ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2003) 3 ΑΑΔ 359

30 Μαΐου, 2003

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ,

ΗΛΙΑΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στές]

ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΔΙΑΣ ΛΤΔ,

Εφεσείοντες-Αιτητές,

v.

ΑΡΧHΣ ΡΑΔΙΟΤΗΛΕΟΡΑΣΗΣ ΚΥΠΡΟΥ,

Εφεσιβλήτων-Καθ' ων η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3159)

 

Διοικητική πράξη ― Εκτελεστή ― Χαρακτηριστικά ― Επιβεβαίωση πράξης με νεώτερη επιστολή, αποτελεί βεβαιωτική πράξη ― Προϋπόθεση του χαρακτήρα της δεύτερης ως βεβαιωτικής είναι η εκτελεστότητα της πρώτης ― Επιστολή που αποβλέπει στην πληροφόρηση αναφορικά με τις υποχρεώσεις και τις συνέπειες του νόμου, δεν αποτελεί εκτελεστή πράξη.

Με την παρούσα έφεση, οι εφεσείοντες επιδίωξαν την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία η προσφυγή τους κατά της επίδικης απόφασης απορρίφθηκε ως στρεφόμενη κατά βεβαιωτικής απόφασης.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

Καμιά από τις δύο «αποφάσεις» δεν είχε εκτελεστό χαρακτήρα.  Όπως λέχθηκε στη Δημοκρατία v. Sunoil Bunkering Ltd (1994) 3 Α.Α.Δ. 26, την οποία επικαλούνται οι εφεσίβλητοι, το κριτήριο για την εκτελεστότητα ή μη διοικητικής πράξης ή απόφασης είναι κατά πόσο εκπορεύονται δικαιώματα ή υποχρεώσεις από αυτή. Το ακόλουθο απόσπασμα εκθέτει την προσέγγιση της νομολογίας στη θεώρηση της εκτελεστότητας ή μη απόφασης, η οποία αποτελεί το αντικείμενο προσφυγής:- (σελ. 31)

     «Το κριτήριο για την εκτελεστότητα διοικητικής πράξης ή απόφασης είναι η παραγωγή έννομων αποτελεσμάτων, δηλαδή η γένεση εξ αυτής δικαιωμάτων και υποχρεώσεων. Πράξη είναι εκτελεστή εφόσον επιβάλλει υποχρεώσεις στο διοικούμενο, μη υφιστάμενες πριν την έκδοσή της, η μη εκπλήρωση των οποίων παρέχει το δικαίωμα στη Διοίκηση να επικαλεσθεί τα μέσα του δικαίου για την εκτέλεσή τους.»

Στην προκειμένη περίπτωση, η υποχρέωση για την καταβολή των τελών τίθεται από το Νόμο. Η πράξη των εφεσιβλήτων να καταστήσουν τους εφεσείοντες ενήμερους των υποχρεώσεών τους ανάγεται στο καθήκον της αρμόδιας Διοικητικής Αρχής να εφαρμόζει το νόμο. Η υποχρέωση των εφεσειόντων για την καταβολή του τέλους καθορίζεται από το Νόμο.  Η μη καταβολή του συνεπάγεται κυρώσεις, για τις οποίες οι εφεσίβλητοι προειδοποίησαν τους εφεσείοντες.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Sigma Radio T.V. Ltd v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, Προσφυγή Αρ. 1041/99, ημερ. 12.10.2000,

Δημοκρατία v. Sunoil Bunkering Ltd (1994) 3 Α.Α.Δ. 26,

Εκδοτικός Οίκος Δίας Λτδ v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, Α.Ε. 3026, ημερ. 27/6/02.

Έφεση.

Έφεση από τους αιτητές - ιδιοκτήτες τηλεοπτικού σταθμού εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Προσφυγή Αρ. 1042/99) ημερομηνίας 20/10/00, με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή τους κατά του περιεχομένου επιστολής ημερ. 15/7/99, με την οποία τους πληροφόρησαν ότι το οφειλόμενο από αυτούς τέλος λειτουργίας ραδιοφωνικού και τηλεοπτικού σταθμού για το τρίμηνο από 1/2/99 - 30/4/99 ήταν £7.500.

Α.Σ. Αγγελίδης, για τους Εφεσείοντες.

Καμιά εμφάνιση για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Πρόεδρος Γ.Μ. Πικής.

ΠΙΚΗΣ, Π.: Ο περί Ραδιοφωνικών και Τηλεοπτικών Σταθμών Νόμος του 1998 (Ν.7(Ι)/98)*, (o «Νόμος»), καθορίζει το ετήσιο τέλος για τη λειτουργία ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών σταθμών.  Τα τέλη ποικίλλουν, ανάλογα με την εμβέλεια των εκπομπών (παγκύπρια ή τοπική). Οι εφεσείοντες είναι ιδιοκτήτες τηλεοπτικού σταθμού, ο οποίος εκπέμπει παγκύπρια. Το ετήσιο τέλος στην περίπτωσή τους είναι £30.000,00.

Στις 8 Απριλίου, 1999, οι εφεσίβλητοι απηύθυναν εγκύκλιο επιστολή, ως χαρακτηρίζεται, προς όλους τους τηλεοπτικούς σταθμούς, περιλαμβανομένου και εκείνου των εφεσειόντων, καλώντας τους να καταβάλουν το οφειλόμενο τέλος, το αναλογούν για την περίοδο από 1η Φεβρουαρίου, 1999, μέχρι 30 Απριλίου, 1999. Με την ίδια επιστολή, προειδοποιούνταν οι παραλήπτες ότι, σε περίπτωση παράλειψης συμμόρφωσης με την απαίτηση, ήταν δυνατό να υποστούν τις κυρώσεις που προβλέπει το Άρθρο 25 του Νόμου.

Οι εφεσείοντες δεν ανταποκρίθηκαν στην απαίτηση, γεγονός που προκάλεσε τους εφεσίβλητους να τους απευθύνουν δεύτερη επιστολή στις 6 Ιουλίου, 1999, καλώντας τους να τακτοποιήσουν τις υποχρεώσεις τους μέχρι την 31η Ιουλίου, 1999. Στις 8 Ιουλίου, 1999, οι εφεσείοντες ζήτησαν, με επιστολή τους, από τους εφεσίβλητους, να τους δώσουν αναλυτική κατάσταση του οφειλόμενου ποσού. Σ' απάντηση, οι εφεσίβλητοι, στις 15 Ιουλίου, 1999, τους πληροφόρησαν ότι το οφειλόμενο ποσό ήταν £7.500,00, το ισάξιο του καταβλητέου τέλους για την τρίμηνο περίοδο από 1η Φεβρουαρίου, 1999, μέχρι 30 Απριλίου, 1999.

Με προσφυγή τους, που καταχωρίστηκε στις 11 Αυγούστου, 1999, οι εφεσείοντες προσέβαλαν την προβαλλόμενη ως εκτελεστή απόφαση, που τους κοινοποιήθηκε στις 15 Ιουλίου, 1999, με αίτημα την ακύρωσή της. 

Το Δικαστήριο έκρινε την επίδικη απόφαση ως βεβαιωτική της απόφασης που κοινοποιήθηκε στους εφεσείοντες στις 8 Απριλίου, 1999, και απέρριψε την προσφυγή. Ακολούθησε, επί του προκειμένου, προγενέστερη πρωτόδικη απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, στη Sigma Radio T.V. Ltd v. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, Προσφυγή Αρ. 1041/99, 12.10.2000

Με την έφεση, προσβάλλεται η πρωτόδικη απόφαση, για ένα ουσιαστικά λόγο - ότι εσφαλμένα το Δικαστήριο έκρινε την κοινοποιηθείσα «απόφαση» της 15ης Ιουλίου, 1999, ως βεβαιωτική.  Επιχειρηματολόγησαν (οι εφεσείοντες) ότι η απόφαση της 8ης Απριλίου, 1999, δεν ήταν εκτελεστή και, ως εκ τούτου, δεν εγειρόταν θέμα βεβαίωσής της.

Η απάντηση, η οποία έρχεται άμεσα στο νου, είναι ότι, εάν η απόφαση της 8ης Απριλίου, 1999, δεν ήταν εκτελεστή, για τον ίδιο λόγο και η επεξήγησή της δε θα μπορούσε να έχει διαφορετικό χαρακτήρα. Με την επιστολή της 15ης Ιουλίου, 1999, επαναλαμβάνεται, υπό μορφή επεξήγησης, η «απόφαση» της 8ης Απριλίου, 1999. Αν η «απόφαση» της 8ης Απριλίου, 1999, είχε εκτελεστό χαρακτήρα, αναμφιβόλως η «απόφαση» που κοινοποιήθηκε στις 15 Ιουλίου, 1999, δε θα μπορούσε να έχει χαρακτήρα άλλο από βεβαιωτικό. Η αλήθεια του πράγματος είναι ότι καμιά από τις δυο «αποφάσεις» δεν είχε εκτελεστό χαρακτήρα.  Όπως λέχθηκε στη Δημοκρατία ν. Sunoil Bunkering Ltd. (1994) 3 Α.Α.Δ. 26, την οποία επικαλούνται οι εφεσίβλητοι, το κριτήριο για την εκτελεστότητα ή μη διοικητικής πράξης ή απόφασης είναι κατά πόσο εκπορεύονται δικαιώματα ή υποχρεώσεις από αυτή. Το ακόλουθο απόσπασμα εκθέτει την προσέγγιση της νομολογίας στη θεώρηση της εκτελεστότητας ή μη απόφασης, η οποία αποτελεί το αντικείμενο προσφυγής:- (σελ. 31)

«Το κριτήριο για την εκτελεστότητα διοικητικής πράξης ή απόφασης είναι η παραγωγή έννομων αποτελεσμάτων, δηλαδή η γένεση εξ αυτής δικαιωμάτων και υποχρεώσεων.  Πράξη είναι εκτελεστή εφόσον επιβάλλει υποχρεώσεις στο διοικούμενο, μη υφιστάμενες πριν την έκδοσή της, η μη εκπλήρωση των οποίων παρέχει το δικαίωμα στη Διοίκηση να επικαλεσθεί τα μέσα του δικαίου για την εκτέλεσή τους.»

Στην προκείμενη περίπτωση, η υποχρέωση για την καταβολή των τελών τίθεται από το Νόμο. Η πράξη των εφεσιβλήτων να καταστήσουν τους εφεσείοντες ενήμερους των υποχρεώσεών τους ανάγεται στο καθήκον της αρμόδιας Διοικητικής Αρχής να εφαρμόζει το νόμο. Η υποχρέωση των εφεσειόντων για την καταβολή του τέλους καθορίζεται από το Νόμο. Η μη καταβολή του συνεπάγεται κυρώσεις, για τις οποίες οι εφεσίβλητοι προειδοποίησαν τους εφεσείοντες.

Η απόφαση στην Εκδοτικός Οίκος Δίας Λτδ ν. Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου, Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3026, 27/6/02, άπτεται άμεσα του θέματος το οποίο αντιμετωπίζουμε.  Ανάλογη ειδοποίηση της Αρχής Ραδιοτηλεόρασης Κύπρου για την καταβολή οφειλομένων τελών κρίθηκε, στην υπόθεση εκείνη, ως μη εκτελεστή πράξη. η γνωστοποίηση απέβλεπε στην πληροφόρηση των εφεσειόντων για τις υποχρεώσεις τους που θέτει ο Νόμος και τις συνέπειες από την αθέτησή τους.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο