ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2001) 3 ΑΑΔ 480
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 2733
ΕΝΩΠΙΟΝ
: ΠΙΚΗ, Π., ΑΡΤΕΜΙΔΗ, ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ,ΗΛΙΑΔΗ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, Δ/στών
Μεταξύ
:Θεμιστοκλή Χρίστου, από Λευκωσία,
Εφεσείοντος-Αιτητή
- και -
Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω
Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας,
Εφεσιβλήτων-Καθ' ων η Αίτηση
------------------------
7 Μαΐου, 2001
Για τον Εφεσείοντα: Α.Σ. Αγγελίδης.
Για τους Εφεσίβλητους: Ευγ. Καρακάννα, (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας,
εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα.
Για το Ενδιαφερόμενο Πρόσωπο: Ουδεμία εμφάνιση.
------------------------
Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ.Μ. Πικής, Π.
------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΙΚΗΣ, Π.: Το πρωτόδικο Δικαστήριο επικύρωσε την απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας («Ε.Δ.Υ»), με την οποία προήγαγε το Χασάπη Κώστα, το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, στη θέση Λειτουργού Αεροπορικών Κινήσεων στο Τμήμα Πολιτικής Αεροπορίας.
Σύγκριση των υπηρεσιακών στοιχείων του ενδιαφερομένου προσώπου και του εφεσείοντος παρείχε, εξ αντικειμένου, στον πρώτο υπέρτερες διεκδικήσεις για προαγωγή. Είχε καλύτερο δείκτη υπηρεσιακής αξίας, όπως αυτός διαγράφεται από τις αντίστοιχες εμπιστευτικές/υπηρεσιακές εκθέσεις των ανθυποψηφίων, και προηγείτο σε αρχαιότητα (κατά τέσσερις μήνες). Ο εφεσείων είχε οριακή υπεροχή σε προσόντα, εκείνη την υπεροχή που παρέχει η κατοχή προσόντος μη προβλεπόμενου από το σχέδιο υπηρεσίας ως πλεονεκτήματος.
Υπό το φως των εκατέρωθεν στοιχείων, η επιλογή του ενδιαφερομένου προσώπου ήταν προφανής. Επιλογή, την οποία καθιστούσε, όπως μπορεί να λεχθεί, αναπόφευκτη η σύσταση του Διευθυντή, σημαίνον ανεξάρτητο στοιχείο κρίσεως που άπτεται της αξίας των υποψηφίων
. τόσο σημαντικό, ώστε να απαιτείται ειδική αιτιολόγηση απόκλισης της Ε.Δ.Υ. από τη γενόμενη σύσταση - (βλ. Makrides v. Republic (1983) 3 C.L.R. 622. Καψοσιδέρης ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 170. Ιωαννίδης ν. Ε.Δ.Υ., Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 1532, 2/7/97. Χατζηγεωργίου ν. Δημοκρατίας. Αναθεωρητική ΄Εφεση Αρ. 2271, 29/1/99).Ο εφεσείων πρόβαλε, χωρίς επιτυχία, ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου και επανέλαβε ενώπιόν μας ότι η σύσταση υπήρξε πλημμελής, επειδή στη διαμόρφωσή της ο Διευθυντής αναφέρεται σε ιδιότητες που δεν περιλαμβάνονται στα υπηρεσιακά στοιχεία κρίσεως, όπως αυτά καθορίζονται στις υπηρεσιακές εκθέσεις, ήτοι: «ωριμότητα»
, «ψηλό αίσθημα ευθύνης» και «έφεση για ανάπτυξη».΄Οχι μόνο οι ιδιότητες, στις οποίες αναφέρθηκε ο Διευθυντής, δε συνιστούν εξωγενείς παράγοντες, αλλά αντίθετα είναι άρρηκτα συνυφασμένες με την εκπλήρωση του έργου του δημοσίου υπαλλήλου, παρέχοντας τη δυνατότητα πρόγνωσης των δυνατοτήτων του να ανταποκριθεί στα καθήκοντα της ανώτερης θέσης, την οποία διεκδικεί. Κατ' ουσίαν, πρόκειται περί ιδιοτήτων, οι οποίες άπτονται της αξίας του υποψηφίου και, όντως, προσμετρούν στη διαμόρφωση της σύστασης του διευθυντή. Η σύσταση του διευθυντή δεν αποτελεί τυποποιημένο στοιχείο, το οποίο πρέπει να ανταποκρίνεται σε άκαμπτες παραμέτρους. Πρόκειται για στοιχείο, το οποίο μεταφέρει την κρίση του προϊσταμένου για τους υποψηφίους και τους λόγους για τους οποίους συστήνεται ο συγκεκριμένος υποψήφιος. Οι λόγοι, οι οποίοι δίνονται στην προκείμενη περίπτωση, είναι άκρως σχετικοί με το αντικείμενο της σύστασης.
Η αιτιολόγηση της σύστασης περιλαμβάνει κάθε δεδομένο, που τείνει να την υποστηρίξει. Συναρτάται με την αποτίμηση της υπηρεσίας του υπό προαγωγή υποψηφίου και με τη διαφαινόμενη προοπτική αυτός να ανταποκριθεί με επιτυχία στα καθήκοντα της ανώτερης θέσης.
΄Αλλος λόγος, ο οποίος προβλήθηκε προς ακύρωση της επίδικης διοικητικής απόφασης, αφορά, κατ' ισχυρισμό, παράλειψη της Ε.Δ.Υ. να αποδώσει τη δέουσα βαρύτητα σε καταδίκη του ενδιαφερομένου προσώπου για σοβαρό πειθαρχικό παράπτωμα. Η εισήγηση έγινε, παρά το γεγονός ότι η καταδίκη σημειώθηκε το 1981, ενώ η επίδικη διοικητική απόφαση λήφθηκε το 1996.
Ο ίδιος ο νόμος, όπως διαπιστώνει το πρωτόδικο Δικαστήριο, δεν καθιστά την πειθαρχική καταδίκη εμπόδιο στην προαγωγή δημοσίου υπαλλήλου, εκτός αν αυτός τιμωρήθηκε στη διάρκεια της προηγούμενης διετίας - (βλ. ΄Αρθρο 35(2)(γ) του Ν. 1/90
).Στην προκείμενη περίπτωση, παρήλθαν περισσότερο από 15 έτη, αφότου τιμωρήθηκε το ενδιαφερόμενο πρόσωπο. Ειρήσθω ότι στο ενδιάμεσο, μετά την παρέλευση των δύο ετών από την καταδίκη του, στις 15 Φεβρουαρίου, 1983, έτυχε προαγωγής στη θέση που κατείχε πριν τη λήψη της επίδικης διοικητικής απόφασης.
Τέλος, αμφισβητείται ότι η γενόμενη επιλογή της Ε.Δ.Υ. ήταν, υπό το φως του συνόλου των δεδομένων, η πρέπουσα. Σ' αυτό έχουμε δώσει ήδη απάντηση. Η απόφαση ήταν όχι μόνο εύλογα επιτρεπτή, όπως μπορεί ένας να υποθέσει, αλλά και αναπόφευκτη.
Καταλήγουμε ότι η έφεση είναι παντελώς ανεδαφική.
Ανεδαφικός είναι και ο τελευταίος λόγος έφεσης, αναφορικά με την επιδίκαση εξόδων - (βλ., μεταξύ άλλων, Στυλιανίδου ν. Ε.Δ.Υ. Α.Ε. 2692, 27/2/01
).Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα, τα οποία καθορίζονται σε £450,00.
ΠΙ ΚΗΣ, Π.
ΑΡ ΤΕΜΙΔΗΣ, Δ.
ΝΙ ΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.
ΗΛ ΙΑΔΗΣ, Δ.
ΓΑ ΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.
/ΜΠ