ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Δεν έχει εντοπιστεί νομοθεσία ή απόφαση ή δικονομικός θεσμός στον οποίο να κάνει αναφορά η απόφαση αυτή
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
(2002) 3 ΑΑΔ 415
5 Ιουνίου, 2002
[ΠΙΚΗΣ, Π., NIKHTAΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΚΥΠΡΙΑΚH ΔΗΜΟΚΡΑΤIA, ΜEΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟY ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
2. ΕΦOΡΟΥ ΦOΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘEΜΕΝΗΣ ΑΞIAΣ,
Εφεσείοντες-Καθ' ων η αίτηση,
v.
ΔΕΚΡΑΝΙ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΛΤΔ.,
Εφεσιβλήτων-Αιτητών.
(Aναθεωρητική Έφεση Aρ. 2999)
Φόρος Προστιθέμενης Αξίας ― Εγγραφή στο Μητρώο με απόφαση του Εφόρου ― Δέουσα έρευνα ως προς εισόδημα του διοικουμένου ― Υπό τις περιστάσεις κρίθηκε δέουσα ― Η απόφαση λογικά εφικτή.
Πρωτόδικα αποφασίστηκε πως η έρευνα του Εφόρου πριν την κατάληξη στην απόφασή του να εγγράψει την εφεσίβλητη στο Μητρώο φόρου προστιθέμενης αξίας δεν ήταν η δέουσα και η εν λόγω απόφαση ακυρώθηκε.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, επιτρέποντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
Η προσβληθείσα διοικητική απόφαση ακυρώθηκε για το λόγο ότι στη διερεύνηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας των εφεσιβλήτων δεν λήφθηκαν υπόψη, ή ακριβέστερα δεν αναζητήθηκαν οι θέσεις και οι απόψεις του κ. Κουρτελλή αναφορικά με τις συμβατικές σχέσεις των εφεσιβλήτων με αυτόν. Οι συμβατικές σχέσεις μεταξύ των δύο, όπως επιμαρτυρούνταν από τις μεταξύ τους συμφωνίες ήταν ενώπιον των αρχών, όπως και τα στοιχεία σχετικά με το εισόδημα των εφεσιβλήτων. Η μαρτυρία του κ. Κουρτελλή για τις σχέσεις αυτές δεν ήταν εξ αντικειμένου απαραίτητη προς διαμόρφωση της απόφασης των εφεσειόντων, χωρίς βεβαίως να αποκλειόταν η προσαγωγή κατάθεσης του ενώπιον του Εφόρου, εάν οι εφεσείοντες το έκριναν αναγκαίο.
Η διερεύνηση των γεγονότων τα οποία οδήγησαν στη λήψη της επίδικης απόφασης δεν ήταν ατελής. Κατάληξη του Δικαστηρίου είναι ότι τα γεγονότα σχετικά με το εισόδημα των εφεσιβλήτων ερευνήθηκαν δεόντως, η δε ληφθείσα απόφαση ήταν λογικά εφικτή.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από τους καθ' ων η αίτηση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Yπόθεση Aρ. 992/98), ημερομηνίας 7/2/2000, με την οποία ακυρώθηκε η απόφαση τους ημερομηνίας 21/8/98, με την οποία περιέλαβαν τους αιτητές στο Mητρώο των υποκειμένων σε πληρωμή φόρου ΦΠA.
Ε. Αντωνίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσείοντες.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΔIKAΣTHPIO: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ. Μ. Πικής, Π..
ΠΙΚΗΣ, Π.: Το Ανώτατο Δικαστήριο κατά την άσκηση της πρωτογενούς αναθεωρητικής του δικαιοδοσίας ακύρωσε απόφαση του Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας να περιλάβει τους εφεσίβλητους στο μητρώο των υποκείμενων σε φόρο προστιθέμενης αξίας. Η σχετική απόφαση, την ακύρωση της οποίας επεδίωξαν οι εφεσίβλητοι με την προσφυγή τους, λήφθηκε στις 21.8.1998. Της απόφασης προηγήθηκε έρευνα των στοιχείων που αφορούσαν τις συμβατικές σχέσεις των εφεσιβλήτων με τρίτο πρόσωπο, τον κύριο Κ. Κουρτελλή, ο οποίος είχε δώσει το δικαίωμα χρήσης της επιχείρησής του στους εφεσίβλητους. Οι προσπάθειες των εφεσιβλήτων να πείσουν τις αρχές περί της ορθότητας της θέσης τους συνεχίστηκαν και μετά την έκδοση της επίδικης διοικητικής απόφασης χωρίς αποτέλεσμα, εφόσον ο Έφορος με γνωστοποίησή του προς τους εφεσίβλητους στις 20.11.98, επιβεβαίωσε την απόφασή του χωρίς αναφορά στους προβληθέντες από αυτούς ισχυρισμούς.
Αφήνεται η εντύπωση από την πρωτόδικη απόφαση, ότι οι ισχυρισμοί οι οποίοι προβλήθηκαν έθεταν νέο ζήτημα η εξέταση του οποίου δικαιολογούσε τη διεξαγωγή νέας έρευνας. Αν έτσι είχαν τα πράγματα και όντως επιβαλλόταν η διεξαγωγή νέας έρευνας τότε η χαρακτηριζόμενη ως βεβαιωτική απόφαση που γνωστοποιήθηκε με την επιστολή της 20ης Νοεμβρίου 1998, δεν θα μπορούσε παρά να ήταν εκτελεστή, πλην μεμπτή ως προς το ότι λήφθηκε χωρίς αναφορά στα στοιχεία τα οποία ήλθαν σε φως ή των οποίων η διερεύνηση εδικαιολογείτο από τον Έφορο. Εν πάση περιπτώσει η απόφαση της 20ης Νοεμβρίου 1998, δεν προσεβλήθη ούτε αποτελεί επίδικο θέμα ο προσδιορισμός της από το δικαστήριο ως πράξης βεβαιωτικής η οποία άφησε αναλλοίωτη την απόφαση της 21ης Αυγούστου 1998, που αποτελεί το αντικείμενο της προσφυγής. Εάν η απόφαση της 20ης Νοεμβρίου 1998, ήταν εκτελεστή τότε η απόφαση της 21ης Αυγούστου 1998 θα έχανε την εκτελεστότητά της.
Η προσβληθείσα διοικητική απόφαση (21.8.1998) ακυρώθηκε για το λόγο ότι στη διερεύνηση της επιχειρηματικής δραστηριότητας των εφεσιβλήτων δεν λήφθηκαν υπόψη, ή ακριβέστερα δεν αναζητήθηκαν οι θέσεις και οι απόψεις του κ. Κουρτελλή αναφορικά με τις συμβατικές σχέσεις των εφεσιβλήτων με αυτόν. Οι συμβατικές σχέσεις μεταξύ των δύο, όπως επιμαρτυρούνταν από τις μεταξύ τους συμφωνίες ήταν ενώπιον των αρχών, όπως και τα στοιχεία σχετικά με το εισόδημα των εφεσιβλήτων. Η μαρτυρία του κ. Κουρτελλή για τις σχέσεις αυτές δεν ήταν εξ αντικειμένου απαραίτητη προς διαμόρφωση της απόφασης των εφεσειόντων, χωρίς βεβαίως να αποκλειόταν η προσαγωγή κατάθεσης του ενώπιον του Εφόρου εάν οι εφεσείοντες το έκριναν αναγκαίο.
Καταλήγουμε ότι η διερεύνηση των γεγονότων τα οποία οδήγησαν στη λήψη της επίδικης απόφασης δεν ήταν ατελής. Κατάληξή μας είναι ότι τα γεγονότα σχετικά με το εισόδημα των εφεσιβλήτων ερευνήθηκαν δεόντως, η δε ληφθείσα απόφαση ήταν λογικά εφικτή. Κατά συνέπεια επιτυγχάνει η έφεση της Δημοκρατίας κατά της πρωτόδικης δικαστικής απόφασης.
Η έφεση επιτρέπεται με έξοδα πρωτοδίκως και κατ' έφεση. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται η επίδικη διοικητική απόφαση επικυρώνεται.
H έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.