ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2001) 3 ΑΑΔ 65

5 Φεβρουαρίου, 2001

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΜΙΧΑΛΑΚΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,

Εφεσείων-Αιτητής,

ν.

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ

1. ΓΕΝΙΚΟY ΛΟΓΙΣΤH,

2. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜIAΣ.

Εφεσιβλήτων-Καθ΄ων η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2647)

 

Αστυνομική Δύναμη ― Συνταξιοδοτικά ωφελήματα ― Νόμιμα δεν υπολογίστηκε το χρονικό διάστημα στο οποίο ο εφεσείων βρισκόταν εκτός υπηρεσίας, λόγω απόλυσής του με αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου ― Η ανάκληση της απόφασης το έτος 1993 δεν μετέβαλε τα δικαιώματά του, εφόσον ρητά αναφερόταν πως η ανάκληση δεν είχε αναδρομική ισχύ.

Ο περί Συντάξεων Νόμος του 1997 (Ν. 97(Ι)/97) ― Άρθρο 7Δ ― Κρίθηκε συνταγματικό στη Γνωμάτευση της Ολομέλειας Πρόεδρος της Δημοκρατίας v. Βουλής των Αντιπροσώπων (Αρ. 3) (1994) 3 Α.Α.Δ. 93 ― Ανάγεται στη νομοθετική εξουσία, η ρύθμιση των συνεπειών από την απουσία κρατικών λειτουργών από την υπηρεσία.

Ο εφεσείων προσέβαλε τόσο πρωτόδικα, όσο και κατ' έφεση, τη νομιμότητα της απόφασης, με την οποία δεν υπολογίστηκε ως συντάξιμη περίοδος, το διάστημα που βρισκόταν εκτός υπηρεσίας λόγω απόλυσής του, που είχε επέλθει με αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

1.  Ο εφεσείων επιδιώκει να κερδίσει συνταξιοδοτικά ωφελήματα με το να υπολογιστεί ως συντάξιμη και η χρονική περίοδος που βρισκόταν εκτός υπηρεσίας. Συγκεκριμένα, η περίοδος μεταξύ της ημερομηνίας που ελήφθη η απόφαση τερματισμού της υπηρεσίας του και της ανάκλησης της. Και εμμέσως, πλην όμως σαφώς, για να επιτύχει ο στόχος τούτος επαναφέρεται ουσιαστικά προς αναθεώρηση η απόφαση τερματισμού της υπηρεσίας του, που κρίθηκε δικαστικά νόμιμη από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Christodoulides and Others v. The Republic (1984) 3(B) C.L.R. 1297. Τα θέματα που εγείρονται στην παρούσα προσφυγή έχουν συζητηθεί και επιλυθεί στην απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Χριστόδουλος Αργυρού και Άλλοι ν. Δημοκρατίας, (2000) 3 Α.Α.Δ. 228.

     Η έφεση είναι απορριπτέα για τους λόγους που παραθέτει ο πρωτόδικος δικαστής, και με τους οποίους το Δικαστήριο συμφωνεί.  Στην ανακλητική απόφαση του τερματισμού των υπηρεσιών όλων των κρατικών υπαλλήλων, στους οποίους περιλαμβάνεται και ο εφεσείων, που έγινε από το Υπουργικό Συμβούλιο στις 22.4.93, αναφέρεται ρητά στο σχετικό πρακτικό πως αυτή θα ίσχυε από «σήμερα», την ημερομηνία δηλαδή λήψης της. Επομένως, το ίδιο το Υπουργικό Συμβούλιο, όταν έπαιρνε την πιο πάνω απόφαση, καθόριζε πως ο χρόνος που οι ενδιαφερόμενοι ήσαν εκτός υπηρεσίας δεν θα προσμετρούσε ως συντάξιμη περίοδος.

2.  Το Άρθρο 7(Δ) του περί Συντάξεων (Τροποποιητικού) Νόμου (αρ.2) του 1994 προβλέπει πως η χρονική περίοδος κατά την οποία το πρόσωπο διετέλεσε εκτός υπηρεσίας, δε θα λογίζεται για σκοπούς σύνταξης ή καθορισμού της διάρκειας προϋπηρεσίας ή αρχαιότητας ή για σκοπούς καταβολής οποιουδήποτε άλλου ωφελήματος ή αποζημίωσης. (Στο Άρθρο 14(η) του Ν.97(Ι)/97 αναπαράγεται η πιο πάνω διάταξη).

Ο πιο πάνω Νόμος κρίθηκε εν αρμονία με το Σύνταγμα, καθώς ορθά επισημαίνεται στην υπό έφεση απόφαση, στη Γνωμάτευση της Ολομέλειας, Πρόεδρος της Δημοκρατίας ν. Βουλής των Αντιπροσώπων (Αρ.3) (1994) 3 Α.Α.Δ. 93. Δεν έχει δίκαιο ο δικηγόρος του εφεσείοντα όταν διατείνεται πως η πιο πάνω Γνωμάτευση περιορίζεται στα στοιχεία αντισυνταγματικότητας όπως είχαν προβληθεί ενώπιον του Δικαστηρίου, και δεν καταπιάνεται με τους λόγους αντισυνταγματικότητας που εγείρονται στην παρούσα υπόθεση. Αντικείμενο της Γνωμάτευσης ήταν ουσιαστικά οι διατάξεις του άρθρου 7(Δ).  Και το Ανώτατο Δικαστήριο ρητά αναφέρει στη Γνωμάτευση, πως ο Νόμος δεν αντιβαίνει οποιαδήποτε διάταξη του Συντάγματος και πως η ρύθμιση των συνεπειών  από την απουσία κρατικών λειτουργών από την υπηρεσία, συνιστά θέμα το οποίο εκ της φύσεώς του ανάγεται στη Νομοθετική Εξουσία.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Παπαγεωργίου κ.ά. v. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1254,

Christodoylides a.o. v. Republic (1984) 3(B) C.L.R. 1297,

Αργυρού κ.ά. v. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 228,

Πρόεδρος της Δημοκρατίας v. Βουλής των Αντιπροσώπων (Αρ. 3) (1994) 3 Α.Α.Δ. 93.

Έφεση.

Έφεση από τον αιτητή εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Νικήτας, Δ.) (Αρ. Προσφυγής 456/96), ημερομηνίας 28/4/98 με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή του εναντίον του μη υπολογισμού από τους καθ' ων η αίτηση της χρονικής περιόδου κατά την οποία αυτός βρισκόταν εκτός υπηρεσίας ως συντάξιμης για σκοπούς συνταξιοδοτικών ωφελημάτων.

Μ. Τριανταφυλλίδης με Ν. Κλεάνθους, για τον Εφεσείοντα.

Ε. Ρωσσίδου-Παπακυριακού, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τους Εφεσίβλητους.

Cur. adv. vult.

ΠΙΚΗΣ, Π.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Χρ. Αρτεμίδης.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων-αιτητής απολύθηκε από την Αστυνομική Δύναμη με δύο σχετικές αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου ημερ. 30.7.73 και 31.1.80 αντίστοιχα. Διαπιστώνεται από το διοικητικό φάκελο, στον οποίο επισυνάπτεται το πρακτικό των πιο πάνω αποφάσεων, πως η απόλυση του εφεσείοντα έγινε μαζί με 61 άλλους κρατικούς λειτουργούς, χάριν του δημόσιου συμφέροντος. Η απόφαση, που αφορούσε και τους 62 απολυθέντες, ανακλήθηκε από το Υπουργικό Συμβούλιο στις 22.4.93. Το πρακτικό της ανακλητικής απόφασης δεν περιλήφθηκε στο διοικητικό φάκελο της παρούσας υπόθεσης μολονότι, κατά τη γνώμη μας, έχει καίρια σημασία στο αποτέλεσμα της. Θα αναφερθούμε στο σχετικό ζήτημα αργότερα. Μετά την ανακλητική απόφαση ο εφεσείων επανήλθε στις τάξεις της Αστυνομίας, από όπου και αφυπηρέτησε στις 3.4.96.

Στην ετήσια σύνταξη και εφάπαξ ποσό που του χορηγήθηκαν δεν υπολογίστηκε ως συντάξιμη η περίοδος από 1.8.73 μέχρι 15.7.74 και 1.2.80 μέχρι 8.12.93. Ο εφεσείων πρόσβαλε με προσφυγή την απόφαση αυτή, επιδιώκοντας την αναθεώρηση της ώστε να υπολογισθεί στα συνταξιοδοτικά του ωφελήματα ως συντάξιμη και η πιο πάνω περίοδος. Η προσφυγή απορρίφθηκε από συνάδελφο μας, ο οποίος ασχολήθηκε στην απόφαση του με όλα τα νομικά ζητήματα που προτάθηκαν ενώπιον του. Τα ίδια εγείρονται και εδώ για αναθεώρηση.

Οι εισηγήσεις του δικηγόρου του εφεσείοντα συνοψίζονται στους λόγους έφεσης και αναπτύσσονται στο περίγραμμα αγόρευσης του. Διατείνεται πως:

(α) οι υπηρεσίες του εφεσείοντα τερματίστηκαν παράνομα, κατ' επίκληση των διατάξεων του περί Συντάξεων Νόμου, Κεφ.311 (άρθρα 6(στ) και 7). Η παρανομία αυτή, σύμφωνα με την εισήγηση, επιβεβαιώθηκε αργότερα στην απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Νεόφυτος Παπαγεωργίου κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1254.

(β) Λαθεμένα ο πρωτόδικος δικαστής έκρινε πως το άρθρο 7(Δ) του περί Συντάξεων Τροποποιητικού Νόμου, αρ. 17(1)/94, παρείχε νομικό έρεισμα στη λήψη της επίδικης απόφασης, γιατί η απόλυση του εφεσείοντα δεν έγινε σύμφωνα με τις διατάξεις του πιο πάνω άρθρου, αλλά στη βάση των άρθρων 6(στ) και 7 του Κεφ.311.

Διαζευκτικά με το (β),

(γ) Το άρθρο 7(Δ) είναι αντισυνταγματικό γιατί προσκρούει στις διατάξεις του άρθρου 28 του Συντάγματος, επειδή δημιουργεί άνιση μεταχείριση και δυσμενή διάκριση εις βάρος του εφεσείοντα. Επιπλέον, απολήγει με έμμεσο τρόπο σε τιμωρία του για τα πολιτικά φρονήματα και πολιτική του συμπεριφορά.

Τα επιχειρήματα που προβλήθηκαν στην έφεση που συζητούμε έχουν ουσιαστικά ένα στόχο. Ο εφεσείων επιδιώκει να κερδίσει συνταξιοδοτικά ωφελήματα με το να υπολογιστεί ως συντάξιμη και η χρονική περίοδος που βρισκόταν εκτός υπηρεσίας. Συγκεκριμένα, η περίοδος μεταξύ της ημερομηνίας που ελήφθη η απόφαση τερματισμού της υπηρεσίας του και της ανάκλησης της. Και εμμέσως, πλην όμως σαφώς, για να επιτύχει ο στόχος τούτος επαναφέρεται ουσιαστικά προς αναθεώρηση η απόφαση τερματισμού της υπηρεσίας του, που κρίθηκε δικαστικά νόμιμη από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Christodoulides and others v. The Republic (1984)  3(B) C.L.R. 1297. Τα θέματα που εγείρονται στην παρούσα προσφυγή έχουν συζητηθεί και επιλυθεί στην απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Χριστόδουλος Αργυρού και άλλοι ν. Δημοκρατίας (2000) 3 Α.Α.Δ. 228.

Η έφεση είναι απορριπτέα για τους λόγους που παραθέτει ο πρωτόδικος δικαστής, και με τους οποίους συμφωνούμε απόλυτα. Θα αναφερθούμε σ' αυτούς παρακάτω. Επιθυμούμε όμως πρώτα να θίξουμε το νομικό σημείο, στο οποίο κάναμε αναφορά στην αρχή της απόφασης μας, το οποίο και τερματίζει την έφεση με την απόρριψη της. Το σημείο τούτο δεν θίγηκε στην πρωτόδικη διαδικασία, μήτε και διαπιστώνεται από τα στοιχεία του διοικητικού φακέλου στην παρούσα υπόθεση, προκύπτει όμως καθαρά από τις προηγούμενες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Θέσαμε το στοιχείο τούτο, που αφορά πραγματικό γεγονός, στο δικηγόρο του εφεσείοντα και τη δικηγόρο της Δημοκρατίας, οι οποίοι και συμφώνησαν ως προς την ορθότητα του. Είναι το εξής: στην ανακλητική απόφαση του τερματισμού των υπηρεσιών όλων των κρατικών υπαλλήλων, στους οποίους περιλαμβάνεται και ο εφεσείων, που έγινε από το Υπουργικό Συμβούλιο στις 22.4.93, αναφέρεται ρητά στο σχετικό πρακτικό πως αυτή θα ίσχυε από «σήμερα», την ημερομηνία δηλαδή λήψης της. Επομένως, το ίδιο το Υπουργικό Συμβούλιο, όταν έπαιρνε την πιο πάνω απόφαση, καθόριζε πως ο χρόνος που οι ενδιαφερόμενοι ήσαν εκτός υπηρεσίας δεν θα προσμετρούσε ως συντάξιμη περίοδος. Μολονότι το θέμα λήγει κανονικά εδώ, με την απόρριψη της έφεσης, θα ασχοληθούμε με τις εισηγήσεις που προβλήθηκαν από το δικηγόρο του εφεσείοντα, και την απόφαση του συναδέλφου μας.

Το άρθρο 7(Δ) του περί Συντάξεων (Τροποποιητικού) Νόμου (αρ.2) του 1994 προβλέπει τα εξής:

«7Δ. Ανεξάρτητα από το τι διαλαμβάνεται στο βασικό νόμο ή σε οποιοδήποτε άλλο νόμο, σε περίπτωση επαναπρόσληψης στην κρατική υπηρεσία οποιουδήποτε προσώπου το οποίο απολύθηκε  δυνάμει των διατάξεων του περί Αναστολής της Διαδικασίας της Προνοουμένης υπό των περί Ωρισμένων Πειθαρχικών Παραπτωμάτων (Διεξαγωγή Ερεύνης και Εκδίκασις) Νόμων του 1977 έως 1988 Νόμου, η χρονική περίοδος κατά την οποία το πρόσωπο αυτό διατελούσε εκτός υπηρεσίας δε θα λογίζεται για σκοπούς σύνταξης ή καθορισμού της διάρκειας προϋπηρεσίας ή αρχαιότητας ή για σκοπούς καταβολής οποιουδήποτε άλλου ωφελήματος ή αποζημίωσης.»

(Στο άρθρο 14(η) του Ν.97(1)/97 αναπαράγεται η πιο πάνω διάταξη).

Ο πιο πάνω Νόμος κρίθηκε εν αρμονία με το Σύνταγμα, καθώς ορθά επισημαίνεται στην υπό έφεση απόφαση, στη Γνωμάτευση της Ολομέλειας Πρόεδρος της Δημοκρατίας ν. Βουλής των Αντιπροσώπων (Αρ.3) (1994) 3 Α.Α.Δ. 93. Δεν έχει δίκαιο ο δικηγόρος του εφεσείοντα όταν διατείνεται πως η πιο πάνω Γνωμάτευση περιορίζεται στα στοιχεία αντισυνταγματικότητας όπως είχαν προβληθεί ενώπιον του Δικαστηρίου, και δεν καταπιάνεται με τους λόγους αντισυνταγματικότητας που εγείρονται στην παρούσα υπόθεση. Αντικείμενο της Γνωμάτευσης ήταν ουσιαστικά οι διατάξεις του άρθρου 7(Δ). Και το Ανώτατο Δικαστήριο ρητά αναφέρει στη Γνωμάτευση πως ο Νόμος δεν αντιβαίνει οποιαδήποτε διάταξη του Συντάγματος και πως η ρύθμιση των συνεπειών  από την απουσία κρατικών λειτουργών από την υπηρεσία συνιστά θέμα το οποίο εκ της φύσεώς του ανάγεται στη Νομοθετική Εξουσία.

Τέλος, ορθή είναι και η παρατήρηση του αδελφού δικαστή, με την οποία υιοθέτησε εισήγηση του δικηγόρου της Δημοκρατίας, που επαναλήφθηκε εδώ, πως στην πραγματικότητα με την προσφυγή του ο εφεσείων επεδίωκε να επαναφέρει προς εξέταση τη νομιμότητα της απόλυσης του με τις αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου 30.7.73 και 31.1.80. Η άποψη αυτή δεν στηρίζεται σε συμπέρασμα γνώμης. Ο ίδιος ο δικηγόρος του εφεσείοντα λέει τα εξής, στον πρώτο λόγο έφεσης.

«Ο Πρωτόδικος Δικαστής εσφαλμένα δεν αποφάνθηκε ότι ο κανονισμός 15(3), των περί Συντάξεων Κανονισμών, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι εμποδίζει να ληφθούν υπόψη στον υπολογισμό της συντάξιμης υπηρεσίας του Εφεσείοντα δύο περίοδοι, από 1.6.73 έως 15.7.74 και από 1.2.80 έως 8.12.93, καθόσον ο κανονισμός αυτός δεν εφαρμόζεται σε περιπτώσεις όπου ο ενδιαφερόμενος κρατείται παράνομα μακράν της Υπηρεσίας του, όπως συνέβηκε με τον Εφεσείοντα, του οποίου και στις δύο περιπτώσεις οι υπηρεσίες του τερματίστηκαν παράνομα βάσει διάταξης στην περί Συντάξεων Νομοθεσία, όπως τούτο προέκυψε αργότερα από την Απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Υπόθεση Παπαγεωργίου (1990) 3 Α.Α.Δ. 1254).

(οι υπογραμμίσεις δικές μας)

Για την εισήγηση που γίνεται στο πιο πάνω απόσπασμα, περί της δήθεν αλλαγής της νομολογίας, παραπέμπουμε στην πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στην υπόθεση Αργυρού, που αναφέρεται πιο πάνω, όπου ασχολήθηκε το δικαστήριο ειδικά με το ζήτημα αυτό, απορρίπτοντας την εισήγηση. 

Είναι, λοιπόν, η κατάληξη μας πως η προσβαλλόμενη απόφαση είναι ορθή και νόμιμη γιατί στηρίζεται στην ίδια την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου που καθορίζει την ανάκληση ως ισχύουσα από την ημέρα που λήφθηκε, δηλαδή για το μέλλον και όχι αναδρομικά.  Η επίδικη απόφαση στηρίζεται όμως και στις πρόνοιες του Νόμου, που ενθέτουμε πιο πάνω.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο