθεί. Το ενδιαφερόμενο μέρος κατέχει δίπλωμα Παιδαγωγικής Ακαδημίας Κύπρου, διετή φοίτηση στο Μαράσλειο Διδασκαλείο, δίπλωμα National Certificate in Horticulture και πτυχίο Πανεπιστημίου Θεσσαλίας στα Παιδαγωγικά. Η Επιτροπή με λεπτομέρεια αναφέρεται σε κάθε μια από τις πρόνοιες του σχεδίου υπηρεσίας χωριστά, συσχετίζοντας τες με τα προσόντα του ενδιαφερόμενου μέρους.
Το Δικαστήριο δέκτηκε ότι η Επιτροπή λανθασμένα έκρινε ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε τα προβλεπόμενα από την παράγραφο 5.4 προσόντα του σχεδίου υπηρεσίας, αφού το μεταπτυχιακό δίπλωμα του απονεμήθηκε το 1985, πριν δηλαδή την απόκτηση του πανεπιστημιακού του διπλώματος το 1993. ΄Ετσι αποφάσισε ότι σύμφωνα με την απόφαση Δημοκρατία ν. Χρίστου (1991) 3 Α.Α.Δ. 56, με την οποία ερμηνεύτηκε η έννοια «μετεκπαίδευση» το ενδιαφερόμενο μέρος δεν ικανοποιούσε την παράγραφο 5.4. ΄Ομως, δέκτηκε ως ορθή την κρίση της Επιτροπής ότι το ενδιαφερόμενο μέρος μπορούσε να θεωρηθεί υποψήφιος με βάση τη σημείωση 1, σύμφωνα με την οποία μπορούσαν να είναι υποψήφιοι για τη θέση εκπαιδευτικοί που είχαν τα προσόντα για την προηγούμενη θέση Επιθεωρητή Ειδικών Μαθημάτων Στοιχειώδους Εκπαίδευσης ή τα απέκτησαν μέχρι 16.12.1985.
Στις 16.12.1985 το ενδιαφερόμενο μέρος ικανοποιούσε τις πρόνοιες του τότε ισχύοντος σχεδίου υπηρεσίας, αφού είχε πτυχίο Παιδαγωγικής Ακαδημίας και μετεκπαίδευση ενός έτους στο θέμα της ειδικότητάς του, καθώς και ευδόκιμη εκπαιδευτική υπηρεσία τουλάχιστον δέκα ετών.
Το Δικαστήριο έκρινε ότι ορθά η Επιτροπή θεώρησε τα θέματα που κάλυπτε το πιστοποιητικό του ενδιαφερόμενου μέρους από το Hertfordshire College που πήρε στην Καλλωπιστική κηπουρική ως θέματα σχετικά με την Κηπουρική και την Επιστήμη.
Συμφωνούμε με το πρωτόδικο δικαστήριο ότι η κρίση της Επιτροπής επί του προκειμένου ήταν εύλογα επιτρεπτή και ότι το ενδιαφερόμενο μέρος είχε τα προσόντα με βάση τη σημείωση του σχεδίου υπηρεσίας. Εν όψει των πιο πάνω και εν όψει της διαπίστωσης ότι το ενδιαφερόμενο μέρος κατείχε κάποιο από τα απαιτούμενα προσόντα, δεν υπήρχε ανάγκη επέκτασης της έρευνας πέραν των στοιχείων που η Επιτροπή είχε ενώπιόν της.
Με βάση τα πιο πάνω καταλήγουμε ότι αφού η Επιτροπή παρέλειψε να θεωρήσει και την εφεσείουσα ως προσοντούχα, ούτως ώστε η επιλογή να γίνει μεταξύ αυτής και του ενδιαφερόμενου μέρους, η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα υπέρ της εφεσείουσας.
Π. Αρτέμης, Δ.
Φρ. Νικολαΐδης, Δ.
Γ. Νικολάου, Δ.
Δ. Χατζηχαμπής, Δ.
Γ. Αρέστης, Δ.