ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(1999) 3 ΑΑΔ 728

11 Νοεμβρίου, 1999

[ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΑΜΥΝΗΣ,

2. ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

    ΚΡΙΣΕΩΝ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΩΝ,

Εφεσείοντες-Αιτητές,

v.

ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΧΑΤΖΗΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,

Εφεσιβλήτου-Καθ' ου η αίτηση.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2380)

 

Στρατός της Δημοκρατίας — Αξιωματικοί — Προαγωγές — Κρίση κατ' αρχαιότητα — Προαγωγή στην θέση Ταξιάρχου — Οι κρίσεις αξιωματικών είναι αυτοτελείς — Ο παραμένων στον ίδιο βαθμό στερείται εννόμου συμφέροντος προσβολής προαγωγής κατ' αρχαιότητα.

Στρατός της Δημοκρατίας — Αξιωματικοί — Προαγωγές — Τελική απόφαση, η κυρωτική της απόφασης του Ανωτάτου Συμβουλίου Κρίσεως Αξιωματικών απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου — Γνωστοποιείται υποχρεωτικά στον ενδιαφερόμενο — Προσφυγή κατά της επιστολής γνωστοποίησης αποτελεί προσφυγή κατά της τελικής απόφασης.

Στρατός της Δημοκρατίας — Αξιωματικοί — Προαγωγές — Απόφαση παραμονής στον ίδιο βαθμό — Λήφθηκε υπόψη η προ τεσσάρων ετών ελαφριά πειθαρχική ποινή για πειθαρχικό παράπτωμα — Ανεπαρκώς αιτιολογημένη η απόφαση, εφόσον έλειπε από την απόφαση επαρκής αιτιολογία για την βαρύτητα επί του πειθαρχικού παραπτώματος.

Ο εφεσίβλητος είχε κριθεί από το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεως Αξιωματικών, ως παραμένων στον ίδιο βαθμό. Στην κρίση αυτή λήφθηκε υπόψη πειθαρχικό παράπτωμα για το οποίο είχε καταδικαστεί τέσσερα χρόνια προηγουμένως.

Ο εφεσίβλητος είχε προσβάλει με την προσφυγή του, την επιστολή-γνωστοποίηση της απόφασης. Τέθηκε προδικαστική ένσταση ότι η απόφαση του Συμβουλίου δεν ήταν εκτελεστή απόφαση και ότι μόνη εκτελεστή είναι η κυρωτική απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου.

Το Ανώτατο Δικαστήριο απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:

1.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι η τελευταία ένσταση ευσταθούσε καθόσο η κρίση αξιωματικών είναι αυτοτελής και δεν γίνεται κατόπιν σύγκρισης με άλλους υποψηφίους. Κατέληξε το Δικαστήριο ότι ο εφεσίβλητος εστερείτο εννόμου συμφέροντος να στραφεί κατά των προαγωγών των ενδιαφερομένων μερών που κρίθηκαν προακτέοι κατ' αρχαιότητα, αφού ο ίδιος είχε κριθεί ως παραμένων στον ίδιο βαθμό. Το μέρος αυτό της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου, παρόλο ότι το ζήτημα αποτελεί στοιχείο που εξετάζεται από το Δικαστήριο αυτεπάγγελτα, εντούτοις στην παρούσα περίπτωση δεν θα εξεταστεί γιατί εγέρθηκε, συζητήθηκε και κρίθηκε πρωτόδικα και δεν έχει εγερθεί με αντέφεση από τον εφεσίβλητο στην ενώπιον της Ολομέλειας διαδικασία.

2.  Δυνάμει της ισχύουσας νομοθεσίας, η τελική απόφαση της σύνθετης διοικητικής ενέργειας για την κρίση Συνταγματάρχη, δηλαδή η κυρωτική απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, γνωστοποιείται υποχρεωτικά στον ενδιαφερόμενο με σχετική διαταγή του Αρχηγού της Εθνικής Φρουράς (Καν. 43(1) της Κ.Δ.Π. 90/90). Τέτοια ήταν η γνωστοποίηση που εστάλη στον εφεσίβλητο, εναντίον της οποίας και προσέφυγε.

     Έτσι, αφού η προβλεπόμενη από τον πιο πάνω Κανονισμό γνωστοποίηση αποστέλλεται υποχρεωτικά μετά την έκδοση της κυρωτικής απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου, η γνωστοποίηση αυτή εμπεριέχει οπωσδήποτε την κυρωτική απόφαση. Κατά συνέπεια ο εφεσίβλητος με το να προσβάλει την «απόφαση των καθ' ων η αίτηση, το περιεχόμενο της οποίας γνωστοποιήθηκε . με επιστολή ημερομηνίας 27.12.1994», προσέβαλλε την τελειωμένη εκτελεστή διοικητική πράξη που εμπεριείχε και την κρίση του Συμβουλίου.

3.  Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε ότι ο εφεσίβλητος, με βάση τις βαθμολογίες στην Έκθεση Ικανότητας στον κατεχόμενο βαθμό, θα έπρεπε να είχε κριθεί με καλύτερη διαβάθμιση και έκρινε κυρίως ότι αποδόθηκε στο πειθαρχικό παράπτωμα δυσανάλογη βαρύτητα, αφού ο εφεσίβλητος τιμωρήθηκε με την ελαφρότερη των ποινών και μάλιστα 4 χρόνια πριν από την επίδικη κρίση και αφού επίσης δεν επηρεάστηκε από τη φύση του αδικήματος η βαθμολογία του στα σχετικά στοιχεία αλλά παρέμεινε και πάλιν σε ψηλά επίπεδα. Η αιτιολογία ως εκ τούτου έπασχε κατάδηλα. Στην Κούρτης και Άλλοι ν. Δημοκρατίας, (1999) 3 Α.Α.Δ. 407, επισημάνθηκε με αναφορά στον Κανονισμό 29(3) ότι οι πειθαρχικές ποινές αποτελούν νόμιμα στοιχεία κρίσης εκτός αν παρέλθουν 10  χρόνια από την επιβολή τους και δεν μπορούν να αφαιρεθούν από την εικόνα λόγω άλλων κρίσεων στο παρελθόν. Στην παρούσα όμως περίπτωση, κάτω από τις περιστάσεις που επισημαίνει το πρωτόδικο Δικαστήριο, θεωρείται ότι η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου επί του σημείου ήταν ορθή, γιατί έλειπε από την απόφαση επαρκής αιτιολγία για την βαρύτητα που δόθηκε στο πειθαρχικό παράπτωμα.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

Αναφερόμενες υποθέσεις:

Ζαβρός κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. 349,

Αγγελίδης ν. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 897/92 ημερ. 17.5.96,

Κούρτης και Άλλοι ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 407.

Έφεση.

Έφεση εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (Νικήτας, Δ.) που δόθηκε στις 13 Νοεμβρίου, 1996 (Προσφυγή Αρ. 109/95) με την οποία ακυρώθηκε η κρίση του εφεσίβλητου-αιτητή ως παραμένοντος στον ίδιο βαθμό, ως έκδηλα αναιτιολόγητη.

Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσείοντες.

Αλ. Λυκούργου για Τάσο Παπαδόπουλο, για τον Εφεσίβλητο.

Cur. adv. vult.

ΠΙΚΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Π. Αρτέμης, Δ.

ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Ο εφεσίβλητος είναι αξιωματικός του Στρατού της Δημοκρατίας και από την 1.6.87 κατείχε το βαθμό Συνταγματάρχη.  Με επιστολή ημερομηνίας 27.12.94 του κοινοποιήθηκε η κατά πλειοψηφία κρίση του Ανωτάτου Συμβουλίου Κρίσεων Αξιωματικών (εφεσείων 2) ως παραμένοντος στον ίδιο βαθμό. Οι πίνακες των κριθέντων από το Συμβούλιο Κρίσεων Αξιωματικών υποβλήθηκαν στο Υπουργικό Συμβουλίο πριν την καταχώρηση της προσφυγής και με την υπ' αρ. 41.926 απόφαση του κυρώθηκαν χωρίς καμία μεταβολή.

Με την προσφυγή του ο εφεσίβλητος προσβάλλει α) το περιεχόμενο της επιστολής ημερομηνίας 27.12.94 και β) την απόφαση προαγωγής τριών από τους έξι προαχθέντες στη θέση Ταξιάρχου.

Όπως επισημαίνει το πρωτόδικο Δικαστήριο, στην ουσία προβλήθηκαν τρεις προδικαστικές ενστάσεις. α) Οι εφεσείοντες ισχυρίστηκαν ότι κατά παρέκκλιση των αρχών που αναφέρονται στην Ζαβρός και Άλλοι v. Κυπριακής Δημοκρατίας (1994) 3 Α.Α.Δ. σελ. 349 προσβάλλονται με το ίδιο δικόγραφο δύο αυτοτελείς διοικητικές πράξεις χωρίς συνάφεια. β) Ισχυρίστηκαν ότι η προσβαλλόμενη πράξη, δηλαδή η κρίση των εφεσειόντων 2, δεν είχε εκτελεστό χαρακτήρα αφού για να συμπληρωθεί χρειαζόταν η κύρωση του πίνακος των κριθέντων αξιωματικών από το Υπουργικό Συμβούλιο, σύμφωνα με τους περί Αξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις) Κανονισμούς του 1990 μέχρι 1993, όπως ερμηνεύθηκαν στην Αγγελίδης v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Αρ. 897/92, ημερομηνίας 17.5.96. γ) Υπεβλήθη ότι ο αιτητής δεν είχε έννομο συμφέρον να πλήξει τις προαγωγές, νοουμένου ότι τα ενδιαφερομένα μέρη έτυχαν διαφορετικής, ευμενέστερης κρίσης.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποφάσισε ότι η τελευταία ένσταση ευσταθούσε καθόσο η κρίση αξιωματικών είναι αυτοτελής και δεν γίνεται κατόπιν σύγκρισης με άλλους υποψηφίους. Κατέληξε το Δικαστήριο ότι ο εφεσίβλητος εστερείτο έννομου συμφέροντος να στραφεί κατά των προαγωγών των ενδιαφερομένων μερών που κρίθηκαν προακτέοι κατ' αρχαιότητα, αφού ο ίδιος είχε κριθεί ως παραμένων στον ίδιο βαθμό. Το μέρος αυτό της απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου, παρόλον ότι το ζήτημα αποτελεί στοιχείο που εξετάζεται από το Δικαστήριο αυτεπάγγελτα, εντούτοις στην παρούσα περίπτωση δεν θα εξετασθεί γιατί εγέρθηκε, συζητήθηκε και κρίθηκε πρωτόδικα και δεν έχει εγερθεί με αντέφεση από τον εφεσίβλητο στην ενώπιόν μας διαδικασία.

Θα προχωρήσουμε τώρα να εξετάσουμε τα άλλα δύο θέματα που εγείρονται στην παρούσα έφεση. Το πρωτόδικο Δικαστήριο διαφοροποίησε την υπόθεση Αγγελίδης (πιο πάνω), αναφορικά με την δεύτερη προδικαστική ένσταση, αναφέροντας ότι, όπως και εδώ. προηγήθηκε και εκεί η κύρωση των κρίσεων από το Υπουργικό Συμβούλιο πριν την καταχώρηση της προσφυγής, παρόλον ότι η απόφαση δεν απέδωσε σημασία στο στοιχείο αυτό. Εκεί κρίθηκε ότι η διατύπωση της πρώτης θεραπείας είχε προσβάλει ρητά την απόφαση του Ανωτάτου Συμβουλίου Κρίσεων και ως εκ τούτου δεν μπορούσε να εξάξει το συμπέρασμα ότι συμπροσβλήθηκε και η διοικητική πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου. Έτσι, η προσφυγή απορρίφθηκε για έλλειψη εκτελεστότητας της επίδικης πράξης. Το πρωτόδικο Δικαστήριο δέχθηκε το επιχείρημα του εφεσίβλητου ότι στη δική του περίπτωση η προσφυγή προσέβαλλε την τελειωμένη πράξη και απέρριψε την προδικαστική ένσταση. 

Η πιο πάνω θέση του πρωτόδικου Δικαστηρίου μας βρίσκει σύμφωνους. Οι πίνακες των κριθέντων από το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων Αξιωματικών υποβλήθηκαν στο Υπουργικό Συμβούλιο που με τη αρ. 41.926 απόφαση του, τους κύρωσε χωρίς καμιά μεταβολή (Καν. 42 των περί Αξιωματικών του Στρατού της Δημοκρατίας (Διορισμοί, Ιεραρχία, Προαγωγές και Αφυπηρετήσεις) Κανονισμών του 1990 μέχρι 1993, Κ.Δ.Π. 90/90, 157/91, 25/92, 139/92 και 14/93). Δυνάμει της ισχύουσας νομοθεσίας, η τελική απόφαση της σύνθετης διοικητικής ενέργειας για την κρίση Συνταγματάρχη, δηλαδή η κυρωτική απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, γνωστοποιείται υποχρεωτικά στον ενδιαφερόμενο με σχετική διαταγή του Αρχηγού της Εθνικής Φρουράς (Καν.43(1) της Κ.Δ.Π. 90/90).  Τέτοια ήταν η γνωστοποίηση που εστάλη στον εφεσίβλητο, εναντίον της οποίας και προσέφυγε.

Έτσι, αφού η προβλεπόμενη από τον πιο πάνω Κανονισμό γνωστοποίηση αποστέλλεται υποχρεωτικά μετά την έκδοση της κυρωτικής απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου, η γνωστοποίηση αυτή εμπεριέχει οπωσδήποτε την κυρωτική αυτή απόφαση.

Κατά συνέπεια, ο εφεσίβλητος με το να προσβάλει την "απόφαση των καθ' ων η αίτηση, το περιεχόμενο της οποία γνωστοποιήθηκε . . . με επιστολή ημερομηνίας 27.12.1994" προσέβαλε την τελειωμένη εκτελεστή διοικητική πράξη που εμπεριείχε και την κρίση του Συμβουλίου.

Καταλήγουμε έτσι ότι η πρωτόδικη απόφαση στο σημείο αυτό πρέπει να επικυρωθεί και προχωρούμε να εξετάσουμε κατά πόσο η επίδικη απόφαση ήταν ή όχι αιτιολογημένη.

Η αιτιολογία της απόφασης ήταν η πιο κάτω:

"Παρ' όλο που οι βαθμολογίες σας στα ουσιαστικά προσόντα στις Εκθέσεις Ικανότητας σας στον κατεχόμενο βαθμό, δικαιολογούν κρίση ανώτερης διαβάθμισης, ωστόσο τα τρία Μέλη του Συμβουλίου σας έκριναν παραμένοντα στον ίδιο βαθμό, αφού έλαβαν σοβαρά υπόψη τη φύση και τη σοβαρότητα του πειθαρχικού παραπτώματος με το οποίο βαρύνεσθε και για το οποίο σας επιβλήθηκε το 1990 πειθαρχική ποινή.  Επιπρόσθετα, τα τρία Μέλη του Συμβουλίου έλαβαν σοβαρά υπόψη και τα σχόλια που υπάρχουν στην Έκθεση Ικανότητάς σας για την περίοδο από 04.09.1993 μέχρι 31.12.1993."

Επισημαίνεται ότι το πειθαρχικό παράπτωμα του εφεσίβλητου ήταν ότι "δεν ασχολήθηκε και δεν επενέβη ποτέ όπως είχε υποχρέωση στη μονάδα του, όπου συχνά και συστηματικά στρατιώτες δεν εκτελούσαν τις υπηρεσίες τους και απουσίαζαν αδικαιολόγητα από τις θέσεις τους, πράγμα που φαίνεται καθαρά ότι πρόκειται περί ομαδικής απείθειας." Η πειθαρχική ποινή που του επιβλήθηκε ήταν η ελαφρότερη που μπορεί να επιβληθεί με βάση τις διατάξεις των Πειθαρχικών Κανονισμών της Εθνικής Φρουράς του 1964 όπως τροποποιήθηκαν (βλ. Καν.9(α)), ούτε είναι και μία από τις κυρώσεις που καταχωρούνται στην Ημερήσια Διάταξη Αξιωματικών της Μονάδας και που κοινοποιούνται με οποιοδήποτε τρόπο στον ενδιαφερόμενο. 

Υπήρχε και κάποια άλλη βάση για την κατά πλειοψηφία κρίση του εφεσίβλητου, δηλαδή το γεγονός ότι υπήρχε το ακόλουθο σχόλιο στην Έκθεση Ικανότητας:

"Πρόκειται για Αξιωματικό με άριστο παρουσιαστικό που δεν έχει παρουσιάσει κανένα πρόβλημα υγείας, παρουσιάζει όμως πολλές φορές έλλειψη συνεργασίας κυρίως με ομοιόβαθμούς του."

Εκ μέρους του εφεσίβλητου είχε προβληθεί το επιχείρημα ότι τούτο θα έπρεπε να είχε περιορισμένη σημασία, αφού ο αιτητής βαθμολογήθηκε με 9 και 10 στα στοιχεία που αφορούν τη σχέση του με υφιστάμενους και προϊστάμενους. Οι δικηγόροι των εφεσίβλητων υποστήριξαν ότι η απόφαση ήταν αιτιολογημένη αφού η ποινή επιβλήθηκε από άλλο όργανο και έτσι το Ανώτατο Συμβούλιο Κρίσεων θα μπορούσε να αξιολογήσει διαφορετικά τις επιπτώσεις της ποινής, όπως και τα σχόλια στην Έκθεση Ικανότητας.

Το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν δέχθηκε τη θέση αυτή γιατί, όπως αναφέρει, μία τέτοια γραμμή θα παρείχε την ευχέρεια παραγνώρισης και μεταβολής των αντικειμενικών δεδομένων της κρίσης.  Κατέληξε το πρωτόδικο Δικαστήριο ότι ο εφεσίβλητος, με βάση τις βαθμολογίες στην Έκθεση Ικανότητας στον κατεχόμενο βαθμό, αυτός θα έπρεπε να είχε κριθεί με καλύτερη διαβάθμιση και έκρινε κυρίως  ότι αποδόθηκε στο πειθαρχικό παράπτωμα δυσανάλογη βαρύτητα, αφού ο εφεσίβλητος τιμωρήθηκε με την ελαφρότερη των ποινών και μάλιστα 4 χρόνια πριν από την επίδικη κρίση και αφού επίσης  δεν επηρεάστηκε από τη φύση του αδικήματος η βαθμολογία του στα σχετικά στοιχεία αλλά παρέμεινε και πάλιν σε ψηλά επίπεδα. Η αιτιολογία ως εκ τούτου έπασχε κατάδηλα.

Στην Κούρτης και Άλλοι ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 407, επισημάνθηκε με αναφορά στον Καν.29(3) ότι οι πειθαρχικές ποινές αποτελούν νόμιμα στοιχεία κρίσης εκτός αν παρέλθουν 10 χρόνια από την επιβολή τους και δεν μπορούν να αφαιρεθούν από την εικόνα λόγω άλλων κρίσεων στο παρελθόν.

Στην παρούσα όμως περίπτωση, κάτω από τις περιστάσεις που επισημαίνει το πρωτόδικο Δικαστήριο, θεωρούμε ότι η απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου επί του σημείου ήταν ορθή, γιατί έλειπε από την απόφαση επαρκής αιτιολογία για τη βαρύτητα που δόθηκε στο πειθαρχικό παράπτωμα.

Η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου υποστηρίζεται, όπως το ίδιο επισημαίνει, στην απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας Αρ. 4752/87. Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα σύνοψης της απόφασης, το οποίο επικαλέστηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο:

"Μη νομίμως και ανεπαρκώς αιτιολογημένη η κρίση του εφεσιβλήτου ως παραμένοντος στο βαθμό του ανθυπασπιστού αεροπορίας, καθ' όσον στηρίζεται σε πειθαρχικές ποινές οι οποίες επεβλήθησαν σ' αυτόν σε παρωχημένο χρόνο για παραπτώματα μη χαρακτηριστικά και δεν εμπόδισαν την εξέλιξή του στον κατεχόμενο βαθμό.

. . . . δεδομένου ότι στα προσόντα της πειθαρχικότητας και αισθήματος ευθύνης, των οποίων την έλλειψη διαπιστώνει το συμβούλιο από την επιβολή των ως άνω ποινών, ο εφεσίβλητος βαθμολογείται στις εκθέσεις ικανότητας του κατεχομένου βαθμού με λίαν καλώς (8 και 9) εκτός μιας στην οποία βαθμολογείται με 7."

Κάτω από το φως των πιο πάνω η έφεση απορρίπτεται και η επίδικη απόφαση επικυρώνεται με έξοδα υπέρ του εφεσίβλητου.

Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο