ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2001) 3 ΑΑΔ 1037
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 2641
ΕΝΩΠΙΟΝ
: ΠΙΚΗ, Π., ΝΙΚΗΤΑ, ΑΡΤΕΜΙΔΗ, ΑΡΤΕΜΗ,ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ,
ΗΛΙΑΔΗ, ΚΡΑΜΒΗ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ,
ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗ, Δ/στών
Μεταξύ
:-Δημοκρατίας της Κύπρου, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας,
Εφεσειόντων
- ν -
Κατερίνας Κοντογιώργη, από Αμμόχωστο,
Εφεσίβλητης
------------------------
16 Νοεμβρίου, 2001
Για τους Εφεσείοντες: Α. Μαρκίδης, Γενικός Εισαγγελέας
της Δημοκρατίας, με Τ. Πολυχρονίδου (κα), Ανώτερη
Δικηγόρο της Δημοκρατίας.
Για την Εφεσίβλητη: Α. Κωνσταντίνου.
Για τα Ενδιαφερόμενα Πρόσωπα 1 και 2: Γ. Σεραφείμ, εκ μέρους
Τ. Παπαδόπουλου.
Για το Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο 3: Ν. Χρυσομηλά (κα), εκ μέρους
Α. Σκορδή.
------------------------
ΠΙΚΗΣ, Π
.: Με την απόφασή μου, που ακολουθεί, είναι σύμφωνοι και οι Δικαστές Νικήτας, Αρτέμης, Κωνσταντινίδης και Χατζηχαμπής.------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΙΚΗΣ, Π
.:1.
Γεγονότα:Με αποφάσεις της Ε.Δ.Υ., πληρώθηκαν τρεις θέσεις Χημικού, 2ης Τάξης, στο Γενικό Χημείο, (θέσεις πρώτου διορισμού), με το διορισμό των τριών ενδιαφερομένων προσώπων από 2 Μαρτίου, 1993. Οι αποφάσεις προσβλήθηκαν από δύο ανθυποψηφίους τους - (την εφεσίβλητη και τρίτο πρόσωπο) - με ξεχωριστές προσφυγές, που συνεκδικάστηκαν - (Προσφυγές Αρ. 496/93 και 497/93).
Το Ανώτατο Δικαστήριο ακύρωσε τις επίδικες διοικητικές αποφάσεις, με το δικαιολογητικό ότι, τόσο η Συμβουλευτική Επιτροπή όσο και η ΕΔΥ παρέλειψαν να αιτιολογήσουν την κρίση τους αναφορικά με την απόδοση των υποψηφίων κατά τις προφορικές εξετάσεις, που έγιναν ενώπιόν τους, αντίστοιχα.
Το ΄Αρθρο 33(14) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, (Ν. 1/90), (ο
«Νόμος»), ορίζει ότι η κρίση, τόσο της Συμβουλευτικής Επιτροπής (Σ.Ε.) όσο και της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (Ε.Δ.Υ.) για την απόδοση των υποψηφίων κατά την προφορική εξέταση στην οποία υποβάλλονται, πρέπει να αιτιολογείται. Η υποβολή των υποψηφίων σε προφορική εξέταση από αμφότερα τα Σώματα προβλέπεται από τις διατάξεις των εδαφίων (4) και (10) του ιδίου ΄Αρθρου του Νόμου, αντίστοιχα.Μετά την ακυρωτική απόφαση, η πλήρωση των τριών θέσεων επανεξετάστηκε. Στο πλαίσιο της διαδικασίας που ακολούθησε, οι υποψήφιοι κλήθηκαν εκ νέου σε προφορική εξέταση, τόσο ενώπιον της Σ.Ε. όσο και ενώπιον της Ε.Δ.Υ., τα αποτελέσματα της οποίας επενέργησαν:-
(α) Στη διαμόρφωση της σύστασης της Σ.Ε.. και
(β) Στην απόφαση της Ε.Δ.Υ.
Σημειωτέον ότι, μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης εξέτασης, επήλθε, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, αλλαγή στη σύνθεση τόσο της Σ.Ε. όσο και της Ε.Δ.Υ.
Η εκ νέου κλήση των υποψηφίων σε προφορική εξέταση αποφασίστηκε μετά από γνωμάτευση της Νομικής Υπηρεσίας και παρά την προβληθείσα αντίθεση του δικηγόρου της εφεσίβλητης στο παραδεκτό τέτοιου μέτρου. Μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης προφορικής εξέτασης των υποψηφίων μεσολάβησε χρονικό διάστημα τεσσάρων ετών.
Η Ε.Δ.Υ. επαναδιόρισε τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα, προσδίδοντας αναδρομική ισχύ στο διορισμό τους από 2 Μαρτίου, 1993.
Η εφεσίβλητη προσέβαλε για δεύτερη φορά την απόφαση της Ε.Δ.Υ., (Προσφυγή Αρ. 375/97), για σειρά λόγων, περιλαμβανομένου και του λόγου ακυρώσεως 15, βάσει του οποίου αμφισβητήθηκε το νομικά παραδεκτό υποβολής των υποψηφίων σε προφορική εξέταση, τόσο ενώπιον της Σ.Ε. όσο και ενώπιον της Ε.Δ.Υ.
Λόγω της σημασίας που ενείχε η αποδοχή του λόγου 15 στην εγκυρότητα της επίδικης διοικητικής απόφασης και του αμιγώς νομικού χαρακτήρα του τεθέντος θέματος, το Δικαστήριο έκρινε ορθό, με τη σύμφωνη γνώμη των μερών, να απομονώσει το λόγο 15 και να τον εξετάσει πριν τη θεώρηση οποιουδήποτε άλλου λόγου ακύρωσης.
Καθοδηγούμενο, κατ' εξοχήν, από τις αρχές που υιοθετούνται στις αποφάσεις της Ολομέλειας Paschalis v. Republic (1988) 3 C.L.R. 1897 και Δρουσιώτης ν. Δήμου Λατσιών (1992) 3 Α.Α.Δ. 437, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι η διενέργεια προφορικής εξέτασης από εκάτερο των δύο Σωμάτων ήταν νομικά ανεπίτρεπτη, διότι συνιστούσε νέο στοιχείο, ανύπαρκτο κατά την πρώτη εξέταση του θέματος. Διέκρινε (το Δικαστήριο) τις αποφάσεις της Ολομέλειας στη Λύωνα ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή Αρ. 683/88, 14/6/90 και στη Δημοκρατία ν. Πιτσιλλίδη και άλλων, Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 1086, 13/12/90, (απόφαση πλειοψηφίας), υποδεικνύοντας ότι ο λόγος τους περιορίζεται στην αξιολόγηση στοιχείων, τα οποία υφίσταντο κατά τον κρίσιμο χρόνο της πρώτης πλήρωσης των θέσεων. Στη Λύωνα ν. Δημοκρατίας αποφασίστηκε και στη Δημοκρατία ν. Πιτσιλλίδη και άλλων επαναλήφθηκε ότι, όπου ακυρώνεται απόφαση της Ε.Δ.Υ., λόγω του ανυπόστατου της σύστασης του προϊσταμένου (προβλεπόταν από το ΄Αρθρο 44(3) του Ν. 33/67), είναι παραδεκτή, κατά την επανεξέταση, η υποβολή σύστασης από νέο προϊστάμενο, νοουμένου ότι αυτή βασίζεται αποκλειστικά στα στοιχεία των υποψηφίων κατά τον κρίσιμο χρόνο της πρώτης πλήρωσης των θέσεων.
Υπό το φως των διαπιστώσεών του ως προς το απαράδεκτο της διενέργειας νέων εξετάσεων (προφορικών), το πρωτόδικο Δικαστήριο ακύρωσε την επίδικη διοικητική πράξη.
Εναντίον της απόφασης ασκήθηκε έφεση από το Γενικό Εισαγγελέα.
2. Η έφεση:
Ο Γενικός Εισαγγελέας εισηγήθηκε ότι η υποβολή των υποψηφίων σε νέα προφορική εξέταση από αμφότερα τα Σώματα ήταν παραδεκτή, Η ενόψει των διατάξεων των εδαφίων (4) και (10) του ΄Αρθρου 33 του Νόμου, τα οποία στοιχειοθετούν την προφορική εξέταση ως απαραίτητο στοιχείο για την κρίση των υποψηφίων. Διέκρινε την προηγούμενη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, (ιδιαίτερα τις αποφάσεις στην
Paschalis v. Republic και στη Δρουσιώτης ν. Δήμου Λατσιών, (ανωτέρω)), ως άρρηκτα συνυφασμένη με το προϋπάρχον νομικό καθεστώς διορισμών στο δημόσιο, που καθόριζε ο περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμος του 1967, (Ν. 33/67).Προς ενίσχυση της θέσης του, μας παρέπεμψε και στις διατάξεις του ΄Αρθρου 29(4) του Ν. 1/90, που προβλέπει ότι:-
«(4) Πρόταση της αρμόδιας αρχής για πλήρωση μιας θέσης δεν μπορεί να αποσυρθεί.»
Προδήλως, η πρόνοια αυτή δεν άπτεται των παραδεκτών δεδομένων για την άσκηση των εξουσιών της Ε.Δ.Υ., ούτε αποκλείει την επαναπροκήρυξη των θέσεων, εφόσον το αρμόδιο σώμα κρίνει ότι τα παραδεκτά προς άσκηση των εξουσιών του στοιχεία δεν επιτρέπουν τη μορφοποίηση γνώμης, για τη διαπίστωση των ιδιοτήτων και ικανοτήτων των υποψηφίων προς διορισμό.
Ο κ. Κωνσταντίνου, εκ μέρους της εφεσίβλητης, υποστήριξε ότι η προηγούμενη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου ορίζει, όσο και δια-σαφηνίζει, ότι η επανεξέταση διενεργείται κάτω από το νομικό και πραγματικό καθεστώς το οποίο υφίστατο κατά τον κρίσιμο χρόνο της αξιολόγησης των υποψηφίων, δηλαδή κατά το χρόνο της πρώτης πλήρωσης της θέσης.
Η θέση του Δικαστηρίου στο επίμαχο ζήτημα στην
Paschalis v. Republic, συνοψίζεται στο ακόλουθο απόσπασμα, στο οποίο μας παρέπεμψε ο κ. Κωνσταντίνου:- (σελ. 1909 - απόφαση Ολομέλειας, δόθηκε από Λοϊζου, Π.)"In the circumstances, the respondent Commission rightly reexamined the matter as it did by disregarding the impressions created by the candidates at the interviews which took place before it under a different composition. Nor do we consider that new interviews could be made before the respondent Commission under its new constitution as such course would necessarily defeat the principle that any re-examination of a decision which was annulled by the Court must be made under the legal and factual background that existed at the time of such annulled decision."
Η άλλη απόφαση, την οποία επικαλέστηκε με έμφαση ο κ. Κωνσταντίνου, είναι εκείνη της Δρουσιώτης ν. Δήμου Λατσιών, - (απόφαση Ολομέλειας, δόθηκε από Στυλιανίδη, Δ., ως ήταν τότε). Η έφεση στρεφόταν κατά της επικύρωσης της απόφασης του Δήμου Λατσιών για την πλήρωση της θέσης του Γραμματέα του Δήμου, μετά από επανεξέταση. Το θέμα, που είχε να εξετάσει το Δικαστήριο, προσδιορίζεται επακριβώς στο προοίμιο της απόφασης:- (σελ. 439-440)
«Το ζήτημα που εγείρεται είναι αν, στη διαδικασία επανεξέτασης θέματος πλήρωσης θέσης μετά από ανάκληση απόφασης διορισμού, το διορίζον όργανο μπορεί να προβεί σε νέες συνεντεύξεις των υποψηφίων και να βασιστεί σ' αυτές για την αξιολόγησή τους και τη λήψη νέας απόφασης διορισμού.»
Σε άλλο σημείο της ίδιας απόφασης, η Ολομέλεια υπογράμμισε ότι διορισμοί, οι οποίοι διενεργούνται κατά την επανεξέταση, έχουν, εξ ορισμού, αναδρομική ισχύ και αρχίζουν «... από το χρόνο της πράξης που ακυρώθηκε ή ανακλήθηκε.», (σελ. 445), ως στοιχείο αποκαλυπτικό των δεδομένων που μπορούν να ληφθούν υπόψη κατά την επανεξέταση.
Στη Δρουσιώτη ν. Δήμου Λατσιών, η Ολομέλεια, καθοδηγούμενη από μακρύ κατάλογο προηγούμενων αποφάσεων
*, διαπίστωσε, χωρίς ταλάντευση, ότι:- (σελ. 445)«Η επανεξέταση περιορίζεται στα γεγονότα που υπήρχαν κατά το χρόνο της έκδοσης της αρχικής απόφασης, ανεξάρτητα εάν λήφθηκαν υπόψη ή όχι στη λήψη της - ...»
Η αρχή, την οποία αποτυπώνει το απόσπασμα που παραθέσαμε, αντανακλά την απαρασάλευτη θέση της κυπριακής νομολογίας.
Διερευνάται, επισημαίνει το Δικαστήριο στη Δρουσιώτης ν. Δήμου Λατσιών, κατά πόσο τα στοιχεία, στα οποία βασίστηκε το διορίζον Σώμα κατά την επανεξέταση, «..., αποτελούσαν μέρος του πραγματικού καθεστώτος που ίσχυε κατά το χρόνο της λήψης της πρώτης απόφασης, ή ήταν νέα στοιχεία.»
, (σελ. 446). Η υποβολή των υποψηφίων σε συνέντευξη, κατά την επανεξέταση, κρίθηκε απαράδεκτη. Το γιατί, εξηγείται στο απόσπασμα που ακολουθεί:- (σελ. 446)«Η συνέντευξη και η αξιολόγηση των υποψηφίων σ' αυτή, είναι ευρήματα γεγονότων ύστερα από υποκειμενική εκτίμηση της απόδοσής τους από το συλλογικό όργανο, στην παρούσα περίπτωση από το Δημοτικό Συμβούλιο. Το στοιχείο αυτό δεν υπήρχε κατά το χρόνο της αρχικής απόφασης.»
Τέλος, κρίθηκε, στη Δρουσιώτης ν. Δήμου Λατσιών
, ότι η υποβολή των υποψηφίων σε προφορική εξέταση συνιστούσε νέο στοιχείο, ανύπαρκτο κατά την πρώτη εξέταση, και για το λόγο αυτό απαράδεκτο στοιχείο κρίσεως των υποψηφίων.Διευκρινίζεται στην ίδια απόφαση ότι:- (σελ. 447)
«Η δέουσα έρευνα, όμως, πρέπει να γίνεται μέσα στα πλαίσια των νόμων, περιλαμβανομένων και των Κανόνων του Διοικητικού Δικαίου.»
Ο κ. Κωνσταντίνου υπέβαλε ότι ο λόγος των προαναφερθεισών αποφάσεων παραμένει ισχυρός. Κανένας βάσιμος λόγος, υποστήριξε, δεν έχει προβληθεί, που θα μπορούσε να δικαιολογήσει απομάκρυνση από τις προηγούμενες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου επί του θέματος, ή την ανατροπή τους.
Ως προς τις αρχές, που διέπουν παρέκκλιση από δικαστικό προηγούμενο, μας παρέπεμψε στη Δημοκρατία ν. Γιάλλουρου κ.ά. (1995) 3 Α.Α.Δ. 363 και Μαυρογένης ν. Βουλής κ.ά. (Αρ. 3) (1996) 1 Α.Α.Δ. 315, στις οποίες, όντως, αντιμετωπίζονται τα περιθώρια αποδέσμευσης από προηγούμενες αποφάσεις.
Ο κ. Μαρκίδης διευκρίνισε ότι δεν επιζητεί την ανατροπή της προηγούμενης νομολογίας επί του θέματος αλλά τη διάκριση των αρχών της, με σημείο αναφοράς τη μεταβολή του νομοθετικού καθεστώτος που επέφερε ο Ν. 1/90, σχετικά με τα στοιχεία που πρέπει να συνυπάρχουν για την πλήρωση θέσεων στο δημόσιο. Πιθανολόγησε το ενδεχόμενο η διάκριση αυτή να ανευρίσκει έρεισμα, έστω αμυδρό, στην απόφαση της Ολομέλειας στην Τζιακούρη-Σιακαλλή ν. Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 376/97, 31/3/99
. θέση που δεν ευσταθεί.Η εισήγηση του Γενικού Εισαγγελέα, περί της συνάρτησης των αρχών που υιοθετεί η νομολογία στο υπό εξέταση ζήτημα με το προϋφιστάμενο νομοθετικό καθεστώς ως προς την πλήρωση θέσεων στο δημόσιο, δεν ευσταθεί. Ομοιόμορφα και απαρέγκλιτα η νομολογία ορίζει ότι η διενέργεια νέων συνεντεύξεων συνιστά νέο στοιχείο κρίσεως και, ως εκ τούτου, απαράδεκτο κατά την επανεξέταση. Και όπου προβλεπόταν από τον προηγούμενο νόμο η σύσταση του Προϊσταμένου ως απαραίτητο στοιχείο για τη διενέργεια προαγωγής, αυτή μπορούσε να βασιστεί μόνο στα στοιχεία που υπήρχαν κατά το χρόνο της πρώτης εξέτασης - (βλ. Λύωνα ν. Δημοκρατίας και Δημοκρατία ν. Πιτσιλλίδη και άλλων
, (ανωτέρω)).Στη
Republic v. Safirides (1985) 3 C.L.R. 163, κρίθηκε ότι ακύρωση διοικητικής απόφασης εμφέρει καθήκον επανεξέτασης του υπό αναφορά θέματος, η άσκηση του οποίου περιορίζεται στα στοιχεία που υπήρχαν ενώπιον του διορίσαντος Σώματος κατά τον ουσιώδη χρόνο - (βλ., επίσης, Mytides v. Republic (1988) 3 C.L.R. 737). Παραδεκτή είναι, κατά την επανεξέταση, η πλήρωση κενών ως προς τα στοιχεία τα οποία υπήρχαν κατά τον κρίσιμο χρόνο και δεν τέθηκαν υπόψη του διορίζοντος Σώματος. Αυτό, άλλωστε, αποτελεί καθήκον, το οποίο επιβάλλει η υποχρέωση διεξαγωγής δέουσας έρευνας.Συμπερασματικά, η νομολογία:-
(α) Αποκλείει, κατά την επανεξέταση, τη συμπερίληψη στα στοιχεία κρίσεως προς λήψη απόφασης γεγονότων, τα οποία, εξ αντικειμένου, δεν υφίσταντο κατά τον κρίσιμο χρόνο.
(β) Καθορίζει ότι η υποβολή των υποψηφίων σε συνέντευξη, και πολύ περισσότερο σε προφορική εξέταση, κατά την επανεξέταση, αποτελεί νέο στοιχείο και, ως εκ τούτου, απαράδεκτο.
Ανεξάρτητα από την αρχή αυτή, μπορεί εύλογα να λεχθεί ότι και το γνωσιολογικό βάθρο, ιδιότητες και ικανότητες των υποψηφίων, μεταβάλλονται, συν τω χρόνω, ώστε να καθίσταται και, εξ αντικειμένου, αδύνατος ο συσχετισμός του προκύπτοντος νέου στοιχείου με τα δεδομένα του κρίσιμου χρόνου. «Τα πάντα ρει
*.»Αυτή τούτη η αρχή της αναδρομικότητας, στην οποία θεμελιώνεται η επανεξέταση ακυρωθεισών διοικητικών αποφάσεων, αποκλείει την εισαγωγή νέων στοιχείων, κάτω από οποιοδήποτε περίβλημα.
Για τους λόγους που έχουμε εκθέσει, θα απορρίπταμε την έφεση.
FONT>Γ.Μ. Πικής, Π.
Σ. Νικήτας, Δ.
Π. Αρτέμης, Δ.
Γ. Κωνσταντινίδης, Δ.
Δ. Χατζηχαμπής, Δ.
/ΜΠ