ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2000) 3 ΑΑΔ 145

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 2434

 

ΕΝΩΠΙΟΝ: Σ. ΝΙΚΗΤΑ, Γ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ, ΦΡ. ΝΙΚΟΛΑΙΔΗ,

Μ. ΚΡΟΝΙΔΗ, Ρ.ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗ, Δ.Δ.

 

Δρ. Παναγιώτης Σταυρινίδης

Εφεσείων

- ν. -

Κυπριακής Δημοκρατίας, μέσω

Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας

Εφεσιβλήτων

_______

20 Μαρτίου, 2000

Για τον εφεσείοντα : κ. Α. Σ. Αγγελίδης.

Για τους εφεσίβλητους : κ. Δ. Καλλίγερος, Δικηγόρος της Δημοκρατίας,

για Γεν. Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.

_______

ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Tην απόφαση του Δικαστηρίου θα απαγγείλει ο

Φρ. Νικολαΐδης, Δ.

_______

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

ΝΙΚΟΛΑΙΔΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων προσέβαλε την απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (στο εξής "η Επιτροπή"), με την οποία προήχθη στη θέση Ανώτερου Οδοντιατρικού Λειτουργού, το ενδιαφερόμενο μέρος. ΄Ενας από τους λόγους που προβλήθηκαν ήταν το τρωτό της σύστασης του Διευθυντή. Το πρωτόδικο δικαστήριο κατέληξε ότι η σύσταση δεν έπασχε σε κανένα σημείο και απέρριψε την προσφυγή.

Ο εφεσείων ισχυρίζεται ότι η πρωτόδικη απόφαση ήταν λανθασμένη, γιατί αφού ήταν ίσος σε αξία με το ενδιαφερόμενο μέρος, υπερείχε δε έκδηλα σε προσόντα που έχουν άμεση σχέση με τα καθήκοντα της θέσης, ο Διευθυντής θα έπρεπε να συστήσει τον ίδιο. Προβάλλει περαιτέρω τον ισχυρισμό ότι η σύσταση του Διευθυντή δεν είναι αιτιολογημένη και συγκρούεται με το περιεχόμενο των φακέλων. Επίσης ότι μετέτρεψε το εξωγενές κριτήριο των καθηκόντων που ανατέθηκαν στο ενδιαφερόμενο μέρος σε κριτήριο με υπερβολική σημασία. Τέλος τονίζεται ότι η επάρκεια των υποψηφίων στην άσκηση των καθηκόντων τους κρίνεται με βάση τις υπηρεσιακές εκθέσεις και όχι τη φύση ή το είδος της εργασίας που εκτελούν.

Η σύσταση του Διευθυντή όπως καταγράφηκε στα πρακτικά της συνεδρίας της Επιτροπής ημερ. 31.10.1994 έχει ως ακολούθως:

" Ο προαχθησόμενος θα ασκεί καθήκοντα προϊστάμενου των Οδοντιατρικών Υπηρεσιών σε μια επαρχία. ΄Εχοντας υπόψη τη φύση των καθηκόντων και ευθυνών της θέσης, την προσωπική γνώση που έχω για τους οκτώ υποψηφίους, καθώς και την αξία, τα προσόντα και την αρχαιότητα τους, πιστεύω ότι η πιο κατάλληλη για να καταλάβει τη θέση είναι η Λοϊζίδου Αικατερίνη, την οποία και συστήνω ανεπιφύλακτα.

Η υπάλληλος αυτή είναι σε καλύτερη θέση να εκτελέσει τα καθήκοντα της θέσης από οποιοδήποτε από τους άλλους υποψηφίους. Εκτός του ότι διαθέτει εξαίρετες οργανωτικές, διοικητικές και εποπτικές ικανότητες, είναι σε θέση, λόγω της προσωπικότητας και του χαρακτήρα της, να διευθύνει το κατώτερο προσωπικό της με τέτοιο τρόπο ώστε να εργάζεται και να συνεργάζεται αρμονικότατα και να προσφέρει όσο μπορεί.

Εργάζεται σκληρά και η αναβλητικότητα είναι άγνωστη λέξη γι΄αυτήν. Το κοινό είναι πολύ ευχαριστημένο μαζί της. ΄Εχει επιδείξει πολύ ζήλο και στον τομέα πρόληψη-διαφώτιση, πράγμα που συνάδει με τα προγράμματα της Παγκύπριας Οργάνωσης Υγείας. ΄Ελαβε μέρος στην Παγκύπρια Επιδημιολογική ΄Ερευνα σχετικά με την τερηδόνα-ουλίτιδα, που έγινε σε συνεργασία και με εμπειρογνώμονα της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας. Στην έρευνα αυτή, θέλω να τονίσω, πήρε μέρος και η υποψήφια Ιωάννου Μαρία.

Εξάλλου, όπως προκύπτει και από τις Εμπιστευτικές/Υπηρεσιακές Εκθέσεις των υποψηφίων για τα τελευταία κυρίως έτη, στα οποία δίδεται ιδιαίτερη βαρύτητα, χωρίς βέβαια να παραγνωρίζω τις προηγούμενες Εκθέσεις, η υποψήφια που συστήνω υπερέχει στο κριτήριο αξία έστω και ελαφρά. Αυτή προηγείται επίσης στην αρχαιότητα όλων των υποψηφίων στη θέση του Οδοντιατρικού Λειτουργού, 1ης Τάξης, εκτός του υποψήφιου Κυριακίδη Απόστολου. Ο Κυριακίδης προηγείται της Λοϊζίδου σε αρχαιότητα. Η κατά ένα μήνα όμως υπεροχή του στην αρχαιότητα είναι πολύ οριακή και ανάγεται στο 1977 και εν πάση περιπτώσει αυτός, συγκρινόμενος με την υποψήφια που συστήνω, υστερεί τόσο σε αξία όσο και στις ικανότητες που ανέφερα πιο πάνω".

 

Σύμφωνα με το άρθρο 35(4) του περί Δημόσιας Υπηρεσίας Νόμου του 1990, Ν. 1/90, κατά την πλήρωση θέσεων προαγωγής οι συστάσεις του Προϊστάμενου του Τμήματος πρέπει να είναι αιτιολογημένες.

Στην παρούσα υπόθεση η σύσταση του Διευθυντή δεν είναι σύμφωνη με την εικόνα που παρουσιάζεται στις εμπιστευτικές εκθέσεις και συνεπώς δεν έπρεπε να ληφθεί υπ΄ όψιν (Δημοκρατία ν. Στυλιανού κ.α., Α.Ε.1028 κ.α., ημερ. 10.7.1990).

Ο Διευθυντής στην προσπάθειά του να αιτιολογήσει γιατί θεωρεί το ενδιαφερόμενο μέρος καταλληλότερο για τη θέση, αναφέρει διάφορες ιδιότητές της, οι οποίες κατά τη γνώμη του την καθιστούν καταλληλότερη.

Και είναι με αυτή την έννοια που η σύσταση του Διευθυντή δεν συνάδει με το περιεχόμενο των φακέλων. Οι εμπιστευτικές εκθέσεις για τον εφεσείοντα και το ενδιαφερόμενο μέρος για τα έτη 1991, 1992 και 1993, είναι, θα έλεγα, σχεδόν ταυτόσημες. Ο μεν εφεσείων κρίνεται ως εξαίρετος σε όλες τις επι μέρους κατηγορίες, πλην της κατηγορίας στις σχέσεις του με τους προϊστάμενούς του, ενώ το ενδιαφερόμενο μέρος κρίθηκε εξαίρετη σε όλες τις κατηγορίες, με εξαίρεση στην πρωτοβουλία. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι για το 1992 και το 1991 η αιτιολόγηση "εξαίρετος" τόσο του εφεσείοντα όσο και του ενδιαφερόμενου μέρους κρίθηκε από την Επιτροπή ως μη ικανοποιητική και η βαθμολογία τους μεταβλήθηκε σε "πολύ ικανοποιητική".

΄Ολες οι ιδιότητες που αποδόθηκαν στο ενδιαφερόμενο μέρος ως χαρίσματα που δικαιολογούν την επιλογή της σε σύγκριση πάντα με τον εφεσείοντα, περιέχονται στις διάφορες κατηγορίες των εμπιστευτικών εκθέσεων. Η επιστημονική κατάρτιση, η απόδοση, το ενδιαφέρον, η υπευθυνότητα, η πρωτοβουλία, οι σχέσεις με τους προϊσταμένους και το κοινό και η διευθυντική ικανότητα βαθμολογούνται στις εκθέσεις. Από τις εκθέσεις δεν προκύπτει ο,τιδήποτε που να δικαιολογεί την προτίμηση του Διευθυντή προς το ενδιαφερόμενο μέρος. Ούτε η σύσταση περιέχει οποιοδήποτε σχόλιο που να αιτιολογεί την προτίμηση προς το ενδιαφερόμενο μέρος.

Στις παρατηρήσεις του Μέρους III της εμπιστευτικής έκθεσής του για το 1991 ο εφεσείων χαρακτηρίζεται ως εξαιρετικά ενημερωμένος στα θέματα της εργασίας του. Αναφέρεται ότι τον διακρίνει η αποτελεσματικότητα στην εργασία του, είναι αξιόπιστος, ακριβής και με μεγάλη αποδοτικότητα, ανεξάντλητη προθυμία και τάση για προσφορά εργασίας. Επίσης ότι επιδεικνύει μεγάλο ενδιαφέρον και ζήλο στην εκτέλεση της εργασίας του. Ο εφεσείων, σύμφωνα πάντα με την ίδια εμπιστευτική έκθεση, επιδιώκει και αναλαμβάνει πάντα τις ευθύνες του, χωρίς επιφυλάξεις και ανεξάρτητα από τη σοβαρότητα των καθηκόντων του, έχει ιδιαίτερη δημιουργική φαντασία και ικανότητα στην υποβολή εισηγήσεων για αντιμετώπιση ενδεχομένων προβλημάτων, ενώ τον χαρακτηρίζει ανεπιφύλακτη προθυμία εξυπηρέτησης του κοινού και μεγάλη υπομονή, άψογη ευγένεια και διακριτικότητα. Τέλος κρίνεται ως εξαιρετικά ικανός στην οργάνωση, προγραμματισμό, εποπτεία και έλεγχο οποιωνδήποτε προγραμμάτων ή νέων ρυθμίσεων στον τομέα του.

Εύκολα επισημαίνονται οι εντυπωσιακές ομοιότητες των πιο πάνω παρατηρήσεων με τις ιδιότητες που σύμφωνα με τη σύσταση ξεχώριζαν το ενδιαφερόμενο μέρος. ΄Ολα τα στοιχεία που ο Διευθυντής επισημαίνει για να δείξει ότι το ενδιαφερόμενο μέρος υπερέχει, υπάρχουν και στις εμπιστευτικές εκθέσεις για τον εφεσείοντα και μάλιστα στον υπερθετικό βαθμό.

΄Ενα τελευταίο σχόλιο. Γίνεται αναφορά στη συμμετοχή της σε παγκύπρια επιδημιολογική έρευνα για την τερηδόνα, αλλά από την άλλη, δεν αναφέρονται καν τα μεταπτυχιακά προσόντα του εφεσείοντα. Αν μάλιστα, η αναφορά στη συμμετοχή του ενδιαφερόμενου μέρους στην έρευνα για την τερηδόνα και τη διαφώτιση παραπέμπει στα καθήκοντα που της ανατέθηκαν, η σύσταση είναι, και γι΄ αυτό το λόγο, τρωτή. Είναι νομολογημένο ότι, με κάποιες εξαιρέσεις, η φύση των καθηκόντων που ανατίθενται σε υπάλληλο δεν αποτελούν νόμιμο κριτήριο για την προτίμηση υπαλλήλου έναντι συναδέλφου του.

΄Οπως τονίστηκε και στην υπόθεση Κούλη ν. Δημοκρατίας, Α.Ε.2384, ημερ. 22.12.1999 μέτρο κρίσης της αξίας των υποψήφιων είναι η επάρκεια και αποτελεσματικότητα με την οποία ασκούν τα καθήκοντά τους, όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στις ετήσιες υπηρεσιακές τους εκθέσεις και όχι η φύση ή το είδος της εργασίας που εκτελούν κατ΄ εντολή των ανωτέρων τους (βλέπε Χαραλαμπίδης ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 414).

Εν όψει των ανωτέρω καταλήγουμε ότι η σύσταση του Διευθυντή είναι τρωτή, συμπαρασύρει δε την απόφαση της Επιτροπής σε ακυρότητα. Η έφεση επιτυγχάνει. Τόσο η πρωτόδικη απόφαση, όσο και η προσβαλλόμενη πράξη ακυρώνονται, με έξοδα εναντίον των καθ΄ ων η αίτηση, τόσο για την πρωτόδικη διαδικασία, όσο και κατ΄ έφεση.

 

 

Δ.

Δ.

Δ.

Δ.

Δ.

 

 

 

 

/ΜΔ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο