ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2002) 3 ΑΑΔ 747

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

Αναθεωρητική Έφεση. Αρ. 3045.

Σύνθεση Δικαστηρίου: ΠΙΚΗΣ, Π., ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ,

ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΔΔ.

Μεταξύ:

ΑΝΤΕΝΝΑ Τ.V. ΛΙΜΙΤΕΔ,

Εφεσειόντων-Αιτητών ,

- ν -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Υπουργικού Συμβουλίου,

Εφεσιβλήτων-Καθ΄ ων η αίτηση.

- - -

Ημερομηνία: 20 Νοεμβρίου 2002.

Για τους εφεσείοντες-αιτητές: Χρ. Χριστοφίδης.

Για τους εφεσίβλητους-καθ΄ ων η αίτηση: Π. Κληρίδης,

Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας.

- - -

ΠΙΚΗΣ, Π.: Κρίνουμε, κατά πλειοψηφία, ότι η έφεση πρέπει να απορριφθεί. Οι λόγοι εξηγούνται στην απόφαση που ακολουθεί με την οποία είναι σύμφωνοι και οι Δικαστές Κωνσταντινίδης, Ηλιάδης και Κραμβής. Ο Νικολαϊδης Δ., καταλήγει σε διαφορετικό αποτέλεσμα για τους λόγους που εξηγεί στη ξεχωριστή του απόφαση.

- - -

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΠΙΚΗΣ, Π: Οι εφεσείοντες είναι κάτοχοι άδειας λειτουργίας του τηλεοπτικού σταθμού «ΑΝΤΕΝΝΑ». Η άδεια και συν αυτή οι όροι λειτουργίας του δεν κατατέθηκαν.

Βάσει των όρων λειτουργίας του, ως είναι παραδεκτό, ο τηλεοπτικός σταθμός των εφεσειόντων εδικαιούτο να εκπέμπει από κεραία τοποθετημένη σε πύργο ανορθωμένο στην ταράτσα καθοριζόμενου κτιρίου στην περιοχή Λευκωσίας σε ύψος είκοσι μέτρων. Άλλος όρος αφορούσε το επίπεδο ακτινοβολίας το οποίο καθορίστηκε με βάση διεθνή πρότυπα.

Το Υπουργείο Συγκοινωνιών και Έργων προέβη στη διεξαγωγή έρευνας κυρίως αναφορικά με την ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία των συχνοτήτων, αλλά και για τις επιπτώσεις γενικότερα στον άνθρωπο και στο περιβάλλον από τη λειτουργία τηλεοπτικών σταθμών. Η έρευνα έγινε από την Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου σε συνεργασία με τη διεύθυνση τηλεπικοινωνιών του Υπουργείου. Η Επιτροπή που συστάθηκε εξέτασε τις επιπτώσεις στην υγεία του κοινού και στο περιβάλλον από τη λειτουργία σταθμών τηλεόρασης σε κατοικημένες περιοχές. Προέβη σε σειρά διαπιστώσεων οι οποίες αποτέλεσαν το βάθρο απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου, η οποία επεκτεινόμενη, κατά την εφαρμογή της από την αρμόδια αρχή, προκάλεσε τις ενστάσεις των εφεσειόντων οι οποίες εκδηλώθηκαν με την καταχώρηση προσφυγής κατά δύο διακριτέων σκελών της απόφασης, εκείνων που περιέχονται κάτω από τα στοιχεία (α) και (β). Βάσει της ληφθείσας απόφασης επιβάλλεται:

(α) Η μετακίνηση όλων των τηλεοπτικών σταθμών που βρίσκονται μέσα σε κατοικημένες περιοχές σε προκαθορισμένα κοινά σημεία έξω από αυτές εντός χρονικού διαστήματος δώδεκα μηνών.

(β) Η ανύψωση του πύργου στον οποίο είναι τοποθετημένη η κεραία των εφεσειόντων κατά είκοσι μέτρα μέχρι τη μετακίνηση της εγκατάστασης εκπομπής του σταθμού.

(γ) Η μείωση της ισχύος του πομπού κατά 25%, και παρεπόμενα η μετακίνηση και η τοποθέτηση των κεραίων σε κοινούς περιφραγμένους χώρους, και

(δ) Η καταβολή της δαπάνης για την υλοποίηση της απόφασης από τους επηρεαζομένους, τους κατόχους ως συνάγεται υφιστάμενων αδειών λειτουργίας τηλεοπτικών σταθμών.

Με την προσφυγή προσεβλήθη, ως προκύπτει από το αιτητικό, το πρώτο (α) και το δεύτερο (β) μέρος της απόφασης. Το Δικαστήριο έκρινε ότι η αμφισβήτηση περιορίστηκε κατά την ακρόαση μόνο στο μέρος (β) της απόφασης στο οποίο επικεντρώθηκε η επιχειρηματολογία των εφεσειόντων. Η διαπίστωση του Δικαστηρίου ως προς το βάρος της επιχειρηματολογίας των εφεσειόντων είναι ορθή, πλην δεν αναιρεί την προσβολή και του μέρους (α) της απόφασης. Παρά τις διαπιστώσεις του το πρωτόδικο Δικαστήριο διερεύνησε το νομικά παραδεκτό και του μέρους (α) της διοικητικής απόφασης για να καταλήξει ότι αυτή είναι έγκυρη.

Η απόφαση η οποία προσεβλήθη, όλως ιδιαιτέρως το μέρος (α) αυτής ανάγεται στις μόνιμες ρυθμίσεις στις οποίες προέβη η αρμόδια αρχή για τη λειτουργία των τηλεοπτικών σταθμών. ενώ το μέρος (β) ανάγεται στις υφιστάμενες ρυθμίσεις λειτουργίας του σταθμού των εφεσειόντων. Ανάλογοι όροι τέθηκαν και στην προσωρινή λειτουργία και δεύτερου τηλεοπτικού σταθμού.

Η έρευνα της Επιτροπής έφερε στην επιφάνεια ότι η εκπομπή ραδιομαγνητικής ενέργειας στο ανθρώπινο περιβάλλον από την κεραία του σταθμού των εφεσειόντων, ήταν κατά πολύ μεγαλύτερη από εκείνη άλλων τηλεοπτικών σταθμών. Είναι προς το σκοπό άμβλυνσης πιθανών επιπτώσεων στην υγεία του άμεσα επηρεαζόμενου ανθρώπινου περιβάλλοντος, που τέθηκε ο όρος ανύψωσης του πύργου εκπομπής του σταθμού των εφεσειόντων. Προέκυψε από τις διαπιστώσεις της Επιτροπής ότι αριθμός ατόμων που εργάζοντο ή εδιακινούντο κοντά στο σταθμό εκπομπής των εφεσειόντων ήταν δέκτες ραδιομαγνητικής ενέργειας σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό σε σύγκριση με τον επηρεασμό μελών του κοινού από την ίδια πηγή από τις εκπομπές άλλων τηλεοπτικών σταθμών. Ζητήθηκε η ανύψωση του πύργου των εφεσειόντων ώστε να μειωθεί το ποσοστό ραδιομαγνητικής ενέργειας του οποίου γίνονταν δέκτες άτομα που λειτουργούσαν στο άμεσο περιβάλλον του σταθμού ή γύρω από αυτό. Ο όρος τέθηκε για την απομάκρυνση ή ελαχιστοποίηση πιθανών κινδύνων για την υγεία τους. Υπήρχε, ως διαπίστωσε η Επιτροπή, αβεβαιότητα ως προς τα επίπεδα ραδιομαγνητικής ενέργειας της οποίας μπορεί να γίνει δέκτης ο άνθρωπος χωρίς επιπτώσεις στην υγεία του. Η αβεβαιότητα αυτή, ως σημειώνει η Επιτροπή στα συμπεράσματά της, διαφαίνεται και από πειράματα που έγιναν σε ζώα που θέτουν υπό αμφισβήτηση τα μέχρι τούδε θεωρούμενα ως παραδεκτά επίπεδα έκθεσης του ανθρώπου σε ραδιομαγνητική ακτινοβολία.

Η απόφαση για τη μετακίνηση των τηλεοπτικών σταθμών έξω από τις κατοικημένες περιοχές και την περίφραξή τους σε συγκεκριμένο χώρο συναρτάται τόσο με την προστασία της υγείας του κοινού από τις επιπτώσεις της ραδιομαγνητικής ενέργειας γενικά, όσο και με τους ευρύτερους περιβαλλοντικούς παράγοντες που δικαιολογούν τη μετακίνηση των εγκαταστάσεων εκπομπής τηλεοπτικών σταθμών έξω από κατοικημένες περιοχές. Παράλληλα, όπως διαπιστώνει η Επιτροπή, η συγκέντρωση των τηλεοπτικών σταθμών στον ίδιο χώρο θα καταστήσει ευχερέστερη την πρόσβαση του κοινού στα σήματα των τηλεοπτικών σταθμών.

Η μετακίνηση των εγκαταστάσεων εκπομπής των τηλεοπτικών σταθμών έξω από κατοικημένες περιοχές και η συγκέντρωσή τους σε περιφραγμένο χώρο, σχετίζεται άμεσα με τις μακροχρόνιες διευθετήσεις για τη λειτουργία τους, για την αναμόρφωση των οποίων παρεχόταν εξουσία από το άρθρο 11(1) του περί Τηλεοπτικών Σταθμών Νόμου του 1992 (Ν. 29(1)/92). Για το ότι επαφίετο στη διακριτική ευχέρεια των εφεσιβλήτων να καθορίζουν διαχρονικά τους όρους λειτουργίας των τηλεοπτικών σταθμών περιλαμβανομένης της θέσης αυτών δεν αφήνεται αμφιβολία από τις διατάξεις του προαναφερθέντος άρθρου.

Η χορήγηση άδειας λειτουργίας τηλεοπτικού σταθμού απολήγει στη κτήση δικαιώματος, η παροχή του οποίου ανάγεται στην εξουσία του οργάνου που έχει κατά νόμο δικαίωμα να το παράσχει. Το ερώτημα το οποίο τίθεται δεν είναι αν οι εφεσίβλητοι είχαν δικαίωμα να καθορίζουν τους όρους λειτουργίας τηλεοπτικού σταθμού που προφανώς το είχαν, αλλά κατά πόσο αυτοί καταχράστηκαν την εξουσία τους με την επιβολή αυθαίρετων όρων, δηλαδή όρων άσχετων προς τους σκοπούς για τους οποίους τους παρασχέθηκε η εξουσία. Εφόσον η αρμοδία αρχή ενεργεί μέσα στα πλαίσια που της παρέχει ο νόμος, αυτή είναι ο κριτής των όρων λειτουργίας των τηλεοπτικών σταθμών. νοουμένου ότι ασκεί την εξουσία της σύμφωνα με τις αρχές της χρηστής διοίκησης. Η απάντηση στο ερώτημα είναι αρνητική. Προσμέτρησαν στη λήψη της απόφασης η υγεία του κοινού, η ευχερής πρόσβαση των μελών του στα σήματα των σταθμών και περιβαλλοντικοί παράγοντες. Προεκτείνοντας την έρευνα και τα στοιχεία που προσμέτρησαν στον προσδιορισμό των τεθέντων όρων, αποκαλύπτεται ότι η αρμοδία αρχή βασίστηκε στα συμπεράσματα Επιτροπής απαρτιζόμενης από άτομα που είχαν τις γνώσεις να προβούν σε εκτιμήσεις για τα παραδεκτά επίπεδα έκθεσης του ανθρώπου στην εκπομπή ραδιομαγνητικής ενέργειας, τις προϋποθέσεις για ευχερή πρόσβαση του κοινού στα σήματα των τηλεοπτικών σταθμών και την αποτίμηση των επιπτώσεων από τη λειτουργία τους στο ανθρώπινο και στο φυσικό περιβάλλον. Εξειδίκευση των παραγόντων αυτών αποκαλύπτει τη σχετικότητα τους προς την εξουσία η οποία αποδίδεται στους εφεσίβλητους και το δικαιολογημένο της συνεκτίμησής τους στη λήψη της επίδικης διοικητικής απόφασης.

Η διαπιστωθείσα αβεβαιότητα ως προς τα επίπεδα ραδιομαγνητικής ακτινοβολίας στα οποία μπορεί να εκτεθεί ο άνθρωπος χωρίς κινδύνους για την υγεία του δικαιολογούσε τον καθορισμό του επιπέδου εκπομπής τέτοιας ενέργειας σε σημείο που θα απέκλειε ενδεχόμενους κινδύνους για την υγεία του ανθρώπου. Η απομάκρυνση των εγκαταστάσεων εκπομπής των τηλεοπτικών σταθμών εκτός των κατοικημένων περιοχών, συναρτάται άμεσα με τη διαμόρφωση του ανθρώπινου περιβάλλοντος και την τάξη που πρέπει να το χαρακτηρίζει. Η ευχερής πρόσβαση εξάλλου του κοινού στα σήματα των τηλεοπτικών σταθμών υπεισέρχεται άμεσα στον καθορισμό των όρων λειτουργίας τους, δοθέντος ότι η παροχή άδειας για τη λειτουργία τέτοιων σταθμών έχει ως κεντρικό άξονα την εξυπηρέτηση του κοινού.

Η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η Διοίκηση λειτούργησε σύννομα και ότι δεν αναφαίνεται λόγος που θα μπορούσε να δικαιολογήσει την ακύρωση του μέρους (α) της απόφασης, είναι ορθή.

Η μετατροπή των όρων που αφορούν την υπάρχουσα λειτουργία του σταθμού των εφεσειόντων όπως αυτοί φαίνονται στο μέρος (β) της επίδικης απόφασης, ευρίσκει έρεισμα στα συμπεράσματα της Επιτροπής και έχει ως λόγο και πάλιν την προστασία της υγείας του κοινού και εκείνων που λειτουργούν πλησίον του. Αναμφιβόλως το (β) μέρος της επίδικης απόφασης εξυπακούει ανάκληση του προγενέστερα τεθέντος όρου επί του ιδίου θέματος (ύψος του πύργου), πράξη εφικτή εφόσον το επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον, ως υποδεικνύει ο πρωτόδικος Δικαστής παραπέμποντας προς τούτο στην απόφαση της ολομέλειας στην Κυνηγού κ.ά. ν. Δημοκρατίας Α.Ε. 2111 - 18.6.1998. Επί του ιδίου θέματος χρήσιμη αναφορά μπορεί να γίνει και στην προγενέστερη απόφαση της ολομέλειας Δημοκρατία ν. Κασσερά (1996)3 Α.Α.Δ. 27, και στην πρωτόδικη απόφαση στη Hawaii Hotels Limited ν. Δημοκρατίας κ.ά. Υπόθεση 273/94 - 29.12.1995.

Η διάκριση η οποία γίνεται μεταξύ των εφεσειόντων και τρίτων ευρίσκει έρεισμα στη γειτνίαση του σημείου εκπομπής προς εργαζομένους στο άμεσο περιβάλλον του σταθμού. Δεν υπάρχει εισήγηση ότι η δαπάνη ανύψωσης του πύργου είναι αποτρεπτική για την άσκηση του δικαιώματος λειτουργίας του σταθμού. Και το μέρος (β) της επίδικης απόφασης θεμελιώνεται στην εκτίμηση των αρχών για την προστασία της υγείας του κοινού από ορατούς έστω κινδύνους που είναι και ο λόγος που προσμέτρησε στην αναμόρφωση του αρχικά τεθέντος όρου. Δε χωρεί πειραματισμός με την υγεία του ανθρώπου.

Δεν διαπιστώνουμε βάσιμο λόγο που να δικαιολογεί ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης. Όπως και το πρωτόδικο Δικαστήριο καταλήγουμε ότι η επίδικη απόφαση είναι τόσο τεκμηριωμένη όσο και αιτιολογημένη.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 

Πικής, Π.

Κωνσταντιν ίδης, Δ.

Ηλιάδης, Δ.

Κραμβής, Δ.

 

 

 

/ΑυΦ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο