ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2002) 3 ΑΑΔ 103
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑP. 2879
ΕΝΩΠΙΟΝ: ΠΙΚΗ, Π., ΑΡΤΕΜΗ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΑΛΛΗ, ΚΡΟΝΙΔΗ, Δ.Δ.
Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας,
Εφεσείουσα
- και -
Ιωάννη Αντωνίου,
Εφεσιβλήτου
---------------------------
15 Φεβρουαρίου 2002
Για την εφεσείουσα: Ε. Γεωργίου-Αντωνίου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας.
Για τον εφεσίβλητο: Α.Σ. Αγγελίδης.
Για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο: Ασ. Σοφοκλέους.
---------------------------
ΠΙΚΗΣ, Π
.: Η απόφαση της πλειοψηφίας, των Αρτέμη,Νικολάου, Καλλή και Κρονίδη, Δ.Δ., θα δοθεί
από τον Νικολάου, Δ. Προσωπικά καταλήγω
σε διαφορετικό αποτέλεσμα για τους λόγους
που εκτίθενται στη δική μου απόφαση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Με απόφαση ημερ. 4 Οκτωβρίου 1993 η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας επέλεξε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, Χρ. Χριστοδουλίδη, για διορισμό στη μόνιμη (Τακτ. Προϋπ.) θέση Μηχανολόγου Μηχανικού 2ης Τάξης, Τμήμα Ανάπτυξης Υδάτων, θέση πρώτου διορισμού, την οποία το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, κατόπιν αποδοχής του, κατέλαβε στις 15 Νοεμβρίου 1993. Ο εφεσίβλητος προσέβαλε την απόφαση με την προσφυγή αρ. 36/94 και στις 17 Ιανουαρίου 1995 το Ανώτατο Δικαστήριο την ακύρωσε. Έκρινε ότι δεν είχε αιτιολογηθεί η συμπερίληψη του ενδιαφερομένου προσώπου στον τελικό κατάλογο βάσει του άρθρου 33(8) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου (Ν. 1/90) όπως τροποποιήθηκε. Η Ε.Δ.Υ είχε δώσει ως λόγο, τόσο για το ενδιαφερόμενο πρόσωπο όσο και για δύο άλλους συμπεριληφθέντες, ότι "δεν υστερούσαν σε αξία και προσόντα σε σύγκριση με μερικούς από τους συστηθέντες". Το Δικαστήριο υπέδειξε ότι επρόκειτο "για γενική και αόριστη παραπομπή στην αξία και στα προσόντα, που θα μπορούσε να ταιριάξει ως "φραστικό κλισέ" (και) δεν ικανοποιεί την απαίτηση του Νόμου." Επίσης έκρινε ότι δεν είχε αιτιολογηθεί, όπως απαιτεί το άρθρο 33(14), η γενική εντύπωση για την απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση την οποία διεξήγαγε η Ε.Δ.Υ. Καθώς το Δικαστήριο σημείωσε, η Ε.Δ.Υ. κατέγραψε στα πρακτικά τη γενική εντύπωσή της χωρίς να προσθέσει ο,τιδήποτε για να την αιτιολογήσει. Το Δικαστήριο εξέτασε και δύο άλλα τεθέντα ζητήματα. Το ένα ήταν το κατά πόσο το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κατείχε το απαιτούμενο πτυχίο στη Μηχανολογία όπως είχε διαπιστώσει η Ε.Δ.Υ.· και το άλλο ήταν το κατά πόσο δικαιολογείτο η διαπίστωση της Ε.Δ.Υ. ότι ο εφεσίβλητος - αντίθετα με ό,τι αυτός προέβαλλε - δεν διέθετε το προβλεπόμενο πλεονέκτημα, όπως άλλωστε δεν το διέθετε κανένας από τους υποψηφίους. Έκρινε αφενός ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο κατείχε το πτυχίο στη Μηχανολογία, και αφετέρου ότι ο εφεσίβλητος δεν διέθετε το πλεονέκτημα.
Σε συνεδρίαση ημερ. 1 Μαρτίου 1995 η Ε.Δ.Υ., συμμορφούμενη με το ακυρωτικό αποτέλεσμα, αποφάσισε την επαναφορά του ενδιαφερομένου προσώπου στην προηγούμενη θέση την οποία κατείχε, και την επανεξέταση του θέματος των διορισμών το συντομότερο δυνατό. Όμως η επανεξέταση έγινε, στις 2 Μαΐου 1996, με καθυστέρηση δεκατεσσάρων μηνών. Στο μεταξύ, στις 13 Ιουνίου 1995, η Ε.Δ.Υ. προέβη σε απόσπαση του ενδιαφερομένου προσώπου στην υπό πλήρωση θέση. Σε σχέση με αυτή την εξέλιξη ο εφεσίβλητος καταχώρισε την προσφυγή με αρ. 841/95 την οποία το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε στις 3 Μαρτίου 1997.
Κατά την επανεξέταση, στις 2 Μαΐου 1996, η Ε.Δ.Υ. συμπεριέλαβε στον τελικό κατάλογο, όπως και προηγουμένως, το ενδιαφερόμενο πρόσωπο και τους δύο άλλους υποψηφίους, με την ακόλουθη αυτή τη φορά αιτιολογία:
"(α) Θέμα Τελικού Καταλόγου
Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, εξετάζοντας τις αιτήσεις των υποψηφίων, καθώς και την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής και την αιτιολόγησή της, παρατήρησε ότι οι υποψήφιοι Καλογήρου Σωτήρης, Ρούσος Νίκος και Χριστοδουλίδης Χριστάκης, οι οποίοι συμπεριλήφθηκαν από την ίδια στον τελικό κατάλογο των
Υπό το φως των πιο πάνω, η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας επαναβεβαίωσε την απόφασή της να περιλάβει τους υποψήφιους Καλογήρου Σωτήρη, Ρούσο Νίκο και Χριστοδουλίδη Χριστάκη στον τελικό κατάλογο των υποψηφίων."
Τα αποτελέσματα της γραπτής και της προφορικής εξέτασης που διενήργησε η Συμβουλευτική Επιτροπή τα παραθέτουμε στον κατωτέρω πίνακα όπου οι πρώτοι τέσσερεις υποψήφιοι είναι οι περιληφθέντες από τη Συμβουλευτική Επιτροπή στον προκαταρκτικό κατάλογο ως οι καταλληλότεροι, και ακολουθούν οι τρεις περιληφθέντες από την Ε.Δ.Υ. στον τελικό κατάλογο:
Αρ. |
Όνομα |
Γραπτή Εξέταση |
Προφορική Εξέταση |
1 |
Ιωάννης Αντωνίου (αιτητής) |
78 |
εξαίρετος |
2 |
Ανδρέας Δημητρίου |
69 |
εξαίρετος |
3 |
Λούης Κυριακίδης |
66 |
εξαίρετος |
4 |
Γερόλεμος Μιχαήλ |
78 |
εξαίρετος |
5 |
Σωτήρης Καλογήρου |
73 |
πολύ καλός-εξαίρετος |
6 |
Νίκος Ρούσος |
75 |
πολύ καλός-εξαίρετος |
7 |
Χριστάκης Χριστοδουλίδης (ενδιαφερόμενο πρόσωπο) |
76 |
πολύ καλός-εξαίρετος |
Εν συνεχεία η Ε.Δ.Υ. προχώρησε σε αιτιολόγηση της καταγραφείσας γενικής εντύπωσής της αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση. Προς υποβοήθηση του έργου της, η Ε.Δ.Υ. χρησιμοποίησε: ".... τις πρόχειρες προσωπικές σημειώσεις που ο καθένας από αυτούς (Πρόεδρος και Μέλη) κατείχε και οι οποίες ετηρούντο ταυτόχρονα με την τότε διεξαχθείσα προφορική εξέταση". Για τον εφεσίβλητο και το ενδιαφερόμενο πρόσωπο ανέφερε τα εξής:
"
Αντωνίου Ιωάννης: Πάρα πολύ καλός. Πολύ ικανοποιητικό επίπεδο γνώσεων, περιλαμβανομένων γνώσεων που σχετίζονται με διοικητικά και οργανωτικά θέματα. Εκφράζεται με σαφήνεια και είναι ώριμος, με ικανοποιητικό επίπεδο κρίσης. Ευγενικός ως προσωπικότητα................................... .................................................. .....................
Χριστοδουλίδης Χριστάκης
: Εξαίρετος. Εξαίρετο επίπεδο γνώσεων. Έχει ολοκληρωμένες γνώσεις και ορθές απόψεις πάνω σε θέματα που σχετίζονται με οργάνωση και διοίκηση. Πολύ σαφής και αναλυτικός στις απαντήσεις του και στο χειρισμό των διαφόρων θεμάτων και υποστηρίζει πλήρως τις απόψεις που εκφράζει. Ψηλό επίπεδο κρίσης. Ευχάριστη προσωπικότητα, με ηγετικά χαρίσματα."
Κατά την τελική στάθμιση η Ε.Δ.Υ. έκρινε πως ο πιο κατάλληλος για τη θέση ήταν ο Χρ. Χριστοδουλίδης, ενδιαφερόμενο πρόσωπο, και του πρόσφερε διορισμό. Σε ό,τι αφορά τη σύγκριση με τον εφεσίβλητο, σχετικό είναι το ακόλουθο μέρος του πρακτικού:
"Επιλέγοντας το Χριστοδουλίδη, η Επιτροπή σημείωσε ότι αυτός συγκέντρωσε ψηλή βαθμολογία στη γραπτή εξέταση που διεξήγαγε η Συμβουλευτική Επιτροπή, αξιολογήθηκε ως "Πολύ καλός - Εξαίρετος" στην προφορική εξέταση, που έγινε από τη Συμβουλευτική Επιτροπή και ως "Εξαίρετος" από την Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας κατά την ενώπιόν της προφορική εξέταση, στο ψηλότερο δηλαδή επίπεδο, και επιπλέον είναι ο πρώτος σε αρχαιότητα μεταξύ των υποψηφίων που είναι δημόσιοι υπάλληλοι.
.................................. .................................................. .....................
Η Επιτροπή δεν παρέλειψε επίσης να σημειώσει τη μακρόχρονη πείρα του υποψήφιου Αντωνίου Ιωάννη, σημείωσε όμως ότι η πείρα αυτή αποκτήθηκε σε θέσεις Τεχνικού Προσωπικού και ακολούθως στη θέση Εκπαιδευτή, Ανώτερο Τεχνολογικό Ινστιτούτο, θέση για την οποία δεν απαιτείται Πανεπιστημιακή Εκπαίδευση, ενώ η πείρα του Χριστοδουλίδη, αν και μικρότερης διάρκειας, αποκτήθηκε σε πιο υπεύθυνες και σχετικές θέσεις και κατά τον ουσιώδη χρόνο αυτός κατείχε τη θέση Επιθεωρητή Πλοίων, Τμήμα Εμπορικής Ναυτιλίας, για την οποία απαιτείται Πανεπιστημιακό Δίπλωμα. Η Επιτροπή σημείωσε τέλος ότι ο Χριστοδουλίδης αξιολογήθηκε ψηλότερα από τον Αντωνίου κατά την ενώπιον της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας προφορική εξέταση και προηγείται σε αρχαιότητα, και έκρινε ότι ο Χριστοδουλίδης γενικά υπερέχει και είναι ο πιο κατάλληλος για διορισμό στην υπό πλήρωση θέση."
Με την προσφυγή αρ. 632/96, από την οποία προέρχεται η παρούσα έφεση, ο εφεσίβλητος προσέβαλε και αυτή τη δεύτερη απόφαση της Ε.Δ.Υ. Ήγειρε ξανά και συζήτησε το ζήτημα του πλεονεκτήματος, επιμένοντας ότι το διέθετε, όπως και το ζήτημα της κατοχής από το ενδιαφερόμενο πρόσωπο του απαιτούμενου πτυχίου στη Μηχανολογία. Ο συνάδελφος που επιλήφθηκε πρωτόδικα της περίπτωσης δεν ασχολήθηκε με αυτά ενόψει, καθώς ανέφερε, του ακυρωτικού αποτελέσματος με αναφορά σε τρία άλλα τεθέντα και συζητηθέντα ζητήματα. Τα δύο ήταν, όπως και στην προηγούμενη προσφυγή, το κατά πόσο είχε αιτιολογηθεί η συμπερίληψη του ενδιαφερομένου προσώπου στον τελικό κατάλογο και το κατά πόσο είχε αιτιολογηθεί η γενική εντύπωση της Ε.Δ.Υ. ως προς την απόδοση των υποψηφίων στην προφορική εξέταση, ενώ το τρίτο αφορούσε το κατά πόσο η κριθείσα ως πλημμελής κατάρτιση του τελικού καταλόγου καθιστούσε άκυρα όλα τα επόμενα και ως εκ τούτου θα έπρεπε να επαναλαμβάνονταν. Ο συνάδελφος έδωσε αρνητική απάντηση στα πρώτα δύο και θετική απάντηση στο τελευταίο. Αφού δε ακολούθως σημείωσε πως δεν έκρινε σκόπιμο να ασχοληθεί με τους υπόλοιπους προβληθέντες λόγους ακύρωσης, πρόσθεσε σχόλιο αναφορικά και με την τελική κρίση της Ε.Δ.Υ., το οποίο όμως δεν αντιλαμβανόμαστε να αποτελεί μέρος του σκεπτικού. Προέβη λοιπόν, με αναφορά στα τρία κριθέντα ζητήματα, σε ακύρωση της απόφασης.
Με την παρούσα έφεση αμφισβητείται, από τη Δημοκρατία, η πρωτόδικη κρίση στα ίδια. Προβάλλεται ότι προκύπτει από το σχετικό πρακτικό πως δόθηκε επαρκής αιτιολογία τόσο για τον τελικό κατάλογο όσο και για τη γενική εντύπωση εκ της προφορικής εξέτασης και ότι δεν συνέτρεχε λόγος επανάληψης της προφορικής εξέτασης. Ως προς το πρώτο ζήτημα, ο συνήγορος του εφεσίβλητου εισηγήθηκε τα εξής:
"..... η Ε.Δ.Υ. παραβιάζοντας το δεδικασμένο δεν δίδει ουσιαστικά καμία διαφορετική αιτιολογία γιατί να συμπεριλάβει εκ νέου τους τρεις επιπλέον υποψηφίους, ένας των οποίων το ενδιαφ. πρόσωπο, στον τελικό κατάλογο. ΔΕΝ προσθέτει τίποτε ουσιαστικό πέραν των όσων ανέφερε τότε στο πρακτικό 3.9.93 όταν αποφάσισε τα ίδια και που το Δικαστήριο ακύρωσε. Ήσαν τότε όπως και τώρα τα ίδια τα δεδομένα. Η απλή λεκτική αναμόρφωση τους στο σχετικό νέο πρακτικό (παράρτ. 3) δεν τα διαφοροποιεί. Παραμένουν με μηδενική αξία όπως και τότε που δεν διάσωσαν την ενδιάμεση αυτή απόφαση της Ε.Δ.Υ."
Σε σχέση με το δεύτερο ζήτημα, ο συνήγορος του εφεσίβλητου εισηγήθηκε κατ΄ αρχάς ότι ήταν απαράδεκτη η χρήση των πρόχειρων προσωπικών σημειώσεων ως βοήθημα για τη δοθείσα ως αιτιολογία της γενικής εντύπωσης για την απόδοση στην προφορική εξέταση διότι (α) είχε παρέλθει μεγάλο χρονικό διάστημα, (β) αυτές δεν αποτελούσαν
μέρος των επίσημων πρακτικών και (γ) συνιστούσαν νέο, μεταγενέστερο του ουσιώδους χρόνου στοιχείο, που δεν μπορεί να λαμβάνεται υπόψη κατά την επανεξέταση. Επίσης εισηγήθηκε πως ούτως ή άλλως η Ε.Δ.Υ. και πάλι απέτυχε να αιτιολογήσει τη γενική εντύπωσή της. Προέβαλε, σε σχέση με αυτό, αφενός πως η Ε.Δ.Υ. θα έπρεπε να καλούσε εκ νέου τον Διευθυντή ο οποίος είχε παρευρεθεί στην προφορική εξέταση και είχε εκφράσει άποψη, ενώ αφετέρου πως δεν θα έπρεπε να λάμβανε υπόψη τα αποτελέσματα της προφορικής εξέτασης γιατί αυτή είχε κριθεί παράνομη και θα έπρεπε επομένως να περιοριζόταν σε μόνο τα άλλα, τα αντικειμενικά στοιχεία κρίσης.Ως προς τη συμπερίληψη του ενδιαφερομένου προσώπου στον τελικό κατάλογο, ο συνάδελφός συνέκρινε τα στοιχεία που συνέθεταν τη νέα εξήγηση με την προηγουμένως δοθείσα και προέβη σε εκτενή σχολιασμό στο πλαίσιο του οποίου αμφισβήτησε "την όλη αξιοπιστία της παρασχεθείσας αιτιολόγησης", λέγοντας ότι έδιδε "τουλάχιστον την εντύπωση ότι επιδιώκεται εκ των υστέρων εφεύρεση αιτιολογίας σε αναφορά μάλιστα με στοιχεία που δεν εθίγησαν την προηγούμενη φορά και χωρίς ένδειξη του πώς τώρα η Ε.Δ.Υ. υπομνήσθηκε τις διαστάσεις τους". Πρόσθεσε εξ άλλου πως η δοθείσα εξήγηση ούτε ως αιτιολογία ήταν επαρκής. Αδυνατούμε, με κάθε εκτίμηση προς τον συνάδελφό μας, να συμμεριστούμε την μια ή την άλλη πτυχή αυτής της άποψης. Η Ε.Δ.Υ. διατηρούσε τη δυνατότητα να αντλήσει από τα υπάρχοντα στοιχεία, και αυτό ήταν που έπραξε, για να εξηγήσει με την αναγκαία επάρκεια την επί του θέματος απόφασή της. Η αιτιολογία κρίνεται εξ αντικειμένου με αναφορά σε τι είναι που τα στοιχεία μπορεί να δικαιολογήσουν και όχι με αντιπαραβολή προς την προηγούμενη εξήγηση - ή την έλλειψή της - ώστε με την όποια μεταξύ τους διάσταση να μειώνεται η δεύτερη, σε σχέση με την οποία άλλωστε δεν διακρίναμε εδώ θεμελιακή αντινομία που να υποστήριζε την άποψη περί εφευρήματος.
Ως προς το ζήτημα της αιτιολόγησης της γενικής εντύπωσης για την απόδοση στην προφορική εξέταση, ο συνάδελφος αναγνώρισε πως η χρήση των σημειώσεων, στην οποία είχε προβεί η Ε.Δ.Υ., ήταν σύμφωνη με την απόφαση της Ολομέλειας στη Σωτηρίου ν. Κολοκοτρώνη κ.α
., Α.Ε. 2508 κ.α., ημερ. 15 Ιουνίου 1998, στην οποία συζητήθηκε και εξηγήθηκε η προηγούμενη νομολογία (βλ. σχετικά τη Republic v. Maratheftis (1986) 3 C.L.R. 1402 και την P.S.C. v. Potoudes (1987) 3 C.L.R. 1591). Επέκρινε την απόφαση στη Σωτηρίου (ανωτέρω) και ανέφερε πως συμφωνούσε με τις επιφυλάξεις τις οποίες διατύπωσε εκεί ένα από τα μέλη της σύνθεσης, (Νικολάου, Δ.) και τις οποίες, καθώς πρόσθεσε, θα επεξέτεινε αν είχε τη δυνατότητα, αλλά σημείωσε ότι η απόφαση τον δέσμευε και την ακολούθησε. Έκρινε ωστόσο, ως προς την επάρκεια της δοθείσας αιτιολογίας ότι:"Η παρεχόμενη στην προκειμένη περίπτωση αιτιολόγηση δεν εκφεύγει των ορίων συνηθισμένων φραστικών γενικοτήτων που εκφράζονται για όλους τους υποψηφίους με ανάλογο βαθμό έμφασης σε αναφορά με τέτοια εξ ίσου απροσδιόριστα πράγματα όπως γνώσεις, έκφραση, κρίση, προσωπικότητα, χωρίς αναφορά στο υπόβαθρο που θα προσέδιδε και σημασία στο δικαστικό έλεγχο. Είμαι της γνώμης ότι η αιτιολόγηση της εντύπωσης της Ε.Δ.Υ. δεν μπορεί να προκύπτει είτε από το ότι παρατίθεται σε μερικές γραμμές αντί μονολεκτικά είτε από την απλή επεξεργασία της με καταληκτικές απόψεις. Άλλως, ποιο νόημα θα είχε ο δικαστικός έλεγχος, αν η επάρκεια της αιτιολόγησης εκρίνετο με βάση το μήκος και την φραστική δομή της διατύπωσης της."
Διαφορετική, με εκτίμηση προς τον συνάδελφό μας, είναι η δική μας αντίληψη ως προς τη δοθείσα αιτιολογία. Στην προκείμενη περίπτωση η συγκριτική θεώρηση των όσων αποδόθηκαν αντίστοιχα στον εφεσίβλητο και στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο δικαιολογούσαν τη διαφορά στην καταγραφείσα γενική εντύπωση και αυτό είναι αρκετό, όπως άλλωστε πρόσφατα κρίθηκε από την Ολομέλεια στην Πούρος κ.α. ν. Δημοκρατίας, Α.Ε. 2847 κ.α. ημερ. 30 Απριλίου 2001, όπου συζητήθηκε και εξηγήθηκε η νομοθετική απαίτηση για την αιτιολόγηση σε αυτό τον τομέα.
Τέλος, ως προς τη διαδικασία που ακολούθησε η Ε.Δ.Υ., ο συνάδελφος μας θεώρησε πως:
"..... η Ε.Δ.Υ. ώφειλε να διεξάγει νέα προσωπική συνέντευξη των υποψηφίων αφού το στάδιο της προηγούμενης τοιαύτης έπετο του καταρτισμού του τελικού καταλόγου και έτσι είχε ακυρωθεί και εξαφανισθεί εξ υπαρχής μαζί με την ακύρωση της περίληψης του κ. Χριστοδουλίδη στον τελικό κατάλογο. Η διαδικασία του άρθρου 33 ώφειλε λοιπόν να επαναληφθεί από το σημείο της παροχής αιτιολογίας για την περίληψη του κ. Χριστοδουλίδη στον τελικό κατάλογο αφού τα όσα είχαν τότε ακολουθήσει δεν υπήρχαν πλέον ως δεδομένα."
Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε. Η προφορική εξέταση διεξήχθη νόμιμα. Και τα αποτελέσματά της, όπως αναδεικνύονταν με νόμιμη πλέον αιτιολόγηση, παρέμεναν μέρος των δεδομένων της αρχικής εξέτασης τα οποία έπρεπε να ληφθούν υπόψη κατά την επανεξέταση: βλ. την πρόσφατη απόφαση της πλειοψηφίας της Ολομέλειας στη Δημοκρατία ν. Κατερίνας Κοντογιώργη, Α.Ε. 2641, ημερ. 16 Νοεμβρίου 2001.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα. Η προσβαλλόμενη απόφαση παραμερίζεται. Παραμένουν άλλα ζητήματα που τέθηκαν με την προσφυγή και επομένως θα οριστεί νέα ημερομηνία για εξέτασή τους.
Π. Αρτέμης, Δ.
Γ.Κ. Νικολάου, Δ.
Π. Καλλής, Δ.
Μ. Κρονίδης, Δ.
/ΕΘ