ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
Κυπριακή νομοθεσία στην οποία κάνει αναφορά η απόφαση αυτή:
Μεταγενέστερη νομολογία η οποία κάνει αναφορά στην απόφαση αυτή:
(2001) 3 ΑΑΔ 275
27 Μαρτίου, 2001
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ,
ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΑΝΔΡΕΑΣ ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ,
Εφεσείων-Αιτητής,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
1. ΕΦΟΡΟΥ ΦΟΡΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ,
2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ,
Εφεσίβλητων-Καθ' ων η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2666)
Φορολογία ― Φορολογία Εισοδήματος ― Εκπτώσεις δαπανών από το εισόδημα ― Δαπάνες για συντήρηση οικοδομής που κρίθηκε διατηρητέα βάσει διατάγματος ― Άρθρο 11(1)(η)(ι) του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου (Ν. 58/61) και άρθρο 19(1) του περί Διατηρητέων Οικοδομών Νόμου του 1992 (Ν. 68(Ι)/92) ― Νόμιμη η έκπτωση μόνο της μισής δαπάνης στην οποία προέβη ο εφεσείων, εφόσον ήταν κατά το ήμισυ ιδιοκτήτης της διατηρητέας οικοδομής.
Φορολογία ― Φορολογία Εισοδήματος ― Εκπτώσεις δαπανών από το εισόδημα, προς εξεύρεση του φορολογητέου εισοδήματος ― Οι δαπάνες εκπίπτουν από το εισόδημα, ενώ οι προσωπικές εκπτώσεις εκπίπτουν από το φόρο, εφόσον θεωρούνται πιστώσεις φόρου.
Φορολογία ― Φορολογία Εισοδήματος ― Εκπτώσεις δαπανών από το εισόδημα ― Κατανέμονται σε όλα τα έτη μέχρι έκπτωσης όλου του ποσού ― Ζημιές προηγούμενων ετών μεταφέρονται στα επόμενα έτη.
Ο εφεσείων που είχε επωμιστεί εξ ολοκλήρου δαπάνες για συντήρηση διατηρητέας οικοδομής που του ανήκε κατά το ήμισυ, προσέβαλε την απόφαση των καθ' ων η αίτηση που επέτρεπε την έκπτωση μόνο της μισής δαπάνης από το εισόδημά του, αντί όλης. Η προσφυγή του απορρίφθηκε και ακολούθησε η παρούσα έφεση.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
1. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι το Άρθρο 19(1) περιορίζει ρητά την έκπτωση εξόδων για τη συντήρηση διατηρητέας οικοδομής από το φορολογητέο εισόδημα στον "ιδιοκτήτη" της οικοδομής. Ο Εφορος δεν είχε διακριτική ευχέρεια δράσης και η αρμοδιότητα του να επιβάλει το φόρο ήταν δέσμια, αφού οι διατάξεις για φορολογικές εξαιρέσεις πρέπει να ερμηνεύονται αυστηρά.
Η πρωτόδικη απόφαση ότι η λέξη "ιδιοκτήτης" θα πρέπει να ερμηνευθεί αυστηρά, βρίσκει σύμφωνο το Δικαστήριο. Είναι ορθό ότι τα έξοδα της συντήρησης καταβλήθηκαν από τον αιτητή, ότι η συνιδιοκτήτρια είναι κάτοικος εξωτερικού χωρίς να έχει φορολογικές υποχρεώσεις στην Κύπρο, ότι το Διάταγμα Διατήρησης είχε εκδοθεί στο όνομα του εφεσείοντος και ότι η συνιδιοκτήτρια έχει υπογράψει γενικό πληρεξούσιο διαχείρισης της κινητής και ακίνητης περιουσίας της από τον αιτητή. Όμως η ερμηνεία της λέξης "ιδιοκτήτης", όπως αυτή αναφέρεται στις σχετικές νομοθετικές πρόνοιες, δεν επιτρέπει παρέκκλιση από τη στενή ερμηνευτική της έννοια σε βαθμό που να συμπεριλάβει όλο το ποσό που δαπανήθηκε από τον εφεσείοντα. Η απόφαση των εφεσιβλήτων να επιτρέψουν στον εφεσείοντα μόνο τις δαπάνες σε σχέση με την έκταση της ιδιοκτησίας του, δηλαδή κατά ½ μερίδιο ήταν ορθή.
2. Οι δαπάνες αφαιρούνται από το ολικό εισόδημα πριν τον καθορισμό του φορολογητέου εισοδήματος. Οι προσωπικές εκπτώσεις που δικαιούται ένας φορολογούμενος, δεν θεωρούνται ως δαπάνες, αλλά ως πιστώσεις φόρου, που αφαιρούνται τελικά από το ποσό του φόρου που θα κληθεί να καταβάλει, όπως π.χ. η αφαίρεση από το πληρωτέο ποσό φόρου ενός φορολογουμένου του ποσού των £100 για κάθε παιδί κάτω των 16 χρόνων που δεν θεωρείται ως δαπάνη αλλά ως πίστωση φόρου. Η θέση αυτή ενισχύεται και από τις πρόνοιες του Άρθρου 34(1) του Νόμου που προνοεί για την παροχή προσωπικών πιστώσεων έναντι του καταβλητέου φόρου οιουδήποτε φυσικού προσώπου, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του Τρίτου Παραρτήματος του Νόμου.
3. Η εισήγηση ότι οι ζημιές που είχε υποστεί ο εφεσείων δεν είχαν μεταφερθεί στα επόμενα χρόνια, δεν ευσταθεί αφού όπως προκύπτει από την ειδοποίηση επιβολής φορολογίας για το 1992, υπήρξε μεταφορά ζημιάς από προηγούμενα χρόνια, που λήφθηκε υπόψη στον καθορισμό του καθαρού εισοδήματος για το 1992. Η πιο πάνω μεταφορά έγινε σύμφωνα με τις οδηγίες σχετικής εγκυκλίου του Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων ημερ. 19/7/93, που ορίζει ότι οποιοδήποτε ποσό ζημιάς που δεν απορροφάται από άλλα εισοδήματα του ιδιοκτήτη, θα μεταφέρεται και θα συμψηφίζεται με μελλοντικά εισοδήματα, χωρίς χρονικό περιορισμό.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από τον αιτητή εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Νικήτας, Δ.) (Αρ. Προσφυγής 917/95), ημερομηνίας 20/5/98 με την οποία απέρριψε την προσφυγή του εναντίον της απόφασης ημερομηνίας 16/8/95 με την οποία επληροφορείτο ότι, εφόσον ο αιτητής ήταν ιδιοκτήτης του 1/2 μεριδίου διατηρητέας οικοδομής οι απαλλαγές για τις δαπάνες τις οποίες υπέστη γι' αυτήν περιορίζονταν σε £27.000.
Ρ. Χαραλάμπους για Χρ. Τριανταφυλλίδη, για τον Εφεσείοντα.
Ελ. Νικολαΐδου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Η απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το Δικαστή Τ. Ηλιάδη.
ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων, ήταν κατά τον ουσιώδη χρόνο ιδιοκτήτης κατά ½ μερίδιο μιας κατοικίας που βρίσκεται στον Αγιο Αντρέα στη Λευκωσία, που κρίθηκε σαν διατηρητέα. Ο εφεσείων υπέβαλε τις φορολογικές του δηλώσεις για τα χρόνια 1990, 1991 και 1992 και οι εφεσίβλητοι του απέστειλαν τις αρχικές Ειδοποιήσεις Επιβολής Φορολογίας. Όταν ο εφεσείων υπέβαλε ένσταση διεκδικώντας τις δαπάνες τις οποίες υπέστη για τη διατηρητέα οικοδομή οι εφεσίβλητοι τον πληροφόρησαν με σχετική επιστολή τους ημερομηνίας 16/8/95 ότι παρεχωρείτο απαλλαγή ύψους £54.000 για τις δαπάνες της διατηρητέας κατοικίας για τα χρόνια 1990, 1991 και 1992 και εφόσον ο εφεσείων ήταν ιδιοκτήτης μόνο του ½ μεριδίου η απαλλαγή περιοριζόταν σε £27.000. Η απαλλαγή επιμερίσθηκε ως ακολούθως: £14.000 για το 1990, £29.500 για το 1991 και £10.400 για το 1992. Ο εφεσείων προσέβαλε την ορθότητα της σχετικής απόφασης των εφεσιβλήτων γιατί,
(i) εφόσον όλα τα έξοδα της ανακαίνισης είχαν γίνει από τον ίδιο θα έπρεπε να είχε αναγνωριστεί ολόκληρο το ποσό και όχι το μισό και
(ii) η κατανομή του ποσού των £27.000 για τα χρόνια 1990, 1991 και 1992 ήταν λανθασμένη.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή αφού βρήκε ότι ο εφεσείων εδικαιούτο μόνο το ½ των απαλλαγών και ότι η κατανομή των δαπανών ήταν ορθή. Με την παρούσα έφεση ο εφεσείων προσβάλλει τα ευρήματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου για (i) την κατανομή της απαλλαγής κατά ½ μερίδιο, (ii) τον τρόπο υπολογισμού της απαλλαγής και (iii) την κατανομή του ποσού των £27.000 για το 1990, 1991 και 1992, ισχυριζόμενος ότι αυτά είναι λανθασμένα.
(i) Η κατανομή της απαλλαγής κατά ½ μερίδιο
Από τα στοιχεία που έχουν παρουσιασθεί φαίνεται ότι ο εφεσείων είναι συνιδιοκτήτης κατά ½ μερίδιο της κατοικίας που έχει κηρυχθεί ως διατηρητέα. Το άλλο ½ μερίδιο ανήκει στην Αθανασία Νικολάου, πεθερά του αιτητή, που διαμένει στο Ηνωμένο Βασίλειο. Η πιο πάνω είχε διορίσει τον εφεσείοντα γενικό πληρεξούσιο αντιπρόσωπο της με σχετικό έγγραφο που έχει καταχωρηθεί στο διοικητικό φάκελο.
Οι σχετικές νομοθετικές διατάξεις που διέπουν το θέμα του καθορισμού του φορολογητέου εισοδήματος σε σχέση με δαπάνες για συντήρηση διατηρητέας οικοδομής περιέχονται στον Περί Διατηρητέων Οικοδομών Νόμο του 1992 (Ν.68(Ι)/92, όπως έχει τροποποιηθεί, ο οποίος προνοεί ότι,
"Για την εξεύρεση του φορολογητέου εισοδήματος του ιδιοκτήτη διατηρητέας οικοδομής θα αφαιρούνται όλες οι δαπάνες τις οποίες αυτός υπέστη εξ ολοκλήρου και αποκλειστικά για τη συντήρηση διατηρητέας οικοδομής, αν ο Υπουργός Εσωτερικών πιστοποιεί ότι οι δαπάνες έγιναν για τη συμπλήρωση των έργων συντήρησης της οικοδομής ή ότι αυτή δε χρειάζεται συντήρηση."
Το άρθρο 11(1)(η) του Περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου (αρ. 58/61), όπως έχει τροποποιηθεί, προνοεί ότι,
"Προς εξεύρεσιν του φορολογητέου εισοδήματος παντός προσώπου θα εκπίπτωνται άπασαι αι δαπάναι ας το τοιούτο πρόσωπον υπέστη εξ ολοκλήρου και αποκλειστικώς προς κτήσιν του εισοδήματος. Εν αυταίς περιλαμβάνονται
(η1) πάσα δαπάνη γενομένη, ανεξαρτήτως του εάν εγένετο προς κτήσιν εισοδήματος ή όχι,
(ι) διά την συντήρησιν οικοδομής αναφορικώς προς την οποίαν ισχύει Διάταγμα Διατηρήσεως εκδοθέν δυνάμει του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου, εάν ο Υπουργός Εσωτερικών πιστοποιή ότι αι δαπάναι εγένοντο διά την συμπλήρωσιν των έργων συντηρήσεως της τοιαύτης οικοδομής."
Δεν έχει αμφισβητηθεί ότι η κατοικία έχει κηρυχθεί ως διατηρητέα και ότι τα έξοδα συντήρησης ανήλθαν σε £54.000. Η αμφισβήτηση περιορίστηκε στο ότι εφόσον το άρθρο 19(1) του Περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου δεν αναφέρει οτιδήποτε για περιπτώσεις που οι ιδιοκτήτες μιας διατηρητέας κατοικίας είναι περισσότεροι του ενός, ο εφεσείων έπρεπε να είχε πιστωθεί με το συνολικό ποσό των £54.000 και όχι με £27.000.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι το άρθρο 19(1) περιορίζει ρητά την έκπτωση εξόδων για τη συντήρηση διατηρητέας οικοδομής από το φορολογητέο εισόδημα στον "ιδιοκτήτη" της οικοδομής. Ο Έφορος δεν είχε διακριτική ευχέρεια δράσης και η αρμοδιότητα του να επιβάλει το φόρο ήταν δέσμια, αφού οι διατάξεις για φορολογικές εξαιρέσεις πρέπει να ερμηνεύονται αυστηρά.
Η πρωτόδικη απόφαση ότι η λέξη "ιδιοκτήτης" θα πρέπει να ερμηνευθεί αυστηρά μας βρίσκει σύμφωνους. Είναι ορθό ότι τα έξοδα της συντήρησης καταβλήθηκαν από τον αιτητή, ότι η συνιδιοκτήτρια είναι κάτοικος εξωτερικού χωρίς να έχει φορολογικές υποχρεώσεις στην Κύπρο, ότι το Διάταγμα Διατήρησης είχε εκδοθεί στο όνομα του εφεσείοντος και ότι η συνιδιοκτήτρια έχει υπογράψει γενικό πληρεξούσιο διαχείρισης της κινητής και ακίνητης περιουσίας της από τον αιτητή. Όμως η ερμηνεία της λέξης "ιδιοκτήτης" όπως αυτή αναφέρεται στις σχετικές νομοθετικές πρόνοιες, δεν επιτρέπει παρέκκλιση από τη στενή ερμηνευτική της έννοια σε βαθμό που να συμπεριλάβει όλο το ποσό που δαπανήθηκε από τον εφεσείοντα. Η απόφαση των εφεσιβλήτων να επιτρέψουν στον εφεσείοντα μόνο τις δαπάνες σε σχέση με την έκταση της ιδιοκτησίας του, δηλαδή κατά ½ μερίδιο ήταν ορθή.
(ii) Ο τρόπος υπολογισμού της απαλλαγής για τη διατηρητέα οικοδομή είναι λανθασμένος
Ο εφεσείων ισχυρίζεται ότι οι δαπάνες θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη μετά την εξεύρεση του φορολογητέου εισοδήματος του εφεσείοντος, δηλαδή μετά τον καθορισμό του εισοδήματος αφού προηγουμένως αφαιρεθούν οι διάφορες απαλλαγές και προσωπικές πιστώσεις ή/και εκπτώσεις που δικαιούται.
Η πιο πάνω εισήγηση δεν είναι ορθή. Και τούτο γιατί οι δαπάνες αφαιρούνται από το ολικό εισόδημα πριν τον καθορισμό του φορολογητέου εισοδήματος. Οι προσωπικές εκπτώσεις που δικαιούται ένας φορολογούμενος δεν θεωρούνται ως δαπάνες αλλά ως πιστώσεις φόρου που αφαιρούνται τελικά από το ποσό του φόρου που θα κληθεί να καταβάλει, όπως π.χ. η αφαίρεση από το πληρωτέο ποσό φόρου ενός φορολογουμένου του ποσού των £100 για κάθε παιδί κάτω των 16 χρόνων που δεν θεωρείται ως δαπάνη αλλά ως πίστωση φόρου. Η θέση αυτή ενισχύεται και από τις πρόνοιες του άρθρου 34(1) του Νόμου που προνοεί για την παροχή προσωπικών πιστώσεων έναντι του καταβλητέου φόρου οιουδήποτε φυσικού προσώπου, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του Τρίτου Παραρτήματος του Νόμου.
(iii) Η κατανομή του ποσού των £27.000 για τα χρόνια 1990, 1991 και 1992 ήταν λανθασμένη
Ο εφεσείων ισχυρίζεται ότι οι δαπάνες που έχει υποστεί για τη διατήρηση της οικοδομής θα έπρεπε να ληφθούν υπόψη χωρίς χρονικό περιορισμό και ότι η κατανομή τους (£7.000 για το 1990, £14.800 για το 1991 και £5.200 για το 1992) ήταν αυθαίρετη και εκτός των νομοθετικών πλαισίων του Νόμου 68(1)/92. Είναι η θέση του εφεσείοντος ότι το ποσό της απαλλαγής δεν έπρεπε να περιοριστεί μόνο στα χρόνια που έγιναν οι δαπάνες αλλά να μεταφερθεί και στα μετέπειτα χρόνια.
Η εισήγηση ότι οι ζημιές που είχε υποστεί ο εφεσείων δεν είχαν μεταφερθεί στα επόμενα χρόνια δεν ευσταθεί αφού όπως προκύπτει από την ειδοποίηση επιβολής φορολογίας για το 1992, υπήρξε μεταφορά ζημιάς από προηγούμενα χρόνια, που λήφθηκε υπόψη στον καθορισμό του καθαρού εισοδήματος για το 1992. Η πιο πάνω μεταφορά έγινε σύμφωνα με τις οδηγίες σχετικής εγκυκλίου του Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων ημερ. 19/7/93 που ορίζει ότι οποιοδήποτε ποσό ζημιάς που δεν απορροφάται από άλλα εισοδήματα του ιδιοκτήτη θα μεταφέρεται και θα συμψηφίζεται με μελλοντικά εισοδήματα χωρίς χρονικό περιορισμό.
Η έφεση απορρίπτεται με £500 έξοδα σε βάρος του εφεσείοντος.
Η�έφεση απορρίπτεται με έξοδα.