ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2001) 3 ΑΑΔ 1130

12 Δεκεμβρίου, 2001

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΑΛΛΗΣ,

ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]

BLUE MOON TRADING LTD.,

Εφεσείοντες-Αιτητές,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΩΝ

1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,

2. ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗΣ ΑΞΙΑΣ,

Εφεσιβλήτων-Καθ' ων η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2874)

 

Φόρος Προστιθέμενης Αξίας ― Ένσταση σε απόφαση βεβαίωσης φόρου ― Η νέα απόφαση, υπό τις περιστάσεις βεβαιωτική.

Φόρος Προστιθέμενης Αξίας ― Βεβαίωση φόρου βάσει του Άρθρου 34 του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου (Ν.246/90) ― Παράλειψη τήρησης βιβλίων ― Εύλογη και αντικείμενο δέουσας έρευνας η απόφαση του Εφόρου.

Η εφεσείουσα επεδίωξε ανατροπή της απόφασης του Εφόρου, να βεβαιώσει φόρο προστιθέμενης αξίας, ασκώντας τις εξουσίες που του παρέχονται στο Άρθρο 34 του Νόμου.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

1.  Στην πρωτόδικη διαδικασία η δικηγόρος των εφεσιβλήτων ήγειρε προδικαστική ένσταση ότι η τελευταία απόφαση του Εφόρου (επιστολή της 28.7.97) δεν είναι εκτελεστή διοικητική απόφαση αφού είναι βεβαιωτική της πρώτης απόφασης της 17.5.97.  Πράγματι καμιά νέα έρευνα δεν έγινε από τον Έφορο ούτε οι εφεσείοντες έθεσαν ενώπιον του οποιοδήποτε νέο στοιχείο.  Το θέμα είναι θεωρητικό γιατί η προτασσόμενη θεραπεία στην προσφυγή προσβάλλει την απόφαση της 17.5.97 η οποία τελικά είναι εμπρόθεσμη.

2.    Με το δεύτερο λόγο έφεσης προσβάλλεται το εύρημα του Δικαστηρίου ότι η προσβαλλόμενη απόφαση του Εφόρου ήταν εύλογα επιτρεπτή υπό τις περιστάσεις.

     Το Δικαστήριο αφού ανέλυσε με πάσα λεπτομέρεια όλα τα γεγονότα και στοιχεία που ήσαν ενώπιον του Εφόρου όταν ελάμβανε την επίδικη απόφαση και αφού αναφέρθηκε τόσο στην Κυπριακή νομολογία όσο και στην Αγγλική, κατέληξε πως η απόφαση του Εφόρου ήταν εύλογη.

     Έχοντας υπόψη τη νομολογία (βλ. Van Boeckel v. CEC [1981] S.T.C. 290, Farnocchia v. CEC [1994] S.T.C. 881, Kokos Αthanasiou Motors Ltd. v. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 21) η απόφαση του Εφόρου ήταν όχι μόνο εύλογα επιτρεπτή, αλλά και αναπόφευκτη.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Van Boeckel v. CEC [1981] S.T.C. 290,

Farnocchia v. CEC [1994] S.T.C. 881,

Kokos Athanasiou Motors Ltd. v. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 21.

Έφεση.

Έφεση από τους αιτητές εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Αρ. Προσφυγής 656/97) ημερομηνίας 22/6/99 με την οποία απέρριψε την προσφυγή τους εναντίον της απόφασης του Εφόρου ΦΠΑ ημερομηνίας 28/7/97 με την οποία τους κοινοποιούσε ότι δεν ήταν δυνατό να αναθεωρήσει την απόφασή του ημερομηνίας 17/5/97 με την οποία βεβαιώθηκε ως φόρος οφειλόμενος από αυτούς ποσό £4.582,13.

Γ. Παπαθεοδώρου, για τους Εφεσείοντες.

Γ. Κυριακίδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΠΙΚΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Μ. Κρονίδης, Δ.

ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.:  Με απόφαση του Εφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (εφεσιβλήτων), ημερ. 17.5.97, βεβαιώθηκε ως φόρος οφειλόμενος από τους εφεσείοντες ποσό £4.582,13.  Στην απόφαση του αυτή ο Έφορος κατέληξε εφαρμόζοντας τα εδάφια 1 και 2 του άρθρου 34 του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου του 1990.  Στην απόφαση αυτή του Εφόρου αναφέρονται ότι οι εφεσείοντες δεν τηρούσαν καθόλου τα βιβλία και αρχεία που απαιτούνται δυνάμει του άρθρου 39 του ίδιου νόμου και σημειώνετο η παράλειψη των εφεσειόντων να αποδώσουν φόρο εκροών από παραχώρηση λεωφορείων σε άλλο πρόσωπο χωρίς αντιπαροχή και από πώληση λεωφορείου έναντι ποσού £18.000.  Επίσης αναφέρεται ότι δεν θα παρασχεθεί πίστωση φόρου για διοικητικά έξοδα που την εχρέωσε άλλη συγγενική της εταιρεία.

Οι εφεσείοντες απέστειλαν επιστολή στον Έφορο στις 13.6.97 την οποία χαρακτήρισαν "ένσταση" και ζητούσαν αναθεώρηση της απόφασής του.  Ο Έφορος στις 28.7.97 απάντησε στην πιο πάνω επιστολή με την οποία πληροφορούσε τους εφεσείοντες ότι δεν κατέστη δυνατό να αναθεωρήσει την πρώτη απόφασή του.

Στην πρωτόδικη διαδικασία η δικηγόρος των εφεσιβλήτων ήγειρε προδικαστική ένσταση ότι η τελευταία απόφαση του Εφόρου (επιστολή της 28.7.97) δεν είναι εκτελεστή διοικητική απόφαση αφού είναι βεβαιωτική της πρώτης απόφασης της 17.5.97.  Ο αδελφός Δικαστής αφού εξέτασε το θέμα κατέληξε ότι η δεύτερη απόφαση ήταν βεβαιωτική της πρώτης.  Πράγματι καμιά νέα έρευνα δεν έγινε από τον Έφορο ούτε οι εφεσείοντες έθεσαν ενώπιον του οποιοδήποτε νέο στοιχείο.  Συμφωνούμε με την προσέγγιση αυτή του Δικαστηρίου αν και δεν απερρίφθη η προσφυγή για το λόγο αυτό.  Το θέμα είναι θεωρητικό γιατί η προτασσόμενη θεραπεία στην προσφυγή προσβάλλει την απόφαση της 17.5.97 η οποία τελικά είναι εμπρόθεσμη.

Τα πιο πάνω αφορούν τον πρώτο λόγο έφεσης ο οποίος δεν ευσταθεί και απορρίπτεται.

Με το δεύτερο λόγο έφεσης προσβάλλεται το εύρημα του Δικαστηρίου ότι η προσβαλλόμενη απόφαση του Εφόρου ήταν εύλογα επιτρεπτή υπό τις περιστάσεις.

Το Δικαστήριο αφού ανέλυσε με πάσα λεπτομέρεια όλα τα γεγονότα και στοιχεία που ήσαν ενώπιον του Εφόρου όταν ελάμβανε την επίδικη απόφαση και αφού αναφέρθηκε τόσο στην Κυπριακή νομολογία όσο και στην Αγγλική, κατέληξε ως εξής:-

"Είναι η θεωρημένη μου κατάληξη ότι στην προκειμένη περίπτωση κανένα στοιχείο δεν αντιστρατεύεται τη νομιμότητα της απόφασης του Εφόρου ως εύλογα επιτρεπτής υπό τις περιστάσεις και ως βασισθείσας στην κατά το καλύτερο δυνατό χρήση της κρίσης του.  Κατ' αρχή, τα τεθέντα ενώπιον μου έγγραφα δείχνουν ότι ο Έφορος διεξήγαγε μια διεξοδική και επιμελή έρευνα στα στοιχεία της Εταιρείας που και η δέουσα ήταν και επαρκέστατη στα πιο πάνω προσδιορισθέντα πλαίσια των αρμοδιοτήτων του. Η πληρότητα και αποτελεσματικότητα της έρευνας του παρέχει ισχυρό έδαφος για την περαιτέρω κρίση του όσον αφορά τα αποφασισθέντα.  Η έρευνα απεκάλυψε δε τη μη τήρηση από την Εταιρεία βιβλίων, αρχείων και στοιχείων που απαιτείται όπως τηρούνται από το Νόμο, περιλαμβανομένων λογιστικών βιβλίων, του λογαριασμού ΦΠΑ, των συνοπτικών καταστάσεων των εκδοθέντων τιμολογίων και στοιχείων αναφορικά με τη διάθεση των περιουσιακών της στοιχείων σε άλλα πρόσωπα χωρίς αντιπαροχή.  Κανένα στοιχείο και κανένα επιχείρημα δεν υπάρχει ότι η κατάληξη αυτή του Εφόρου δεν ήταν ορθή και εύλογη.  Απεναντίας, όλα δείχνουν ότι ήταν απόλυτα δικαιολογημένη.".

Έχουμε μελετήσει το φάκελο της υπόθεσης και τα στοιχεία και γεγονότα τα οποία είναι σχετικά με την παρούσα υπόθεση.

Έχουμε καταλήξει και εμείς, όπως και το Δικαστήριο, έχοντας υπόψη τη νομολογία (βλ. Van Boeckel v. CEC [1981] S.T.C. 290, Farnocchia v. CEC [1994] S.T.C. 881, Kokos Αthanasiou Motors Ltd. v. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 21), ότι όχι μόνο η απόφαση του Εφόρου ήταν εύλογα επιτρεπτή αλλά και αναπόφευκτη.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο