ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2003) 3 ΑΑΔ 228
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Aναθεωρητική Έφεση Αρ. 2962)
31 Μαρτίου, 2003
[ΝΙΚΗΤΑΣ, ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΑΝΝΑ ΚΥΡΟΥ ΜΑΡΑΘΕΥΤΗ,
Εφεσείουσα/Α ιτήτρια
v.
ΔΗΜΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ,
Α. Σ. Αγγελίδης
Χρ. Μελίδης για τον Εφεσίβλητο.
Κ. Μελάς για το Εφεσίβλητο/Ενδιαφερόμενο μέρος.
ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Μ. Κρονίδης.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.: Η Πολεοδομική Αρχή του Δήμου Λεμεσού, εφεσίβλητου στην παρούσα αναθεωρητική έφεση, εξέδωσε πολεοδομική άδεια στο εφεσίβλητο-ενδιαφερόμενο μέρος και ακολούθως εξέδωσε άδεια οικοδομής για την εκτέλεση μετατροπών και προσθηκών στην υφιστάμενη οικοδομή του στο τεμάχιο 1366. Η εφεσείουσα είναι ιδιοκτήτρια των παρακειμένων τεμαχίων 1364 και 1365 για τα οποία εξασφάλισε, από το 1996, άδεια διαίρεσης τους σε οικόπεδα.
Η εφεσείουσα προσέβαλε την πολεοδομική άδεια που εκδόθηκε από την Πολεοδομική Αρχή σε σχέση με μετατροπές και προσθήκες σε υφιστάμενη οικοδομή προς όφελος του εφεσίβλητου-ενδιαφερόμενου μέρους. Ο εφεσίβλητος στη γραπτή ένσταση του πρόβαλε δύο προδικαστικές ενστάσεις, του εκπρόθεσμου της προσφυγής και της έλλειψης εννόμου συμφέροντος εκ μέρους της.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή αποδεχόμενο και τις δύο προδικαστικές ενστάσεις του εφεσίβλητου χωρίς να εξετάσει την ουσία της.
Η εφεσείουσα καταχώρησε την παρούσα έφεση ισχυριζόμενη ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο απεφάσισε και επί των δύο προδικαστικών ενστάσεων.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου έκαμε δεκτή την έφεση και ανέτρεψε την πρωτόδικη απόφαση. Απεφάνθη ότι η προσφυγή της εφεσείουσας δεν ήταν εκπρόθεσμη ως επίσης ότι η εφεσείουσα είχε έννομο συμφέρον για την προώθηση της προσφυγής (Βλέπε: Άννα Κυριάκου Μαραθεύτη ν. Δήμος Λεμεσού, Α.Ε. 2962, ημερομηνίας 5.6.2002
).Σχετικά με το έννομο συμφέρον η Ολομέλεια στην απόφαση της στη σελίδα 5 αναφέρει:-
«Αναφορικά με το θέμα του έννομου συμφέροντος, όπως προκύπτει από τα ενώπιον μας στοιχεία, φαίνεται να είχε προηγηθεί μελέτη χωροταξική και πολεοδομική για τη μορφή που θα έπαιρναν οι δρόμοι της περιοχής και στην εφεσείουσα-αιτήτρια είχε ήδη επιβληθεί όρος για υποχρεωτική παραχώρηση της πορείας του οδικού δικτύου που είχε προβλεφθεί, αλλά τούτο δεν έγινε για το γειτονικό κτήμα του ενδιαφερομένου προσώπου, παρόλον ότι υπήρχε γραπτή εισήγηση των Τεχνικών Υπηρεσιών προς αυτό το σκοπό. Η κατασκευή και η διάνοιξη του οδικού δικτύου προφανώς θα ωφελούσε όλα τα κτήματα και η μη επιβολή ανάλογου όρου στην άδεια του ενδιαφερομένου προσώπου δυνατόν να καθιστούσε την κατασκευή του οδικού δικτύου ανέφικτη, με αποτέλεσμα να επηρεάσει βλαπτικά και την εφεσείουσα-αιτήτρια.»
Συνέπεια της πιο πάνω απόφασης της Ολομέλειας ήταν ο ορισμός της έφεσης για εκδίκαση επί της ουσίας της.
Ως λόγους για την ακύρωση της διοικητικής απόφασης η εφεσείουσα προβάλλει (α) ότι η διοικητική αρχή, τόσο η πολεοδομική όσο και ο Δήμος Λεμεσού δεν διεξήγαγε δέουσα έρευνα και ένεκα τούτου οδηγήθηκε σε πλάνη περί τα πράγματα και (β) ότι ο Δήμος Λεμεσού (Δημοτικό Συμβούλιο) με την τελική του απόφαση της 9.4.1998 ενέκρινε απλώς χωρίς να προβεί σε δική του έρευνα σωρευτικά και ταυτόχρονα πολλές πολεοδομικές άδειες.
Κατά την ακροαματική ενώπιον μας διαδικασία προέκυψε, ως αναμφισβήτητο γεγονός, ότι η άδεια διαίρεσης γης σε οικόπεδα που εξασφάλισε η εφεσείουσα, το έτος 1996, είχε λήξει προ πολλού, από το 1999, χωρίς η τελευταία να την ανανεώσει. Είναι προφανές ότι σήμερα η εφεσείουσα δεν έχει σε ισχύ οποιαδήποτε άδεια διαχωρισμού του ακινήτου της.
Με βάση το πιο πάνω αναμφισβήτητο γεγονός, οι συνήγοροι των εφεσιβλήτων, δηλαδή του Δήμου Λεμεσού και του ενδιαφερομένου μέρους, επανέφεραν το θέμα του εννόμου συμφέροντος της εφεσείουσας. Εισηγήθηκαν ότι, ενόψει της ανυπαρξίας οποιασδήποτε άδειας διαίρεσης του ακινήτου της, η εφεσείουσα στερείται εννόμου συμφέροντος να προχωρήσει την προσφυγή της.
Δυνάμει του Άρθρου 146.2 του Συντάγματος ο προσφεύγων πρέπει να έχει «ίδιον, ενεστώς έννομο συμφέρον».
Πάγια και διαχρονική νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου επιτάσσει ότι το έννομο συμφέρον όχι μόνο πρέπει να υπάρχει κατά την καταχώρηση της προσφυγής αλλά πρέπει τούτο να διατηρείται μέχρι και την τελική εκδίκαση της, ακόμα και στην κατ΄ έφεση διαδικασία. Εάν ο προσφεύγων, ο οποίος είχε έννομο συμφέρον κατά την καταχώρηση της προσφυγής του, το απωλέσει πριν την τελική εκδίκαση της, τότε δεν διατηρεί το δικαίωμα του για την προώθηση της.
Έχουμε ήδη παραθέσει πιο πάνω το απόσπασμα από την απόφαση μας σχετικά με το έννομο συμφέρον. (Βλέπε: Μαραθεύτη, πιο πάνω). Είναι σαφές ότι το άμεσο, ενεστώς έννομο συμφέρον της εφεσείουσας συναρτάται απόλυτα με την άδεια διαίρεσης του ακινήτου της, η οποία εκδόθηκε το 1996. Η άδεια αυτή, όπως έχουμε ήδη αναφέρει, έχει εκπνεύσει ήδη από το 1999 και δεν έχει ανανεωθεί. Σήμερα, κατά την εκδίκαση της έφεσης, δεν υπάρχει τέτοια άδεια. Με τη λήξη αυτής της άδειας η εφεσείουσα απώλεσε το άμεσο και ενεστώς έννομο συμφέρον της για προώθηση της προσφυγής της.
Στο σύγγραμμα του Θ. Δ. Τσάτσου «Αίτησις ακυρώσεως ενώπιον του Συμβουλίου Επικρατείας», Τρίτη Έκδοση, στη σελίδα 44 αναφέρεται:-
«Διά τούτο έννομον συμφέρον υπάρχει μόνον εφ΄ όσον ο αιτούμενος την ακύρωσιν της προσβαλλομένης πράξεως ή παραλείψεως έχει ήδη ζημιωθή ή είναι βέβαιον ότι θα ζημιωθή εξ αυτής και δεν αρκεί μόνον η προσδοκία ωφελείας ή αποφυγής ζημίας εκ της ακυρώσεως. Οσάκις ο αιτούμενος την ακύρωσιν δεν έχει ήδη ζημιωθή υπό την ανωτέρω καθορισθείσαν έννοιαν, εκ της προσβαλλομένης πράξεως ή παραλείψεως, το συμφέρον αυτού είναι ενδεχόμενον και μελλοντικόν.»
Στη σελίδα 52:-
«Τέλος, εάν εξεδόθη ατομική εκτελεστή διοικητική πράξις δυναμένη να βλάψη τρίτον εν τω μέλλοντι, λόγω υπάρχοντος εν αυτή νομικού ελαττώματος, ο τρίτος ούτος στερείται του δικαιώματος να την προσβάλη, διότι το έννομόν του συμφέρον δεν είναι ενεστώς.»
Και στη σελίδα 54:-
«Συνεπώς ο μη θιγόμενος αμέσως εκ της προσβαλλομένης πράξεως ή παραλείψεως δεν έχει άμεσον συμφέρον.»
(Βλέπε επίσης: Ελπινίκη Νεοφύτου κ.ά. ν. Δήμου Πάφου, Υπόθεση αρ. 497/98, ημερ. 19.2.2003 (απόφαση του Νικήτα, Δ.)).
Το παράπονο της εφεσείουσας είναι το γεγονός ότι η προσβαλλόμενη πολεοδομική άδεια που εκδόθηκε προς όφελος του ενδιαφερόμενου μέρους δεν περιλαμβάνει όρο για παραχώρηση γης για τη δημιουργία δρόμου, πράγμα που θα ωφελούσε το ακίνητο της με την διαίρεση του σε οικόπεδα. Είναι φανερό ότι η εφεσείουσα, λόγω της έκδοσης της επίδικης άδειας δεν υφίσταται βλάβη ή επηρεασμό αλλά προσδοκά ότι θα αποκομίσει ίδιον όφελος. Η προσδοκία όμως αυτή, για ενδεχόμενο και μελλοντικό όφελος, δεν νομιμοποιεί την αιτήτρια ούτε εμπίπτει στις διατάξεις του Άρθρου 146.2 του Συντάγματος.
Καταλήγουμε κατά συνέπεια ότι η εφεσείουσα στερείται εννόμου συμφέροντος να προωθεί την προσφυγή της.
Ενόψει των πιο πάνω η έφεση οδηγείται σε απόρριψη.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Η επίδικη διοικητική απόφαση επικυρώνεται.
Δ.
Δ.
Δ.
Δ.
Δ.
/ΕΠσ