ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2002) 3 ΑΑΔ 785
28 Νοεμβρίου, 2002
[NIKHTAΣ, ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΡΟΛAΝΔΟΣ ΚΑΤΣΙΑΟYΝΗΣ,
Εφεσείων-Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚHΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΠΑΙΔΕΙΑΣ,
2. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΚΕΝΤΡΟΥ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ,
Εφεσιβλήτων-Καθ' ων η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3055)
Διοικητική πράξη ― Προκαταρκτική σε αντιδιαστολή με τελική ― Η αναζήτηση γνωμάτευσης επί της νομικής πτυχής του ζητήματος μετά την έκδοση της απόφασης, δεν την κατέστησε προκαταρκτική ― Υπό τις περιστάσεις, η προσφυγή εκπρόθεσμη.
Αποτέλεσε και κατ' έφεση επίδικο ζήτημα, κατά πόσο η προσφυγή του εφεσείοντος ήταν εκπρόθεσμη ή όχι.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση κατά πλειοψηφία (απόφαση Κρονίδη Δ., συμφωνούντων των Νικήτα, Αρτέμη, Δ.Δ.), αποφάσισε ότι:
Μετά από εξέταση του διοικητικού φακέλου της υπόθεσης, το Δικαστήριο κατέληξε ότι η εισήγηση του ευπαίδευτου δικηγόρου του εφεσείοντα ότι η απόφαση του Διευθυντή του Κ.Ε.Ε. της 10.10.1996 ήταν προκαταρκτική, δεν ευσταθεί. Αντίθετα ήταν τελική, διοικητική πράξη η οποία εκφράστηκε ρητά και απερίφραστα. Η μεταγενέστερη πράξη του Διευθυντού του Κ.Ε.Ε. να ζητήσει γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα για την ερμηνεία του νόμου και το νομικό πλαίσιο της δεν αναιρεί τον τελειωτικό χαρακτήρα της, ούτε και οδήγησε στην έκδοση νέας εκτελεστής πράξης.
Κατά συνέπεια ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή ως εκπρόθεσμη αφού είναι δεδομένο ότι από την κοινοποίηση της επίδικης απόφασης στις 10.10.1996 μέχρι την καταχώρηση της προσφυγής στις 18.2.1997 είχε παρέλθει κατά πολύ η ανατρεπτική προθεσμία των 75 ημερών που προνοεί το Άρθρο 146.3 του Συντάγματος.
Εξεδόθη και αντίθετη απόφαση μειοψηφίας (απόφαση Καλλή Δ., συμφωνούντος του Γαβριηλίδη Δ.).
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα κατά πλειοψηφία.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Nedim v. The Turkish Communal Chamber [1963] R.S.C.C. 1,
Papasavvas v. E.A.C. (1986) 3 C.L.R. 2194,
Pieris v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1054,
Kelpis v. Republic (1970) 3 C.L.R. 196.
Έφεση.
Έφεση από τον αιτητή - Eρευνητή στο Kέντρο Eπιστημονικών Eρευνών, εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Yπόθεση Aρ. 120/97), ημερομηνίας 16/6/2000, με την οποία απορρίφθηκε, ως εκπρόθεσμη, η προσφυγή του κατά της κοινοποίησης από το Διευθυντή του Kέντρου στις 10/10/96 της απόφασης του Υπουργείου πως η πνευματική ιδιοκτησία από την έκδοση του έργου της διατριβής του, "Labour, Society and Politics in Cyprus during the Second Half of the Nineteenth Century" θα ανήκε αποκλειστικά στο Kέντρο χωρίς την αναγνώριση οποιουδήποτε δικαιώματος στον ίδιο, συμφωνα με τις πρόνοιες του περί Δικαιώματος Πνευματικής Iδιοκτησίας Nόμου του 1976 (Nόμος 59/76 όπως έχει τροποποιηθεί από τους Nόμους 63/77 και 18(Ι)/93).
Μ. Τριανταφυλλίδης, για τον Εφεσείοντα.
Στ. Χριστοδουλίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Η απόφαση δεν είναι ομόφωνη. Την απόφαση της πλειοψηφίας θα δώσει ο Κρονίδης, Δ. με την οποία συμφωνώ τόσο εγώ όσο και ο Αρτέμης, Δ.. Την απόφαση της μειοψηφίας θα δώσει ο Καλλής, Δ. με την οποία συμφωνεί ο Γαβριηλίδης, Δ..
ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.: Η έφεση στρέφεται εναντίον της απόφασης αδελφού Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή του εφεσείοντα ως εκπρόθεσμη.
Στην ειδοποίηση έφεσης προβάλλεται ένας και μόνο λόγος έφεσης ότι το Δικαστήριο εσφαλμένα αποφάνθηκε ότι η προσφυγή του εφεσείοντα ήταν εκπρόθεσμη.
Ο εφεσείων είναι Ερευνητής στο Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών (Κ.Ε.Ε.), Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού. Τα γεγονότα, τα οποία θα ρίξουν φως στο υπό εξέταση θέμα, όπως προκύπτουν τόσο από το περιεχόμενο της προσφυγής του όσο και από την ένορκη μαρτυρία του που δόθηκε κατόπιν άδειας του πρωτόδικου Δικαστηρίου είναι τα εξής:-
Το Δεκέμβριο του 1996 το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού αποφάσισε να εκδώσει το έργο του «Labour, Society and Politics in Cyprus during the Second Half of the Nineteenth Century" στο οποίο όμως η πνευματική ιδιοκτησία θα ανήκει αποκλειστικά στο Κ.Ε.Ε., χωρίς οποιαδήποτε αναγνώριση τέτοιου δικαιώματος και στον ίδιο.
Ήταν ο ισχυρισμός του εφεσείοντα ότι ο Διευθυντής του Κ.Ε.Ε. του υποσχέθηκε στις 21.8.1996, πολύ πριν από την απόφαση του Υπουργείου για την έκδοση του έργου, ότι η πνευματική ιδιοκτησία στην έκδοση της εργασίας του από το Κ.Ε.Ε. θα ανήκε εξ ίσου τόσο στο Κ.Ε.Ε. όσο και στον ίδιο. Παρά ταύτα, όπως ο ίδιος ο εφεσείων παραδέχεται ότι στις 10.10.1996 ο Διευθυντής του Κ.Ε.Ε. του κοινοποίησε ρητά και απερίφραστα την απόφαση του πως η πνευματική ιδιοκτησία από την έκδοση του έργου του θα ανήκε αποκλειστικά στο Κέντρο και τούτο σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Δικαιώματος Πνευματικής Ιδιοκτησίας Νόμου του 1976 (Νόμος 59/76 όπως έχει τροποποιηθεί από τους Νόμους 63/77 και 18(1)/93). Ο εφεσείων με επιστολή του ημερ. 25.11.1996 διαμαρτυρήθηκε στο Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού για την πιο πάνω απόφαση του Διευθυντή του Κ.Ε.Ε. και επικαλέσθηκε προς τούτο απόσπασμα από γνωμάτευση του πρώην γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας κ. Τορναρίτη.
Κατ' ακολουθία της πιο πάνω επιστολής του εφεσείοντα, το Υπουργείο Παιδείας, διά του διευθυντού του Κ.Ε.Ε., ζήτησε γνωμάτευση από τον Γενικό Εισαγγελέα, η οποία δόθηκε στις 4.12.1996. Με αυτή επιβεβαιώθηκε η ληφθείσα και κοινοποιηθείσα στον εφεσείοντα απόφαση του Διευθυντή του Κ.Ε.Ε. στις 10.10.1996. Αναφέρεται στη γνωμάτευση ότι «το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας επί της συγκεκριμένης διατριβής ανήκει στο Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών, το οποίο θεωρείται «ο δημιουργός» του έργου δυνάμει της επιφύλαξης του άρθρου 11 του Νόμου 59/76 ως έχει τροποποιηθεί.»
Ο ευπαίδευτος συνήγορος του εφεσείοντα τόσο στο γραπτό περίγραμμα του όσο και προφορικά ενώπιον μας εισηγήθηκε ότι η απόφαση του Διευθυντή στις 10.10.1996 δεν ήταν τελική αλλά προκαταρκτική και αυτό διαφαίνεται από τα μεταγενέστερα διαβήματα του να ζητήσει γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα. Μας παρέπεμψε στην αυθεντία Ibrahim Nedim v. The Turkish Communal Chamber [1963] R.S.C.C. 1. Έχουμε μελετήσει την πιο πάνω αυθεντία και είναι η πεποίθηση μας ότι τα γεγονότα διαφέρουν από την παρούσα υπόθεση ουσιωδώς. Σ' εκείνη την περίπτωση η ίδια η διοίκηση πληροφορούσε τον αιτητή ότι η απόφαση της ήταν προκαταρκτική και θα ακολουθούσε η τελική απόφαση η οποία θα του κοινοποιείτο. Ενώ στην παρούσα υπόθεση, με αφορμή την επιστολή του εφεσείοντα προς το Υπουργείο Παιδείας, ο Διευθυντής του Κ.Ε.Ε. ζήτησε την γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα για να επιβεβαιώσει την τελική απόφαση που έλαβε και κοινοποίησε ρητά και απερίφραστα στον εφεσείοντα. Σε καμιά νέα έρευνα δεν είχε προβεί ο Διευθυντής, αφού όλα τα γεγονότα ήσαν σε γνώση του ούτε και ετέθησαν από τον εφεσείοντα τέτοια νέα γεγονότα. Απλώς ο Διευθυντής ζήτησε τη γνωμάτευση για τη νομική και μόνο πλευρά του θέματος και την ερμηνεία της σχετικής νομοθεσίας. Μια τέτοια εξέταση, εκ των υστέρων, της νομικής πλευράς του θέματος δεν οδηγεί σε εκτελεστή διοικητική πράξη (Βλέπε: Papasavvas v. E.A.C. (1986) 3 C.L.R. 2194, Pieris v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1054, Photis Kelpis v. Republic (1970) 3 C.L.R. 196).
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απορρίπτοντας την προσφυγή του εφεσείοντα ανέφερε στη σελίδα 6 της απόφασης του ότι:-
«Η αλήθεια των γεγονότων είναι αναμφισβήτητη και τεκμηριώνεται με τα στοιχεία, που προέρχονται από τον ίδιο τον αιτητή, όπως αυτά εμφαίνονται στο δικό του έγγραφο, που παραθέτω πιο πάνω, αλλά και τη δική του μαρτυρία. Το νομικό δε αποτέλεσμα αναπόφευκτο.»
Έχουμε εξετάσει το διοικητικό φάκελο της υπόθεσης και έχουμε καταλήξει ότι η εισήγηση του ευπαίδευτου δικηγόρου του εφεσείοντα ότι η απόφαση του Διευθυντή του Κ.Ε.Ε. της 10.10.1996 ήταν προκαταρκτική δεν ευσταθεί. Αντίθετα ήταν τελική, διοικητική πράξη η οποία εκφράστηκε ρητά και απερίφραστα. Η μεταγενέστερη πράξη του Διευθυντού του Κ.Ε.Ε. να ζητήσει γνωμάτευση του Γενικού Εισαγγελέα για την ερμηνεία του νόμου και το νομικό πλαίσιο της δεν αναιρεί τον τελειωτικό χαρακτήρα της, ούτε και οδήγησε στην έκδοση νέας εκτελεστής πράξης.
Κατά συνέπεια ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή ως εκπρόθεσμη αφού είναι δεδομένο ότι από την κοινοποίηση της επίδικης απόφασης στις 10.10.1996 μέχρι την καταχώρηση της προσφυγής στις 18.2.1997 είχε παρέλθει κατά πολύ η ανατρεπτική προθεσμία των 75 ημερών που προνοεί το Άρθρο 146.3 του Συντάγματος.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
ΚΑΛΛΗΣ, Δ.: Τα γεγονότα έχουν εκτεθεί στην απόφαση της πλειοψηφίας και δεν παρίσταται ανάγκη να τα επαναλάβουμε. Θα παραθέσουμε το μέρος εκείνο των γεγονότων που θεωρούμε σχετικό για τους σκοπούς της απόφασης μας.
Η κρίση του Πρωτόδικου Δικαστηρίου για το εκπρόθεσμο της προσφυγής είχε σαν έρεισμα τη μαρτυρία του εφεσείοντα σύμφωνα με την οποία «στις 10.10.96 ο Διευθυντής του δήλωσε ρητά και απερίφραστα πως η πνευματική ιδιοκτησία από την έκδοση του έργου του θα ανήκε αποκλειστικά στο Κέντρο και τούτο σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου». Είχε, επίσης, σαν έρεισμα το περιεχόμενο επιστολής του εφεσείοντα ημερ. 25.11.96 προς το Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού.
Το σχετικό μέρος της επιστολής εκείνης έχει ως εξής:
«Την Πέμπτη 10 Οκτωβρίου, όλως αιφνιδίως, ο κ. Διευθυντής, μέσα στο γραφείο του, μου ανακοίνωσε ότι είχε μεταβάλει την απόφαση του και ότι το copyright του βιβλίου μου επρόκειτο τώρα να ανήκει αποκλειστικά στο Κ.Ε.Ε.. Υπέδειξα ότι αυτή η διατριβή αποτελούσε προσωπική μου περιουσία, υπενθυμίζοντας επίσης τις προηγούμενες διαβεβαιώσεις τις οποίες μου είχε δώσει, αναφορικά με το joint copyright. Ο κ. Διευθυντής απάντησε ότι ενεργούσε στα πλαίσια του νόμου, και ότι είχε πρόσφατα λάβει σχετική γνωμάτευση της εισαγγελίας αναφορικά με το θέμα του copyright. Αν και περιμένα ακόμα να αναγνώσω την εν λόγω γνωμάτευση, δεν έδωσα σε εκείνη τη φάση συνέχεια στο θέμα το οποίο είχε αναφυεί, διότι ήμουν υποχρεωμένος το ίδιο βράδυ να αναχωρήσω για τη Βρεττανία, για σοβαρό προσωπικό ζήτημα. Εν πάση περιπτώσει, το απόσπασμα από μελέτη του πρώην Γενικού Εισαγγελέα κ. Τορναρίτη, το οποίο επικαλείται ο κ. Διευθυντής σε εγκύκλιο του της 24ης Σεπτεμβρίου 1996 (βλ. συνημμένο αντίγραφο), για να ερμηνεύσει τους κανονισμούς τους οποίους έχει εισάξει, επιβεβαιώνει πλήρως τα δικαιώματα μου επί της διδακτορικής μου διατριβής.»
Ο κ. Τριανταφυλλίδης, εκ μέρους του εφεσείοντα, υπέβαλε ότι «η περίοδος παραγραφής των 75 ημερών, που προβλέπεται από το άρθρο 146.3 του Συντάγματος, δεν μπορεί να λογισθεί από τις 10.10.96 καθόσον δεν κοινοποιήθηκε τότε στον εφεσείοντα εκτελεστή τελική απόφαση, επειδή το θέμα ευρίσκετο ακόμη υπό μελέτη από τον εφεσίβλητο Διευθυντή».
Τα στοιχεία τα οποία, σύμφωνα με τον κ. Τριανταφυλλίδη, συνηγορούν υπέρ της εισήγησης του - ότι το θέμα βρισκόταν υπό μελέτη - αποτελούνται από το περιεχόμενο της πρώτης παραγράφου της επιστολής του Διευθυντή του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών ημερ. 27.11.96 με την οποία διαβιβάσθηκε η πιο πάνω επιστολή του εφεσείοντα, ημερ. 25.11.1996, στο Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού. Το σχετικό μέρος της επιστολής έχει ως εξής:
«Σας διαβιβάζω επιστολή του ερευνητή κ. Ρολ. Κατσιαούνη, ημερ. 25 Νοεμβρίου, κατόπιν δικής του παράκλησης.
Στη μακροσκελή του επιστολή ο κ. Κατσιαούνης επιμένει ότι δικαιούται να έχει joint copyright με το Κ.Ε.Ε. του υπό έκδοση βιβλίου του "Labour, society and politics in Cyprus during the second half of the 19th century" και ζητά από σας να του παραχωρήσετε αυτό το δικαίωμα. Τον κάλεσα, βέβαια, στο γραφείο μου και του είπα ότι αναμένουμε γνωμάτευση από το Γενικό Εισαγγελέα, υπό το φως της οποίας θα ενεργήσουμε ανάλογα.» (Η υπογράμμιση είναι του Δικαστηρίου)
Το δεύτερο στοιχείο που έχει επικαλεσθεί ο κ. Τριανταφυλλίδης βρίσκεται στην επιστολή του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού ημερ. 4.12.96 προς τον εφεσείοντα σε απάντηση της πιο πάνω επιστολής του εφεσείοντα ημερ. 25.11.96. Μεταφέρουμε το σχετικό μέρος:
«Αναφέρομαι στην πιο πάνω επιστολή σας και σας πληροφορώ ότι το θέμα που εγείρετε το χειρίζεται ο Διευθυντής του Κ.Ε.Ε., ο οποίος, κατόπιν οδηγιών μου, το έχει παραπέμψει, όπως γνωρίζετε, ενώπιον του Γενικού Εισαγγελέα για γνωμάτευση, η οποία αναμένεται να εκδοθεί σύντομα.»
(Η υπογράμμιση είναι του Δικαστηρίου)
Ο κ. Τριανταφυλλίδης υπέβαλε ότι η πιο πάνω εισήγηση του υποστηρίζεται από τα νομολογηθέντα στην Nedim v. Turkish Communal Chamber [1963] 5 R.S.C.C. 1. Στην υπόθεση εκείνη ο αιτητής ήταν υπάλληλος του Eβκάφ. Κατηγορήθηκε ενώπιον του Ποινικού Δικαστηρίου για τη διάπραξη σειράς αδικημάτων. Εν όψει της δίκης του το Ανώτατο Συμβούλιο του Eβκάφ του χορήγησε υποχρεωτική άδεια απουσίας από τις 21.7.1960. Μετά από την αθώωση του από το Ποινικό Δικαστήριο με επιστολή του ημερ. 14.11.61 πληροφόρησε τους καθ' ων η αίτηση ότι ήταν έτοιμος να επιστρέψει στα καθήκοντα του και ζήτησε να του καταβληθεί ο μισθός του ο οποίος είχε κατακρατηθεί. Οι καθ' ων η αίτηση απάντησαν με επιστολή τους ημερ. 1.12.61. Πληροφόρησαν τον αιτητή ότι η αίτηση του εξετάσθηκε από την Εκτελεστική Επιτροπή της Τουρκικής Κοινοτικής Συνέλευσης στη συνεδρία της ημερ. 27.11.61. Επίσης τον πληροφόρησαν ότι η υπόθεση του βρισκόταν υπό εξέταση και ότι η τελική απόφαση θα του κοινοποιηθεί αργότερα. Οι καθ' ων η αίτηση έστειλαν και νέα επιστολή στον αιτητή ημερ. 27.12.61. Τον πληροφόρησαν ότι εν όψει του γεγονότος ότι δεν υπάρχει υφιστάμενη θέση για να του δοθεί δεν ήταν ορθό να διορισθεί στη διοίκηση του Εβκάφ. Επίσης, τον πληροφόρησαν ότι ο σύνδεσμος του με το Γραφείο του Eβκάφ είχε τελειωτικά αποκοπεί από την 1.4.1961 (όταν η πληρωμή μισθών στον ίδιο είχε σταματήσει) και ότι επομένως θα πληρωθεί τον μισθό του μέχρι τις 31.3.61.
Στην προσφυγή του, η οποία στρεφόταν κατά του τερματισμού των υπηρεσιών του, ο οποίος του είχε κοινοποιηθεί με την πιο πάνω επιστολή ημερ. 27.12.61, ένα από τα επίδικα θέματα ήταν κατά πόσο για τους σκοπούς του άρθρου 146.3 του Συντάγματος, ο τερματισμός των υπηρεσιών του αιτητή πρέπει να θεωρηθεί ότι είχε λάβει χώραν την 1.4.61, όπως ήταν ο ισχυρισμός των καθ' ων η αίτηση, ή κατά πόσο πρέπει να θεωρηθεί ότι είχε λάβει χώραν στις 27.12.61 η οποία είναι η ημερομηνία της πιο πάνω επιστολής, όπως ήταν ο ισχυρισμός του αιτητή. Το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο δέχθηκε τη θέση του αιτητή. Έθεσε το θέμα ως εξής στη σελ. 7:
«Inasmuch as the Respondent had informed the Applicant by its letter of the 1st December, 1961, that the Applicant's position was still being considered by the Respondent and that a 'final decision' would be communicated to him later, and as the next communication from the Respondent, which is presumed to be the 'final decision' envisaged by the aforesaid letter of the 1st December, 1961, was not written till the 27th December, 1961, the Court is of the opinion that the period of 75 days prescribed by paragraph 3 of Article 146 began to run from the 27th December, 1961, and this Application has, therefore, been made within the prescribed period.»
Σε μετάφραση:
«Εφόσον ο καθ' ου η αίτηση είχε πληροφορήσει τον αιτητή με την επιστολή του ημερ. 1.12.61 ότι η θέση του αιτητή βρισκόταν ακόμη υπό εξέταση από τον καθ' ου η αίτηση και ότι η 'τελική απόφαση', θα του κοινοποιηθεί αργότερα, και εφόσον η επόμενη γνωστοποίηση από τον καθ' ου η αίτηση, η οποία τεκμαίρεται να είναι η 'τελική απόφαση' που προβλέπεται από την πιο πάνω επιστολή της 1.12.61, δεν είχε γραφεί παρά στις 27.12.61, το Δικαστήριο είναι της γνώμης ότι η περίοδος των 75 ημερών που προδιαγράφεται από την παραγ. 3 του άρθρου 146 άρχισε να κινείται από τις 27.12.61 και η προσφυγή, έχει επομένως, ασκηθεί εντός της προδιαγεγραμμένης περιόδου.»
Έχουμε την άποψη πως αυτό που προκύπτει από την απόφαση στη Nedim (πιο πάνω) είναι τούτο:
Από τη στιγμή που η διοίκηση αφήνει να νοηθεί στον αιτητή με τρόπο ρητό ή εξυπακουόμενο ότι η απόφαση που του έχει κοινοποιηθεί δεν είναι η τελική απόφαση της γιατί το θέμα βρίσκεται υπό εξέταση η κίνηση της προθεσμίας αναστέλλεται.
Στην παρούσα υπόθεση ο αιτητής με την πιο πάνω επιστολή του ημερ. 25.11.96 επιχειρηματολόγησε εναντίον της απόφασης που του είχε κοινοποιηθεί στις 10.10.96. Εν όψει του περιεχομένου της επιστολής του εφεσείοντα ημερ. 25.11.96 ο Διευθυντής του Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών τον κάλεσε στο γραφείο του και του είπε ότι αναμένει γνωμάτευση από το Γενικό Εισαγγελέα υπό το φως της οποίας θα ενεργήσει ανάλογα. Θεωρούμε ότι τα όσα ανέφερε ο Διευθυντής στον εφεσείοντα καθώς και το περιεχόμενο της πιο πάνω επιστολής του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού ημερ. 4.12.96 - τα οποία έλαβαν χώραν πριν από την εκπνοή της προθεσμίας - σαφώς δίδουν στον εφεσείοντα το μήνυμα ότι η απόφαση που του είχε κοινοποιηθεί δεν είναι η τελική και ότι το θέμα του βρισκόταν υπό εξέταση. Κρίνουμε, επομένως, ότι το περιεχόμενο της πληροφόρησης ημερ. 10.10.96 δεν ήταν ικανό να θέσει σε κίνηση την προθεσμία. Έπεται πως η έφεση πρέπει να πετύχει.
Η έφεση επιτρέπεται.
H έφεση απορρίπτεται με έξοδα κατά πλειοψηφία.