ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1999) 3 ΑΑΔ 640
15 Σεπτεμβρίου, 1999
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ ΠΑΠΟΥΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ,
Εφεσείοντες-Αιτητές,
v.
ΔΗΜΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΚΑΙ/ Η
ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ,
Eφεσιβλήτων-Καθ'ων η αίτηση.
(Aναθεωρητικές Εφέσεις Αρ. 2406 και 2416)
Aναγκαστική Απαλλοτρίωση — Σκοπός δημόσιας ωφέλειας — Άρθρο 3(2) του Ν. 15/62 — Η δημιουργία τόπων ταφής ως σκοπός δημόσιας ωφέλειας — Ο περί Ταφής Νόμος, Κεφ. 247 δεν αναιρεί τη ρύθμιση του Ν. 15/62.
Αναγκαστική Απαλλοτρίωση — Διάταγμα Απαλλοτρίωσης — Προϋποθέσεις κύρους και διαδικασία εκδόσεως — Τίποτε μεμπτό δεν ανιχνεύθηκε στην κριθείσα περίπτωση — Περιστάσεις.
Αναγκαστική Απαλλοτρίωση — Απαλλοτριούσα Αρχή — Ειδικά η περίπτωση όπου η απαλλοτριούσα αρχή είναι Δήμος — Νομοθετική ρύθμιση και περιστάσεις εφαρμογής τους στην κριθείσα περίπτωση.
Αναθεωρητική Δικαιοδοσία — Έξοδα — Οι αρχές που ισχύουν για την αναθεωρητική διαδικασία όπως εξηγήθηκαν στη νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Οι εφεσείοντες προσέφυγαν κατά του διατάγματος απαλλοτρίωσης που εκδόθηκε αναφορικά με την ακίνητη ιδιοκτησία τους. Οι προσφυγές τους απορρίφθηκαν πρωτοδίκως με αποτέλεσμα την καταχώριση των δύο εφέσεων.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας τις εφέσεις, αποφάσισε ότι:
1. Η πρωτόδικη απόφαση είναι ορθή και δεν στοιχειοθετείται οποιοσδήποτε από τους λόγους έφεσης. Στη Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης (Αρ. 1296 - 29.7.94) και στο διάταγμα απαλλοτρίωσης που ακολούθησε (Αρ. 1756 - 25.11.94) προσδιορίζεται ο σκοπός της απαλλοτρίωσης. Τα ακίνητα απαλλοτριώθηκαν "για τη δημιουργία νέου κοιμητηρίου για τις ανάγκες της Ελληνορθόδοξης Κοινότητας Λευκωσίας". Η δημιουργία τόπων ταφής καθορίζεται στο Άρθρο 3(2) του Ν. 15/62 ως σκοπός δημόσιας ωφέλειας.
2. Δεν στοιχειοθετήθηκαν οι κατ' ισχυρισμόν ελλίψεις σε ό,τι αφορά στην έρευνα ή στη μελέτη ή τελικά στην αιτιολόγηση της απόφασης για απαλλοτρίωση. Επίσης δε στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας ενόψει του χειρισμού των ενστάσεων που υποβλήθηκαν. Το Δημοτικό Συμβούλιο τις χαρακτήρισε "οικονομικής φύσης" και αυτό είναι ακριβές.
3. Το θέμα της μη γνωστοποίησης της απόφασης για απόρριψη των ενστάσεων δεν είχε εγερθεί πρωτοδίκως. Εν πάση περιπτώσει, και αν υπήρξε, δε θα στοιχειοθετούσε λόγο ακυρότητας.
4. Το Άρθρο 2(1) του Ν. 15/62 περιλαμβάνει στον όρο "απαλλοτριούσα αρχή" και "δημοτικήν αρχήν". Η δημοτική αρχή είναι αυτονόμως απαλλοτριούσα αρχή και οι διατάξεις αναφορικά με την ανάγκη έγκρισης απαλλοτρίωσης από το Υπουργικό Συμβούλιο αφορούν σε άλλες περιπτώσεις. Το Άρθρο 6 του Νόμου αναφέρεται σε υποχρέωση διαβίβασης ένστασης από την απαλλοτριούσα αρχή στο Υπουργικό Συμβούλιο "εκτός εάν η τοιαύτη αρχή είναι δημοτική αρχή". Η επιφύλαξη στο τότε Άρθρο 6(3) για ανάγκη έγκρισης από το Υπουργικό Συμβούλιο όταν απαλλοτριούσα αρχή είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου ή οργανισμός κοινής ωφέλειας, δεν καλύπτει τη δημοτική αρχή. Γίνεται για τον καθένα από τους όρους ξεχωριστή αναφορά στο Άρθρο 2 του Νόμου και είναι σαφές πως για τη δημοτική αρχή ισχύουν οι ειδικές ρητές διατάξεις που την αφορούν. Στην περίπτωσή της επιβάλλεται άλλος όρος, εκείνος της παροχής προς το Υπουργικό Συμβούλιο προειδοποίησης 15 ημερών, χωρίς την οποία δεν επιτρέπεται η δημοσίευση γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης. Αυτή η προειδοποίησης δόθηκε και ο λόγος έφεσης ως προς αυτό το θέμα, δεν ευσταθεί.
5. Ο περί Ταφής Νόμος, Κεφ. 247, παρέχει στο Υπουργικό Συμβούλιο εξουσία προς έκδοσης διαταγής για την παραχώρηση νεκροταφείου για πόλη, χωριό ή ενορία όταν διαπιστώνεται ανεπάρκεια ή ακαταλληλότητα των υπαρχόντων. Δεν αναιρούν αυτές οι ρυθμίσεις την ανεξάρτητη και αυτόνομη εξουσία δημοτικής αρχής να προβαίνει σε απαλλοτρίωση ακινήτου για τη δημιουργία τόπου ταφής, όπως την παρέχει ο Ν. 15/62. Και το Άρθρο 84(1) του Ν. 111/85 εντάσσει στα καθήκοντα των δημοτικών συμβουλίων και την ίδρυση κοιμητηρίων, εντός ή εκτός των δημοτικών ορίων.
6. Είναι η τελευταία εισήγηση των εφεσειόντων πως εσφαλμένα καταδικάστηκαν με την πρωτόδικη απόφαση στην πληρωμή των εξόδων της διαδικασίας. Όπως εξήγησαν, η διαφορά που προέκυψε ήταν εν πολλοίς "πρωτότυπη" και "οδήγησε στο να υπάρχει τομή δικαίου που θα διαπαιδαγωγήσει τη διοίκηση και τους πολίτες". Δε δικαιολογούνται αυτές οι εκτιμήσεις. Οι αρχές πάνω στο θέμα εξηγήθηκαν από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε σειράν υποθέσεων.
Οι εφέσεις απορρίπτονται με έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Σταυρίδη κ.ά. v. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 303,
Hadjioannou v. Republic (1983) 3 C.L.R. 536,
Κασάπης κ.ά. v. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 43,
Aντωνίου v. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 85,
Χατζηγεωργίου v. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 23,
Κεφάλας & Υιοί Λτδ v. Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (1999) 3 Α.Α.Δ. 425.
Eφέσεις.
Εφέσεις εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου Κύπρου (Χρυσοστομής, Δ.) που δόθηκε στις 22 Ιανουαρίου, 1997 (Προσφυγές Αρ. 133/95 και 129/95) με την οποία απορρίφθηκαν οι προσφυγές των εφεσειόντων εναντίον διαταγμάτων απαλλοτρίωσης που αφορούσαν τεμάχια γης τους στο χωριό Νήσου της Επαρχίας Λευκωσίας.
Γ. Μηχανικός με Χρ. Ματθαίου, για τον Εφεσείοντα στην Α.Ε. 2406.
Α.Σ. Αγγελίδης, για τους Εφεσείοντες στην Α.Ε. 2416.
Ν. Οικονομίδης με Α. Παπασιάντη για Κ. Ινδιάνο, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ. Κωνσταντινίδης.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Οι εφεσείοντες είναι ιδιοκτήτες τεμαχίων γης στην τοποθεσία Μεσοβούνια στο χωριό Νήσου της Επαρχίας Λευκωσίας. Δημοσιεύθηκε ως προς αυτά διάταγμα απαλλοτρίωσης που εκδόθηκε από το Δημοτικό Συμβούλιο Λευκωσίας και με τις δυο προσφυγές που καταχώρισαν αμφισβητήθηκε η νομιμότητά του. Οι εφέσεις που ασκήθηκαν ακούστηκαν μαζί ενόψει της ταυτότητας του αντικειμένου τους. Στρέφονται κατά της πρωτόδικης απόφασης με την οποία απορρίφθηκαν οι προσφυγές.
Οι πρώτοι από τους λόγους έφεσης αφορούν σε κατ' ισχυρισμόν ευθεία παράβαση νομοθετικών διατάξεων που άπτονται της εξ αρχής βάσης του διατάγματος απαλλοτρίωσης, ως εξής:
1. Αφού δεν ήταν η Δημοκρατία η απαλλοτριούσα αρχή αλλά ο Δήμος Λευκωσίας, χρειαζόταν να εξεταστούν οι ενστάσεις που υποβλήθηκαν και να εγκριθεί η απαλλοτρίωση από το Υπουργικό Συμβούλιο, όπως απαιτεί το άρθρο 6 του περι Αναγκαστικής Απαλλοτριώσεως Νόμου του 1962 (Ν. 15/62, όπως τροποποιήθηκε).
Οι καθ' ων η αίτηση υποστήριξαν πρωτοδίκως πως τηρήθηκε ο Νόμος και ήταν η αρχική τους θέση πως εξασφαλίστηκε η αναγκαία έγκριση. Αυτή, όπως ήταν η εισήγησή τους, δόθηκε από τον Υπουργό Εσωτερικών, κατ' εξουσιοδότηση, δυνάμει των Κ.Δ.Π. 249/87 και 28/95. Εσφαλμένα, κατά τους εφεσείοντες, ο πρωτόδικος δικαστής έκρινε πως δεν χρειαζόταν τέτοια έγκριση, χωρίς μάλιστα να εξετάσει το θέμα κάτω από το πρίσμα της θέσης που προώθησαν οι εφεσίβλητοι. Οπότε και θα διαπιστωνόταν ότι η Κ.Δ.Π. 28/95 ήταν μεταγενέστερη του ουσιώδους χρόνου και ανεφάρμοστη στην περίπτωση. Σημειώνουμε πως οι καθ' ων η αίτηση πρόβαλαν και το διαζευκτικό ισχυρισμό πως δεν χρειαζόταν έγκριση από το Υπουργικό Συμβούλιο και η τελική τους θέση ήταν πως η δοθείσα από τον Υπουργό Εσωτερικών ήταν "εκ περισσού".
2. Κατά την πρώτη επιφύλαξη στο άρθρο 4(1) του Νόμου 15/62 όπως αυτό αναριθμήθηκε με το Ν. 92(Ι)/92, "οσάκις απαλλοτριούσα αρχή είναι δημοτική αρχή ....... δεν επιτρέπεται η δημοσίευσις γνωστοποιήσεως απαλλοτριώσεως εκτός εάν υπό της τοιαύτης αρχής δοθή εις το Υπουργικόν Συμβούλιον 15 ημερών προειδοποίησις περί την σκοπουμένην δημοσίευσιν". Οι εφεσείοντες ισχυρίζονται πως δεν δόθηκε αυτή η προειδοποίηση.
3. Το άρθρο 85(2)(β) του περί Δήμων Νόμου του 1985 (Ν. 111/85 όπως τροποποιήθηκε) επέβαλλε απόκτηση της γης με ιδιωτική σύμβαση ή τουλάχιστον τη σε πρώτο στάδιο επιδίωξη σύναψης τέτοιας σύμβασης.
4. Ενόψει του άρθρου 86(3) του Ν. 111/85 σε συνδυασμό και με το άρθρο 85(2)(β) το έργο ώφειλε να είχε καθοριστεί ως κοινής ωφέλειας από το Υπουργικό Συμβούλιο. Αυτός ο καθορισμός θα έπρεπε, κατά νόμο, να είχε προηγηθεί και χωρίς αυτόν ελλείπει το υπόβαθρο του διατάγματος απαλλοτρίωσης.
5. Η έκδοση διατάγματος από το Υπουργικό Συμβούλιο σύμφωνα με τον περί Ταφής Νόμο Κεφ. 247, όπως τροποποιήθηκε, ήταν προϋπόθεση για την έκδοση διατάγματος απαλλοτρίωσης και δεν εκδόθηκε τέτοιο διάταγμα.
Οι υπόλοιποι λόγοι έφεσης αφορούν στις διοικητικές ενέργειες που οδήγησαν στην απόφαση για την έκδοση του διατάγματος απαλλοτρίωσης, ως εξής:
1. Δεν διεξάχθηκε η δέουσα έρευνα σε σχέση με την εξεύρεση κατάλληλης για το σκοπό γης ή για την καταλληλότητα των ακινήτων των εφεσειόντων. Συναφώς, δεν προηγήθηκε η απαιτούμενη μελέτη για το έργο.
2. Δεν εξετάστηκαν σε βάθος οι ενστάσεις που υποβλήθηκαν, δεν δόθηκε στους εφεσείοντες απάντηση ως προς την τύχη τους και η "επίδικη πράξη" στερείται "οποιασδήποτε ή νόμιμης αιτιολογίας".
Εξετάσαμε τα επιχειρήματα που αναπτύχθηκαν υπό το φως των νομοθετικών διατάξεων και των γεγονότων της υπόθεσης. Καταλήγουμε πως η πρωτόδικη απόφαση είναι ορθή και πως δεν στοιχειοθετείται οποιοσδήποτε από τους λόγους έφεσης.
Στη Γνωστοποίηση Απαλλοτρίωσης (αρ. 1296 - 29.7.94) και στο διάταγμα απαλλοτρίωσης που ακολούθησε (αρ. 1756 - 25.11.94) προσδιορίζεται ο σκοπός της απαλλοτρίωσης Τα ακίνητα απαλλοτριώθηκαν "για τη δημιουργία νέου κοιμητηρίου για τις ανάγκες της Ελληνορθόδοξης Κοινότητας Λευκωσίας". Σημειώνουμε ότι η δημιουργία τόπων ταφής καθορίζεται στο άρθρο 3(2) του Ν. 15/62 ως σκοπός δημόσιας ωφέλειας. Η ανάγκη είχε επισημανθεί από την Ιερά Αρχιεπισκοπή το 1988 και προκύπτει από τα στοιχεία του φακέλου πως αναλήφθηκαν έκτοτε έρευνες για την εξεύρεση κατάλληλης γης. Σημειώνεται η ανυπαρξία κατάλληλης γης σε διάφορες περιοχές και επεξηγούνται τα γενικά χαρακτηριστικά της περιοχής που τελικά, όπως κρίθηκε, ανταποκρινόταν στις ανάγκες. Λήφθηκαν υπόψη η απόσταση της από τη Λευκωσία και η δυνατότητα για ηλεκτροδότηση και υδροδότησή της. Απασχόλησε αρχικά η πρόσβαση προς αυτή αλλά οι εξελίξεις ήταν ευνοϊκές. Νέα ανισόπεδη πρόσβαση που μάλιστα ασφαλτοστρώθηκε, επέλυσε και αυτό το πρόβλημα. Το έδαφος της περιοχής εξετάστηκε από τις υγιεινομικές υπηρεσίες αφού ανορύχθηκαν σε διάφορα σημεία "δοκιμαστικοί λάκκοι" και αποφασίστηκε η απαλλοτρίωσή της. Δεν διαπιστώνουμε τις κατ' ισχυρισμόν ελλείψεις σε ό,τι αφορά στην έρευνα ή στη μελέτη ή τελικά στην αιτιολόγηση της απόφασης για απαλλοτρίωση. Επίσης δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε πως στοιχειοθετείται λόγος ακυρότητας ενόψει του χειρισμού των ενστάσεων που υποβλήθηκαν. Το Δημοτικό Συμβούλιο τις χαρακτήρισε "οικονομικής φύσης" και αυτό είναι ακριβές. Δεν αφορούσαν με οποιοδήποτε τρόπο στην εν γένει νομιμότητα της απόφασης αλλά τόνιζαν πόσο αυτή θα ήταν επαχθής για τους ίδιους. Αναφέρονταν επίσης, αόριστα πρέπει να σημειωθεί, και σε άλλα κατάλληλα ακίνητα ενώ η έρευνα που διεξάχθηκε και που κάλυψε μεγάλης έκτασης περιοχές, δεν οδήγησε σε τέτοια διαπίστωση. Το θέμα της μή γνωστοποίησης της απόφασης για απόρριψη των ενστάσεων δεν είδαμε να είχε εγερθεί πρωτοδίκως. Εν πάση περιπτώσει, και αν υπήρξε, δεν θα στοιχειοθετούσε λόγο ακυρότητας. (Βλ. Σταυρίδη κ.ά. v. Δημοκρατίας (1992) 3 Α.Α.Δ. 303 στη σελίδα 316).
Το άρθρο 2(1) του Ν. 15/62 περιλαμβάνει στον όρο "απαλλοτριούσα αρχή" και "δημοτικήν αρχήν". Η δημοτική αρχή είναι αυτονόμως απαλλοτριούσα αρχή και οι διατάξεις αναφορικά με την ανάγκη έγκρισης απαλλοτρίωσης από το Υπουργικό Συμβούλιο αφορούν σε άλλες περιπτώσεις. Το άρθρο 6 του Νόμου αναφέρεται σε υποχρέωση διαβίβασης ένστασης από την απαλλοτριούσα αρχή στο Υπουργικό Συμβούλιο "εκτός εάν η τοιαύτη αρχή είναι δημοτική αρχή". Η επιφύλαξη στο τότε άρθρο 6(3) για ανάγκη έγκρισης από το Υπουργικό Συμβούλιο όταν απαλλοτριούσα αρχή είναι νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου ή οργανισμός κοινής ωφέλειας, δεν καλύπτει τη δημοτική αρχή. Γίνεται για τον καθένα από τους όρους ξεχωριστή αναφορά στο άρθρο 2 του Νόμου και είναι σαφές πως για τη δημοτική αρχή ισχύουν οι ειδικές ρητές διατάξεις που την αφορούν. Στην περίπτωσή της επιβάλλεται άλλος όρος, εκείνος της παροχής προς το Υπουργικό Συμβούλιο προειδοποίησης 15 ημερών, χωρίς την οποία δεν επιτρέπεται η δημοσίευση γνωστοποίησης απαλλοτρίωσης. Αυτή η προειδοποίηση δόθηκε και ο λόγος έφεσης ως προς αυτό το θέμα, δεν ευσταθεί. (Βλ. έγγραφο ημερομηνίας 5.5.94 και τη γνωστοποίηση λήψης του ημερομηνίας 13.5.94) Φαίνεται, μάλιστα, πως διέλαθε της προσοχής των εφεσειόντων πως πρωτοδίκως, αφού διαπίστωσαν πως δόθηκε η προειδοποίηση, εγκατάλειψαν τον ισχυρισμό τους για το αντίθετο. Η ενδεχομένως εσφαλμένη αντίληψη της διοίκησης αναφορικά με το τί ακριβώς απαιτούσε ο Νόμος, δεν θα ήταν δυνατό να δημιουργήσει παρανομία εκεί που τέτοια δεν υπάρχει αλλά μας φαίνεται πως η εντύπωση ότι η απαλλοτρίωση εγκρίθηκε από τον Υπουργό Εσωτερικών οφείλεται σε παρανόηση, κυρίως από την πλευρά των εφεσιβλήτων Η έγκριση που παρέχεται με το έγγραφο ημερομηνίας 14.12.94, δηλαδή μετά και τη δημοσίευση του διατάγματος απαλλοτρίωσης, στο οποίο αναφέρθηκαν τα μέρη, αφορά στην επίταξη δυνάμει του άρθρου 4 του περί Επιτάξεως Ιδιοκτησίας Νόμου του 1962 (Ν. 21/62) και όχι στην απαλλοτρίωση.
Τα άρθρα 85(2)(β) και 86(3) του Ν. 111/85 είναι εντελώς άσχετα. Το πρώτο δεν επιβάλλει υποχρέωση η οποία, μάλιστα, να επιδρά στις εξουσίες που παρέχει ο Ν. 15/62. Αναφέρεται σε εξουσία για απόκτηση ακινήτου με ιδιωτική σύμβαση. Παρεμβάλουμε πως πρωτοδίκως συζητήθηκε ως ξεχωριστό θέμα το κατά πόσο όφειλαν οι εφεσίβλητοι να επιδιώξουν εκπλήρωση του σκοπού με απόκτηση ακίνητης ιδιοκτησίας με ιδιωτική σύμβαση. Αυτοί οι ισχυρισμοί απορρίφθηκαν ενόψει των περιστατικών με αναφορά στην απόφαση της Ολομέλειας στην HjiIoannou v. Republic (1983) 3 C.L.R. 536 και οι λόγοι έφεσης δεν αφορούσαν σ' αυτή την πτυχή της απόφασης.
Το άρθρο 86(3) αναφέρεται σε διάφορα έργα ως "κοινής ωφελείας" και σε εξουσία του Υπουργικού Συμβουλίου για καθορισμό και άλλων, όπως ρητά ορίζεται, για τους σκοπούς του άρθρου εκείνου. Το άρθρο 86 αναφέρεται στη δυνατότητα σύναψης σύμβασης μεταξύ "συμβουλίου δήμου" και άλλης "αρχής ή αρχών τοπικής διοικήσεως" για την από κοινού εκτέλεση έργου κοινής ωφελείας ή παροχή υπηρεσιών και δεν μπορεί να συσχετισθεί προς την εξουσία για απαλλοτρίωση, όπως την παρέχει ο ειδικός νόμος. Είναι γεγονός ότι σε κάποιο στάδιο έγινε αναφορά στο ενδεχόμενο να χρησιμοποιηθεί το κοιμητήριο και από άλλες δημοτικές αρχές αλλά αυτό δεν αλλάζει την κατάσταση. Δεν έχουμε εδώ υπό κρίση σύμβαση στο πλαίσιο του άρθρου 86 ώστε να ενδιαφέρει ο ορισμός του "έργου κοινής ωφελείας" που παρέχει. Όπως ήδη σημειώσαμε, η δημιουργία τόπων ταφής προσδιορίζεται ρητά ως έργο κοινής ωφελείας για τους σκοπούς του Ν. 15/62.
Ο περί Ταφής Νόμος, Κεφ. 247 παρέχει στο Υπουργικό Συμβούλιο εξουσία προς έκδοση διαταγής για την παραχώρηση νεκροταφείου για πόλη, χωριό ή ενορία όταν διαπιστώνεται ανεπάρκεια ή ακαταλληλότητα των υπαρχόντων. Δεν αναιρούν αυτές οι ρυθμίσεις την ανεξάρτητη και αυτόνομη εξουσία δημοτικής αρχής να προβαίνει σε απαλλοτρίωση ακινήτου για τη δημιουργία τόπου ταφής, όπως την παρέχει ο Ν. 15/62. Σημειώνουμε και το άρθρο 84(1) του Ν. 111/85 το οποίο εντάσσει στα καθήκοντα των δημοτικών συμβουλίων και την ίδρυση κοιμητηρίων, εντός ή εκτός των δημοτικών ορίων.
Είναι η τελευταία εισήγηση των εφεσειόντων πως εσφαλμένα καταδικάστηκαν με την πρωτόδικη απόφαση στην πληρωμή των εξόδων της διαδικασίας. Όπως εξήγησαν, η διαφορά που προέκυψε ήταν εν πολλοίς "πρωτότυπη" και "οδήγησε στο να υπάρχει τομή δικαίου που θα διαπαιδαγωγήσει τη διοίκηση και τους πολίτες". Δεν μπορούμε να συμμεριστούμε αυτές τις εκτιμήσεις. Οι αρχές πάνω στο θέμα εξηγήθηκαν από την Ολομέλεια στις υποθέσεις Ανδρόνικος Κασάπης κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 43, Αντώνιος Ι. Αντωνίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 85, Χριστόδουλος Γ. Χατζηγεωργίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 23 και Τάσος Λ. Κεφάλας & Υιοί Λτδ. ν. Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (1999) 3 Α.Α.Δ. 425.
Δεν διαπιστώνουμε κανένα λόγο για παρέμβαση. Οι εφέσεις απορρίπτονται, με έξοδα.
Oι εφέσεις απορρίπτονται με έξοδα.