ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2001) 3 ΑΑΔ 839
26 Σεπτεμβρίου, 2001
[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ,
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Εφεσείοντες-Καθ'ων η αίτηση.
ν.
ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΣ ΜΑΡΟΥΧΟΥ,
Εφεσίβλητης-Αιτήτριας.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2826)
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Άρθρο 34(11) του Ν.1/90 ― Δεν υπερισχύει της διαδικασίας του Άρθρου 34(7) ― Η διαδικασία της Συμβουλευτικής Επιτροπής πρέπει να τηρείται.
Η εφεσείουσα Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας, εφεσίβαλε την ακυρωτική δικαστική απόφαση, επικαλούμενη την νομιμότητα της διαδικασίας που ακολουθήθηκε στην πλήρωση περισσότερων θέσεων στο πλαίσιο διαδικασίας διορισμών που εκκρεμούσε.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
Στην υπόθεση Χρύσα Τζιακούρη-Σιακαλλή ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 223, όπου η ΕΔΥ αποφάσισε να μην αποστείλει εκ νέου στη Συμβουλευτική Επιτροπή την πάσχουσα έκθεση της λόγω της αλλαγής που είχε επέλθει στη σύνθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η ΕΔΥ
"είχε καθήκον να παραπέμψει το θέμα στη Συμβουλευτική Επιτροπή γιατί ο Νόμος 1/90 καθιστά τούτο υποχρεωτικό. Η Συμβουλευτική Επιτροπή μπορούσε να επανασυσταθεί, με διαφορετική σύνθεση, με σκοπό τη διερεύνηση των προσόντων των υποψηφίων και την ετοιμασία του καταλόγου που προβλέπεται από το Άρθρο 34(6), χωρίς βέβαια να λάβει υπ' όψιν τα αποτελέσματα της συνέντευξης των υποψηφίων. Η διαδικασία αυτή δεν μπορούσε να παρακαμφθεί."
Η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι οι πρόνοιες της παραγράφου 34(11) δεν μπορούν να υπερισχύσουν των προνοιών της παραγράφου 34(7) και ότι το θέμα έπρεπε να παραπεμφθεί εκ νέου στη Συμβουλευτική Επιτροπή, είναι ορθή. Και τούτο γιατί το Δικαστήριο συμφωνεί με τον πρωτόδικο Δικαστή, ότι οι πρόνοιες του Άρθρου 34(14) εξαντλούνται στην εφαρμογή τους με τη μη δημοσίευση της θέσης, χωρίς την αλλοίωση της νομικής ρύθμισης που αναφέρεται στη διαδικασία επιλογής.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενη υπόθεση:
Τζιακούρη-Σιακαλλή v. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 223.
Έφεση.
Έφεση από τους καθ' ων η αίτηση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Αρ. Προσφυγής 570/97) ημερομηνίας 21/4/99 με την οποία ακυρώθηκε η προαγωγή τριών ενδιαφερομένων μερών στη θέση Επιμελητή (Πρώτων Βοηθειών), Τμήμα Πρώτων Βοηθειών, Ιατρικές Υπηρεσίες.
Αντ. Βασιλειάδης, Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσείοντες.
Α. Σ. Αγγελίδης, για την Εφεσίβλητη.
Ι. Ερωτοκρίτου, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος Αρ. 1.
Π. Λιβέρας, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος Αρ. 2.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το Δικαστή Τ. Ηλιάδη.
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Με την παρούσα έφεση η Κυπριακή Δημοκρατία προσβάλλει την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης σύμφωνα με την οποία το πρωτόδικο Δικαστήριο ακύρωσε την προαγωγή των τριών ενδιαφερόμενων προσώπων στη θέση του Επιμελητή (Πρώτων Βοηθειών) στο Τμήμα Πρώτων Βοηθειών των Ιατρικών Υπηρεσιών.
(α) Τα γεγονότα και η πρωτόδικη απόφαση
Στις 22/2/96 ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Υγείας ζήτησε την πλήρωση μιας κενής μόνιμης θέσης Επιμελητή στο Τμήμα Πρώτων Βοηθειών των Ιατρικών Υπηρεσιών. Η θέση δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με τελευταία ημερομηνία υποβολής αιτήσεων την 20/5/96.
Στις 27/11/96 ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Υγείας με νέα επιστολή του υπέβαλε πρόταση για την πλήρωση δύο άλλων κενών θέσεων Επιμελητή στο Τμήμα Πρώτων Βοηθειών των Ιατρικών Υπηρεσιών. Η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (που πιο κάτω θα αποκαλείται η ΕΔΥ), αφού έλαβε υπόψη ότι ήδη βρισκόταν υπό εξέλιξη η διαδικασία για την πλήρωση της θέσης, αποφάσισε όπως οι δύο νέες θέσεις πληρωθούν χωρίς να δημοσιευθούν, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 34(14) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου αρ. 1/1990.
Η Συμβουλευτική Επιτροπή ετοίμασε την έκθεση της για την πρώτη θέση, στην οποία περιλαμβάνονταν τέσσερις υποψήφιοι. Η ΕΔΥ αποφάσισε στις 24/2/97 να καλέσει σε προφορική εξέταση τους τέσσερις υποψηφίους που αναφέρονταν στον κατάλογο της Συμβουλευτικής Επιτροπής, μέσα στους οποίους δεν συμπεριλαμβανόταν η εφεσίβλητη. Επιπρόσθετα η ΕΔΥ συμπεριέλαβε στο σχετικό κατάλογο των υποψηφίων τα τρία ενδιαφερόμενα μέρη που είχαν αξιολογηθεί ως πάρα πολύ καλοί από την ΕΔΥ.
Η ΕΔΥ αφού απέρριψε τις σχετικές παραστάσεις της εφεσίβλητης για να συμπεριληφθεί στον κατάλογο των υποψηφίων, προέβηκε στην εξέταση των επτά υποψηφίων και ακολούθως προήγαγε τα τρία ενδιαφερόμενα πρόσωπα.
Η εφεσίβλητη ισχυρίστηκε πρωτόδικα ότι η ανάγκη πλήρωσης δύο άλλων θέσεων απαιτούσε την υποβολή νέας έκθεσης και σύστασης από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 34(6) και (7). Επειδή οι κενές θέσεις ήταν τρεις η εφεσίβλητη ισχυρίστηκε ότι η Συμβουλευτική Επιτροπή έπρεπε να συστήσει σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου 1/90 12 υποψήφιους και όχι 4, αν υπήρχαν βέβαια κατάλληλοι υποψήφιοι σ' αυτό τον αριθμό.
Οι εφεσείοντες πρόβαλαν τη θέση ότι οι πρόνοιες του άρθρου 34 παρέχουν την ευχέρεια στην ΕΔΥ να προχωρήσει στην πλήρωση των τριών κενών θέσεων, χωρίς να παραπέμψει τις δύο νέες θέσεις στη Συμβουλευτική Επιτροπή. Και τούτο γιατί σύμφωνα με το άρθρο 34(8) η ΕΔΥ προτού προβεί στην τελική επιλογή της, μπορεί να καλέσει σε προφορική εξέταση τους ήδη συστηθέντες από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, όπως επίσης και οποιοδήποτε άλλο υποψήφιο.
Τα σχετικά άρθρα στην παρούσα διαδικασία είναι τα άρθρα 34(7), 34(8) και 34(14) του Νόμου 1/90, που προνοούν τα ακόλουθα:
Άρθρο 34(7)
"Ο αριθμός των υποψηφίων που θα συστήνονται από τη Συμβουλευτική Επιτροπή θα είναι τετραπλάσιος του αριθμού των κενών θέσεων που θα δημοσιευτούν, εφόσο υπάρχουν κατάλληλοι υποψήφιοι."
Άρθρο 34(8)
"Η Επιτροπή, πριν κάμει την τελική επιλογή, μπορεί να καλέσει σε προφορική εξέταση τους υποψηφίους οι οποίοι συστήθηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή όπως επίσης και οποιοδήποτε άλλο υποψήφιο που κατά την κρίση της έπρεπε να ήταν στον κατάλογο αυτών που συστήθηκαν από τη Συμβουλευτική Επιτροπή."
Άρθρο 34(14)
"Θέση Πρώτου Διορισμού και Προαγωγής μπορεί να πληρωθεί από την Επιτροπή χωρίς να δημοσιευτεί, όταν αυτή κενούται ή δημιουργείται κατά τη χρονική περίοδο κατά την οποία βρίσκεται σε εξέλιξη διαδικασία για την πλήρωση άλλης θέσης με τον ίδιο τίτλο. Σε τέτοια περίπτωση η θέση θεωρείται ότι δημοσιεύτηκε την ημέρα κατά την οποία δημοσιεύτηκε η άλλη θέση."
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 34(7) η Συμβουλευτική Επιτροπή είχε την υποχρέωση να συστήσει τετραπλάσιο αριθμό από τον αριθμό των θέσεων που είχαν προκηρυχθεί, εφόσον υπήρχαν κατάλληλοι υποψήφιοι και οι πρόνοιες του άρθρου 34(14) εξαντλούνται στην εφαρμογή τους με τη μη δημοσίευση της θέσης, χωρίς να αλλοιώνεται η ρύθμιση του νόμου αναφορικά με τη διαδικασία επιλογής και ότι οι πρόνοιες του άρθρου 34(14) δεν μπορούσαν να υπερισχύσουν ούτε να δικαιολογήσουν την παραβίαση της πιο πάνω υποχρέωσης. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια η ΕΔΥ έπρεπε να ενημερώσει τη Συμβουλευτική Επιτροπή για την ύπαρξη των δύο νέων κενών θέσεων, οπόταν η Συμβουλευτική Επιτροπή σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 34(7) θα έπρεπε να συστήσει τέσσερις υποψήφιους για κάθε θέση, δηλαδή 12.
(β) Η έφεση
Ο βασικός λόγος της έφεσης είναι ότι η ΕΔΥ μπορούσε σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 34(14) να προβεί στην πλήρωση των επιπλέον θέσεων χωρίς το θέμα να παραπεμφθεί στη Συμβουλευτική Επιτροπή. Είναι η θέση των εφεσειόντων ότι από το γράμμα και το πνεύμα του Νόμου προκύπτει ότι ο νομοθέτης ήθελε την επίσπευση των διαδικασιών χωρίς την εκ νέου παραπομπή του θέματος στη Συμβουλευτική Επιτροπή. Αν ο νομοθέτης ήθελε την παραπομπή του θέματος εκ νέου στη Συμβουλευτική Επιτροπή, θα συμπεριλάμβανε προς τούτο ρητή πρόνοια στις σχετικές νομοθετικές διατάξεις.
Στην υπόθεση Χρύσα Τζιακούρη-Σιακαλλή ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 223, όπου η ΕΔΥ αποφάσισε να μην αποστείλει εκ νέου στη Συμβουλευτική Επιτροπή την πάσχουσα έκθεση της λόγω της αλλαγής που είχε επέλθει στη σύνθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η ΕΔΥ
"είχε καθήκον να παραπέμψει το θέμα στη Συμβουλευτική Επιτροπή γιατί ο Νόμος 1/90 καθιστά τούτο υποχρεωτικό. Η Συμβουλευτική Επιτροπή μπορούσε να επανασυσταθεί, με διαφορετική σύνθεση, με σκοπό τη διερεύνηση των προσόντων των υποψηφίων και την ετοιμασία του καταλόγου που προβλέπεται από το άρθρο 34(6), χωρίς βέβαια να λάβει υπ' όψιν τα αποτελέσματα της συνέντευξης των υποψηφίων. Η διαδικασία αυτή δεν μπορούσε να παρακαμφθεί."
(Ιδε επίσης Κοφτερού, Δημητριάδης, Αντωνίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 171, όπου αποφασίσθηκε ότι η δημοσίευση νέας θέσης εντός έξι μηνών προτού κενωθεί ενόσω εκκρεμεί διαδικασία πλήρωσης άλλων παρόμοιων θέσεων, θα πρέπει να δημοσιεύεται σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 34(1) του Νόμου 1/90.)
Έχουμε εξετάσει προσεκτικά το λόγο της έφεσης που έχει προβληθεί και έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός. Η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι οι πρόνοιες της παραγράφου 34(11) δεν μπορούν να υπερισχύσουν των προνοιών της παραγράφου 34(7) και ότι το θέμα έπρεπε να παραπεμφθεί εκ νέου στη Συμβουλευτική Επιτροπή, είναι ορθή. Και τούτο γιατί συμφωνούμε με τον πρωτόδικο Δικαστή, ότι οι πρόνοιες του άρθρου 34(14) εξαντλούνται στην εφαρμογή τους με τη μη δημοσίευση της θέσης, χωρίς την αλλοίωση της νομικής ρύθμισης που αναφέρεται στη διαδικασία επιλογής.
Η έφεση απορρίπτεται με £500 έξοδα σε βάρος των εφεσειόντων.
Η�έφεση απορρίπτεται με έξοδα.